arxigramma-Yπάρχει ακόμη ένας τρόπος να επαληθεύσουμε τα περί Ατλαντίδας: οι απεικονίσεις. Είτε αυτές προέρχονται από προσπάθειες ν’ αναπαρασταθεί εικαστικώς το πλατωνικό κείμενο, είτε από αντίστοιχες ζωγραφικές αποδόσεις των εκτιμήσεων διαφόρων άλλων συγγραφέων. Είτε, τέλος, από σκίτσα που αποδίδουν τα λεγόμενα ενορατικών, όπως ο Έντγκαρ Κέησυ (εδώ κι εδώ).
Εμείς εδώ θεωρούμε καί αυτές τις πηγές ως αξιόλογες παρόχους πληροφορίας – εννοείται, με το ανάλογο «κοσκίνισμα». (Εδώ κοσκινίζουμε τις ανακοινώσεις των επιστημόνων, τα μέντιουμ θ’ αφήναμε; :-) )

v. Επαλήθευση β’ – με εικόνες

Στα νεώτερα χρόνια (από το 1850 κι εντεύθεν), με την Ατλαντίδα ασχολήθηκαν αρκετοί συγγραφείς, όπως ο Πάτροκλος Καμπανάκης κι ο Ιγνάτιος Ντόννελλυ (σύνδεσμος 1, σύνδεσμος 2). Οι οποίοι βγάλανε καί βιβλία με απεικονίσεις. Χωρίς να εξετάσουμε εδώ την όποια ιστορική ή ρεαλιστική ακρίβεια των βιβλίων αυτών, κάνουμε μία σοβαρή ερώτηση: πώς γνωρίζανε τα (όσα νόμιζαν πως γνώριζαν) περί Ατλαντίδας;
Υπάρχουν τρείς απαντήσεις: με τη μελέτη του Πλάτωνα, με τη διαίσθηση, καί με την προσπάθεια να χαρτογραφηθεί ο βυθός του Ατλαντικού.
Όσον αφορά τις δύο πρώτες πηγές, τις έχει ήδη εξετάσει αμέτρητες φορές ένα αμέτρητο πλήθος ερευνητών. Δεν επανερχόμαστε.

Όσον αφορά την (τελικώς, επιτυχή) προσπάθεια χαρτογραφήσεως των βυθών, δεν γνωρίζουμε ακριβώς το πότε άρχισε. Εννοώ, στους νεώτερους χρόνους. Βλέπετε, από την εποχή του Κολόμβου (αλλά καί προγενέστερα) τα ιστιοφόρα μετρούσαν τον βυθό με το ρίξιμο της βολίδας. Δηλαδή, είχαν ένα μολύβδινο βαρίδι (μολύβδινο, γιά να μη σκουριάζει) δεμένο σε -βαθμονομημένο- σχοινί, που το ρίχνανε στο νερό μέχρι να πιάσει πάτο. Όταν το βαρίδι ακουμπούσε στον πάτο της θάλασσας, φυσικά το σχοινί άρχιζε να χαλαρώνει. Τότε, κοιτούσαν τη διαβάθμιση επάνω στο σχοινί (πχ 170 μέτρα) καί τη σημείωναν επάνω στον χάρτη. (Αυτή ακριβώς τη διαδικασία εννοούσε ο Καββαδίας, με τον στίχο: «Σ’ έστειλ’ ο πρώτος τα νερά να πας γιά να γραδάρεις». Γράδο = βαθμός, διαβάθμιση.)
Μ’ αυτόν τον τρόπο έφτιαξαν ακριβέστατους χάρτες των βυθών των λιμανιών, ώστε τα πλοία να μπαίνουν στα λιμάνια από ασφαλείς διόδους, καί να μη χτυπάνε σε υφάλους. Τέτοιους χάρτες (από το 1700-τόσο) έχει ακόμη στα αρχεία του ενδόξου Πολεμικού Ναυτικού της η αγγλίτσα.
Αυτή η μέθοδος δούλεψε πολύ καλά, πλην όμως στον Ατλαντικό συνάντησε τρία προβλήματα: το ένα, πως κάθε πλοίο έπρεπε να κουβαλάει διαβαθμισμένο σχοινί εννέα χιλιομέτρων. (Μέγιστο βάθος Ατλαντικού, περίπου 8,600 μέτρα.) Το άλλο, ότι σε τέτοια βάθη υπάρχουν ισχυρά θαλάσσια ρεύματα, που αλλοιώνουν τον κάθετο προσανατολισμό του σχοινιού – άρα, καί τη μέτρηση. Το τρίτο, πως με τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα ο βυθός δεν παραμένει ο ίδιος. Μέσα σ’ έναν μήνα μπορεί να έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό.
Βέβαια, αυτά τα προβλήματα δεν συναντιένται στα λιμάνια. Ή, υφίστανται σε μικρό βαθμό.
Δυστυχώς, δεν γνωρίζω (καί δεν έχω βρεί αναφορές γιά) το αν / από πότε επιχειρήθηκε βυθομέτρηση του Ατλαντικού με βολίδα. Κι αν υπάρχουν χάρτες σχετικοί. (Αν καί φαίνεται πως κάτι έγινε, ειδικά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.)

Ο επόμενος σταθμός στις βυθομετρήσεις, ήταν η πόντιση υποβρυχίων καλωδίων στον Ατλαντικό. Πρώτα τηλεγραφικών. Το πρώτο απ’ αυτά ποντίστηκε το 1866. Όπως καταλαβαίνετε, η βυθομέτρηση με βολίδα είναι αρκετά ακριβής, αλλά το καλώδιο δίνει μιά τελείως θολή εικόνα. (Διότι το καλώδιο μπορεί πχ να «γεφυρώσει» υποβρύχιο βουνό με υποβρύχιο βουνό, «εξαφανίζοντας» μία χαράδρα μεταξύ τους.)
Κάπως βελτιώνεται η εικόνα, αν ποντίσουμε πολλά καλώδια. Ή, αν χρειαστεί ν’ αντικατασταθεί κανένα. (Υπάρχουν αναφορές ότι σε καινούργιο καλώδιο χρειάστηκε μεγαλύτερο μήκος, διότι ο βυθός είχε αλλάξει -μάλλον λόγωι σεισμικής δραστηριότητας- καί δημιουργήθηκαν χάσματα.)
Πάντως, αν καί οι προσπάθειες των Καμπανάκη καί Ντόννελλυ ξεκινάνε ακριβώς την εποχή, που αρχίζει το εμπορικό ενδιαφέρον γιά τη μορφή του βυθού του Ατλαντικού, το μεγάλο άλμα στη χαρτογράφηση θαλασσίων πυθμένων έγινε λίγο μετά.

Τα υποβρύχια, ειδικά του Α’ ΠΠ, αισθάνθηκαν επιτακτική την ανάγκη να εξοπλιστούν με σόναρ. Τα αρχικά σόναρ είχαν μικρή εμβέλεια, καί δοκιμάστηκαν -ώ, ναί!- στον Ατλαντικό. Τα χρησιμοποιούσαν κυρίως γιά ν’ ανιχνεύουν άλλα πλοία ή υποβρύχια εκεί κοντά. Αργότερα, βέβαια, τα σόναρ έγιναν παντοδύναμα, κι επέτρεψαν την πλήρη χαρτογράφηση των πυθμένων των θαλασσών.
Σήμερα κυκλοφορούν έτοιμοι τέτοιοι χάρτες (κυρίως γιά στρατιωτική χρήση, γιά να μη στουκάρουν τα υποβρύχια σε υποθαλάσσια βουνά – βλέπετε, τα υποβρύχια συνεχίζουν να κατασκευάζονται χωρίς παράθυρα καί προβολείς, άρα πορεύονται «στα τυφλά» καί μόνο με βοήθεια οργάνων), καί επίσης υπάρχουν ένα σωρό άλλα όργανα βυθομετρήσεων, μη εξαιρουμένων των δορυφόρων.
Όμως, αντίθετα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς, με τα σημερινά όργανα κατοπτεύσεως έχουμε μεν πλήρη εικόνα του βυθού του Ατλαντικού, αλλά πολλοί ισχυρίζονται πως ξεκαθαρίστηκε πως δεν υπήρξε ποτέ Ατλαντίδα. Γιατί; Διότι «κανείς δεν είδε» κάποια βυθισμένη ήπειρο – καί δή, στον Ατλαντικό. «Φυσικά», όσοι (κυρίως χρήστες του Γκούγκλ Έρθ καί άλλων σχετικών προγραμμάτων) επιμένουν πως είδαν σχηματισμούς στον βυθό καθαρά οφειλόμενους σε ανθρώπινη έλλογη παρέμβαση, θεωρούνται γραφικοί, αφελείς, βλαμμένοι πιτσιρικάδες, άσχετοι ερασιτέχνες μή-γνώστες των …προόδων της επιστήμης (η οποία δήθεν εξηγεί τα πάντα), καί τα λοιπά παρόμοια.
Γνωστές καταστάσεις, δηλαδή.
Όπως είναι γνωστή καί η δική μας αντιμετώπιση: τους γράφουμε κανονικά τους «επιστήμονες», διότι τα μάτια μας δεν μας ξεγελάνε. Όντως, η ικανότητα των σημερινών οργάνων να διακρίνουν στον βυθό μέχρι καί τα πόμολα απ’ τις πόρτες των ναυαγίων, μας έφερε στην οθόνη του προσωπικού υπολογιστή μας πολλά «ανεξήγητα». Μόνο που κάποιος πρέπει να υπενθυμίσει στους «επιστήμονες» το αρχαίο ρητό: Κρείττον το σιγάν του λαλείν.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στις απεικονίσεις.
Μιά έρευνα στο Διαδίκτυο απέδωσε καμιά δεκαριά εικόνες από παλιά χαρακτικά καί σκίτσα, οι οποίες εικόνες κυκλοφορούν «χύμα στο κύμα». Όποιος ασχολήθηκε με την Ατλαντίδα, τις έχει στη σελίδα του. Μιά πιό προσεκτική ματιά σε μερικά μπλόγκια, έδειξε πως οι εικόνες αυτές «κατάγονται» από συγκεκριμένα βιβλία (καί λοιπά έντυπα). Λοιπόν, οι σύνδεσμοι πρώτα:
  • Πρώτος, όπου όμως δεν φαίνονται οι εικόνες. (Τις είδα στο ψάξιμο γιά εικόνες στο Γκούγκλ, το οποίο παραπέμπει στη συγκεκριμένη σελίδα.)
  • Δεύτερος.
  • Τρίτος.
  • Τέταρτος.
  • Καί ο πλέον επεξηγηματικός όλων, ο πέμπτος.
Ακολουθούν οι εικόνες-«φίρμες», με χρονολογική σειρά εκδόσεως.

Η πρώτη εικόνα δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Mundus Subterraneus» ( = υπόγειος κόσμος), έκδοση του 1665. (Μόνο μην αρχίσει κανείς κουβεντολόϊ γιά τα «τρία εξάρια», δύο φανερά / ένα κρυμμένο. Λολ!!!) Ο συγγραφέας του είναι ο Αθανάσιος Κίρχερ, ευρυμαθής ιησουΐτης ιερέας. Αλλά καί μέγας αποκρυφιστής, ιδιότητα την οποία συνήθως οι «επίσημες» βιογραφίες του την κάνουν γαργάρα. (Όπως καί την αντίστοιχη του Νεύτωνα.) Ιδού η κατά Κίρχερ Ατλαντίδα:
Ατλαντίς-Κίρχερ
Αμέσως μας κάνει εντύπωση το ότι ο βορράς δείχνει προς τα κάτω. Θες επειδή τότε η χαρτογραφία δεν είχε συγκεκριμένα πρότυπα, όπως σήμερα, θες γι’ άλλους λόγους; Δεν γνωρίζουμε. Έτσι, αναστρέφουμε την εικόνα:
Ατλαντίς-Κίρχερ-2
Μοιάζει μ’ αυτό που βρήκαμε, αλλά σε μεγέθυνση τουλάχιστον πεντέξη φορές. Επίσης, δεν σημειώνεται η θέση της Ποσείδιας.
Ο Κίρχερ, ως ιησουΐτης, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει πρόσβαση στη μυστική βιβλιοθήκη του Βατικανού. (Καί ν’ αντιγράψει παλιά χειρόγραφα.) Αλλά εμένα μου φαίνεται πως η εικόνα αυτή είναι προϊόν οραματισμού. Ο Ατλαντικός στα χρόνια του Κίρχερ είχε ήδη διαπλευστεί από τους θαλασσοπόρους του 1500, αλλά τέτοιο μέγεθος της Ατλαντίδας δεν το δικαιολογεί σε καμμία περίπτωση η τυχόν χρήση βολίδων γιά βυθομέτρηση. Καθαρός οραματισμός, επομένως.

Επιτυχία 40% έως 50%, δηλαδή καθόλου άσχημα (γιά οραματισμό).

Πάμε στην επόμενη:
Ατλαντίς-ΣαίνΒενσάν
Αυτός ο χάρτης είναι του 1809, καποιανού συνταγματάρχη Μπορύ Σαίν Βενσάν. Σκούρηνα την «Ατλαντίδα», γιά να τη δήτε εύκολα. (Το ομοιόχρωμο πρωτότυπο είναι πολύ κουραστικό.) Καμμία σχέση με την πραγματικότητα. Άλλως τε, το γράφει: carte conjecturale – χάρτης εξ εικασίας.

Προχωράμε στην τρίτη απεικόνιση. Ο χάρτης του Ντόννελλυ, με χρονολογία 1882:
Ατλαντίς-Ντόννελλυ
Εδώ φαίνεται καθαρά ότι έδρασαν οι βολίδες των πλοίων καί τα ποντισμένα καλώδια. Δεν εξηγείται αλλοιώς! (Αν καί, μεταξύ μας, μιά μικρή βοήθεια από μέντιουμ δεν νομίζω ότι θα την απέρριπτε! :-) ) Ο χάρτης είναι αρκετά ακριβής, μόνο που ο συγγραφέας πρόσθεσε στο έδαφος της πάλαι ποτέ Ατλαντίδας καί τη νοτιοδυτική υποθαλάσσια οροσειρά.
Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι λάθος του αυτό, αλλά παράλειψη να διευκρινήσει κάποια πράγματα. (Διότι αυτά ούτε τα γνώριζε, ούτε τα κατάλαβε, ούτε πολυσκέφτηκε πριν δημοσιεύσει.) Η εξήγηση είναι πως η νοτιοδυτική οροσειρά βυθίστηκε σε παλιότερη γεωλογική αναστάτωση, κι όχι το 9600 πΧ. Μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια ακόμη πιό πριν. Κατά τον δεύτερο, ή τρίτο Κατακλυσμό προ του Δευκαλίωνα. Το 9600 πΧ βυθίστηκε το απομένον κομμάτι του νησιού, δηλαδή η Ατλαντίδα που επισημάναμε εδώ.

Επόμενη απεικόνιση, η Ατλαντίδα σύμφωνα με τον Πάτροκλο Καμπανάκη. (Βιβλίο: «Η προ του κατακλυσμού συγκοινωνία των δύο κόσμων διά της Ατλαντίδας», έκδοση 1893. Έχει επανεκδοθεί στις μέρες μας.)
Ατλαντίς-Καμπανάκης
Σωστο το σχήμα σε γενικές γραμμές, αλλά λάθος προσανατολισμός καί λάθος μέγεθος. (Πολύ περίεργο, διότι ο Καμπανάκης υπήρξε αρχιτέκτων. Παναπεί, σκάμπαζε από σχέδιο.) Όπως εσφαλμένη είναι καί η θέση της Ποσείδιας.
Μου φαίνεται, κι εδώ έπεσε οραματισμός. Με τίποτε οραματιστικές «σεάνς» (που ήταν της μόδας στο τέλος του 19ου αιώνα στα σαλόνια του «καλού κόσμου»), ή τίποτε -επίσης οραματιζόμενους- θεοσοφιστές. (Κι αυτοί …της μοδός, τωι καιρώι εκείνωι.)

Προχωράμε. Η Ατλαντίδα του Πάουλ Σλήμανν, όπως παρουσιάστηκε σε άρθρο του περιοδικού «New York American» (τεύχος Οκτωβρίου 1912) του Γουΐλλιαμ Ράντολφ Χήρστ. (Ξέρετε, «Ο πολίτης Κέην» κι έτσι.)
Ατλαντίς-Σλήμανν
Ο Πάουλ Σλήμανν κατά τα φαινόμενα υπήρξε ένας απατεώνας (ενδιαφέρουσα η εξιστόρηση της απάτης), πλην όμως το προοπτικό σκιτσάκι είναι σε γενικές γραμμές σωστό. Χοντρά λανθασμένο είναι το μέγεθος καί της Ατλαντίδας, καί της Ποσείδιας, ενώ η θέση της πρωτεύουσας στο περίπου είναι σωστή.
Δεν γνωρίζω πόθεν η έμπνευση του σκιτσογράφου, αλλά μάλλον είχε μάθει τους σχετικούς πλατωνικούς διαλόγους απέξω.

Ακολουθεί η Ατλαντίδα του θεοσοφιστή Σίννεττ, από το βιβλίο «Nature’s Secrets» του 1913:
Ατλαντίς-Σίννεττ
Σε γενικές γραμμές, επιτυχής απεικόνιση. Λίγο καλύτερη του Κίρχερ. Κι αυτή από οραματισμό. Καθαρά.

Τέλος, η Ατλαντίδα του συγγραφέα αποκρυφιστικών βιβλίων Τζέημς Τσέρτσγουωρντ, μάλλον από το βιβλίο του «The lost Continent of Mu» (Η χαμένη ήπειρος της Μού), του 1931:
Ατλαντίς-Τσέρτσγουωρντ
Εδώ έχουμε καθαρά το πόρισμα της φαντασίας του συγγραφέα, ούτε κάν οραματισμό. Μιά σαχλαμάρα καί μισή. Τα πάντα αλλού ‘ντ’ αλλού. Ένα ψέμμα καί μισό, αν καί το επίθετο του κυρ-συγγραφέα σημαίνει «προσανατολισμένος προς την Εκκλησία»! :-) (Μ’ αρέσει που μπήκε στον κόπο να ζωγραφίσει ο ίδιος τον χάρτη! Αλλά, το καλό ψέμμα θέλει προετοιμασία!)
Σημειώστε πως ο Τσέρτσγουωρντ ήτανε ο «εφευρέτης» καί της αντίστοιχης Ατλαντίδας του Ειρηνικού Ωκεανού, της (υποθετικής) ηπείρου Μού. Έ, εντάξει, ο μακαρίτης υπήρξε ο αντίστοιχος «εψιλονιακός» Φουκαράκης της προπολεμικής αγγλίτσας, κι έβγαλε αρκετά φράγκα. (Καί κέρδισε καί θέση στη Γουϊκιπήντια.) Αλλά, ως εδώ καί τέρμα.

Δεν παρουσιάζω άλλες εικόνες, διότι προέρχονται από νεώτερες εκδόσεις με κοπυράϊτ. Καί γιά έναν άλλο λόγο, ότι η εποχή μας (με τις τεχνολογικές της ευκολίες) επιτρέπει πολύ εύκολα στον καθένα να εκφέρει δημόσιο λόγο. Κυριολεκτικά «στον καθένα». Συνεπώς, ήδη υπάρχουν καμιά χιλιάδα γνώμες περί Ατλαντίδας, δημοσίως εκπεφρασμένες (κι αντικρουόμενες). Εγώ, όμως, δεν μπαίνω σε τέτοιες διαμάχες.
Γιά τους ίδιους λόγους απάνω-κάτω, δεν ασχολούμαι καθόλου με διάφορες (όντως πανέμορφες) τεχνητές εικόνες της βυθισμένης Ατλαντίδας (ναοί, κτλ), προερχόμενες από εκατοντάδες ώρες υπολογιστικής επεξεργασίας εικόνας η καθεμιά τους.
Συμπερασματικώς, θεωρώ ότι οι εικόνες που παρουσιάσαμε, σε γενικές γραμμές όντως επαληθεύουν τα δικά μας πορίσματα. Αν καί, γιά να είμαι ειλικρινής, η επαλήθευση αυτού του τύπου δεν μπορεί να εκληφθεί ως βασική. Ως συμπληρωματική, ναί.

Δεν μπορούμε να κλείσουμε, παραβλέποντας κάτι πραγματικά σημαντικό. Η τελευταία εικόνα του Τσέρτσγουωρντ θέτει ένα σοβαρό ερώτημα: κατά πόσο μπορούμε με την Ατλαντίδα να «μπαλώσουμε» το κενό της θεωρίας της Πανγαίας γιά τη βορειοδυτική Ευρώπη καί τη βορειοανατολική Αμερική. (Δηλ. το ότι όλες οι ξηρές της Γής κάποτε ήταν μία ξηρά ενιαία, η οποία διαχωρίστηκε. Άρα, τα σημερινά αντικρυστά κομμάτια ξηράς, δηλαδή οι ακτογραμμές τους, οφείλουν να ταιριάζουν – όπως η Νότια Αμερική με την Αφρική.)
Ούτε αυτό θα το επιχειρήσω, διότι κατά την άποψή μου η Ατλαντίδα δεν είναι το ελλείπον κομμάτι του γεωλογικού «πάζλ». Εκτός αν «τσούλησε» από βορειότερα, σε πολύ παλιότερες γεωλογικές εποχές.
Δεν έχω τέτοιες γνώσεις, αλλά νομίζω πως ούτε κάποιος άλλος τις έχει! Κομπασμός; Όχι. Απλούστατα, οι επιστήμες μας ακόμα πάνε στο νηπιαγωγείο – όπως είπαμε εδώ αμέτρητες φορές! Ώσπου να ενηλικιωθούν, λοιπόν, θα συνεχίσουμε ν’ αναρωτιόμαστε.
(συνεχίζεται)