Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

ΜΕΤΑΝΘΡΩΠΟΣ[Μέρος Γ΄]

Φιλοσοφικές και ανθρωπολογικές συνεπαγωγές

Ποια είναι η θέση που μπορεί να πάρει η φιλοσοφία απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις; Και ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη της θρησκείας μπροστά σε μια τέτοια προοπτική; Για τον Σπύρο Μάνδρο, που μοιάζει να μεταφέρει την παλιά διαφωτιστική αντίληψη για την κυριαρχία του Λόγου έναντι του Ανθρώπου, από τον μαρξισμό και την κομμουνιστική ουτοπία στην τεχνολογική επαγγελία του μετανθρώπου, τα πράγματα είναι καθαρά και το φιλοσοφικό δίλημμα αδήριτο:
Το δράμα που εξελίσσεται στο θέατρο της συνείδησής μας τώρα έχει έναν αλλιώτικο πρωταγωνιστή: Το άνυσμα του κοινωνικού χρόνου, δηλαδή τη συλλογική μας αντίληψη για το μέγεθος, την ταχύτητα και την κατεύθυνση της ιστορίας. Από τη μια πλευρά βρίσκεται ο οικείος κοινωνικός χρόνος, που κινείται με τους ρυθμούς του βιολογικού σώματος, έχει την έκταση της καταγεγραμμένης ιστορίας και κατάγεται / ωθείται από κάποιο λαμπρό παρελθόν. Και από την άλλη, ο (ελλείψει καλύτερου όρου) τεχνοκρατικός / επιστημονικός χρόνος, που παραδόξως συνθέτει ένα πρακτικώς άπειρο μέγεθος χρόνου (αστρονομικό, γεωλογικό, βιολογικό) με ακαριαίες νανοταχύτητες και κατευθύνεται / έλκεται από ένα κρυφό και τρομερό μέλλον.
Αυτό δηλαδή που παρακολουθούμε είναι η σύγκρουση δύο μειζόνων πνευματικών μας κατασκευών.[ ] Έχουμε έτσι τον μύθο του ανθρώπου, όπως τον έπλασαν και τον επέβαλαν οι Έλληνες («μέτρο των πάντων ο Άνθρωπος»), και έχουμε και τον αναδυόμενο μύθο του μετανθρώπου («μέτρο των πάντων ο Λόγος»), που διεκδικεί σήμερα τη δική του ηγεμονία[xxvi].
Απέναντι σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, οι κοινωνίες, για μια ακόμα φορά, θα πρέπει να επιλέξουν μπρος στις νέες προκλήσεις που διαγράφονται. Ο Σπύρος Μάνδρος –και σε αυτό θα τον ακολουθήσει και ο Στέλιος Ράμφος– θα επιλέξει τον «Λόγο» (δηλαδή τον εργαλειακό Λόγο) σε αντιπαράθεση με τον «Ανθρωπο». Ωστόσο –ευτυχώς– οι δυνατές επιλογές είναι περισσότερες, όσες και οι πιθανοί συνδυασμοί λύσεων:
Η πρώτη είναι εκείνη της «τεχνοφασιστικής» αντιμετώπισης των αδιεξόδων. Απέναντι, λοιπόν, στα προβλήματα που θα θέσει τις επόμενες δεκαετίες η υπερθέρμανση, η μόλυνση, ο υπερπληθυσμός, η «τρομοκρατία», η πιθανότητα (μήπως η βεβαιότητα;) της χρήσης πυρηνικών η βιολογικών όπλων, η λύση δεν θα αναζητηθεί στην αντικατάσταση του αναπτυξιακού εργαλειακού μοντέλου από το εναλλακτικό πρότυπο της αποανάπτυξης, αλλά, αντίθετα, στην «προσαρμογή» του ανθρώπου στις νέες συνθήκες και επομένως στην κατασκευή του υπερανθρώ που-με ταν θρώ που. Ο «Άγιος Βονιφάτιος» σε ένα κείμενό του που μετέφρασε ο Σπύρος Μάνδρος, θα προβάλει, εξιδανικεύοντας την, αυτή την προοπτική –που αποτελεί την αναπόφευκτη έκβαση και κατάληξη του εργαλειακού διαφωτισμού–, την έλευση της «Κυβέρνιας»:
Για να αντέξουμε τη προαιώνια απειλή του κοσμικού σκοταδιού και το μοτίβο της πυρηνικής αποκάλυψης που οι ίδιοι φτιάξαμε, πρέπει να αποκτήσουμε κάποιο είδος ανθεκτικότερης και πιο ευπροσάρμοστης και ευέλικτης σωματικής κατασκευής.
Βλέπω να έρχεται η εκπλήρωση όλης αυτής της μυθολογίας, όλης αυτής της θρησκευτικής μανίας για μεταγένεση. Για να επιβιώσουμε, γνωρίζουμε συλλογικά και υποσυνείδητα πως πρέπει να νευρομοσχευθούμε, να βιοσυγκολληθούμε και να υπερμορφοποιηθούμε στην πιο στενή συμβίωση με τον βιο-μηχανικό και ηλεκτρονικό κόσμο. Σαν ζωντανός υδράργυρος, να γίνουμε ικανοί να παίρνουμε οποιαδήποτε μορφή ή ψευδοφυσιογνωμία. Τα περιγράμματα του σώματος και του νου και του πνεύματός μας να χύνονται με την ταχύτητα της μεγα-ενισχυμένης σκέψης και βούλησης σε οποιοδήποτε αναγκαίο βιοκαλούπι. [ ]
Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τα μαλακά και σπογγώδη σάρκινα κελύφη μας, καθώς και τις αρχές που κυβερνούν την ημίρρευστη αυτή φόρμα. Πρέπει να γίνουμε άκαμπτο βιομέταλλο.
Παρατηρείται έλλειψη τροφίμων; Δημιουργούμε γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα, άσχετα με τους πιθανούς κινδύνους και επιπλοκές! Οι άνθρωποι αυξάνονται υπερβολικά στον πλανήτη; Κατασκευάζουμε τεχνητά μεγαθήρια όπου σε ένα κτίριο θα ζουν ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όπως ετοιμάζεται στην Ιαπωνία. Το κόστος των συνταξιούχων και των ασθενειών γίνεται δυσβάστακτο, καθώς οι πληθυσμοί γερνούν σταδιακά; Παρεμβαίνουμε στο γονιδιακό υλικό για να αντιμετωπίσουμε τις ασθένειες, άσχετα με τους πιθανούς κινδύνους της απρόβλεπτης μεταλλαγής του ανθρώπινου γονιδιώματος. Αντιμετωπίζουμε προβλήματα υγείας ή εμφάνισης; Η απάντηση είναι «απλή», δημιουργούμε έναν ημιτεχνητό άνθρωπο, όπως γίνεται ήδη με την προσθετική ιατρική, την προσθήκη σιλικόνης στα στήθη των γυναικών και, τέλος, επιτυγχάνουμε την «αιώνια σεξουαλική νεότητα» με κάποιο ενισχυμένο viagra.
Και η πορεία δεν γνωρίζει τέλος: μεσομακροπρόθεσμα, δημιουργούμε νέα είδη, κατασκευασμένα στον δοκιμαστικό σωλήνα και πιθανώς, σε κάποια πιο απομακρυσμένη στιγμή, θα φθάσουμε ακόμα και σε νέα ανθρωποειδή ή ανθρωπίδες, πιθανόν και «ρέπλικες», όπου το ζωντανό έμβιο υλικό θα συνδυάζεται με το μηχανικό-άψυχο. Έτσι, θα παραμείνει αδιατάρακτο το σημερινό μοντέλο της σπατάλης και της ερήμωσης της γης˙ πιθανώς δε την άνοδο της θερμοκρασίας από το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα την αντιμετωπίσουμε με γονιδιακές μεταλλάξεις, φυτών, ζώων και... ανθρώπων, αντί να καταργήσουμε π.χ. την εκτεταμένη καύση του πετρελαίου. Το οικολογικό κίνημα στην πρώτη του ριζοσπαστική νεότητα χαρακτήριζε αυτή την εκδοχή τεχνοφασιστική, απολύτως συμβατή με τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Σε μια τέτοια εκδοχή, όλο και περισσότερα εμπορεύματα θα κυκλοφορούν με αυξανόμενα μεταφορικά μέσα και ο πλανήτης θα μεταβληθεί σε ένα τεχνο-γαιο-ανθρώπινο σύστημα.
Μια τέτοια «μετάβαση» όμως απαιτεί και την καταστροφή του παραδοσιακού ψυχισμού του ανθρώπου, την κατασκευή ενός «νέου ανθρώπου. Και μήπως, απέναντι στην αδυναμία «προσαρμογής» του ανθρώπινου ψυχισμού σε απανθρωπους ρυθμούς ζωής, δεν επιλέγεται ήδη η λύση των ψυχοτρόπων φαρμάκων και ουσιών και της εικονικής πραγματικότητας, εγκαταλείποντας, σταδιακώς, τις «παραδοσιακές», ψυχολογικές, ηθικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές απαντήσεις στο ανθρώπινο αίνιγμα;
Να υιοθετήσουμε ένα άκαρδο πνεύμα επιβίωσης όπου η ηθικότητα και το έλεος θα εξοστρακιστούν αμείλικτα, καθώς θα παλεύουμε να ελέγξουμε και να σταθεροποιήσουμε τη νέα βιο-μηχανική μας κατάσταση ύπαρξης. Η ίδια η Γη, όλο και πιο εχθρική και αντιδραστική στη ρύπανση και τις βιαιότητές μας πάνω της, θα εκκολάψει αυτή τη νέα και τρομερή τάξη ζωής. Αυτό που θα επιβιώσει, θα αδράξει τα άστρα. [ ]
Ένας νέος και ανώτερος πολιτισμός, σμιλεμένος από τη βιοδιασπασμένη ενδοχώρα που θα ακολουθήσει τον καταστροφικό αποδεκατισμό αυτής της κουλτούρας στην οποία ζούμε και αναπνέουμε σήμερα υπό προθεσμία μέχρι την έλευση του μεγάλου ισοπεδωτικού κυκλώνα της κυβερνοσάρκας. Ένα είδος κοινωνιοβιολογίας και ιεραρχικαλισμού και οργάνωσης και ελευθερίας του όντος τόσο διαφορετικό και αδιανόητο για τις σημερινές μας νόρμες που καμιά ηθική ή βιολογική σύγκριση δεν είναι επαρκής. Βιοκολεκτίβες και μαζικοί νόες και σύνθετα όντα και ανθρωποαποικίες και ουλτραμορφές και υπεραρχέτυπα και κυβερνοκυψέλες και πολυπυραμιδικοί εγκέφαλοι. Η Κυβέρνια θα είναι ένας τεράστιος και χαοτικός τόπος όπου τίποτα δεν είναι αδύνατο[xxvii].
Η συνειδητοποίηση των διακυβευμάτων δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ευκρινής και κυνική. Από τον Άριο-υπεράνθρωπο των Ναζί – και τον «θεωρητικό αντιουμανισμό» ορισμένων αφελών μαρξιστών διανοουμένων– θα περάσουμε στον τεχνολογικό υπεράνθρωπο: «Να υιοθετήσουμε ένα άκαρδο πνεύμα επιβίωσης όπου η ηθικότητα και το έλεος θα εξοστρακιστούν αμείλικτα». Δεν είναι βέβαια τυχαίο πως οι Ναζί θα αναπτύξουν την ευγονική, και θα προωθήσουν πρώτοι τις έρευνες για την κλωνοποίηση επιθυμώντας να προσδώσουν μια στέρεη «βιο-τεχνολογική» βάση στα οράματα της έλευσης του υπεράνθρωπου. Η «τεχνο-φασιστική» εκδοχή εμφανίζεται ως απάντηση στην ερήμωση που προκαλεί η πληθυσμιακή μεγέθυνση και η βιομηχανική επέκταση και γι' αυτό είναι πολύ εύκολο να εκληφθεί και να προωθηθεί καταλλήλως ως μια αναπόφευκτη εξέλιξη.
Όπως σημειώνει και ο Τζέρεμι Ρίφκιν, είναι λάθος να ταυτίζουμε τη νέα ευγονική με την περίοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Στην εποχή του γενετικού σχεδιασμού, ο κάθε γονιός θα έχει την υποχρέωση να φροντίζει για την υγεία του παιδιού του, όχι από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, αλλά και από τη σύλληψη μέχρι τον τοκετό. Αυτό επιφέρει μια βασική αλλαγή στη σχέση γονέα-παιδιού. Το παιδί δεν είναι πλέον ευλογία του Θεού, αλλά προϊόν παρέμβασης. «Ο γονιός του είναι ο ευγονιστής, όχι ο Χίτλερ! Όμως στο παιδί μπορεί να μην αρέσει το γενετικό πρότυπο που επέλεξε ο γονιός του...». Ένας άλλος μεγάλος κίνδυνος που απειλεί την κοινωνία της γενετικής μηχανικής είναι εκείνος του γενετικού στιγματισμού και των γενετικών διακρίσεων: «Ο κίνδυνος των γενετικών διακρίσεων είναι τόσο σοβαρός όσο σήμερα των θρησκευτικών, εθνικών ή φυλετικών διακρίσεων. Οι εργοδότες θα θέλουν να γνωρίζουν ποια είναι η γενετική σου σύνθεση προκειμένου να αποφασίσουν για, π.χ., θέματα προαγωγής. Ας υποθέσουμε ότι μεταξύ τριών υποψήφιων οι δύο έχουν γενετική προδιάθεση για καρκίνο, ενώ ο τρίτος όχι. Ποιον θα διαλέξει η επιχείρηση;» [xxviii]
Η δεύτερη πιθανή αντίδραση είναι εκείνη του τρόμου και της απορίας μπροστά στο νέο που έρχεται, και το οποίο οδηγεί είτε στη σιγή και τον φόβο μπροστά στις σαρωτικές αλλαγές που ανατέλλουν –δεν είναι τυχαίο πως το ζήτημα του μετανθρώπου δεν συζητείται σχεδόν καθόλου την Ευρώπη, για να μην αναφερθούμε στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ– είτε στην αναδίπλωση σε παρωχημένες δοξασίες και πίστεις, την επιστροφή σε κάποιον χρυσό αιώνα του παρελθόντος. Ιδιαίτερα σε μας, στην Ελλάδα, σε μια στιγμή διερώτησης για τη συλλογική μοίρα μας στη νέα χιλιετία, η προσφυγή στο ιστορικό μας παρελθόν παίρνει ακόμα και μορφές καρικατούρας[xxix]. Αυτή η αναδίπλωση σημαδεύει συχνά τους πιο ευαίσθητους και αξιόλογους ανθρώπους που δεν μπορούν να ανεχθούν τη λογική της ομοιομορφοποίησης και της κυριαρχίας των τεχνημάτων πάνω στον άνθρωπο και απορρίπτουν, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά ηθικά κριτήρια, την έλευση ενός τρομακτικού κόσμου. Όμως αρκούν άραγε τα ηθικά κριτήρια για να απαντήσουν σε μια «αδήριτη τεχνο-πραγματικότητα», κατασκευασμένη από πυρίτιο και ριβο-νουκλεϊνικά οξέα που ανατέλλει σε αυτή τη «νέα» χιλιετία;
Είναι άραγε πιθανή ή δυνατή μια τρίτη αντιμετώπιση; Μια επιλεκτική χρήση της τεχνολογίας, η απελευθέρωσή της από την εμπορευματική λογική του «αποτελέσματος», που αποτιμάται σε κέρδος, η αναβάθμιση της ανθρώπινης παράδοσης παράλληλα με την αναφορά στο μέλλον; Γιατί το μεγάλο ερώτημα θα είναι ακριβώς o εξανθρωπισμός του μέλλοντός μας. Έτσι, η καθιέρωση «απαγορεύσεων», παράλληλα με την ανάπτυξη της γνώσης σε κατευθύνσεις που ενισχύουν την ανθρώπινη κοινωνικότητα και αλληλεγγύη, είναι άραγε εφικτή ως η μόνη μη τεχνοφοβική απάντηση στην πρόκληση του μέλλοντος; Ο Μπιλ Τζόυ, στο προαναφερθέν κείμενό του, τονίζει πως:
[ ] Η αποχή από τις επικίνδυνες τεχνολογίες δεν θα μπορέσει να γίνει πράξη αν οι επιστήμονες και οι μηχανικοί δεν υιοθετήσουν έναν αυστηρό κώδικα δεοντολογίας, έναν κώδικα όπως ο όρκος του Ιπποκράτη, και αν δεν έχουν το κουράγιο να εναντιωθούν, όποτε αυτό είναι απαραίτητο, ακόμη και με υψηλό προσωπικό κόστος. [ ] Στον 21ο αιώνα, αυτό απαιτεί επαγρύπνηση και προσωπική υπευθυνότητα εκ μέρους όλων όσοι εργάζονται τόσο στις πυρηνικές, βιολογικές και χημικές τεχνολογίες όσο και στη γενετική, τη νανοτεχνολογία και τη ρομποτική, προκειμένου να αποφευχθούν η δημιουργία όπλων μαζικής καταστροφής, αλλά και η γνώση που θα καθιστούσε εφικτή τη μαζική καταστροφή[xxx].
Είναι ωστόσο προφανές πως μια τέτοια αλλαγή της σχέσης με την τεχνολογία και την παράδοση καθώς και μια λογική προσωπικής υπευθυνότητας των επιστημόνων προϋποθέτει ριζικές οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Γιατί, στα πλαίσια του σημερινού κοινωνικού και ιδεολογικού υποδείγματος που ωθεί διαρκώς σε μια μεγέθυνση οιστρηλατούμενη από το κέρδος και την κατανάλωση και όπου ο ανθρώπινος πληθυσμός και η παραγωγή διευρύνονται, δεν μπορεί να υπάρξει άλλη απάντηση εκτός από την μετανθρώπινη κατάσταση. Η απλή διατήρηση της ανθρωπικότητάς μας προϋποθέτει τη ριζική ανατροπή του εργαλειακού διαφωτισμού. Φθάνουμε πλέον στο όριο της μετάλλαξης. Και θα πρέπει να αποφασίσουμε.
Θα πρέπει κατ' αρχάς να απορρίψουμε διαρρήδην τη λογική πως η τεχνολογία είναι «ουδέτερη» και το μόνο πρόβλημα έγκειται στην «κα λή» ή «κακή» χρήση της, όπως ισχυρίζεται ο τεχνοστρόφος «προοδευτισμός». Και βέβαια, η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη. Αναπτύσσεται πάντα προς τις κατευθύνσεις που επιτάσσει το κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα και το κυρίαρχο κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο. Αρκεί να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα: Η έρευνα για τις εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που είχε αναπτυχθεί στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ως συνέπεια της ανόδου της τιμής του πετρελαίου, στη δεκαετία του 1990 καρκινοβατούσε εξ αιτίας της… πτώσης των τιμών και μπορεί να αναπτυχθεί και πάλι μόνο μετά μια νέα άνοδο των τιμών του πετρελαίου. Η έρευνα για τα μαζικά μέσα μεταφοράς έχει κυριολεκτικά καταποντιστεί ενώ αναπτύσσεται εκείνη για το ιδιωτικό αυτοκίνητο. Στην ιατρική αναπτύσσεται και χρηματοδοτείται η έρευνα για τις μεταμοσχεύσεις και όχι βέβαια για τις επιδημίες που μαστίζουν τον Τρίτο Κόσμο. Τέλος, τα πυρηνικά εργοστάσια προτιμούνται από τα πιο συγκεντρωτικά κράτη γιατί απαιτούν την ύπαρξη ενός συγκεντρωτικού μοντέλου διαχείρισης, ενώ αντίθετα, οι ανεμογεννήτριες και τα ηλιακά οδηγούν σε διάχυση των ενεργειακών πηγών και της εξουσίας, κ.ο.κ.
Μόνο εάν οι επιλογές των ανθρώπων στρέφονταν εκ νέου προς μια κοινωνιοκεντρική κατεύθυνση η τεχνολογία θα προσέφερε ίσως μία λύση, όπου η ηθική, οικολογική και κοινωνική εξέλιξη θα τιθάσευε την οικονομο-τεχνοκρατική παρεκτροπή. Ο Ρίφκιν, ως προς τη βιοτεχνολογία και τις εφαρμογές της, είναι αρκετά σαφής, εμπνεόμενος από τη «μαλακή» χρήση της τεχνολογίας που είχαν αναπτύξει οι παλαιότεροι πολιτισμοί, πριν από τον καπιταλισμό:
Κοιτάξτε, η νέα βιολογία θα μπορούσε είτε να αποτελέσει ένα εργαλείο για την αναγέννηση της ανθρώπινης κοινωνίας, είτε ένα μέσο για την καταστροφή της. Υπάρχει αφ' ενός ο «σκληρός» δρόμος των «διορθωτικών» παρεμβάσεων, που ακολουθούν οι περισσότεροι μοριακοί βιολόγοι, και αφ' ετέρου ο «μαλακός» τρόπος, που διερευνά τις σχέσεις ανάμεσα στις γενετικές μεταλλάξεις και τις περιβαλλοντικές αλλαγές. [ ]
Επιτρέψτε μου να αναπτύξω τον «μαλακό» δρόμο, που θεωρώ ότι αποτελεί την εναλλακτική χρήση της βιοτεχνολογίας. Το 70% των ασθενειών που προσβάλλουν τους κατοίκους των πλούσιων χωρών είναι ασθένειες των πλουσίων: άγχος, καρδιακές προσβολές, διαβήτης κτλ. Γνωρίζουμε ότι το 70% αυτών των ασθενειών βασίζονται σε γενετική προδιάθεση, που ενεργοποιείται από περιβαλλοντικά ερεθίσματα. Γνωρίζουμε επίσης ότι αυτά τα γονίδια μπορεί να μην ενεργοποιηθούν ποτέ αν ακολουθήσουμε μια συγκεκριμένη δίαιτα ή τρόπο ζωής. Όλοι, π.χ., οι άνδρες γνωρίζουν σήμερα ότι, αν τρώνε τρεις φορές την εβδομάδα σάλτσα ντομάτας, δεν θα πάθουν καρκίνο του προστάτη. Αυτό που προτείνω είναι να χρησιμοποιήσουμε τις τεράστιες γνώσεις που μας παρέχει η σύγχρονη βιοτεχνολογία, για να βελτιώσουμε την πρόληψη, αντί να ακολουθήσουμε τον «σκληρό» δρόμο της διόρθωσης του γενετικού μας εξοπλισμού....
Μόνο σε ακραίες περιπτώσεις θα προσέφευγα στον «σκληρό» δρόμο, χρησιμοποιώντας τα γενετικά φάρμακα, ορισμένα από τα οποία είναι ομολογουμένως εκπληκτικά. Θα δεχόμουν επίσης τη σωματική θεραπεία, όπου η επέμβαση γίνεται μόνο στα σωματικά κύτταρα και οι γενετικές μεταβολές δεν μεταβιβάζονται στους απογόνους. Όμως δεν δέχομαι σε καμία περίπτωση τη θεραπεία της αναπαραγωγικής σειράς, όπου οι γενετικές μεταβολές γίνονται στο σπέρμα, στο ωάριο και στα εμβρυακά κύτταρα και περνούν σε όλες τις μελλοντικές γενιές[xxxi].
Μια τέτοια λογική φαίνεται να πρυτανεύει στους κόλπους ενός αυξανόμενου ποσοστού θεραπευτών και γιατρών, που επανεισάγουν –ή μάλλον επιχειρούν να το κάνουν– στη «σκληρή» δυτική ιατρική τόσο την ιπποκρατική αντίληψη της ψυχοσωματικής ασθένειας, τις αρχές μιας υγιεινής ζωής, ως στοιχείο πρόληψης πριν νοσήσει ο οργανισμός, όσο και τις θεραπευτικές μεθόδους των ανατολικών και των «πρωτογόνων» λαών. Και μόνον σε ακραίες περιπτώσεις ασθένειας και ανάγκη χειρουργικής επέμβασης, επιλέγουν την προσφυγή στις μεθόδους της σκληρής ιατρικής. Μια τέτοια αντίληψη δεν εξασφαλίζει μόνο τεράστια οικονομία μέσων (ο τομέας της υγείας είναι ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος βιομηχανικός τομέας στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, ενώ ξεπερνάει στις ΗΠΑ το 15% του ΑΕΠ) και ανθρώπινου πόνου, αλλά απορρίπτει την εργαλειακή και μηχανοκεντρική αντίληψη του ανθρώπινου οργανισμού που εισήγαγε ο διαφωτισμός – το ανθρώπινο σώμα ως μηχανή του Καρτέσιου ή του Λα Μετρί.
Με βάση αυτή την αρχή, μπορούμε να φανταστούμε μια επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη που δεν θα οδηγεί στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο του Χάξλεϋ και σε πειράματα με το γονιδιακό υλικό του ανθρώπου, αλλά στην εξάλειψη της άχρηστης και «βάναυσης» εργασίας προς όφελος των πιο δημιουργικών και αυτο-εμπλου τιστικών δραστηριοτήτων.

Ο «Λόγος» ενάντια στον άνθρωπο;

Στο, παροξυστικά «υπερ»διαφωτιστικό, δίλημμα, Λόγος έναντι Ανθρώπου, όπως το έθεσε πιο πάνω ο Σπύρος Μάνδρος, υπερακοντίζοντας ακόμα και το κλασικό δίπολο Άνθρωπος/Λόγος έναντι της Φύσεως, όπως το έθετε ο διαφωτισμός, πρέπει να αναζητηθεί μια απάντηση στα όρια αυτής της πρόκλησης. Ας θυμηθούμε την κατακλείδα της ανάπτυξης του Μάνδρου: «Έχουμε έτσι τον μύθο του ανθρώπου, όπως τον έπλασαν και τον επέβαλαν οι Έλληνες ("μέτρο των πάντων ο Άνθρωπος"), και έχουμε και τον αναδυόμενο μύθο του μετανθρώπου ("μέτρο των πάντων ο Λόγος"), που διεκδικεί σήμερα τη δική του ηγεμονία»[xxxii]. Ο Λόγος αποσπάται έτσι από τον ίδιο τον Άνθρωπο και αντιπαρατίθεται ευθέως σε αυτόν, και, όπως θα τονίσει και ο Στέλιος Ράμφος, οδηγείται «επέκεινα του είναι»[xxxiii].
Ο Άνθρωπος του Καρτέσιου, του Μπέικον, του διαφωτισμού, αντιπαρατέθηκε ως «Λόγος», θεϊκός ή μη, προς τη Φύση και έθεσε ως στόχο του την υποταγή της. Τώρα πλέον, στην αρχόμενη εποχή της μηχανοκρατίας και του «μετανθρώπου», ο Άνθρωπος υποβιβάζεται στην ήδη υποτελή επικράτεια της Φύσεως και ο Λόγος αυτονομείται από τον ίδιο τον άνθρωπο, ως ένας νέος παντοδύναμος μηχανικός ή κοινωνικός –αδιάφορο πλέον– θεός. Σημασία έχει ότι ο εργαλειακός (κατά κυριολεξίαν) Λόγος αποσπάται από τον ίδιο τον άνθρωπο που τον παρήγαγε. Η «υπερνεωτερικότητα» της μεταμοντέρνας τεχνοκρατικής εποχής σκοτώνει τον ίδιο τον Άνθρωπο-Λόγο του διαφωτισμού. Έτσι αποκαλύπτεται πως το σκουλήκι βρισκόταν ήδη στην καρδιά του καρπού. Ο διαφωτισμός παρήγαγε έναν σολιψιστικό κόσμο –που έφτασε στα άκρα με τον Φίχτε, τον Χέγκελ, και τον «μαρξιστικό» Μαρξ– έναν κόσμο που είχε ήδη αντιπαραθέσει τον άνθρωπο προς τη φύση. Αντιθέτως, ο αρχαίος κόσμος, και ιδιαίτερα ο αρχαιοελληνικός, θεωρούσε τον άνθρωπο μέσα στη Φύση –τον Κόσμον˙ η αρχαιοελληνική εκδοχή του «μέτρον απάντων άνθρωπος» δεν συμπεριελάμβανε τον Κόσμο στην υπέροχη και αδιατάρακτη ολότητά του, αλλά ίσχυε μόνον για τα συμβεβηκότα του ανθρώπινου κόσμου, που ανήκε στο «υποσελήνιο» σύμπαν. Ο διαφωτισμός διέστρεψε και επεξέτεινε αυτή τη λογική σε κυριαρχία επί της φύσεως – ο άνθρωπος ως μέτρον απάντων, κυριολεκτικώς, ως η κορωνίδα της δημιουργίας, ως ο κύριος και κάτοχος της φύσης.
Δεδομένου όμως ότι ο άνθρωπος, εν τέλει, παραμένει Φύση («δέσμιός της», θα επαναλαμβάνει ένας πανίσχυρος κοινός τόπος), ο εργαλειακός Λόγος αποσπάται και από τον ίδιο τον άνθρωπο και βαδίζει σε μια νέα σάρκωση, μηχανοκεντρική. Ο Λόγος αρχικώς θα σαρκωθεί στον Θεό, εν συνεχεία στον Θεάνθρωπο, με τον Διαφωτισμό στον ίδιο τον Άνθρωπο tout court, για να φτάσει πλέον να εγκαταλείψει το σάρκινο σκήνωμά του και να εξέλθει του ίδιου του ανθρώπου
Η αντιπαράθεση λοιπόν του ανθρώπου με τη φύση καταλήγει στην έσχατη ύβρη της αντιπαράθεσης του ανθρώπου με τον λόγο. Ύβρη απέναντι στην οποία μόνο μία αντίστροφη κίνηση είναι δυνατή, η ανασύνδεση του ανθρώπου με τη φύση και η αντιμετώπιση του λόγου ως μορφής της εξέλιξης της ίδιας της φύσεως – αν αναχθούμε σε ένα επίπεδο αφαίρεσης τέτοιο που να θεάται τη φύση ως σύνολο και να εντάσσει τον άνθρωπο ως μέρος σε αυτή.
Στις μέρες μας, αυτός ο εξωτερικός, έναντι του Ανθρώπου, Λόγος, παύει πλέον να είναι κατ' εξοχήν θεολογικός, κοινωνικός, ή… ψυχαναλυτικός και φιλοσοφικός, όπως συνέβαινε στο μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα και τείνει να καταστεί μηχανικο-τεχνολογικός, ως έκφραση πλέον του νέου τεχνολογικού μεσσιανισμού.
Καθίσταται λοιπόν βέβαιο ότι οι συγκρούσεις και οι αντιπαραθέσεις της χιλιετίας στην οποία έχουμε ήδη εισέλθει θα έχουν ως επίδικο αντικείμενο την κατεύθυνση και τη χρήση της τεχνολογίας. Παραφράζοντας τον Μαρξ, θα μπορούσαμε να πούμε πως η πάλη των τάξεων θα μεταβληθεί σε πάλη για την κατεύθυνση και τη χρήση της τεχνολογίας, ώστε να μη φθάσει να γίνει, όπως την περιγράφει η επιστημονική φαντασία, μία πάλη ανάμεσα στον άνθρωπο και τον μετάνθρωπο, ανάμεσα στον άνθρωπο και τη μηχανή. Σε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι έχουν υποκατασταθεί στην κορωνίδα της εξέλιξης από τις μηχανές, –μας λέει ο κυριολεκτικά προφητικός Άγγλος συγγραφέας Σάμιουελ Μπάτλερ ήδη το 1872, όταν έγραψε το μυθιστόρημά του για τη μυθική νήσο του Erewhon[xxxiv] (Nowhere, πουθενά)– οι Ερεχονιανοί υποχρεώθηκαν εν τέλει να καταστρέψουν τις περισσότερες από τις μηχανές τους για να διατηρήσουν την ανθρωπικότητά τους.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ "ΑΡΔΗΝ"






2 σχόλια:

  1. Μποτίλια στο Πέλαγος10 Οκτωβρίου 2012 στις 1:06 μ.μ.

    Πολύ σημαντική σειρά αναρτήσεων. Νομίζω ότι δεν αποτελεί ξιπασμό ή υπερβολή η διαπίστωση, ότι αυτή πέφτει ως καπάκι στον ντέτζερη τού "Ναυαγού τού Χρόνου", ώστε να επιτρέπεται να εκφράσσω τις ευχαριστίες μου για την συνεργασία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα φίλε μου!μα δεν είπαμε πώς ετσι λειτουργώ;;δεν μιλάω μέν πολύ αλλα συμμετεχω στην ομάδα με τον τρόπο μου!στο μεταξυ εσυ εχεις ανοίξει τεραστιο θέμα!Τό τριπτυχο ηταν Ηρωας-Αγιος-Σοφός..αλλα απ τον ηρωα, η μετάβαση δεν εγινε στο επομενο σταδιο,οπότε το "μετα" μένει μεταιωρο[ουτε καν μεταηρωας δεν υπήρξε]..τελος πάντων,αναμενω εναγωνιως την συνεχειά σου στο μπλόγκ σου..ασπασμούς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή