ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Αναρχικές όψεις της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας

promet10

Ο αναρχισμός, έγραφε ένας Γάλλος συγγραφέας τη δεκαετία του 1890, όπως το χαρτί πάνω στο οποίο μπορεί κανείς να γράψει οτιδήποτε, έχει ένα τόσο πλούσιο παρελθόν ώστε μπορεί να συμπεριλάβει τα πάντα. Η ιστορία του δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ιστορία όλων των άλλων προοδευτικών εξελίξεων και όλων των βλέψεων για ελευθερία. Δεν είναι καμιά θεωρία παρμένη από βιβλία ή μια “επιστημονική” επινόηση κάποιου “πεφωτισμένου” νου, αλλά αντίθετα είναι η διαχρονική συνειδητή ή ασυνείδητη φιλοδοξία των ανθρώπων για ελευθερία, ριζωμένη μέσα στα ένστικτα και τις καθημερινές τους ανάγκες.


Οι προσπάθειες για ελευθερία μέσα στα πλαίσια της εξουσίας εκδηλώνονταν με διάφορους τρόπους σε ολόκληρη την ιστορία του ανθρώπινου γένους, είτε στην ιδιωτική ζωή των ατόμων, είτε στην κοινωνική συμπεριφορά ατόμων και ομάδων. Άλλοτε εκδηλώνονταν ατομικά, άλλοτε σε μικρές ομάδες και άλλοτε οργανωμένα σε μεγάλα λαϊκά κινήματα. Αν και οι οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες ήταν διαφορετικές, αν και οι επικρατούσες αντιλήψεις και ιδέες άλλαζαν συνεχώς δίνοντας τη θέση τους σε καινούργιες, η ανάγκη και η θέληση για εξασφάλιση και κατοχύρωση μιας συγκεκριμένης ανεξαρτησίας παρέμενε η ίδια. Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι οι άνθρωποι συχνά πορεύτηκαν προς την ίδια κατεύθυνση και με τα ίδια αισθήματα που χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους όλων των εποχών ανεξαρτήτως χρώματος και καταγωγής. Η ανυπακοή και η εξέγερση ήταν στοιχεία που χαρακτήριζαν τους ανθρώπους στη μακραίωνη πορεία της ιστορίας. Και ήταν αυτά τα αισθήματα που σε κάθε περίοδο, σε κάποια απροσδιόριστη στιγμή, συνέβαλαν στην απαλλαγή από τις δεδομένες προλήψεις και δεισιδαιμονίες του παρελθόντος, επιτρέποντας στην ανθρωπότητα να βαδίσει με ένα σίγουρο βήμα προς τα μπρος. Έτσι η ανθρώπινη πορεία προς την πρόοδο, η οποία κατακτήθηκε στη διάρκεια πολλών αιώνων, ήταν ένας ατέλειωτος αγώνας ενάντια στα εμπόδια και τις αλυσίδες της εξουσίας.
Μπορούμε να ισχυριστούμε επομένως ότι το επίπεδο της προόδου μπορεί να μετρηθεί απ’ τη δύναμη του ενστίκτου για ανυπακοή και εξέγερση. Χωρίς ανυπακοή και εξέγερση δεν συντελείται πρόοδος. Η ανυπακοή και η εξέγερση ήταν η απαρχή των προόδων που μπόρεσε να πετύχει ο άνθρωπος, όταν ήξερε να λέει «όχι» σε κάθε απόλυτη εξουσία, θεϊκή ή ανθρώπινη. Η ιδέα τους αντιστοιχεί στην άρνηση του συμβιβασμού και είναι ταυτόχρονα η αποδοχή της ανάγκης να εναντιώνεται ο άνθρωπος σε κάθε κατάσταση που απειλεί την ακεραιότητά του, την αξιοπρέπεια και τις επιλογές του. Με αυτή την έννοια, η ίδια η γέννηση της φιλοσοφίας ήταν εκδήλωση αυτών των αισθημάτων, αφού πρακτικά σήμαινε την απελευθέρωση της σκέψης από τα δεσμά των ανιμιστικών και θρησκευτικών παραδόσεων του παρελθόντος. Η ανυπακοή της σκέψης στην ανιμιστική εξήγηση των γεγονότων της φύσης ήταν η απαρχή της φιλοσοφίας. Ο άνθρωπος δεν ικανοποιείται με το να αντιλαμβάνεται και να εξηγεί τα διάφορα γεγονότα της φύσης σαν εκδηλώσεις της θέλησης ενός ή πολλών θεοτήτων, αλλά προσπαθεί να φτάσει πίσω από τα πράγματα, να κατανοήσει την προέλευσή τους και τις σχέσεις μεταξύ τους. Δεν ικανοποιείται πλέον με το να πιστεύει ότι το φεγγάρι δεν βγαίνει επειδή είναι κακό, αλλά προσπαθεί να εξηγήσει το σύνολο των φυσικών συνθηκών που, σε μια δεδομένη στιγμή, μας επιτρέπουν ή μας εμποδίζουν να δούμε αυτό ή εκείνο το ουράνιο σώμα.
Η γέννηση της φιλοσοφίας ήταν η πορεία προς την ενηλικίωση της ανθρωπότητας. «Το παιδί –λέει ο Feuerbach– δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του μέσω της δικής του δύναμης, μέσω αυτενέργειας, αλλά στρέφεται με παρακλήσεις στα όντα από τα οποία αισθάνεται και ξέρει ότι εξαρτάται, στους γονείς του, προκειμένου μέσω αυτών να λάβει ό,τι επιθυμεί». Αλλά το παιδί αρέσκεται επίσης στο να σπάει πράγματα, να ανακαλύπτει κρυφές γωνιές, να ερευνά καθετί καλυμμένο και να δοκιμάζει τον εαυτό του σε όλα. Όταν κάποτε φτάσει σε αυτό που υπάρχει πίσω από τα πράγματα, ξέρει ότι είναι ασφαλές. Αν, για παράδειγμα, αντιληφθεί ότι η βίντσα είναι πολύ αδύναμη για την ανυπακοή του, τότε δεν τη φοβάται πια, έχει παραμεγαλώσει γι’ αυτήν. Με τoν ίδιo τρόπο, όταν ο άνθωπος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κεραυνός δεν είναι η βίαιη εκδήλωση της θέλησης ενός θεού, τότε δεν τον φοβάται πια, έχει ενηλικιωθεί πνευματικά. Καθώς το πρώτιστο μέλημα του παιδιού είναι να ανακαλύψει τον κόσμο που το περιβάλλει, να μάθει το «πώς», το «γιατί» και το «παραπέρα», έτσι και τα πρώτα βήματα της ακηδεμόνευτης ανθρώπινης σκέψης έγιναν για την ερμηνεία του κόσμου και την κατανόηση της φύσης. Γι’ αυτό και οι πρώτοι φιλόσοφοι ονομάστηκαν δικαίως «φυσιολόγοι» (από τη σύνθεση των λέξεων φύσις και λόγος), δεδομένου ότι ασχολήθηκαν, πρώτον με τη φύση και την ωρίμανση, μεταβολή και εξέλιξή της, και δεύτερον με την επιστήμη ή την επιχειρηματολογία περί των πραγμάτων. Και αυτή η κατανόηση και γνώση της φύσης δεν ήταν τυχαία. Ήταν το αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης ότι τίποτα δεν είναι ξένο προς τον άνθρωπο ώστε να το αναζητήσει σε έναν εξωτερικό, υπερφυσικό τόπο, ότι το φεγγάρι που δεν βγαίνει ή ο κεραυνός που πέφτει δεν διαχωρίζονται από τη φύση –και κατ’ επέκταση από τον ίδιο τον άνθρωπο–, αλλά είναι αισθητές ιδιότητες και ιδιάζουσες όψεις της φύσης, είναι η μια φυσική λειτουργία, είναι εν τέλει η ίδια φύση.

Συμπερασματικά, «αυτό που αποκαλέσαμε φιλοσοφία ήταν στην πραγματικότητα ένα σύνολο από θεωρίες ανεξάρτητες στο μεγαλύτερο μέρος τους από την θρησκευτική παράδοση». Οι θεωρίες αυτές δεν ήταν προϊόντα υποταγής στη θέληση κάποιας θεότητας ούτε η εκκοσμικευμένη παράστασή της, δεν ήταν προϊόντα προλήψεων και δεισιδαιμονιών, αλλά ήταν συμπεράσματα άμεσων παρατηρήσεων και προσωπικών εμπειριών. Ήταν στοχασμοί για την καταγωγή και την ουσία του κόσμου και των πραγμάτων, για τη συμπεριφορά του ατόμου και τις φιλοδοξίες του, για πολιτική και κοινωνική συλλογική συμπεριφορά, για μια καλύτερη κοινωνική οργάνωση και για τον τρόπο που θα μπορούσε αυτή να πραγματοποιηθεί. Ήταν στοχασμοί για τα προβλήματα που άξιζαν να ελκύσουν την προσοχή του ανθρώπου, πίσω από το αβέβαιο φαίνεσθαι και το μεταβαλλόμενο πρόσωπο των πραγμάτων. Ήταν στοχασμοί που «ψαλίδισαν τα φτερά ενός αγγέλου»…Υπάρχουν δύο βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Οι δύο αυτοί άξονες μπορούν να συνοψιστούν στις λέξεις Φύσις και Νόμος.
Η Φύσις μπορεί να σημαίνει τη “φυσική μορφή που λαμβάνει ένα αντικείμενο ως αποτέλεσμα της φυσικής ανάπτυξης, μπορεί επίσης να αναφέρεται στη φύση ή τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου, στο ένστικτο των ζώων ή στη φυσική τάξη πραγμάτων, την κανονική τάξη της φύσης”. O Nόμος, από την άλλη μεριά, σημαίνει “το έθιμο ή το δίκαιο ή την εγκαθιδρυμένη εξουσία ή το σύνολο των κανόνων που διέπουν μια σειρά γεγονότων”. Αν ισχύουν αυτές οι ερμηνείες, καταλαβαίνουμε εύκολα ότι, ανεξάρτητα από το ποια λέξη προτιμούμε εμείς ή οι φιλόσοφοι σε μια δεδομένη στιγμή, μεταξύ αυτών υπάρχει μια αντίθεση.
Αυτή την αντίθεση κατανόησαν ήδη οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, γι’ αυτό και προσπάθησαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να τη μετριάσουν ή ακόμα και να την εξαλείψουν. Υποστήριζαν μια άποψη, πίστευαν με πάθος στην ορθότητά της και κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να τη διατυπώσουν όσο πιο καθαρά και πειστικά μπορούσαν. Ωστόσο, δεν διατύπωναν παρά μια άποψη. Η αντίθεση αυτή εξακολουθούσε να υπάρχει όσο και αν προσπαθούσαν να την εξαλείψουν. Οι προσωκρατικοί για παράδειγμα ενδιαφέρονταν να κατανοήσουν την τάξη στη φύση, οι σοφιστές ασχολούνταν με τη συνύπαρξη της Φύσης και του Νόμου στον ιδεώδη άνθρωπο. Ο Πλάτωνας κήρυσσε μια ζωή «σύμφωνα με τη Φύση», σύνθημα που υιοθετήθηκε και από τους κυνικούς και ο Αριστοτέλης αφιέρωσε τη ζωή του στην επιβολή της τάξης πάνω στη φυσική υπόσταση των πραγμάτων. Είναι πολύ σημαντικό να αντιληφθούμε ότι τα αρχαία ελληνικά φιλοσοφικά συστήματα, εκτός από εκείνο των κυνικών, επιχείρησαν να εναρμονίσουν τις δύο αυτές έννοιες. Μόνο οι κυνικοί απέρριψαν το Νόμο και επιδίωξαν να ζήσουν απλά σύμφωνα με τη φύση. Διότι αντιλήφθηκαν ότι, στην πραγματικότητα, αυτές οι δύο έννοιες δεν μπορούν παρά να αντιμάχονται η μία την άλλη. Εκείνο που είναι φυσικό είναι αντικοινωνικό και ό,τι παραδέχεται η κοινωνία για σωστό δεν ταιριάζει με ό,τι γίνεται στη φύση. Γι’ αυτό και κατ’ επέκταση κάθε πολιτική οργάνωση και μάλιστα η ίδια η αστική ζωή, όπως θα λέγαμε σήμερα, δεν μπορούσαν παρά να είναι αντιφυσικές.


Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτή τη θέση πάρτε, για παράδειγμα, δύο διαφορετικά άτομα που έζησαν μια τραγωδία, μια μεγάλη φωτιά ας πούμε, στον ίδιο τόπο και τον ίδιο χρόνο. Ο καθένας θα διηγηθεί τί συνέβη με διαφορετικό τρόπο, καθένας θα είναι αλλιώτικος στο πώς θα το περιγράψει και στην εντύπωση που θα προκαλέσει, διότι έχει εκ φύσεως διαφορετική ψυχολογία. Μιλήστε, όμως, στα ίδια άτομα για κάποιο θεμελιώδες κοινωνικό ζήτημα, για τη ζωή ή την κυβέρνηση, και αμέσως θα ακούσετε να εκφέρουν και οι δύο την ίδια γνώμη, την παραδεδεγμένη, αυτήν που επικρατεί γενικά. Γιατί; Διότι όπου ο άνθρωπος αφήνεται ελεύθερος να σκεφτεί και να νιώσει μόνος του, χωρίς να τον εμποδίζουν οι επιβεβλημένοι κοινωνικοί θεσμοί, εμφανίζεται ανεξάρτητος και ελεύθερος. Μόλις, όμως, η συζήτηση θίξει ζητήματα που ανήκουν στη σφαίρα των κοινωνικών θεσμών, ο άνθρωπος γίνεται δέσμιος των συμβάσεων, αντιγράφει και πιθηκίζει. Παρατηρήστε τα παιδιά και θα δείτε ότι παρουσιάζουν την πιο μεγάλη ελευθερία τόσο στους τρόπους και στη συμπεριφορά, όσο και στην πνευματική και ψυχική έκφραση, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που πολλές φορές να γίνονται… ενοχλητικά στους μεγάλους. Θα δείτε μια ενσικτώδη τάση για ατομικότητα, ανεξαρτησία, που εκφράζεται με φανερή ή κρυφή περιφρόνηση για τη θέληση των μεγάλων, με την επανάσταση εναντίον της εξουσίας των γονέων και των δασκάλων. Ολόκληρη η «εκπαίδευση» είναι μια συνεχής διαδικασία που σκοπό έχει την εξάλειψη και τη συντριβή αυτής της τάσης, το ξερίζωμα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών. Και ο μόνος λόγος που οι μεγάλοι δεν είναι έτσι, είναι το γεγονός ότι τους έστειλαν στο σχολείο και σε άλλους καταπιεστικούς θεσμούς οι οποίοι τους ξερίζωσαν κάθε τέτοια τάση.
Aυτή η ιδέα είναι επίσης χαρακτηριστική της αναρχικής σκέψης. Για έναν αναρχικό το πραγματικό κακό είναι ο νόμος που καλύπτει τα φυσικά δεδομένα, ξεκινώντας από την οικογένεια και καταλήγοντας στο χρήμα, από τη θρησκεία μέχρι το κράτος. Γεννιόμαστε αρσενικά ή θηλυκά ώστε να γίνουμε κάποτε άντρες ή γυναίκες, δεν γεννιόμαστε όμως για να γίνουμε σύμφωνα με τη φύση ούτε σύζυγοι, ούτε ορθόδοξοι, ούτε Έλληνες, ούτε Τούρκοι. Γινόμαστε ό,τι γίνουμε μόνο με την επίδραση των κοινωνικών θεσμών. Γιατί όμως είναι κακοί οι κοινωνικοί θεσμοί; Επειδή ακριβώς πρόκειται για θεσμούς, επειδή δεν είναι φυσικοί. Το κράτος είναι τόσο μηδαμινό όσο και το χρήμα, οι θρησκείες τόσο ασήμαντες όσο και η οικογένεια. Κι αν υπήρχαν κι άλλοι θεσμοί αυτού του είδους, θα ήταν το ίδιο κακοί, ακριβώς επειδή θα ήταν θεσμοί, επειδή απλώς καλύπτουν και εμποδίζουν τα φυσικά δεδομένα. Τί θέλει λοιπόν ένας αναρχικός; Ελευθερία – ελευθερία για τον εαυτό του και για τους άλλους. Θέλει να απελευθερωθεί από την επίδραση και την καταπίεση των κοινωνικών θεσμών, θέλει να είναι ελεύθερος σαν τότε που ήταν παιδί, τόσο ελεύθερος όσο θα έπρεπε να είναι στην πραγματικότητα σε όλη του τη ζωή, και αυτή την ελευθερία τη θέλει και για τον εαυτό του και για τους άλλους.
Είναι σαφές λοιπόν ότι οι αντιλήψεις και οι στόχοι των κυνικών ταυτίζονται με εκείνες των αναρχικών. Αυτό όμως που αξίζει να σημειωθεί εδώ για ακόμη μια φορά, δεν είναι τόσο το γεγονός ότι διαφορετικές μεταξύ τους φιλοσοφικές αντιλήψεις ταυτίζονται με εκείνες των αναρχικών, αλλά, αντίθετα, ότι ο αναρχισμός, δηλαδή η “συνειδητή ή ασυνείδητη φιλοδοξία των ανθρώπων για ελευθερία”, όπως γράφαμε στο πρώτο μέρος, διατρέχει λίγο-πολύ όλη την ιστορία της φιλοσοφίας. Δεν πρόκειται απλώς για τη διάδοση μιας ιδέας· είναι περισσότερο ένα φυσικό γεγονός. Το να φορέσεις γυαλιά σε έναν άνθρωπο χωρίς μυωπία θα ήταν ένας πολύ περίεργος τρόπος για να τον κάνεις να βλέπει καλύτερα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ferrero, Nevinson, Small, Burton, Morgan, Marshal. (1996). Αρχαία Ελλάδα και Αναρχισμός. Μτφρ. Χρήστος Μόρφος. Ελεύθερος Τύπος. Αθήνα.
Jean-Paul Dumont. (2007). Η αρχαία φιλοσοφία. Μτφρ. Θεοδώρα Κάππου. To Bήμα γνώση. Αθήνα.
A. Mπέρκμαν. Το Αλφαβητάρι του Αναρχισμού. Μτφρ. Βασίλης Τομανάς. Κατσάνος. Θεσσαλονίκη.
http://www.anarkismo.net



Δεν υπάρχουν σχόλια: