Κυριακή 19 Μαΐου 2024

ΤΑ ΧΑΜΕΝΑ ΕΠΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ-ΜΕΡΟΣ Α΄

Oedipus Rex
Πιερ Ωγκύστ 


ΜΕΡΟΣ Α΄

Από τόν Χρήστος Μπελόπουλος    

 Ατρειδών κάθοδος

"Ατρειδών κάθοδος" ονομαζόταν το έπος κάποιου αγνώστου προ-ομηρικού ποιητή που εξιστορούσε την επιστροφή του Αγαμέμνονα και του Μενελάου στις πατρίδες τους μετά το τέλος του τρωικο

Ο θάνατος του Αγαμέμνονα
Αττικός ερυθρόμορφος κρατήρας.
Μουσείο Καλών Τεχνών Βοστόνης

πολέμου. Αναφέρεται από τον Αθήναιο[1] και αποτελούνταν από τρία τουλάχιστον βιβλία.[2]

Εικάζεται ότι ο ποιητής Αγίας ο Τροιζήνιος το ενσωμάτωσε αργότερα στους "Νόστους", στο κύκλιο έπος που διηγιόταν τις περιπέτειες και τα πάθη και των άλλων Αχαιών ηρώων κατά το ταξίδι επιστροφής τους στην πατρίδα.

Ενδεχομένως δε, ακόμη και ο ίδιος ο Όμηρος να γνώριζε την ύπαρξή των "Ατρειδών", όπως θα μπορούσε ίσως να υποθέσει κανείς[3], αφού ήδη στην πρώτη ραψωδία της Οδύσσειας βάζει τον αοιδό Φήμιο να τραγουδά ένα θλιβερό τραγούδι για τον "λυγρόν" [ολέθριο] νόστο των Αχαιών.[4]



1. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, 281b.
2. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, 399a.
3. Δ. Ν. Μαρωνίτης και Λ. Πόλκας, Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια, "Φήμιος". Κέντρο ελληνικής γλώσσας (www.greek-language.gr)
4. Ομήρου Οδύσσεια, α326-327 (… ὁ δ ̓ Ἀχαιῶν νόστον ἄειδε /.λυγρόν, ὃν ἐκ Τροίης ἐπετείλατο Παλλὰς Ἀθήνη).

Αιθιοπίς

Η Αιθιοπίς, ένα από τα αρχαιότερα έπη του τρωικού κύκλου, αποτελούνταν από πέντε βιβλία και αποδιδόταν στον ποιητή του 7ου π.Χ. αιώνα Αρκτίνο τον Μιλήσιο.

Το περιεχόμενο της "Αιθιοπίδος"

Σύμφωνα με τη Χρηστομάθεια του Πρόκλου το έπος του Αρκτίνου συνέχιζε τη διήγηση της Ιλιάδος, διηγείτο δηλαδή τα γεγονότα του τρωικού πολέμου που συνέβησαν μετά το θάνατο και την ταφή του Έκτορα.

Ο Αχιλλέας σκοτώνει
την Πενθεσίλεια

Η υπόθεση του, όπως μας την παραδίδει η Χρηστομάθεια, είχε ως εξής:

• Η Πενθεσίλεια, η βασίλισσα των Αμαζόνων καταφθάνει με το στρατό της στο Ίλιον για να βοηθήσει τους Τρώες, αλλά σκοτώνεται μονομαχώντας με τον Αχιλλέα. Αυτός θαμπωμένος από την ομορφιά της, καθώς τη βλέπει να πεθαίνει, την ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Όμως, ο Θερσίτης (γνωστός ήδη από την Ιλιάδα για την αθυροστομία και τον κακότροπο χαρακτήρα του) τον ειρωνεύεται, και ο Αχιλλέας εξοργισμένος τον σκοτώνει γρονθοκοπώντας τον. Το γεγονός προκαλεί αναστάτωση στο στράτευμα και ο Αχιλλέας αναχωρεί για τη Λέσβο, όπου τελικά εξαγνίζεται από τον Οδυσσέα για το φόνο του συμπολεμιστή του με θυσίες στην απολλώνεια τριάδα (Λητώ, Απόλλωνα, Άρτεμη)· έπειτα επιστρέφει στην Τροία.

 

• Εκεί εν τω μεταξύ έχει καταφθάσει ο Μέμνων, ο βασιλιάς των Αιθιόπων, σύμμαχος και αυτός των Τρώων. Φορώντας ηφαιστότευκτη πανοπλία επιτίθεται κατά των Αχαιών και φονεύει τον πιο αγαπητό φίλο του Αχιλλέα (μετά τον Πάτροκλο), τον Αντίλοχο. Ο Αχιλλέας εκδικείται το θάνατο του φίλου του σκοτώνοντας με τη σειρά του τον Μέμνονα, (στον οποίο ο Δίας, μετά από παράκληση της μητέρας του, της Ηούς, θα προσφέρει αθανασία).

Ο Μέμνων

Ο Μέμνων
αμφορέας αρχαϊκής εποχής

• Παρασυρμένος από την οργή του κυνηγά τους Τρώες μέχρι τα τείχη της πόλης, αλλά εκεί, κοντά στις Σκαιές Πύλες, πληγώνεται θανάσιμα από το βέλος που εκτοξεύει εύστοχα εναντίον του ο Πάρις με την βοήθεια του Απόλλωνα. Μετά από σκληρό και αμφίρροπο αγώνα, ο Αίας και ο Οδυσσέας κατορθώνουν να περισώσουν τη σωρό του ήρωα και να τη μεταφέρουν στο στρατόπεδο τους.

• Οι Αχαιοί αφού κηδεύουν πρώτα τον Αντίλοχο, ετοιμάζουν την νεκρική πυρά και για τον Αχιλλέα. Η Θέτις όμως, που έχει καταφθάσει μαζί με τι Μούσες και τις αδελφές της θρηνώντας το παιδί της, δεν θ' αφήσει να καεί το σώμα του Αχιλλέα. Τον αρπάζει ξαφνικά από την πυρά και τον μεταφέρει στη Λευκή νήσο, τη νήσο των Μακάρων.

• Η "Αιθιοπίδα", σύμφωνα πάντα με τη Χρηστομάθεια του Πρόκλου, τελείωνε με τους επιτάφιους αγώνες που γινόταν προς τιμήν των νεκρών ηρώων και τη φιλονικία Αίαντος και Οδυσσέως για το ποιος είναι πιο άξιος να πάρει τα όπλα του Αχιλλέα.[1] Τη διήγηση των γεγονότων του πολέμου συνέχιζαν τα επόμενα έπη του τρωικού κύκλου, η Μικρά Ιλιάς και η Ιλίου Πέρσις.

Αιγίμιος

Ο Αιγίμιος ήταν ένα μικρό έπος δύο βιβλίων που οι αρχαίοι απέδιδαν, σύμφωνα με τον Αθήναιο, άλλοτε στον Ησίοδο και άλλοτε στον Κέρκωπα τον Μιλήσιο[1].

Ηρακλής τοξότης
Εμίλ Αντουάν Μπουρντέλ (1909)
Μουσείο Ορσαί (Παρίσι)

Σώθηκαν οκτώ μόλις αποσπάσματα[2] που κάνουν λόγο για τις περιπέτειες της Ιούς, τον Άργο, την Θέτιδα και τον Πηλέα, τον Φρίξο και τους Αργοναύτες. Φιλολογικές μελέτες αποδεικνύουν ωστόσο ότι τα παραπάνω ιστορίες ήταν εμβόλιμες διηγήσεις και ότι το πρωταρχικό θέμα του έργου ήταν τα κατορθώματα του Ηρακλή, συμμάχου του βασιλιά των Δωριέων Αιγιμίου στον πόλεμο του ενάντια στους Λαπίθες και τους Δρύοπες.[3]

1. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, βιβλίον XI. p 503·

   [Καὶ ὁ τὸν Αἰγίμιον δὲ ποιήσας εἴθ´ Ἡσίοδός ἐστιν ἢ Κέρκωψ ὁ Μιλήσιος].

2. H.G Evelyn-White, Hesiod, the Homeric hymns and Homerica (1914), "Αιγίμιος", σελ. 270 -274.

3. A. Severyns, Le cycle épique dans l'école d'Aristarque, "Aegimios". σελ. 178-182, Droz, 1928.

  J. Schwartz, Pseudo- Hesiodeia, "Aegimios", σελ. 261- 295, Brill , 1960.

Αλκμαιωνίς / Αλκμεωνίς

Η Ἀλκμαιωνίς (ή Ἀλκμεωνίς) ήταν ένα -χαμένο σήμερα- έπος γραμμένο από κάποιον άγνωστο ποιητή τον 7ο ή 6ο π.Χ. αιώνα. Ως κεντρικό χαρακτήρα είχε τον Αλκμαίωνα, τον γιο του Αμφιάραου, και το περιεχόμενό του ήταν ανάλογο με το περιεχόμενο των Επιγόνων. (Ορισμένοι μάλιστα μελετητές υποστήριξαν ότι τα δύο έπη, η "Αλκμαιωνίς" και οι "Επίγονοι", ταυτίζονταν ή ότι το πρώτο ήταν απλώς ένα από τα τμήματα του δεύτερου -άποψη που σήμερα τείνει να εγκαταλειφθεί.)

Το περιεχόμενο της Αλκμαιωνίδος

Σύμφωνα με τον Βέλγο ελληνιστή Αλμπέρ Σεβερένς (Albert Severyns)[1] το περιεχόμενο της Αλκμαιωνίδας ήταν περίπου το εξής:

• Ένας χρησμός είχε πληροφορήσει τους Επιγόνους ότι προκειμένου να κατακτήσουν την Θήβα όφειλαν να κάνουν αρχηγό της εκστρατείας τους τον Αλκμαίωνα . Ο Αλκμαίων παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, μετά και από την πιεστική παρέμβαση της μητέρας του (της Εριφύλης), δέχθηκε τελικά την πρόκληση και τέθηκε επικεφαλής του εκστρατευτικού σώματος.

• Στον Γλίσαντα σκότωσε τον βασιλιά της Θήβας Λαοδάμαντα (ο οποίος προηγουμένως είχε φονεύσει τον γιο του Άδραστου, τον Αιγιαλέα), κατέκτησε την Θήβα και επέστρεψε θριαμβευτής στο Άργος.

• Στην Αλκμαιωνίδα παρεμβάλλονταν επίσης (όπως προκύπτει από τα σωζόμενα αποσπάσματα[2]) και ιστορίες σχετικές με τον Τυδέα, τον Πηλέα, τον Πέλοπα, τον Ατρέα και τον Θυέστη[3].

• Το μεγαλύτερο όμως μέρος του έπους καταλάμβανε η εξιστόρηση του κρίματος του Αλκμαίωνα, δηλαδή της μητροκτονίας που αυτός (ως άλλος Ορέστης) διέπραξε σκοτώνοντας την Εριφύλη για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του.

Ο θάνατος της Εριφύλης

Σύμφωνα με την Θηβαΐδα, ο Αμφιάραος αρνιόταν να πάρει μέρος στην εκστρατεία κατά της Θήβας, επειδή ως μάντης που ήταν γνώριζε ότι οι θεοί ήταν εναντίον των Αργείων. Τελικά όμως αναγκάσθηκε να συμμετάσχει μετά από παρέμβαση της γυναίκας του, της Εριφύλης, την οποία είχε δωροδοκήσει για το σκοπό αυτό ο Πολυνείκης προσφέροντάς της ως ανταμοιβή το περίφημο περιδέραιο της Αρμονίας.

Στην Αλκμαιωνίδα (όπως και στους Επιγόνους) η ίδια ιστορία επαναλαμβανόταν με τον Αλκμαίωνα αυτή τη φορά: Ο Αλκμαίων, όπως και ο πατέρας του, αρνιόταν και αυτός να πάρει μέρος στην προετοιμαζόμενη εκστρατεία. Η Εριφύλη όμως -μαγεμένη αυτήν τη φορά από τον πέπλο [το φόρεμα] της Αρμονίας που της πρόσφερε ο Θέρσανδρος, ο γιος του Πολυνείκη- εξανάγκασε τον γιο της να εκστρατεύσει, όπως είχε προηγουμένως κάνει και με τον πατέρα του.

"Οι τύψεις του Ορέστη"
του Ουίλιαμ Αντόλφ Μπουκερώ
(W. A. Bouguereau, 1825-1905)
Ο Αμφιάραος, όμως, πριν φύγει για την Θήβα είχε διατάξει μυστικά τον τότε μικρό του γιο Αλκμαίωνα να τιμωρήσει την Εριφύλη για την προδοσία της, αν ποτέ δεν γύριζε ο ίδιος ζωντανός από τον πόλεμο. Και ο Αμφιάραος πράγματι δεν γύρισε.

Ο Αλκμαίων, δέκα χρόνια αργότερα, επιστρέφοντας θριαμβευτής στο Άργος, και αφού πρώτα συμβουλεύτηκε το μαντείο των Δελφών[4], αποφάσισε να εκτελέσει την ξεχασμένη πατρική εντολή και σκότωσε την Εριφύλη. Κυνηγημένος μετά το φονικό από τις ανελέητες Ερινύες έχασε τα λογικά του και άρχισε να περιπλανιέται σε διάφορα μέρη προσπαθώντας να εξιλεωθεί.

Τελικά οι θεοί, αφού πρώτα άφησαν πολύ χρόνο να κυλίσει, δέχθηκαν να τον απαλλάξουν από τις αβάσταχτες τύψεις και την οδύνη του, αναγνωρίζοντας ότι διέπραξε το στυγερό του έγκλημα μόνο και μόνο από σεβασμό στην φρικτή και επώδυνη πατρική προσταγή, ως ώφειλε σύμφωνα με τους ηθικούς κανόνες της εποχής.


Αμφιαράου εξέλασις

Αμφιάραος

Αμφιάραος
κλεμμένο ανάγλυφο από τον Ωρωπό
στο Μουσείο της Περγάμου (Βερολίνο)

H Αμφιαράου εξέλασις [Ἀμφιαράου ἐξελασίη ἐς Θήβας], δηλαδή η εκστρατεία του Αμφιάραου στην Θήβα, ήταν ένα από τα επικά ποιήματα που αποδιδόταν (από τον ψεύδο-Ηρόδοτο[1] και τον Ησύχιο τον Μιλήσιο[2]) στον Όμηρο. Φαίνεται πως είχε ανάλογο περιεχόμενο μ' αυτό της Θηβαΐδος, και γι' αυτό ορισμένοι μελετητές υπέθεσαν ότι ίσως να ήταν απλώς ένας άλλος τίτλος για την Θηβαΐδα ή να αποτελούσε κάποιο από τα τμήματά της.

Από την Αμφιαράου εξέλασιν σώθηκε μόνον ένα τρίστιχο απόσπασμα[3](που βέβαια κάλλιστα θα μπορούσε να προέρχεται και από την Θηβαΐδα), στο οποίο ο Αμφιάραος συμβουλεύει τον μικρό του γιο, τον Αμφίλοχο, με αυτά τα λόγια:

      του χταποδιού, παιδί μου, ήρωα Αμφίλοχε, να έχεις την νοοτροπία

      να προσαρμόζεσαι σε κάθε λαό, όπου πηγαίνεις

      να γίνεσαι κάθε φορά διαφορετικός ακολουθώντας του τόπου [τις συνήθειες].[4]

 

1. Hugh G. Evelyn-White, Hesiod, the Homeric hymns and Homerica (1914), "Ἀμφιαράου ἐξέλασις" [The expedition of Amphiaraus], σελ. 532.

 

2. M.L. West, Homeric Hymns. Homeric Apocrypha, "Lives of Homer 6 - Hesychius Milesius", σελ. 430, Loeb Classical Library 496, Harvard University Press, 2003.

 

3. Ομηρικά - Επικός κύκλος, "Ἀμφιαράου ἐξέλασις", σελ. 143-147, εκδ. Κάκτος, 2005.

 

4.  Πολύποδός μοι, τέκνον, ἔχον νόον, Ἀμφίλοχ᾿ ἥρως

    τοῖσιν ἐφαρμόζειν, τῶν κατὰ δῆμον ἵκηαι,

    ἄλλοτε δ᾿ ἀλλοῖος τελέθειν καὶ χώρῃ ἕπεσθαι.


Δαναΐς (έπος)

Η Δαναΐς ήταν ένα έπος που αποτελούνταν από 6.500 στίχους και διηγιόταν την ιστορία των Δαναΐδων.[1] Ο συγγραφέας του και η εποχή στην οποία γράφτηκε μας είναι παντελώς άγνωστα. Σώθηκαν μόνο δύο στίχοι από τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα [2] και ένα απόσπασμα σε πεζό λόγο από τον Αρποκρατίονα.[3] 

"Αγρέας"

1. P. Kroh, Λεξικό Αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, 1996.

2.  Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Στρωματείς IV. 

         Καὶ τότ' ἄρ' ὡπλίζοντο θοῶς Δαναοῖο θύγατρες

         πρόσθεν ἐυρρεῖος ποταμοῦ Νείλοιο ἄνακτος.

(G. Kinkel, Epicorum Graecorum fragmenta, "Danais", σελ. 78.)

3. Αρποκρατίων, λήμμα: "Αὐτόχθονες"·

    [ δὲ Πίνδαρος καὶ τὴν Δαναΐδα πεποιηκώς φασιν Ἐριχθόνιον καὶ Ἥφαιστον ἐκ τῆς γῆς φανῆναι].

Επίγονοι (έπος)

Οι Επίγονοι ήταν ένα επικό ποίημα επτά χιλιάδων στίχων[1] που διηγιόταν την πολιορκία και τελικά την άλωση της Θήβας από τους γιους [τους Επιγόνους] των επτά Αργείων ηγεμόνων ["Επτά επί Θήβας"], οι οποίοι δέκα χρόνια πρωτύτερα είχαν επιχειρήσει ανεπιτυχώς τότε την κατάληψη της ίδιας πόλης.

Οι Επίγονοι ανήκαν (μαζί με τη Οιδιπόδεια και τη Θηβαΐδα) στον θηβαϊκό επικό κύκλο και ως πιθανός ποιητής τους αναφερόταν (με επιφύλαξη) άλλοτε ο Όμηρος[2] και άλλοτε ο Αντίμαχος ο Τήιος[3].

Περιεχόμενο και αποσπάσματα

Η άλωση της Θήβας

Μυκηναίοι πολεμιστές

Σε γενικές γραμμές το (υποτιθέμενο) περιεχόμενο των Επιγόνων ήταν το εξής: Οι Επίγονοι έχοντας επικεφαλής αυτήν την φορά τον Αιγιαλέα, τον γιο του Άδραστου, νίκησαν αρχικά τον γιο του Ετεοκλή και βασιλιά της Θήβας Λαοδάμαντα στη μάχη του Γλίσαντα. Οι Θηβαίοι αναγκάσθηκαν τότε να υποχωρήσουν και να οχυρωθούν πίσω από τα τείχη της πόλης τους, αλλά ύστερα από μια σύντομη πολιορκία παραδόθηκαν. Οι νικητές τοποθέτησαν στο θρόνο της Θήβας τον γιο του Πολυνείκη, τον Θέρσανδρο, και αφιέρωσαν στο μαντείο των Δελφών τον αιχμάλωτο μάντη Τειρεσία και την κόρη του Μαντώ. Ο Τειρεσίας όμως καθ' οδόν προς τους Δελφούς πέθανε και η Μαντώ μετά από λίγο κατέφυγε στην Κολοφώνα[4]. Όλοι οι Επίγονοι, εκτός από τον Αιγιαλέα που σκοτώθηκε, επέστρεψαν σώοι και θριαμβευτές στις πατρίδες τους.Στους Επιγόνους γινόταν εκτενής αναφορά και στην ιστορία του Αλκμαίωνος, του γιου του Αμφιάραου και της Εριφύλης. Αρχικά, ο Αλκμαίων δεν ήθελε να συμμετάσχει στην εκστρατεία των Επιγόνων, εξαναγκάσθηκε όμως από την μητέρα του -την οποία δωροδόκησε ο Θέρσανδρος προσφέροντάς της τον πέπλο [το φόρεμα] της Αρμονίας. Έτσι, η Εριφύλη για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια διέπραξε το ίδιο κρίμα προδίδοντας εξαγορασμένη έναν δικό της άνθρωπο.


Η δωροδοκία της Εριφύλης
Η πρώτη φορά ήταν τότε που, όπως διηγιόταν ο ποιητής της Θηβαΐδος, δωροδοκημένη με το περιδέραιο της Αρμονίας από τον Πολυνείκη φανέρωσε τον κρυψώνα του συζύγου της, του Αμφιάραου, ο οποίος αρνιόταν να συμμετάσχει στην εκστρατεία των Επτά, επειδή (ως μάντης που ήταν) γνώριζε το άδοξο και καταστροφικό για τους Αργείους και για τον ίδιο τέλος της. Εξαιτίας της προδοσίας της Εριφύλης, ο Αμφιάραος αναγκάστηκε τελικά να πάρει μέρος στην εκστρατεία, όπου και σκοτώθηκε. Πριν φύγει όμως όρκισε τον γιο του τον Αλκμαίωνα, ότι (αν ποτέ δεν γυρνούσε ζωντανός ο πατέρας του από τον πόλεμο) θα τιμωρούσε την Εριφύλη -την "στυγερή" όπως την αποκαλεί ο Όμηρος[5]-, για την προδοσία της σκοτώνοντάς την.

Και πράγματι, ο Αλκμαίων επιστρέφοντας από την εκστρατεία των Επιγόνων θα τηρήσει τον παλιό του όρκο και θα φονεύσει την μητέρα του -επηρεασμένος βέβαια και από την στάση της απέναντί του[6]. Αυτή όμως ήταν μια ιστορία που την διηγιόταν αναλυτικότερα το επόμενο χαμένο έπος του θηβαϊκού μυθολογικού κύκλου, η Αλκμαιωνίδα.

Επικιχλίδες

Οι Ἐπικιχλίδες ήταν ένα μικρό ερωτικό έπος από το οποίο κανένας στίχος δεν έχει σωθεί. Γνωρίζουμε μόνον ότι κάποιοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Κλέαρχος ο Σολεύς, ο Ησύχιος ο Μιλήσιος[1] και ο ψευδο-Ηρόδοτος, το απέδιδαν στον Όμηρο. Ο ψευδο- Ηρόδοτος προσέθετε μάλιστα ότι οι Επικιχλίδες ήταν ένα από τα πολλά "παίγνια" [διασκεδαστικά ποιήματα] που έγραψε ο Όμηρος την εποχή που διέμεινε στη Βολισσό της Χίου.[2]

Ο Αθήναιος επικαλούμενος παλαιότερη μαρτυρία του ιστορικού Μέναιχμου γράφει ότι το ποίημα ονομάσθηκε Επικιχλίδες, επειδή κάποτε ο Όμηρος τραγουδώντας το σε παιδιά έλαβε ως δώρο-ανταμοιβή κίχλες [κίχλη: το μικρό πουλί τσίχλα].[3]

Ίσως όμως το όνομα του τίτλου να σχετίζεται περισσότερο με την λέξη "κιχλισμοί", που σήμαινε τα δυνατά γέλια ή τους καγχασμούς.[4

Σημειώσεις

1. M. L. West , Homeric Hymns. Homeric Apocrypha. Lives of Homer, "Epikichlides", σελ. 254-257, Loeb Classical Library 496. Harvard University Press, 2003.

2. M. L. West, ό.π. [καὶ τοὺς Κέρκωπας καὶ Βατραχομαχίαν καὶ Ψαρομαχίην καί Ἑπταπακτικήν καὶ Ἐπικιχλίδας καὶ τἄλλα πάντα ὅσα παίγνιά ἐστιν Ὁμήρου ἐνταῦθα ἐποίησε παρὰ τῷ Χίῷ ἐν Βολισσῷ].

3. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, 2.68· [ὅτι τὸ εἰς Ὅμηρον ἀναφερόμενον ἐπύλλιον, ἐπιγραφόμενον δὲ Ἐπικιχλίδες, ἔτυχε ταύτης τῆς προσηγορίας διὰ τὸ τὸν Ὅμηρον ᾁδοντα αὐτὸ τοῖς παισὶ κίχλας δῶρον λαμβάνειν, ἱστορεῖ Μέναιχμος ἐν τῷ περὶ τεχνιτῶν]. Perseus (Ath. 2.68)

4. Brill's New Pauly Encyclopedia Of The Ancient World,  " Epikichlides". Brill Online

Θεσπρωτίς (έπος)

Η Θεσπρωτίς ήταν ένα από τα πολύ παλιά και πρόωρα χαμένα επικά ποιήματα.

Εκτός από τον τίτλο του, που αναφέρεται μία και μοναδική φορά από τον Παυσανία[1], δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τίποτε άλλο γι' αυτό. Εικάζουμε μόνον ότι πραγματευόταν τις περιπέτειες του Οδυσσέα στην Θεσπρωτία και ότι ήταν η πηγή της μεταγενέστερης Τηλεγονείας.[2] (Υπάρχουν βέβαια και οι μελετητές που, αντιθέτως, υποστηρίζουν ότι η Θεσπρωτίς ήταν απλά και μόνον μια άλλη ονομασία της Τηλεγονείας ή ίσως κάποιο από τα βιβλία της.)

Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς αναφέρει ότι ένα ποίημα για τους Θεσπρωτούς, δηλαδή μια "Θεσπρωτίδα", είχε γράψει και ο (μυθικός) ποιητής Μουσαίος, το οποίο κατέκλεψε αργότερα ο Ευγάμμων ο Κυρηναίος (ο φερόμενος και ως δημιουργός της Τηλεγονείας).[3]

 Σημειώσεις

1. Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, "Αρκαδικά", 12.5.

2. A. Lesky, Ιστορία της Αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, σελ. 138, εκδ. Κυριακίδη, 2011.

  P. Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων, λήμμα: "Θεσπρωτίς", εκδ.USP, 1996.

3. Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Στρωματείς, 6.25.1· [αὐτοτελῶς γὰρ (οἱ Ἐλληνες) τὰ ἑτέρων ὑφελόμενοι ὡς ἴδια ἐξήνεγκαν, καθάπερ Εὐγάμμων ὁ Κυρηναῖος ἐκ Μουσαίου τὸ περὶ Θεσπρωτῶν βιβλίον ὁλόκληρον].

Να σημειωθεί πάντως ότι ο Μουσαίος είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που χάνεται, όπως και ο δάσκαλός του ο Ορφέας, στην αχλή του μύθου.

Θηβαΐς (έπος)

Η Θηβαΐδα [Θηβαΐς], ένα μεγάλο πολύ παλιό και χαμένο σήμερα επικό ποίημα 7000 στίχων,[1] διηγιόταν την διαμάχη και τον αλληλοσκοτωμό των γιων του Οιδίποδα (του Πολυνείκη και του Ετεοκλή) και τον αφανισμό των Επτά ηγεμόνων, οι οποίοι υπό την αρχιστρατηγία του βασιλιά του Άργους Άδραστου, επιχείρησαν ανεπιτυχώς να καταλάβουν την Θήβα -μια ιστορία που μας είναι κυρίως γνωστή από τις τραγωδίες Επτά επί Θήβας του Αισχύλου και Φοίνισσαι του Ευριπίδη.

 1. Ο ποιητής της Θηβαίδος

Η Θηβαΐδα μαζί με την Οιδιπόδεια και τους Επιγόνους συναποτελούσε τον θηβαϊκό επικό κύκλο[2], ο οποίος πραγματευόταν τους σχετικούς με το γένος των Λαβδακιδών[3] μύθους. Ο Παυσανίας (ο οποίος εκτιμούσε ότι η Θηβαΐς υπολειπόταν σε ποιητική αξία μόνον της Ιλιάδας και της Οδύσσειας[3]), αναφέρει ότι ο Καλλίνος ο Εφέσιος, ο ελεγειακός ποιητής του 7ου π.Χ. αιώνα, απέδιδε την Θηβαΐδα στον Όμηρο[4] -άποψη που υιοθετούσε και ο άγνωστος συγγραφέας του Αγώνος Ομήρου και Ησιόδου (ενός μικρού έργου της ελληνιστικής εποχής)[5]. Ωστόσο άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Αθήναιος[6] ή ο Απολλόδωρος[7], αν και μνημόνευαν την Θηβαΐδα και ανέφεραν στίχους απ' αυτήν, δήλωναν παράλληλα παντελή άγνοια ως προς τον πραγματικό της δημιουργό.

  2. Το (υποτιθέμενο) περιεχόμενο της Θηβαΐδος και τα αποσπάσματα που σώθηκαν

   Ο εναρκτήριος στίχος της Θηβαΐδος

Από την Θηβαΐδα σώθηκαν ελάχιστοι στίχοι[8] μεταξύ των οποίων και ο εναρκτήριος στίχος του ποιήματος που περιλαμβάνει την καθιερωμένη στην επική ποίηση επίκληση στην Θεά ή στην Μούσα:

    Ἄργος ἄειδε, θεά, πολυδίψιον, ἔνθεν ἄνακτες.[9]

    (Το Άργος ψάλε, θεά, το άνυδρο, απ' όπου οι βασιλιάδες…)

  Η κατάρα του Οιδίποδα

Στη συνέχεια του ποιήματος, όπως προκύπτει από δύο αποσπάσματα (δεκατεσσάρων συνολικά στίχων) που σώθηκαν από τον Αθήναιο και κάποιον ανώνυμο σχολιαστή, ο ποιητής της Θηβαΐδας αναφερόταν στην κατάρα του Οιδίποδα, ο οποίος επειδή ένιωθε περιφρονημένος ή και παραγκωνισμένος από τους γιους του,[10]

     "προσευχήθηκε στον άνακτα Δία και στους άλλους αθανάτους

      να δώσει να κατέβουν αλληλοσκοτωμένα στον Άδη [τα παιδιά του]"[11].

Ο Αμφιάραος

Ο Πολυνείκης
δωροδοκεί την Εριφύλη
Ο Αμφιάραος φαίνεται πως ήταν ένας από τους κύριους χαρακτήρες της Θηβαΐδος και ενδεχομένως κατείχε έναν ρόλο ανάλογο με αυτόν που είχε ο Αχιλλέας στην Ιλιάδα. Άλλωστε, όπως και ο Αχιλλέας, ο Αμφιάραος δεν ήθελε αρχικά να συμμετάσχει στην εκστρατεία εναντίον των Θηβαίων και κρύφθηκε. Τον φανέρωσε όμως η σύζυγός του η Εριφύλη, όταν ο Πολυνείκης την δωροδόκησε με το περιδέραιο της Αρμονίας. Ο Αμφιάραος χολωμένος με την προδοσία της γυναίκας του όρκισε πριν φύγει για τον πόλεμο τους γιούς του, τον Αλκμαίωνα και τον Αμφίλοχο, να τιμωρήσουν την μητέρα τους σκοτώνοντας την, αν ποτέ δεν γύριζε ζωντανός από την Θήβα.

Δέκα χρόνια μετά την πρώτη αποτυχημένη εκστρατεία οι γιοι των σκοτωμένων αρχηγών, οι Επίγονοι, μεταξύ των οποίων και ο Αλκμαίων, θα ξαναεκστρατεύσουν εναντίον της Θήβας και θα την εκπορθήσουν. Ο Αλκμαίων επιστρέφοντας θα τηρήσει τον όρκο που είχε δώσει μικρός στον πατέρα του και θα θανατώσει την Εριφύλη. Αλλά αυτές ήταν ιστορίες που διηγούνταν τα επόμενα έπη του θηβαϊκού κύκλου, οι Επίγονοι και η Αλκμαιωνίς.

  3. Η επίδραση της Θηβαΐδος στους μεταγενέστερους ποιητές

Η Θηβαΐς άσκησε μεγάλη επίδραση στους μετέπειτα λυρικούς, επικούς και τραγικούς ποιητές. Ο Πίνδαρος[15], ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης και πολλοί άλλοι επηρεάστηκαν από την Θηβαΐδα, μετέγραψαν ή διασκεύασαν τις ιστορίες της, ενώ ο Αντίμαχος ο Κολοφώνιος δανείστηκε τον τίτλο Θηβαΐς για το μεγάλο επικό του ποίημα που έγραψε γύρω στο 400 π.Χ. από το οποίο σώθηκαν λίγα αποσπάσματα[16].

Αντιγόνη και Πολυνείκης
(Νικηφόρος Λύτρας)
Μια Θηβαΐδα δώδεκα βιβλίων[17] έγραψε και ο Λατίνος ποιητής του 1ου μ.Χ. αιώνα Πόπλιος Παπίνιος Στάτιος: Το πρώτο αρχίζει με την φιλονικία του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, ενώ στο τελευταίο με επέμβαση του Θησέα (μετά από επίκληση των γυναικών των σκοτωμένων Αργείων ηγεμόνων, τα πτώματα των οποίων δεν επέτρεπαν οι Θηβαίοι να ταφούν), ο Κρέων σκοτώνεται, η Αντιγόνη σώζεται, θάβονται οι νεκροί και η χώρα ειρηνεύει.

Τέλος, στους νεώτερους χρόνους, ο μεγάλος Γάλλος δραματουργός του 17ου αιώνα Ρακίνας θα γράψει το δράμα Θηβαΐς (Thébaide) εμπνευσμένος και αυτός από την ιστορία του Ετεοκλή, του Πολυνείκη και της Αντιγόνης[18].

Ιλίου Πέρσις

Η Ιλίου Πέρσις,[1] ένα από τα χαμένα έπη του τρωικού κύκλου, περιέγραφε την άλωση και καταστροφή της Τροίας από τους Αχαιούς. Ως δημιουργός του φερόταν ο ποιητής του 8ου π.Χ. αιώνα Αρκτίνος ο Μιλήσιος, πιθανολογούμενος συγγραφέας επίσης της Αιθιοπίδος και της Τιτανομαχίας[2].

Σύμφωνα με τον Πρόκλο, τον συγγραφέα της Γραμματικής Χρηστομάθειας, η Ιλίου Πέρσις αποτελούσε συνέχεια της Αιθιοπίδος και της Μικράς Ιλιάδος και περιελάμβανε δύο βιβλία. Σύγχρονοι ερευνητές πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα το έπος του Αρκτίνου ήταν αρκετά μεγαλύτερο -άλλωστε ο Πρόκλος δεν είχε άμεση πρόσβαση στο αρχικό κείμενο του ποιήματος (που στην εποχή του ήταν ήδη χαμένο) και αντλούσε τις πληροφορίες του αποκλειστικά και μόνον από επιτομές και σχόλια προγενεστέρων του[3].

Περιεχόμενο της "Ιλίου Πέρσεως" (σύμφωνα με την Χρηστομάθεια του Πρόκλόυ)[4]

Οι Τρώες βλέποντας άδειο το στρατόπεδο των Αχαιών, εξέρχονταν από τα τείχη και έβρισκαν τον Δούρειο ίππο. Ακολουθούσε σύσκεψη στην οποία αποφασιζόταν τελικά η μεταφορά του μέσα στην πόλη παρά τις προειδοποιήσεις της Κασσάνδρας και τις αντιρρήσεις του Λαοκόωντος. Δυο πελώρια φίδια έβγαιναν τότε από την θάλασσα, έπνιγαν το Λαοκόωντα και έναν από τους γιούς του και κατέφευγαν στον ναό της Αθηνάς. Ο Αινείας εκλαμβάνοντας το γεγονός ως σημάδι των θεών και προαισθανόμενος τον επικείμενο όλεθρο κατέφευγε με τους δικούς του στην Ίδη. Οι υπόλοιποι Τρώες έφερναν τον Δούρειο Ίππο μέσα στην Τροία και με απόφαση του Πριάμου γιόρταζαν το δήθεν τέλος του πολέμου. Οι παραμονεύοντες πίσω από την Τένεδο Αχαιοί ειδοποιούνταν με πυρσούς από τον Σίνωνα, τον κατάσκοπο που είχαν αφήσει πίσω τους, επέστρεφαν αιφνιδιαστικά και μαζί με τους κρυμμένους μέσα στην κοιλιά του Δούρειου ίππου συμπολεμιστές τους καταλάμβαναν εύκολα την πόλη.Ακολουθούσε η σφαγή των Τρώων και το ξεκλήρισμα της γενιάς του Πριάμου:

Ο νεαρός Νεοπτόλεμος σκότωνε τον γέροντα Πρίαμο πάνω στο βωμό του Ερκείου Διός[5] και έπαιρνε σκλάβα την Ανδρομάχη. Ο Αίας ο Λοκρός γκρέμιζε το άγαλμα της Αθηνάς στην προσπάθεια του ν' αρπάξει την Κασσάνδρα που είχε απελπισμένα γαντζωθεί σ' αυτό. Ο Οδυσσεύς σκότωνε τον μικρό Αστυάνακτα ρίχνοντας τον από το τείχη της πόλης και η Πολυξένη σφαγιαζόταν πάνω στον τάφο του Αχιλλέως. Ο Μενέλαος κατακρεουργούσε τον Δηίφοβο, άνδρα της Ελένης μετά τον θάνατο του Πάριδος, συμφιλιωνόταν με την ίδια και την οδηγούσε στα πλοία.

Ο Δημοφών και ο Ακάμας, οι γιοί του Θησέως, έβρισκαν την γιαγιά τους την Αίθρα (που είχε αναγκασθεί να ακολουθήσει την Ελένη στην Τροία) και την έπαιρναν πίσω μαζί τους. Οι Αχαιοί μοιράζονταν τα λάφυρα και τις γυναίκες των Τρώων, πυρπολούσαν την πόλη και αναχωρούσαν. Οι θεοί όμως εξοργισμένοι με τις τόσες ιεροσυλίες και ακρότητες αποφάσιζαν να τους τιμωρήσουν. Θα τους αφάνιζαν κατά την επιστροφή τους στην πατρίδα - περιπέτειες όμως που θα διηγιόταν το επόμενο έπος του τρωικού κύκλου, οι Νόστοι.


   
 Σημειώσεις
 
1. Η λέξη πέρσις σημαίνει άλωση, καταστροφή. Σχετίζεται με το ρήμα πέρθω (μέλ. πέρσω, αόρ. έπερσα) που σήμαινε εκπορθώ, καταστρέφω, λεηλατώ, κουρσεύω.

 2. P. Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων, εκδ. USP, 1996.

 3. A. Lesky, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, σελ. 137. εκδ. Κυριακίδη, 2011.

 4. G. Kinkel, Epicorum Graecorum fragmenta (1877), σελ. 49 "Iliu Persis".
 •  M. West, Greek Epic Fragments: From the Seventh to the Fifth Centuries BC., "The Sac of Ilion", σελ. 142, Harvard University Press, 2003.

 5. Ο Έρκειος Ζεύς ήταν προστάτης της οικογένειας και της οικογενειακής γαλήνης. Είχε το άγαλμα ή τον βωμό του στο προαύλιο, στο ἕρκος, των οικιών.

Κέρκωπες (έπος)

Οι Κέρκωπες ήταν ένα επύλλιο το οποίο ο Ψευδο-Ηρόδοτος, ο Πρόκλος και ο Αρποκρατίων απέδιδαν στον Όμηρο[1]. Διηγιόταν προφανώς με κωμικό τρόπο την σύλληψη των Κερκώπων από τον Ηρακλή, όταν προσπάθησαν να του κλέψουν τα όπλα του.

Ηρακλής και Κέρκωπες

Από το ποίημα δεν έχει σωθεί κανένας στίχος, γνωρίζουμε όμως από άλλες πηγές πως οι Κέρκωπες ήταν δύο αδέλφια δυνατά και μεγαλόσωμα που εξαπατούσαν, λήστευαν και σκότωναν τους περαστικούς. Ονομάζονταν Ευρυβάτης και Φρυνώνδας ή κατ' άλλους Σίλλος και Τριβαλός[2]. Μητέρα τους ήταν η Θεία, μια κόρη του Ωκεανού, η οποία πάντα τους συμβούλευε να φυλάγονται από τον επίφοβο Μελάμπυγο (τον άνθρωπο με τους μαύρους γλουτούς). Κάποτε συνάντησαν τον Ηρακλή την ώρα που αυτός κοιμόταν και προσπάθησαν να τον ληστέψουν. Ο Ηρακλής όμως ξύπνησε, τους συνέλαβε και τους κρέμασε ανάποδα από τις άκρες του ροπάλου του. Καθώς τους κουβάλαγε, έτσι όπως ήταν με το κεφάλι προς τα κάτω στο ύψος των σκουρόχρωμων ηλιοκαμένων  γλουτών του, θυμήθηκαν την μητρική συμβουλή και ξέσπασαν σε γέλια. Ο Ηρακλής γέλασε και αυτός μαζί τους και τους άφησε να φύγουν[3].

"Αγρέας"

 Σημειώσεις

1. M. L. West , Homeric Hymns. Homeric Apocrypha. Lives of Homer, "Cercopes", σελ. 254-257, Loeb Classical Library 496. Harvard University Press, 2003.

2. Σύμφωνα με την Σούδα (στο ομώνυμο λήμμα), οι Κέρκωπες ονομάζονταν Πάσσαλος και Άκμων και μητέρα τους  ήταν η Μεμνονίς.

3. P. Grimal, Λεξικό της ελληνικής και της ρωμαϊκής μυθολογίας, "Κέρκωπες", USP, 1991.

Μαργίτης

Ο Μαργίτης ήταν ένα διάσημο κωμικό έπος της αρχαϊκής εποχής από το οποίο έχουν σωθεί ελάχιστα αποσπάσματα[1]. Θεωρείται πρόδρομος της ιωνικής πεζογραφικής μυθιστορίας[2], ενώ ο κεντρικός του χαρακτήρας (ο Μαργίτης) ενέπνευσε συχνά τους μεταγενέστερους κωμωδιογράφους (όπως σημείωνε ήδη ο Αριστοτέλης στο Περί Ποιητικής έργο του)[3].

Ο Ηφαιστίων ο Αλεξανδρεύς μας πληροφορεί ότι το ποίημα παρουσίαζε μια ιδιάζουσα και πρωτότυπη μορφή, καθώς μεταξύ των -συνηθισμένων για έπος- δακτυλικών εξάμετρων στίχων παρεμβάλλονταν σε άνισα διαστήματα ιαμβικοί τρίμετροι[4]

Η Σούδα αναφέρει ως δημιουργό του τον ποιητή του 5ου π.Χ. αιώνα Πίγρητα από την Αλικαρνασσό, αδελφό της βασίλισσας της Καρίας Αρτεμισίας[5]. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης όμως θεωρούσαν τον Μαργίτη έργο του Ομήρου[6]. Ως έργο του Ομήρου το μνημόνευαν επίσης ο Αρχίλοχος, ο Κρατίνος και ο Καλλίμαχος (όπως μας πληροφορεί ο Ευστράτιος στο έργο του Υπομνήματα εις τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη)[7]  καθώς και μεταγενέστεροι συγγραφείς της ρωμαϊκής και βυζαντινής εποχής (π.χ. ο Ιωάννης Τζέτζης)[8].

Οι σύγχρονοι φιλόλογοι αμφιβάλλουν ωστόσο ως προς την πατρότητα του έργου. Υποθέτουν ότι το έπος γράφτηκε, ενδεχομένως στην Κολοφώνα της Ιωνίας, τον 6ο π.Χ. αιώνα ή προς το τέλος του 7ου από κάποιο άγνωστο ποιητή αρχικά σε δακτυλικό εξάμετρο. Αργότερα, ίσως, ο Πίγρης ή κάποιος άλλος ανασκεύασε το ποίημα εισάγοντας τα ιαμβικά τρίμετρα με στόχο να επαυξήσει το κωμικό του αποτέλεσμα[9] .Ο κεντρικός ήρωας του έργου, ο Μαργίτης, ήταν ένας ανόητος και ανίκανος γόνος πλούσιας οικογένειας που "οι θεοί δεν τον είχαν διδάξει ούτε να σκάβει ούτε να οργώνει ούτε να κάνει κάτι άλλο"[10]. Ένας αδαής δηλαδή "ξερόλας" που "ήξερε πολλά, όμως όλα τα ήξερε άσχημα", σύμφωνα με έναν άλλο στίχο του ποιήματος που διέσωσε ο Πλάτων[11].


Το έργο φαίνεται πως ήταν δημοφιλές ιδιαίτερα μεταξύ των λαϊκών στρωμάτων και σώζονταν ακέραιο μέχρι τον 13ο μ.Χ. αιώνα[12]. Η λέξη μαργίτης πέρασε στο καθημερινό λεξιλόγιο με την σημασία του ανόητου, του γελοίου[13], η δε φράση Μαργίτης εἶ συγκαταλέγεται στην συλλογή αρχαίων παροιμιών του βυζαντινού λόγιου Μιχαήλ Αποστόλιου[14].


    
Σημειώσεις
 
 1. G. Kinkel, Epicorum Graecorum fragmenta (1877)σελ. 64.
 
 2. A. Lesky, Ιστορία της Αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, σελ. 146, εκδ. Κυριακίδη, 2011.

 3. Αριστοτέλης, Ποιητική1448b - 1449a· [ὁ γὰρ Μαργίτης ἀνάλογον ἔχει, ὥσπερ Ἰλιὰς καὶ ἡ Ὀδύσσεια πρὸς τὰς τραγῳδίας, οὕτω καὶ οὗτος πρὸς τὰς κωμῳδίας].

 4. Ηφαιστίων, Εγχειρίδιον περί μέτρων, στο Scriptores metrici graeci, Λειψία, 1866.
 •  Gilbert Murray, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας , μτφ. Σίμος Μενάνδρος, 1922. Project Gutenberg 

 5. Λεξικόν Σουίδα, λήμμα: "Πίγρης".

 6. Αριστοτέλης, ό.π.

 7. A. Lesky, ό.π.·
    [Παράγει δ’ εἰς μαρτυρίαν τοῦ εἶναι τὸν ὅλως σοφὸν ἕτερον παρὰ τόν τινα σοφὸν καί τινα ποίησιν Μαργίτην ὀνομαζομένην Ὁμήρου. Mνημονεύει δ’ αὐτῆς οὐ μόνον αὐτὸς Ἀριστοτέλης ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ ποιητικῆς ἀλλὰ καὶ Ἀρχίλοχος καὶ Κρατῖνος καὶ Καλλίμαχος ἐν τῷ ἐπιγράμματι καὶ μαρτυροῦσιν εἶναι Ὁμήρου τὸ ποίημα.]

 8. Ιωάννης Τζέτζης, Χιλιάδες IV, 867-871.
                                  [ ...] ἅκουε τὸν Μαργίτην,
      Εἰς ὅν ὁ γέρων Ὅμηρος ἡρωιάμβους γράφει.
      Οὗτος ὤν γέρων νουνεχής, αὐτόχρηνα νοῦς, φρένες,
      Ἐξανηρώτα, τίς αὐτὸν ἐγκυμονήσας βρέφος
      Ἑκ τῆς γαστρὸς ἐγέννησεν, ἆρ' ὁ πατὴρ ἤ μήτηρ.


  9. W. Smith, A dictionary of Greek and Roman biography and mythology (1867),Τόμος II. perseus

 10. Αριστοτέλης, Ἠθικὰ ΝικομάχειαVI, .1141a · […ὥσπερ Ὅμηρός φησιν ἐν τῷ Μαργίτῃ τὸν δ’ οὔτ’ ἄρ σκαπτῆρα θεοὶ θέσαν οὔτ’ ἀροτῆρα οὔτ’ἄλλως τι σοφόν].

 11. Πλάτων, Δεύτερος Ἀλκιβιάδης, 147b· [πολλὰ μὲν ἠπίστατο ἔργα, κακῶς δέ ἠπίστατο πάντα].

 12. P. Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων  και Λατίνων, USP, 1996.

 13. Λήμμα "μαργίτης" στα λεξικά ΦωτίουΣούδας και Αρποκρατίονος.

 14. Μιχαήλ Αποστόλιος, Συναγωγὴ παροιμιῶνBibl. Augustana

Μελαμπόδεια ή Μελαμποδία

Η Μελαμπόδεια ή Μελαμποδία ήταν επικό ποίημα του 7ου ή 6ου π.Χ. αιώνα, το οποίο αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Αθήναιος και ο Παυσανίας, απέδιδαν στον Ησίοδο[1]. Αποτελούνταν από τρία τουλάχιστον βιβλία και διηγιόταν την ζωή και τα κατορθώματα του μυθικού ήρωα, μάντη και θεραπευτή Μελάμποδα.Ο Μελάμπους, κατά τον Ηρόδοτο, ήταν αυτός που εισήγαγε την λατρεία του Διονύσου στην Ελλάδα και καθιέρωσε τις φαλλικές τελετουργίες (Φαλληφόρια)[2]. Ήταν επίσης ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο οι θεοί προσέδωσαν προφητικές και θεραπευτικές ικανότητες. Ως θεραπευτής απήλλαξε τις κόρες του Προίτου, του μυθικού βασιλιά της Τίρυνθας, από την μανία που τις είχε καταλάβει επειδή αψήφησαν τον Διόνυσο, και έλαβε ως αμοιβή τα δύο τρίτα του βασιλείου του. Θεράπευσε επίσης τον Ίφικλο, τον γιό του Φυλάκου, από τα προβλήματα στειρότητας που είχε παίρνοντας ως αντάλλαγμα το περίφημο κοπάδι αγελάδων του πατέρα του  (που ο Μελάμπους το ήθελε για να το χαρίσει στον αδελφό του Βίαντα προκειμένου αυτός να μπορέσει να παντρευτεί την Πηρώ, την κόρη του Νηλέως)[4].υτούς τους μύθους το δίχως άλλο θα διηγιόταν η Μελαμπόδεια -άλλωστε ένα από τα σωθέντα αποσπάσματα αναφέρεται ρητά στην ιστορία με τον Ίφικλο[5]. Περιείχε επίσης και εμβόλιμες διηγήσεις για τους άλλους μεγάλους μάντεις της μυθικής εποχής.


Ο Τειρεσίας σκοτώνει το θηλυκό φίδι
 την ώρα που ζευγάρωνε
Διαβάζουμε έτσι σε κάποιο απόσπασμα τον μύθο του Τειρεσία που μεταμορφώθηκε σε γυναίκα, επειδή σκότωσε ένα θηλυκό φίδι την ώρα που ζευγάρωνε. Έχοντας γνωρίσει τον έρωτα και σαν άνδρας και σαν γυναίκα, κλήθηκε ως διαιτητής στην λογομαχία μεταξύ Δία και Ήρας για το ποιο από τα δύο φύλα απολαμβάνει περισσότερο την ερωτική ηδονή. Ο Τειρεσίας είπε πως από τα δέκα μέρη ηδονής η γυναίκα γεύεται τα εννιά και ο άνδρας μόνο το ένα. Η Ήρα τότε θυμωμένη (επειδή αποκάλυψε τα μυστικά της γυναικείας φύσης) τον τύφλωσε, αλλά ο Δίας ως αντιστάθμισμα του χάρισε προφητική ικανότητα και μακροζωία[6].

Ένα άλλο απόσπασμα αναφερόταν στην συνάντηση του Κάλχαντος με τον Μόψο και στον αγώνα μαντικής ικανότητας που επακολούθησε. Νικητής ανακηρύχθηκε ο Μόψος και ο Κάλχας ντροπιασμένος πέθανε από την λύπη του.[7]

Συνολικά από την Μελαμπόδεια σώθηκαν εννιά αποσπάσματα. Αναφέρονται από τον Αθήναιο, τον Στράβωνα,τον Σχολιαστή της Οδύσσειας, τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα και τον Ιωάννη Τζέτζη.



 
Σημειώσεις
 
1. Αθήναιος, Δειπονοσοφισταί, XIII.89. perseus
•  Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, IX.31.5. Βικιθήκη

2. Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2.49. Βικιθήκη

3. Κ. Κερένυϊ, Η μυθολογία των Ελλήνων, σελ.246 & 578, εκδ. Βιβλιοπωλείου της Εστίας, 1996.

4. H.G Evelyn-White, Hesiod, the Homeric hymns and Homerica (1914), "Μελαμπόδεια", σελ. 266 270, (απόσπασμα 6).

5. Evelyn-White, ό.π., (απόσπασμα 3).

6. Evelyn-White, ό.π., (απόσπασμα 1).

Μικρά Ιλιάς

Η Μικρά Ιλιάς ήταν ένα από τα έπη του τρωικού κύκλου που συνέχιζαν τη διήγηση της ομηρικής Ιλιάδος, περιέγραφαν δηλαδή τα γεγονότα του τρωικού πολέμου που συνέβησαν μετά τον θάνατο και την ταφή του Έκτορα. Αποτελείτο από τέσσερα βιβλία και ως συγγραφέας της θεωρούνταν (συνήθως) ο ποιητής του 7ου π.Χ. αιώνα Λέσχης ο Μυτιληναίος.

Υπήρχαν όμως και αρχαίοι συγγραφείς που απέδιδαν τη Μικρά Ιλιάδα σε άλλους ποιητές. Ο Ησύχιος ο Μιλήσιος[1] και ο Ψευδο-Ηρόδοτος[2] την αναφέρουν ως έργο του Ομήρου· ενώ κάποιοι άλλοι, όπως μας πληροφορεί ένας αρχαίος σχολιαστής, την απέδιδαν στον Θεστορίδη τον Φωκαέα, ή τον Κιναίθωνα τον Λακεδαιμονίο, ή ακόμη τον Διόδωρο τον Ερυθραίο.[3]

Περιεχόμενο της "Μικράς Ιλιάδος"

Σύμφωνα με τη "Χρηστομάθεια" του Πρόκλου, η Αιθιοπίς (το προηγούμενο της Μικράς Ιλιάδος έπος) τελείωνε με τη διαμάχη Αίαντα και Οδυσσέα για το ποιος ήταν πιο άξιος να πάρει την πανοπλία και τα όπλα του φονευθέντος από τον Πάρη Αχιλλέα.

• Στη Μικρά Ιλιάδα τα όπλα, μετά από παρέμβαση της Αθηνάς, είχαν ήδη δοθεί στον Οδυσσέα. Ο Αίας έχανε τα λογικά του και επιτίθονταν στο κοπάδια του στρατεύματος κατασφάζοντας τα. Αργότερα συνερχόταν και ντροπιασμένος αυτοκτονούσε.

• Ο Οδυσσέας εν τω μεταξύ αιχμαλώτιζε σε ενέδρα τον Έλενο, τον μάντη γιο του Πριάμου, και μάθαινε απ' αυτόν ότι η Τροία θα καταλαμβανόταν μόνον όταν οι Αχαιοί χρησιμοποιούσαν το τόξο και τα βέλη του Ηρακλή, τα οποία κατείχε ο Φιλοκτήτης. Ο Διομήδης πήγαινε να βρει τον Φιλοκτήτη στη Λήμνο (όπου οι Αχαιοί τον είχαν εγκαταλείψει πριν δέκα χρόνια, όταν κακοφόρμισε η πληγή που είχε από δάγκωμα φιδιού), και τελικά τον έπειθε να έρθει μαζί του στην Τροία. Ο γιατρός Μαχάων θεράπευε τον Φιλοκτήτη και αυτός αρίστευε στη μάχη σκοτώνοντας σε μονομαχία τον Πάρη. Ο Μενέλαος έπαιρνε τότε εκδίκηση ακρωτηριάζοντας το πτώμα του Πάρη, αλλά τελικά οι Τρώες κατόρθωναν να το μεταφέρουν στην Τροία και να το ενταφιάσουν. Μετά την ταφή ο Δηίφοβος, ένας άλλος γιος του Πριάμου, παντρευόταν την Ελένη.[4] 

• Ο Οδυσσέας έφερνε από τη Σκύρο τον γιο του Αχιλλέα τον Νεοπτόλεμο και του έδινε τα όπλα του πατέρα του. Ο Νεοπτόλεμος σκότωνε τον βασιλιά της Μυσίας Ευρύπυλο, τον γιό του Τηλέφου, που είχε έρθει να βοηθήσει τους Τρώες, και αυτοί κλείνονταν στα τείχη της πόλης τους.

• Ο Επειός κατασκεύαζε με τις συμβουλές της Αθηνάς τον Δούρειο Ίππο, ενώ ο Οδυσσέας μεταμφιεσμένος εισερχόταν στην Τροία για να την κατασκοπεύσει. Εκεί συναντούσε την Ελένη, η οποία τον αναγνώριζε και συνωμοτούσε μαζί του. Ο Οδυσσέας επέστρεφε στα πλοία, αφού πρώτα σκότωνε αρκετούς Τρώες. Αργότερα, ξαναέμπαινε μυστικά στην πολιορκημένη πόλη, μαζί με τον Διομήδη αυτήν τη φορά, και έκλεβαν το Παλλάδιον, το άγαλμα που προστάτευε την Τροία.

• Τελικά, οι καλύτεροι πολεμιστές των Ελλήνων κρύβονταν μέσα στον Δούρειο Ίππο. Οι υπόλοιποι αφού έκαιγαν τις σκηνές, διέλυαν το στρατόπεδο και επιβιβάζονταν στα πλοία προσποιούμενοι ότι τάχα λύουν την πολιορκία και αναχωρούν. Στην πραγματικότητα κρύβονταν πίσω από την Τένεδο καραδοκώντας. Οι Τρώες έπεφταν στην παγίδα και αφού γκρέμιζαν ένα μέρος του τείχους, οδηγούσαν τον Δούρειο Ίππο μέσα στην πόλη γιορτάζοντας το δήθεν τέλος του πολέμου.

Στο σημείο αυτό, κατά τη "Χρηστομάθεια", τελείωνε η διήγηση της Μικράς Ιλιάδος. Η περίληψη όμως του έπους από τον Πρόκλο φαίνεται πως ήταν αρκετά ελλιπής. Όπως προκύπτει και από τα αποσπάσματα που σώθηκαν[5], η Μικρά Ιλιάς στην πραγματικότητα κάλυπτε ένα μεγάλο φάσμα γεγονότων του τρωικού πολέμου, στα οποία περιλαμβανόταν η άλωση της Τροίας και ο διαμοιρασμός των λαφύρων. Κάλυπτε δηλαδή και επεισόδια του πολέμου που πραγματευόταν η Αιθιοπίς και η Ιλίου Πέρσις. Ο Πρόκλος βέβαια δεν είχε άμεση πρόσβαση στα έπη του τρωικού κύκλου. Στην εποχή του τα έπη αυτά είχαν μάλλον προ πολλού χαθεί· αντλούσε τις πληροφορίες του από έργα προγενεστέρων του μυθογράφων και γραμματικών.[6]

Αποσπάσματα

Η Μικρά Ιλιάς φαίνεται πως υιοθετούσε ορισμένες εκδοχές των μύθων που έρχονταν σε αντίθεση με την επικρατούσα παράδοση ή με τις εκδοχές που εμφανίζονται σε άλλα έπη του τρωικού κύκλου, όπως λόγου χάριν στην Ιλίου Πέρσιν

Διαβάζουμε έτσι σε ένα από τα σωθέντα αποσπάσματα, ότι ο Νεοπτόλεμος αιχμαλώτισε τον Αινεία και τον οδήγησε στα πλοία ως "γέρας έξοχον", "έπαθλο ανώτερο απ' όλων των άλλων Δαναών".[7] Αντίθετα, στην Ιλίου Πέρσιν ο Αινείας, μετά την επιπόλαια απόφαση των Τρώων να μεταφέρουν τον Δούρειο Ίππο μέσα στη πόλη, διαισθανόμενος την επικείμενη καταστροφή κατέφευγε με του δικούς του στην Ίδη. Σύμφωνα δε με μια μεταγενέστερη παράδοση συγκέντρωσε αργότερα τους εναπομείναντες Τρώες και ίδρυσε μια καινούργια πόλη, ή -άλλη εκδοχή- κατέφυγε με τους δικούς του στην Ιταλία.

Ο Νεοπτόλεμος σκοτώνει τον Πρίαμο
χτυπώνοντας τον με το σώμα του Αστυάνακτα
(αττικός αμφορέας, Βρεττανικό Μουσείο)
Στο ίδιο απόσπασμα διαβάζουμε ακόμη ότι ο Νεοπτόλεμος αρπάζοντας από το πόδι τον Αστυάνακτα μέσα από την αγκαλιά της παραμάνας του τον πέταξε κάτω από τα τείχη της Τροίας σκοτώνοντάς τον· ενώ στην Ιλίου Πέρσιν είναι ο Οδυσσέας που προβαίνει στη φρικαλέα αυτή πράξη.
(Σε ένα αγγείο της αρχαϊκής εποχής ο φόνος του Αστυάνακτα παρουσιάζεται ακόμη πιο αποτρόπαιος: Βλέπουμε τον Νεοπτόλεμο να σκοτώνει τον Πρίαμο πάνω στο βωμό του Ερκείου Διός χρησιμοποιώντας ως φονικό ρόπαλο το σώμα του μικρού Αστυάνακτα.)

Ανάμεσα στους στίχους της Μικράς Ιλιάδος που σώθηκαν περιλαμβάνονται και οι δύο εναρκτήριοι στίχοι του έπους:
         Ἴλιον ἀείδω καὶ Δαρδανίην εὔπωλον,
         ἧς πέρι πόλλα πάθον Δαναοὶ θεράποντες Ἄρηος.
         [Ψάλλω το Ίλιον και τη Δαρδανία με τα λαμπρά άλογα
         όπου πολλά έπαθαν οι Δαναοί, οι ακόλουθοι του Άρη.]
 Χρήστος Μπελόπουλος     


Σημειώσεις
 
1. M. West, Homeric Hymns. Homeric Apocrypha. Lives of Homer, p.430, Loeb Classical Library 496, Harvard University Press, 2003.

2. Ψευδο-Ηρόδοτος, Περὶ τῆς τοῦ Ὁμήρου γενέσιος καὶ βιοτῆς, 16.

3. M. West, Greek Epic Fragments: From the Seventh to the Fifth Centuries BC, p. 128, Loeb Classical Library 497, Harvard University Press, 2003.
• Ιωάννης Τζέτζης: "Ἰλιάς ... Ὁμήρου δὲ, πρὸς ἀντιδιαστολήν τῶν μικρῶν Ἰλιάδων· καὶ γὰρ Λέσχης Πυρραίος, Κιναίθων τὲ τις Λακεδαιμόνιος, καὶ ὁ Ἐρυθραῖος Διόδωρος, Τρυφιόδωρος τε καὶ Κόϊντος ὁ Σμυρναῖος, καὶ ἕτεροι, Ἰλιάδας συγγεγραφήκεσαν".
("Εις την Ομήρου Ιλιάδα εξήγησης Ιωάννου γραμματικού του Τζέτζου" σελ. 45 [257], στο: Liber de metris poeticis ; Joannis Tzetzae Exegesis in Homeri Iliadem ; Primum edidit et indices addidit Godofredus Hermannus, Weigel, 1812.)

4. R. Westphal, Scriptores metrici graeci (1866)"Πρόκλου χρηστομαθίας γραμματικής β' ", σελ.238-239.

5. Ομηρικά - Επικός κύκλος, "Μικρά Ιλιάς" (αρχαίο κείμενο και νεοελληνική απόδοση), σελ. 110-121, εκδ. Κάκτος, 2005.
•  M. West, Greek Epic Fragments…, ό.π., "The Little Iliad, Testimonia and Fragments", p. 118-143.

6. A. Lesky, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας, σελ. 135, εκδ. Κυριακίδη, 2011.

7. Ομηρικά - Επικός κύκλος, ό.π., σελ. 117.
 



Το κείμενο της "Χρηστομάθειας" για τη "Μικρά Ιλιάδα"

… …
"Ο θάνατος του Αίαντα"
Αντόνιο Τζάνκι
(Antonio Zanchi, 1631-1722)
Ἑξῆς δ᾿ ἐστὶν Ἰλιάδος μικρᾶς βιβλία τέσσαρα Λέσχεω Μυτιληναίου, περιέχοντα τάδε·

ἡ τῶν ὅπλων κρίσις γίνεται καὶ Ὀδυσσεὺς κατὰ βούλησιν Ἀθηνᾶς λαμβάνει, Αἴας δὲ ἐμμανὴς γενόμενος τήν τε λείαν τῶν Ἀχαιῶν λυμαίνεται καὶ ἑαυτὸν ἀναιρεῖ.
μετὰ ταῦτα Ὀδυσσεὺς λοχήσας Ἕλενον λαμβάνει καὶ, χρήσαντος περὶ τῆς ἁλώσεως τούτου Διομήδης ἐκ Λήμνου Φιλοκτήτην ἀνάγει. ἰαθεὶς δὲ οὗτος ὑπὸ Μαχάονος καὶ μονομαχήσας Ἀλεξάνδρῳ κτείνει καὶ τὸν νεκρὸν ὑπὸ Μενελάου καταικισθέντα ἀνελόμενοι θάπτουσιν οἱ Τρῶες.

"Ο θάνατος του Αστυάντακτα"
Ανδρομάχη, Αστυάνακτας
Πύρρος (Νεοπτόλεμος)
Εντουάρ Τεοφίλ Μπλανσάρ
(Eduard Theophile Blanchard,
1844-1879)
μετὰ δὲ ταῦτα Δηΐφοβος Ἑλένην γαμεῖ· καὶ Νεοπτόλεμον Ὀδυσσεὺς ἐκ Σκύρου ἀγαγὼν τὰ ὅπλα δίδωσι τὰ τοῦ πατρός· καὶ Ἀχιλλεὺς αὐτῷ φαντάζεται. Εὐρύπυλος δὲ ὁ Τηλέφου ἐπίκουρος τοῖς Τρωσὶ παραγίνεται, καὶ ἀριστεύοντα αὐτὸν ἀποκτείνει Νεοπτόλεμος. καὶ οἱ Τρῶες πολιορκοῦνται· καὶ Ἐπειὸς κατ᾿ Ἀθηνᾶς προαίρεσιν τὸν Δούρειον Ἵππον κατασκευάζει.

Ὀδυσσεὺς δὲ αἰκισάμενος ἑαυτὸν κατάσκοπος εἰς Ἴλιον παραγίνεται καὶ ἀναγνωρισθεὶς ὑφ᾿ Ἑλένης περὶ τῆς ἁλώσεως τῆς πόλεως συντίθεται, κτείνας τέ τινας τῶν Τρώων ἐπὶ τὰς ναῦς ἀφικνεῖται· καὶ μετὰ ταῦτα σὺν Διομήδει τὸ Παλλάδιον ἐκκομίζει ἐκ τῆς Ἰλίου.

ἔπειτα εἰς τὸν Δούρειον Ἵππον τοὺς ἀρίστους ἐμβιβάσαντες τάς τε σκηνὰς καταφλέξαντες, οἱ λοιποὶ τῶν Ἑλλήνων εἰς Τένεδον ἀνάγονται· οἱ δὲ Τρῶες τῶν κακῶν ὑπολαβόντες ἀπηλλάχθαι, τόν τε Δούρειον Ἵππον εἰς τὴν πόλιν εἰσδέχονται, διελόντες μέρος τι τοῦ τείχους, καὶ εὐωχοῦνται ὡς νενικηκότες τοὺς Ἕλληνας.

Μινυάς (έπος)

Η Μινυάς ήταν ένα επικό ποίημα του 7ου ή 6ου π.Χ. αιώνα το οποίο ο Παυσανίας απέδιδε με επιφύλαξη στον Πρόδικο τον Φωκαέα.[1] [2]

Υποθέτουμε, βασιζόμενοι αποκλειστικά και μόνον στον τίτλο του έργου, ότι η Μινυάς διηγιόταν την ιστορία του Μινύα, του μυθικού βασιλιά του βοιωτικού Ορχομενού και γενάρχη των Μινύων. Ωστόσο, οι δύο -και μοναδικοί- στίχοι της Μινυάδος που σώζονται καθώς και τα σωθέντα σε πεζό λόγο αποσπάσματα αναφέρονται όλα είτε στην κάθοδο του Θησέα και του Πειρίθου στον Άδη[3] (με σκοπό να απαγάγουν την Περσεφόνη) είτε στη θανάτωση και στη μεταθανάτια τιμωρία ηρώων (όπως ο Μελεάγρος,[4] ο Αμφίων και ο Θάμυρις),[5] οι οποίοι με την υβριστική τους συμπεριφορά προσέβαλαν και εξόργισαν τους θεούς.Ανάλογα όμως θέματα, σχετικά με την κάθοδο ή την τιμωρία ηρώων στον Κάτω Κόσμο, πραγματευόταν και το ορφικό ποίημα Εἰς Ἅιδου κατάβασις (που ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς[6] και η Σούδα[7] αποδίδουν επίσης στον Πρόδικο) και γι' αυτό ορισμένοι σύγχρονοι φιλόλογοι υποστηρίζουν ότι η Εἰς Ἅιδου κατάβασις ήταν στην πραγματικότητα ένα άλλο όνομα της Μινυάδος ή ότι αποτελούσε απλά ένα τμήμα της -άποψη που φυσικά δεν είναι γενικά αποδεκτή.


Εκτός από τον Παυσανία, μια σύντομη μνεία στην Μινυάδα υπήρχε και στο Περὶ Εὐσεβείας έργο του Φιλόδημου, ενώ ένα παπυρικό απόσπασμα 27 περίπου στίχων (στο οποίο ο νεκρός Μελέαγρος συνομιλεί στον Κάτω κόσμο με τον Θησέα) θα μπορούσε επίσης να ανήκει στην Μινυάδα.[8][9] 
"Αγρέας"


 Σημειώσεις
1. Παυσανίας, Ἑλλάδος περιήγησις, 4. 33:7· [Πρόδικος δὲ Φωκαεὺς - εἰ δὴ τούτου τὰ ἐς τὴν Μινυάδα ἔπη…].
2. Στηριζόμενοι στην επιφύλαξη αυτή του Παυσανία και στις υποτιθέμενες βοιωτικές ιστορίες στις οποίες παραπέμπει ο τίτλος του ποιήματος, κάποιοι σύγχρονοι φιλόλογοι υποστηρίζουν ότι η Μινυάς πρέπει μάλλον να γράφτηκε από κάποιον αρχαϊκό Βοιωτό ποιητή, όπως ο Χερσίας, αν και δεν υπάρχει καμιά αρχαία μαρτυρία που να τεκμηριώνει ανάλογη υπόθεση.
3. Παυσανίας, 10.28.2· 
      ... ἐπηκολούθησε δὲ ὁ Πολύγνωτος ἐμοὶ δοκεῖν ποιήσει Μινυάδι∙ ἔστι γὰρ δὴ ἐν τῆι Μινυάδι ἐς Θησέα ἔχοντα καὶ Πειρίθουν∙
                 ἔνθ’ ἦ τοι νέα μὲν νεκυάμβατον, ἣν ὁ γεραιὸς
                 πορθμεὺς ἦγε Χάρων, οὐκ ἔλλαβον ἔνδοθεν ὅρμου

ἐπὶ τούτωι (τοῦτο β) οὖν καὶ Πολύγνωτος γέροντα ἔγραφεν ἤδη τῆι ἡλικίαι τὸν Χάρωνα.

  
["Μου φαίνεται πως ο Πολύγνωτος ακολούθησε το ποίημα Μινυάς, γιατί στην Μινυάδα αναφέρονται τα εξής σχετικά με τον Θησέα και τον Πειρίθου:
      τότε, φυσικά, το πλοίο όπου μπαίνουν οι νεκροί, που το οδηγούσε ο γέροντας /
      βαρκάρης Χάρων, δεν το βρήκαν μέσα στον όρμο.
Γι’ αυτό λοιπόν ο Πολύγνωτος παρέστησε τον Χάρωνα σε γεροντική ηλικία."]
      Δρόμοι του Παυσανία 
4. Παυσανίας, 10.31.3.
5. Παυσανίας, 9.5.8.
6. Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, XXI:e.
7. Λεξικόν Σουΐδα, λήμμα: "Ορφεύς".
8. M. West, Greek Epic Fragments: From the Seventh to the Fifth Centuries BC, "Minyas", σελ. 268-273, Loeb Classical Library, Harvard University Press, 2003.
9. Οι στίχοι αυτοί βέβαια θα μπορούσαν κάλλιστα να ανήκουν και στο ησιόδειο έπος Πειρίθου κατάβασις

Το έπος "Οιδιπόδεια"

Οιδιπόδεια ή Οιδιποδία: έπος του 8ου π.Χ. αιώνα που διηγιόταν τους σχετικούς με τον Οιδίποδα μύθους. Αποτελούνταν, όπως μας πληροφορεί μια σωζόμενη επιγραφή[1],  από 6.600 στίχους και ενίοτε ως συγγραφέας του αναφερόταν ο Λακεδαιμόνιος ποιητής Κιναίθων[2]. Μαζί με τους Επιγόνους και την Θηβαΐδα ανήκαν στον θηβαϊκό επικό κύκλο.

1. Το περιεχόμενο της "Οιδιπόδειας" και τα αποσπάσματα που σώθηκαν

1.1. Ο γνωστός από την τραγική ποίηση μύθος του Οιδίποδα           

Όπως γνωρίζουμε από τους μεταγενέστερους της Οιδιπόδειας ποιητές και μυθογράφους, ο νεογέννητος Οιδίποδας με διαταγή του πατέρα του και βασιλιά της Θήβας Λάιου οδηγήθηκε στον Κιθαιρώνα και εγκαταλείφθηκε εκεί, επειδή ο τελευταίος νόμιζε ότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να ξεφύγει από τη μοίρα του (σύμφωνα με την οποία έμελλε να σκοτωθεί μια μέρα από τον ίδιο του τον γιο). Το εκτεθειμένο βρέφος διέσωσε ένας βοσκός, ο Εύφορβος, και το μετέφερε στην Κόρινθο, όπου ο βασιλιάς Πόλυβος και η γυναίκα του Περίβοια το μεγάλωσαν σαν δικό τους παιδί.

Μεγάλος πια ο Οιδίποδας πήγε στους Δελφούς και ζητώντας χρησμό έμαθε ότι επρόκειτο να σκοτώσει τον πατέρα του και να παντρευτεί την μητέρα του. Θορυβημένος και νομίζοντας ότι οι πραγματικοί του γονείς ήταν ο Πόλυβος και η Περίβοια, αποφάσισε να μην γυρίσει στην Κόρινθο και κατευθύνθηκε προς τη Θήβα. Στο δρόμο συνάντησε τον Λάιο, φιλονίκησε μαζί του και τον σκότωσε

Μετά το φονικό, ο αντιβασιλεύων στη Θήβα Κρέων διακήρυξε ότι νέος βασιλιάς της πόλης θα γινόταν όποιος κατόρθωνε να νικήσει την Σφίγγα, το τέρας που τρομοκρατούσε την περιοχή. Ο άθλος επιτεύχθηκε από τον Οιδίποδα, ο οποίος έτσι έγινε βασιλιάς στη θέση του σκοτωμένου πατέρα του και πήρε για σύζυγό του την χήρα βασίλισσα, την Ιοκάστη (ή Επικάστη), δηλαδή την πραγματική του μητέρα. Αργότερα, όταν αποκαλύφτηκε όλη η τραγική αλήθεια, η Ιοκάστη απαγχονίστηκε από ντροπή και ο απελπισμένος Οιδίποδας αυτοτυφλώθηκε και εγκατέλειψε την Θήβα.

1.2. Ιδιαιτερότητες του μύθου στην "Οιδιπόδεια"

Στην Οιδιπόδεια, σε αντίθεση με τα λεγόμενα από τους τραγικούς ποιητές[3], ο Οιδίπους μετά την αποκάλυψη της αιμομιξίας και την αυτοκτονία της Ιοκάστης ξαναπαντρευόταν[4] και παρέμενε βασιλιάς της Θήβας μέχρι τον θάνατό του.

Σύμφωνα με ένα απόσπασμα του Πεισάνδρου[5] (το οποίο έσωσε σχολιαστής του Ευριπίδη[6] και το οποίο σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν ότι συνόψιζε το περιεχόμενο της Οιδιποδείας), ο Οιδίπους παντρεύτηκε μετά τον θάνατο της Ιοκάστης την Ευρυγάνεια, την κόρη του Υπέρφαντος, με την οποία έκανε και τα τέσσερα παιδιά του: την Αντιγόνη, την Ισμήνη, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη. Τα ίδια υπεστήριζε και ο Φερεκύδης ο Αθηναίος, ο οποίος -όπως πίστευε ο Γάλλος ελληνιστής Αλμπέρ Σεβερένς-, αντλούσε τις πληροφορίες του κατευθείαν από το αρχαίο χαμένο έπος[7]. Ο Φερεκύδης μάλιστα προσέθετε ότι και με την Ιοκάστη ο Οιδίποδας έκανε δύο γιους, τον Φράστορα και τον Λαόνυτο, οι οποίοι σκοτώθηκαν πολεμώντας εναντίον των Μινύων και του βασιλιά τους Εργίνου, και ότι μετά τον θάνατο και της Ευρυγάνειας παντρεύτηκε και πάλι με την Αστυμέδουσα αυτήν τη φορά, την κόρη του Σθένελου.[8]

Στην Οιδιπόδεια περιλαμβανόταν ενδεχομένως και η ιστορία του Χρυσίππου, του πανέμορφου γιου του Πέλοπος, που τον ερωτεύθηκε και τον απήγαγε ο βασιλιάς Λάιος με αποτέλεσμα: ο οργισμένος Πέλοπας να καταραστεί τον απαγωγέα να παραμείνει άτεκνος ή , αν ποτέ αποκτούσε γιο, να πεθάνει από το χέρι του γιου του· και η Ήρα, η θεά προστάτιδα του θεσμού του γάμου, προσβεβλημένη από την παιδεραστική πράξη, να στείλει την Σφίγγα στη Θήβα να καταβροχθίζει ζωντανούς τους νεαρούς Θηβαίους.

1.3. Τα αποσπάσματα

Από την Οιδιπόδεια σώθηκαν δύο μόνον στίχοι[9] που μιλούν για την αρπαγή και τον φόνο από την Σφίγγα του Αίμονος, του γιου του Κρέοντος, "του πιο ωραίου και πιο ποθητού αγοριού" της Θήβας:

    ἀλλ᾿ ἔτι κάλλιστόν τε καὶ ἱμεροέστατον ἄλλων

    παῖδα φίλον Κρείοντος ἀμύμονος, Αἴμονα δῖον 

(και [σκότωσε] το πιο ωραίο και πιο ποθητό αγόρι απ' όλα

τον αγαπημένο γιό του έξοχου Κρέοντος, τον θεϊκό Αίμονα).

2. "Οιδιπόδεια" του Μελήτου

Εκτός από την κυκλική Οιδιπόδεια, είναι γνωστή και μια άλλη μεταγενέστερη Οιδιπόδεια, μια τριλογία που έγραψε ο Αθηναίος τραγικός ποιητής Μέλητος[10] (ο πιθανολογούμενος και ως πατέρας ενός άλλου Μέλητου, του κατήγορου του Σωκράτη).[11]

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......

1 σχόλιο:

  1. ΚΑΜΊΑ ΕΝΤΎΠΩΣΗ...
    ΌΤΙ ΟΙ ΧΑΖΑΡΟΚΡΟΝΙΟΙ ΚΑΜΠΑΛΟΙ ΣΑΤΑΝΙΛΕΣ ΗΜΙΒΛΑΚΕΣ!
    ΛΑΓΟΥΜΑΤΙ...
    ΠΆΝΕ ΔΕΛΦΟΎΣ ΤΡΏΝΕ...ΚΛΠ
    ΈΧΟΥΝ ΑΚΡΌΠΟΛΗ
    ΩΣ €ΝΗΜ€ΡΩ$Η
    ΜΕΤΑΞΎ ΤΩΝ
    (ΜΠ€€€ΡΙΟΔΙΚΟ ΤΟΥΣ)
    ΚΛΠ ΚΛΠ

    ΚΑΜΊΑ!
    🦠💩🧠



    ΑπάντησηΔιαγραφή