Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Ανάμεσα στον Ντελόρ και στον Σόιμπλε μεσολαβούν μόνο οι αυταπάτες!!!

 




 

Την ίδια μέρα, σαν από ειρωνία της ιστορίας, πέθαναν δύο βαριά ονόματα της ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Ζακ Ντελόρ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο πρώτος ήταν πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν) κατά την κρίσιμη δεκαετία 1985 – 1995 και προώθησε την ιδέα του ευρώ, την ευρωπαϊκή ενοποίηση υπό τον γαλλογερμανικό άξονα, αλλά και τα “πακέτα” οικονομικής βοήθειας που πήραν το όνομά του. Ο δεύτερος ήταν υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, “αφεντικό” του Eurogroup κατά την περίοδο της κρίσης του ευρώ (2009 – 2017), ενορχηστρωτής της πανευρωπαϊκής λιτότητας, της γερμανικής Ευρώπης και πρωτεργάτης του οικονομικού στραγγαλισμού του ευρωπαϊκού Νότου και ιδίως της Ελλάδας.

Οι κουτοπόνηροι της κεντροαριστεράς αναδεικνύουν τις θηριώδεις τάχα διαφορές ανάμεσα στους δύο άνδρες. Μιλούν για την ικανότητα του πρώτου να ενώνει και του δεύτερου να χωρίζει. Για την σοσιαλιστική δοτικότητα των πακέτων Ντελόρ σε αντιδιαστολή με τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα των μέτρων Σόιμπλε. Για τον οραματιστή Γάλλο και τον πραγματιστή Γερμανό.

Οι κυνικοί της κεντροδεξιάς και του ακραίου κέντρου θα αποτίσουν φόρο τιμής στον αγαπημένο τους Σόιμπλε. Ήταν αυτοί που εύχονταν “βάστα Σόιμπλε” και “Γερούν γερά”, την περίοδο που ο ελληνικός λαός δυσφημίζονταν παγκοσμίως ως σπάταλος, ανεπρόκοπος, ανήθικος και τεμπέλης. Για αυτούς, ο Ντελόρ εκπροσωπεί την σπατάλη και το γλέντι, ενώ ο Σόιμπλε την “ενάρετη λιτότητα”, το μέτρο, τους κανόνες και τον λογαριασμό. Σιχαίνονταν τον λαό που διεκδικούσε την εθνική και κοινωνική του αξιοπρέπεια, χειροκροτούσαν τον εκφραστή των πολιτικών λιτότητας και εξαθλίωσης.

Στην πραγματικότητα, ανάμεσα στον Ντελόρ και τον Σόιμπλε δεν μεσολαβεί τίποτα απολύτως, πέρα από τις αυταπάτες της ενοποίησης και τις ψευδαισθήσεις της σύγκλισης στην ΕΕ.

Ο Ντελόρ αναπόφευκτα οδηγεί στον Σόιμπλε και ο Σόιμπλε δεν θα υπήρχε χωρίς τον Ντελόρ.

Αυτή η πικρή αλήθεια, προϋποθέτει να δούμε την πρώτη περίοδο της ΕΟΚ και της ΕΕ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, δημιουργία της Νομισματικής Ένωσης, ΕΣΠΑ κλπ), ως αυτό που πραγματικά υπήρξε: Μοχλός για την καταστροφή της παραγωγικής βάσης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και ειδικά της Ελλάδας. Τα δισ ευρώ που διατέθηκαν στην ελληνική οικονομία από τα περίφημα πακέτα, θα αντιστάθμιζαν, υποτίθεται, τις αρνητικές συνέπειες από την ένταξη στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ.

Στην πραγματικότητα διεύρυναν τον δυσμενή συσχετισμό που χαρακτήριζε εξαρχής την ελληνική οικονομία σε σύγκριση με το ευρωπαϊκό κέντρο, παγίωσαν τα αρνητικά χαρακτηριστικά και τις δομικές ανεπάρκειες της Ελλάδας, σίτισαν γενναιόδωρα την αστική της τάξη, προϋποθέτωντας διαρκή λιτότητα για τους εργαζόμενους.

Οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις ενίσχυσαν δραστηριότητες που μετασχημάτισαν ακόμα περισσότερο την οικονομική βάση της χώρας σε μεταπρατική και μη παραγωγική κατεύθυνση, και αποτέλεσαν το τυράκι στη φάκα της παραγωγικής αποδιάρθρωσης.

Τα δε έργα, που οφείλονταν στα ευρωπαϊκά πακέτα, πράγματι μεγάλα και επιβλητικά, από το Μετρό της Αθήνας και το αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, μέχρι τις Εθνικές Οδούς, στόχευαν όλα, σχεδόν απλοκλειστικά, στο μοντέλο μιας Ελλάδας τουριστικού προορισμού, διαμετακομιστικού κέντρου, παροχής υπηρεσιών και μεταπρατισμού. Από τα ευρωπαϊκά πακέτα καλύφθηκαν φυσικά και πάγιες ανάγκες του ελληνικού δημοσίου (από κατασκευές σχολείων μέχρι μισθοδοσίες), φανερώνοντας ότι ο μύθος της ισχυρής Ελλάδας επί Σημίτη και εκσυγχρονισμού, έκρυβε κάτω από το χαλί τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας να καλύψει ακόμα και βασικές ανάγκες.

Μπούκωσαν από τα πακέτα Ντελόρ οι βασικές οικογένειες της αστικής τάξης στον κατασκευαστικό, ενεργειακό, χρηματοπιστωτικό τομέα, καθώς ήταν οι βασικοί υποδοχείς των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων και των αναγκαίων εθνικών συμμετοχών, αλλά και των δανειακών συμβάσεων που σύναπταν οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες για να υλοποιηθούν τα συγκεκριμένα έργα. Δίπλα στην αστική τάξη, ένα πλήθος μεσαίων και μικρομεσαίων αετονύχηδων, μπασμένων στα κόλπα των επιδοτήσεων, μιλημένων με τα υπουργεία και τις επιτροπές, έχοντας κατάλληλα κονέ με όσους έλεγχαν φακέλους, ενέκριναν αιτήσεις και δάνεια, έφταναν στο σημείο να μην φτιάχνουν ούτε το καζανάκι στο εξοχικό τους αν πρώτα δεν έπαιρναν ΕΣΠΑ.

Την ίδια στιγμή όμως που η αστική τάξη και οι σύμμαχοί της μπούκωναν χρήμα μέσω δημοσίων έργων, προμηθειών και δανείων, η ελληνική οικονομία ξεδοντιάζονταν συστηματικά. Γεωργία και βιομηχανία αποδιαρθρώθηκαν, η έρευνα και η τεχνολογία δεν στηρίχθηκαν, οι οικονομικοί κλάδοι έντασης γνώσης υπήρξαν αποκλειστικό προνόμιο της Βόρειας Ευρώπης, και η Ελλάδα, κατόπιν τριών δεκαετιών ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, κατέληξε να είναι χώρα γκαρσονιών, κακοπληρωμένης εργασίας, επισφάλειας, χρηματοπιστωτικής φούσκας και κερδοσκοπικού real estate.

Οι Έλληνες, σε αντίθεση με όσα διέδιδαν οι “βάστα Σόιμπλε”, δούλευαν περισσότερο από τους Ευρωπαίους, αλλά η δομή και τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας κρατούσαν τη χώρα στον πάτο της παραγωγικότητας. Και για τη δομή και τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, για τη χαμηλή παραγωγικότητα και τα διαρθρωτικά αδιέξοδα, για τη φυγή των καλύτερων μυαλών στο εξωτερικό, δεν φταίνε οι αγρότες που έκαναν τις επιδοτήσεις μπουκάλια με Σίβας στα επαρχιακά σκυλάδικα (αγαπημένο επιχείρημα των γερμανόψυχων), αλλά ο ίδιος ο προσανατολισμός των “πακέτων” στήριξης της ΕΕ.

Ο λογαριασμός που πληρώθηκε επί Σόιμπλε αφορούσε το σαθρό και παρασιτικό οικονομικό μοντέλο που αναπτύχθηκε. Το μοντέλο που συγκροτήθηκε πάνω στην “απορρόφηση των ΕΣΠΑ”, όπου πλήθος αρπακτικών γύρω από τα κόμματα εξουσίας, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, σιτίζονταν πολυσιοπάροχα, δημιουργώντας εφήμερες επιχειρηματικές αρπαχτές που χρηματοδοτούνταν αδρά από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, τους ελληνικούς προϋπολογισμούς και τα προνομιακά δάνεια των τραπεζών.

Αυτό το χρεοκοπημένο μοντέλο κυριάρχησε εξαιτίας – και όχι ενάντια – στα ευρωπαϊκά πακέτα στήριξης.

Αυτό θέλησαν για την Ελλάδα, αυτό έκαναν.

Η αντιδιαστολή της εποχής Ντελόρ στην εποχή Σόιμπλε, απλώς υπηρετεί το προπαγανδιστικό αφήγημα της αστικής τάξης: “Ήρθαν λεφτά, εμείς τα φάγαμε, εμείς το γλεντήσαμε, στο τέλος εσείς πληρώσατε”.

Η εποχή της εξαγοράς, του φθηνού δανεισμού και του μαζικού εκμαυλισμού, έπρεπε να προηγηθεί της εποχής που πληρώνεται ο λογαριασμός, της εποχής δηλαδή των μνημονίων, της λιτότητας, της κοινωνικής κατάρρευσης και της οικονομικής στασιμότητας.

Να γιατί ο Ντελόρ αναπόφευκτα οδηγούσε στον Σόιμπλε και ο Σοιμπλε δεν μπορεί παρά να διαδέχονταν τον Ντελόρ.

Ανάμεσά τους δεν βρίσκεται τίποτα απολύτως πέρα από τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις ότι η ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας ήταν προς όφελος της χώρας και του λαού της.


Αρθρογραφεί στο antapocrisis για θέματα πολιτικής επικαιρότητας και Αριστεράς

antapocrisis. gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου