του Ελευθερίου Τζιόλα
Η Γλώσσα καθοριστικό γνώρισμα
Αν ξεφύγουμε από την απλοϊκή άποψη -θα την έλεγα -και «παγίδα ασφάλειας» να βλέπουμε τη Γλώσσα ως απλό «εργαλείο» ή ως «μέσο» του ανθρώπου «για να πει κάτι» τότε μπορούμε να ανοίξουμε και να εισέλθουμε στο κεφάλαιο ότι η γλωσσική επικοινωνία δεν αποτελεί μια από τις πολλές εκφάνσεις της βιολογικής ύπαρξης του ανθρώπου, αλλά καθοριστικό γνώρισμα της υπόστασής του ως άνθρωπος.

Το έχουν τεκμηριώσει στέρεα και το έχουν εξηγήσει αναλυτικά οι γενετιστές, οι παλαιοανθρωπολόγοι και οι εξελικτικοί, καθώς και ένας μικρός αριθμός φιλοσόφων που αξίζουν την επωνυμία τους (φιλόσοφοι), ότι ο άνθρωπος ξεκίνησε από το χέρι, από τον αντίχειρα, κι ότι χρειάστηκαν για να φτάσει σ΄αυτό σχεδόν 30 χιλιάδες αιώνες (δύο εκατομμύρια εννιακόσιες χιλιάδες χρόνια)! Και η λειτουργία αυτό του χεριού απλώθηκε στο χώρο, με την έννοια ότι προέκταση του χεριού είναι, έγινε το εργαλείο: ο πέλεκυς, το ακόντιο, ο αργαλειός, το κανόνι, η γραφίδα, το βιολί, ο νερόμυλος, η μηχανή… Και το χέρι μετεξέλιξε τον εγκέφαλο του ζώου και τον έκανε, τον μετασχημάτισε σε νου, σε εγκέφαλο νου, του ανθρώπου. Και από κει, σχεδόν μετά από 25 εκατομμύρια χρόνια ο άνθρωπος, όρθιος πλέον, εξασκημένος και μαχητής: μίλησε! Η κραυγή του έγινε αρθρωμένη φωνή! Αυτή είναι η εξελικτική πορεία του ανθρώπου από το χάος της κραυγής στον κόσμο της φωνής. Και η φωνή, με την ανάλογη τροπή του λάρυγγα, των φωνητικών οργάνων και του στόματος, και την παράλληλη τροπή και εξέλιξη των γλωσσικών κέντρων του εγκεφάλου έφτασε στη μέγιστη -ίσως την πιο μεγάλη σε όλη την πλανητική του ύπαρξη- κατάκτηση: στη Γλώσσα, στην Γλώσσα των νοημάτων, των βιωμάτων και της επικοινωνίας. Στη Γλώσσα που μέσα στον χρόνο έγινε το καθοριστικό στοιχείο της υπόστασής του (πνευματικής, τεχνικής, δημιουργικής, υπαρξιακής).
Η Γλώσσα ως προϋπόθεση της κατ’ εξοχήν ύπαρξης του ανθρώπου – δηλωτική της συνείδησης του εαυτού του και του κόσμου του- ανάγεται σε παράγοντα που καθορίζει τον άνθρωπο. Ενώνει ή (δια)χωρίζει, ταυτίζει ή διαφοροποιεί τους ανθρώπους μεταξύ τους -προάγει την ουσία της ανθρώπινης οντότητας. Ο «βωβός άνθρωπος» θα ήταν ένα άλλο είδος ανθρώπου που πολύ λίγο θα διέφερε από τα λοιπά ζώα.
Θέλοντας να μιλήσει ο άνθρωπος για τον εαυτό του και για τους άλλους, θέλοντας να μιλήσει για τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τις εμπειρίες του, θέλοντας να «κοινωνήσει» τις σκέψεις του στους άλλους, δηλαδή να επι-κοινωνήσει , χρειάστηκε να μετατρέψει τις έννοιες, που είχε σχηματίσει στο νου του για τα όντα, σε σημασίες. Έτσι έφτασε ο άνθρωπος να επινοήσει τις λέξεις. Τα γλωσσικά σημεία (συνδυασμούς φθόγγων, γραμμάτων και σημασίας) για να δηλώσει τις έννοιες, για να αναφερθεί σε όντα του κόσμου συγκεκριμένα ή αφηρημένα. Και συσχετίζοντας συγχρόνως, οργανώνοντας τις λέξεις μεταξύ τους, δημιούργησε γλώσσα, -ακριβέστερα δημιούργησε Γλώσσες, πολλές και διαφορετικές Γλώσσες. Τόσες και τέτοιες που να εξυπηρετούν τις επικοινωνιακές ανάγκες κάθε μεγαλύτερης ομάδας ανθρώπων, κάθε κοινωνίας ή κάθε λαού που συνιστούσε έθνος.
Θα δανειστώ για τις λέξεις δύο χαρακτηριστικές λιτές μα τόσο περιεκτικές απόψεις δύο σημαντικών ανθρώπων, που μεταξύ τους κινούνται στα άκρα, διότι ο ένας είναι μια σπουδαία κυρίως στρατιωτική προσωπικότητα και ο άλλος ένας σπουδαίος σύγχρονος φιλόσοφος: ο Ναπολέων και ο Ludwig Wittgenstein. Λέει ο Ναπολέων: «Οι λέξεις είναι τα πάντα! Ο πόλεμος είναι υπόθεση γνώμης που διατυπώνεται με λέξεις!». Και ο Wittgenstein: «Τα όρια της γλώσσας μου σημαίνουνε τα όρια του κόσμου μου»! Πράγματι, οι λέξεις και -σε τελική ανάλυση- η Γλώσσα μας καθορίζουν.
Η γλώσσα κάθε λαού, οργανωμένου σε έθνος, ήταν και είναι πάντα -σύμφωνα και με τον Saussure- μια ταξινομία του κόσμου του. Με το γλωσσικό σύστημα που χρησιμοποιεί για να επικοινωνήσει κάθε λαός, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά, ταξινομεί, οργανώνει και εκφράζει τον κόσμο, ανάλογα με τον τρόπο που τον συλλαμβάνει.
Γλώσσα των Ελλήνων: το αναντικατάστατο (οικουμενικό) όχημα Επιστημών και Πολιτισμού
Η διαφοροποίηση κάθε εθνικής γλώσσας συνδέεται, σε μεγάλο βαθμό, με την ιστορία, την
πνευματική καλλιέργεια, την πολιτιστική διαδρομή κάθε λαού. Έτσι, λαοί που ευτύχησαν να έχουν μίαν ευρύτερη σε χρόνο και τόπο ιστορική παρουσία και, κυρίως, λαοί που ανέπτυξαν σημαντική δραστηριότητα στους θεσμούς της κοινότητας και της διοίκησης, στις τέχνες και τα γράμματα, στις επιστήμες και την έρευνα, ακόμα στην διατύπωση και εφαρμογή πολιτικών και πολεμικών στρατηγικών είναι φυσικό να έχουν διαμορφώσει και μια ανάλογα καλλιεργημένη, πλούσια γλώσσα, τέτοια που να μπορεί να εκφράσει να προωθήσει αυτές τις δραστηριότητες. Όταν έχεις μεγάλους στοχαστές και μεγάλου στοχασμού κείμενα, δεν μπορεί να μην έχεις και ανάλογα καλλιεργημένη γλώσσα που να τα εκφράζει. Η γλώσσα του Ομήρου, του Πλάτωνα, του Θουκυδίδη, του Αριστοτέλη, ή του Σοφοκλή, του Αριστοφάνη, του Ευριπίδη, ή του Ηράκλειτου, του Ιπποκράτη, του Αρχιμήδη, ή/και πολιτικών ανδρών του Περικλέους, του Σόλωνα, του Αλεξάνδρου δεν μπορεί παρά να είναι μια εξαιρετικά καλλιεργημένη γλώσσα, αντάξια του δημιουργικού στοχασμού των μεγάλων αυτών ανδρών. Εξετάζοντας, με το πνεύμα αυτό, την ιστορία των εθνικών γλωσσών μιλάει κανείς για περισσότερο ή λιγότερο ή και καθόλου πολιτισμικά (επιστημονικά, λογοτεχνικά, γραμματολογικά) καλλιεργημένες γλώσσες. Και εκεί είναι που οι γλώσσες διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους. Όχι ως δηλωτικά συστήματα, αλλά ως πολιτισμικά μορφώματα. Υπ΄αυτή την έννοια μπορούμε να μιλάμε για μεγάλες (πολιτισμικά) γλώσσες, όπως η Ελληνική, όσο και για μικρές γλώσσες. Και είναι εντελώς διαφορετικό, να μιλάς για τη χρήση της γλώσσας. Μεγάλης χρήσεως γλώσσα, π.χ., είναι η Αγγλική και μικρότερη (ολιγότερης) χρήσεως γλώσσα είναι, π.χ., η Ελληνική ή η Ιρλανδική. Άλλο όμως είναι το ποιοτικό βάρος και μέγεθος, η παγκόσμια συνεισφορά, η υποστήριξη κάθε πνευματικής και πολιτιστικής κατάκτησης της ανθρωπότητας από την Ελληνική γλώσσα και των δημιουργημάτων της, και άλλη από εκείνη της Αγγλικής. Της Αγγλικής, η οποία για να αποδώσει βαθύτερες έννοιες και εννοιολογικά συστήματα χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί την Ελληνική.
Η διαφοροποίηση κάθε γλώσσας σε εθνικό επίπεδο, ανάλογα με την ιστορία, τον πολιτισμό, την παράδοση και την ιδιοσυγκρασία του λαού (που τη διαμόρφωσε και που εκφράζεται σ΄αυτήν), αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητας. Κι αυτό γιατί όλα τα άλλα συστατικά της εθνικής ταυτότητας – ή συνείδηση καταγωγής, η αναφορά στις ρίζες, η πολιτιστική συνείδηση (αξίες, παράδοση/ έθιμα & ήθη, ιστορία) και, προκειμένου για την Ελλάδα, και η θρησκευτική ορθόδοξη πίστη- , όλα περνούν και εκφράζονται μέσα από τη γλώσσα. Εν προκειμένω: μέσα από την Ελληνική Γλώσσα. Ελληνισμός, ελληνικότητα, Ελλάδα, ελληνική συνείδηση -όλα αυτά- χωρίς τη γλώσσα που τα εκφράζει, χωρίς την Ελληνική Γλώσσα θα ήταν αδιαμόρφωτα, ανέκφραστα, αδιανόητα. Φολκλορικές συλλήψεις του Ελληνισμού, που τον ταυτίζουν με το συρτάκι ή τις χλαμύδες είναι ρηχές, αφελείς, ευτελιστικές επινοήσεις. Το ίδιο ισχύει και για την Ορθοδοξία. Ορθοδοξία χωρίς Ελληνική Γλώσσα, όχι μόνο στο λατρευτικό-τελετουργικό επίπεδο της εκκλησιαστικής λειτουργίας, αλλά και στο επίπεδο του να βιώσεις την ουσία της ορθόδοξης πίστης, είναι «προσέγγιση τεθλασμένη», αβαθής -και γι αυτό λειψή και απρόσφορη. Πως μπορεί να αντικατασταθεί η ελληνικήν γλώσσα των Ευαγγελίων, ή τί μπορεί να αντικαταστήσει τα τροπάρια της Μεγάλης Εβδομάδας, ή το «Φως ιλαρόν»; Είναι σαν να τραγουδάς στα αγγλικά ένα ηπειρώτικο δημοτικό τραγούδι!
Γλώσσα: Ελληνισμός, εθνική συνείδηση
Με άλλα λόγια: εθνική ταυτότητα σημαίνει εθνική συνείδηση. Αλλά εθνική συνείδηση ελληνικής καταγωγής, ελληνικής παράδοσης, ελληνικού πολιτισμού σημαίνει συγχρόνως συνείδηση ελληνικής γλώσσας, η οποία (ελληνική γλώσσα) είναι η πρωταρχική, η γνήσια και αντιπροσωπευτική έκφραση όλων αυτών! Ό,τι δεν εκφράζεται στη γλώσσα στην οποία γεννήθηκε, καλλιεργήθηκε, «σαρκώθηκε» και υπάρχει, παίρνει μοιραία τον χαρακτήρα «ξηρών πληροφοριών» σε μιαν άλλη γλώσσα -παύει να βιώνεται, μεταλλάσσεται, αποσπάται από την έννοια της συνείδησης!
Στην ιστορική πορεία του Ελληνισμού η ελληνική γλώσσα, παρά τις τεράστιες δυσκολίες του Γένους, υπήρξε πάντα χαρακτηριστικό συστατικό της ιδιοπροσωπίας του Έλληνα. Η συνείδηση της γλώσσας είναι συνείδηση ταυτότητας, και αντίστροφα. Η βαθύτερη βίωση του Ελληνισμού περνάει απαραιτήτως μέσα από τη γλώσσα με την οποία εκφράστηκε διαχρονικά η ελληνικότητα.
Το λεξιλόγιο της Ελληνικής αποτελεί αψευδή μάρτυρα της αδιάκοπης συνέχειας
της ελληνικής γλώσσας και του ενιαίου χαρακτήρα της. Κι αυτό αποτελεί επίσης μια σημαντική μορφή αυτογνωσίας και ταυτότητα των Ελλήνων. Κανείς Έλληνας ή ξένος (με εξαίρεση τους ειδικούς της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας) δεν μπορεί να διακρίνει αν μια σύγχρονη ελληνική λέξη είναι αρχαία ή βυζαντινή ή νεότερη, ή αν χρησιμοποιείται συνεχώς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ας πιάσουμε μόνο, το πρώτο γράμμα της αλφάβητου, το ‘’Α’’. Ποιος γνωρίζει ή αναγνωρίζει, λ.χ., ότι λέξεις όπως: αγαπώ, αγαπητός, άγγελος, αγνός, άγνωστος, αγορά, άγριος, αδελφός, αθάνατος, αηδόνι, αέρας, αετός, αιώνας, άκλαυτος, ακούω, ακτίνα, αλάτι, αλέθω, αλήθεια, αλλά, άλλος, άρμη, αλμυρός, αλοιφή, άλυτος, αλώνι, άμαξα, αρμέγω, αμπέλι, αμέτρητος, ανεβαίνω, αναβάλλω, ανάγκη, αναλύω, αναπαύω, αναπνέω, αναστενάζω, ανατολή, άναρχος, ανατρέχω, άνεμος, ανεψιός, άνδρας, ανθός, άνθρωπος, ανάγω, άνιφτος, άνοστος, αντί, αντίκρυ, αξίνα, άξιος, άξονας, άνοστος, απάτη, άπιστος (ας σταματήσουμε εδώ…) κλπ, κλπ, -όλες αυτές οι λέξεις- είναι γνήσιες ομηρικές λέξεις που, αυτούσιες ή παραλλαγμένες με την ίδια ή/και σχετικά διαφοροποιημένη σημασία χρησιμοποιούνται από τα χρόνια των Ομηρικών επών μέχρι σήμερα.
Θα πώ τούτο: οι λέξεις αυτές δεν είναι ούτε αρχαίες, ούτε βυζαντινές, ούτε νέες. Είναι ελληνικές. Γι αυτό και η έννοια της συνέχειας προκειμένου για την Ελληνική Γλώσσα δεν είναι ιδεολόγημα ή εφεύρημα, αλλά η απτή γλωσσική πραγματικότητα.
Για κάθε λαό, ο τρόπος που καταλαβαίνει και μιλάει για τον κόσμο , η λειτουργία της σκέψης του, η ιστορία, η παιδεία, η παράδοσή του, όλη η εθνική του υπόσταση περνάει και εκφράζεται μέσα από την εθνική του γλώσσα. Γι αυτό η γλώσσα δεν είναι απλό όργανο -είναι αξία.
Μ΄ αυτή την έννοια, πρέπει να δεχθούμε και να εννοήσουμε το δίδαγμα του εθνικού μας ποιητή, του Αγίου των Ελλήνων, του Διονυσίου Σολωμού που μας οδηγεί, λέγοντας: «Μήγαρις πως έχω άλλο τι στον νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα»
Στις θέσεις των πνευματικών Πατέρων
Στην τελετή απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας, στις 10 Δεκεμβρίου 1979, ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης έλεγε: «Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ’ όλ’ αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμισι χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ’ ελάχιστες διαφορές. Η παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση, αντιστοιχεί και στην υλικοπνευματική οντότητα της χώρας μου. Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου. Και το αναφέρω διόλου για να υπερηφανευθώ αλλά για να δείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ποιητής όταν χρησιμοποιεί για τα πιο αγαπημένα πράγματα τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσαν μια Σαπφώ ή ένας Πίνδαρος —χωρίς ωστόσο να έχει το αντίκρισμα που είχαν εκείνοι επάνω στην έκταση της πολιτισμένης τότε ανθρωπότητας. Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν’ αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι στο μάκρος είκοσι πέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μη γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα. Nα τι είναι το μεγάλο βάρος παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει».
Η Ελληνική Γλώσσα, κατεξοχήν γλώσσα της Ποίησης!
Αυτό το νήμα που μας κρατάει και μας φέρνει μέχρις εδώ, από τον κόσμο του Μύθου στον
κόσμο της Τεχνητής Νοημοσύνης, αυτή η σχεδία της Ανθρωπότητας και του Φωτός, μας καλεί να κωπηλατήσουμε στις θέσεις των πνευματικών μας Πατέρων.
Δεν μπορούμε, παρά να πιάσουμε τα κουπιά με πίστη και ευθύνη και να συνεχίσουμε!…
Κι ας σκεφτούμε, τώρα, μετά απ΄αυτά, που βρισκόμαστε σήμερα.
Που βρίσκεται η Ελληνική Γλώσσα σήμερα;
Στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στη διδασκαλία της, στη διάδοσή της, στις επιστήμες, στις τέχνες, στη νεολαία, στο λαό, στον Ελληνισμό. https://www.anixneuseis.gr
**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου