υνεχίζουμε καί σήμερα με εκλογικό μενού.
Ένα από τα προβλήματα του «πατριωτικού χώρου» (καί ίσως μονάχα αυτού, διότι όλοι οι υπόλοιποι πάνε να ψηφίσουν αποφασισμένοι…), κάθε, μά κάθε φορά που γίνονται εκλογές, είναι το «τί θα ψηφίσω». «Τί», καί όχι «ποιό κόμμα», διότι στο «τί» περιλαμβάνονται κι άλλες επιλογές (άκυρο, λευκό).
Καί, μιά που πάλι έρχονται εκλογές, ας τα συζητήσουμε ακόμη μία φορά.

α. Εισαγωγή
Έχει λεχθεί πως στο Διαδίκτυο κατά 90% γράφονται ηλιθιότητες, δεδομένου ότι το 90% των (τρομάρα τους) ανθρώπων είναι λειψόμυαλοι. Απόλυτα σωστό, καί δεν έχει σημασία ποιός (μάλλον ποιά) το έγραψε αυτό. (Μιά διεθνώς άγνωστη -νεαρή τότε- Βραζιλιάνα, πρό εικοσαετίας καί πλέον, στην ιστοσελίδα της. Δεν υπήρχαν ιστολόγια τότε.)
Στα πλαίσια αυτά, λοιπόν, δεν είναι καθόλου παράξενο που έχουν γραφτεί τρικάμπουρα τέρατα καί στο Ελληνόφωνο κομμάτι του Διαδικτύου, καί δή γιά την πολιτική πραγματικότητα – όπως, γιά παράδειγμα, ότι οι εκλογές «απονομιμοποιούνται», όταν δεν πάμε να ψηφίσουμε. (Ναί, πώς;! Θα τους πνίξουν οι τύψεις τους πωλητικούς, αν δεν πάς εσύ να ψηφίσεις, εξυπνάκια μου! Θα βάλουν τα κλάμματα, σου λέω, καί θα πάνε να κλειστούν σε μοναστήρια! lol!!!) Αυτό το φαινόμενο, απ’ τη μιά δεν μας αρέσει, αλλά απ’ την άλλη δεν πρέπει να μας παραξενεύει, διότι στον λαό μας υφίστανται πολλά ψυχοπαθολογικά σύνδρομα, όπως ο ξερολισμός· μιά υποπερίπτωση του οποίου είναι το να νομίζει κανείς πως γνωρίζει τη νομοθεσία απέξω κι ανακατωτά.
[Αυτή η Νομική Σχολή πρέπει νά ‘χει μιά μυστηριώδη γοητεία! Δεν εξηγείται αλλοιώς… Διότι, εκτός απ’ τους γιαλαντζή κατά φαντασίαν νομομαθείς, έχουμε καί πολλούς με σύνδρομο εισαγγελέα καί δικαστή -ιδίως αριστερούς καί μπάχαλους-, οι οποίοι συνεχώς δικάζουν καί καταδικάζουν όσα άτομα δεν τους αρέσουν, έστω καί από αισθητικής πλευράς (πχ φοράνε μαύρα μπλουζάκια).
Εν πάσει περιπτώσει, η ψυχιατρική καί οι ενέσεις (να ηρεμήσει ο τρελλός) δεν είναι δική μας δουλειά.]
Αλλά, τέλος πάντων, ας δούμε τί εμπόρευμα έχουμε!

