Κυριακή 1 Απριλίου 2018

ΟΘΩΜΑΝΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ..

Οθωμανικός Χρόνος και Ευρωπαίοι περιηγητές. 


source: http://www.britishmuseum.org

Γράφει ο Υποπλοιαρχος  Παναγιώτης Γέροντας ΠΝ,
Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού


Πρόλογος.
 
Σκοπός του παρόντος πονήματος είναι η εξέταση της εικόνας της οθωμανικής Ανατολής μέσα από την δειγματοληπτική θεώρηση απόψεων Ευρωπαίων περιηγητών, κυρίως Βρετανών, στα τέλη του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα κάτω από το πρίσμα της μέτρησης του Χρόνου. Σκοπός είναι δηλαδή να καταδειχθούν κάποιες απόψεις περιηγητών για τον οθωμανικό τρόπο μέτρησης του χρόνου, τον επονομαζόμενο «α λα τούρκα» καθώς και τα οθωμανικά δημόσια ρολόγια και τα ρολόγια τσέπης. Μέσα  λοιπόν από τις συγκρίσεις που κάνουν «με τον δικό τους κόσμο»,  ίσως εξαχθούν σημαντικά συμπεράσματα, τα οποία να συνδέονται με τις γενικότερες αντιλήψεις της «κοινής γνώμης» της Ευρώπης για τους Οθωμανούς.
Οι απόψεις των περιηγητών είναι πάντα πολύ σημαντικές για την ανάλυση μίας περιόδου. Πρωτίστως είναι μία πρωτογενής πηγή. Ο περιηγητής δηλαδή ταξιδεύει και γνωρίζει τους τόπους, τους πληθυσμούς και τις συνήθειες, τα οποία και καταγράφει. Εκτός αυτού, αυτός σε έναν ξένο τόπο, όπως άλλως τε είναι ίδιον των ταξιδευτών, μεταφέρει κατά κάποιον τρόπο τον δικό του κόσμο. Αναπόφευκτα γίνονται συγκρίσεις. Αυτές οι συγκρίσεις μπορούν να είναι λυσιτελείς από τρεις απόψεις: πρώτον μας δίνουν την εικόνα του τόπου με τον τρόπο που την βλέπουν οι περιηγητές, πράγμα το οποίο μπορεί να μας εξηγήσει, ως ένα βαθμό, την ανάπτυξη τάσεων ή και κινημάτων καμία φορά, σχετικά ή όχι με αυτόν τον τόπο. Δεύτερον·μας δίνει την ικανότητα να δούμε μία άλλη πλευρά του δυτικού  ανθρώπου και πολιτισμού, ενώ τρίτον και σημαντικότερο, μας δίνει μία εικόνα για το πως τα στερεότυπα που δημιουργούνται επηρεάζουν τον γηγενή πληθυσμό.
 
Embassies in Pera became a central subject in 18th century Orientalist painting, seen as part of a European-style social life. (https://www.dailysabah.com/)

Τα στερεότυπα τα οποία δημιουργούνται από αυτήν την σύγκριση, πολλές φορές, αν όχι τις περισσότερες, επηρεάζουν τις πνευματικές, οικονομικές και πολιτικές ελίτ των τόπων αυτών. Οι περιηγητές από πλούσια και δυνατά μέρη, θεωρούν σταδιακά τους εαυτούς τους ως φορείς ανώτερου πολιτισμού, ενώ οι ελίτ των «πιο καθυστερημένων» περιοχών προβληματίζονται για την καθυστέρηση και προσπαθούν να υιοθετήσουν πρακτικές, «επιτυχημένες συνταγές», που πιστεύουν ότι είναι πιο αποτελεσματικές. Ομοίως και ο καθημερινός άνθρωπος, ο οποίος έχει την δυνατότητα να έρθει σε επαφή με τον ανώτερο πολιτισμό, τελικά φθάνει σε σημεία μίμησης, πιστεύοντας ίσως ότι έτσι μοιράζεται έναν κοινό κοινωνικό και πολιτιστικό κώδικα με τον «ισχυρό ξένο». Τα ανωτέρω όμως δεν πρέπει να θεωρούνται ως δόγματα καθώς μαζί (όχι ως συγχρονία αλλά ως ακολουθία) αναπτύσσεται η αντίστροφη πορεία άρνησης των ξένων επιρροών. Τελικά οι δύο τάσεις φθάνουν να συνυπάρχουν σε μία κοινωνία, πολλές φορές και στον ίδιο τον άνθρωπο, είτε ως συνύπαρξη είτε ως εναντίωση.
Από όλα τα παραπάνω συνάγεται η σημαντικότητα της έρευνας των απόψεων των περιηγητών για τις περιοχές που επισκέπτονται αλλά και για τις πνευματικές φάσεις του δυτικού πολιτισμού.
Στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα συμβαίνουν πολλά γεγονότα στην Ευρώπη αλλά και στην Ανατολή. Η Ευρώπη επηρεάζεται καίρια από την άνοδο και πτώση του Μ. Ναπολέοντα. Οι ευρωπαϊκοί λαοί ριζοσπαστικοποιούνται από αυτήν την άνοδο (πράγμα το οποίο θα φανεί στις επόμενες επαναστάσεις του 1830 και του 1848) ,ενώ, αντίθετα, οι ευρωπαϊκές Αυλες συντηρητικοποιούνται με σκοπό να ανασυστήσουν το ancien régime[1]. Την ίδια περίοδο πραγματοποιείται μία σημαντική άνοδος των μεσαίων αστικών στρωμάτων λόγω της ευημερίας, ιδίως στην Μ. Βρετανία, η οποία παράλληλα «εκτοπίζει» την Γαλλία από την οθωμανική Ανατολή[2]. Αποτέλεσμα είναι η εν λόγω περιοχή να πλημμυρίσει με Βρετανούς περιηγητές.
Η οθωμανική ανατολή παράλληλα αλλάζει δραματικά. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχει προ πολλού χάσει την λάμψη της και έχει μπει ολοκληρωτικά σε φάση παρακμής, με επακόλουθο την είσοδο στο στάδιο της άμυνας και της διατήρησης των κεντρόφυγων τάσεων, οι οποίες όμως εκδηλώνονται με ένταση. Σημαντικότατο παράδειγμα ο Αλή Πασάς. Πλείστοι περιηγητές περιδιαβαίνουν τα μέρη του «κράτους» του Αλή Πασά, ενώ κάποιοι επισκέπτονται και τα παλάτια του. Η οθωμανική Ανατολή αναδεικνύεται ως ένα ψηφιδωτό πολλών διαφορετικών λαών. Οι περιηγητές πλέον τους ξεχωρίζουν σαφώς: Τούρκοι, Έλληνες, Σλάβοι, Αλβανοί, ενώ περιγράφουν τις συνήθειές τους, τα ήθη τους, τις αντιλήψεις τους ακόμη και την κορμοστασιά τους.
Ειδικότερα λοιπόν, για τους περιηγητές αυτής περιόδου, είναι πολύ ενδιαφέρον να αναλυθεί το πως αυτές οι αλλαγές επηρέασαν τους ίδιους και το πως είδαν την οθωμανική ανατολή. Σε αυτήν την περίοδο, όπως ήδη ειπώθηκε κυριαρχούν οι Βρετανοί, οι οποίοι είναι πολίτες της σημαντικότερης εμπορικής δύναμης της εποχής.
 
Το Πλαίσιο.
 
Τρία ερωτήματα πρέπει να απαντηθούν. Πρώτον, γιατί οι Βρετανοί περιηγητές; Δεύτερον, γιατί ο Χρόνος; Και τρίτον τί σημαίνει για τους περιηγητές οθωμανική Ανατολή;
Για το πρώτο ερώτημα δέον είναι να γίνει μία περιγραφή των περιηγητών της εποχής[3].
Από το 1800 περίπου εκδηλώνεται ένα νέο ταξιδιωτικό ρεύμα Ευρωπαίων προς την οθωμανική Ανατολή. Εν τούτοις αυτοί έχουν διαφορετικό χαρακτήρα και προσανατολισμό από αυτούς των προηγούμενων εποχών. Βασική τους διαφορά είναι ότι πλέον δεν είναι διαβατικοί, δηλαδή δεν περνούν τυχαία από περιοχές της Αυτοκρατορίας για να φθάσουν στην Κωνσταντινούπολη για κάποια διπλωματική ή στρατιωτική αποστολή, αλλά περιδιαβατικοί, σκοπός τους είναι δηλαδή η περιπλάνηση, η περιήγηση στα εδάφη της οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Πολλοί από αυτούς έρχονται με κρατικές αποστολές[4], οι περισσότεροι όμως έρχονται με σκοπό να περιηγηθούν στα εδάφη της κλασικής εποχής. Αυτήν την περίοδο σε όλες τις χώρες της Ευρώπης αναπτύσσονται οι κλασικές σπουδές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία μίας έντονης κίνησης προς την Ελλάδα, τον ελληνικό ιστορικό χώρο με σκοπό την συστηματική έρευνα επί των λειψάνων της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Αυτή η αρχαιολατρεία συνδυάζεται σχεδόν πάντοτε με την αρχαιοθηρία. Ευρωπαίοι περιηγητές ξεχύνονται στον ελληνικό χώρο, σκάβουν την γη, σηκώνουν αγάλματα, αρπάζουν χειρόγραφα, νομίσματα και επιγραφές. Η αγγλική εκστρατεία για την αρπαγή των αθηναϊκών αρχαιοτήτων στην πρώτη δεκαετία του αιώνα κατέδειξε ότι ο ελληνικός χώρος ήταν κατάσπαρτος από αρχαιότητες, όπως άλλως τε και απερίφρακτος.
Παράλληλα αυτήν την περίοδο οι περιηγήσεις στην Ανατολή έχουν αλλάξει χαρακτήρα. Ενώ τους προηγούμενους αιώνες η περιήγηση είχε κάτι το ηρωικό, αυτήν την περίοδο γίνεται με τρόπο μαζικό. Λόγω της κοινωνικής τους θέσης και επιρροής οι περιηγητές αυτής της περιόδου εξασφαλίζουν φιρμάνια[5] από την Πύλη και μπουγιουρδιά[6] από τους πασάδες με εντολές προς τους κατά τόπους προεστούς, σημαίνοντες εμπόρους, τα μοναστήρια κ.λπ. να αναλάβουν την στέγαση και την διατροφή τους. Μετακινούνται με πολυάριθμη συνοδεία που συχνά προκαλεί τρόμο στους κατοίκους: ένοπλοι φύλακες, αγωγιάτες με πολλά υποζύγια, μάγειροι, υπηρέτες. Μαζί τους είχαν και τον προσωπικό τους ζωγράφο ή τοπογράφο για την απεικόνιση τοπίων ή μνημείων…
Οι περιηγητές πλέον παραμένουν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πολλά χρόνια και δεν αρκούνται μόνο στις παραλιακές περιοχές με την εμπορική κίνηση, παρά εισχωρούν στα ενδότερα, στο εσωτερικό της χώρας, ερχόμενοι με αυτόν τον τρόπο σε επαφή με τα χωριά και τους κατοίκους τους. Τα χρονικά τα οποία συγγράφουν περιέχουν πάρα πολλά στοιχεία πραγματολογικού, κοινωνικού, θρησκευτικού και πολιτισμικού περιεχομένου. Πολλά από αυτά συνοδεύονται και από πίνακες που δείχνουν την κατάσταση της κοινωνίας και της οικονομίας[7].
Οι πιο σημαντικές διαφορές όμως είναι δύο: πρώτον η εθνικότητα των περισσότερων περιηγητών και δεύτερο η κοινωνική τους τάξη. Τον προηγούμενο αιώνα οι περισσότεροι περιηγητές ήταν Γάλλοι, ενώ κατά το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα είναι Βρετανοί. Η Γαλλία μετά την πτώση του Ναπολέοντα χάνει την πατροπαράδοτη επιρροή της στην οθωμανική Ανατολή[8]. Την θέση της την παίρνει η Βρετανική Αυτοκρατορία. Αυτή η συντριπτική πλειοψηφία των Βρετανών περιηγητών θα κάνει την εμφάνισή της και στο ελληνικό λεξιλόγιο, με την χαρακτηριστική λέξη «μιλόρδος» που χρησιμοποιείται για τους περιηγητές όλων των εθνικοτήτων[9].
The hall of the club in 1841. The statue of Venus can be seen in its present position on the far wall, but the two statues seen on either side of the staircase were later removed.

Όσον αφορά την κοινωνική θέση, σημαντικό ρόλο έπαιξε η αυξανόμενη ευημερία της Βρετανικής Αυτοκρατορίας που οδήγησε σε οικονομική άνοδο τα μεσαία αστικά στρώματα, τα οποία ξεχύνονταν σε περιηγήσεις στην Ανατολή. Ο περιηγητισμός τους είχε γίνει μία μόδα. Το ταξίδι στην Ελλάδα αποτελούσε για τους Βρετανούς κοσμικούς «περγαμηνή, τιμητικό άθλημα, διαβατήριο που άνοιγε τις πόρτες της καλής κοινωνίας[10]». Είχαν δημιουργηθεί λέσχες, όπως η Athenian Club του Λονδίνου, της οποίας μέλη ήταν Βρετανοί, που είχαν ταξιδέψει στην Αθήνα. Τα χρονικά αυτής της περιόδου είναι τα πιο δημοφιλή αναγνώσματα με μεγάλη κυκλοφορία, σε σημείο που μερικοί εκδότες εξέδιδαν πλαστά οδοιπορικά παίρνοντας στοιχεία από άλλα χρονικά με την μέθοδο των ερανισμάτων, των συρραφών και των συμπιλημάτων[11].
Η αλλαγή λοιπόν της κοινωνικής θέσης των περιηγητών έχει κομβική σημασία. Αυτοί δεν αισθάνονται καμία συμπάθεια για τον «οθωμανικό δεσποτισμό». Θεωρούν γενικά το σύστημα διακυβέρνησης της Αυτοκρατορίας απαρχαιωμένο, δύσκαμπτο, σκοτεινό και τελικά ζημιογόνο για τους λαούς της Αυτοκρατορίας, ιδίως τους Χριστιανούς. Παράλληλα οι ίδιοι αυτοί περιηγητές αγαπάνε της  Ελλάδα αλλά χωρίς τους Έλληνες. Οι Έλληνες της εποχής ευρίσκονται σε άθλια κατάσταση και πολλοί Ευρωπαίοι εκφράζουν την απογοήτευσή τους για την διαφορά αυτών από τους προγόνους τους της κλασικής εποχής. Γίνεται κριτική στους άρχοντές τους, στους ιερείς τους, στις δεισιδαιμονίες τους, στην αμάθειά τους. Πολλοί από αυτούς θεωρούν υπεύθυνους για την κατάστασή τους τους Τούρκους ή ακόμα και τους Έλληνες κοτζαμπάσηδες ή ιερείς.
Τελικά οι περιηγητές αυτής της περιόδου είναι διαποτισμένοι από την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην Δυτική Ευρώπη, είναι τέκνα αυτής της οικονομικής ανόδου και ευημερίας και για τον λόγο αυτό δεν κάνουν ιδιαίτερη προσπάθεια να κρύψουν την αυταρέσκειά τους συγκρινόντας τους εαυτούς τους με τον «καθυστερημένο Ανατολίτη»[12].
   Το δεύτερο ερώτημα: γιατί ο Χρόνος είναι σημαντικός για την εικόνα της οθωμανικής ανατολής στα μάτια των Ευρωπαίων;
Πριν από την ανάλυση της σημασίας του Χρόνου, δέον είναι να αναφερθεί σε αδρές γραμμές η έννοια της νεωτερικότητας. Η νεωτερικότητα είναι έννοια δηλωτική μιας ιστορικής περιόδου σε αντιδιαστολή με τις προηγούμενες[13] (Αρχαιότητα, Μεσαίωνας, Αναγέννηση). Ως αρχή της νεωτερικότητας, αν και δεν υπάρχει ομοφωνία από την επιστημονική κοινότητα, μπορεί να θεωρηθεί ο 18ος αιώνας, η εποχή του Διαφωτισμού. Είναι η περίοδος, όπου αναδύονται τα έθνη κράτη, τονίζεται η σημασία της εθνικής οικονομίας και κουλτούρας[14], ενώ παράλληλα αναπτύσσονται οι καπιταλιστικές κοινωνίες[15].
Η νεωτερικότητα συνδέεται άμεσα με τις επιταγές του Διαφωτισμού. Κεντρική θέση έχουν η γραμμική πρόοδος, ο ορθός λόγος και η πίστη στην ανθρώπινη εξέλιξη[16], καθώς και η έννοια της μίας οικουμενικής αλήθειας. Οι έννοιες της οικουμενικής αλήθειας και του ορθού λόγου τελικά δημιουργούν την ηθική και την δικαιοσύνη της προόδου.
      Ο όρος «Νέα Εποχή», όπως και η νεωτερικότητα αλλάζουν την αντίληψη του Χρόνου[17]. Ο Χρόνος μέχρι τότε είναι καθαρά προσθετικός σε μία θρησκευτική γραμμή που οδηγεί προς την Δευτέρα Παρουσία. Η εναλλαγή των ημερών δεν θα φέρει κάτι ολοκληρωτικά καινούργιο, κάτι ριζοσπαστικά νέο, δεν θα ανατείλει μία νέα εποχή. Στον Διαφωτισμό αυτό αλλάζει. Η πίστη στην πρόοδο και στην εξέλιξη οδηγεί στην αναμονή μιας νέας εποχής, κάτι ολοκληρωτικά νέου[18]. Στην μεσαιωνική αντίληψη του Χρόνου κυριαρχεί η ταυτοχρονία, δηλαδή το μη διαχωρίσιμο παρελθόντος και μέλλοντος εντός του παρόντος, ενώ στην νεωτερική αντίληψη παρόν και μέλλον σαφώς διαχωρίζονται ως τμήματα μίας διαδοχικής προοδευτικής ανέλιξης. Η παράδοση και η πρόοδος γίνονται σημεία αναφοράς.  Η λεγόμενη «Νέα εποχή» του Διαφωτισμού αναδρομικά επανατοποθετεί τις ιστορικές περιόδους και τις επανονομάζει κάτω από το νέο πρίσμα της εξέλιξης. Έτσι ολόκληρες εποχές αποκτούν γενικά χαρακτηριστικά και τοποθετούνται πάνω στην γραμμή της εξέλιξης του Ανθρώπου. Με αυτόν τον τρόπο έχουμε τον Μεσ-αίωνα και την Αναγέννηση που ακολούθησε. Αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά αποκρύπτουν τις όποιες τυχόν γεωγραφικές, πραγματολογικές ή και χρονικές καμιά φορά διαφοροποιήσεις[19].
Συναφές με το προηγούμενο είναι η επιτάχυνση του Χρόνου καθώς όλα φαίνονται να γίνονται πιο γρήγορα. Η Βιομηχανική Επανάσταση και οι τεχνολογικές ανακαλύψεις που διευκολύνουν την ζωή επιτείνουν αυτό το αίσθημα της προόδου και της αλλαγής αλλά παράλληλα εντείνουν και την αντίθεση Δύσης – Ανατολής. Στην επιτάχυνση της Δύσης αντιπαραβάλλεται η καθυστέρηση της Ανατολής. Αυτό δημιουργεί υπεροψία καθώς και προβληματισμούς: τί είναι αυτό που συνετέλεσε στην πρόοδο της Δύσης εν αντιθέσει  με την καθυστέρηση της Ανατολής; Οι Ευρωπαίοι αρχίζουν να προβάλλουν διαφόρους παράγοντες: οικονομικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς, γεωγραφικούς ακόμα και φυλετικούς. Οι Τούρκοι, για παράδειγμα, έχουν αδυναμίες έμφυτες στην φυλή τους (race): την τεμπελιά και την απάθεια.
Βασικό στοιχείο σε όλα αυτά είναι η απελευθέρωση του Χρόνου από την Εκκλησία στην Δυτική Ευρώπη. Οι δραστηριότητες των εμπόρων στον ύστερο Μεσαίωνα, οδήγησαν σε έναν συμβιβασμό με την Εκκλησία[20]. Υπήρχε ο θεολογικός χρόνος αλλά υπήρχε και ο χρόνος των εμπόρων. To 1355 ο κυβερνήτης του Artois επιφορτίζει τους κατοίκους του Aire sur – la  – Lys  να φτιάξουν ένα καμπαναριό, το οποίο θα χτυπάει τις ώρες των εμπορικών συναλλαγών και της εργασίας[21]. Αυτή είναι η αρχή της οργάνωσης της εργασίας με βάση τον χρόνο. Τελικά ο Ευρωπαίος έμπορος ζούσε σε δύο διαστάσεις. Στην μία που εμπορευόταν και ο χρόνος ήταν χρήμα και σε μία άλλη στην οποία ζούσε θρησκευτικά. Η Εκκλησία καλοδέχτηκε αυτήν την διάσταση. Ο έμπορος έπρεπε να εργάζεται και να κερδίζει για το καλό της κοινότητας αλλά παράλληλα και για την διάδοση του λόγου του Θεού. Άλλως τε η οικονομική επέκταση της Δύσης στην Ασία και την Αφρική συνδυάστηκε σε πολλές περιπτώσεις με τους ιεραποστολικούς προσηλυτισμούς αυτών των περιοχών.
Η απελευθέρωση αυτή οδήγησε στην ανάπτυξη του καπιταλισμού. Πρωταρχικός στόχος είναι πια η συσσώρευση του κεφαλαίου, το κέρδος και όχι μόνο η κάλυψη των αναγκών. Όπως λέει και ο Wallerstein βασικό στοιχείο του καπιταλισμού είναι η επέκταση[22]. Κάτω από αυτό το πρίσμα ο χρόνος της εργασίας[23] γίνεται στοιχείο προόδου, ως κάτι το οποίο δημιουργεί κέρδος, ενώ η τεμπελιά και η αδράνεια κατακρίνονται. Το όλο στοιχείο προσλαμβάνει και θρησκευτική διάσταση και η εργασία γίνεται κεντρικό στοιχείο της προτεσταντικής ηθικής. Η τεμπελιά είναι μέσα στα θανάσιμα αμαρτήματα.
Η μέτρηση του Χρόνου καθώς και τα ρολόγια (δημόσια και τσέπης) για τον Δυτικό – Ευρωπαίο γίνονται σύμβολα του πολιτισμού που πρεσβεύει. Ο νέος δυτικός χρόνος είναι σταθερός και το σημαντικότερο σταθερά μετρήσιμος, χωρισμένος σε ίσες ώρες και λεπτά. Με αυτή του την υπόσταση είναι εμπορικά, βιομηχανικά και εργασιακά μετρήσιμος αποκτώντας κεντρική θέση στον νέο κόσμο της προόδου. Το δημόσιο μηχανικό ρολόι και το ρολόι τσέπης γίνονται σύμβολα της νέας εποχής. Έτσι λοιπόν δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι περιηγητές κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στον Χρόνο της Ανατολής, ενώ πάντα αναφέρουν την ύπαρξη ενός δημόσιου ρολογιού σε περίπτωση που συναντήσουν ένα σε πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τρίτο ερώτημα: πώς έβλεπαν οι Ευρωπαίοι περιηγητές την Οθωμανική Αυτοκρατορία; Στην μεγάλη τους πλειοψηφία οι περιηγητές αυτής της περιόδου δεν βλέπουν με συμπάθεια τους Τούρκους και την Αυτοκρατορία. Οι Τούρκοι παρουσιάζονται τεμπεληδες και επιφανειακοί μιμητές των υλικών κατακτήσεων της Δύσης[24], ενώ παράλληλα εξετάζονται οι λαοί της Αυτοκρατορίας με μεγαλύτερη προσοχή. Οι Έλληνες, όπως είναι φυσικό, αναλύονται και σχολιάζονται. Συνήθως οι Ευρωπαίοι περιηγητές αισθάνονται απογοητευμένοι από την πολιτισμική υστέρηση των Ελλήνων και οι περισσότεροι την αποδίδουν στον δεσποτισμό των Τούρκων αλλά και της ντόπιας ελληνικής ελίτ (κοτζαμπάσηδες)[25], όπως και στην Εκκλησία. Δεν λείπουν βέβαια και αυτοί που καταφέρονται εναντίον των Ελλήνων δείχνοντας μεγαλύτερη συμπάθεια στους Τούρκους. Την εποχή αυτή παρατηρούνται και οι Σλάβοι[26]. Εξ άλλου οι λαοί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αντιμετωπίζονται από τις Μ. Δυνάμεις ως δυνητικοί σύμμαχοι σε έναν ενδεχόμενο μελλοντικό διαμελισμό της.
 
Ο Ουίλιαμ Μάρτιν Ληκ (William Martin Leake), ο οποίος στα Ελληνικά αποδίδεται συχνά ως Γουλιέλμος Μαρτίνος Ληκ, (1777-1860) ήταν Βρετανός στρατιωτικός, διπλωμάτης, τοπογράφος, αρχαιόφιλος, περιηγητής και συγγραφέας.

 
Ευρωπαίοι περιηγητές και Οθωμανικός Χρόνος.
 
Ο οθωμανικός τρόπος μέτρησης του Χρόνου, το επονομαζόμενο «α λα τούρκα» διέφερε από τον ευρωπαϊκό, ο οποίος ήταν χωρισμένος σε σταθερές χρονικές ποσότητες (ώρα και λεπτά) ανεξαρτήτως των φυσικών συνθηκών. Στην οθωμανική Ανατολή η μέτρηση του χρόνου σχετιζόταν με το ήλιο και τα δημόσια ρολόγια μετρούσαν σε αυτό το σύστημα[27]. Ο William Martin Leake το περιγράφει λεπτομερώς συνιστώντας μάλιστα στον ταξιδιώτη να συμβουλεύεται συχνά το ρολόι του[28]. Σημειώνει μάλιστα ότι η μόνη διαφορά με το ιταλικό σύστημα είναι ότι χωρίζεται η ημέρα σε δύο μέρη ούτως ώστε το ηλιοβασίλεμα να είναι πάντα δώδεκα ακριβώς. Από αυτό συνάγεται ότι, εφ’ όσον το οθωμανικό σύστημα μέτρησης του χρόνου σχετίζεται με την θέση του ήλιου, σε κάθε πόλη θα υπάρχει διαφορετική ώρα άρα και άλλες ώρες προσευχής.
Η μέτρηση του οθωμανικού χρόνου συνδέεται με την λειτουργία των Muvakkkithane. Αυτό ήταν ένα μέρος, όπου υπολογιζόντουσαν οι χρόνοι της προσευχής από επιστήμονες έπειτα από μαθηματικές και αστρολογικές παρατηρήσεις. Οι Muvakkit, όπως ήταν το όνομα αυτών των επιστημόνων, ετοίμαζαν το imsakye, το «εορτολόγιο» του Ραμαζανιού. Οι άνθρωποι συνήθιζαν να προσαρμόζουν τις συνήθειές τους, τις σχετιζόμενες με την προσευχή σύμφωνα με το Muvakkithane[29]. Το εν λόγω σύστημα μέτρησης του χρόνου ήταν δύσχρηστο για τους Ευρωπαίους, όπως βλέπουμε και από την αναφορά στον Hobhouse. O περιηγητής δεν μπορούσε να υπολογίσει τις αρχαίες αποστάσεις με τις τουρκικές ώρες (turkish hours), ιδίως στην Αττική, όπου τον περισσότερο καιρό είχε την προσοχή του στο ρολόι του (I paid most attention to the watch[30]).
 
Ο Μεχμέτ ο ΙΙ ή ο Μωάμεθ ο πορθητής, που λένε οι Τούρκοι.

Το ενδιαφέρον των Οθωμανών σουλτάνων για τα μηχανικά ρολόγια χρονολογείται ήδη λίγο μετά από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής (Μεχμέτ ο Β΄) φαίνεται να ζήτησε μετά την συνθήκη του 1477 από την Βενετία να του αποσταλεί στην Κωνσταντινούπολη ωρολογοποιός που να ήξερε να φτιάχνει μηχανικά ρολόγια[31]. Ο σουλτάνος όμως, του οποίου το όνομα συνδέθηκε στενά με την εισαγωγή των μηχανικών ρολογιών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήταν ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής. Το 1531 αγόρασε ένα ρολόι πάνω σε χρυσό δακτυλίδι, ενώ το 1541, μετά την κατάκτηση της Ουγγαρίας από τους Τούρκους, ο βασιλιάς Φερδινάδος απελπισμένος στα πλαίσια υπογραφής ειρήνης του έστειλε δώρο ένα μηχανικό ρολόι το οποίο ήταν συγχρόνως και πλανητάριο, υπολόγιζε δηλαδή την κίνηση του ήλιου, της σελήνης και των πλανητών[32]. Στα  επόμενα χρόνια το ρολόι ως δώρο Ευρωπαίων διπλωματών όχι μόνο στο σουλτάνο αλλά και σε άλλους αξιωματούχους της Αυτοκρατορίας γενικεύεται.
Η πρώτη προσπάθεια να τοποθετηθούν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μεγάλα δημόσια ρολόγια που να «σημαίνουν την ώρα όπως στην  Βενετία[33]» έγινε από τον σουλτάνο Μουράτ τον Γ΄ (1574-1596). Η νεωτεριστική αυτή κίνηση όμως ανακόπηκε από τους ουλεμάδες. Η αιτία ήταν ότι ο ήχος του δημόσιου ρολογιού θύμιζε το ήχο καμπάνας χριστιανικής εκκλησίας[34]. Από την γεωγραφία των δημοσίων ρολογιών καταδεικνύεται ο βαλκανικός χαρακτήρας του φαινομένου. Ενώ στα Βαλκάνια αναγείρονται ρολόγια τον 15ο και 16ο αιώνα, στο ασιατικό τμήμα της Αυτοκρατορίας η πρώτη ανέγερση πύργου ρολογιού τοποθετείται μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα[35]. Ο πρώτος μάλιστα πύργος ρολόι για το οποίο έχουμε πληροφορίες είναι αυτός που κτίστηκε στην πόλη των Σκοπίων πριν το 1572, του οποίου ο μηχανισμός μεταφέρθηκε από την ουγγρική πόλη Ζίγκετβαρ μετά την άλωσή της από τους Οθωμανούς[36]. Τον 18ο και τον 19ο αιώνα παρατηρείται μία έξαρση ανέγερσης πύργων-ρολογιών, ιδίως στον βουλγαρικό χώρο και αυτό ίσως να σχετίζεται με την εμπορική-βιοτεχνική ανάπτυξη της περιόδου[37]. Θα πρέπει λοιπόν να υποθέσουμε ότι οι πύργοι ρολόγια έπαιζαν τον ρόλο του ρυθμιστή του χρόνου εργασίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ρολόγια έδειξε ο σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ ο δεύτερος, ο οποίος προσπάθησε να ένταξει τις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις της Δύσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στην επέτειο των 25 χρόνων από την στέψη του προς τιμή του ανεγέρθηκαν 100 δημόσια ρολόγια σε όλη την επικράτεια του κράτους. Αυτά τα δημόσια ρολόγια (clock towers) ήταν απόδειξη της δύναμης του σουλτάνου αλλά και το σημείον, με την αρχαία σημασία της λέξης, της ένταξης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην νέα εποχή[38]. Ο Robert Walsh αναφέρει για αυτήν την τελευταία περίοδο της Αυτοκρατορίας ότι οι Τούρκοι «άρχισαν να συνειδητοποιούν την αυγή της πνευματικής σύλληψης και να υποψιάζονται ότι η γνώση είναι ένα ζήτημα των ανδρών[39]»
Τελικά όμως το δημόσιο ρολόι (clock tower ή public clock ή town clock) είναι κάτι το αξιοπερίεργο. Όλοι οι περιηγητές δεν παραλείπουν να αναφέρουν την ύπαρξή του σε περίπτωση που συναντήσουν ένα. Ο Walsh στην πόλη Shumla (Σούμλα) της Βουλγαρίας αναφέρει την ύπαρξη μεγάλου δημόσιου ρολογιού και το γεγονός που τον εντυπωσιάζει είναι ότι αυτό το συγκεκριμένο έχει καμπάνα, η οποία ακούγεται σε όλη την πόλη ενημερώνοντας τους κατοίκους για την ώρα αντί για τους μουεζίνιδες στους μιναρέδες[40]. Αυτό το εγκατέστησε ένας πασάς, οποίος είχε πιαστεί αιχμάλωτος στη Ρωσία. Είναι μάλιστα τόσο αξιοπερίεργο θέαμα που ο Walsh αναφέρει ότι δεν έχει δει ή ακούσει άλλο δημόσιο ρολόι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία εκτός από αυτό των Αθηνών. Το τελευταίο αυτό σχόλιο περί μοναδικότητας δημοσίων ρολογιών είναι ένα στερεότυπο μοτίβο, το οποίο αναφέρεται από πολλούς περιηγητές. Ο George Keppel, για να παραθέσουμε ένα παράδειγμα, για την πόλη Ιάμπολη της Κομοτηνής, λέει χαρακτηριστικά ότι διαθέτει δημόσιο ρολόι, το οποίο είναι ένα θέαμα αρκετά ασυνήθιστο για την Οθωμανική Αυτοκρατορία[41],ενώ και ο Galt παρουσιάζει ως κάτι το ξεχωριστό το δημόσιο ρολόι στην βουλγαρική πόλη Bazerjeek (Πάζαρτζικ)[42]. Για την πόλη των Θηβών ο Hobhouse γράφει ότι είναι μια φτωχή πόλη χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εκτός από ένα δημόσιο ρολόι, το οποίο συνηθίζουν να το δείχνουν στους ταξιδιώτες σαν κάτι το αξιοπεριέργο (as a great curiosity[43]).
Το όλο θέμα συνδέεται με την πολιτισμική καθυστέρηση της οθωμανικής ανατολής εμφανώς και με την τεμπελιά των ανατολικών λαών εμμέσως. Η επιδερμικότητα της χρήσης των κατακτήσεων του ευρωπαϊκού πολιτισμού καταδεικνύει τον μιμητισμό. Αν και οι Τούρκοι υπολογίζουν τον χρόνο με τους μουεζίνηδες, εν τούτοις εισάγουν πολλά ρολόγια (ατομικά) από την Δύση. Σημαντική είναι η αναφορά του Πρώσου περιηγητή Bartholdy[44]. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η αναφορά του William Martin Leake για τα αντικείμενα που συλλέγει και μαζεύει ο Αλή Πασάς. Σε αυτά τα πράγματα αξίας συγκαταλέγονται και τα «μουσικά ρολόγια» (musical clocks)[45].
Εκτος όμως από την αμάθεια και την πολιτισμική υστέρηση υπάρχει και το μοτίβο της τεμπελιάς. Ο Walpole[46] αναφερόμενος στην Αίγυπτο της εποχής, περιγράφει ένα καφενείο (coffee-house), στο οποίο οι τεμπέληδες Τούρκοι αρέσκονται στο να καπνίζουν και να πίνουν καφέ. Αξιοπρόσεκτη είναι και η αναφορά του Walsh επ’ ευκαιρία της έκδοσης της πρώτης οθωμανικής εφημερίδας επί Μαχμούτ του Β΄[47], η οποία αρχίζει να διαδίδεται και στα λαϊκά στρώματα. Παρατηρεί λοιπόν ότι οι προηγουμένως ναρκωμένοι Τούρκοι από τον καφέ και τον καπνό, τώρα είναι ξύπνιοι πραγματικά, προσπαθώντας να διαβάσουν φωνακτά τις ειδήσεις (dozing half stupidied with coffee and tobacco, I now saw actually awake with the paper in his hand eagerly spelling out the new)[48].
THESSALONIKI (GREECE) IN THE OTTOMAN TIME

 
Ο Holland περιγράφοντας τους Τούρκους των Ιωαννίνων θα ξεχωρίσει ένα κομμάτι από αυτούς, το οποίο είναι στη δούλεψη του βεζίρη και για αυτό είναι πιο ενεργητικοί λόγω της φύσης της διακυβερνησής τους. Οι υπόλοιποι όμως έχουν όλα τα γνωστα αρνητικά χαρακτηριστικά, ένα από τα οποία είναι και η απάθεια[49] (apathy). Η άποψη του Holland για τους Έλληνες των Ιωαννίνων είναι σε γενικές γραμμές θετική καθώς τους παρουσιάζει ως μία φυλή ενεργητική, συνειδητοποιημένη και ασχολούμενη με το εμπόριο. Στην τεμπελιά, των Σουλιωτών αυτήν την φορά, κάνει αναφορά και ο William Martin Leake. Χαρακτηριστικά ότι τους ευχαριστεί μόνο ο πόλεμος, η ληστεία και η τεμπελιά[50]. Ακολουθεί και μία άλλη από τον ίδιο τον συγγραφέα αυτή τη φορά για τους κατοίκους της Πρέβεζας. Οι γυναίκες ασχολούνται με τα χωράφια ενώ οι άντρες με το ψάρεμα, με το εμπόριο ή με το να τεμπελιάζουν καπνίζοντας[51].Αξιόλογη είναι η αναφορά του Kinglake για τον μουσουλμανικό τομέα του Βελιγραδίου. Επικρατεί μία απόλυτη ερημιά, χωρίς ίχνος ζωής με αποτέλεσμα να «γίνεται το βάδην πιο βαρύ σαν να μπορούσε ο ήχος της μπότας να ξυπνήσει τους κοιμισμένους»[52] και συνεχίζει «αλλά το πόδι πέφτει στον θρυμματισμένο δρόμο (χωματόδρομο) μιας ανατολικής πόλης (η επίσημανση δική μου) χωρίς τελικά να κάνει θόρυβο». Στην συνέχεια στα δωμάτια του πασά της πόλης γίνεται αναφορά σε ένα «λευκοπλυμμένο» δωμάτιο με ένα ευρωπαϊκό ρολόι[53]. Στην απάθεια των Τούρκων, δίνοντας μάλιστα και θρησκευτική διάσταση, αναφέρεται και ο Adam Neale[54]. Ο κοιμισμένος (slumbering ) Τούρκος καπνίζει, περιμένοντας ήρεμα την στιγμή που το πνεύμα του θα αφήσει την γη. Παρ’ όλα αυτά «η απάθεια έχει και τα όρια της» και όταν έρχεται η ασθένεια δεν διστάζει να καλέσει τον Γκιαούρη (Giaur) για να το βοηθήσει, ούτως ώστε να καθυστερήσει ο ερχομός του θανάτου (to delay the approach of death). Ο Hobhouse το λέει ξεκάθαρα: οι Τούρκοι είναι οι πιο τεμπέληδες και αδιάφοροι άνθρωποι στη Γη (…Turks, the most lazy and incurious race of beings on earth[55]), ενώ κάνει και αυτός ιδιαίτερη μνεία στα καφενεία, τα οποία είναι γεμάτα όλες τις ώρες από τεμπέληδες Τούρκους[56].
Ο William Gell, όπως και ο Bartholdy, δεν συμπαθεί καθόλου του Έλληνες της εποχής. Χαρακτηρίζει τους άρχοντες της Μάνης τεμπέληδες και καλοπερασάκηδες (lazy and luxurius race[57]), ενώ συνέχεια «τα έχει» με τον Έλληνα βοηθό του Δημήτρη, τον οποίο ανάμεσα στα άλλα τον χαρακτηρίζει ως τεμπέλη (idle)[58] και με αρρωστημένο χιούμορ (ill-humoured). Σε άλλη περίπτωση παρουσιάζει έναν Έλληνα ως τεμπέλη (idle) και αλαζόνα (arrogant) παραθέτοντας και μία ζωγραφιά αυτού από πίσω[59].
Σημαντική αναφορά περί αδράνειας αλλά και πολιτιστικής υστέρησης υπάρχει στο έργο των Georgina MacKenzie και Adelina Irby, οι οποίες έκαναν γνωστή στο βρετανικό κοινό την θέση των Σλάβων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, Travels in the Slavonic Provinces of Turkey-in-Europe. Στην περιγραφή της παλαιάς Σερβίας (Old Serbia[60]), ο πληθυσμός της περιγράφεται ως αραιός, αδρανής και ανοργάνωτος (sparse, idle and disorganised). Εκείνοι όμως που άφησαν ζωή και περιουσία στην παλαιά Σερβία θα μπορούσαν να διεκδικήσουν εκ νέου την γη τους και να δώσουν πάλι πίσω στην Ευρώπη την παλαιά Σερβία[61]. Από αυτό συνάγεται, πέρα από την βλαπτική επιρροή της οθωμανικής διοίκησης στην περιοχή, ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είναι Ευρώπη και ότι η απελευθέρωση των βαλκανικών λαών ουσιαστικά συντελεί ώστε να επιστρέψουν τα Βαλκάνια στην Ευρωπαϊκή Οικογένεια.
Η σημαντικότερη όμως παράθεση, με την έννοια ότι η σύνδεση δυτικά ρολόγια – επιδερμικότητα στην χρήση υλικών του ευρωπαϊκού πολιτισμού – στερεότυπο ανατολίτικής τεμπελιάς είναι άμεση και εμφανής, είναι του Robert Walsh από την επίσκεψή του στην Αθήνα[62].Ο Walsh αναφέρεται στο ρολόι που δώρισε ο λόρδος Έλγιν στην πόλη. Στην αρχή εκθέτει ότι οι Τούρκοι είναι πολύ ευχαριστημένοι με αυτή την ανταλλαγή, το ότι δηλαδή έδωσαν «πέτρες» (stones) από τον Παρθενώνα και πήραν το δημόσιο ρολόι. Αυτό πέρα από την προπαγάνδα υπέρ του Έλγιν, δείχνει και την διάθεση των Τούρκων να συλλέγουν κάτι το οποίο είναι για αυτούς σύμβολο της προόδου της Ευρώπης. Στην συνέχεια ο Walsh περνάει σε μία προτεσταντικού τύπου ηθική λέγοντας ότι οι Τούρκοι, όπως όλοι οι τεμπέληδες άνθρωποι, ανησυχούν για την παρέλευση του χρόνου σε σχέση με το πόσο λίγο τον χρησιμοποιούν[63]. Στην πορεία επισημαίνει την συνήθεια των Τούρκων να ρωτούν τον «Φράγκο» για την ώρα, ούτως ώστε να ρυθμίσουν το ρολόι τους. Με αυτόν τον τρόπο, ο Δυτικός, ως σύμβολο προόδου, αποκτά εξουσία επί του χρόνου, γίνεται ένας time keeper (λέξη που ο Walsh χρησιμοποιεί)[64].
Όταν μάλιστα το δημόσιο ρολόι άρχιζε να κτυπάει, οι Τούρκοι έβγαιναν από τον λήθαργό τους (roused from their lethargy – αναφορά στην νωχέλεια των Τούρκων) και έβγαζαν τα άκομψα ρολόγια τους (clumsy watch) για να τα ρυθμίσουν, ενώ όταν έβλεπαν «Φράγκο» δεν παρέλειπαν να του το δείξουν[65]. Με το τελευταίο ίσως να ένιωθαν ότι συμμετείχαν σε ένα κοινό κοινωνικό κώδικα με τον πολιτισμικά προοδευμένο Δυτικό.
 
Συμπεράσματα.
 
Εν κατακλείδι θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι οι Ευρωπαίοι περιηγητές αντιμετωπίζουν την οθωμανική Ανατολή με οριενταλιστικό τρόπο. Η μέτρηση του Χρόνου, όπως και τα ρολόγια, δημόσια και ατομικά, έχουν μία σημαντική θέση σε αυτή τους τη θεώρηση. Η μέτρηση του Χρόνου και τα ρολόγια για τους Ευρωπαίους είναι σημαντική πολιτισμική κατάκτηση.
Ο Οθωμανός κατ’ αυτούς είναι ένας άνθρωπος πολιτισμικά καθυστερημένος, που ακόμη και όταν γνωρίζει και χρησιμοποιεί τις κατακτήσεις του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αυτή η χρήση είναι επιφανειακή. Με τον Χρόνο συνδέεται και η ανατολίτικη τεμπελιά. Ο Οθωμανός ανατολίτης είναι ένας τεμπέλης που κάθεται και χάνει την ώρα του στα καφενεία. Δεν λείπουν οι γενικεύσεις σε αυτά τα στερεότυπα εκφραζόμενα είτε με πληθυντικούς αριθμούς (Turks, Greeks…) είτε με το ουσιαστικό race (ράτσα, φυλή).
Οι περισσότεροι περιηγητές αυτής της εποχής, ιδίως οι Βρετανοί που ήταν και η μεγάλη πλειοψηφία, δεν αισθάνονταν καμία συμπάθεια για την οθωμανική μοναρχία. Πολλοί ανήκαν στα ανερχόμενα μεσαία αστικά στρώματα, ενώ και οι ανώτερες τάξεις είχαν ενστερνιστεί τις αξίες της προόδου, της ελευθερίας, όπως και της οικονομικής ανάπτυξης. Ένας λόγος της οπισθοδρόμησης της Ανατολής για αυτούς είναι και το δεσποτικό καθεστώς.
            Πολύ ενδιαφέρον θα ήταν να ερευνηθούν οι απόψεις και η θέαση της άλλης πλευράς. Θα ήταν σημαντικό να αναλυθεί το πώς βλέπουν οι Οθωμανοί διπλωμάτες την μέτρηση του Χρόνου στην Δυτική Ευρώπη. Τελικά θα μπορούσε να γίνει μία σύγκριση για να ειδωθεί με ποιόν τρόπο τα στερεότυπα που δημιουργήθηκαν από τους Ευρωπαίους επηρρέασαν τους ίδιους τους ιθύνοντες της οθωμανικής κοινωνίας. Επιπροσθέτως θα μπορούσε να ερευνηθεί το πως τα δημιουργηθέντα στερεότυπα από τους Ευρωπαίους περιηγητές επηρέασαν τις ελίτ των χριστιανικών λαών της οθωμανικής Ανατολής και ιδίως της «δικής μας γειτονιάς», των Βαλκανίων. Αυτή η μελέτη των αντανακλάσεων των δυτικών στερεοτύπων στις πολιτικές, οικονομικές και πνευματικές ελίτ των βαλκανικών λαών, θα μπορούσε, ίσως, να προσφέρει μία νέα ιστορική αφήγηση για τους λαούς αυτούς.
————————————————————————
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό  Ναυτική Ελλάς, Σεπτ.2015, τχ. 983, σελ. 42-46, Οκτ. 2015, τχ. 984, σελ.46-49.————————————————————————————-http://geopolitics.iisca.eu/?author=2
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου