Παρασκευή 10 Μαΐου 2024

ΑΧΙΛΛΕΑΣ!!Ο ήρωας Αχιλλέας στην ύστερη ρωμαϊκή και μεσαιωνική θεσσαλική παράδοση (ιστορική-ιστορικογεωγραφική ανάλυση)!!!

 


Σταύρος Γουλούλης

Τα εξεταζόμενα στοιχεία του Θεσσαλού ήρωα Αχιλλέα δεν αφορούν μόνον στην εντός Θεσσαλίας ζωή και παράδοση, σε μια αγροτική περιοχή, αλλά πρωτίστως στα μεγάλα πολιτικά κέντρα (Ρώμη, Νέα Ρώμη, Θεσσαλονίκη, κοκ ή και νεώτερα κρατικά μορφώματα, όπως το κράτος της Ηπείρου (1204 κ.ε.), των Νέων Πατρών (β΄μισό 13 ου αι.). Με το πνευματικό περιβάλλον που αναπτύσσεται στις τάξεις τους αξιοποιείται η παράδοση του Αχιλλέα, ή εφαρμόζεται πολιτική

κέντρων εξουσίας, εξαρτώντας συγγραφείς ή πνευματικούς ανθρώπους, οι οποίοι μεταφέρουν περιγραφές σχετικές με το ηγεμονικό και εκπαιδευτικό πρότυπο του Αχιλλέα. Σε κάθε περίπτωση όλα τα παραπάνω εκφράζονται με τρόπο που επιστρέφει στη Θεσσαλία. Όλοι γνωρίζουν τον τόπο καταγωγής του ήρωα. Η μνήμη του αρχαίου κλέους της κουροτρόφου και ιπποτρόφου Θεσσα- λίας διαμορφώνει την παρουσία του εκπαιδευμένου και πολεμιστή Αχιλλέα με δύο τρόπους:
1. Είναι η μορφή που είχε μία ιδιαίτερη θέση στη ζωή και ιστορία της Θεσσαλίας, υστερορωμαϊκής και μεσαιωνικής,. Υπάρχει ένας λογοτεχνικά επεξεργασμένος ήρωας, ο ομηρικός Αχιλλέας, γό- νος της θεσσαλικής γης, αλλά πεθαίνει μακριά από αυτή, στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, την Τροία, στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος, όπως και η νήσος Λευκή στον Εύξεινο, όπου μεταβαίνει η ψυχή του, οπότε ενδιαφέρει την Ιστορία, τη θρησκεία. Κατ’επίδραση των αρχαίων κειμένων των οποίων οι συγγραφείς αρχαιότεροι και βυζαντινοί γνωρίζουν τη Θεσσαλία του Αχιλλέα, ο ήρωας είναι πρότυπο ηρωϊσμού για νέους ηγέτες.
2. Υπάρχει ο Αχιλλέας ως παγανιστική θεότητα που ανταποκρίνεται σε ένα μέρος του φυσικού κόσμου (numen), τις προσχώσεις των ποταμών κατά τόπους και που σταδιακά θα εκφυλιστεί και απλώς θα αποτυπωθεί στον χάρτη ως τοπωνύμιο, οπότε ενδιαφέρει την ιστορική γεωγραφία. Ως συνέχεια της αρχαίας φυσικής λατρείας του θεού Αχιλλέα στις προσχώσεις των ποταμών, η οποία εξελίσσεται και επηρεάζει το λαϊκό κομμάτι από την αγιολογική παράδοση του αγίου Αχιλλίου (εκβολές Πηνειού, Πρέσπα), απλώς λόγω συνωνυ- μίας. Το νέο ιερό όνομα του αγίου επικάθεται στο παλαιότερο άσχετο (ως παγανιστικό, λαϊκό) με τη χριστιανική λατρεία υπόστρωμα. Α. Ο ήρωας Αχιλλέας έως τον ύστερο ελληνορωμαϊκό κόσμο Ο χώρος που ορίζεται ως Θεσσαλία επί αιώνες ρωμαϊκής κυριαρχίας αναφέρεται σε μία ακ- μαία επαρχία με κέντρο τη Λάρισα, έδρα του Κοινού των Θεσσαλών (196 π.Χ. κ.ε.), υπό την δι- οίκηση της επαρχίας Αχαΐας. Υπήρχε έλεγχος, πέραν των θεσσαλικών Τετράδων, στις περιοχές μέχρι και τους Δελφούς, η Αμφικτυονία των οποίων υπάγεται με εντολή του Αυγούστου (27 π.Χ.) στο Κοινό των Θεσσαλών. Οι Θεσσαλοί πάντα έλεγχαν το δελφικό Ιερό από την πλούσια Πελα- σγίδα Λάρισα. Τον 6 ο αι. μ.Χ. η επαρχία της Θεσσαλίας, υπαγόμενη από τον 2 ο αι. στην επαρχία της Μακεδονίας κατέχει την Ανατολική κεντρική Ελλάδα και τη ΒΔ Μακεδονία, δηλαδή περιοχές νότια της Υπάτης έως τις Πρέσπες. Η ελληνορωμαϊκή λογοτεχνία στο σύνολό της αναγνωρίζοντας τον Όμηρο ως γενάρχη της, θεωρεί τον Θεσσαλό Αχιλλέα ως το ανώτερο ηρωϊκό πρότυπο του Αρχαίου κόσμου, εξαιτίας του κυρίαρχου ρόλου του στο πιο καταξιωμένο έπος, την Ιλιάδα, περίπου 50 ημέρες από τη δεκάχρο- νη πολιορκία της Τροίας, αλλά και σε άλλα έπη (Οδύσσεια, Κύπρια, Αιθιοπίς, κλπ). Από πρώϊμη εποχή, ήδη τον 6 ο αι. π.Χ., όταν καταγράφηκαν τα ομηρικά έπη και διαδόθηκαν ακόμη πιο εύκολα, η Θεσσαλία νωρίς αναζητούσε έναν επίγονο του ήρωα, αφού ο εκ Λαρίσης Αλευάδης Ευρύλοχος ο Θεσσαλός θεωρείται νέος Αχιλλεύς. Στην Αθήνα η ποιητική και καλ- λιτεχνική διάσταση του Αχιλλέα είχε ανάπτυξη στο έργο φιλοσόφων (Πλάτων, Αριστοτέλης) και στην εικονογραφία των αττικών αγγείων, ενώ η αθηναϊκή τραγωδία ενέταξε τον Αχιλλέα στο θεματολόγιό της με χαρακτήρα κοντά σε αυτόν που εμφανίζει στην Ιλιάδα. Ειδικά στον Ευριπίδη ο Αχιλλέας γίνεται πρότυπο στον Ορέστη, τιμωρό του Αίγισθου και δη με θεσσαλικό μαχαίρι. Όμως ο Αχιλλέας ήταν πανελλήνιος ήρωας, όπως φαίνεται σε ποίημα του Σιμωνίδη αφιερωμένο στις εορτές των Πλαταιών, όπου συγκρίνεται με τους νεκρούς της μάχης του 479 π.Χ. Μία άλλη γραμμή είναι η λατρεία του Αχιλλέα -πέραν αυτής της Τροίας και της νήσου Λευ- κής στον Εύξεινο που θα δούμε στη συνέχεια-, σε πλείστα μέρη του ελληνικού κόσμου (Αίγινα, Λακωνία και Ήλις, Αστυπάλαια, και Ερυθραί στη Μ. Ασία, κτλ, Κρότων στη Νότια Ιταλία). Εν- διαφέρον αποκτά η παρουσία του στη στρατοκρατική κοινωνία της Λακωνίας. Στην Ήπειρο ο Αχιλλέας εθεωρείτο γενάρχης των Αιακιδών και τον ταύτιζαν με τον παλαιό θεό Άσπετο, τον οποίο φοβούνταν να προφέρουν στο όνομά του (Πλούταρχος, Πύρρος, 1). Η πανελλήνια λατρεία του Αχιλλέα συνδέεται με την περιφέρεια του ελληνικού κόσμου και όχι με το κέντρο, την Ελλάδα-Θεσσαλία ή Αθήνα, και οπωσδήποτε είναι διαφορετικός πόλος από τη λογοτεχνία που έχει άλλη αναφορά, λειτουργία και κοινό, όπως υπήρξε το αθηναϊκό. Η τάση για μίμηση ή έξαρση του Αχιλλέα θα έχει μέλλον στο ηγεμονικό ρωμαϊκό πρότυπο. Ο Αχιλλέας μπορεί να είναι Θεσσαλός Αχαιός, ήρωας του τρωϊκού πολέμου, αλλά για τη Ρώμη μέσω του Αινεία ήταν εξίσου δικός της, αφού εγκολπώθηκε την προγονική παράδοση της Τροίας, ιδίως από τότε που εντάχθηκε η Μ. Ασία στο ρωμαϊκό κράτος (133 π.Χ., κ.ε.). Στην πράξη όμως αυτό συνέβη, αφού κληρονόμησε την ετρουσκική παράδοση που περιείχε μεταξύ άλλων θεών και τον Achle-Αχιλλέα. Βέβαια η γενναιότητα του Αχιλλέα έβλαψε τους Τρώες, προγόνους των Ρωμαί- ων, γεγονός που κάνει τον Βιργίλιο να εκφράζεται με επιφύλαξη σε όσα εκθέτει στην Αινειάδα, όπου ανασκευάζει την εθνική ιδέα των Ρωμαίων. Πλην όμως ο Αχαιός ήρωας του Τρωϊκού πολέμου επιβάλλεται με θετική εικόνα στη Ρώμη. Έτσι ο Κλαύδιος εικονίζεται ως Αχιλλέας να υποτάσσει τη Βρεταννία. Ιδιαίτερα όμως εξαίρεται για την παιδεία που απέκτησε από τον Φοίνικα και τον κένταυρο Χείρωνα, πρότυπο για έναν Ρωμαίο αριστοκράτη, τάση που δημιούργησε την εικονογράφηση της Αμβροσιανής Ιλιάδας τον 5 ο αι. Ο Αχιλλέας για τον έπαρχο Κύρο είναι ιδανικό πρότυπο για τον Θεοδόσιο Β΄ (401-450). Στα 476-476 ο Armatus (=Οπλισμένος), ανε- ψιός του σφετεριστή της εξουσίας Βασιλίσκου, επονομαζόμενος και Πύρρος, κατά τον συγγραφέα Κάνδιδο φορούσε «σκευή Αχιλλέως» ως έφιππος. Στον Αυγουστεώνα, πλατεία της Αγίας Σοφίας, αφού είχαν προηγηθεί οι μεγάλες νίκες του Ιουστινιανού, στήθηκε το 543/544 το περίφημο έφιπ- πο άγαλμά του ως Αχιλλέα, αλλά και αλλού. -Στην περίοδο της Νικαίας ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρις συγκρίνεται με μεγάλους στρατιωτικούς της Ελλάδος, μεταξύ των οποίων τον Αχιλλέα, -ομοίως και ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης θεωρείται άλλος Αχιλλέας. Το αρχέτυπο γενναίου πολεμιστή συνεχίζει να λειτουργεί στην περίοδο από τον 15 ο αι. κ.ε. Η Τροία εθεωρείτο η κοιτίδα της Ρώμης μέσω του Αινεία, αλλά και μία συμβολικήκοιτίδα στη νέα χριστιανική κοινωνία. Παρά λίγο η πόλη αυτή να γίνει πρωτεύουσα του Κωνσταντίνου το 324, απλώς δεν συνέφερε ως στρατηγική επιλογή, αλλά τελικά αξιοποιήθηκε στο επίπεδο των συμβόλων. Αμέσως μετά το Παλλάδιον, ξόανο της Αθηνάς της Τροίας που μετέφερε ο Αινείας στο Λάτιο, πακτώθηκε κάτω από τη στήλη του Κωνσταντίνου στην κεντρική Αγορά της Νέας Ρώμης. Το ηρωϊκό πρότυπο του Αχιλλέα θα ανανεωθεί από την ίδρυση της Κων/πόλεως (330), όταν ορίζεται το νέο χριστιανικό ρωμαϊκό κράτος. Ο Αχιλλέας θα είναι ένας εκ των 80 μορφών στο αυτοκρατορικό λουτρό του Ζεύξιππου που ανοίχθηκε στο κοινό στα εγκαίνια της Κων/πόλεως (11 Μαΐου 330), μεταξύ άλλων θεών, ηρώων, και μεγάλων ανδρών, πολιτικών-στρατιωτικών ή ανθρώπων παιδείας, του Αρχαίου κόσμου, αλλά σε ένα σύνολο που ήθελε να δείξει τις τρωϊκές ρίζες της Ρώμης-Νέας Ρώμης, μία Νέα Τροία. Είναι η καλλιτεχνική προέκταση της προσπάθειας που έκανε ο Κωνσταντίνος Α΄ το 324, να ιδρύσει τη νέα πρωτεύουσα στην Τροία. Οι παλαιοί θεοί και ήρωες αποκτούν σημασία πλέον καθαρά συμβολική, μουσειακή, ρομαντική, όπως καθόρισε η νομοθεσία τον 4 ο αι., τα παγανιστικά λατρευτικά αγάλματα να έχουν μόνον καλαισθητική αξία ως έργα τέχνης. Ο Αχιλλέας θα παραμείνει μία μορφή, στην οποία το πρώιμο και ύστερο Βυζάντιο θα επι- στρέφει από καλλιτεχνική ή ιδεαλιστική αντίληψη, αλλά και από πολιτικό υπολογισμό, ανανεώ- νοντας το πιο ηρωϊκό (στρατιωτικό) σύμβολο-προσωπικότητα του Αρχαίου κόσμου. Στην ουσία επαναλάμβανε ό,τι είχε κάνει και η ελληνορωμαϊκή Αρχαιότητα για τον αρχέγονο ομηρικό ήρωά της. Αποτελεί κομμάτι του ιδρυτικού ‘μύθου’ της Νέας Ρώμης, η οποία όπως και η Ρώμη έχει συνείδηση ποια είναι η γη που τον γέννησε, η Θεσσαλία. Για τον Αχιλλέα του μύθου, τον γιο του Πηλέα και της Θέτιδος, στην Αρχαιότητα υπάρχουν δύο θεωρήσεις που τον κάνουν και τοπικό θεσσαλικό ήρωα αλλά και οικουμενικό.
1. Ως θνητός ήρωας κατάγεται ή από τη θεσσαλική Φθία (περιοχή της Φθιώτιδας), έχοντας πελασγικό παρελθόν αναφορά (Ιλιάς Π, 233: όπου προσεύχεται στον πελασγικό Δωδωναίο Δία. Πρβλ. Στράβων, V. 221), ή από τα Φάρσαλα, όπου στην κλασική εποχή οι κάτοικοι πίστευαν ότι ήταν το κέντρο της Φθίας και τον τιμούσαν ως ήρωα. Είναι ο πολεμιστής, ο «ωκύς Αχιλλεύς» της Ιλιάδας. 2. Φονεύεται στην Τροία και θάπτεται με ισόθεες τιμές, ζώντας στον Κάτω Κόσμο σύμφωνα με τη Νέκυια της Οδύσσειας, πρώτος των νεκρών (λ. 467 κ.ε) ή ζώντας ως Μακάριος. Η πραγματική κοινωνία του Αχιλλέα, αναφέρεται στα πρώϊμα κείμενα (Φθία: Ιλιάς, Α, 155, Ι.363-364, Αισχύλος, Trag. Gr, Fr. 132, κτλ., Φάρσαλα: Κύκλια έπη, Μικρά Ιλιάς, fr. 19 Allen), αλλά στην κλασική εποχή, ιδίως στον Ευριπίδη, θεωρείται απλώς Θεσσαλός. Στην Ιλιάδα (ραψωδία Β, 681-689) ο Αχιλλέας με 50 καράβια ελέγχει τις περιοχές Πελασγικόν Άργος, Ἀλω, Αλόπη, Τραχίνα, Φθία και Ελλάδα. Το Πελασγικό Άργος όμως ταυτίζεται αργότερα με τον κάμπο της Λάρισας. Η φύση της λατρείας του Αχιλλέα σχετίζεται με τη φύση του χώρου της. Αρχίζοντας από το όνομα «Αχιλλεύς», το έτυμον του οποίου αποκαλύπτει τα εξής: 1. O Αχιλλεύς κύριος των ψυχών: Το όνομα κατά μία ερμηνεία προέρχεται εκ του «άχος λύειν» (πόνος, θρήνος, όπως Αχέρων, Αχερουσία, κτλ.). Η Φθία, η πατρίδα του, χώρα των Φθι- μένων, των νεκρών, τον ανέδειξε και από αυτή έγινε ήρωας του Τρωϊκού πολέμου. Ο Αχιλλεύς επομένως ήταν αρχικά όνομα τοπικού θεού της Φθίας ή της Φαρσάλου, όπου κοντά υπήρχε το Θετίδειον, ιερό της μητέρας του Θέτιδας. Στην Ιλιάδα ο Αχιλλεύς απορρέει εξ αρχής χολή, είναι φονέας ανδρών, αλλά αυτό είναι μία λογοτεχνική προέκταση, εξέλιξη από έναν τοπικό θεό του Κάτω κόσμου. Είναι φονικός ανήρ ακόμη και στη Θεσσαλία. Το πραγματικό κέντρο μεταθανάτιας, ταφικής λατρείας του Αχιλλέα, στο οποίο οι Θεσσαλοί είχαν πρωτεύοντα ρόλο, αναπτύχθηκε ανά τους αιώνες στην Τροία, στο Σίγειον (τόπος σιγής, σιωπής, στις εκβολές του ποταμού Σκαμάνδρου), στο στόμιο του Ελλησπόντου, στο πιο πολυσύ- χναστο μέρος, όπου υπήρχε ο τάφος του (τύμβος, tumulus, Oδύσσεια, Ω 80-84: για να το βλέπουν οι ναύτες ), ως το τέλος της Αρχαιότητας, πόλη που λεγόταν Αχίλλειον. -Περιγράφονται σχεδόν αναλυτικά χώροι σχετιζόμενοι με τον τρωϊκό πόλεμο με αφορμή τον πρώτο γνωστό ηγέτης επισκέπτη (Σίγειον, Τροία), τον Ξέρξη (480 π.Χ.). Η σημασία του τάφου του Αχιλλέα αυξήθηκε στον Αρχαίο κόσμο, αφότου τον επισκέφθηκε ο Αλέξανδρος στην πορεία του προς την Περσία για να τελέσει αγώνες, να μιμηθεί τον ηρωϊσμό του. Τη πιο σημαντική όμως περιγραφή του χώρου έδωσε ο Φιλόστατος, του οποίου η οικογένεια καταγόταν από την έναντι της Τροίας Λήμνο. Στον ‘Ηρωϊκό’ του, ερχόταν στον τάφο με χρησμό του μαντείου της Δωδώνης ετησίως 14μελής αντιπροσωπεία (θεωρία) από τη Θεσσαλία για απόδοση τιμών στον ήρωα υπό ειδικό τυπικό, όπου τελούνταν θυσίες και νυκτερινή τελετή, ένα είδος μυστικών πράξεων ή μυστηρίων. Βέβαια υπήρχαν ασυνέχειες και μεταπτώσεις στην απόδοση τιμών, ενίοτε ετιμάτο ως νεκρός και όχι ως θεός με αποτέλεσμα να πιστεύεται ότι οι Θεσσαλοί υφίστανται φυσικές καταστροφές. Στην ανανέωση των τιμών συνέβαλε ο Απολλώνιος Τυανεύς τον 1 ο αι., ο οποίος χρησιμοποίησε τον τάφο ως μαντείο. Γι’αυτόν οι Θεσσαλοί δεν κατανοούσαν τον πανελλήνιο χαρακτήρα της λατρείας του, δεν συμμετείχαν πάντοτε στους εθνικούς αγώνες, έγιναν προδότες, υποτάχθηκαν στους Μήδους ή τους Ρωμαίους, υφιστάμενοι τιμωρία από τον ήρωα. Η Ρώμη ήθελε τους Έλληνες με τον πρώτο και μεγαλύτερο ήρωά τους στρατευμένους στην εθνική τους λατρεία ηρώων της Τροίας. Γι’αυτό επισκέπτονταν την Τροία Ρωμαίοι αυτοκράτορες για να δουν από κοντά ό,τι είχε απομείνει από τον Θεσσαλό ήρωα, αλλά και να προσλάβουν από αυτόν τα προσόντα του. Ειδικά η επίσκεψη το 213 του αυτοκράτορα που εμιμείτο τον Αλέξαν- δρο, του Καρακάλλα, συμπίπτει με τα 550 χρόνια της εισβολής του Αλεξάνδρου στη Μ. Ασία (334 πΧ.). Η εικόνα των περιορισμένων τιμών στον Αχιλλέα φαίνεται από ελάχιστα δείγματα στη Θεσ- σαλία, όπου δεν εντοπίσθηκε μέχρι τώρα ειδική λατρεία του ήρωα. Υπήρχαν μόνον ελάχιστα νομίσματα, του Κοινού των Θεσσαλών (περίοδος Αδριανού) και μερικών πόλεων με τη μορφή του Αχιλλέα (Φάρσαλος, Λάρισα Κρεμαστή). Στη Λάρισα υπήρχε πιθανώτατα ένας ταφικός περίβολος αφιερωμένος στην Εννοδία Ιλιάδα, αποδεικνύοντας τις σχέσεις της πόλης με το Ίλιον/Τροία. Υπήρχε ιερό της Αθηνάς Ιλιάδος, έδρα ομοσπονδίας της Αιολίδας στους Φυσκείς της Λοκρίδας και στον Εχίνο. Η απέναντι από την Ελλάδα ακτή του Αιγαίου, λόγω ίσως των αποστολών που γίνονταν κατά περιόδους στον τάφο του Αχιλλέα ήταν εν γνώσει του Κοινού των Θεσσαλών, είτε στην πρώτη φάση του (Αρχαιότητα) είτε στη δεύτερη (Ρωμαιοκρατία). Εντοπίσθηκαν δύο-τρία ψηφίσματα των Λαρισαίων που απέδιδαν τιμές σε κατοίκους της Αλεξάνδρειας Τρωάδος, δείγμα
της συνεχιζόμενης λειτουργίας της Θεωρίας των Θεσσαλών. Οι παραδόσεις για τον Αχιλλέα κατέληγαν έμμεσα να ενισχύουν μέσω της Τροίας/Ιλίου το πρότυπο του Αχιλλέα και την πανάρχαια σχέση του με τη Θεσσαλία. Κανένα άλλο μέρος στο ρω- μαϊκό κράτος όσο η Τροία δεν συντηρούσε τόσο πολύ και συνεχώς τους μύθους και την αρχαία τοπογραφία της σε μια περιοχή που ήταν κέντρο διερχομένων (Αιγαίο-Εύξεινος). Το γεγονός ότι η Λάρισα υπό την εξουσία της Ρώμης (196 π.Χ.) ως κεφαλή της Θεσσαλικής τετράδος εθεωρείτο ελεύθερη περιοχή, φέρνει τη Θεσσαλία κοντά στον εκρωμαϊσμένο πλέον Αχιλλέα. Το πιο σημαντικό θαλάσσιο κέντρο λατρείας του Αχιλλέα είναι η νήσος Λευκή (ή Αχιλλέως Νήσος) στον Εύξεινο, 50 χιλιόμετρα ΝΑ. του δέλτα του ποταμού Ίστρου (Δούναβη), στον ΒΔ. Εύ- ξεινο, μία βραχονησίδα με απότομους άσπρους βράχους. Στην πραγματικότητα η Λευκή είναι δημιουργία του αποικισμού των Ελλήνων, όπου επεκτάθηκε η λατρεία του Αχιλλέα σαν συνέχεια αυτής της Τροίας και της Αιολίδας. Σχετίζεται μέχρι μια εποχή με την Ολβία, αποικία Μιλησίων, η οποία είχε τα πρωτεία, προβάλλοντας τη λατρεία του Αχιλλέα Ποντάρχη, προστάτη των ναυτικών, ιδιότητα όμως που προσέλαβε από τη μητέρα του Θέτιδα. Οπωσδήποτε και οι Θεσσαλοί είχαν ακόμη πιο πριν σχέση με τον Εύξεινο (Αργοναυτικά Απολλωνίου Ροδίου), μια γενιά πριν από τον Αχιλλέα, συμμετέχοντος του Πηλέα. Ήταν αυτοί που ανοίχτηκαν εκεί με την Αργώ, μάλιστα με πρώτους στον κατάλογο 10-12 παλικάρια της πεδινής Θεσσαλίας, πλην όμως η Λευκή δεν ανα- φέρεται στον περίπλου του Ευξείνου. Θεωρήθηκε ότι η ψυχή του Αχιλλέα μεταφέρθηκε στη Λευκή, ζώντας σαν σε νησί των Μα- κάρων. Από την αρχή της ιστορίας της υπήρξε πανελλήνιο θρησκευτικό κέντρο, έχοντας άμεση σχέση με το κεντρικό Ιερό στο Σίγειο, όπου ο ποιητής Αλκαίος (Fr. 14D) (7 ος αι., αρχές 6 ου θεωρεί τον Αχιλλέα «Kύριο της σκυθικής γης». Τον ναό στη Λευκή, αρχικά υπό τον έλεγχο της Ολβίας και μετά της Τόμεως, απλώς αναφέρουν ο Ευριπίδης (Ανδρομάχη, 1260-1262) και άλλοι συγγρα- φείς. Το Ιερό επομένως λειτουργούσε από τον 6 ο αι. π.Χ. έως τουλάχιστον τον 3 ο αι. μ.Χ. Ισχύει κάτι ανάλογο με το λατρευτικό κέντρο της Τροίας. 2. O Αχιλλεύς κύριος του υγρού στοιχείου: Η περίπτωση του Αχιλλέα Ποντάρχη δείχνει την άλλη διάσταση της λατρείας του Αχιλλέα. Σύμφωνα με άλλη ετυμολογία αρχικά ο Αχιλλέας ήταν θεότητα του υγρού στοιχείου και υποβιβάστηκε σε ήρωα. Η εθνολογική-θρησκειολογική θεώρηση συνδέει τον Αχιλλέα με τα τρεχούμενα νερά, τα οποία αποθέτουν ιλύ στην εκβολή τους στη θάλασσα, μεταθέτοντας την ξηρά. Έτσι το όνομά του σχετίζεται με το αχ β , aha- , aqua, το νερό, το «αχανές», η θαλάσσια μορφή του, τα ονόματα Αχελώος, Αχέρων, Ίναχος, Αχέλης, Aquilia, Χηλή, Αχελός, Α(γ)χίαλος, ακόμη και το Αχαιός. Θεωρείται ένα παλαιό numen (τοπικό πνεύμα) που σχετίζεται με τις προσχώσεις των ποταμών, ως επενέργεια των ποταμίων υδάτων που μετα- κινούν αμμώδεις όγκους. Ουσιαστικά διαπιστώνεται μία σχέση του Αχιλλέα με το προστιθέμενο χώμα, αυτό που οι γεωλόγοι αποκαλούν αλουβιακές αποθέσεις. Από τέτοιες υδάτινες θεϊκές υπο- στάσεις ενδεικτικά αναφέρεται ανάλογος θεός στην Αθήνα, όπου υπήρχε το Ιερό του Αχελώου, Πανός και Νυμφών, στον Ιλισσό (Παναθηναϊκό στάδιο), όπου σύχναζε ο Σωκράτης και οι μαθητές του. Η σχέση του Αχιλλέα με τις προσχώσεις ποταμών οφείλεται (ή συνδέθηκε εκ των υστέρων παρετυμολογικώς) με τα ονόματα των γονέων του, του πατέρα Πηλέα (θεωρουμένου παλαιού θεού κατέχοντος το Πήλιον και προφανώς ευρισκομένου σε επαφή με τη θάλασσα), και της μητέρας του Νηρηΐδας Θέτιδας, στο γαλάζιο βασίλειο σε επαφή με το Πήλιο (Σηπιάς). Μερικά τοπωνύμια είναι τα κατάλοιπα αυτής της σχέσης: 1. Ο Αχιλλέας ως βασιλιάς της Φθίας που την κληρονόμησε από τον πατέρα του Πηλέα συνδέεται με τον ποταμό Σπερχειό (ορμητικό, γρήγορο). Γι' αυτό έχει ταγμένη σε αυτόν την κόμη του αν επέστρεφε στη Φθία (Ιλιάς, Ψ 144-147). Από εδώ προέρχονται τα εναγίσματα στο τάφο της Τροίας με νερό του Σπερχειού, όπως πηγάζει από τη Φθία στο εσωτερικό της Φθιώτιδας προς τον Μαλλιακό κόλπο. 2. Το ιερό του Αχιλλέα στο Σίγειον, στην είσοδο του μεγάλου ρεύματος του Ελλησπόντου, στις εκβολές του ποταμού Σκάμανδρου, είναι ίσως το σπουδαιότερο παράδειγμα. 3. Λουτρό «Αχιλλέως» στο Βυζάντιο το αρχαιότερο ήταν αυτό που έκτισε ο Βύζας, μετέπειτα Κων/πολη. Βωμός του Αχιλλέα και Αίαντα υπήρχε στη θέση που έγινε το Στρατήγιο, ευρισκόμε- νο πάνω από τα λιμάνια του Κεράτιου κόλπου (Νεώριον και Φωσφόριον). Υπάρχει ακόμη στον Βόσπορο και η Αχίλλειος Κώμη. 4. Αχίλλειον φρούριο αναφέρεται κοντά στη Σμύρνη (Στέφανος Βυζάντιος), Αχίλλειον στη Μεσσηνία (Στέφανος Βυζάντιος), και Αχίλλειος λιμήν στη Λακωνία, Παυσανίας, III.25.4]. 5. Οι «Αχιλλέως νήσοι» που είναι τα νησάκια στις εκβολές των ποταμών (όπως η Λευκή στον Πόντο). 6. Ο «Αχιλλέως δρόμος», μία αμμώδης επιμήκης νήσος που ανταποκρίνεται πληρέστερα στη γεωγραφία του Αχιλλέα, το Αχίλλειον στην είσοδο της Μαιώτιδας, λίμνης στον Εύξεινο (Στέφανος Βυζάντιος, κτλ). 7. Στο στόμιο του ποταμού Βορυσθένους/Δνείπερου (κοντά στην αμμουδιά του Kinburn) βρέ- θηκε κυλινδρικός βωμός με επιγραφή που δείχνει αφιέρωση στον Αχιλλέα. Στο μέρος αυτό φαντάζονταν ένα νησί του Αχιλλέα (Στράβων 2, 5, 22, κ.α.). 8. Το βυζαντινό τοπωνύμιο «Κελλία» που απαντά στις εκβολές (σε προσχώσεις) ποταμών Δούναβη (Killia), αλλά και του Πηνειού, αποτελώντας εξέλιξη κατά παρετυμολογία του ονόματος Αχιλλεύς (Αχιλλία, Αχιλλία). Σύμφωνα με τον Αντώνη Ρίζο συνδυάζεται με το χαρακτηριστικό τοπωνύμιο Λυκοστόμιο (στόμιο του Λύκου), ένα δίδυμο που υπάρχει και στο Λυκοστόμιο του Δούναβη και τα εκεί Κελλία. Η παράδοση στον Πηνειό ήθελε να ελλοχεύει ένας λύκος που κα- τασπάραξε έναν ναυαγό, τον Ανθέα, μόλις γλίτωσε από τη θάλασσα και βγήκε στις εκβολές του, δείχνει ότι ισχύει η θεωρία για τη συνύπαρξη των ονομάτων Λύκου και Αχιλλέα. Λύκος είναι συνηθισμένο όνομα ποταμού (π.χ. υπήρχε στην Κων/πολη). Ένας λύκος από τη Θέτιδα κατασπάραξε κοπάδια του Πηλέα, σύμφωνα με την Αλεξάνδρα του Λυκόφρονα (στ. 900-901) και δεν είναι τυχαίο που ο Τζέτζης (Σχόλια εις Λυκόφρονα, Β΄, 266, στχ. 900-901) τοποθετεί τον λύκο του Λυκόφρονα στα Τέμπη. Συνδυάζοντας τα παραπάνω διαφαίνεται ότι αρχικά ο Αχιλλέας ως πελασγική θεότητα, με- τέπειτα ήρωας, πρέπει να ήταν πανάρχαιος θεός των υδάτων της θεσσαλικής λεκάνης. Νερό και λάσπη, χωμάτινες αποθέσεις που το νερό μεταφέρει είναι το στοιχείο του. Οι φονικές του ιδιότη- τες πιθανόν είναι ανάμνηση των πλημμυρών που συνέβαιναν στην πεδιάδα με τα ορμητικά σαν τους κενταύρους νερά από τα γύρω όρη να παρασέρνουν σε ταχύτατο χρόνο οτιδήποτε στο διάβα τους οδηγώντας τους απροστάτευτους ανθρώπους στον άλλο κόσμο. Άποικοι ή φυγάδες από την πελασγική Θεσσαλία μπορεί να μετέφεραν τη λατρεία του σε Ανατολή και Δύση (Τυρρηνία, Ν. Ιταλία, Μ. Ασία, Βόσπορος, Εύξεινος Πόντος). Στη Θεσσαλία έρχονται νέοι κάτοικοι, οι παλαιοί εί- ναι υποταγμένοι ως πενέστες. Η μετακίνηση πληθυσμών από τη Θεσσαλία μπορεί να συνετέλεσε να παραμείνουν ελάχιστες νησίδες λατρείας του Αχιλλέα σε αυτή, στον Σπερχειό πρωτίστως. Το Θετίδειον Φαρσάλων μαρτυρεί κάτι επιπλέον: ο άρρην θεός πρέπει να έχει μητέρα, μια τοπική, φαρσάλια, Μεγάλη Μητέρα. Το προϊστορικό αυτό κεφάλαιο, μυθικό πλέον στους ιστορικούς και κλασικούς χρόνους, επεξεργασμένο καλλιτεχνικά, ενδιαφέρει οπωσδήποτε την ιστορία του θεσ- σαλικού χώρου. Από την εποχή του Ομήρου ο Αχιλλέας γίνεται επικός ήρωας, όταν ο φόβος και ο τρόμος που προκαλούσε ως μυθική φονική μορφή-οντότητα της φύσεως, μεταφέρθηκε στην τέχνη του λόγου, πλέον είναι πολεμικός φονέας ανδρών. Παρέμεινε όμως η λατρεία του Αχιλλέα να αφορά όχι σε μεσόγεια, αλλά σε παραθαλάσσια μέρη, ειδικά σε Ιερά και τοπωνύμια στις εκβο- λές των ποταμών και τις προσχώσεις τους. Είτε άποικοι είτε έμποροι και ναυτικοί θα μετέφεραν το όνομα Αχιλλέας παντού εκτός Θεσσαλίας, αλλά και θα αφομοίωναν (μετάθεσις) προγενέστερα συναφή προς το νερό ονόματα, είτε πελασγικά (όπως ο Achle), είτε ινδοευρωπαϊκά. Ο Αχιλλέας πρωτίστως είναι ένα numen στην είσοδο του Άγνωστου, ενός ποταμού που εξέβαλλε τη θάλασ- σα, όπου το αντίκριζαν πρώτα οι ναυτικοί. Η ηρωϊκή μορφή του Αχιλλέα, του πολεμιστή, δίνει κουράγιο στους ερχομένους με πλοία σε μια ξηρά, ένα δέλτα ποταμού για να προσαράξουν, να εξερευνήσουν την περιοχή, να εμπορευθούν με ασφάλεια. Σχετίζεται επομένως με τη θαλάσσια επικοινωνία και τους ναυτικούς. Με τον τρόπο αυτόν η θεσσαλική περιπέτεια του Αχιλλέα απλώνεται στις ανατολικές και δυ- τικές θάλασσες, τα ποτάμια λιμάνια και τις προσχώσεις, αλλά αφήνει ελάχιστα ίχνη και στην ίδια τη γη της Θεσσαλίας, ούτε καν ιερά. Υπήρξε κοιτίδα, αλλά δεν κατείχε το σώμα του Αχιλλέα (στην Τροία) ή την Ψυχή του (στη νήσο Λευκή). Β. Ο Αχιλλέας και η μεσαιωνική Θεσσαλία Στο Βυζάντιο η Θεσσαλία είχε ελάχιστη συγγραφική παραγωγή εντοπίων. Ο Αχιλλέας γίνεται γνωστός από άλλους συγγραφείς που ζουν σε μεγάλα κέντρα, άσχετα αν έχουν (ελάχιστη) σχέση ή και καθόλου με τη Θεσσαλία. Εμφανίζονται τρεις περιπτώσεις όπου ο Αχιλλέας και η πατρίδα του σχετίζονται με: 1. τη Λάρισα, 2. την Υπάτη-Φθιώτιδα, 3. την Ήπειρο. Είναι ακριβώς η μεθομηρική γεωγραφία του Αχιλλέα στον ελλαδικό χώρο. Όλο το υλικό, αντιπροσωπευτικό ασφαλώς, δεν εξα- ντλεί όλους τους Βυζαντινούς συγγραφείς, προσαρμόζεται στα πολιτικά-γεωγραφικά δεδομένα, τα οποία σε διάστημα 12 αιώνων. Η Μητρόπολη Θεσσαλίας υπό τον επίσκοπο Λαρίσης, πιθανώτατα από τον 4 ο αι., όταν ορ- γανώθηκε η Εκκλησία, βρέθηκε ως επαρχία της Θεσσαλίας από το 297 κ.ε. (υπαγόμενη στη διοί- κηση της Μακεδονίας, ήδη από τον 2 ο αιώνα) να προΐσταται των θεσσαλικών πόλεων με διοικητή Πραίζες. Τον 10 ο -11 ο αι., η Λάρισα γίνεται έδρα του Θέματος της Ελλάδος. Από τον 13 ο αι. (1267 κ.ε.) η Θεσσαλία σχεδόν στο σύνολό αποτελεί αυτόνομη επαρχία υπαγόμενη με ψιλή σχέση με το Βυζάντιο και έδρα τη Νεοπάτρα στην πεδιάδα του Σπερχειού στη Φθιώτιδα έως το 1318/19, όταν διαλύθηκε από τους Καταλανούς. Τον 13 ο -14 ο αι. αποκαλείται Μεγάλη Βλαχία, χώρα κυρίως λα- τινιφώνων. Αργότερα ενσωματώθηκε στους Οθωμανούς (1386/87: Ανατολική Θεσσαλία, 1393: Δυτική Θεσσαλία, ΝΑ. ακτή: 15 ος αι. ). Για τους Ελληνόφωνους συγγραφείς του Κέντρου (Κων/πολη) η Θεσσαλία είναι πάντα η πατρίδα του Αχιλλέα (όπως επικράτησε από την Αρχαιότητα), μία χώρα με παλαιά ιστορική πα- ράδοση, χαρακτηριστική για το εύφορο έδαφος, γεννήτρια επωνύμων ανδρών, δημιουργό του περίφημου θεσσαλικού ιππικού. Ενίοτε απλοποιούνται οι μύθοι και συνδέουν τη Φθία με τη Λά- ρισα, την πιο γνωστή θεσσαλική πόλη. O Προκόπιος π.χ. εσφαλμένα δέχεται ότι η Φθία βρίσκεται κοντά στη Λάρισα. Ήταν η μεγάλη πόλη της Θεσσαλίας. Ένα πλήθος βυζαντινών πηγών θεωρεί τα Φάρσαλα ως «Φθία», δηλαδή έμμεσα αποδίδει σε αυτά τις παραδόσεις περί του Αχιλλέα. Ομοίως ο Παχυμέρης τονίζει: «Φάρσαλα φρούριον, ὃ Φθίαν ὁ παλαιὸς ἔχει λόγος». Το Χρονικό των Τούρκων σουλτάνων θεωρεί «τα Φέρσαλα, πατρίδα του Ἀχιλλέως, πλησίον τῆς Λαρίσου». Ο Νικήτας Μάγιστρος, καταγόμενος από τη Λάρισα (περ. 870) αναφέρεται στον Αχιλλέα, γιο του Πηλέα και της Θέτιδος (επιστολή 12.34-41. 22.11-16. 24.9 κτλ. προς τον Ιώαννη Πατρίκιο). Για να αντιμετωπίσει την πολεμική των πρωτευουσιάνων και ελληνιστών φίλων της μακεδονι- κής δυναστείας έναντι των επαρχιωτών Λακαπηνών επιστρατεύει τη Λάρισα. Όντας εξόριστος στην περιοχή της Προποντίδος κοντἀ στην Τροία, την περιοχή δράσεως του Αχιλλέα, θα θυμηθεί με υπερηφάνεια την πατρίδα του που γέννησε τέκνα άξια όπως ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος. Γράφει (επιστολή 23) στον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Γρηγόριο (καταγόμενο ομοίως εκ Λαρί- σης ) : «Ἐῶ τὸν Θετταλὸν ἐκεῖνον τὸν πᾶσαν τὴν Ἀσίαν σχεδὸν εἰπεῖν ἐν Ἰλίῳ μονήρη τρεψάμενον (καὶ τοῦτο γὰρ τῆς φυσάσης [=η Λάρισα που τον γέννησε] ἐγκώμιον..». Συνεχίζει με το θεσσαλικό ιππικό που επέτρεψε στον Μέγα Αλέξανδρο να νικήσει τους Πέρσες. Και πιο κάτω συνεχίζει με τον Πάτροκλο, τον οποίο γνωρίζει ο Θεσσαλός συνομιλητής του. Τελικά φαντάζεται τη φιλία τους ως δύο Θεσσαλούς που ήταν ανάλογη με την φιλία Αχιλλέα και Πατρόκλου, όπου ο δεύτερος παρηγορεί τον πρώτο για την αδικία που υπέστη από τον Αγαμέμνονα. Δηλαδή, είχε ανάγκη και ο ίδιος τον φίλο του ως αδίκως εξόριστος. Γι' αυτό πιο πριν του υπενθυμίζει ότι το αξίωμά του ως επισκόπου είναι να παρηγορεί. Υμνεί ακόμη τη Λάρισα στο πελασγικό Άργος και έμμεσα τη Θεσσαλία, ενθυμούμενος πληροφορίες αρχαίων συγγραφέων (εριβώλαξ, κουροτρόφος, εύιππος, εύβοτος, εύδιος, αγλαά πάντα φέρουσα, ευνοημένη από θεούς ειδικά τον Απόλλωνα, έχοντας τους περίφημους θεσσαλικούς ίππους). Του υπενθυμίζει το ένδοξο παρελθόν της πατρίδας τους που ακμάζει ακόμη, αφού πάντα έτρεφε σημαντικούς άντρες. Αντί για τον άγιο Αχίλλιο και τον άγιο Δημήτριο, υπενθυμίζει τον Αχιλλέα και τον Πάτροκλο! Αντίθετα ο συγγραφέας Λέων Διάκονος (β΄ μισό 10 ου αι.) σχολιάζοντας τις μάχες Βυζαντινών και Ρώσων την εποχή του αναφέρει μία ειδική παράδοση ότι ο Αχιλλέας ήταν Σκύθης (δηλαδή σαν Ρώσος της εποχής του που ήταν σφαγείς των Βουλγάρων), αλλά εκδιώχθηκε και ήλθε στη Θεσσαλία. Είναι ένας ιστορικός αναχρονισμός, αλλά φαίνεται ότι στηρίζεται τις αρχαίες παραδόσεις του Ποντάρχη Αχιλλέα. Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης ως ο κατ'εξοχήν σχολιαστής του Ομήρου, γνωρίζει άριστα τα του Αχιλλέα αλλά και τα της (Δευτέρας) Θεσσαλίας, ενώ η Θεσσαλονίκη ήταν κι αυτή Θεσσαλία (Πά-α). Περιγράφει τα πάντα από τη Θεσσαλία, χώρα, πόλεις, ευγενή γένη, ακτοίκους. Ασχολεί-
πηγή
(2) Ο ήρωας Αχιλλέας στην ύστερη ρωμαϊκή και μεσαιωνική θεσσαλική παράδοση (ιστορική-ιστορικογεωγραφική ανάλυση), 2ο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο Φαρσάλων «Ο ομηρικός Αχιλλέας: Διαχρονικές αντανακλάσεις στην τέχνη και γραμματεία», Δήμος Φαρσάλων 2019, 49-73. | Σταύρος Γκουλούλης - Academia.edu

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου