Αφιερώνεται στην επερχόμενη
«Πανορθόδοξη» Σύνοδο στα Χανιά
(Αν καί πολύ αμφιβάλλω αν θα της αρέσει το «δώρο»)

arxigramma-Thα μπορούσα να βάλω έναν τρομερά πιασάρικο τίτλο, φερ’ ειπείν «Έγκλημα στο Άγιο Όρος» – καί να χτυπήσω ταβάνι στα «hits» του ιστολογίου. (Καί να μου ανοίξει καρριέρα περιζήτητου συγγραφέως! Ή, ίσως, άμα γνώριζα τον Σπήλμπεργκ, σεναριογράφου – καί να τα κονόμαγα.) Όμως, ουδόλως επιθυμώ τέτοια πράγματα.
Η υπόθεση, γιά την οποία θα μιλήσω, είναι σοβαρή όσο δεν πάει άλλο. Πλην όμως, θεωρήστε το ακόλουθο κείμενο ως απαύγασμα της φοβερής καί τρομερής φαντασίας μου.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα χρόνια πρό του Β’ ΠΠ.
Έστω, λοιπόν, ότι εκείνη την εποχή στο Άγιο Όρος μονάζει ο μοναχός Πυριφλέγων. (Το πρόσωπο είναι υπαρκτό.) Τί; Δεν γίνεται να δώσουν τέτοιο όνομα σε μοναχό; δε βαρυέσαι… μυθιστόρημα γράφω, κι αυτό ακριβώς το όνομα δίνω στον ήρωά μου! Άλλως τε, το -γιά παράδειγμα- «Παφνούτιος» δεν θα μου άρεσε.
Ο μοναχός μας, εκτός από ειλικρινής θρήσκος, καλός πατριώτης καί καλός χαρακτήρας, είναι ευφυές άτομο καί πολύ μορφωμένος. Έτσι, δεν αργεί ν’ αναλάβει θέση γραμματέα καί αντιπροσώπου της μονής του. Τα χρόνια περνάνε, κι όλα πάνε καλά στη ζωή του – στον μοναστικό βίο, που επέλεξε.
Εκτός από τη μέρα που πεθαίνει.
Όταν κάποιοι άλλοι μοναχοί ανακαλύπτουν το πτώμα του, το μακάβριο εύρημα κραυγάζει απ’ την πρώτη στιγμή: δολοφονία! Ωστόσο, οι συγγενείς του, απλοί κι απλοϊκοί άνθρωποι του μόχθου της εποχής εκείνης, δεν σκαλίζουν την υπόθεση περισσότερο. Δεν συμβουλεύονται δικηγόρο, δεν συνεχίζουν ποινική δίωξη (κι εναντίον ποιανού, αλήθεια; ), καί δεν τους περνάει κάν από το μυαλό να ζητήσουν αντίγραφο των αστυνομικών πρακτικών. Αλλά καί το προπολεμικό αστυνομικό τμήμα του Όρους, τί να σου κάνει; Τί μπορεί να κάνει; Άγνωστος ο ένοχος (ή οι ένοχοι), μάρτυρες δεν υπάρχουν, με τη λογική κανείς δεν μπορεί ν’ αποδώσει οποιοδήποτε κίνητρο στον οποιονδήποτε, κι η υπόθεση σύντομα μπαίνει στο αρχείο.
Μόνο η φράση: «- Τον δολοφόνησαν!» παραμένει ως παρακαταθήκη μνήμης στους απογόνους της πατρικής του οικογένειας, γιά δεκαετίες μετά.
Καί μιά φωτογραφία του.

Λίγα χρόνια πριν τη δολοφονία του Πυριφλέγοντος, καταφθάνει επίσης να μονάσει στο Άγιο Όρος μία -στην κυριολεξία- θρυλική φιγούρα. (Θρυλική; Ναί. Με θρύλο επιπέδου καί ποιότητας Τζέημς Μπόντ.) Είναι ο (ψευτο-)μοναχός Δημήτριος, ο μετέπειτα διαβόητος (ψευτο-)«παπα-Δημήτρης». Καί ο πιό πριν γεννηθείς ως ο άγγλος πόρδος Μπάλφουρ. (Υπαρκτό πρόσωπο κι αυτός.)

(Περί του βίου καί της πολιτείας του συγκεκριμένου πόρδου – καί όλως ενδεικτικώς: σύνδεσμος 1, σύνδεσμος 2, σύνδεσμος 3, σύνδεσμος 4, σύνδεσμος 5.)
Συνοπτικώς, ο πόρδος Μπάλφουρ είναι φιλομαθής παιδιόθεν – καί σύντομα γίνεται ευρυμαθής. (Δεν είχε, άλλως τε, το ζόρι να βρεί δουλειά γιά να βγάλει τα προς το ζήν. Γι’ αυτό είχε την άνεση να το ρίξει στο διάβασμα.) Μιλάει σχεδόν άψογα αρκετές γλώσσες, μεταξύ αυτών καί τα Ελληνικά. Έχει πολλά ενδιαφέροντα, μεταξύ αυτών καί θρησκευτικά. Οι οποίες ακριβώς θρησκευτικές αναζητήσεις του τον οδηγούν να γίνει καθολικός μοναχός.
Μονάζει σ’ ένα καθολικό μοναστήρι του Βελγίου, το οποίο είναι επιφορτισμένο από το Βατικανό (καί εξειδικευμένο στο) να ψάχνει το θέμα του «διαλόγου» με τους Ορθοδόξους – με τελικό σκοπό την ένωση των Εκκλησιών. (Είδατε; Δεν είναι σημερινή δουλειά ο «διάλογος» κτλ. Βέβαια, γιά όποιον ξέρει Ιστορία, ο «διάλογος» δεν είναι κάν υπόθεση του 20ου αιώνα – αλλά βλέπετε πως όλους αυτούς τους αιώνες, από τον Φώτιο τον Μέγα του Α’ Σχίσματος μέχρι τις μέρες μας, δεν έπαψε ποτέ.)
Τώρα, θα με ρωτήσεις, γιατί έγινε καθολικός μοναχός; Πολύ απλά, επειδή η μητρική του θρησκεία, το αγγλικανικό δόγμα, είναι ουσιαστικά καθολικό δόγμα. Με την εξαίρεση του ότι επιτρέπει άπειρους γάμους… μετά από άπειρα διαζύγια, χάρη στο πείσμα του Ερρίκου Η’. (Ενώ οι ορίτζιναλ καθολικοί παλιά δεν επέτρεπαν κανένα διαζύγιο.)
Τέλος πάντων, ο λεβέντης πόρδος κάποια στιγμή -υποτίθεται πως- συγκινείται απ’ την Οθοδοξία (απ’ αυτά που διάβαζε, γιά να είναι έτοιμος γιά τον «διάλογο»), καί ζητάει να γίνει ορθόδοξος μοναχός. Πράγμα που επιτυγχάνει μέσωι εξορίστων Ρώσσων ιερέων. (Μην ξεχνάτε, μιλάμε πάντα γιά τα προ του Β’ ΠΠ χρόνια, όπου η Ρωσσία έγινε ΕΣΣΔ, κι ο ορθόδοξος κλήρος ήταν υπό απηνή διωγμό απ’ τους -δήθεν «άθεους»- οβραίους μπολσεβίκους.) Ως ορθόδοξος μοναχός, λοιπόν, έρχεται στο Άγιο Όρος στις 14 Αυγούστου 1934 (αν δεν κάνω λάθος), καί μονάζει στα Κατουνάκια.
Κατουνάκια
Η περιοχή αυτή βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της χερσονήσου του Άθω, καί είναι άγρια κι έρημη από κόσμο. Επιτροχάδην, θα λέγαμε πως στο νότιο άκρο του Άθω υπάρχουν ερημίτες ασκητές που ζουν σε σπηλιές – ενώ αντιθέτως οι μονές βρίσκονται συγκεντρωμένες πιό βόρεια, καί στις δύο πλευρές της χερσονήσου (ανατολική-δυτική). (Μερικές μονές βρίσκονται στην ενδοχώρα, αλλά πιό βόρεια κι αυτές.)
Συγκρατήστε τα γεωγραφικά αυτά στοιχεία γιά παρακάτω.

Ο «μοναχός» Δημήτριος, στο μεταξύ χειροτονηθείς ιερέας, φαίνεται πως μέσα σε μιά διετία έκρινε ότι εισέπραξε αρκετή δόση Αγίου Πνεύματος (προφανώς δεν άντεχε περισσότερη), καί σηκώθηκε κι έφυγε. Το 1936 τον βρίσκει εφημέριο του μικρού παρεκκλησιού του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» στο Κολωνάκι. Ο λεβέντης μας, λοιπόν, με την τρομερή του μόρφωση άρχισε να έλκει την «καλή κοινωνία» των προπολεμικών Αθηνών, ώσπου έφτασε να γίνει εξομολόγος της βασιλικής οικογενείας!!!
Κι όλα κυλούσαν ρολόϊ, ώσπου μιά μέρα (λίγο πριν μπουκάρουν οι Γερμανοί στην Ελλάδα) ο γλυκομίλητος «παπα-Δημήτρης» απλούστατα δεν πήγε στον ναό του. Κι όχι μόνον αυτό: όταν τον αναζήτησαν, δεν βρισκόταν πουθενά. Άνοιξε η Γή καί τον κατάπιε! Αργότερα, όμως, τον βρίσκουμε στο Κάϊρο ν’ ανακατεύει τα ημεδαπά πολιτικά ανδρείκελλα (Παπανδρέηδες καί λοιπούς), κι ακόμη αργότερα -μετά τη λήξη του πολέμου- τον βρίσκουμε ξανά στην Αθήνα ως ένστολο ταγματάρχη της αγγλίτσας (σαφώς με ξυρισμένη την ιερατική του γενειάδα) κι ακόλουθο της πρεσβείας της.
Στο μεταξύ, λέει, στη Μέση Ανατολή είχε ξανά μεταμφιεστεί καί παρίστανε τον μωαμεθανό χότζα!!!
Τέλος πάντων, κι ενώ ανακατευόταν πάλι με την εγχώρια -τρομάρα της- «άρχουσα τάξη» (λέγεται πως διόρισε ως -αγγλόφιλο- αντιβασιλέα τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, θείο, ως λέγεται, του σημερινού αρχιεπισκόπου…), κι ενώ είχε πολύ περιορισμένες κοινωνικές επαφές (διότι φυλαγόταν να μην τον αναγνωρίσουν οι προπολεμικοί γνωστοί του), κάποια στιγμή ο λαός τον αναγνώρισε καί τον πήρε με τις πέτρες! Καί, σκεφθείτε: ήταν τόσο μεγάλη η οργή του κόσμου, που αυτός ο βρωμιάρης του περιέπαιξε τα όσια καί τα ιερά, που μεσούσης (στην Ελλάδα) κάργα αγγλοκρατίας, η αγγλίτσα έριξε τα μούτρα της κι αναγκάστηκε να τον ανακαλέσει – κι ο ερίφης δεν ξαναπάτησε εδώ.

Λίγα χρόνια αργότερα, ο πόρδος έφαγε κι άλλο κλύσμα Ελληνικής προελεύσεως. Συγκεκριμένα, τον έπιασε -δήθεν- ο πόνος να ξαναγίνει ορθόδοξος ιερέας, κι έγραψε ένα κλαμμένο γράμμα στον (δικό μας) ορθόδοξο μητροπολίτη Λονδίνου. Δήθεν-τάχαμ μετανόησε ειλικρινά γιά τα καμώματά του, καί λοιπά κροκοδείλια.
Αλλά ο δέσποτας δε μάσησε. Αντιθέτως, τού ‘σκασε μιά φοβερή τρίπλα! (Καί μπράβο του!) Του απάντησε ότι δεν ανακατεύεται με τα εσωτερικά της αδελφής Ρωσσικής Εκκλησίας, κι ότι, αν θέλει ο πόρδος να ξαναγίνει ορθόδοξος ιερέας, πρέπει να πάει στους Ρώσσους καί να ζητήσει συγνώμη από εκείνους. Πράγμα, βεβαίως, που δεν έγινε ποτέ, διότι ήταν αδύνατον ο «Μουστάκιας» (του οποίου οι σχέσεις με τον πατριάρχη Μόσχας ήταν -μετά το 1943- άριστες, καί του οποίου το άγρυπνο μάτι παρακολουθούσε τα πάντα) να επιτρέψει εν γνώσει του επανεισδοχή στους κόλπους του Ρωσσικού Πατριαρχείου άγγλου πράκτορα με πιστοποιητικό ISO. Φυσικά, ο πόρδος τά ‘ξερε αυτά, καί δεν έκανε κάν τον κόπο να πάει να ξαναβρεί τους Ρώσσους.
Κι έτσι, μετά από αρκετά χρόνια, ο πόρδος πέθανε με τον καημό ( ; ).
Στο μεταξύ, λέγεται πως δολοφόνησε τον Μεταξά. Μιά λιγώτερο βάσιμη παρόμοια φήμη είναι πως δολοφόνησε καί τον Κορυζή. Εν πάσει περιπτώσει, ένοχος ή μη ο πόρδος, ο (ναζιστικός) ραδιοφωνικός σταθμός Βερολίνου -κι ενώ η Αθήνα είχε ήδη καταληφθεί απ’ τα Γερμανογούρουνα- μετέδωσε ένα καυστικό σχόλιο γιά την αυτοκτονία ( ; ) Κορυζή, λέγοντας πως αυτή επετεύχθη με …δύο σφαίρες. Δείγμα πως οι Γερμανοί πράκτορες στην Αθήνα, αν καί υπό περιορισμό (κατά τη διάρκεια του πολέμου μας με τους Ιταλούς), ήσαν ενήμεροι γιά τα καμώματα των άγγλων συναδέλφων τους.

Επιπροσθέτως, πρέπει να σημειώσουμε ότι στην αγγλίτσα: βασιλική οικογένεια, ευγενείς, κλήρος, καθηγητές πανεπιστημίων, στρατιωτικοί / κατάσκοποι / διπλωμάτες, δεν έχουν διακριτούς ρόλους. Ο καθένας από δαύτους μπορεί να είναι καί ο,τιδήποτε απ’ τα υπόλοιπα. Καί όλοι τους ανεξαιρέτως τυγχάνουν μασώνοι.
Καί όλοι τους, μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια (που στην αγγλίτσα εισέβαλαν διάφοροι -τριτοκοσμικοί καί μή- … «επενδυτές»), μοιραζόντουσαν όλον τον παρά.
Σοφό σύστημα αυτό, διότι ο (χορτάτος) πλούσιος δεν εξαγοράζεται. (Καμμία σχέση με κάτι δικά μας διπλωματικά τσόλια, πρώην φτωχόπαιδα, που πουλάνε Ελληνικά διαβατήρια καί πιστοποιητικά ιθαγένειας στον κάθε δολοφόνο, έναντι ικανού μπαχτσισίου. Πώς, νομίζετε, μας κουβαλήθηκε εδώ ολόκληρη η μαφία των Παρακασπίων χωρών -Γεωργίας, κτλ- δήθεν ως «ομογενείς»; ) Αντιθέτως, ο (χορτάτος) πλούσιος θα κάνει τα πάντα γιά την πατρίδα του – στην οποία, μάλιστα, είναι εξουσία καί περνάει μπέϊκα. (Άρα, μαλάκας είναι να χαλάσει αυτό το απολύτως τακτοποιημένο status quo; Κανένα συμφέρον δεν έχει προς τούτο!)
Η μόνη περίοδος, που αυτό το σύστημα δεν δούλεψε (καί η αιτία ήταν ο …ρομαντισμός), ήταν η εικοσαετία 1935-1955, όπου οι λεγόμενοι «πυρηνικοί κατάσκοποι» (Φίλμπυ καί λοιποί) παρέδιδαν τα πυρηνικά μυστικά της αγγλίτσας στην ΕΣΣΔ. Αυτοί είχαν όλες τις προδιαγραφές που αναφέραμε, αλλά έβλεπαν το κομμουνιστικό καθεστώς με ρομαντικό βλέμμα, ως τον παράδεισο της μελλοντικής ανθρωπότητας. Γι’ αυτό καί πρόδωσαν πρόθυμα. (Δεν το έκαναν γιά το χρήμα, ή άλλες αιτίες που παρακινούν τους κοινούς θνητούς.)
Τα παραπάνω τα είπαμε, γιά να καταλάβετε το γιατί ο «παπα-Δημήτρης», φερόμενος απολύτως φυσιολογικά καί ως κατάσκοπος, δολοφόνησε ανθρώπους χωρίς κάν να το σκεφτεί – καί τελείως άσχετα με το ποιά κοσμοθεωρία (εννοώ την Ορθοδοξία) «φορούσε» εκείνη την εποχή.

Ξαναγυρίζουμε πίσω στο Άγιο Όρος, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930.
Ο «γέροντας» του Πυριφλέγοντος αισθάνεται πως έφτασε το τέλος του. (Γιά όσους-ες δεν γνωρίζουν, στα μοναστήρια έχουμε τον «γέροντα» καί τον «υποτακτικό». Όταν πεθάνει ο πρώτος, «γέροντας» γίνεται ο δεύτερος, καί «υποτακτικός» κάποιος νεώτερος μοναχός.) Επειδή συμπαθεί τον νέο μοναχό, αλλά κι επειδή αυτός πέρασε με άριστα από τις -άτυπες καί άρρητες- «εξετάσεις» του γέροντα, του εκμυστηρεύεται (στην κυριολεξία!) ένα μυστικό: κάπου, σε μιά κρύπτη, που μέχρι τώρα την ήξερε μονάχα ο γέροντας, υπάρχει φυλαγμένο ένα παμπάλαιο χειρόγραφο. Ένα κομμάτι παπύρου, κομμένο από Ευαγγέλιο.
Από τον πρώτο γραφέα του παπύρου καί τον πρώτο γέροντα μέχρι σήμερα, σε αδιάσπαστη αλυσίδα διαδοχής αιώνων, το μυστικό περίμενε κάθε φορά τον τυχερό (καί μοναδικό) αναγνώστη του. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα ο Πυριφλέγων να γίνει ο επόμενος φύλακας του μυστικού.
Τώρα, θα μου πεις… Ευαγγέλιο σε μοναστήρι; Χαρά στο μυστικό! Σα να λέμε «χιονισμένα βουνά» στη Νορβηγία!
Όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο ετοιμοθάνατος γέροντας, αν καί δεν έχει τη μόρφωση του Πυριφλέγοντος, κατάλαβε πολύ καλά το τί δυναμίτιδα περιείχε ο πάπυρος. «- Τον πάπυρο καί τα μάτια σου!», ορμηνεύει τον Πυριφλέγοντα. Μόνο που, ενώ του έδειξε την κρύπτη, του ζητάει να μη διαβάσει τον πάπυρο, παρά μόνο μετά την κηδεία. Μεταβιβάζει ο γέρων στον Θεό τον Ύψιστο τις ευθύνες της πνευματικής καί ηθικής διαύγειας του διαδόχου του. Θέλει να πεθάνει ήσυχος.
Ο Πυριφλέγων δεν βιάζεται. Περνάει η κηδεία του γέροντα, περνάνε οι μέρες, περνάνε καί τα μνημόσυνα. Ώσπου μιά μέρα ο Πυριφλέγων, μετά από προσευχή, αισθάνεται έτοιμος.
Αυτό που διαβάζει στον πάπυρο, κοντεύει να τον αφήσει στον τόπο. Ωστόσο, ο μοναχός διατηρεί την ψυχραιμία του. Ξανατακτοποιεί προσεκτικά το χειρόγραφο στην ασφαλή κρύπτη. Τώρα, ο αγώνας που ανοίγεται μπροστά του είναι διπλός: να βεβαιωθεί γιά την γνησιότητα του χειρογράφου, καί -στο επόμενο βήμα- να βγάλει το περιεχόμενο προς τα έξω, γιά να γίνει κοινό κτήμα. Το Φώς «…ού τιθέασι υπό τον μόδιον.»

Η γνησιότητα του χειρογράφου… Ναί, μπορεί να βεβαιωθεί. Με τη γραμματοσειρά καί την ποιότητα του παπύρου. Εποχή καί εργαστήριο αντιγραφής πιστοποιούνται σχεδόν με βεβαιότητα. Στον εικοστό αιώνα του Κυρίου Ημών έχει κάνει κάποιες προόδους η επιστήμη, δεν είναι ψέμμα αυτό.
Μόνο που εδώ ξεπηδάνε αμέσως-αμέσως δύο προβλήματα – καί δεν είναι τυχαίο, που όλοι οι προηγούμενοι φύλακες του μυστικού περίμεναν τόσους αιώνες χωρίς να κάνουν τίποτε. Εάν ο Θεός ήθελε να είναι αυτός, εκείνος που θα έσπαγε τη μυστικότητα, τότε έπρεπε να τον φωτίσει να βρεί καί τις κατάλληλες λύσεις.
  • Το πρώτο πρόβλημα είναι πως μέσον καί περιεχόμενο είναι αδιάσπαστα. Ενιαία!
Μ’ άλλα λόγια, όποιος πάρει το χειρόγραφο γιά να πιστοποιήσει τη γνησιότητά του με επιστημονικές μεθόδους, θα καταλάβει αμέσως τί γράφεικι από εκείνη τη στιγμή καί μετά, τα πράγματα καθίστανται ανεξέλεγκτα. Ποιός θα τηρήσει μυστικότητα μετά, με ποιόν τρόπο θα υποχρεωθεί να το κάνει; Καί γιατί να το κάνει, στο κάτω-κάτω;
Άσε που, ο «ειδικός επιστήμων» μπορεί να τσουρνέψει το χειρόγραφο, καί μην τον είδατε. Καθηγητής πανεπιστημίου, σου λέει, αξιοσέβαστο πρόσωπο, σου λέει, αλλά ο Κωνσταντίνος Τίσσεντορφ το τσουβάλιασε μιά χαρά το Ευαγγέλιο απ’ το Σινά. (Δεν έχει η Γουΐκι καμμία αναφορά γιά τον Constantine Tissentorf, ο οποίος τελικά το πούλησε το αρχαίο χειρόγραφο Ευαγγέλιο, που μετά πέρασε από τα χέρια του Στάλιν, ο οποίος -αντί να το καταστρέψει, όπως ούρλιαζαν οι οβραίοι μπολσεβίκοι- το πούλησε έναντι 100 χιλιάδων λιρών στους άγγλους. Στο Σινά έμεινε ένα χειρόγραφο καί υπογεγραμμένο χαρτί, το οποίο επιδεικνύουν οι μοναχοί μέχρι σήμερα, όπου ο προφέσσωρ υπόσχεται να …επιστρέψει το Ευαγγέλιο στη μονή, αφού το μελετήσει. Ναί, πώς, απ’ τον Άλλο Κόσμο θα το επιστρέψει!)
Κι αυτοί οι επιστήμονες… παραείναι πολλοί οι μασώνοι ανάμεσά τους, ρέ παιδί μου.
Πρέπει, λοιπόν, να βρεθεί το κατάλληλο άτομο, που καί κάτοχος των απαραιτήτων επιστημονικών γνώσεων θα είναι, καί θα θεωρήσει τη μυστικότητα αυτονόητη, καί θα σεβαστεί το χειρόγραφο.
  • Το δεύτερο πρόβλημα είναι, φυσικά (αν υποτεθεί πως τελικά ξεχωρίζει η αντιμετώπιση του παπύρου απ’ την αντιμετώπιση του περιεχομένου…), ο τρόπος της ανακοίνωσης του περιεχομένου στο ευρύ κοινό.
Πώς ανατρέπεις αντιλήψεις αιώνων; Πώς να μη στεναχωρήσεις καλοπροαίρετους ανθρώπους; Ποιός αντέχει την πάσα αλήθεια; (Μιά κάποια κυρία Σεμέλη αναζήτησε κάποτε την πλήρη αλήθεια, καί …κάηκε.)
Καί πώς να μη σε δαγκώσουν τα φίδια, άμα πας να τα σκοτώσεις με χέρια γυμνά;
Πάμε, όμως, με το «διαίρει καί βασίλευε». Πρώτα το πρόβλημα της γνησιότητας – καί γιά τη διάδοση του περιεχομένου, έχει ο Θεός. Πρώτα θέλουμε να βρεθεί ο ειδικός της γνησιότητας των παπύρων.
Όθεν, προσευχή να βρεθεί το άτομο αυτό.
Προσευχή; ναί. Σαφώς ναί. Άλλως τε, τί άλλο θα έκανε ένας μοναχός ως πρώτη ενέργειά του;
Μόνο που…
…Ο Πανάγαθος Θεός εισακούει τις προσευχές μεν, αλλά οι τρόποι Του τις περισσότερες φορές είναι ανθρωπίνως δυσερμήνευτοι.