β1. Έγκυρα ψηφοδέλτια
Το «ψηφίζω έγκυρο», σημαίνει ΠΑΝΤΑ ότι συμμετέχω (συνειδητά, ή συναισθηματικά) στο «παιχνίδι» των εκλογών (έστω, των τρεχουσών εκλογών), κι έχω κάνει την επιλογή μου.
Τα έγκυρα, τώρα, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
  • Έγκυρη ψήφος σε μεγάλο κόμμα, δηλαδή κόμμα με προοπτική να κυβερνήσει.
Στη χώρα μας καί στα χρόνια μας, αυτή η επιλογή δείχνει ΞΕΚΑΘΑΡΑ είτε ηλιθιότητα, είτε παλιανθρωπιά. Ηλιθιότητα, επειδή ακριβώς αυτά τα κόμματα έφεραν την Ελλάδα μας σ’ ελεύθερη πτώση στον γκρεμό – καί ο ψηφίζων ΞΑΝΑ αυτά, είναι ένας τυφλωμένος μαλάκας καί μισός. Παλιανθρωπιά, δέ, επειδή ο ψηφίζων τέτοια λαμόγια πάντα περιμένει προσωπικό όφελος έναντι της ψήφου: διορισμό, χρήματα, σβήσιμο χρεών του, σβήσιμο παρανομιών του, στραβά μάτια του γκουβέρνου σε επικείμενες παρανομίες του ψηφοφόρου αυτού (πχ να καταπατήσει δασική έκταση),… κτλ κτλ κτλ.
  • Έγκυρη ψήφος σε μικρό κόμμα, δηλαδή στον τρελλό του χωριού.
Εδώ, ο ψηφοφόρος σαφώς καί δεν κοιτάζει το προσωπικό του όφελος, κι άλλο τόσο σαφώς έχει διάθεση γιά πλάκα (αν δεν είναι ρομαντικός). Τώρα, βέβαια, υπάρχει καί μιά ελάαααααχιστη πιθανότητα ο τρελλός του χωριού να γίνει κυβέρνηση, άμα τον ψηφίσουν πολλοί (πχ Μπέπε Γκρίλλο). Όμως, στο ψευτο-Ρωμαίϊκο αυτή η πιθανότητα είναι ορατή μόνον διά μικροσκοπίου, διότι: είτε θα πέσει εκλογική νοθεία (καί δεν θα τον αφήσουν να βγεί κάν βουλευτής), είτε θα του την πέσουν αγρίως να τον εξαγοράσουν (καί να τον κάνουν σαν τα μούτρα τους),  είτε θα θυμίζουν διαρκώς στο πόπολο ότι ο λεγάμενος είναι …τρελλός (γιά να μην ξαναβγεί). Οπότε, κανείς λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να στηριχτεί επάνω της.
Συμπερασματικώς, η ψήφιση του τρελλού του χωριού είναι όντως αντίδραση στο σύστημα, αν καί -σχετικά- αποδυναμωμένη· αντί γιά σιχτίρισμα των πωλητικών στα ίσα, είναι ένα ευγενικό: «- Άει παρατάτε με, λαμόγια!». (Το οποίο ευγενικό δείχνει καί μιά καλλιέργεια – που λέει κι ο Μάρκο ντέ Σάντ.)

β2. Το λευκό
Το λευκό σημαίνει ότι συμμετέχω μέν (συνειδητά, ή συναισθηματικά) στο «παιχνίδι» των εκλογών, αλλά ΔΕΝ έχω κάνει την επιλογή μου. Είτε επειδή δεν με εκφράζει κανείς απ’ τους συμμετέχοντες, είτε επειδή δεν αποφάσισα ποιόν θα ψηφίσω, ακόμη καί ευρισκόμενος μέσα στο παραβάν του εκλογικού τμήματος.
Το λευκό ΠΑΝΤΑ σημαίνει συμμετοχή στο (εξ ορισμού στημένο) εκλογικό παίγνιο. Πάντα σημαίνει: «- Είμαι καλό παιδί, υπακούω στους κανόνες που ΕΣΕΙΣ θέσατε, ώ πωλητικάντηδες, έχω κάθε καλή διάθεση να επιλέξω έναν από σας, αλλά δεν προλάβαμε να τα κουβεντιάσουμε τα πράγματα!».
Εξ αντιθέτου, σε ΚΑΜΜΙΑ περίπτωση δεν δείχνει αντίδραση, ή ότι τους στέλνουμε όλους τους πωλητικάντηδες στο διάολο. Ξεκαθαρισμένο αυτό. (Εάν θέλουμε να τους στείλουμε, ανοίγουμε ιστολόγιο καί …τους στέλνουμε! Γιά τη λευκή ανώνυμη ψήφο μας, ποιός χέστηκε! Όχι, πάντως, το κατεστημένο, που δεν την λαμβάνει κάν υπ’ όψη του στην καταμέτρηση ψήφων γιά βουλευτές.)
[Παρόμοια μ’ αυτού του είδους την αγαθωσύνη, είναι καί η επιλογή εγκύρου ψηφοδελτίου, αλλά χωρίς σταυρούς προτιμήσεων – ώστε να κρίνει «το κόμμα» υπέρ ποιού υποψηφίου θα μετρήσει. Ρίχνουμε ασταύρωτο ψηφοδέλτιο, γιά το καλό του κόμματος, βραδερφέ! Είμαστε ιδεαλιστές, εμείς!    ]

β3. Τα άκυρα
Εδώ, αν δεν πρόκειται γι’ απροσεξία του ψηφοφόρου (που ήθελε να ρίξει έγκυρο, αλλά πχ έβαλε παραπάνω σταυρούς απ’ ό,τι επιτρέπεται), δηλαδή αν ο ψηφοφόρος ήθελε συνειδητά να ρίξει άκυρο, όντως έχουμε μιά αντίδραση στο σύστημα. Γιά να είμαι ακριβής, μιά μικρή-μικρή αντιδρασούλα – καί τίποτ’ άλλο. Επειδή το άκυρο σταματάει στην καταμέτρηση που θα διεξάγει ο δικαστικός αντιπρόσωπος, καί δεν πάει παραπέρα. Οπότε, ούτε κάποιο «επαναστατικό μήνυμα» μεταδίδει προς τους πωλητικούς, ούτε τους ταράζει τον ύπνο με τυχόν βρισίδια. Απλώς, αποτελεί μιά μάλλον άχρηστη οντότητα μέσα σ’ ένα σύνολο παρομοίων χαρτιών.

β4. Η αποχή
Αποχή είναι το να μην πας καθόλου να ψηφίσεις, αλλά την ημέρα των εκλογών ν’ αδιαφορήσεις πλήρως γι’ αυτές – καί να πας πχ γιά μπάνιο (καί μάτι στις ωραίες), αν είναι καλοκαίρι. Αν μιλούσαμε με όρους δυαδικής μαθηματικής λογικής, η αποχή είναι «η ψήφος negation» (δηλ. με οριζόντια μπάρα από πάνω – δες εδώ, αναγνώσθα μου, αδερφέ μου, να μαθαίνεις! lol!!!). Παναπεί, είνι του καταντίπ αντίθιτου τ’ς ψήφου! 
Αυτό, βέβαια, μπορεί να το πράξει κανείς γιά τους εξής λόγους:
  • Τεμπελιά.
  • Αδιαφορία (καί δή, φιλοσοφημένη) : «- Σιγά, μωρέ, τώρα! Αφού όλοι οι πωλητικοί είναι το ίδιο παλιάνθρωποι, άρα τί θ’ αλλάξει με τις εκλογές;»
  • Αντίδραση 1 (μιά που όλοι οι πωλητικοί είναι το ίδιο παλιάνθρωποι, καί δεν αλλάζει τίποτε με τις εκλογές) : «- Δεν με πιάνουν εμένα κορόϊδο, να με τραβολογάνε στα εκλογικά τμήματα καί να χάσω τη μέρα μου!»
  • Αντίδραση 2 (μιά που όλοι οι πωλητικοί είναι το ίδιο παλιάνθρωποι, καί δεν αλλάζει τίποτε με τις εκλογές) : «- Θα τους δείξω, εγώ! Θα φροντίσω να μην πατήσει κανένας γνωστός μου στα εκλογικά τμήματα, καί θα τους ανατρέψουμε!»
Δυστυχώς, όμως, με το να τους κρατήσεις μουτράκια των πωλητικών καί να μην πας να τους ψηφίσεις, ούτε ταράζονται, ούτε ανατρέπονται, ούτε «απονομιμοποιούνται». Αντιθέτως:
  • Καί θα κυβερνήσουν (οι πωλητικοί που έχουν την πλειοψηφία των εγκύρων ψηφοδελτίων, όσο λίγα κι αν είν’ αυτά).
  • Καί θα κάνουν ό,τι τους γουστάρει. (Μιά που δεν έχουν προβλεφθεί αυτόματοι τιμωρητικοί συνταγματικοί μηχανισμοί.)
  • Καί κορόϊδο θα σε πιάσουν – χοντρά. (Δεν θα χάσεις μιά μέρα, αλλά θα χάσεις τέσσερα χρόνια απ’ τη ζωή σου με δαύτους. Χώρια τα λεφτά που θα χάσεις από φόρους καί λοιπές νομοθετικές «εξυπνάδες». Άσε την ξεφτίλα, που θα έχουν αποφασίσει άλλοι γιά σένα: οι ηλίθιοι καί τα κομματόσκυλα που πήγαν καί ψήφισαν.)
  • Καί δεν θα τους «δείξεις» τίποτε. (Αντιθέτως, αυτοί θα σου δείξουν τ’ απαυτά τους.)
  • Καί θ’ αλλάξουν πολλά πράγματα μετά τις εκλογές – προς το χειρότερο. 
Θέλετε ακόμη μιά φιλοσοφία (έστω, αξίας μισού ευρώ); Έ, λοιπόν, το σύστημα δεν θα μας είχε καβαλλήσει, αν δεν είχε προβλέψει καί δεν είχε καβατζώσει (προς το συμφέρον του) κάποιες καταστάσεις πρίν από μας. Όλα τα υπόλοιπα, που τυχόν ειπωθούν επ’ αυτού, δείχνουν άγνοια ακόμη καί της πολιτικής αλφαβήτας.
Ποιός φτιάχνει τους νόμους, μωρέ; Καί ποιόν ρωτάει, γιά να τους φτιάξει; (Πάντως, όχι εμάς.)
Πόσο πιό απλό να το κάνω, γιά να το καταλάβει κι ο τελευταίος βλάξ;

[Καλά… Το ξέρω ότι οι δικοί μου αναγνώστες είναι μορφωμένα παιδιά, καί γνωρίζουν εκείνο, που είχε πεί ο Μάγιερ Άμστελ Ρότσιλντ, ότι δεν τον ενδιέφερε ποιός φτιάχνει τους νόμους, αρκεί αυτός να είχε το εκδοτικό προνόμιο του χρήματος.
Άμ, δεν τά ‘πε καλά – παρ’ όλ’ αυτά! Παρέλειψε το εξής:
Δεν τον ενδιέφερε ποιός φτιάχνει τους νόμους, εφ’ όσον όλοι οι νομοθέτες ήταν δικοί του άνθρωποι. Διότι, αν δεν ήταν, δεν θα τον έβλεπα καλά.]

Αυτά, όσον αφορά την αλφαβήτα της πολιτικής πραγματικότητας των τελευταίων δεκαετιών. Καί προσωπικώς δεν επανέρχομαι.
Αν ο ψηφοφόρος δεν καταλαβαίνει ούτε τόσο απλά πράγματα, πρέπει να του αφαιρεθεί διά βίου το δικαίωμα δημόσιας γνώμης – καί δή, ψήφου.

γ. Το Παλαιϊκόν «λευκόν»
Γράψαμε τόσο κατεβατό, γιά να εξηγήσουμε μάλλον αυτονόητα πράγματα. Αλλά, θέλω να πιστεύω, τα ξεκαθαρίσαμε μία καί καλή.
Τούτων, λοιπόν, ειπωθέντων, πιστεύω καταλαβαίνετε το γιατί ο γράφων ψηφίζει συστηματικώς τον τρελλό του χωριού – όσο ζούμε στην πραγματικότητα που ζούμε. (Αν ξεσπάσει επανάσταση, το ξανασυζητάμε.    ) Όμως, ο Παλαιός στις πρόσφατες εκλογές πρότεινε να ψηφίσουμε λευκό, μπας κι αλλάξει τίποτε. Γιατί, όμως; αφού εξηγήσαμε καθαρά τί ακριβώς σημαίνει το λευκό.
Κανονικά, εδώ πρέπει να μιλήσει ο ίδιος· αλλά θα κάνω εγώ πρώτος μιά προσπάθεια να εξηγήσω τί εννοεί. Διότι ο Παλαιός μίλησε καί γιά συνειδησιακή αλλαγή (έστω, γιά συνειδησιακή κατάσταση), η οποία προηγείται της λευκής ψήφου. Δηλαδή, πρίν πάμε να ρίξουμε λευκό, πρέπει να έχουμε στο νού μας σταθερά κάποια πράγματα.
Ας (δοκιμάσουμε να) δούμε τί μπορεί να είν’ αυτά.

Προφανώς, το «λευκό» εδώ δεν θα είναι το λευκό του αφελούς «καλού παιδιού», που συμμετέχει στο παιχνίδι των εκλογών (επειδή πιστεύει σε «δημοκρατίες» καί λοιπές θρίχες κομμωτηρίου), αλλ’ απλά δεν βρίσκει κάποιον υποψήφιο του γούστου του. Αν μιλάμε γιά το λευκό ως κατάσταση (καί δή, αιθερική), τότε το λευκό αυτό είναι λευκό εξαγνισμού. (Της βρώμας, που έπνιξε την Ελλάδα παναπεί.)
Όθεν, επί αρκετές μέρες πρίν πάμε να ψηφίσουμε, πρέπει να κάνουμε κάποιες ασκησούλες οραματισμού.
Τί προτείνω;
  • Είτε οραματιζόμαστε ένα σχήμα (έναν κύκλο, ίσως), ή έναν χώρο (σαν το δωμάτιό μας) λαμπρό κατάλευκο. (Όπως στις διαφημίσεις των απορρυπαντικών! lol!!!) Ή καί την Ελλάδα ολόκληρη, όπως φαίνεται στον χάρτη.
  • Είτε τα ίδια, αλλά με επισυμβαίνουσα αλλαγή (διότι ο οραματισμός μπορεί να είναι καί δυναμική διαδικασία, όχι μόνον στατική) : να ξεκινάνε βρώμικα, καί σιγά-σιγά να καθαρίζουν, φτάνοντας το λαμπερό άσπρο.
Κάτι τέτοιο.
Τώρα, βέβαια, θα μπορούσα να προτείνω παραλλαγές (γιά τους πιό προχωρημένους), πχ οραματισμό λαμπρού κίτρινου φωτός (όπως στον Ήλιο), ή -ως κατάσταση απόλυτης καθαρότητας- οραματισμό του κενού. Ή σταδιακή αλλαγή του οραματισμού, πχ τις πρώτες μέρες «σκούπισμα» από βρώμικο προς λευκό, καί τις τελευταίες πρό των εκλογών σταθερά (καί στατικά) ολόλαμπρο λευκό. Αλλά, ας περιοριστούμε στα απλά.
Μόνο καναδυοτρείς προειδοποιήσεις γιά τους αρχάριους: ΜΗΝ διανοηθήτε να μπήτε με οραματισμό σε προχωρημένες καταστάσεις (πχ το κενό), διότι πιθανώτατα θα σας ξεφύγει ο έλεγχος. Επίσης, ΜΗΝ στοχεύσετε (ότι ρίχνετε χλωρολευκαντικό, οραματικώς πως, σ) το κωλοχανείο της πλατείας τσολιάδων… διότι αυτό «προστατεύεται» με -χμ- «μαύρες άμυνες», καί δεν θέλω καμμένα μυαλουδάκια. Καπίσι;

[Πρώτη φορά τ’ ακούτε αυτό, έ; δεν εκπλήσσομαι. Είναι που στη χώρα μας δεκάδες χιλιάδες άτομα επί δεκαετίες το παίζουν «μυημένοι» ερευνητές του Παράξενου, ερασιτεχνικώς, ή επαγγελματικώς. Πολύ αλεύρι μέν, αλλ’ από τηγανίτα τίποτε. Είπαμε, το σύνδρομο του ξερόλα.
Καί σαφώς το σύνδρομο του μαλάκα. Αλήθεια, τί ήταν εκείνα τα παράξενα φώτα πάνω απ’ τον Υμηττό το 1966, που τ’ αναφέρουν καί τα ξαναναφέρουν σε τυπωμένες σελίδες καί στα ιντερνέτια – όπως κι άλλα παρόμοια ασήμαντα (μή- ) θέματα; Θα μας απαντήσει κανείς επιτέλους, μπας καί κοιμηθούμε ήσυχοι;
Σα δέ ντρέπονται μερικοί-μερικοί, λέω ‘γώ! Ιδίως οι επαγγελματίες «μυημένοι ερευνητές», που γεμίζουν σελίδες επί σελίδων με σαχλαμάρες – καί μονάχα γιά την κονόμα.]

Τέλος, ΜΗΝ επιχειρήσετε οι αρχάριοι ομαδικό οραματισμό· διότι, αν πάνε τα πράγματα στραβά, θα σας πάρει καί θα σας σηκώσει. Εάν ξεφύγει ο έλεγχος στον ατομικό οραματισμό, επανέρχεσαι με λίγο ή πολύ κόπο. Αλλά, εάν ξεφύγει σε ομαδικό οραματισμό, …δεν συνεχίζω. Το λιγώτερο θα είναι να λουστήτε ψυχοθεραπείες γιά χρόνια, μπας καί σας συνεφέρουν.

Μάλιστα… Χρειαζόμαστε, δηλαδή, γιά το σχέδιο του Παλαιού όχι μόνον συνειδητούς ψηφοφόρους, γνώστες των κανόνων του σάπιου ετούτου παιχνιδιού των εκλογών (καί όχι ανόητους, που κουνάνε σημαιάκια κάτω απ’ το μπαλκόνι με τον «αρχηγό» – σα χαρτζηλικωμένοι γύφτοι καί λάθρο), αλλά ταυτοχρόνως καί άτομα ικανά να εστιάσουν σε σταθερό στόχο, μέσα σε οραματιστική κατάσταση. Με σηκωμένες τις ψυχικές άμυνές τους, βεβαίως-βεβαίως.
Οπότε, το ερώτημα είναι πόσους τέτοιους διαθέτουμε.
Ακόμη καλύτερα, πόσοι τέτοιοι χρειάζονται.
Κάπου, κάπως, κάποιοι είχαν βγάλει κάτι αριθμητικούς κανόνες γιά το πόσοι «ψυχικώς εγρήγοροι» χρειάζονται μέσα σε δεδομένο σύνολο πληθυσμού, γιά να στοχεύσουν καί ν’ αλλάξουν μιά κατάσταση· δεν θυμάμαι τα σχετικά, αλλά νομίζω είναι 300 άτομα γιά την Ελλάδα; κάτι τέτοιο. Άρα, ας αρχίσουμε να εγειρόμαστε σιγά-σιγά!

[Παρένθεση: Δε μπορεί… σύμπτωση θά ‘ναι αυτός ο ίδιος αριθμός να προβλέπεται καί γιά τους θαμώνες του απαισίου κτίριου της τσολιαδοπλατείας! lol!!!
Άμα σας λέω εγώ… Απορώ γιατί ψάχνουμε τις αιτίες της συμφοράς μας στο κάθε Χάαρπ, πρίν ψάξουμε λίγο το 3*10*10 του κακοχωνεμένου νεο-Πυθαγορισμού, του γνωστού υπό το όνομα «Καμπάλα»! ]

Αντί επιλόγου
Όπως έγραψα σε προηγούμενο άρθρο, αυτή τη φορά δεν βλέπω κάποιο νόημα (γιά τον λαό μας) στις επερχόμενες εκλογές, όθεν δεν έχω καί κάποια προσωπική πρόταση γιά κοινή γραμμή ψήφου των πατριωτών. (Θα μου πείς… καί που είχες πιό παλιά, ρέ Εργοδότη, σ’ άκουσε κανείς; Όχι· εγώ τά ‘πα, κι ο κώλος μου τ’ άκουσε. Απλά, έχω μιά ιδιάζουσα αίσθηση πατριωτικού καθήκοντος, καί θεωρώ σωστό κάθε φορά να δημοσιεύω κάτι τέτοιες σκέψεις μου, μπάς καί.)
Όθεν, προτείνω αυτή τη φορά ν’ ακολουθήσουμε την πρόταση του Παλαιού: οραματιστικό λευκό.
Δεν ξέρω αν τελικά μας οδηγήσει σε κάτι καλό γιά την πατρίδα μας· αλλά δεν έχουμε καί τίποτε να χάσουμε, αν δοκιμάσουμε. Στα χάλια που είμαστε, δεκτή κάθε ελπιδοφόρα σοβαρή πρόταση!
Τώρα, όμως, ο λόγος στον εμπνευστή της ιδέας, τον Παλαιό.

Υγ 1: ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ, πάσα συζήτηση / βελτίωση / λογική καί σοβαρή αντιπρόταση μεγαλύτερης ψυχικής ισχύος / κτλ, παραπάνω από ευπρόσδεκτη!
Υγ 2: Αν «αυτοί» σηκώνουν ψυχική μαυρίλα απ’ το σαράϊ της πλατείας Ευζώνων, εμείς πού πρέπει να στοχεύσουμε τοπογραφικώς, ως «κέντρο συλλογής-εκπομπής» ενέργειας, εξυπνάκια Εργοδότη;
Χμμμ… πολύ καλή ερώτηση!
Λόγωι του επείγοντος του πράγματος (καί μόνον), αποτολμώ μιά πρόταση, παρ’ ότι δεν το έχω μελετήσει τόσο καλά το θέμα: στον άγιο Διονύσιο τον Αρειοπαγίτη, του Κολωνακίου (την εκκλησία, εννοώ). Μόνο μή με ρωτήσετε το γιατί.
Άλλη πρόταση: στον Ήλιο. (Καί πάλι μή με ρωτήσετε, διότι εδώ απλά δεν χρειάζεται! lol!!!)