Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΧΑΜΕΝΗ ΓΝΩΣΗ [Μέρος Β΄]

΄[ΜΕΡΟΣ Β΄]
ΚΑΤΟΨΗ ΜΙΘΡΑΙΟΥ

ΚΑΤΟΨΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥ

Κοιτάζοντας την κάτοψη του Μιθραίου δίπλα στην κάτοψη του Τεκτονικού Ναού, βλέπουμε ότι οι ομοιότητες είναι τρομακτικές, τόσο στη δομή, όσο και στον συμβολισμό. Εκεί που στον Τεκτονικό ναό έχουμε δύο στήλες στην είσοδο, στο Μιθραίο συναντάμε τον Καύτη και τον Καυτοπάτη, ταυτόχρονα μυσταγωγοί, υπηρέτες και φύλακες που εκπροσωπούν δύο αντίθετες πολότητες. Συχνά δίπλα τους εμφανίζεται ένας αλέκτορας (=αφύπνιση) κι ένα κηρύκειο. Οι θέσεις του ναού ταυτόχρονα εκπροσωπούν τους κύκλους της ζωής και των εποχών, ενώ επίσης χρησιμοποιούταν για την αναπαράσταση του Δείπνου μεταξύ Μίθρα και Ήλιου, θυμίζοντας το «Τεκτονικό Συμπόσιο».
Οι βαθμοί, οι μυήσεις (που περιλάμβαναν μοτίβα θανάτου-αναγέννησης), πολλά από τα σύμβολα, οι ζωδιακές αναφορές και η στρατιωτική ιεραρχία φαινομενικά συνδέουν στενά τον Μιθραϊσμό με τον Τεκτονισμό. Όμως περισσότερο μας ενδιαφέρει το που διαφέρουν.
Ο Μίθρας είναι αυτογενή θεότητα-Δημιουργός, που ξεγελά τον ίδιο τον Ήλιο. Ο Μίθρας ως οντότητα παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με τον Αμπράξας των Γνωστικών, ο οποίος με τη σειρά του υιοθέτησε στοιχεία από τον Τυφώνα των Ελλήνων.

Αμπραξας
Ο Αμπράξας (και ο Τυφώνας) αποτελούσε ξεχωριστή θεότητα από τις υπόλοιπες μορφές:
Τυφώνας
δεν είναι θεός του φωτός, του απόλυτου καλού, είναι ένας ενδιάμεσος θεός. Σαν τον Ιανό, φυλάει σταυροδρόμια. Ουσιαστικά ο Αμπράξας των Γνωστικών ήταν ισορροπητική δύναμη μεταξύ του καλού και του κακού, ήταν εκείνος – χάρη στη θεϊκή του φύση – που ενσωμάτωνε και διαφύλασσε τις ισορροπίες μεταξύ των εχθρικών δυνάμεων του «Τυφλού» Δημιουργού της ύλης, και των ψυχών – ψήγματα θείας υπόστασης – που επιχειρούσαν να δραπετεύσουν από την ύλη. Το μοτίβο τέτοιας ενδιάμεσης θεότητας που μπορεί να ελέγξει αυτή την κρίσιμη ισορροπία επαναλαμβάνεται ειδικά στην Ελληνιστική περίοδο – εποχή πολύπλευρων αναταραχών και αλλαγών, και το βλέπουμε τόσο στη μορφή του Χριστού όσο και του Μίθρα. Δεν είναι τυχαία η αναγωγή του Χριστιανισμού από άσημη αίρεση σε κυρίαρχη θρησκεία – ο κόσμος έψαχνε Σωτήρα. Την εποχή εκείνη συναγωνιζόταν τον Μιθραϊσμό – και ο τελευταίος είχε πολύ μεγαλύτερη διάδοση. Πιθανόν η αμιγώς αντρική του σύσταση και οι πολιτικές σκοπιμότητες των Ρωμαίων κυβερνητών να του έδωσαν την χαριστική βολή, και ο Μιθραϊσμός χάθηκε κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ.

Ο Λεοντοκέφαλος Αιών, Μιθραϊκή θεότητα-μεσολαβητής που κρατά οικοδομικά εργαλεία (Μουσείο του Βατικανού, φωτό. της Σ. Τσέϊτοου).
Μας άφησε όμως βουβούς μάρτυρες. Ποιο είναι το μήνυμά τους; Είναι ένα Προμήθειο μήνυμα, που μέσω των μυήσεων και των τελετών καλεί τον μυημένο να συμμετάσχει στην ίδια τη δημιουργία – όχι συμβολικά αλλά ουσιαστικά όπως αυτή αναπαρίσταται μέσα στον ναό. Ο Μιθραϊσμός όχι απλά δέχεται, αλλά χρησιμοποιεί την ύλη, το αίμα, το σπέρμα, το υφάδι της ζωής. Καλεί τον μυημένο, σταδιακά, να ανέβει τα σκαλοπάτια της μύησης εώς ότου αποκτήσει, ( ή μέχρι να θυμηθεί και να συνειδητοποιήσει) μέσα από τις – όντως σκληρές – δοκιμασίες, την γενεσιουργό δύναμη που ήδη κατέχει, και μπορέσει ο ίδιος να σταθεί ως άλλος ισορροπιστής μεταξύ των πολοτήτων. Όχι μέσω ψυχολογικών τεχνασμάτων, ατέρμονων φιλοσοφιών, και παρασκηνιακών διαπλοκών, αλλά μέσω της αρχέγονης ανακάλυψης της υπόστασης που λέγεται Φύση και που κυβερνά τις υποστάσεις πέρα από την ύλη. Επίσης δεν είναι τυχαίο πως η υψηλότερη μυητική βαθμίδα έχει κυβερνήτη τον Κρόνο – θεό του Χρόνου ο οποίος όμως σε αρκετές παραδόσεις θεωρούταν και θεός της δημιουργίας (κι εδώ υπενθυμίζω την αλχημική πρίμα ματέρια – την χαώδη πρώτη ύλη που αποτελεί πηγή της ζωής).
Πολλές φορές μιλάμε για την χαμένη γνώση, και παρ’ότι σαφώς και δεν προτείνω να αρχίσουμε να σφάζουμε ταύρους ή να επιστρέψουμε σε βαρβαρότητες (αν και βαρβαρότητες διαπράττουμε καθημερινά με το γάντι), αξίζει να αναρωτηθούμε οι απανταχού φίλοι του εσωτερισμού, κατά πόσο, αφού μιλάμε για βιωματικές εμπειρίες, μπορούν οι αστικοποιημένες και εξευγενισμένες διαδικασίες όπως τις βρίσκουμε, λόγου χάρη στον Τεκτονισμό και άλλα εσωτερικά συστήματα, μέσα σε αποστειρωμένο περιβάλλον πράγματι να μας φέρει σε επαφή με τις οντολογικές έννοιες που υποτίθεται ότι ενσωματώνουν ως παραδόσεις; Πως μιλάμε για αφύπνιση αν δεν βιώσουμε και μέσα στο υλικό μας σώμα την έννοια των αρχέτυπων που συνθέτουν την υπόστασή μας, αν δεν επιτρέψουμε στην υλική μας φύση να συμφιλιωθεί με τη νοητική και πνευματική φύση – μπορούμε όντως να πούμε ότι οδεύουμε προς το γνώθις εαυτόν ή ότι γινόμαστε κι εμείς δημιουργοί; Όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά; Ζώντας τον ρόλο κι ενδυόμενοι τα (θεϊκά) αρχέτυπα της φύσης μας αντί να παραμένουμε συνειδητά ηθοποιοί. Πόσοι από εμάς πράγματι νιώθουν το σώμα τους; Πόσοι από εμάς πράγματι συνειδητοποιούμε την δημιουργική σπίθα που έχουμε ενσωματωμένη σε όλα τα επίπεδα της οντότητάς μας; Μέσα από την επαφή με τα στοιχεία, με τον αρχέγονο φόβο που προκαλεί μια θαλασσοταραχή, μια αναπάντεχη καταιγίδα, την αρχέγονη χαρά που προκαλεί μια πράξη ηρωισμού, την αρχέγονη δύναμη του ανίκητου ήλιου;
Στην πραγματικότητα, η γνώση δεν έχει χαθεί, τα σύμβολα, οι κινήσεις, οι τελετές αποτυπώνουν τις ίδιες έννοιες και δείχνουν τον ίδιο δρόμο με αυτόν του Μιθραϊσμού και άλλων Μυστηρίων. Εμείς την έχουμε ξεχάσει.
ΣΑΣΣΑ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ-  ΤΣΕΤΟΟΥ http://sashachaitow.co.uk/

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΧΑΜΕΝΗ ΓΝΩΣΗ[Μέρος Α΄]


282599_3529318831753_1214718236_n
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΑΒΑΤΟΝ, τεύχος 107, Απρίλιος 2011, στον «φάκελο» με τίτλο «Η Χαμένη Γνώση των Μασόνων».
Κάποια στιγμή στην ιστορία του πολιτισμού μας αναπτύχθηκαν δύο διαμετρικά αντίθετες κοσμοθεάσεις. Η μία εστίαζε στην ενότητα του Όλου, και αντιμετώπιζε την έννοια του «κακού» σαν την απλή απουσία της ύπαρξης, ή σαν τα τερτίπια ενός (ή πολλών) παιχνιδιάρικου Δημιουργού. Αν ο άνθρωπος ζούσε σύμφωνα με μέτρο και σύνεση, απελευθέρωνε συνειδητά τον εαυτό του από την επιθυμία και την ύλη, κάποια στιγμή θα μπορούσε να γλιτώσει από τις περιπέτειες που του επιφύλασσαν οι Μοίρες ή οι Θεοί με τη μορφή της υλικής ύπαρξης, και να πλησιάζει την Ψυχή του κόσμου. Η άλλη εστίαζε στις φανερές αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν την ύπαρξη και που συνοψίζονται στην πιο μεγάλη αντίθεση απ’όλες: ζωή και θάνατος. Γεννήθηκαν μύθοι, που έδιναν μια μορφή στους προβληματισμούς και εξηγήσεις για τους μυστήριους κύκλους της ζωής, ο άνθρωπος μυθοπλάστης άρχισε να επεμβαίνει μέσω της ιερουργίας στα μυστήρια της ύπαρξης, μύθοι που κάποια στιγμή σχημάτισαν την καρδιά μεγάλων μυστηρίων που επέτρεπαν στον άνθρωπο να νικήσει, ή έστω να κατανοήσει και να γεφυρώσει αυτές τις αντιθέσεις.
Μια τέτοια παράδοση ήταν ο Ορφισμός, από τις παλαιότερες καταγεγραμμένες δυαδικές παραδόσεις σύμφωνα με την οποία η υλική ύπαρξη απέκτησε αρνητική χροιά. Κατά την Ορφική κοσμογονία, ο Διονύσιος Ζαγρεύς, νόθο παιδί του Δία και της Περσεφόνης, δολοφονείται και καννιβαλίζεται από τους Τιτάνες κατόπιν εντολής της εξαγριωμένης Ήρας. Η Αθηνά σώζει την καρδιά του παιδιού, και ο Δίας καταστρέφει τους Τιτάνες με ένα αστροπελέκι. Από τη στάχτη τους, ανακατεμένη με τη στάχτη του νεκρού Διονύσου, γεννιέται η (αμαρτωλή) ανθρωπότητα. Το καλό στον άνθρωπο αποτελεί το Διονυσιακό στοιχείο, ενώ το κακό της ανθρώπινης φύσης αποτελεί κληροδότημα των Τιτάνων. Ως αποτέλεσμα, ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος σε τουλάχιστον δέκα μετενσαρκώσεις πριν του επιτραπεί η απελευθέρωση από την ύλη.
Ο μόνος τρόπος να συντομεύσει αυτόν τον αέναο κύκλο μετενσαρκώσεων ήταν μέσω της μύησης. Κάθε φορά που πέθαινε ένας αμύητος, έφτανε σε ένα σταυροδρόμι, περνούσε κάτω από τον θρόνο της Ανάγκης, και ο φύλακας τον οδηγούσε στην πηγή της Λήθης όπου πίνοντας, ξεχνούσε τα μαθήματα και τα συναισθήματα της προηγούμενης ζωής του κι έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. Στον μυημένο όμως, δινόταν ένας κωδικός με τον οποίο μπορούσε να περάσει από τους φύλακες και να πιει από την πηγή της Μνημοσύνης, ώστε να συντομεύσει τη διαδρομή και να δείξει στους θεούς ότι γνώριζε την υπόστασή του και το δικαίωμά του στην αιωνιότητα. Η εισιτήριος φράση ξεκινούσε «Παις Γαός Είμι, και Ουρανού Αστερόεντος…» (Είμαι παιδί της Γης και του Έναστρου Ουρανού).
Αυτή η έννοια του δυαδισμού, μιας απαισιοδοξίας και απαξίωσης της υλικής ύπαρξης, και της έντονης λαχτάρας για την απελευθέρωση, ή την γεφύρωσή της με ένα ανώτερο πεδίο, υπήρξε κεντρικό χαρακτηριστικό πολλών θρησκειών και μυστηριακών παραδόσεων που αναπτύχθηκαν εντός και γύρω από τον Ελλαδικό χώρο, ιδιαίτερα στους Ελληνιστικούς χρόνους. Ο πρώιμος Γνωστικισμός ανήγαγε αυτή την έννοια σε μια τεράστια και περίπλοκη μυθολογία. Κατά τους Γνωστικούς, ο άνθρωπος ελευθερωνόταν από την ύλη μόνο μέσω της μύησης, μέσα από την οποία έπρεπε να ανακαλύψει (και να θυμάται) τις εισιτήριες λέξεις με τις οποίες θα περνούσε τα εμπόδια που θα του έθεταν οι εχθρικοί πλανητικοί φύλακες (Άρχοντες). Ουσία του Γνωστικισμού, όπως και του Ορφισμού, ήταν η ενθύμηση της ουράνιας καταγωγής τους.
Δεν μας έχουν απομείνει στοιχεία από τις τελετουργίες και μυητικές πρακτικές αυτών των παραδόσεων, αλλά γνωρίζουμε ότι τόσο οι Ορφικοί και οι Γνωστικοί, όσο και οι μυημένοι των Ελευσινίων μυστηρίων, είχαν ανακαλύψει κάτι, κάποια μυητική πρακτική, η οποία τους γεφύρωνε την υλική με την ουράνια πραγματικότητα και που συμφιλίωνε τον άνθρωπο με την έννοια του θανάτου σε τέτοιο βαθμό που λεγόταν: «Ως τρισόλβιοι κείνοι βροτών, οι ταύτα δερχθέντες τέλη μολωσ’ εις ‘Αδου, τοις δε γαρ μόνον εκεί ζήν εστίν, τοις δε άλλοισι παντ’ εκεί κακά.» (Πλούταρχος, Ηθικά). (Τρισευτυχής επιστρέφει ο θνητός που έχει περάσει τις δοκιμασίες του Άδη, γιατί γνωρίζει ότι εκεί υπάρχει μόνον ζωή, και όχι, όπως νομίζουν οι άλλοι, μόνο κακό).
Ό,τι και να ανακάλυψαν οι αρχαίοι, προφανώς υπήρχε κάποια γνώση, κάποιο μυστικό, που τους επέτρεπε μια άλλη οπτική απέναντι στο μεγαλύτερο εσχατολογικό μυστήριο, κάτι πιο ισχυρό από ψυχολογικό τέχνασμα, την απλή συμφιλίωση με τη θνητή φύση, ή την προσωρινή επιρροή κάποιας ενθεογόνου ουσίας, όπως έχουν ισχυριστεί πρόσφατα ερευνητές.
Ένα από τα μεγαλύτερα μυητικά συστήματα που επιβιώνει στις μέρες μας είναι  ο Τεκτονισμός, ο οποίος σαφέστατα αντλεί το περιεχόμενό του από αρχαιότερες παραδόσεις, παρ’ότι δεν υπάρχει ξεκαθαρή τεκμηρίωση η οποία να επιβεβαιώνει κάποιες από τις ιστορικές συνδέσεις που συχνά ακούγονται. Αλλά είναι απορίας άξιον εάν ο Τεκτονισμός, όπως και κάποιες συγγενείς παραδόσεις, φυλάσσουν πράγματι το μυστικό εκείνο που επέτρεπε στους προγόνους μας τρισόλβιοι να επιστρέψουν μέσα από τις πύλες του Άδη, έχοντας πιει από την πηγή της Μνημοσύνης και γνωρίζοντας τα μυστικά του σύμπαντος. Ο Τεκτονισμός κάνει λόγο για την «Χαμένη Λέξη,» η Αλχημεία για τον χαμένο Λίθο, η Καμπαλά για το χαμένο Όνομα του Θεού…. Επίσης είναι απορίας άξιον αν τελικά έχει σημασία η ανεύρεση της χαμένης λέξης-λίθου-ονόματος, ή το ίδιο το ταξίδι αναζήτησης. Αλλά αυτό είναι θέμα για ένα άλλο άρθρο.

Οψη Μιθραικου ναου στο Σαν Κλεμέντε
Πέρα από αυτά τα μυστήρια, των οποίων τουλάχιστον οι βασικές αρχές είναι γνωστές, υπήρξε στην ύστερη αρχαιότητα μια άλλη μυστηριακή και μυητική παράδοση που κάποια στιγμή διαδόθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη της Ευρώπης, αλλά για την οποία σώζονται ελάχιστες πληροφορίες, πέρα από κάποια σκόρπια αγάλματα και ναούς που άφησαν πίσω οι πιστοί της. Ο λόγος για τον Μιθραϊσμό, μια μυητική θρησκεία που υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλής μεταξύ των Ρωμαίων λεγεωνάριων, και η οποία έχει θεωρηθεί ότι λόγω πολιτικών συμφερόντων δεν έγινε η κραταιά θρησκεία της Ευρώπης αντί για τον Χριστιανισμό καθώς στους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους γνώρισε μεγαλύτερη εξάπλωση απ’ό,τι ο Χριστιανισμός.Οι απόψεις διίστανται για την προέλευση αυτής της παράδοσης: κάποιοι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Μίθρας ήταν Ζωροαστρική θεότητα, άλλοι ότι οι ρίζες του Μιθραϊσμου βρίσκονται κάπου στην Ινδία, ο Πλούταρχος γράφει πως ήταν λατρευτική παράδοση των πειρατών της Κιλικίας, και άλλοι ξεπήδησε αυτούσια μέσα από τον Ελληνο-Ρωμαϊκό πολιτισμό της Ελληνιστικής περιόδου. Το βέβαιο είναι ότι επιδεικνύει και Ορφικές καταβολές, αλλά και κάποια στοιχεία που – εφόσον μιλάμε για χαμένη γνώση, μάλλον αξίζουν τη προσοχή μας.
Όσα γνωρίζουμε για τον Μιθραϊσμό προέρχονται από τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης και τις – ελάχιστες – αναφορές των ιστορικών της εποχής, καθώς οι μυημένοι Μιθραϊστές δεσμεύονταν από όρκους άκρας μυστικότητας. Ήταν αμιγώς αντρική παράδοση, οπότε δεν διαδόθηκε μέσω οικογενειών ώστε να διατηρηθούν κάποια παραπάνω στοιχεία, αλλά μονάχα μεταξύ ανδρών που συχνά (αλλά όχι πάντα) θα ήταν λεγεωνάριοι – δηλαδή με μειωμένο προσδόκιμο ζωής ώστε να μεταδώσουν τις γνώσεις τους. Όσον αφορά τα ευρήματα, υπάρχουν τρεις παραστάσεις που εμφανίζονται επανειλημμένως, και οι οποίες είναι ολόιδιες είτε προέρχονται από την Μέση Ανατολή, είτε από τις Άλπεις, είτε την Αγγλία.
Η γενεσιουργός ταυροκτονία
Η πιο διαδεδομένη, η Ταυροκτονία, παρουσιάζει τον θεό Μίθρα, με Φρυγικό σκούφο και Ανατολική περιβολή, γονατισμένο στην πλάτη ενός εξουθενωμένου ταύρου. Με το αριστερό χέρι τραβάει τον ταύρο από τα ρουθούνια, με το δεξί ετοιμάζεται να τον σφάξει. Ο Μίθρας κοιτάζει πίσω του προς τον Θεό- Ήλιο (Sol), ενώ απέναντι παρακολουθεί τη σκηνή η Σελήνη. Ένας σκύλος κι ένα φίδι τεντώνονται προς το αίμα που χύνεται, ενώ ένας σκορπιός σφίγγει τους όρχεις του άτυχου ταύρου. Δεξιά και αριστερά είναι οι δύο συνοδοί του Μίθρα, ο Καύτης, με έναν αναμμένο και τεταμένο πυρσό, και ο Καυτοπάτης, με τον πυρσό σβησμένο και χαμηλωμένο. Σε ορισμένες απεικονίσεις, πλαισιώνεται από άλλες παραστάσεις, όπως τη γέννηση του Μίθρα μέσα από έναν βράχο. Επίσης διαδεδομένη εικόνα είναι το Δείπνο, οπού ο Μίθρας γευματίζει μαζί με τον Θεο-Ήλιο επάνω στο τομάρι του ταύρου, ενώ ένας από τους συνοδούς του Μίθρα ανάβει ένα τζάκι με ένα κηρύκειο. Άλλες παραστάσεις δείχνουν το «θαύμα του νερού», η πρώτη πράξη του Μίθρα μετά τη γέννησή του, όπου με ένα βέλος τρυπάει έναν βράχο και ξεπηδάει μια πηγή. Σε άλλες σκηνές συναντά τον Θεό Ήλιο που γονατίζει μπροστά του ή του δίνει το χέρι.
Η Ταυροκτονία κρύβει τεράστιο συμβολικό ενδιαφέρον, πέρα από την προφανή παραπομπή στα Μινωϊκά Ταυροκαθάρψια.. Ο

Καύτης και Καυτοπάτης,προστάτες
 και υπηρέτες του Μιθρα
ταύρος συμβολιζει την εν δυνάμει γενεσιουργό δύναμη, και συνδέεται με τη Σελήνη, ως ετερόφωτη οντότητα που ενεργοποιείται μόνο μέσω του Ήλιου. Ο Μίθρας, ως Αήττητος Ήλιος (Sol Invictus) κλέβει τον ταύρο από τον Θεό-Ήλιο και το σκοτώνει για να δημιουργήσει τον κόσμο. Ακολουθεί ένας καυγάς μεταξύ του Μίθρα και του Ήλιου, αλλά στη συνέχεια συμφιλιώνονται και δίνουν τα χέρια. Η χειραψία αυτή μεταφέρθηκε στον Μιθραϊσμό ως σημείο αναγνώρισης μυημένων – ακριβώς όπως στον Τεκτονισμό – και μάλιστα έχει καταγραφεί η εξής αναφορά: «Μύστα βοοκλοπίης, συνδέξιε πατρός άγαυου» (Μυημένε της βοοκλοπής, που δίνεις χειραψία στον ένδοξο Πατέρα). Η προσφώνηση «συνδεξιός» αποτελούσε ονομασία των Μιθραϊκών νεοφύτων – αυτός που ήξερε να δώσει την χειραψία.
Σύμφωνα με τον μύθο, η στιγμή του θανάτου του ταύρου είναι η στιγμή της δημιουργίας του κόσμου, και συμβαίνει κατά την εαρινή ισημερία, την εποχή της γένεσης της φύσης, ενώ η γέννηση του Μίθρα συνέβη το φθινόπωρο. Ο σκύλος, ο σκορπιός και το φίδι, όπως και κάποια στάχια που ξεφυτρώνουν μέσα από το αίμα του ταύρου, όλα επιβεβαιώνουν τον γενεσιουργό χαρακτήρα της «θυσίας» αυτής.
Εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ίδιο το Μιθραίο και οι τελετουργίες που λάμβαναν χώρα σε αυτό. Οι μυήσεις θεωρούνταν σκληρές δοκιμασίες, και τελούνταν υπό πλήρη μυστικότητα. Το δε μυητικό σύστημα του Μιθραϊσμού βασιζόταν σε ιεραρχία επτά βαθμών:
Βαθμός
Σύμβολα
Προστάτης πλανήτης/Θεότητα
Κόραξ
Κύπελλο, κηρύκειο
Ερμής
Νυμφίος
Λάμπα, διάδημα
Αφροδίτη
Μίλες (Στρατιώτης)
Πουγγί, περικεφαλαία, δόρυ
Άρης
Λέων
Φτυάρι, σείστρο, Αστροπελέκια
Δίας
Πέρσης
ακινάκης (εγχειρίδιο), δρεπάνι
Σελήνη/άστρα
Ηλιοδρόμος
Δαδί, φωτοστέφανο, μαστίγιο
Ήλιος
Πατήρ
Τελετουργικό κύπελλο, δαχτυλίδι, ραβδί, Φρυγικός σκούφος, δρεπάνι
Κρόνος
Τα Μιθραία είχαν κοινό γνώρισμα την σπηλαιόμορφη κατασκευή τους, αναπαριστούσαν ολόκληρο το σύμπαν, και οι τελετουργίες αναπαριστούσαν την δημιουργία και τους κύκλους της ζωής και των πλανητών. Την είσοδο του ναού πλαισίωναν οι μορφές του Καύτη και του Καυτοπάτη, και στο βάθος ο βωμός με τον Μίθρα Ταυροκτόνο.
Στο ταβάνι ζωγραφίζονταν αστερισμοί, ενώ τους τοίχους κοσμούσε ο ζωδιακός κύκλος. Επιπλέον ενδιαφέρουσα και μυστηριώδης συνάμα μορφή που απαντάται μόνο σε Μιθραϊκούς ναούς είναι ο Λεοντοκέφαλος θεός. Γνωρίζουμε ελάχιστα γι’αυτόν πέρα από αυτά που προδίδει η ίδια η μορφή του. Έχει θεωρηθεί ότι αντικατοπτρίζει τον Χρόνο, αλλά επίσης παρατηρούμε ότι κρατάει στα χέρια του οικοδομικά εργαλεία, είναι περιτυλιγμένος από φίδι (σύμβολο σοφίας μεταξύ άλλων) και δίπλα του βλέπουμε έναν αλέκτορα, ένα κηρύκειο, κι ένα κουκουνάρι. Όλα παραπέμπουν σε σύνθεση Διονυσιακών, Ορφικών και Γνωστικών παραδόσεων, αλλά τα οικοδομικά εργαλεία επίσης παραπέμπουν σε κάτι που μοιάζει με συμπαντικό αρχιτέκτονα…ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

ΠΕΡΙ ΑΜΦΙΠΟΛΕΩΣ[Μια διαφορετική οπτική μερος β΄]ΚΟΡΗ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ - ΠΟΛΥΞΕΝΗ- ΕΥΡΥΔΙΚΗ και το Ψηφιδωτό


ΚΟΡΗ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ - ΠΟΛΥΞΕΝΗ- ΕΥΡΥΔΙΚΗ και το Ψηφιδωτό. ΕΝΝΕΑ ΟΔΟΙ. ΜΕΡΟΣ Β΄[Δειτε το πρώτο μερος εδω"http://enaasteri.blogspot.gr/2014_10_01_archive.html"]
 

 Η βασιλική οικογένεια των Μακεδόνων καταγόταν από τον Ηρακλείδη Τήμενο, ιδρυτή της δυναστείας των Τημενιδών του Άργους.[1] Συνήθως μιλούν για τον Τήμενο αρχηγό των Ηρακλειδών απογόνων του Περσέα, την εποχή του Τισαμενού του Ορέστη, απόγονος του Πέλοπα και όχι για τον παλαιότερο του Τήμενο γιο του Αλφειού που φέρεται αδελφός του βασιλιά Φορωνέα του Άργους. Του Τήμενου απόγονοι ήταν τα τρία αδέλφια, ο Γαυάνης, ο Αέροπος κι ο Περδίκκας ή Κάρανος, πήγαν στην Ιλλυρία και από εκεί σε μία πόλη της Άνω Μακεδονίας, τη Λεβαία
.[2]


Τα ονόματα Κάρανος (Καρ γιος του Φορωνέα, ο Κάρνος ή Κάρνειος) και
Λεβαία[3] «βραχώδες εξόγκωμα – μικρό ύψωμα», παραπέμπουν στην αρχαιότατη εποχή «των λιμνών» και του Φορωνέα. Έτσι εξηγείται η σχέση τους με τον ποταμό που προστάτευσε τα τρία αδέλφια προκειμένου να φτάσουν στο ιερό των Νυμφών στη Μίεζα, εκεί όπου αργότερα λειτούργησε η σχολή του Αριστοτέλη όπου διδάχθηκε ο Αλέξανδρος.
Οι ΜΟΛΟΣΣΟΙ είναι ένα από τα σημαντικότερα φύλα της ΗΠΕΙΡΟΥ (Άπειρος) στα ΒΑ της, όπως οι Χάονες και οι Θεσπρωτοί με τους οποίους ένωσαν τις δυνάμεις τους και ίδρυσαν βασίλειο ισχυρό. Μετά τα Τρωϊκά ο γιος του Αχιλλέως Πύρρος ή Νεοπτόλεμος ακολουθώντας χρησμό επιστρέφει στην αρχική κοιτίδα των Ελλήνων - μία από τις φυλές των Θεσσαλών της Πελασγειώτιδας Θεσπρωτίας[4] που κατέβηκαν στη χώρα που από αυτούς ονομάσθηκε Θεσσαλία και ίδρυσαν ξεχωριστό βασίλειο των Ελλήνων υπό τον Πηλέα, πατέρα του Αχιλλέα αφού επεκράτησαν οι Αχαιοί (μετά τον κατακλυσμό του 1750 π.Χ)- της πελασγικής πόλης Έλλας (σημ. Παραμυθιά) και ίδρυσε τη δυναστεία των Αιακιδών που βασίλευσε πάνω από 1000 έτη.[5] Ο χρησμός δεν έστειλε τον  Νεοπτόλεμο κάπου τυχαία αλλά στην πρώτη τους κοιτίδα, στην Ήπειρο αποβιβάσθηκε στην Εφύρα/Κίχυρο όπου βρίσκεται και το Νεκρομαντείο του Αϊδωνέα και από εκεί ανέβηκε στην Μολοσσία.
Ο βασιλιάς των Μολοσσών Αϊδωνέας (θεός του Κάτω Κόσμου) ονόμαζε την γυναίκα του ΦΕΡΣΕΦΟΝΗ, την θυγατέρα του Κόρη και το σκύλο του Κέρβερο.[6]
Στο βασίλειο του εκτός από τον Ηρακλή πήγε ο Θησεύς και ο Πειρίθους αφού πρώτα άρπαξαν την Κόρη Ελένη ενώ χόρευε στο ιερό της Λυγοδέσμας/Ορθίας Αρτέμιδος στην Σπάρτη (Λακεδαίμονα), θυγατέρα του Δία/Κύκνου και της  Νέμεσης (Λήδας).
Θυγατέρα της Θέμιδας η Νέμεση είναι η αυστηρή μορφή της Δίκης-ενσάρκωση της δικαιοσύνης, ο τρόπος, η κανονική πορεία της φύσις (φυσικοί νόμοι) και αυτή είναι κυκλική: ήρθαν καιροί που τα ιερά ποτάμια πίσω γυρίζουν κι η Δικαιοσύνη κι όλα πια στ’  αντίθετα γυρίζουν […].[7]
Οι δύο τους συμφώνησαν εκείνος που με κλήρο θα παντρευτεί την Ελένη να βοηθήσει τον άλλο να βρει σύζυγο. Κέρδισε ο Θησεύς και αφού εμπιστεύθηκε στην μητέρα του Αίθρα την Ελένη πήγε με τον φίλο του να αρπάξουν την Κόρη  του βασιλέα Αϊδωνέα. Την ταύτιση της Ελένης με την Κόρη Περσεφόνη αποδεικνύει το γεγονός ότι η Ελένη[8] ταξίδεψε σαν νεφέλη-σκιά, συνοδευμένη από τον Ερμή στο σπίτι του Τριπρόσωπου Άλιου Γέροντα Πρωτέα στη νήσο Φάρο της Αιγύπτου, εκεί όπου αργότερα ο Αλέξανδρος ίδρυσε την Αλεξάνδρεια! Ως νεφέλη-σκιά απεικονίζονται οι μορφές όσο βρίσκονται στο βασίλειο του Αϊδωνέα, όπως η Ευρυδίκη. Τον Θησέα που αλυσοδέθηκε στην Πύλη του Άδη έσωσε ο Ηρακλής με τους Καλυδωνίους!
Πολυξένη ονομάσθηκε η Κόρη της Εκάβης/Εκάτης (Σκύλλα) και του Πριάμου, αυτήν ερωτεύθηκε ο Αχιλλέας σε μία ιερή πηγή, υπήρξε η αιτία του χαμού του και εκείνη χάθηκε μαζί του. Πολυξένη ονόμασε την Κόρη του ο βασιλέας των Μολοσσών Νεοπτόλεμος Β’ – Αϊδωνέας, ύστερα την είπαν Μυρτάλη και αφού παντρεύτηκε τον Λυγκιστή-Αργεάδη-Μακεδόνα Φίλιππο Β’ ονομάστηκε ΟΛΥΜΠΙΑΣ και Στρατονίκη. Η Πολυξένη ήταν απόγονος του Αχιλλέα,  γιου της «μεγάλης Κυράς της θάλασσας» Θέτιδας -θυγατέρα του Ωκεανού και της Τηθύος ή μήπως η ίδια η Τηθύς με την οποία συγκρίνεται μόνο η Ευρυνόμη 

ΠΟΛΥΞΕΝΗ είναι αυτή η ίδια πάντα ΚΟΡΗ ή ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ ή ΜΗΤΕΡΑ ΔΗΜΗΤΡΑ ή ΗΡΑ ακόμη η ΚΟΡΗ Αθηνά ή Άρτεμις, η Τιτάνισσα Αφροδίτη με τα χίλια ονόματα, η αρχαιότατη θεά των «Υδάτων» ΓΟΡΓΩ Μέδουσα που επαναφέρει δικαιοσύνη ως ΕΥΡΥΔΙΚΗ. Τηθύς-Θέμις-Ευρυνόμη είναι μάλλον η ίδια «ισχυρή» θεά, ακόμα Ευρύβια-Στυξ-Εκάτη (Σκύλλα)-Λάμια (Έμπουσα) και ονομάζεται διαφορετικά ανάλογα με τον χρόνο και τον τόπο, όπως η Δίκη-Νέμεσις-Θέμις. Κόρη Πολυξένη είναι άλλο όνομα της Κόρης Περσεφόνης-Γοργούς, διότι κανείς τα πέπλα της δεν μπορεί ν’  ανασηκώσει και παραμένει ξένη, συγχρόνως και Ευρυδίκη, αυτή που αποδίδει δικαιοσύνη (νόμοι της φύσης-ευκρασία των εποχών), η Αθηνά Σοφία του Νου.

Ο Φίλιππος Β’ και ο Περδίκκας ήταν γιοι της ΕΥΡΥΔΙΚΗΣ θυγατέρας του βασιλέα της Ελιμιώτιδος Σίρρα (Σίρα ή Σείρα), εγγονή του Αρραβαίου βασιλέα της Λυγκηστίδος (Λυγξ, Λύκειος Απόλλων) όπου η Λεβαία απ’  όπου ξεκίνησαν τα τρία αδέλφια Γαυάνης-Αέροπος-Περδίκκας (Κάρανος) που ίδρυσαν τις Αιγές, πρόγονοι του συζύγου της ΑΜΥΝΤΑ!
Η ΠΟΛΥΞΕΝΗ -Μυρτάλη (μυρτιά)[9] -ΟΛΥΜΠΙΑΣ ως βασίλισσα σύζυγος του Φιλίππου Β’ δεν άλλαξε τ’ όνομα της σε ΕΥΡΙΔΙΚΗ όπως η πρώτη σύζυγος του Αυδάτη/ΕΥΡΥΔΙΚΗ (θυγατέρα ή εγγονή του βασιλέα Βαρδύλι των Ιλλυριών).
Η κόρη της Αυδάτης, προφανώς από παράδοση Ελιμιωτών και Λυγκιστών, ονομάσθηκε ΚΥΝΑ ή Κύννα ή Κυνάνη κι όταν παντρεύτηκε τον Αμύντα Α’, γιο του Περδίκκα Γ’ και νόμιμο κληρονόμο του θρόνου της Μακεδονίας, ονομάσθηκε ΕΥΡΥΔΙΚΗ. Τ’ όνομα Κύνα (Μέγας Κύνας ή Σείριος) τη συνδέει με τον θρύλο της Σειρήνας-Γοργόνας (Ευρυδίκης).
Η θυγατέρα της Κύνας ΑΔΕΑ (Ανταία) επίσης ονομάσθηκε ΕΥΡΥΔΙΚΗ όταν μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου παντρεύτηκε στην Ασία τον θείο της Φίλιππο Γ’ Αρριδαίο γιο της Φίλιννας από την Λάρισα και αδελφό του Μέγα Αλέξανδρου.
Τ’ όνομα Ευρυδίκη συνδέεται με την παράδοση του Ορφέα και τούτος ως άλλος Διόνυσος  κατέβηκε στον Άδη για χάρη μιας Ευρυδίκης!
Ο Ορφέας αφού επέστρεψε από την Αργοναυτική εκστρατεία τριγυρνούσε με την κιθάρα (κανόνες μουσικής) του στα βουνά της Θράκης για να εξημερώσει τ’ άγρια ζώα. Τότε γνώρισε την Ευρυδίκη (νόμοι της φύσης) και ήταν φυσικό να ενωθούν. Την είχε όμως ερωτευθεί κι ο Αρισταίος –ο άριστος των θεών, γιος του Απόλλωνα ή ο ίδιος ο Απόλλων (Κέα), κάποτε προσπαθώντας να του ξεφύγει την δάγκωσε (κέντρισε) ένα φίδι. Ο Ορφεύς κατέβηκε από το Ταίναρο στον Άδη, όπως ο Ηρακλής, για να την φέρει πίσω στο κόσμο τούτο, δεν τα κατάφερε όμως διότι δεν τήρησε τους κανόνες.
Το Ταίναρο βρίσκεται στην Λακεδαιμονία όπου Ευρυδίκη ονόμαζαν μία αδελφή του Υάκινθου[10] (Διόνυσος), ενώ ο αδελφός του ονομαζόταν Κυνόρτας (Απόλλων) «αυτός που προκαλεί τους σκύλλους» (αυτός που προκαλεί τα κυνικά καύματα, δηλαδή ο Κύνας ή Σείριος).[11]
Καθώς δεν τα κατάφερε ο Ορφέας έμεινε στον ποταμό του Κάτω Κόσμου εφτά ολόκληρες μέρες.[12] Ύστερα πήγε στο Ιερό όρος του Ήλιου που τ’ ακούει και τα βλέπει όλα. Γι’  αυτό αρχικά το όρος ονομαζόταν Καρμάνιο (τον Κάρα, Κάρανο, Κάρνο ή Κάρνειο Απόλλωνα), ύστερα Παγγαίο (Παν-γαία, Παν – Αιγιπάν Διόνυσος)[13] και Νυσήιον από τον Όμηρο.[14] Εκεί στις εκβολές του Στρυμόνα σε μία σπηλιά κάτω από ένα γερό βράχο ο Ορφέας έμεινε με τη θλίψη του επτά μήνες,[15] ενώ η Δήμητρα εννέα μέρες περιπλανήθηκε (ΕΝΝΕΑ ΟΔΟΙ) με τη θλίψη της μέχρι ο Ήλιος να της μαρτυρήσει τον απαγωγέα της Κόρης. Ύστερα ο Ορφεύς ίσως βρήκε τον λίθο που μετατράπηκε ο Στρυμών, τον «χρυσαφένιο βράχο» που μετατράπηκε ο Φαέθων, την «αγέλαστο πέτρα» πάνω στην οποία κάθισε η Δήμητρα θρηνώντας για την Κόρη ή ήταν ένα Καλλίχορο πηγάδι;
Κι ύστερα στην κορυφή του έκανε θυσία στον Ήλιο (αστέρα Σείριο) και ίδρυσε μυστήρια του Διονύσου –Πλούτου/Άδη[16] και μαντείο.
Μυημένος στα Καβείρια μυστήρια Αλέξανδρος δεν παντρεύτηκε τυχαία την Ρωξάνη «αστέρι», την πιο «ωραία» από της γυναίκες της Ασίας,[17] θυγατέρα του ηγεμόνα της Βακτριανής. Η Βακτριανή ήταν η πατρίδα του προφήτη Ζωροάστρη που πίστευε στο θεό Ωρομάσδη (Αχούρα Μαζντα)!  
Η εικόνα της «Αρπαγής της Περσεφόνης», της ΚΟΡΗΣ που βλέπει και έξω και μέσα, την ορατή και την αόρατη πλευρά κόσμου, δεν αφορά αποκλειστικά τα ταφικά μνημεία αλλά τη λατρεία γενικά και κυρίως τα μυστήρια! Η μύηση αφορά τη γνώση της αντιστροφής του εσωτερικού και αόρατου σε εξωτερικό και ορατό και της «πορείας» από μία κατάσταση σε άλλη.
Το κτίσμα που ανασκάφηκε στο Κυκλικό Μνημείο Καστά (τεχνητό ύψωμα) αποτελεί τμήμα του. Το κτίσμα είναι  χώρος δρομικός (δρόμος/διάδρομος) και τριμερής. Τα τρία μέρη αντιστοιχούν στα τρία στάδια της «πορείας»-διαδρομής.
Ο κύκλος που συμβολίζει την ουράνια σφαίρα αποτελείται από ομόκεντρους δακτυλίους (πέντε ζώνες, η εκλειπτική περιέχεται στις τρεις).[18] Η κοσμική κίνηση είναι κυκλική γι’ αυτό η αρχή και το τέλος συμπίπτουν κι ο δρόμος που ανεβαίνει και κατεβαίνει είναι ο ίδιος.[19] Αντιλαμβανόμαστε τον τριμερή δρομικό χώρο ως τμήμα διαμέτρου κύκλου που συμπίπτει με τον άξονα Ταύρου – Σκορπιού.
Οι Πλατωνικοί θεωρούσαν τον παλαιότατο αστερισμό του Σκορπιού Πύλη των θνητών (έλευση στη γη) και Πύλη των θεών (ανάβασης στον ουρανό) τον αστερισμό του Ταύρου. Ηλιοστάσια στον Σκορπιό και στον Ταύρο συνέβαιναν στην Μεγάλη Εποχή του Υδροχόου, σήμερα αντίστοιχα γίνονται στον Αιγόκερω, Πύλη θεών και στον Καρκίνο, Πύλη θνητών.
Οι Σφίγγες βρίσκονται στην Πύλη των θεών (Ταύρος), είσοδος στον πρώτο χώρο – περιοχή του νοητού δακτυλίου του χάλκινου ουράνιου θόλου που πάντα μένει άσειστη κατοικία των θεών.[20] Το χρώμα του υλικού του δαπέδου το επιβεβαιώνει, διότι «κόκκινο» είναι το χρώμα του χαλκού, το πιο υψόσυχνο χρώμα που ανθρώπινο μάτι μπορεί να συλλάβει και άρα η αρχή της Δημιουργίας του κόσμου που αντιλαμβάνεται η ανθρώπινη φυσιολογία. Χάλκινος ήταν ο θάλαμος της Δανάης που τον διαπέρασε υπό μορφή χρυσής βροχής ο Ζευς και γεννήθηκε ο Περσεύς! Είναι το χρώμα του οίνου-αίμα ισοδύναμο της ΨΥΧΗΣ (Διονύσος)!
Οι Σφίγγες σηματοδοτούν την αρχή της πορείας-διαδρομής επισημαίνοντας κάποιο κέντρο (αστρονομικά τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα στην εκλειπτική) και ο πόλος που φέρουν επισημαίνει την ιερότητα του χώρου!
Την «είσοδο» στον επόμενο ενδιάμεσο χώρο/δακτύλιο σηματοδοτούν οι δύο Καρυάτιδες ανακαλώντας τα μικρά Προπύλαια της Ελευσίνας με τις δύο Καρυάτιδες στην εσωτερική πλευρά τους. Σ’ αυτόν τον μεσαίο χώρο, το βασίλειο του Άδη (Δία) απ’ όπου ένας δρόμος οδηγεί δεξιά απάνω (στο βασίλειο του Κυνός Σειρίου) και άλλος αριστερά κάτω (στη γη του ηλιακού μας συστήματος).[21] Εδώ επικρατεί το γλαυκό/γαλάζιο χρώμα του άργυρου που αντιστοιχεί στο ΠΝΕΥΜΑ συνεπώς και στον αιθέρα. Στα κύματα του αιθέρα ταξιδεύει ο Ερμής, ο πρώτος κήρυξ –άγγελος που πηγαινοέρχεται στις δύο πλευρές του κόσμου, Πιερίην δ’ έπιβάςέξ αίθέρος έμπεσε πόντω,[22]  προστάτης των οδοιπόρων αλλά και ψυχοπομπός. [...] Ο Σωκράτης μιλάει για μία γη εκεί πάνω και διευκρινίζει ότι ό,τι είναι για μας το νερό και η θάλασσα είναι γι΄ αυτούς ο αέρας και ό,τι είναι για μας ο αέρας για εκείνους είναι ο αιθέρας [...].[23]
Σ’ αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο βρίσκεται το ψηφιδωτό της «αρπαγής της Περσεφόνης», η άμαξα του «ήλιου» Διονύσου-Άδη με τον Ερμή συνοδό διασχίζει τον αιθέρα. Το άρμα του Αϊδωνέα (Άδη) σέρνουν οι δύο ίπποι  της Αυγής[24]  κι όχι οι τέσσερεις του αδελφού της Ήλιου. [25]  Τα ονόματα τους  Λάμπος και ο Φαέθων, φέρουν την λύκη (αμφιλύκη, λυκαυγές), μία διαφορετική ποιότητα φωτός που προηγείται του ηλιακού και χάνεται από τα μάτια μας μέσα σ’  αυτό, συνεπώς όταν ο μικρός κοντινότερος στον πλανήτη μας ήλιος ανατέλλει σκεπάζει τη λύκη (lux) του μακρινού ήλιου τροφοδότη. Είναι γι’  αυτό που τα μυστήρια γίνονται μέσα στη νύχτα ή χώρο «υπόγειο», για να φανεί το «αληθινό φως», για να φανερώσουν κι όχι να κρύψουν κάτι.
Ο ίππος είναι σύμβολο του πνεύματος. Οι δύο ίπποι με τα κεφάλια στραμμένα σε αντίθετες πλευρές  συμβολίζουν πιθανόν τους δύο δρόμους, δεξιά απάνω και αριστερά κάτω. Ο ίππος με τον γλαυκό οφθαλμό οδηγεί προφανώς επάνω!
ίπποι ταί με φέρουσιν, όσον τ’ επί θυμός ικάνοι
πέμπον, επεί μ’ ες οδόν βήσαν πολύφημον άγουσαι
δαίμονος ή κατά παντ’ α<υ>τή φέρει ειδότα φώτα
τη φερόμην τη γαρ με πολύφραστοι ίπποι
άρμα τιταίνουσαι. κούραι δ’ οδόν ηγεμόνευον.                            5
[…] Οι ίπποι  που με φέρνουν μακριά όσο [η ψυχή μου μπορεί να] επιθυμήσει    1
μ’ έστειλαν, αφού μ’ έβαλαν στην πλούσια σε γνώση οδό 
της θεάς, που μόνη φέρνει παντού τον σοφό άνδρα.
Εκεί πάνω φερόμουν· γιατί εκεί με μετέφεραν οι πολύμαθοι ίπποι         5
που έσερναν το άρμα, κόρες έδειχναν την οδό.
[…][26]
Καθώς οι κόρες του Ήλιου βιαζόταν                                                               8
το άρμα μου να φέρουν από της νύχτας τα παλάτια
προς το φως, από το κεφάλι έβγαλαν τα πέπλα με τα χέρια.
Εκεί είναι οι πύλες που χωρίζουνε τη νύχτα από τη μέρα
Που τις περιβάλλει ανώφλι και πέτρινο κατώφλι.
Και τούτες ψηλά στον αιθέρα κλείνουν θυρόφυλλα μεγάλα
Και τα διπλοκλείδια κρατά η πολυτίμωρη Δίκη.
Σ’ αυτήν μιλώντας με λόγια μαλακά οι κόρες                                                  15
την έπεισαν επιδέξια γρήγορα τις πύλες
να ξεμανταλώσει και τούτες υποχώρησαν
κι άνοιξε χάσμα αχανές, στρέφοντας των θυροφύλλων
έναν-έναν τους πολύχαλκους άξονες μες στους σωλήνες
τους με περόνες και καρφιά συναρμοσμένους. Εκεί λοιπόν ανάμεσα τους
ευθεία στο δρόμο οδήγησαν οι κόρες άρμα και άλογα.
Και η θεά με καλοδέχθηκε […]
Του τρίτου χώρου (η τριάς είναι και νους)[27] την είσοδο φυλάσσουν θυρόφυλλα μαρμάρινα βαριά… Ψυχή, πνεύμα, νους, η ψυχή έχει δύο μέρη θνητά κι ένα αθάνατο κι αντίστροφα ο νους αποτελείται από ένα μέρος θνητό και δύο αθάνατα. Η ομαλή περιστροφική κίνηση είναι η κίνηση του νου  και νους χωρίς ψυχή είναι αδύνατον να υπάρξει. Αντίστοιχα ο όρος πνεύμα στην αρχαία ελληνική ιατρική χρησιμοποιείται με τρία επίθετα τα οποία χαρακτηρίζουν τις διαδοχικές φάσεις εκλεπτύνσεώς του, πνεύμα φυσικόν, πνεύμα ζωτικόν, πνεύμα ψυχικόν.[28]
Το κωνικό ύψωμα (κολώνι) του κυκλικού μνημείου πιθανόν αναπαριστά τον κώνο του φωτός κι ο λέων/ήλιος στην κορυφή τουΟ ρόμβος/σβούρα είναι το παιχνίδι του Διονύσου-Άϊδη (ο Άδης είναι άλλη υπόσταση του Δία και συχνά πατέρας και γιος ταυτίζονται).
[1] Ηρόδοτος, ΙΣΤΟΡΙΑ, Ουρανία 137, 138, μτφ. Αδ. Θεοφίλου, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1953. Στην Πελοπόννησο ένας από τους τρεις του Πελασγού ονομάσθηκε Τήμενος κι έγινε βασιλέας της Στύμφαλου, εκεί ανάθρεψε την Ήρα. Τ’ όνομα του έδωσαν και σ’  ένα γιο του βασιλιά Φηγέα της Φηγίας στην Αρκαδία για τον οποίο πίστευαν ότι είναι γιος του Αλφειού και αδελφός του βασιλιά του Άργους Φορωνέα. Τήμενος ονομαζόταν και ο αρχηγός των Ηρακλειδών στην τρίτη επιστροφή τους στην Πελοπόννησο. Τότε στη Λέρνη ο Τήμενος νίκησε τον Αχαιό Τισαμενό, γιο του Ορέστη και εγγονό του Αγαμέμνονα, κι έγινε βασιλιάς του Άργους. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία Πυρσού, λήμμα Τήμενος.
[2] Σημερινή Έλεβη (Λακκιά) της περιοχής του Αμυνταίου.
[3] Λε-λέα/λαίαι και βαιά,ος,ον όπως βαίτυλος
[4] Σπύρου Γ. Μουσελίμη, Ο αρχαίος Άδης και το Νεκρομαντείο της Εφύρας, Ιωάννινα 1987.
[5] Πλούταρχος, Βίοι παράλληλοι, Θησεύς, 31, μρφ. Α. Λαζάρου, εκδ. Ζαχαρόπουλος, σ. 95.
[6]Μέγας Κύνας, Πλούταρχος Βίοι Παράλληλοι,31, μτφ. Α. Λαζάρου, εκδ. Ζαχαρόπουλος.// J. Richer, ό.π. σ.193.
[7] «Ἂνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί, και δίκα και πάντα πάλιν στρέφεται»,  Ευριπίδης, Μήδεια, 410, μτφ. Π. Λεκατσάς, εκδ. Ζαχαρόπουλος, [χ.χ]
[8] Ευριπίδη.
[9] Ιερό δένδρο της Αφροδίτης.
[10] R. Graves, Οι ελληνικοί μύθοι, 125,γ.
[11] K. Kerenyi, Η μυθολογία των Ελλήνων, μτφ. Δ. Σταθόπουλου, εκδ. Εστία, [χ.χ].
[12] Ovidio, Metamorfosis, 10. 73.
[13] Ο Παγγαίος θεωρείται γιος του Άρη/Δία και της Κριτοβούλης.
[14] Ιλιάς, Ζ΄ 133.
[15] Αθ. Σταγειρίτης, Ωγυγία ή Αρχαιολογία, εκδ. Ελευθέρη Σκέψις, τόμος Δ’, σελ. 190. // Virgilio, Georgica, 4. 507.
[16] Ηράκλειτος, «ίδιος είναι ο Διόνυσος και ο Άδης», C. Kerenyi, ΕΛΕΥΣΙΣ, μτφ. Ελένη Παπαδοπούλου, εκδ. Ιάμβλιχος, σημείωση 38, κεφ.ΙΙ. και κύπελλο Ξενοκλή στο Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο.
[17] Q. C. Rufi, Η ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου, μτφ.Χ. Μικόγλου, εκδ. Ζαχαρόπουλος, κφ. 6, σ.280.
[18] Ovidio, Metamorfosi, a cura di P. Brnardini Marzolla, ed.Einaudi, libro secondo, 125-149.
[19] Κ. Αξελός, Ο Ηράκλειτος και η Φιλοσοφία, μτφ. Δ. Δημητριάδης, εκδ. Εξάντας, 1986, σελ. 121
[20] Πίνδαρος, Νεμεονικών VI, 5, μτφ. Π. Ξιφαρά, Εκδοτικό οίκος Π. Πατσιδινάκου, Αθήνα, [χ.χ.] // Κ. Παπαϊωάννου, Κόσμος και Ιστορία, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα, 2000, σελ. 51.
[21] Πλάτων, Πολιτεία Ι, 615 e, Πρόκλος, Εις Τίμαιον Πλάτωνος Ε, 352, 25, Λουκιανού Διάλογοι, Αληθινή Ιστορία, Βιβλίο Πρώτο.
[22] Όμηρος, Οδύσσεια Ε’, 50.
[23] Πλάτων, Φαίδων 110b.
[24] Ευριπίδης, Φαέθων.
[25] Κατά τη διαδικασία των πυρηνικών αντιδράσεων για την παραγωγή ενέργειας (ηλίου He4), σε άστρα όπως ο Ήλιος μας είναι αναγκαία η συνεύρεση τεσσάρων πυρήνων (πρωτόνια) τους οποίους συμβολίζουν οι τέσσερις ίπποι του άρματος, φωτεινό πνεύμα του Ήλιου.
[26] Παρμενίδης περί φύσεως, Παναγιώτης Θανασάς Ο πρώτος «δεύτερος πλους», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, ΗΡΆΚΛΕΙΟΟ 1998. //  Βασίλης Βιτσαξής Ο στοχασμός και η πίστη, εκδ. Εστία, ΑΘΗΝΑ 1991.
[27] Ιάμβλιχος, Τα Θεολογούμενα της αριθμητικής, εκδ. Ιδεοθέατρο*Διμέλη, Αθήνα, 1998.
[28] Μάρω Παπαθανασίου, «Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά», Ζ΄ Τριήμερο Εργασίας Κύπρος, Παραλίμνι, 21-25 Μαρτίου 1997, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ.
Η ανάρτηση αφιερώνεται στην ΠΟΛΥΞΕΝΗ.Μ.....