Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ ΚΑΙ ΚΑΦΕ ΣΑΝΤΑΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ[ΜΕΡΟΣ Β΄]

Καφέ Αμάν και Καφέ Σαντάν στην Ελλάδα και την Κρήτη (Μέρος Β’)

Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης // *



«Τα καφέ αμάν και τα καφέ-σαντάν ήταν χώροι ψυχαγωγίας, οι οποίοι ξεκίνησαν από διαφορετικές γεωγραφικές, πολιτισμικές και κοινωνικές αφετηρίες, αλλά κατέληξαν να συνυπάρχουν σε πολλές μεγάλες πόλεις της Ανατολής και της Δύσης. Τα καφέ αμάν εμφανίζονται στα μέσα του 19ου αιώνα στις μεγάλες πόλεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, κ.λπ., ενώ τα καφέ-σαντάν ιδρύονται την ίδια χρονική περίοδο στο Παρίσι. Στην Κρήτη εμφανίζονται στα τέλη του 19ου αιώνα και ακμάζουν μέχρι το 1913 περίπου, δηλαδή την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας.»

Καφέ αμάν και καφέ-σαντάν στην Κρήτη

Ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο
Η περίοδος της Ημιαυτονομίας (1878-1898) μετά τη Σύμβαση της Χαλέπας (1878) χαρακτηρίζεται από την ίδρυση κομμάτων, έκδοση εφημερίδων και πολλών σχολείων με στόχο την άνοδο του μορφωτικού και βιοτικού επιπέδου του Κρητικού λαού, καθώς και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση για πρώτη φορά μιας ολιγάριθμης αστικής τάξης (χριστιανών και μουσουλμάνων Κρητών) στις μεγάλες πόλεις του νησιού, καθώς μορφωμένοι γιατροί, δικηγόροι, ανώτερα στελέχη της οθωμανικής διοίκησης, πλούσιοι έμποροι εμπλέκονται στην πολιτική και διεκδικούν μερίδιο στην νομή της εξουσίας.
Κατά την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας (1898-1913) η αστική τάξη εδραιώνεται και κυριαρχεί στα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά δρώμενα. Έτσι, η κοινωνική διαστρωμάτωση μπορεί να ταξινομηθεί ως εξής: αστική τάξη, η οποία ασκεί την εξουσία και στηρίζεται στον πλούτο από το εμπόριο, στο ανώτερο επίπεδο μόρφωσης (ιατροί, δικηγόροι) και στην πολιτική δύναμη (βουλευτές, πολιτευτές), η μεσαία τάξη και ο φτωχός λαός, άνθρωποι του μεροκάματου και του μόχθου. Η ανώτερη τάξη συγχρωτίζεται με τους Ευρωπαίους διπλωμάτες (προξένους, πρεσβευτές), τους Ευρωπαίους αξιωματικούς του στρατού, καθώς και τους Ευρωπαίους εμπόρους που εγκαθίσταται μόνιμα στις μεγάλες πόλεις. Όλοι αυτοί οι Κρητικοί και Ευρωπαίοι αστοί διασκεδάζουν με τις χοροεσπερίδες και τις χοροημερίδες, οι οποίες διεξάγονται σε πολυτελή σπίτια, πηγαίνουν στα θέατρα, ακούν όπερα και χορεύουν ευρωπαϊκούς χορούς. Τους τελευταίους διδάσκονται στα χοροδιδασκαλία που ιδρύονται στις μεγάλες πόλεις. Με άλλα λόγια, ασπάζονται την ευρωπαϊκή κουλτούρα τόσο στην ψυχαγωγία όσο και στον τρόπο διαβίωσης (ντύσιμο, συμπεριφορά, κοινωνικές συναναστροφές, ταξίδια στο εξωτερικό), χωρίς όμως να ξεχνούν και την κρητική καταγωγή μέσω των κρητικών χορών στις χοροεσπερίδες. Η μεσαία τάξη με τους λιγοστούς πόρους προτιμά την κρητική μουσική, η οποία την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας διδάσκεται υποχρεωτικά με νομοθετικό διάταγμα στα Δημοτικά σχολεία.
Οι πένητες προτιμούν τα καφέ αμάν με τα ανατολίτικα ακούσματα, ενώ οι στρατιώτες και οι άνθρωποι του περιθωρίου συχνάζουν στα καφέ-σαντάν με τα αμφιβόλου ηθικής και ποιότητας θεάματα

Αίτια δημιουργίας καφωδείων  στην Κρήτη
Οι πολιτικές ελευθερίες στα πλαίσια αρχικά της Σύμβασης της Χαλέπας και στη συνέχεια της Κρητικής Πολιτείας, η ελευθερία του Τύπου, η ανάπτυξη της εκπαίδευσης, η συχνή ατμοπλοϊκή συγκοινωνία με την Αθήνα, η παρουσία των ευρωπαϊκών στρατευμάτων, η δημιουργία της αστικής τάξης και τέλος η ανάγκη για την ύπαρξη ενός νέου είδους ψυχαγωγίας, η οποία ικανοποιεί τόσο τους αστούς όσο και τους λαϊκούς ανθρώπου των κρητικών πόλεων.

Καφωδεία, καφέ αμάν και καφέ – σαντάν στο Μεγάλο Κάστρο (Ηράκλειο)
Η παρουσία καφωδείων στο Μεγάλο Κάστρο ανάγεται στις αρχές της δεκαετίας του 1890, δηλαδή πριν την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας και διαρκεί περίπου δυο δεκαετίες (ως το 1913 περίπου). Αποτελούν δείγμα αστικοποίησης και εμπορευματοποίησης της κοινωνίας, καθώς η λαϊκή ψυχαγωγία της γειτονιάς από τον ιδιωτικό χώρο μετατρέπεται σε αστική που πραγματοποιείται σε δημόσιο χώρο. Τα καφωδεία είναι χώροι διασκέδασης με καθίσματα, καρέκλες και ένα μικρό ξύλινο παλκοσένικο για τους μουσικούς και τις τραγουδίστριες. Εδώ γίνεται οινοποσία, ναργιλές, χορός. Ειδικά τα καφέ αμάν εμφανίζονται στον τοπικό Τύπο από το 1895 (Εφημ. Δράσις) και η περιώνυμη Εβραιοπούλα Ρόζα από την Κωνσταντινούπολη μένει αξέχαστη για τα σωματικά της κάλλη και το τραγούδι.[1] Τα καφέ αμάν έχουν ανατολίτικη μουσική με σαρκιά, αμανέδες, γιαρέδες, σαμπάϊ, τσιφτετέλια, ζεϊμπέκικα, χασάπικα, καρσιλαμάδες.
Η παρουσία των αγγλικών στρατευμάτων στην περιοχή πάνω από το Κομμένο Μπεντένι οδηγούν στη δημιουργία καφωδείων τύπου καφέ αμάν στο Λάκκο από την πρώτη δεκαετία του 1900.[2] Εκεί συχνάζουν οι καλντιριμιτζήδες (κουτσαβάκηδες, καπανταήδες, μουρμούρια), δηλαδή οι χριστιανοί και μουσουλμάνοι νταήδες που ζουν από τη χαρτοπαιξία, καθώς και από την πώληση προστασίας σε λέσχες και πόρνες. Ο «Αντώνακας», ο «Μπιγκάζα», ο βαρκάρης «Καλαϊτζής», ο «Μιμηθιός» και ο Γιώργης «Τζαβέλας» είναι οι πιο γνωστοί χριστιανοί καλντιριμιτζήδες.[3]
Όσον αφορά τους μουσικούς των καφέ αμάν, στα τέλη 19ου αιώνα κυριαρχούν ο Αντώνιος Κωσταντινίδης ή Βέκιος (βιολί, ταμπουρά, λαούτο), ο Χαρίδημος Ζαχαριάδης (βιολί) και ο Αδαμάκης (βιολί), το Χριστιανικό Μουσικό Τρίο (εικασία).[4] Επίσης, υπάρχουν και οι  χριστιανοί μουσικοί Γ. Κουρής (τουμπελέκι, ζουμάρα) και Ράδος «Μαλεβιζιώτης» (ταμπουρά). Στα καφέ αμάν έπαιζαν και οι μουσουλμάνοι Κρήτες μουσικοί «Όρμπος» (μπουλγαρί, ταμπουρά), «Μουλαλής» (βιολί, κιθάρα) και «Καμπουράκι (λύρα, ταμπουρά) που αποτελούν το μουσουλμανικό μουσικό Τρίο, καθώς και «Ναϊμης» (λύρα), «Μπιλαλής» (αμανετζής), «Ζεχρά» (ταμπουρά, τραγούδι).[5] Οι τελευταίοι σύχναζαν στα μουσουλμανικά καφενεία στην πλατεία Κορνάρου (πλατεία Βαλιδέ Τζαμί).
Οι πληροφορίες, οι οποίες υπάρχουν για τα καφέ-σαντάν στο Μεγάλο Κάστρο είναι λιγότερες, καθώς το αρχειακό υλικό των εφημερίδων της περιόδου της Κρητικής Πολιτείας το οποίο σώζεται είναι ελάχιστο. Ο Φέφος Περδικογιάννης αναφέρει την ύπαρξη καφέ-σαντάν στο Μπεντενάκι Οι σημαντικότερες δίνονται από τις περιγραφές του Μανώλη Δερμιτζάκη για τις Σμυρνιές και Κωνσταντινουπολίτισσες τετράπαχες ασλάνες καλλιτέχνιδες και τους ανατολίτικους χορούς.[6] Εδώ είναι φανερό ότι αντί για ευρωπαϊκή μουσική υπάρχει ανατολίτικη, διότι οι θαμώνες είναι κυρίως ντόπιοι, χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Εδώ συχνάζουν οι γιαγκιλήδες (μάγκες της εποχής) και αυτοτραυματίζονται στους μηρούς με τα μαχαίρια τους (οι νάλιες) για να εκφράσουν τον καημό τους για τις τραγουδίστριες. Ο Δερμιτζάκης αναφέρει δυο καφέ-σαντάν, ένα στα Ψαράδικα με την περιβόητη Ρόζα και ένα στην οδό Κισλάδων (Λ. Δικαιοσύνης).[7]  Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι στα καφέ-σαντάν συνυπάρχει ανατολίτικη και δυτικοευρωπαϊκή μουσική, ενώ ο τρόπος ψυχαγωγίας είναι κακόφημος και κοινωνικά κατακριτέος. Επίσης στο Μεγάλο Κάστρο υπάρχουν κυρίως καφέ αμάν.

Καφέ – σαντάν και καφέ αμάν στα Χανιά
Την περίοδο της Ημιαυτονομίας και συγκεκριμένα το 1881 ο ιατρός περιηγητής Ιωσήφ Χατζηδάκης αναφέρει την παρουσία «ωδικού καφενείου» ευρωπαϊκού τύπου στην πλατεία της Σπλάντζιας: «[…]και άλλοι ακροώμενοι των εν τοις ωδικοίς καφφενείοις αδουσών Βοημίδων και Ιταλίδων[…]». Ταυτόχρονα, αναφέρει και την ύπαρξη καφενείου μουσουλμάνων Κρητών, στο οποίο διασκέδαζαν χριστιανοί και μουσουλμάνοι με τη μουσική της λύρας, δηλαδή με κρητική μουσική.
Στην εφημερίδα Μεσόγειος της 1/5/1893 διαβάζουμε για ένα θέατρο ποικιλιών (βαριετέ), το οποίο έχει ταχυδακτυλουργούς, ακροβάτες, ηθοποιούς, ορχήστρα και χορεύτριες:
«Υπό το εύφημον όνομα θέατρον ενεκαθιδρύθη προ τινών ημερών εν Καστελλίω εν τη μεγάλη οικία Αζιζ Βέη αληθές πανδαιμόνιον. Ο διερχόμενος κάτωθεν της οικίας ταύτης από της 2-5 της νυκτός νομίζει ότι άνωθι αυτού τελούνται δαιμόνων όργια. Μηκυθμοί, ουρλιασμοί, βρυχθησμοί, υλακαί, γρυλισμοί, βοή, κρότοι τενεκέδων, πυροβολισμοί, φωναί, κραυγαί, αλαλαγμός, φρίκη ακούει τις. Και ταύτα πάντα λέγονται παράστασις κωμωδιών […], έχουσιν ανάγκην της Αστυνομίας όπως απαλλαχθώσιν αυτού […]».[8]
Ακολουθούν τα καφέ-σαντάν, τα οποία κυριαρχούν στα Χανιά την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, λόγω του ευρωπαϊκού στρατού. Τα καφέ-σαντάν απευθύνονται αρχικά στην αστική τάξη, είναι ευπρεπή και ψυχαγωγούν με κόσμιο τρόπο τους θαμώνες τους.  Η ισχυρή παρουσία ευρωπαϊκού στρατού, ο οποίος αριθμεί χιλιάδες άνδρες μετατρέπει τα καφέ –σαντάν σε καμπαρέ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παράσταση, η οποία δίνεται το 1903 στο θέατρο «Χουρχουδά» στη Σπλάντζια προς τιμήν της μαντάμ Ορτάνς:
«[…]εις το εν θίασος εκ Τούρκων και Αρμενίων μουσικών ανακρούει ανατολικά τεμάχια και αρμένιαι αοιδοί ψάλλουσι περιπαθώς άσματα, ενώ κωμικός δια των μορφασμών του, των αστειολογημάτων και λογοπαιγνίων, αυτοσχεδίων ως επί το πλείστον, προκαλεί άσβεστον γέλωτα. Εις τα λοιπά οι θίασοι είναι κάλλιον κατηρτισμένοι. Κυρίως είναι ελληνικοί, δίδοντες Ελλ. Δράματα και κωμωδίας ουχί ανεπιτυχώς. Τα θέατρα ταύτα αποτελούν είδος βαριετέ. Γυναίκες φαινομηρίδες και εν πλήρει ντεκολτέ μέλπουσαι διάφορα άσματα, εκτελούσαι μετ’ ανδρών μονωδίας και διωδίας, ενθουσιώσι το ακροατήριον, ούτινος τα παταγώδη χειροκροτήματα καλύπτουν εκάστην στροφήν του άσματος. Γυμναστική και ακροβασίαι εκτελούμενα και ταύτα υπό Έλληνος και τα παραπλήσια, συμπληρούσι τας παραστάσεις».
Εδώ υπάρχει η πλήρης εικόνα του τρόπου λειτουργίας ενός θεάτρου ποικιλιών, το οποίο έχει μετατραπεί σε καφέ-σαντάν και συνδυάζει μουσική και θέαμα ανατολίτικου και δυτικοευρωπαϊκού τύπου. Σ’ αυτό συμμετέχουν και ψυχαγωγούνται όλες οι φυλές της πόλης (Τούρκοι, Αρμένιοι, Έλληνες και Ευρωπαίοι), αλλά το θέαμα είναι αμφιβόλου ηθικής και χαμηλής ποιότητας, καθώς απευθύνεται στα χαμηλά λαϊκά στρώματα και τους ευρωπαίους στρατιώτες.
Στις 20/8/1904 με το άρθρο στην εφημ. Ελλάς «Κλείσατε τα Καφφέ-Σαντάν. Σώσατε την κοινωνία» ο δημοσιογράφος παροτρύνει τις αρχές να κλείσουν τα καφέ-σαντάν, καθώς λειτουργούν ως άντρα ακολασίας. Αυτό συμβαίνει διότι αυτή την περίοδο στην πόλη των Χανίων (η οποία έχει περίπου 23.000 κατοίκους), λόγω των ξένων στρατευμάτων, υπάρχουν 5-6 καφέ-σαντάν, ενώ η Αθήνα με σχεδόν 200.000 κατοίκους έχει μόνο δύο. Σύμφωνα με έρευνα του Γιώργου Φθενάκη την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας καφέ-σαντάν λειτουργούν στο καφενείο του Δημοτικού Κήπου, στο Λόντον Μπάρ (σημερινό ξενοδοχείο Κύδων) με πρωταγωνίστρια πρώτα την μαντάμ Ορτάνς (ερωμένη του Ιταλού ναύαρχου Κανεβάρο) και στη συνέχεια την Αδελίνα Γκυττάρ, καθώς και στον καθολικό ναό του αγίου Φραγκίσκου (το «Ιδαίον Άντρον») στην οδό Χάληδων (το σημερινό αρχαιολογικό μουσείο). Επίσης, καφέ-σαντάν υπάρχει στο Φάληρο (στο Κουμ Καπί, πολύ κοντά στο Στρατώνα της Κρητικής Χωροφυλακής, ο οποίος είναι εντός των τειχών στην είσοδο της Πύλης Σαμπιονάρα), το οποίο είχε ξεκινήσει ως θέατρο ποικιλιών και το θέατρο «Χουρχουδά» στη Σπλάντζια.[9]
Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι τα χρόνια της Αρμοστείας υπάρχουν καφενεία στα Στιβανάδικα και στο Κρυό Βρυσάλι, όπου ο φημισμένος λυράρης Κουφιανός (Νικόλαος Κατσούλης) παίζει κρητική μουσική. Αυτά τα καφενεία είναι χώροι ψυχαγωγίας των χριστιανών που ανήκουν στις λαϊκές τάξεις και πιο συγκεκριμένα των Βενιζελικών, καθώς ο Χανιώτης λυράρης είναι Βενιζελικός. Οι εύποροι αστοί συχνάζουν στα ζαχαροπλαστεία στο λιμάνι των Χανίων («Ακταίον», «Ζαχαροπλαστείο Μπαλή-Φουλάκη») και στο καφέ του Δημοτικού Κήπου.
Την εικόνα ενός καφωδείου ως χαμαιτυπείου παρουσιάζει η εφημερίδα Λευκά Όρη στις 16-8/1907 στην οδό Μπετόλο (Παπλωματάδικα) με ανατολίτικη μουσική, ανατολίτισσες τραγουδίστριες, μουσουλμάνους θαμώνες, βωμολοχίες, κραυγές και σεξουαλικά υπονοούμενα.[10]
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι την εικοσαετία 1880-1890 στα Χανιά υπάρχουν τα θέατρα ποικιλιών, τα ωδικά καφενεία και τα κρητικά καφενεία. Τα πρώτα απευθύνονται στα χαμηλά αστικά στρώματα, ενώ τα ωδικά καφενεία, τουλάχιστον στην αρχή, ψυχαγωγούν ευηπόληπτους πολίτες. Στη συνέχεια, όμως, για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας μετατρέπονται σε κακόφημα καφέ-σαντάν, ενώ τα κρητικά καφενεία διατηρούν τη ταυτότητά τους και την μουσική τους αυτοτέλεια.  Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν υπάρχει αναφορά για την παρουσία καφέ αμάν στην πόλη των Χανιών στον τοπικό Τύπο της εποχής, αν και στα καφέ-σαντάν συνδυάζεται η ανατολίτικη και η δυτικοευρωπαϊκή ψυχαγωγία. Υπάρχουν πολλές πληροφορίες για την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας.

Σύνοψη
Εν κατακλείδι θα λέγαμε ότι τα καφέ αμάν και τα καφέ-σαντάν αποτελούν σταθμούς στην τοπική πολιτισμική ιστορία των δυο μεγάλων κρητικών πόλεων, καθώς εκφράζουν δυο διαφορετικούς κόσμους μέσω της μουσικής και του χορού. Η συνάντηση Ανατολής και Δύσης οδηγεί σε ένα διάλογο τα ταξίμια με την ευρωπαϊκή μουσική, το καν-καν με το τσιφτετέλι  μέσω του κοινού, το οποίο συχνάζει και στα δύο, ενώ ταυτόχρονα ψυχαγωγείται και με την κρητική μουσικοχορευτική παράδοση.


* Ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι ιατρός ορθοπεδικός και πολιτισμολόγος. Κατάγεται από τα Χανιά και εργάζεται στο ιατρείο του στο Ηράκλειο Κρήτης. Είναι συγγραφέας πέντε ερευνητικών βιβλίων για την μουσικοχορευτική παράδοση της Κρήτης και χορευτής ελληνικών παραδοσιακών χορών για 36 χρόνια.


Βιβλιογραφία
  1. Αλιγιζάκης Α., Η Μουσική Οδύσσεια του Βιολιού στο Μεγάλο Κάστρο, Ηράκλειο 2011.
  2. Αλιγιζάκης Α., Όπερες, Καντάδες & Μαντολινάτες Βαλς & Συρτός στα παλιά Χανιά. Πολιτισμός και κοινωνία κατά την περίοδο 1878-1967, Ηράκλειο 2016.
  3. Δερμιτζάκης Μ., Απ’ όσα θυμούμαι το παλιό Κάστρο. Μια βόλτα στο Ηράκλειο των αρχών του 20ου αιώνα, εκδ. Δοκιμάκης Ηράκλειο 2
  4. Ζαϊμάκης Γ., «Καταγώγια ακμάζοντα» Παρέκκλιση και πολιτισμική δημιουργία στον Λάκκο Ηρακλείου (1900-1940), εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1999.
  5. Ζαϊμάκης γ., «Τα καφωδεία στο Ηράκλειο την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας», στο Η τελευταία φάση του Κρητικού Ζητήματος, επιμ. Θεοχάρης Δετοράκης, Αλέξης Καλοκαιρινός, Ηράκλειο 2001.
  6. Κοκκώνης Γ., «Alla-turca alla-franga και καφέ αμάν», εισήγηση στο επιστημονικό συνέδριο: Το Οθωμανικό παρελθόν στο Βαλκανικό παρόν: Μουσική και Διαμεσολάβηση, Φινλανδικό Ινστιτούτο Αθηνών, Τμήμα Τουρκικών Σπουδών και Σύγχρονων Ασιατικών, Σπουδών, Φιλοσοφική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα 30 Σεπτεμβρίου – 2 Οκτωβρίου 2010.
  7. Μαραγκουδάκης Σ., Δισκογραφία 78 στροφών: Η διαμόρφωση της μουσικής του Χαρίλαου Πιπεράκη στο ιστορικό, κοινωνικό και μουσικό πλαίσιο της Αμερικής, Πτυχιακή Εργασία ΤΕΙ Ηπείρου Ανώτατη Σχολή Τεχνολογίας Τμήμα Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής.
  8. Οικονομάκη Η., Ο Αγώνας για τη μουσική παράδοση της Ανατ. Κρήτης, Αθήνα 2008.
  9. Σημανδηράκη Ζ., «Βαριετέ, καφωδεία και καφέ σαντάν στα Χανιά της Κρητικής Πολιτείας», Έρεισμα, Χανιά 2001.
  10. Frangos S., «Κυρία Κούλα: Το καναρίνι της Αμερικής», Παράδοση και Τέχνη, Τεύχος 36, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1997.

Διαδικτυακές Πηγές
  1. http://micros-romios.gr «Καφεωδεία, καφέ-σαντούρ και σαντέζες στην Αθήνα», 18/11/2017.
  2. Σκιαθίτης Σ., «Κλίμακες, δρόμοι και maqams», http://www.musicheaven.gr, 21/11/2017.

____________________________________
[1] Γ. Ζαϊμάκης, «Τα καφωδεία στο Ηράκλειο την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας», στο Η τελευταία φάση του Κρητικού Ζητήματος, επιμ. Θεοχάρης Δετοράκης, Αλέξης Καλοκαιρινός, Ηράκλειο 2001, σ. 167-183.
[2] Γ. Ζαϊμάκης, «Καταγώγια ακμάζοντα». Παρέκκλιση και πολιτισμική δημιουργία στον Λάκκο Ηρακλείου (1900-1940), εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1999, σ. 82-90.
[3] Ό.π., σ. 90-94.
[4] Α. Αλιγιζάκης, Η Μουσική Οδύσσεια του Βιολιού στο Μεγάλο Κάστρο, Ηράκλειο 2011, σ. 35.
[5] Γ. Ζαϊμάκης, «Καταγώγια ακμάζοντα»…, σ. 82-90.
[6] Μ. Δερμιτζάκης, Απ’ όσα θυμούμαι το παλιό Κάστρο. Μια βόλτα στο Ηράκλειο των αρχών του 20ου αιώνα, εκδ. Δοκιμάκης Ηράκλειο 22008, σ. 42.
[7] Ό.π., σ. 54.
[8] Ζ. Σημανδηράκη, «Βαριετέ, καφωδεία και καφέ σαντάν στα Χανιά της Κρητικής Πολιτείας», Έρεισμα, Χανιά 2001, σ. 148-149.
[9] Α. Αλιγιζάκης, Όπερες, Καντάδες & Μαντολινάτες Βαλς & Συρτός στα παλιά Χανιά. Πολιτισμός και κοινωνία κατά την περίοδο 1878-1967, Ηράκλειο 2016, σ. 128-130.
[10] Ζ. Σημανδηράκη, «Βαριετέ, καφωδεία.., ό.π. σ. 156-157.
 http://fractalart.gr/cafe-aman-cafe-santan-b/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου