Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΩΣ ΕΘΝΟΣ-ΚΡΑΤΟΣ[Μέρος Β΄]

israel_map


 Όταν η επαγρύπνηση υπονομεύει την ελευθερία του λόγου

Μια πρόσφατη ανάλυση που θίγει το θέμα του φιλοισραηλινού λόμπι στην Αμερική έχει προκαλέσει σημαντικές επικρίσεις και διαμάχες. Στην έκθεσή τους, που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση London Review of Βοοks, ο Τζων Μήρσχάίμερ και ο Στήβεν Ουώλτ, δυο πανεπιστημιακοί καθηγητές που απολαμβάνουν εξαιρετικό κύρος, υποστήριξαν ότι αυτό που εξηγεί το μέγεθος της αμερικανικής υποστήριξης προς το Ισραήλ δεν ειναι κάποια ιδιαίτερη σύγκλιση εθνικών συμφερόντων αλλά η επιτυχημένη δράση του λόμπι. Το εντυπωσιακό της υπόθεσης δεν είναι τόσο η ουσία της επιχείρηματολογίας τους όσο οι εξαγριωμένες αντιδράσεις που προκάλεσαν: η συζήτηση για την ειδική σχέση ΗΠΑ-Ισραήλ, ανεξαρτήτως προθέσεων και σκοπών, εξακολουθεί να είναι ταμπού για τα κύρια αμερικανικά μέσα ενημέρωσης.
Ενώ οι κυριώτερες εφημερίδες τηρούσαν σιγή, ορισμένοι άλλοι αντέδρασαν άμεσα. Κάποιοι επικριτές των δυο συγγραφέων τούς καταλόγισαν πραγματολογικού τύπου σφάλματα, ενώ άλλοι τούς προσάπτουν ότι πήραν τοις μετρητοίς τις καυχησιολογίες των ανθρώπων του λόμπι και παραφούσκωσαν τη δύναμη, την ενότητα και το πολιτικό του εκτόπισμα. Και όπως είχαν προβλέψει άλλωστε οι ίδιοι οι συγγραφείς, δέχθηκαν επίσης την εμπρηστική κατηγορία του αντισημιτισμού: η "Αμερικανική Ένωση Αντι-Δυσφήμισης", (Anti-Defamation League), για παράδειγμα, κατάγγειλε αυτή την «κλασική [sic] συνομωσιολογική αντισημιτική ανάλυση», όπως την χαραχτήρισε. Ασχέτως του τι νομίζει κανείς για την αξία του ίδιου του άρθρου, φαινεται εντελώς αδύνατο να γίνει ορθολογική δημόσια συζήτηση σήμερα στις ΗΠΑ για την σχέση της χώρας με το Ισραήλ. Τα αίτια -και το βαρύ κόστος- αυτού του προβλήματος νομιμοποιούν την περαιτέρω εξέτασή του.
Ενώ πολλοί παγώνουν από το φόβο μήπως χαραχτηριστούν αντισημίτες -και δεν υπάρχει πιο δηλητηριώδης κατηγορία στην αμερικανική πολιτική ζωή-, γίνεται ολοένα πιο ασαφές τι ακριβώς σημαίνει ο όρος «αντισημιτισμός» σήμερα στην Αμερική. Στην πορεία του εικοστού αιώνα, αφ'ενός η εκκοσμίκευση της κοινωνίας και αφ' ετέρου ο πλούτος και το γόητρο των Αμερικανοεβραίων ενίσχυσαν την θέση τους στη ζωή του έθνους. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τώρα μόνο μια μικρή μειονότητα Αμερικανών ενστερνίζεται στα σοβαρά αντισημιτικές απόψεις. Ωστόσο ο φόβος του αντισημιτισμού δεν έχει χαθεί. Εκεί που κάποτε υποψιαζόταν κανείς -και συχνά διαπίστωνε- την παρουσία του στους χώρους δουλειάς και στον πολιτικό στίβο, σήμερα ο φόβος του αντισημιτισμού εκφράζεται ως ευαισθησία απέναντι σε κάθε επίκριση κατά του εβραϊκού κράτους. Οι Αμερικανοεβραίοι, συχνά αμφίθυμοι όσον αφορά στις μεθόδους που μετέρχονται οργανώσεις του λόμπι όπως η Αμερικανοισραηλινή Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων (AIPAC), γενικά συμμερίζονται τον βασικό της στόχο, δηλαδή την διατήρηση του υψηλού επιπέδού αμερικανικής στήριξης στο Ισραήλ. Όπως παρατήρησε ο βετεράνος σχολιαστής Ερλ Ράαμπ, υπάρχει η αίσθηση ότι αν τυχόν η Αμερική εγχαταλείψει το Ισραήλ, θα είναι, κατά κάποιο τρόπο, σαν να εγκαταλείπει τους ίδιους τους Αμερικανοεβραίους. Στην πορεία, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον αντισημιτισμό και την κριτική της πολιτικής του Ισραήλ θόλωσε. Η υπεράσπιση της χώρας που ο Μπέρναρντ Ρόζενμπλατ, ο περίφημος Σιωνιστής του Μεσοπολέμου, είχε προβλέψει ότι θα γινόταν «η Μικρή Αμερική της Ανατολής», είναι πλέον για πολλούς συνώνυμη με την υπεράσπιση των Εβραίων συνολικά.
Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα είχαμε στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2004 στις ΗΠΑ. Τότε ψηφίστηκε από το Κονγκρέσο ο "Νόμος περί Επίγνωσης του Παγκόσμιου Αντισημιτισμού" [Global Anti-Semitism Awareness Act], παρ' όλες τις ισχυρές ενστάσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Το υπουργείο εξωτερικών δεν έβλεπε για ποιο λόγο θα έπρεπε η επίσημη πολιτική των ΗΠΑ να ασχολείται ιδιαίτερα με μία οποιαδήποτε μορφή μεροληπτικής διάκρισης' άλλο τόσο ενοχλήθηκε από την γλώσσα του εν λόγω νόμού, σύμφωνα με τον οποίο το «ισχυρό αντι-ισραηλινό αίσθημα» ή ακόμη και «η μουσουλμανική αντίθεση στις εξελίξεις εντός του Ισραήλ και στις κατεχόμενες περιοχές» θα πρέπει να θεωρούνται ενδείξεις αντισημιτισμού.
Σ' ένα πρώτο επίπεδο, το Κονγκρέσο συντονίστηκε εδώ με τη διπλωματική στρατηγική της κυβέρνησης Σαρόν, η οποία προέβαλε εμφατικά τον αντισημιτισμό προσπαθώντας έτσι να εκτρέψει την κριτική που δεχόταν η πολιτική της στα Κατεχόμενα. Πίσω όμως από τις προσπάθειες του λόμπι κρύβονται κάποιες βαθύτερες σημασιολογικές μεταβολές του κυρίαρχου αμερικανικού δημόσιου λόγου. Το να ειναι κανείς σιωνιστής δεν του προκαλεί πολιτικά προβλήματα - αλλά όποιος δηλώνει αντισιωνιστής γίνεται αυτόματα ευάλωτος στη μομφή του αντισημιτισμού. Έτυχε μάλιστα ν' ακούσω κάποτε ένα φοιτητή να καταλογίζει αντισημιτισμό σε καθηγητή ο οποίος μίλησε για «Παλαιστίνη» -αντί του Ισραήλ-, στη διάρκεια μαθήματος για την Ρωμαϊκή εξουσία στην ανατολική Μεσόγειο, σαν να ήταν προβληματική κάθε αναφορά στην Παλαιστίνη, ιδίως αν δεν συνοδευόταν από αναφορά στο Ισραήλ.
Φυσικά, οι περισσότεροι λογικοί άνθρωποι αναγνωρίζουν ότι η αντίθεση στην ισραηλινή πολιτική είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα από τον αντισημιτισμό. Όσοι πάλι πιστεύουν το αντίθετο, δυσκολεύονται να εντοπίσουν τα όρια ανάμεσα στα δύο. Ο "Νόμος περί Επίγνωσης του Παγκόσμιου Αντισημιτισμού" κάνει λόγο για μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον αντισημιτισμό και την «αντικειμενική κριτική» στο Ισραήλ, δεν εξηγεί όμως πού βρίσκεται αυτή η γραμμή. Ο Λώρενς Σάμερς, πρώην πρόεδρος του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, στηλίτευσε τις «βαθιά αντιισραηλινές απόψεις» σαν «αντισημιτικές στα αποτελέσματά τους, αν όχι ως προς τις προθέσεις τους». Άλλοι μιλούν για «δυσανάλογη» κριτική και κατασπίλωση του Ισραήλ. Δεν είναι όμως φανερό το νόημα κανενός από αυτούς τους όρους. Και επειδή το τίμημα είναι υψηλό για όποιον ξεπερνά τα εσκαμμένα, το αποτέλεσμα είναι να τίθεται υπό επιτήρηση και να εμποδίζεται ο διάλογος. Κατάλαβα πόσο καταστροφικό για τη διδασκαλία και παιδαγωγικά επιβλαβές συνολικά μπορεί να γίνει αυτό, όταν μετείχα σε μια πανεπιστημιακη επιτροπή που εξέταζε τέτοιου τύπου ζητήματα.
Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουν μπει φραγμοί στην επιστημονική συζήτηση. Για να χρησιμοποιήσω ένα ακραίο αλλά σχετικό παράδειγμα: οι συγκρίσεις μεταξύ Ισραήλ και Τρίτου Ράιχ καταγγέλλονται συλλήβδην από τις οργανώσεις που συνήθως αποφαίνονται επί αυτών των θεμάτων. Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς τις αιτίες. Αυτή η αποκρουστική για πολλούς Εβραίούς επιζώντες των χιτλερικών στρατοπέδων σύγκριση με το κατ εξοχήν εγκληματικό κράτος του σύγχρονου κόσμού συχνά χρησιμοποιείται για να τεθεί υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα ύπαρξης του ισραηλινού κράτους. Και όμως, τόσο οι Γερμανοί όσο και οι Εβραίοι εθνικιστές -όπως και πολλοί άλλοι, τον εικοστό αιώνα- επιδίωξαν να εθνικοποιήσουν εδάφη χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό αποικιακής κατάκτησης κι εποικισμού. Και οι δύο αυτές ομάδες διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό την αποικιακή τους πολιτική αντιδρώντας στην ίδια ακριβώς ιστορική εμπειρία: τις προηγούμενες εκστρατείες των Γερμανών, που προσπαθούσαν να διώξουν τους Πολωνούς από τη γη τούς, τη δεκαετία του 1890. Βεβαίως διέφεραν ουσιαστικά στο πώς αντιμετώπιζαν αυτό το ιστορικό προηγούμενο, όπως και στον τρόπο που μεταχειρίστηκαν τους ντόπιους. Αλλά ακριβώς επειδή αυτές οι διαφορές μπορούν ν' αναδειχτούν μόνο μέσω της σύγκρισης, δεν βλέπω για ποιο λόγο θα πρέπει να επιτρέπουμε στην πολιτική ορθότητα να εμποδίζει την επιστημονική έρευνα.
Η επαγρύπνηση μπορεί να φτάσει στα άκρα. Η "Αμερικανική Ενωση Αντι-Δυσφήμισης", αφού κατάγγειλε αρκετούς Αμερικανούς πανεπιστημιακούς ότι δήθεν αρθρώνουν αντισημιτικό λόγο, πέρισυ κατηγόρησε και το προσωπικό του Εβράϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ. Είναι αλλόκοτη αυτή η καφκική εικόνα, ενός αμερικανοεβραϊκού μαντρόσκυλου που παρακολουθεί το ίδιο το Ισραήλ για αντισημιτισμό, κι όμως, από τη στιγμή που υπάρχουν ο μηχανισμός και η νοητική προδιάθεση, εδώ οδηγεί η λογική της επαγρύπνησης: ο αντισημιτισμός μπορεί να βρεθεί παντού. Στην πραγματικότητα, το πνευματικό κλίμα στο Ισραήλ είναι πιο εύρωστο από ό,τι στις ΗΠΑ, κι έτσι οι αρχές του Εβραϊκού Πανεπιστημίου απλώς αγνόησαν την καταγγελία.
Ωστόσο κανέναν δεν βοηθά το να επισείεται το φόβητρο του αντισημιτισμού ενάντια στους πάντες αδιακρίτως: μ' αυτό τον τρόπο μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι η σοβαρή κριτική και τα παρανοϊκά κηρύγματα, προσβάλλονται εκείνοι που πραγματικά υπέφεραν κάποτε από τον αντισημιτισμό, και καταπνίγεται ένας διάλογος απολύτως αναγκαίος στις ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο δεν θα πρέπει η σύμπραξη ΗΠΑ-Ισραήλ να υποστεί τη βάσανο μιας ανάλυσης με όρους κέρδους και ζημίας, ακριβώς όπως και κάθε άλλη πολιτική. Στο κάτω-κάτω, καμία ειδική σχέση δεν διαρκεί για πάντα: όσο γι' αυτό, ρωτήστε τους Βρετανούς.
Πρόλογος στο βιβλίο των John Mearsheimer και Stephen Walt
Το ισραηλινό λόμπι και η πολιτική των Η.Π.Α.
Εκδ Θυραθέν

Επίλογος



Η με κάθε πιθανό τρόπο υποστήριξη προς το Ισραήλ υπήρξε ακρογωνιαίος λίθος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από το 1967, αν όχι νωρίτερα. Λίγοι έχουν τολμήσει να την αμφισβητήσουν. Αλλά οι «λίγοι» αρχίζουν να γίνονται περισσότεροι, με ανοιχτή υποστήριξη από προσωπικότητες των ενόπλων δυνάμεων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η πολιτική του Ισραήλ είναι επικίνδυνη για τα στρατιωτικά συμφέροντα των Η.Π.Α. Θα συνεχιστεί, λοιπόν, αυτή η άκριτη υποστήριξη προς το κράτος του Ισραήλ τις επόμενες μια-δυο δεκαετίες; Αμφιβάλλω. Το Ισραήλ ίσως να είναι η τελευταία από τις συναισθηματικές δεσμεύσεις που θα ξεθωριάσουν. Το ότι θα ξεθωριάσει, όμως, είναι σχεδόν σίγουρο.


Tο Ισραήλ γνωρίζει ότι το κέντρο οικονομικοπολιτικής ισχύος μετατοπίζεται προς την Ασία τόσο από την άποψη οικονομικών πόρων όσο και από την άποψη οικονομικού δυναμισμού. Πράγματι, στον 21ο αιώνα ο πόλεμος για την ηγεμονία από την άποψη των οικονομικών πόρων και της δυναμικής θα διεξαχθεί στην Ασία παρά τη σώρευση κεφαλαίου και εμπειρίας στην Ευρώπη και στον Ατλαντικό. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου το Ισραήλ είχε προβληματικές σχέσεις με τις χώρες της Ασίας με εξαίρεση τις χώρες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν συνέχεια της Αγγλικής αποικιακής αυτοκρατορίας, όπως τη Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ. Το Ισραήλ έχει κατανοήσει ότι η αναδιαμόρφωση των σχέσεων και η διείσδυση στην Ασία θα καταστούν δυνατές μόνο με την απόκτηση της νομιμότητας στην περιοχή και την πραγματοποίηση της ειρηνευτικής διαδικασίας. Γι' αυτό τον λόγο με τη νέα εικόνα που προκαλεί τελευταία το Ισραήλ εγκαινίασε μία μεγάλη διπλωματική επίθεση προς τις μεγαλύτερες χώρες της Ασίας από την άποψη της ικανότητας επιρροής, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Ινδονησία. Όταν συνυπολογίσει κανείς το γεγονός ότι το Ισραήλ ανήκει στις χώρες που έχουν συνάψει ευρύτερες οικονομικές σχέσεις με τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, με την επιχειρούμενη από το ίδιο διπλωματική επίθεση θα μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα τον ρόλο της Ασίας στη μεταβαλλόμενη στρατηγική του Ισραήλ.


Δεν είμαστε ακριβώς ανίκανα μικρά παιδιά ξέρετε. Θα πρέπει να πετάξουν μέσα από τον δικό μας εναέριο χώρο στο Ιράκ [τότε που ήταν «δικός τους»]. Και εμείς θα καθίσουμε να τους βλέπουμε;... Πρέπει να είμαστε σοβαροί και να τους αρνηθούμε αυτό το δικαίωμα. Και αυτό σημαίνει μια άρνηση που δεν είναι απλά στα λόγια. Εάν πετάξουν από πάνω, τότε πας και τους αντιμετωπίζεις. Έχουν την επιλογή να επιστρέψουν πίσω ή όχι. Κανένας δεν εύχεται κάτι τέτοιο...
Μια συμβουλή που θα ήθελα να δώσω στην ισραηλινή κυβέρνηση είναι να μην εμπλακεί σε αυτήν την εκστρατεία για μια αμερικανική επίθεση στο Ιράν, γιατί δε νομίζω πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιτεθούν στο Ιράν, και εάν το έπρατταν, και οι συνέπειες ήταν καταστρεπτικές, δεν θα ήταν ιδιαίτερα καλό για τις αμερικανο-ισραηλινές σχέσεις, και θα υπάρξει μεγάλη δυσαρέσκεια προς το Ισραήλ. Ήδη έχει υπάρξει κάποια μετά από τον πόλεμο στο Ιράκ.

http://cosmoidioglossia.blogspot.gr/2014/07/i-ii.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου