Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

ΤΙΤΑΝΟΜΑΧΙΑ..[Μέρος Β΄]

Γράφει ο Δημήτριος Μάρκου

Β΄. Κυριαρχία του Κρόνου
Έτσι ο μικρότερος από τους Τιτάνες, ο Κρόνος, διαδέχτηκε τον Ουρανό στον θρόνο του σύμπαντος. Ο πατέρας του προείπε πως κι αυτός με τη σειρά του θα εκθρονιστεί από κάποιον απόγονό του. Μόλις ανέλαβε την εξουσία ο Κρόνος πρώτο μέλημά του ήταν να φυλακίσει στα Τάρταρα τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες, ενώ λευτέρωσε τους Τιτάνες.
Ο Κρόνος πήρε για γυναίκα του την αδελφή του Ρέα. Απ’ αυτήν απόχτησε πολλά παιδιά: Θυγατέρες την Εστία, τη Δήμητρα και την Ήρα, και γιούς τον Πλούτωνα ή Άδη, τον Ποσειδώνα και τον Δία. Ο νέος κυρίαρχος του κόσμου από την αρχή της βασιλείας του δεν μπορούσε να ησυχάσει. Αιτία ήταν η μαντεία των γονιών του, πως παρ’ ότι ήταν δυνατός, κάποιο από τα παιδιά του θα του άρπαζε τον θρόνο. Δεν ακολούθησε την ίδια τακτική με τον πατέρα του Ουρανό. Έτσι δεν τα έριχνε στον Τάρταρο. Ο Κρόνος κατάπινε τα παιδιά του. Έτσι, μόλις γεννιόταν κάποιο παιδί του, για να είναι σίγουρος πως δεν θα τολμήσει να τον βλάψει, το κατάπινε και το κρατούσε μέσα του, ώστε να έχει τον πλήρη έλεγχο.
Η Ρέα, όπως και κάθε μάνα, λαχταρούσε να κρατήσει στην αγκαλιά της και να αναθρέψει τα παιδιά της. Καθώς ήταν έγκυος στον Δία, δεν ανέχτηκε να συνεχιστεί η σκληρή τακτική του άντρα της. Συμβουλεύτηκε τους γονείς της πώς μπορεί να σώσει το βλαστάρι της. Ο Ουρανός και η Γη την συμβούλεψαν, σαν έρθει η ώρα του τοκετού να φύγει για την Κρήτη, όπου θα γεννήσει το παιδί της και μετά να το κρύψει. Γυρνώντας μετά, να καμωθεί πως γεννά, και ψεύτικο μωρό να δώσει στον σκληρό πατέρα. Υπακούοντας στων γονιών της τη συμβουλή, η Ρέα, σαν ήρθε η ώρα να γεννήσει, αποτραβήχτηκε στο Αιγαίο όρος της μεγαλοννήσου, όπου έφερε στον κόσμο τον τελευταίο γιο της, τον Δία. Εκεί σε μια σπηλιά μεγάλωσε ο μελλοντικός βασιλιάς του κόσμου. Το θεϊκό βρέφος τράφηκε με το γάλα μιας αίγας, που Αμάλθεια (*1) την έλεγαν. Απ’ έξω από τη σπηλιά στέκονταν πιστοί φύλακες οι Κουρήτες (*2) και μόλις το βρέφος έκανε πως κλαίει, αυτοί χόρευαν χτυπώντας τις χάλκινες ασπίδες του για να μην ακουστεί του βρέφους το κλάμα.
Ας δούμε, τώρα, πώς ο Ησίοδος περιγράφει τα γεγονότα, που αναφέραμε:
[[ Κι η Ρέα στον Κρόνο υποταγμένη γέννησε τέκνα λαμπρά,
την Εστία, τη Δήμητρα και τη χρυσοπέδιλη Ήρα,
το δυνατό τον Άδη, που κατοικεί παλάτια κάτω από τη γη
κι έχει καρδιά ανήλεη, τον Εννοσίγαιο το βαρύχτυπο,
το συνετό το Δία, πατέρα θεών και ανθρώπων,
που απ᾽ τη βροντή του τρέμει η πλατιά η γη.
Κι αυτούς ο μέγας Κρόνος τούς κατάπινε, όπως καθένας τους
από την ιερή της μάνας τους κοιλιά στα γόνατα κατέβαινε,
αυτό στο νου του έχοντας, πώς απ᾽ τους γόνους τ᾽ Ουρανού τους ένδοξους
άλλος κανείς βασιλικό αξίωμα ανάμεσα στους αθανάτους να μην έχει.
Γιατί έμαθε από τη Γη κι από τον έναστρο Ουρανό
πως ήταν πεπρωμένο του να νικηθεί από παιδί δικό του,
—κι ας ήταν κρατερός— με του μεγάλου Δία το θέλημα.
Γι᾽ αυτό ο Κρόνος τυφλά δεν παραφύλαγε, αλλά καραδοκούσε
και τα τέκνα του κατάπινε. Και πένθος δίχως λησμονιά κυρίευε τη Ρέα.
Μα όταν έμελλε το Δία, θεών κι ανθρώπων τον πατέρα, να γεννήσει,
τότε τους ακριβούς ικέτευε γονείς της,
τη Γη και τον γεμάτο άστρα Ουρανό,
να καταστρώσουνε μαζί της κάποιο σχέδιο, πώς να περάσει απαρατήρητη
σαν θα γεννά το γιο της, και πώς να ξεπληρώσει ο Κρόνος τις ερινύες
του πατέρα της και των παιδιών της που ο μέγας δολοπλόκος τα κατάπινε.
Κι αυτοί στη θυγατέρα τους έδιναν μεγάλη προσοχή και πείθονταν,
και της εξήγησαν όσα να γίνουν ήταν πεπρωμένο
σε σχέση με τον βασιλιά τον Κρόνο και το γιο του με τη γενναία την ψυχή.
Τη στείλανε στη Λύκτο, στην πλούσια της Κρήτης χώρα,
όταν το τελευταίο απ᾽ τα παιδιά της να γεννήσει έμελλε,
το Δία το μεγάλο. Κι αυτόν δέχτηκε η πελώρια Γη
στην Κρήτη να τον θρέψει την πλατιά και να τον μεγαλώσει. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 453- 480)
Αργότερα, σαν ο Δίας έγινε ο βασιλιάς των θεών, τίμησε την Αμάλθεια. Την τοποθέτησε ψηλά στου ουρανό, να λάμπει σαν άστρο. Με το δέρμα της έκανε την περίφημη “αιγίδα”, την απρόσβλητη ασπίδα στον πόλεμο με τους Τιτάνες, ενώ το κέρατό της έγινε το σύμβολο της αφθονίας.
Ο Απολλόδωρος μας λέει: «ὀργισθεῖσα δὲ ἐπὶ τούτοις ῾Ρέα παραγίνεται μὲν εἰς Κρήτην, ὁπηνίκα τὸν Δία ἐγκυμονοῦσα ἐτύγχανε, γεννᾷ δὲ ἐν ἄντρῳ τῆς Δίκτης Δία. καὶ τοῦτον μὲν δίδωσι τρέφεσθαι Κούρησί τε καὶ ταῖς Μελισσέως παισὶ νύμφαις, Ἀδραστείᾳ τε καὶ Ἴδῃ. αὗται μὲν οὖν τὸν παῖδα ἔτρεφον τῷ τῆς Ἀμαλθείας γάλακτι, οἱ δὲ Κούρητες ἔνοπλοι ἐν τῷ ἄντρῳ τὸ βρέφος φυλάσσοντες τοῖς δόρασι τὰς ἀσπίδας συνέκρουον, ἵνα μὴ τῆς τοῦ παιδὸς φωνῆς ὁ Κρόνος ἀκούσῃ.» (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Α΄, Ι, 6-7)
(Μετ.: Οργισμένη η Ρέα πάει στην Κρήτη τον καιρό που ήταν έγκυος στον Δία και γεννάει τον Δία σε μια σπηλιά της Δίρκης. Στη συνέχεια τον δίνει να τον αναθρέψουν οι Κουρήτες και οι κόρες του Μελισσέα, οι νύμφες Αδράστεια και Ίδη. Αυτές λοιπόν τάιζαν το παιδί με το γάλα της Αμάλθειας και οι Κουρήτες ένοπλοι φύλαγαν το βρέφος μες στη σπηλιά και χτυπούσαν με τα δόρατα τις ασπίδες τους, για να μην ακούσει ο Κρόνος τη φωνή του παιδιού.)
Έχοντας εξασφαλίσει το βρέφος η Ρέα στην Κρήτη, επέστρεψε στον Κρόνο. Καμώθηκε πως την έπιασαν οι οδύνες του τοκετού και πως γεννά. Σπαργάνωσε μια μεγάλη πέτρα και μ’ αυτήν ξεγέλασε τον άντρα της πως ήτανε τάχα το βρέφος. Ευθύς ο Κρόνος ανυποψίαστος την κατάπιε, πιστεύοντας πως ακόμη ένας κίνδυνος για την εξουσία του είχε εκλείψει.
Το θεϊκό βρέφος στη Κρήτη γρήγορα μεγάλωσε και στο κορμί και στο μυαλό. Σαν ένιωσε ο Δίας πως ήταν σε θέση να αναμετρηθεί με τον πατέρα του, πήγε και τον βρήκε. Πατέρας και γιος πάλεψαν. Μα ο γιος ήταν ανώτερος και σε τέχνη και σε δύναμη, οπότε νίκησε τον άκαρδο και σκληρό πατέρα, που κατάπινε τα παιδιά του. Τον ανάγκασε, λοιπόν, να τα ξεράσει. Κάποιοι λένε, πως ο ηττημένος από τον γιό του Κρόνος, τα εξήμεσε με φάρμακο, που του έδωσε η Μήτιδα. Ο Απολλόδωρος γράφει: «ἐπειδὴ δὲ Ζεὺς ἐγενήθη τέλειος, λαμβάνει Μῆτιν τὴν Ὠκεανοῦ συνεργόν, ἣ δίδωσι Κρόνῳ καταπιεῖν φάρμακον, ὑφ᾽ οὗ ἐκεῖνος ἀναγκασθεὶς πρῶτον μὲν ἐξεμεῖ τὸν λίθον, ἔπειτα τοὺς παῖδας οὓς κατέπιε·» (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Α΄, ΙΙ, 1) (Μετ.: Όταν ο Δίας έγινε σωστός άντρας, παίρνει συνεργό του τη Μήτι, κόρη του Ωκεανού, η οποία δίνει στον Κρόνο να πιει ένα φάρμακο, που τον έκανε να ξεράσει πρώτα την πέτρα και μετά τα παιδιά που είχε καταπιεί.)
Πρώτα- πρώτα, λοιπόν, βγήκε η πέτρα (*3), που είχε καταβροχθίσει τελευταία, και μετά τα παιδιά. Χάρηκαν πολύ αυτά, που ξανααντίκρισαν το φως και θαύμασαν τον μικρότερο, αλλά γενναίο αδελφό τους, τον Δία. Τάχτηκαν ,λοιπόν, στο πλευρό του γιατί είχαν μίσος με τον σκληρό πατέρα. Έτσι, ήταν αναπόφευκτή η μάχη ανάμεσα στον Κρόνο και τα αδέλφια του τους Τιτάνες από τη μια πλευρά και τον Δία με τ’ αδέλφια του από την άλλη για την κυριαρχία του Κόσμου.
Και πάλι θα ανατρέξουμε στην Ησίοδο για να δούμε την περιγραφή των γεγονότων που εξιστορήσαμε:
[[ Κι αφού σπαργάνωσε μεγάλο λίθο τον πρόσφερε σ᾽ εκείνον,
στο μέγα άνακτα, του Ουρανού το γιο, το βασιλιά των παλαιότερων θεών.
Στα χέρια του τον πήρε τότε ο Κρόνος και τον έριξε μες στην κοιλιά του,
ο άθλιος, και με το νου του δεν κατάλαβε πως πίσω του ᾽μενε,
στου λιθαριού τη θέση, δικός του γιος ανίκητος και δίχως έγνοιες
που έμελλε γοργά να τον νικήσει με τη βία και τα χέρια του,
να τον εκδιώξει από τ᾽ αξίωμα και μέσα στους αθάνατους να βασιλέψει.
Και γοργά κατόπιν η δύναμη και τα λαμπρά του βασιλιά τα μέλη
μεγαλώσανε. Και σαν ο χρόνος έφτασε,
παγιδευμένος απ᾽ τις παμπόνηρες τις προτροπές της Γης,
ο μέγας Κρόνος, ο δολοπλόκος, έβγαλε έξω και πάλι τα παιδιά του,
από τη δύναμη και τα τεχνάσματα του παιδιού του νικημένος. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 485- 496)

-----------------------------------
(*1) Αμάλθεια: Κάποιοι λένε πως η Αμάλθεια ήταν νύμφη και πως μαζί με την Ίδη και την Αδράστεια- ή και με άλλες νύμφες- ανάλαβαν την ανατροφή του μικρού Δία.

(*2) Κουρήτες: Ορεινοί δαίμονες (θεότητες) της Κρήτης, προστάτες του Δία στη βρεφική του ηλικία.

(*3) Αυτή την πέτρα ο Δίας την έστησε στο μαντείο των Δελφών, στον Παρνασσό, για να τη βλέπουν και οι θεοί και οι θνητοί για πάντα και να θαυμάζουν και να προσκυνούν τη δύναμή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου