Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

ΜΕΤΑΝΘΡΩΠΟΣ[Μέρος Β΄]

Ο "μετάνθρωπος", ελπίδα ή εφιάλτης;

Γ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ

Η ιδέα της «υπέρβασης» της ανθρώπινης φύσης δεν είναι καινοφανής και μας καταδιώκει από πολύ παλιά, πότε ως όνειρο και πότε ως εφιάλτης. Η πρώτη στιγμή υπήρξε εκείνη του μύθου και της θρησκείας… Ο ημίθεος, ο ήρωας, αποτελούν ήδη μια εκδοχή ενός μυθολογικού μετανθρώπου, από τους Ινδιάνους της Αμερικής μέχρι τους Ομηρικούς ήρωες και τον Ηρακλή. Ο ήρωας εμφανίζεται ως η σύμμειξη θεού και ανθρώπου ως ένα προείκασμα της μετάβασης στη μετανθρώπινη κατάσταση. Όσο για τις θρησκείες, ο άνθρωπος υπερβαίνει τη θνητή, ζωώδη και πεπε ρασμένη φύση του μέσω της ένωσής του με τον θείο «πατέρα» του («πατέρας θεών και ανθρώπων»), και την πίστη σε μια «άλλη ζωή» που θα του εξασφαλίσει την αθανασία.
Η δεύτερη «στιγμή» θα είναι η «παιδευτική»-πολιτισμική. Μέσω της «παιδείας», ο άνθρωπος υποτίθεται πως θα «υπερβεί» τη φύση του και θα κατασκευάσει μια νέα ταυτότητα, εξολοκλήρου πολιτισμική. Ο διαφωτισμός και η ακρότατη συνέπειά του ο κρατικός μαρξισμός, θα θέσει ως προμετωπίδα του το αίτημα της δημιουργίας του «νέου ανθρώπου», που πλέον θα έχει υπερκεράσει κάθε φυσικό ή ενστικτικό «προκαθορισμό». Φύση και ιστορία δια­χωρίζονται ριζικά και απόλυτα, ο «άνθρωπος», μέσω του πολιτισμού, υπερβαίνει αμετάκλητα τη φύση.
Η αποτυχία των «παιδευτικών» ιδεολογιών, η διόγκωση των οικολογικών προβλημάτων, η κατάρρευση των κοινωνικών πειραματισμών του 20ού αιώνα, υπονόμευσαν την πίστη στις πολιτισμικές και παιδευτικές διαδικασίες. Μπροστά στα αδιέξοδα που πολλαπλασιάζονται, προετοιμάζεται μια νέα «στιγμή», τεχνολογική, που θα υπερβεί «οριστικά» την αντίφαση Φύση-Ιστορία και θα οδηγήσει, κυριολεκτικά, σε ένα «νέο είδος ανθρώπου». Η τεχνολογική μηχανική του ανθρώπου διήνυσε, μέσα σε μερικά εκατομμύρια χρόνια, την απόσταση που τον χωρίζει από τη λάξευση του πυριτόλιθου έως τη σύντηξη του πυρήνα του υδρογόνου και τη μικροηλεκτρονική και βρίσκεται πλέον στο κατώφλι ενός ποιοτικού άλματος χωρίς προηγούμενο, το οποίο υποστασιοποιείται σε περισσό τερες από μία κατευθύνσεις:

1. Πρώτον, στην κατασκευή του «μετανθρώπου», την παρέμβαση στην ίδια την ανθρώπινη φύση, όχι πλέον μέσω του πολιτισμού, της θρησκείας, της ιδεολογίας, αλλά πάνω στο ίδιο το βιολογικό «υλικό».

Η μετάλλαξη των ζώντων οργανισμών είναι εφικτή και πραγματοποιήσιμη. Ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, ο άνθρωπος θα επιτύχει, μέσα από αλλεπάλληλες διασταυρώσεις, τη δημιουργία νέων ποικιλιών φυτών και ρατσών ζώων, ενώ από τον 19ο αιώνα θα δημιουργήσει νέα υβρίδια και με τη βιογενετική θα επέμβει και γονιδιακά στη δημιουργία νέων ποικιλιών και γιατί όχι –σύντομα– και στην κατασκευή νέων ειδών.
Η χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, που ολοκληρώθηκε το 2003, και οι απαρχές της γονιδιακής παρέμβασης και της κλωνοποίησης ζώντων οργανισμών έρχονται να προστεθούν στη φαρέτρα της ευγονικής (ακόμα και αν πρόκειται στην πραγματικότητα για «δυσγονική»)[iii].

2. Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά στην επέκταση της τεχνητής νοη μοσύ νης και της δημιουργίας νέων τεχνολογικών πλασμάτων που σε λίγες δεκαετίες θα «ανταγωνίζονται» τον ίδιο τον ανθρώπινο εγκέφαλο σε όλα τα επίπεδα, όπως το κάνουν ήδη π.χ. στο σκάκι.
Αυτή η εξέλιξη έχει αρχίσει να διαγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες με την προσθετική ιατρική, τις μεταμοσχεύσεις, τη θυελλώδη εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, της ρομποτικής και της πληροφορικής ή τη «νανοτεχνολογία» που ανατέλλει. Τεχνητά μέλη και μαλλιά, τεχνητοί νεφροί και καρδιές, οδοντοστοιχίες, ενέσεις σιλικόνης και μετατροπή φύλου, λίφτιν και φαρμακευτική «υποστήριξη» της καθημερινότητας, ντόπινγκ και σκευάσματα. Ο κόσμος μας αποτελείται ήδη από τους «τελευταίους ανθρώπους» και ίσως τους πρώτους μετανθρώπους. Ο Vernon Vinge, μαθηματικός που θεωρεί δυνατή και ευκταία την έλευση του μετανθρώπου, διαγράφει ως εξής το πρόγραμμα του τεχνολογικού μετασχηματισμού που οραματίζεται:
Η επιτάχυνση της τεχνολογικής προόδου ήταν το κεντρικό χαρακτηριστικό αυτού του αιώνα. Υποστηρίζω σ' αυτό το κείμενο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια αλλαγή που συγκρίνεται μόνο με την εμφάνιση της ανθρώπινης ζωής στη Γη. Τα επακριβή αίτια αυτής της αλλαγής είναι η επικείμενη δημιουργία, μέσω τεχνολογίας, οντοτήτων με μεγαλύτερη νοημοσύνη από τον άνθρωπο. [ ]
Μπορεί να υπάρξουν «ξύπνιοι» και υπεράνθρωπα ευφυείς κομπιούτερ. [ ] Μεγάλα δίκτυα κομπιούτερ (και οι συνδεδεμένοι χρήστες τους) μπορεί να «ξυπνήσουν» σαν υπεράνθρωπα ευφυείς οντότητες.
Η συνεπαφή (interface) κομπιούτερ και ανθρώπου μπορεί να γίνει τόσο στενή που οι χρήστες τους να θεωρούνται δικαιολογημένα πως έχουν υπερανθρώπινη ευφυΐα. Οι βιολογικές επιστήμες μπορεί να προσφέρουν τα μέσα για τη βελτίωση της ανθρώπινης ευφυΐας[iv].
Και είναι προφανές ότι βρισκόμαστε μόλις στο πρελούδιο[v], διότι σε είκοσι ή τριάντα χρόνια θα έχουν δημιουργηθεί μοριακοί «νανοσυναρμολογητές[vi]» οι οποίοι θα παρεμβαίνουν στο μοριακό επίπεδο και θα μπορούν να συνθέτουν από οποιοδήποτε υλικό πρώτες ύλες, τρόφιμα, κλπ. με την «απλή» αναδόμηση των μορίων. Οι νανοσυναρμολογητές, σύμφωνα με τον άνθρωπο που τους επινόησε, τον Έρικ Ντρέξλερ, θα μπορούσαν να θεραπεύσουν ασθένειες –από τη γρίπη έως τον καρκίνο– επεκτείνοντας το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, θα παρήγαγαν εξαιρετικά φθηνή ηλιακή ενέργεια, θα αποκαθιστούσαν ολοκληρωτικά τις ζημιές που έχουμε προκαλέσει στο περιβάλλον, θα επέτρεπαν την παραγωγή υπερ-υπολογιστών τσέπης, θα μετέβαλλαν σε ταξίδι ρουτίνας τις διαστημικές πτήσεις και θα μας επέτρεπαν να αποκαταστήσουμε τα εξαφανισμένα ζωικά και φυτικά είδη.
Πρόκειται ίσως για τη δραματικότερη «στιγμή» στην ανθρώπινη ιστορία. Ο άνθρωπος αναλαμβάνει το ρίσκο της αυτομετατροπής του σε «μετάνθρωπο», δια της ηλεκτρονικής, της βιογενετικής και της νανοηλεκτρονικής οδού. Θα μπορέσει όμως να ελέγξει παρεμβάσεις στο γονιδιακό υλικό που μπορούν να αποβούν καταστροφικές και να οδηγήσουν ακόμα και σε τερατογενέσεις; Ή μήπως τα «βιολογικά ρομπότ» και οι μηχανές της τεχνητής νοημοσύνης, της συνεπαφής (interface) ζωικών ιστών και μηχανών, που ευαγγελίζονται ορισμένοι ρομποτικο-γενετιστές, μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε μια «ανεξέλεγκτη εξέγερση των ρομπότ», τέτοια που έχει ήδη περιγράψει ο Ασίμωφ και οι άλλοι πατέρες της επιστημονικής φαντασίας; Και όχι υποχρεωτικά με τη μορφή της εξέγερσης των μηχανών, που προαναγγέλλει η επιστημονική φαντασία, αλλά, τουλάχιστον, αρχικώς με τη μορφή ενός ανεξέλεγκτου και εκθετικού πολλαπλασιασμού των μηχανών και των υπολογιστών;

Η τεχνητή νοημοσύνη

Όσο περισσότερο εδραιώνονται και επεκτείνονται αυτές οι νέες κατευθύνσεις, τόσο πολλαπλασιάζονται οι αμφισβητήσεις των επιστημόνων και των στοχαστών –μαθηματικών, νευροψυχιάτρων, βιολόγων, φιλοσόφων– που αντιστρατεύονται ή απλώς αμφισβητούν αυτή τη νέα ανθρώπινη και μετανθρώπινη μηχανική.
Κατ' αρχάς, είναι πλέον εφικτή μία κατά προσέγγιση εκτίμηση της «υπολογιστικής ισχύος» του εγκεφάλου. Είναι όμως εξ ίσου εφικτή και η δημιουργία υπολογιστών, και κατ' επέκταση ρομπότ, οι οποίοι να μπορούν να φθάσουν και να «ξεπεράσουν» τις υπολογιστικές δυνατότητες του ανθρώπινου εγκεφάλου;
Ο εγκέφαλος αποτελείται από 100 δισεκατομμύρια νευρώνες περίπου, έκαστος εκ των οποίων συνδέεται μέσω συνάψεων με 1000 γειτονικούς νευρώνες. Συνολικά πρόκειται για 100 τρισεκατομμύρια συνάψεις, που λειτουργούν εν παραλλήλω. Αν θεωρήσουμε ότι κάθε σύναψη έχει δυναμικότητα 100 «υπολογισμών» το δευτερόλεπτο, προκύπτει το ισοδύναμο 10.000 teraFLOP[vii] για το σύνολο του εγκέφαλου. Ο πλέον σύγχρονος υπερ-υπολογιστής στις αρχές της χιλιετίας ήταν ο white ASCI της IBM, με συνολική απόδοση 12.3 teraFLOP. Αυτός ο υπολογιστής βρισκόταν μόλις σε εκατονταδικές τάξεις μεγέθους απόσταση από τον ανθρώπινο εγκέφαλο, αλλά χρειάστηκαν εικοσιοκτώ φορτηγά αυτοκίνητα για τη μεταφορά του. Τον Νοέμβριο του 2003, ο Earth Simulator της Hewlett-Packard είχε φθάσει ήδη τα 35.6 teraflops ισχύος, ενώ η IBM κατασκεύασε το 2008 τον Roadrunner, έναν υπολογιστή που έσπασε το φράγμα του ενός petaFLOP[viii] και θα χρησιμοποιηθεί από την αμερικανική κυβέρνηση[ix], ενώ η NEC και η ιαπωνική κυβέρνηση ανήγγειλαν τον Ιούνιο του 2008 την κατασκευή ενός υπολογιστή 10 petaFLOP που θα τεθεί σε λειτουργία το 2010, δηλαδή θα διαθέτει την υπολογιστική ισχύ του… ανθρώπινου εγκεφάλου![x]
Ο καθηγητής Χανς Μόραβετς (Hans Moravec), ιδρυτής του «Ινστιτούτου Ρομποτικής» στο Πανεπιστήμιο Κάρνετζι-Μέλλον των ΗΠΑ και κατασκευαστής ρομπότ, υποστηρίζει πως, μέσα στα επόμενα πενήντα χρόνια, θα κατασκευαστούν υπερ-ευφυή ρομπότ που θα φθάσουν ή και θα ξεπεράσουν την ανθρώπινη ευφυΐα και η ανθρώπινη εργασία θα αντικατασταθεί από τα αυτόματα. Σύμφωνα με τον Μόραβετς, η πρώτη γενιά των ρομπότ, με επίπεδο ευφυΐας παρόμοιο με εκείνο των ερπετών, θα έχει ήδη κατασκευαστεί το 2010, ενώ τριάντα χρόνια μετά θα έχει ήδη κατασκευαστεί η «τέταρτη γενεά... η οποία θα διαθέτει ανθρωπίνου επιπέδου αισθητηριακές και κινητικές δυνατότητες και ανώτερες δυνατότητες υπολογισμού. Θα μας αντικαταστήσουν σε κάθε βασική εργασία και θα μπορούν, κατ' αρχήν, να θέτουν σε λειτουργία την κοινωνία μας δίχως τη δική μας παρέμβαση»[xi]. «Αυτό που μας μέλλεται.... είναι ένας κόσμος στον οποίο η ανθρώπινη φυλή θα σαρωθεί από ένα κύμα πολιτισμικών μετασχηματισμών, και θα υποκατασταθεί από τους ίδιους τους τεχνητούς απογόνους της»[xii].
Ο πλέον διαπρύσιος κήρυκας της έλευσης των ρομπότ υψηλής νοημοσύνης είναι ο Ρέυ Κουρτσβάιλ (Ray Κurzweil), εφευρέτης πολλών ηλεκτρονικών συστημάτων και ιδιοκτήτης ενός μεγάλου δικτύου συναφών επιχειρήσεων. Για τον Κουρτσβάιλ, οι επιτραπέζιοι υπολογιστές, σύμφωνα με τον «Νόμο του Μουρ», θα φθάσουν στο επίπεδο της ανθρώπινης ευφυΐας ήδη από το 2020, στις δε αμέσως επόμενες δεκαετίες θα καταστεί δυνατή η αντιγραφή (το «σκανάρισμα») του ανθρώπινου εγκεφάλου και η μεταγραφή των εγκεφαλικών δεδομένων σε αυτούς τους εξελιγμένους υπολογιστές, ώστε να αποκτήσουν ανθρώπινες ικανότητες λογικής επεξεργασίας και, παράλληλα με την υψηλή τους ταχύτητα, να ξεπεράσουν σύντομα τους ανθρώπους. Η μεταβίβαση της πληροφορίας από τον ανθρώπινο εγκέφαλο στον υπολογιστή θα προσφέρει στον άνθρωπο ένα είδος «αθανασίας», ενώ βέβαια το ανθρώπινο είδος, όπως το γνωρίζουμε, θα οδηγηθεί σε εξαφάνιση...[xiii]
Όσο για την περιβόητη «συνεπαφή» μεταξύ ανόργανων και οργανικών συστημάτων, οι λεγόμενοι «υπολογιστές DNA» έχουν ήδη αναπτυχθεί σε πειραματικό στάδιο. Οι «υπολογιστές» αυτοί βασίζονται σε μια νέα τεχνολογία που έχει στόχο να εκμεταλλευτεί τη χωρητικότητα του DNA, τα βιολογικά μόρια του οποίου μπορούν να αποθηκεύσουν πολύ περισσότερες πληροφορίες από οποιοδήποτε συμβατικό κύκλωμα[xiv].
Ωστόσο, απέναντι στους ενθουσιώδεις οπαδούς μιας μετανθρώπινης εξέλιξης του ανθρωπίνου είδους[xv] και της δυνατότητας κατασκευής ευφυών ρομπότ, πολλαπλασιάζονται και όσοι απορρίπτουν ως ανέφικτη ή επικίνδυνη την τεχνητή νοημοσύνη. Σύμφωνα με τον μαθηματικό Ρότζερ Πένροουζ (Roger Penrose), η αιτία για την αδυναμία δημιουργίας ηλεκτρονικών συσκευών υψηλής ευφυΐας δεν βρίσκεται στην κατασκευαστική αδυναμία των εταιρειών αλλά στην ύπαρξη «περιοχών» της υψηλής νοημοσύνης που είναι αδύνατον να προσεγγίσει οποιαδήποτε από τις γνωστές μορφές τεχνητού λογισμού. Oι υπολογιστές μπορεί να ξεπεράσουν τον άνθρωπο στο σκάκι αλλά δεν μπορούν να κατανοήσουν την εσώτερη λογική του παιγνιδιού. Στο κλασικό του βιβλίο για το ζήτημα[xvi], παραθέτει μια σειρά από μαθηματικούς και φυσικούς κανόνες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην κβαντομηχανική και τη λειτουργία του εγκεφάλου, που κάνουν απαγορευτική την ταύτιση εγκεφάλου και μηχανής. Ο Πένροουζ απορρίπτει τη λογική εκείνων που, όπως οι Ντόουκινς (Dawkins) και Ντένετ (Dennett), υποστηρίζουν ότι «η συνείδηση είναι ένας απλός μηχανισμός»:
Υποστηρίζω ότι χρειάζεται να ανακαλύψουμε κάποια μη-υπολογιστική φυσική διαδικασία εάν θέλουμε κάποτε να εξηγήσουμε τους μηχανισμούς της συνείδησης. Αλλά δεν βλέπω να υπάρχει σήμερα μια παρόμοια θεωρία. Νομίζω ότι στο μόνο μέρος που μπορεί να ενταχθεί η μη-υπολογιστική λογική είναι σε αυτό που αποκαλείται «μέτρηση κβαντικού χαρακτήρα»... Αλλά πρόκειται για κάτι που αφορά στο μακρινό μέλλον.
Πολλά από όσα κάνει ο εγκέφαλος μπορούν να γίνουν με τον υπολογιστή. Δεν ισχυρίζομαι ότι η δράση του εγκεφάλου είναι εντελώς διαφορετική απ' ό,τι κάνεις με έναν υπολογιστή. Ισχυρίζομαι απλώς ότι οι λειτουργίες της συνείδησης είναι κάτι το διαφορετικό. Ούτε ισχυρίζομαι ότι η συνείδηση είναι πέραν της φυσικής – πιστεύω ωστόσο ότι είναι πέραν της φυσικής που γνωρίζουμε σήμερα[xvii].
Με τα σημερινά δεδομένα είναι απολύτως ανεδαφική κάθε απόπειρα αναγωγής της ψυχολογίας στη νευροεπιστήμη, ώστε να συνάγονται τα ψυχονοητικά αντικείμενα από τις δραστηριότητες των νευρώνων. Το μοντέλο της δυαδικότητας το οποίο μπορεί να στηρίζεται πιθανώς και στην «κβαντικού» τύπου λειτουργία του εγκεφάλου, σύμφωνα με την υπόθεση του Πένροουζ, μοιάζει το πλέον ικανοποιητικό, τουλάχιστον σε περιγραφικό επίπεδο. Όπως καταλαβαίνουμε, η συζήτηση αυτή, με τα σημερινά εμπειρικά και πειραματικά δεδομένα, παραμένει χωρίς τέλος και ίσως –ως συνέπεια και του θεωρήματος του Γκέντελ (Gödel)– να παραμείνει για πολύ ή και εσαεί με αμφισβητούμενη έκβαση.
Το ισχυρότερο μαθηματικο-λογικό επιχείρημα για την αδυναμία κατασκευής μιας μηχανής η οποία να υποκαθιστά τον άνθρωπο το προσφέρει το Θεώρημα της μη-πληρότητας του Γκέντελ, μία από τις μεγαλύτερες επιστημονικές αλλά και φιλοσοφικές κατακτήσεις της εποχής μας.
Ο Γκέντελ απέδειξε ότι, σε οποιοδήποτε μαθηματικό κλάδο, θα υπάρχουν πάντοτε κάποιες προτάσεις που δεν θα μπορούν να αποδειχτούν αληθείς ή ψευδείς, σύμφωνα με τους κανόνες και τα αξιώματα του συγκεκριμένου μαθηματικού κλάδου (π.χ. Ευκλείδια γεωμετρία). Μπορείς να αποδείξεις ο,τιδήποτε σχετικά με ένα σύστημα μόνο εάν βρίσκεσαι έξω από το σύστημα αυτό και δημιουργήσεις ή εφαρμόσεις νέους κανόνες και αξιώματα, αλλά έτσι κατασκευάζεις ένα νέο ευρύτερο μετα-σύστημα με τις δικές του αναπόδεικτες διαπιστώσεις. Κατά συνέπεια, οποιοδήποτε λογικό σύστημα μιας ορισμένης πολυπλοκότητας είναι εξ ορισμού ατελές και περιέχει περισσότερες αποφάνσεις από εκείνες που μπορεί κανείς να αποδείξει σύμφωνα με τους ίδιους του κανόνες του συστήματος.
Το θεώρημα του Γκέντελ, το οποίο δεν έχει αμφισβητηθεί μέχρι σήμερα, αποτελεί τη θεωρητική βάση για την απόρριψη της δυνατότητας της κατασκευής υπολογιστών ταυτόσημης ευφυΐας με τον άνθρωπο, γιατί οι γνώσεις του περιορίζονται από έναν συγκεκριμένο αριθμό αξιωμάτων, ενώ οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύπτουν αναπάντεχες αλήθειες. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο άνθρωπος πίστευε ότι θα κατάφερνε να εντάξει σε έναν κατάλογο όλα τα αξιώματα που θα μας επέτρεπαν να αποφανθούμε για την αλήθεια ή το ψεύδος κάθε πρότασης. Ο Γκέντελ μας έδειξε ότι ο κατάλογος αυτός είναι άπειρος. Αν ένας τέτοιος κατάλογος υπήρχε, τότε θα μπορούσαμε να τον απομνημονεύσουμε σε έναν υπολογιστή και έτσι θα ήταν δυνατό να αποδειχθούν όλα τα πιθανά θεωρήματα. Χάρις στο θεώρημα της μη πληρότητος, αυτό είναι αδύνατο να συμβεί και συνεπώς επιβεβαιώνεται το αξίωμα πως ο άνθρωπος ποτέ δεν θα κατανοήσει πλήρως τον εαυτό του, διότι θα έπρεπε να διαθέτει ένα μετα-σύστημα που να βρίσκεται έξω από τον ίδιο τον άνθρωπο[xviii].
Αν όμως αυτό το θεώρημα συνομολογεί με όλες τις άλλες διαπιστώσεις της λογικής και της φιλοσοφίας πως η ανθρώπινη συνείδηση είναι αδύνατον να μεταγραφεί σε κάποια μηχανική κατασκευή, αυτό δεν πρέπει να μας καθησυχάζει, ίσως θα πρέπει μάλλον να μας εμβάλλει σε μεγαλύτερη ανησυχία: Επειδή είναι βέβαιο πως η λογική του κέρδους και της επιστημονικής μεγαμηχανής δεν πρόκειται να παραιτηθούν από τις απόπειρες κατασκευής ευφυών μηχανών, αντίθετα μάλιστα, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν στη δημιουργία μηχανικών τεράτων με υψηλή υπολογιστική ισχύ αλλά μη ελέγξιμων ως προς τις κατευθύνσεις τους.

Από την ευγονική στις γονιδιακές παρεμβάσεις

Η δεύτερη μεγάλη κατεύθυνση, παράλληλα με τη δημιουργία νοη μόνων μηχανικών συστημάτων, είναι η ευγονική και η γενετική τροποποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος:
Ποιος άραγε θα ελέγχει τις δυνάμεις που απελευθερώνει το γενετικό κουτί της Πανδώρας; Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι μηχανισμοί της ευγονικής δεν εμφανίστηκαν με τη γενετική μηχανική, αλλά αποτέλεσαν την έκφραση ενός κοινωνικού δαρβινισμού ήδη στις πρωτόγονες και τις αρχαίες κοινωνίες: Οι ανήμποροι ρίχνονται στον Καιάδα από τους Λακεδαιμονίους, οι φεουδάρχες επιλέγουν τις καταλληλότερες νύφες και γαμβρούς για τους βλαστούς τους, οι σημερινές άρχουσες τάξεις επιλέγουν τη φυλή και το παρουσιαστικό των συνεύνων των κατιόντων τους. Η βιομηχανική Δύση θα στειρώνει μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τους αποκλίνοντες και τους στιγματισμένους από ανίατες ασθένειες κ.ο.κ. Η ιστορία της «επιστημονικής» ευγονικής στη Δύση, η οποία προετοιμάζει την αναδυόμενη γενετική ευγονική, αρχίζει στον 19ο αιώνα παράλληλα με την ανάπτυξη του επιστημονισμού και του ορθολογισμού και θεωρείται άμεση συνέπεια του Δαρβινισμού [xix]. Η «αρνητική ευγονική» περιόριζε τους γάμους των ανεπιθύμητων πληθυσμιακών ομάδων και προχωρούσε σε στειρώσεις, ενώ η «θετική ευγονική» προσπαθούσε να ενισχύσει την τεκνογονία των επιθυμητών γονέων.
Στις ΗΠΑ, το Διάταγμα του Περιορισμού της Μετανάστευσης του 1924 περιόριζε την είσοδο από περιοχές που θεωρούνταν «βιολογικά κατώτερες» και ενίσχυε τη μετανάστευση από τη Βόρεια Ευρώπη ενώ, μεταξύ του 1907 και του 1937, τριάντα δύο Πολιτείες θέσπισαν την εφαρμογή των στειρώσεων για πολίτες που χαρακτηρίζονταν ως ανεπιθύμητοι, ψυχικά ασθενείς, καθώς και για όσους είχαν καταδικαστεί για χρήση αλκοόλ ή σεξουαλικές παρεκκλίσεις κ.λπ. Στη Γερμανία, το 1905, ιδρύθηκε η «Γερμανική Εταιρία Φυλετικής Υγιεινής», ενώ το αντίστοιχο ναζιστικό πρόγραμμα εγκαινιάστηκε με την υποχρεωτική στείρωση και κατέληξε στη γενοκτονία. Το 1933, εξεδόθη ο Νόμος για την Πρόληψη του Πολλαπλασιασμού των εκ Γενετής Ασθενών και στειρώθηκαν 350.000 σχιζοφρενείς και ψυχικά ασθενείς. Στη συνέχεια στειρώθηκαν τουλάχιστον 30.000 Γερμανοί τσιγγάνοι ενώ, μέχρι το 1945, παράλληλα με τους 6 εκατομμύρια Εβραίους και τους εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές από όλη την Ευρώπη, εξοντώθηκαν 700.000 Τσιγγάνοι και 70.000 ψυχικά ασθενείς[xx].
Ωστόσο, οι υποστηρικτές της ευγονικής δεν περιορίζονταν μόνο ανάμεσα στους φασιστικούς και συντηρητικούς κύκλους αλλά έφθαναν μέχρι τη Ρωσία (όπου το 1922 ιδρύθηκε το «Γραφείο Ευγονικής» της Ακαδημίας Επιστημών), την αγγλική Αριστερά και κυρίως τη σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία Ο «Νόμος για τη Στείρωση» ψηφίστηκε το 1935 από το Σουηδικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, ενώ μεταξύ του 1934 και του 1976, όταν τελικώς ανεκλήθη, στειρώθηκαν 62.000 άνθρωποι, εκ των οποίων 90% γυναίκες,. Δεκαπεντάχρονοι είχαν υποστεί στείρωση γιατί σύχναζαν σε χορευτικά κέντρα και ορφανά παιδιά υφίσταντο στείρωση για να τους επιτραπεί να εγκαταλείψουν τα ορφανοτροφεία. Ανάμεσα στους υποστηρικτές της ευγονικής συγκαταλέγονταν και ο σοσιαλιστής οικονομολόγος –κάτο χος του βραβείου Νόμπελ οικονομίας μαζί με τον φον Χάγιεκ το 1974– Γκούναρ Μύρνταλ[xxi]˙ στην Αγγλία, ο Μπέρτραντ Ράσελ, πρότεινε την έκδοση εγχρώμων «εισιτηρίων τεκνοποιίας» και την αυστηρή τιμωρία αυτών που θα τολμούσαν να αναμιγνύουν τα χρώματα (δηλ. την ευγονική ομαδοποίηση) στη σεξουαλική δραστηριότητά τους, και ο Μπέρναρντ Σώου δήλωνε ότι «ο μόνος θεμελιακός και εφικτός σοσιαλισμός είναι η κοινωνικοποίηση της επιλεκτικής ανθρώπινης αναπαραγωγής»[xxii].
Σήμερα όμως, όπως τονίζει και ο Τζέρεμυ Ρίφκιν, η προοπτική να δημιουργήσουμε νέους ευγονικούς άνδρες και γυναίκες δεν είναι πλέον όνειρο κάποιων πολιτικών δημαγωγών, αλλά σύντομα θα είναι μια καταναλωτική δυνατότητα και μια προσοδοφόρα αγορά. H παλιά ευγονική πήγαζε από πολιτικές ιδεολογίες και υποκινούνταν από τον φόβο και το μίσος. H νέα ευγονική ξεπηδά από τις δυνάμεις της αγοράς και τις επιθυμίες των καταναλωτών[xxiii].

Η «απειλή των μηχανών» και η νανοτεχνολογία

Για τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση των νέων τεχνολογιών αξίζει να παραθέσουμε τον Μπιλ Τζόυ, συνιδρυτή μιας από τις μεγαλύτερες εταιρεί ες ηλεκτρονικής, της Sun Microsystems, ο οποίος στο περιβόητο πλέον δοκίμιό του, «Γιατί το μέλλον δεν μας χρειάζεται», περιγράφει τη ρήξη του με την κυρίαρχη κερδοσκοπική και τεχνολάγνα λογική των εταιρειών πληροφορικής: ο ίδιος –λάτρης, αρχικώς, της τεχνολογίας και της «επιστημονικής προόδου»– ανακάλυψε με τρόμο τις πιθανές συνέπειες της τεχνολογίας σε τρεις βασικούς τομείς, τη γενετική, η «οποία θα μπορούσε να κατασκευάσει μια πραγματική Λευκή Πανούκλα», την τεχνητή νοημοσύνη και τη ρομποτική και, τέλος, τη νανοτεχνολογία.
Θυμάμαι ότι ένιωσα ωραία όταν διάβασα τις Μηχανές Δημιουργίας (του Ντρέξλερ). Ως μηχανικός ένιωθα ένα αίσθημα ηρεμίας, ένιωθα δηλαδή ότι η νανοτεχνολογία παρείχε την απόδειξη ότι η απεριόριστη πρόοδος ήταν τελικά εφικτή, ίσως ακόμη και αναπόφευκτη. [ ] Όταν ξαναδιάβασα τη δουλειά του Ντρέξλερ, δέκα χρόνια μετά, συνταράχτηκα βλέποντας πόσο λίγα πράγματα θυμόμουν από μια μακροσκελή ενότητα, με τον τίτλο Φόβοι και Ελπίδες, όπου γινόταν αναφορά στο πώς οι νανοτεχνολογίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε «μηχανές καταστροφής».
Δυστυχώς, όπως ακριβώς και με την πυρηνική τεχνολογία, είναι πολύ πιο εύκολο να υλοποιηθούν καταστροφικές εφαρμογές της νανοτεχνολογίας παρά εποικοδομητικές. [ ] Η νανοτεχνολογία επιτρέπει την κατασκευή μηχανισμών με επιλεκτική καταστροφική δράση, οι οποίοι προσβάλλουν, για παράδειγμα, μόνο μια δεδομένη γεωγραφική περιοχή ή μόνο μια ομάδα ανθρώπων με συγκεκριμένα γενετικά χαρακτηριστικά.
Άμεση συνεπαγωγή της φαουστιανής συμφωνίας με τον διάβολο για την κατάκτηση της ισχύος που μας προσφέρει η νανοτεχνολογία, είναι ότι θέτουμε τους εαυτούς μας σε ανυπολόγιστο κίνδυνο: στον κίνδυνο να καταστρέψουμε τη βιόσφαιρα από την οποία εξαρτάται κάθε μορφή ζωής[xxiv].
Ο Ντρέξλερ, στις Μηχανές Δημιουργίας, καταγράφοντας τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει η νανοτεχνολογία, περιγράφει «φυτά» των οποίων το «φύλλωμα» αποτελείται από ηλιακές κυψέλες, παρόμοιας απόδοσης με τις ήδη υπάρχουσες, και τα οποία θα ήταν δυνατόν να εκτοπίσουν τα αληθινά φυτά και να εποικήσουν τη βιόσφαιρα με φύλλωμα ακατάλληλο προς βρώση. Ισχυρά παμφάγα «βακτηρίδια» θα μπορούσαν να εκτοπίσουν τα αληθινά βακτηρίδια: να εξαπλωθούν ό πως η γύρη στον άνεμο, να πολλαπλασιαστούν ταχύτατα και να εξαφανίσουν ολόκληρη τη βιόσφαιρα μέσα σε λίγες ημέρες. Οι επικίνδυνοι αναπαραγωγικοί μηχανισμοί θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι τόσο μικροί και ισχυροί και να εξαπλώνονται με τέτοια ταχύτητα, ώστε να μην είναι δυνατόν να ανακόψουμε την πορεία τους – αν τουλάχιστον δεν έχουμε προβεί στις κατάλληλες προετοιμασίες για κάτι τέτοιο. Και όμως ο άνθρωπος δεν έχει καταφέρει ακόμα να ελέγξει τους ιούς και τα παράσιτα..
Αυτό που πάνω από όλα θα έπρεπε να μας κάνει επιφυλακτικούς στη χρήση της γενετικής, της νανοτεχνολογίας και της ρομποτικής είναι η δύναμη της καταστροφικής αυτοαναπαραγωγής. Η αυτοαναπαραγωγή είναι το modus operandi της γενετικής μηχανικής, η οποία αναπαράγει τις δομές της χρησιμοποιώντας τον αναπαραγωγικό μηχανισμό του κυττάρου[xxv].
Υπάρχει άραγε οποιαδήποτε δυνατότητα κοινωνικού ελέγχου αυτών των διαδικασιών και ποιοι είναι οι ηθικοί φραγμοί και τα όρια που θα πρέπει να θέσουν οι ανθρώπινες κοινωνίες απέναντι σε μια τέτοια εξέλιξη; Τέλος, αλλά όχι ελάχιστο, ποια θα είναι η τύχη των ταυτοτήτων, εθνικών, πολιτισμικών, φυλετικών απέναντι στη δημιουργία του μετανθρώπου; Η έννοια της ταυτότητας –τουλάχιστον της συλλογικής– θα πάψει πλέον να έχει οποιοδήποτε νόημα και θα επιβιώσει μόνο η ατομική-σειριακή ταυτότητα;
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου