Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΩΣ ΕΘΝΟΣ-ΚΡΑΤΟΣ[Μερος Α΄]

Το Ισραήλ ως έθνος-κράτος, οι παγκόσμιες/περιφερειακές ισορροπίες
και η μεταψυχροπολεμική περίοδος

Εισαγωγή
Οι κατάλληλες συνθήκες για τη δεύτερη αλλαγή που υπέστη η εβραϊκή κοινωνία -η πρώτη αλλαγή της οποίας είχε συντελεστεί στη Γαλλία- εμφανίστηκαν στον ατλαντικό άξονα. Η Αγγλία, όπου τα αντισημιτικά κινήματα είναι πιο αδύναμα, και οι ΗΠΑ, οι οποίες μαζί με νέες αρχές προσέφεραν στα άτομα και νέες δυνατότητες ανάδειξης, αποτέλεσαν νέους ασφαλείς χώρους έναντι των εθνικιστικών κινημάτων που διαδίδονταν στην Ευρωπαϊκή ήπειρο... Η αντισημιτική συμπεριφορά και η προσπάθεια εκ νέου μεταφοράς του κέντρού ισχύος στην ηπειρωτική Ευρώπη [από τον Ατλαντικό], πού αποτελούν τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της επεκτατικής στρατηγικής του Χίτλερ, πού πήγαζε από τον ρατσισμό της Αρίας φυλής, αποτελούν από αυτή την άποψη αλληλοσυμπληρούμενα στοιχεία. Η αντιπαράθεση μεταξύ του ναζισμού, ο οποίος συνιστά τον κοσμικοϊδεολογικό τύπο της θεώρησης της Αρίας φυλής ως ανώτερης φυλής, και του σιωνισμού, πού είναι ο θεολογικοϊδεολογικός τύπος του δόγματος περί περιούσιου λαού και πηγάζει από την εβραϊκή θεολογία, βαίνει παράλληλα προς μία τέτοιου είδους αλλαγή άξονα (α)...
Τρεις σημαντικές διεθνείς μεταβολές, που εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα μετά τούς δύο Παγκοσμίούς πολέμους και τον Ψυχρό πόλεμο, προετοίμασαν το έδαφος για τη μετατροπή σταδιακά του Εβραϊκού ζητήματος στην Ευρώπη σε Ζήτημα του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή. Το κενό κυριαρχίας που δημιουργήθηκε στη Μέση Ανατολή μετά τη διάλυση του Οθωμανικού κράτους, ως αποτέλεσμα του Α' Παγκοσμιου πολέμου, επιχειρήθηκε να καλυφθεί με εντολές συστάσεως προτεκτοράτων προς την Αγγλία, και τη Γαλλία. Η επέμβαση αυτή, προερχόμενη εκτός της περιοχής και αποκαλούμενη Ανατολικό ζήτημα, είναι προέκταση της προσπάθειας αλλαγής της γεωπολιτικής και γεωπολιτισμικής ταυτότητας της Μέσης Ανατολής, που διαμορφώθηκε για αιώνες γύρω από την ισλαμική ταυτότητα (;). Μετά την αποτυχία του Αρμενικου και Ρωμαίικου (β) εθνικού κινήματος στη Μικρά Ασία συνεπεία του πολέμου της Απελευθέρωσης των Τούρκων η τρίτη προσπάθεια, που στόχευε να προκαλέσει βλάβες στην ακεραιότητα αυτής της ταυτότητας, ήταν το Εβραϊκό μεταναστευτικό κίνημα, το οποίο αυξήθηκε μετά τον πόλεμο και υποστηρίχτηκε από την αγγλική διοίκηση του προτεκτοράτου. Από αυτή την άποψη η εβραϊκή μετανάστευση που ξεκίνησε να υλοποιείται με τη διακήρυξη του Balfour του 1917, η οποία συνιστά τον θεμέλιο λίθο της ίδρυσης του κράτους του Ισραήλ, το συνέδριο του Σαν Ρέμο του 1920 και η ψήφιση της αγγλικής εντολής στην Παλαιστίνη από την Κοινωνία των Εθνών στις 24 Ιουλίου 1922 συνιστούν αλληλοσυμπληρούμενα βήματα. Τα εν λόγω βήματα νομιμοποιήθηκαν από τη Σιωνιστική σύνοδο, η οποία προσδιορίζει τους απανταχου Εβραίους ως ένα έθνος, και από τις Αρχές του Wilson, που πρόταξε τον ατλαντικό άξονα εναντίον του ευρωπαιοκεντρικού διεθνούς συστήματος. Με αυτή τη μετανάστευση ο εβραϊκός πληθυσμός της Παλαιστίνης αυξήθηκε από 80.000 που ήταν το 1905, σε 110.000 το 1925 και σε 500.000 το 1939. Έτσι υλοποιήθηκε η αναγκαία υποδομή για την ίδρυση υπό τον έλεγχο της αγγλικής εντολής του κράτους του Ισραήλ.


Το Ισραήλ ως έθνος-κράτος και οι παγκόσμιες/περιφερειακές ισορροπίες
Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, με τη λήξη της αγγλικής αποικιακής εντολής στην Παλαιστίνη και την εξέλιξη του Ισραήλ σε εθνοκράτος ευθύς με τη δημιουργία του, η μετατροπή της μαζικής συνάθροισης, η οποία είναι ξένη προς την εθνογραφική δομή της περιοχής και προέκυψε ως αποτέλεσμα των μεταναστεύσεων, άσκησε μία συγκλονιστική επίδραση στη γεωπολιτισμική και γεωπολιτική ακεραιότητα της ισλαμοκεντρικής Μέσης Ανατολής.
Η εμφάνιση του κράτούς του Ισραήλ ως έθνος-κράτος είχε ως αποτέλεσμα το Εβραϊκό ζήτημα να πάρει νέες διαστάσεις. Πρώτα απ' όλα, με τον τρόπο αυτό η Δυση μετέτρεψε το Εβραϊκό ζήτημα, το οποίο εκλαμβανόταν για αιώνες στη γεωγραφία της Ευρώπης ως σύγκρούση Εβραίων-Χριστιανών, σε σύγκρουση Μουσουλμάνων-Εβραίων εξάγοντάς το στη Μέση Ανατολή. Ως εκείνη τη στιγμή δεν υπήρξε ποτέ στον ισλαμικό γεωγραφικό χώρο ένα Εβραϊκό ζήτημα όπως εκείνο της Ευρώπης. Αντιθέτως, ο Ισλαμικός κόσμος προσέφερε συνεχώς ασφαλές καταφύγιο στούς Εβραίούς, οι οποίοι διέφεύγαν από την αντισημιτική καταπίεση των χριστιανών στην Ευρώπη. Η ιστορία του ισλάμ, εκτός από την τιμωρία κατά τη διάρκεια πολέμων ορισμένων περιπτώσεων προδοσίας, δεν έχει να επιδείξει σφαγές ή εφαρμογές τύπου γκέτο εναντίον των Εβραίων ή οποιασδήποτε άλλης θρησκευτικής/εθνικής ομάδας. Το καλύτερο παράδειγμα αυτού του γεγονότος είναι τα δικαιώματα και οι κοινωνικές θέσεις που κατείχαν οι Εβραίοι κατά τις περιόδούς των Αμπασιδών, του Χαλιφάτου της Ανδαλουσίας και των Οθωμανών...
Η στάση των μουσουλμάνων επί του θέματος δεν άλλαξε ούτε μετά την ίδρυση του Ισραήλ. Δεν τέθηκε καν θέμα μαζικών επιθέσεων εναντίον των εβραϊκών μειονοτήτων στις μουσουλμανικές χώρες ως αντίποινα για τις εθνοκαθάρσεις και τις σφαγές που διέπραξε το Ισραήλ στην Παλαιστίνη και στον Λίβανο. Οι Ευρωπαίοι, πού κρατούν υπεύθυνες τις εν ζωή γενεές των Εβραίων για γεγονότα πού συνέβησαν πριν από αιώνες, κινούνται βάσει της αντίληψης περί προπατορικού αμαρτήματος, ενώ οι μουσουλμάνοι, οι οποίοι κινούνται βάσει της πεποίθησης ότι κανένας άνθρωπος δεν δύναται να τιμωρηθεί εξαιτίας εγκλημάτων που διέπραξαν άλλοι, δεν σκέφτηκαν καν να τιμωρήσούν τους υπόλοιπους Εβραίους εξαιτίας της συμπεριφοράς των εν ζωή ομοθρήσκων τούς.
Εν κατακλείδι, το Εβραϊκό ζήτημα, πού διήρκησε αιώνες στην Ευρώπη, ήταν ένα Αντισημιτικό κίνημα που προέκυπτε από τη χριστιανική θεολογία ενώ η αντίδραση των μουσουλμανικών κοινωνιών της Μέσης Ανατολής στο Ζήτημα του Ισραήλ, το οποίο μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο επιβλήθηκε στη Μέση Ανατολή, υπήρξε μία αντισιωνιστική στάση πολιτικής υφής. Οι Εβραίοι που δεν κινούνται σύμφωνα με τη σιωνιστική ρητορεία, κατά την οποία συνιστούν τον περιούσιο λαό, κατέχούν τη Γη της επαγγελίας και προνόμια, δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα στα πλαίσια των μουσουλμανικών κοινωνιών. Η ισλαμική θρησκεία, της οποίας οι προφήτες και οι πρώτοι ηγέτες ήταν σημίτες, ως η μοναδική θρησκεία πού περιλαμβάνει στους κόλπους τις σημιτικές και αριανές μάζες, δημιούργησε ένα πολιτικό έθιμο από το οποίο απουσιάζουν και οι δύο ρατσιστικές παρεκκλίσεις.
Με την ίδρύση του Ισραήλ η περιστρεφόμενη γύρω από τον ατλαντικό άξονα Δύση, αφενός, εξήγαγε το Εβραϊκό ζήτημα σε μία ξένη γεωγραφική περιοχή και, αφετέρού, εξαγόρασε την ποινή για τον ναζισμό, ο οποίος ήταν το πιο πρόσφατο παράδειγμα (α) του αντισημιτικού ρατσισμού πού έδρασε για αιώνες υποσυνείδητα βάσει της ψυχολογίας του εξαγνισμού αμαρτημάτων. Με την ψυχολογία αυτή τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ και οι στόχοι που είχε θέσει το Συνέδριο των σιωνιστών συναντήθηκαν σε ένα ορισμένο πεδίο τομής. Η αντίδραση στον αντισημιτισμό που ταυτίστηκε με τον ναζισμό (α) στάθηκε εμπόδιο ακόμη και στην απλή αναφορά των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας πού διέπραξε το Ισραήλ. Επειδή στάθηκε αδύνατη η επίδειξη της διαφοράς μεταξύ του αντισημιτισμού και του αντισιωνισμού, ο Ισλαμικός κόσμος και ο λαός της Παλαιστίνης, μολονότι δεν τήρησαν ποτέ μία αντισημιτική στάση, εξαναγκάστηκαν να πληρώσουν το τίμημα του αντισημιτικού αμαρτήματος της Ευρώπης.
Η περίοδος του Ψυχρού πολέμου εξελίχτηκε ως μία συνεχής σύγκρουση μεταξύ του κράτους του Ισραήλ και των περιφερειακών κρατών που δεν επιθυμούσαν να το αναγνωρίσουν, καθώς το θεωρούσαν στοιχείο ξένο στον γεωπολιτικό χαρακτήρα της περιοχής. Οι Εβραίοι πού μετανάστευσαν μαζικά στην περιοχή μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και μετέτρεψαν την εν λόγω μαζική σώρευση σε κράτος κατα τη μεταψυχροπολεμική περίοδο ίσως και να στοχεύούν σε μία νέα και ριζικότερη μεταβολή. Οι εβραϊκές κοινότητες, οι οποίες μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο προστέθηκαν στην περιοχή μαζικά, προσπάθησαν να σφυρηλατήσούν την παρουσία τούς έναντι των γηγενών αραβικών κοινοτήτων με την υποστήριξη πού τούς παρείχε η αγγλική αποικιακή διοίκηση. Οι Εβραίοι, για τους οποίους υπήρχε για αιώνες απαγόρεύση απόκτησης γης στην Ευρώπη, προσπάθησαν να ριζώσούν στην περιοχή αγοράζοντας κτήματα με την πολιτική υποστήριξη της αγγλικής αποικιακής διοίκησης και την οικονομική στήριξη των Εβραίων που διαβιούσαν σε άλλα κράτη. Το Ισραήλ, το οποίο ιδρύθηκε στην περιοχή μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, εμφανίστηκε ως μία πολιτική δομή με προβλήματα εναρμόνισης από την άποψη των σχέσεών του με τα περιφερειακά κράτη. Η χώρα αυτή, η οποία θεωρείται από στρατηγική άποψη μέρος των ΗΠΑ και από αθλητική και πολιτισμική σκοπιά μέρος της Ευρώπης, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου διαχειρίστηκε τις σχέσεις της με την περιοχή συνεχώς στα πλαίσια της ψυχολογίας της σύγκρούσης και, προκειμένου να γίνει αναπόφεύκτο στοιχείο της περιοχής, ακολούθησε επεκτατική στρατηγική.
Από μία άλλη σκοπιά κατά την περίοδο του Ψυχρού πολέμού το Ισραήλ, από τη μία, βίωσε την ψυχολογία του γκέτο υπό την έννοια των ενδοπεριφερειακών σχέσεων στη Μέση Ανατολή και, από την άλλη, φυλάκισε τους Άραβες, οι οποίοι διαβιούσαν στα υπό κατοχή παλαιστινιακά εδάφη, σε ένα δεύτερο γκέτο. Οι σχέσεις πού μεταψυχροπολεμικά προέκύψαν σε παγκόσμιο επίπεδο αποδεικνύουν ότι το Ισραήλ είναι αποφασισμένο να πραγματοποίήσει υπό στρατηγική έννοια μία από τις πιο ριζικές αλλαγές της εβραϊκής ιστορίας. Η σημαντικότερη αιτιολογία της εν λόγω στρατηγικής αλλαγής, οφείλεται στη συνειδητοποίηση εκ μέρους του Ισραήλ ότι σε μία περίοδο που διαδραματίζονται παγκόσμιες ανακατατάξεις έχει εγκλωβιστεί υπέρ του δέοντος στον τοπικισμό της Μέσης Ανατολής. Αυτή η κατάσταση, όπως προσπαθήσαμε να αποδείξουμε και στις προηγούμενες σελίδες, συνιστά ένα από τα πιο συγκλονιστικά αποτελέσματα της υφιστάμενης αντίφασης μεταξύ του τοπικισμού και της παγκοσμιοποίησης στην εβραϊκή ψυχολογία [Σε άλλο σημείο ο συγγραφέας προσεγγίζει το ζήτημα της αντιπαράθεσης μεταξύ παγκοσμιότητας και τοπικισμού, αντίστασης και κυριαρχίας, γκέτο και διασποράς στην εβραϊκή ταυτότητα]. Η εικόνα του προκεχωρημένου φυλακίου της ατλαντικής ηγεμονίας σε περιορισμένο γκέτο στον γεωγραφικό χώρο της Μέσης Ανατολής απείχε από το να εξασφαλίσει την εβραϊκή κοινωνία, η οποία για αιώνες είχε προσαρμοστεί στην οικονομική κινητικότητα, μία κατάλληλη θέση τακτικής. Εξάλλου, αποτελούσε για το Ισραήλ ζωτική ανάγκη η διεύρυνση των πεδίων ελιγμών τακτικής του για τις παγκόσμιες μεταβολές που ενδεχομένως θα εμφανίζονταν προς κάλύψη των γεωοικονομικών και γεωπολιτικών κενών, τα οποία προέκυψαν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.


Η μεταψυχροπολεμική περίοδος και η νέα στρατηγική του Ισραήλ
Η μετατόπιση του κέντρου ισχύος στη διεθνή οικονομικοπολιτική από το μονοπώλιο του ατλαντικού άξονα προς το πολυπολικό σύστημα κατεύθυνε το Ισραήλ προς τον σχεδιασμό μιας στρατηγικής ευρύτερης προοπτικής, ο οποίος να είναι σε θέση να διευρύνει την ικανότητα διεθνών ελιγμών της. Η προσπάθεια του Ισραήλ να αποκτήσει σχέσεις μεγαλύτερης ποικιλίας, ενώ ταυτόχρονα συνεχίζει τη σχέση στρατηγικών συμφερόντων πού έχει με τον Ατλαντικό, κατέστησε αναγκαία την εφαρμογή μιας ειρηνικής στρατηγικής, η οποία να καταρρίπτει τον περιφερειακό αποκλεισμό (γ). Γι' αυτό τον λόγο το Ισραήλ, το οποίο επιθύμεί να ολοκληρώσει το συντομότερο δυνατό την προσαρμογή του στην περιοχή, προσανατολίζεται σε νέα ανοίγματα είτε σε παγκόσμιο είτε σε περιφερειακό επίπεδο επιχειρώντας έτσι να βγει από την κατηγορία της χώρας που βασίζεται αποκλειστικά σε έναν κυρίαρχο άξονα. Προκαλεί εντύπωση ότι οι ισραηλινοί ηγέτες εγκαινίασαν την ειρηνευτική διαδικασία με την ΟΑΠ στην Ευρώπη (γ) σχεδόν ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ καθώς και ότι αύξησαν κατά την επόμενη περίοδο τις πρωτοβουλίες τους προς την Ασία και την Αφρική.
Η ίδρυση του Ισραήλ είναι αποτέλεσμα του ατλαντικού άξονα και της επ' αυτού δεσπόζουσας κοσμοπολίτικης δομής. Η Γερμανία και η Ιαπωνία, οι οποίες αποτελούν δύο σημαντικές δυνάμεις που κυριαρχούν στον νέο αυτό άξονα, θα είναι κατά σημαντικό βαθμό αποτρεπτικός παραγοντας για τη διείσδύση των Εβραίων, οι οποίοι πιστεύουν στην ανωτερότητα του εβραϊκού πολιτισμού και του εβραϊκού έθνους. Τα νεοεθνικιστικά κινήματα, που άρχισαν να σημειώνούν άνοδο κυρίως στην Ευρώπη, ώθησαν το Ισραήλ τόσο προς την ανάπτυξη του πεδίού επιρροής του προς αντιμετώπιση ενός ενδεχόμενου κύματος αντισημιτισμού όσο και προς τη σύναψη συμμαχίας με το τμήμα εκείνο των Μουσουλμάνων που άρχισε να παρενοχλείται από τα εν λόγω εθνικιστικά κινήματα, όπως συνέβη με την περίπτωση της Βοσνίας. Ο πρωταρχικός στόχος του Ισραήλ είναι να δημιουργήσει το δικό του πεδίο επιρροής... Το Ισραήλ, έχοντας μία αρνητική προϊστορία στην περιοχή και στην ομάδα των κρατών, τα οποία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου έγιναν γνωστά ως Τρίτος κόσμος και μεταψυχροπολεμικά ως χώρες του Νότου, στις οποίες συγκαταλέγονται εξαιρετικά δραστήρια κράτη, αντιλήφτηκε ότι του είναι αδύνατο να διαμορφώσει το πεδίο επιρροής του στη Μέση Ανατολή διατηρώντας το υφιστάμενο status quo...
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου το Ισραήλ συνέδεσε την ύπαρξη και το πολιτικό του μέλλον με τις σχέσεις που ανέπτυξε με τις χώρες που αποτελούσαν το διεθνές κέντρο ισχύος, ενώ γνωρίζει ότι κατά τη νέα περίοδο, όπου η παγκοσμιοποίηση σημειώνει άλματα, οι περιορισμένες αυτές σχέσεις θα του είναι ανεπαρκείς... Ο πιο σημαντικός λόγος αλλαγής της περιφερειακής στρατηγικής του οφείλεται στη συνειδητοποίηση ότι η ψυχροπολεμική στρατηγική υπεράσπισης μιας λεπτής λωρίδας γης με στρατιωτικά μέσα στην πραγματικότητα το κρατούσε μακριά από δύο σημαντικές φυσικές πηγές, όπως το νερό και το πετρέλαιο. Η αδυναμία ελέγχου των εν λόγω πηγών με στρατιωτικά μέσα οδήγησε το Ισραήλ να στραφεί προς τη στρατηγική απόκτησής τους με ειρηνικά μέσα.
Το Στρατηγικό Βάθος, Εκδ. Ποιότητα


---------------------------------------------------------------
(α)
Σε άλλη σημείο γράφει ο συγγραφέας: «Η απόφαση κυρίως της Τρίτης συνόδου του Λατεράνου το 1179, η οποία αποφάσισε τον αφορισμό των χριστιανών που τόλμησαν να διαβιώσουν με τους Εβραίους, αποτέλεσε τη θρησκευτική βάση του συστήματος του γκέτο. Το σύστημα αυτό, που ανάγκαζε τους Εβραίους να ζουν σε περιστοιχισμένες περιοχές των πόλεων, απομονωμένες από τις υπόλοιπες συνοικίες, και τους επέτρεπε να βγαίνουν από αυτές σε ορισμένες χρονικές στιγμές και κατόπιν ειδικής άδειας, αποτέλεσε ένα κοινωνικό θεμέλιο το οποίο έθρεψε τόσο τον αντισημιτισμό όσο και τον σιωνισμό».
Ένας ενδιαφέρον υπομνηματισμός από τον Martin Wight:
Οι Εβραίοι ήταν ο πρώτος εκλεκτός λαός στην ιστορία και το πρώτο έθνος που είχε αυτό το μοναδικό, εξαιρετικό αίσθημα αποστολής, το πρώτο έθνος που ισχυρίστηκε ότι είναι κομιστής του νοήματος της ιστορίας. Η Ευρωπαϊκή ιστορία και πολιτισμός καταδιώκονταν από τη σκέψη των Εβραίων, αυτού του αινιγματικού λαού με τις κοσμικές, προερχόμενες από τη θεία πρόνοια, διεκδικήσεις. Έτσι άρχισε η μακρά ιστορία του αντισημιτισμού και του κατατρεγμού των Εβραίων.
Ωστόσο, ένας πιο λεπτός τρόπος για να συμβιβαστεί κανείς με τους Εβραίους ήταν να υιοθετήσει ο ίδιος τις διεκδικήσεις τους, να θεωρήσει ότι αυτός είναι ο εκλεκτός λαός. «Ο Εθνικοσοσιαλισμός ήταν μια διαστρέβλωση της Παλαιάς Διαθήκης, ο αυτοδιορισμός ενός νέου εκλεκτού λαού, που ιδιοποιήθηκε την υπόσχεση χωρίς την τελική κρίση. Το μίσος του Hitler για τους Εβραίους είχε τις ρίζες του σε αυτό τον πνευματικό σφετερισμό». Ένα μικρό βήμα χωρίζει αυτή την άποψη του από την πεποίθηση ότι η Γερμανία ήταν κυρίαρχη φυλή. Ο Rauschning έγραψε για τον Hitler:
Το απόκρυφο δόγμα του προϋποθέτει έναν σχεδόν μεταφυσικό ανταγωνισμό με τους Εβραίους. Ο λαός του Ισραήλ, ο ιστορικός λαός του Πνευματικού Θεού, δεν μπορεί παρά να είναι άσπονδος εχθρός του νέου, του Γερμανικού, Εκλεκτού Λαού. Ο ένας θεός αποκλείει τον άλλο. Πίσω από τον αντισημιτισμό του Hitler αποκαλύπτεται ένας πραγματικός πόλεμος των Θεών.
Η Αγγλία το δέκατο έβδομο αιώνα φαινόταν να πιστεύει ότι εκείνη αποτελούσε τη χώρα του εκλεκτού λαού, όταν για λίγο έγινε κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη την εποχή του Cromwell, του Άγγλου Ναπολέοντα: «Ο Θεός αποφασίζει να ξεκινήσει μια νέα και μεγάλη περίοδο στην εκκλησία του, ακόμη και στην αναμόρφωση της ίδιας της μεταρρύθμισης' και όπως το συνηθίζει, αρχίζει από τους Άγγλους του...» και «Ας μην ξεχάσει η Αγγλία το καθήκον της να διδάξει τα έθνη πως να ζουν».
Η πουριτανική Αγγλία, όπως και η Λουθηρανική Γερμανία ήταν διαποτισμένη από την Παλαιά Διαθήκη. Μπορεί κανείς να διακρίνει μια παρόμοια πεποίθηση και στις Ηνωμένες Πολιτείες, με το «πεπρωμένο του έθνους» τους και χαρακτηρισμούς όπως «Ο Αμερικανός' αυτός ο Νέος Άνθρωπος»...


(β)
Ο συγγραφέας με τον όρο Ρωμαίικο αναφέρεται στους Έλληνες, σε Ελλάδα, Κύπρο αλλά και ευρύτερα. Περί της διάσωσης του ονόματος Ρούμ -το οποίο παραπέμπει ιστορικά στους Ορθόδοξους πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας γενικά- από τους Τούρκους και τους Αραβες (και το Κοράνι) και των ιχνών μνήμης σε επίπεδο ταυτότητας και ιστορικότητας, που το ονομα αυτό φέρει, σε επόμενη ανάρτηση. «Η διεύρυνση της Ευρώπης στα Νότιο Ανατολικά, στην Μικρά Ασία θέτει το ζήτημα της Ευρωπαϊκής ταυτότητας σε σχέση με το Βυζάντιο, την Ρωμανία» έχει γράψει ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, και αλλού αναφέρει «Το κλειδί για μια άλλη σχέση Ευρώπης-Ισλάμ βρίσκεται στη Μικρά Ασία, βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί μπορεί να λυθεί το ζήτημα της λεγόμενης σύγκρουσης των πολιτισμών». Ο Shimon Peres, στα γεράματα και εμφανώς ηπιότερος (παρά τις τυπικές ρητορικολογίες), έθεσε το δίλημμα για το Παλαιστινιακό (δες αμέσως παρακάτω). Γιουγκοσλαβία ή Μπενελούξ; Σήμερα βλέπουμε την απάντηση στο δίλημμα του. Όταν γίνει κατανοητό τι συνέβη τότε στα Βαλκάνια, θα γίνει κατανοητό και τι συμβαίνει τώρα στη Μέση Ανατολή.
---------------
Την ειρήνη όλοι βέβαια τήν επιθυμούν, ποιά όμως είναι ή βάση έπί τής όποίας στηρίζονται οί «ειρηνευτικές προσπάθειες» τής Ευρωπαϊκής Ένωσης; Άφού καμμιά θεωρία δέν υπάρχει, κανένα σχέδιο τής Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την σχέση της με τήν μεσογειακή περιοχή καί την άνατολικη Ευρώπη, καμμιά ιδεολογική προσέγγιση των πνευματικών μεσογειακών κόσμων ή καποια ένδειξη πώς κάτι τέτοιο είναι έπιθυμητό (η ιδεολογία του «ισλαμικού κινδύνου» είναι ικανή απόδειξη), ποιές είναι οι αρχές νομιμότητος βάσει τών όποίων η Ευρωπαϊκή Ένωση άσκεί, τήν μεσολαβητική της πολιτική; Καί πώς μεσολαβεί γιά τά Βαλκάνια καί σιωπά γιά τό Κουρδικό, που έχει άμεση σχέση αίτίου καί αίτιατου; Μπορούν νά λυθούν μερικώς καί μέ σιωπηρά ημίμετρα, δηλαδή χωρίς μιαν γενικώτερη γεωπολιτική θεώρηση πού όφείλουν όλοι νά ξέρούν, τά προβλήματα του μεσογειακού χώρου, στόν οποίον καί ή δυτική Ευρώπη υπάγεται;
Άλλά οί τακτικές αυτές δέν είναι αναίτιες. Η δυτική Ευρώπη έχουσα σήμερα απλώς την οικονομική υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενδιαφέρεται για τη λύση κάποιων μεσογειακών προβλημάτων, διότι έχει αντιληφθεί ότι κάτι τέτοιο σημαίνει γι' αυτήν οικονομικό κυρίως κέρδος. Δέν μπορει όμως νά απαλλαγή άπό τήν σημασία τής προϊστορίας των πραγμάτων, τά όποία άμεσα όδηγουν πρός τό Μεσανατολικό. Γιά τό όποιο ή δυτική Ευρώπη πιστεύει πώς έχει συμφέρον, όπως διεκηρύχθη, νά μή διαθέτη καμμιά αποψη προοπτικής. Οί πιθανές «λύσεις» έτσι, πάντα έμπειρικά ζητούμενες, είναι καθωρισμένες νά πάλλωνται μεταξύ άναγκαιότητος καί ιδεολογικών σκοπιμοτήτων.
Τό Ισλάμ είναι «κίνδύνος», άλλά είναι τότε «Ευρωπαίος» ο βαλκάνιος μωαμεθανός; Καί άν δέν είναι, πώς θά δεχθή τόν μεσολαβητικόν ρόλο τής Ευρωπαϊκής Ένωσης;... (ΙΙ)
...ή «Εύρώπη» τό μόνο πού έχει νά προτείνη ώς «νέο» είναι αύτό πού θά είχε νά προτείνη καί πρό δέκα αιώνων: νά ζή εις βάρος τής άνατολικής Μεσογείου χωρίς νά τό ομολογή, προσδίδοντας στό γεγονός φιλοσοφικές όνομασίες... Καί έπειδή ώς πρός αύτό έπί τού παρόντος ή «Εύρώπη» δέν έχει τίποτε τό νέο νά προτείνη, γι' αύτό καί κάθε «νέα τάξη» πραγμάτων είναι φυσικό νά τής είναι απόλυτα έχθρική. Τούτη ή τακτική όμως καθόλού δέν είναι απηλλαγμένη ριζικά άδιεξόδων καταστάσεων. Ιδού π.χ. πώς απηχούνται ειδικώτερα οί εύρωπαϊκές εκτιμήσεις στις αναλύσεις τού προαναφερθέντος ερευνητή [βλ. π.χ. Ε. Ο. Czempiel, Weltpolitιk im Umbruch. (Das Internationale System nach dem Ende des Ost-West-Κοnflikts), 1991, σελ. 47 κ.έ.]: σε όλες τις περιοχές τού κόσμου τις άπομακρυσμένες άπό τήν δυτική Εύρώπη, άναγνωρίζεται μιά αυτοδυναμία περιφερειακής άναπτύξεως καί πολιτικής σταθεροποιήσεως. Στήν περιοχή τού Ινδικού, στήν μέση καί νότια Αφρική, στήν νότια καί κεντρική Αμερική η περιφερειακή σταθεροποίηση είναι κάτι τό θεμιτό καί έπιθυμητό. Εκεί πού πρέπει όλα νά μείνουν όπως είναι, είναι άκριβώς ή περιοχή πού έχει τά μεγαλύτερα προβλήματα αύτή τήν στιγμή, δηλαδή τής άνατολικής Μεσογείου (στήν όποίαν περιλαμβάνονται τά Βαλκάνια, ή Μαύρη Θάλασσα καί ή Μέση Ανατολή). Η περιοχή τής Εγγύς και Μέσης Ανατολής, γράφει ό προαναφερθείς συγγραφέας, πρέπει να έξαιρεθή καί «νά μήν έπαφεθή στήν τάση της περιφερειακής άναπτύξεως». «Η ασφάλεια του Ισραήλ, ό πλούτος τού πετρελαίου καί ή στρατηγική σημασία τής περιοχής γιά τις βιομηχανίκές χώρες της Δύσης τήν έξαιρούν άπό τήν γενική κατεύθύνση του κόσμου... Η Εγγύς καί Μέση Ανατολή άρα δέν θά ύπαχθούν σέ περιφερειακή άνάπτυξη» (σελ. 68-69).
Η επιλεγμένη αοριστία εννοιών φανερώνει βέβαια τήν έμμονή σέ συγκεκριμένου είδους παραδεδομένες παραστάσεις, δηλαδή ότι ή δυτική Εύρώπη είναι ένας άπομονωμένος στήν αύτοσυνείδησή του χώρος από την Μεσόγειο, της οποίας το νόημα γι' αυτήν προκύπτει μόνο από τήν ιεράρχηση «στρατηγικών» αξιολογήσεων καί όχι άπό κάποια συνείδηση ιστορική. Γιατί όμως μιά «περιφερειακή άναπτυξη» αλλοιώνει τήν «στρατηγική σημασία» τής Μέσης Ανατολής γιά την δυτική Εύρώπη; Δέν μπορεί να υπάρξη άνάπτυξη πού νά μήν τήν άλλοιώνη; Τό ερώτημα αυτό, βέβαια, μόνο από μιά συλλογιστική συνολικής μεσογειακής συνείδησης θά μπορούσε νά προκύψη, πού βλέπομε να μην υπάρχη. Η δυτική Ευρώπη μόνο ως τέτοια βλέπει τόν εαυτό της σέ κάθε μελλοντική εξέλιξη τού κόσμου. Οχι ώς τμήμα ενός φυσικώς ώργανωμένου μεσογειακού οργανισμού. Χωρίς τήν ιστoρική οργάνωση ομως του μεσογειακού χώρου είναι πολύ άμφίβολο άν μπορούν νά διευθετηθούν άνάλογα προβλήματα άλλων γεωγραφικών εκτάσεων. Στά μεσογειακά προβλήματα υπάρχουν βεβαίως προτεραιότητες, άλλά χωρίς διευθέτηση του προβλήματος της Μέσης Ανατολής κανένα τελικώς πρόβλημα της Μεσογείου δέν μπορεί νά λυθή μακροπροθέσμως. Τούτο δέν είναι θέμα τών πολιτικών εργαστηρίων άλλά γεωπολιτικό καί ιστορικό δεδομένο δεκάδων αιώνων... Τά προβλήματα αυτά ακόμη μέχρι σήμερα δέν μοιάζει να απασχολούν κάν την συνείδηση τών δυτικοευρωπαίων μελετητών.
Σίγουρα τό κράτος τού Ισραήλ πολεμά για τήν «ασφάλειά» του, αυτό όμως δέν σημαίνει πώς εξασφαλίζει έτσι καί τήν ιστορική επιβίωση του, άκόμη κι' άν δεκαπλασιασθή. Διότι αύτή έξαρτάται άπό τις ιστορικές σχέσεις πού μπορεί νά άναπτύξη με τον ισλαμικό κόσμο και όχι από τα όπλα. Υπό άλλες συνθήκες το Ισραήλ θά μπορούσε νά παίξη ένα θετικό ρόλο, οί συνθήκες όμως αυτές βλέπομε πώς δέν προβλέπονται. Πρέπει έξ άλλου νά παραδεχθούμε ότι ουδέποτε άνεγνωρίσθη κατά τό παρελθόν, ότι είναι δυνατόν νά ύπάρξουν προβλήματα που θά μπορούσαν νά είχαν τις μακροπρόθεσμες άντανακλάσεις των στήν ίδια τήν Εύρώπη... (I)
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ........

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου