ΜΕΡΟΣ Ε΄......Και διεγείροντας ο πολύχειρ Τυφωεύς τον ζωστήρα του Ζεφύρου και τα φτερά του αντιθέτου του Εύρου (του ανατολικού ανέμου) περιφερόταν εις αμφοτέρους τους πόλους, έλκοντας μετά τον Φώσφορο τον Έσπερο (τον πλανήτη Αφροδίτη ως Αποσπερίτη) και το λοφίο του Άτλαντος.
Kαι συχνά άρπαζε εις χορταριασμένο κόλπο το θαλάσσιο άρμα του Ποσειδώνος
και το είλκε από τον βυθό στην θάλασσα.Επίσης, έσυρε από την θαλασσόβρεκτη χαίτη του τον όρθιο ίππο (του άρματος του Ποσειδώνος) από την υποβρύχια φάτνη του και έριξε αυτό το περιπλανώμενο πουλάρι, εκσφενδονίζοντάς το πρός τον Όλυμπο, στην περιφέρεια του ουρανού.Και καθώς μαστιγωνόταν το άρμα του Ηλίου, χρεμέτιζαν υπό τον ζυγό τους οι κυκλικώς περιφερόμενοι ίπποι του.
Συχνά δε ο Τυφωεύς έσειε δια απειλητικού χεριού του
κάποιον ταύρο που μυκώταν αναπαυόμενος από τον αγροτικό ζυγό του
και τον εξακόντιζε στην Σελήνη, ως ομοφυή απομίμησή της,
και ανέκοψε την πορεία της.Και αφού συγκράτησε από το χαλινάρι τους
τα λευκά ηνία των ταύρων της θεάς, σύριξε εναντίον της,
ξεχύνοντας ολέθριο συριγμό ιοβόλου έχιδνας.
Αλλά η Τιτανίς Μήνη (η Σελήνη) δεν υποχωρούσε στον επιτιθέμενο
και μαχομένη κατά των ομοκεράτων της κεφαλών του Γιγάντος
φωσφορίζοντες κύκλους χάραξε δια των ταυρείων κεράτων της.
Και μυκήθηκαν τα λάμποντα βοδια της Σελήνης,
μένοντας έκθαμβα από τα χάσκοντα σαγόνια του Τυφώνος.
Οι ατρόμητες Ώρες δε όπλισαν τις αστρικές φάλαγγες,
και σειρές ουρανίων ελίκων εις κυκλική ευταξία
φεγγοβολούσαν στον ρυθμό της μάχης.Kαι σύριξε βακχεύοντας
με πυρσούς στον αιθέρα ο ευκίνητος στρατός, λαχαίνοντας άλλοι
στον Βορέα και τα δυτικά νώτα του Λίβα και άλλοι στις περιφορές
του Εύρου και τις καμπές του Νότου.Και με ομόζηλο θόρυβο
απομακρύθηκε από τις θέσεις της η ασάλευτη χορεία των απλανών άστρων,
και συνάντησαν τους απέναντί τους πλανήτης.Και παταγωδώς ηχούσε
ο διαπερνών το κενό του ουρανού μεσομπηγμένος όρθιος άξων του.Βλέποντας δε ο κυνηγός Ωρίων (ο αστερισμός του Ωρίωνος) αυτά τα πλήθη των θηρίων (τις κεφαλές θηρίων του Τυφώνος), έσυρε το ξίφος του, και ακτινοβολούσε η λαμπρή κόψη του Ταναγραίου ξίφους καθώς ορμούσε ο φορεύς του.
Και εκτοξεύοντας ο διψαλέος Κύων (ο αστερισμός του Μεγάλου Κυνός) φώς από τα φλογερά σαγόνια του πάφλασε στον αστερόεντα λαιμό του, θερμή υλακή εκπέμποντας, και αντί του συνηθισμένου Λαγού (του αστερισμού του Λαγού) ατμό δοντιών εξέμεσε κατά των Τυφωνίων θηρίων.
Και βόησε ο θόλος του ουρανού.Και αποκρινομένη
η επτάστομος ηχώ των Πλειάδων (του αστερισμού των Πλειάδων) στον επτάζωνο ουρανό βοερά αλάλαζε από τους ισαρίθμους λαιμούς της,
ενώ με ισόμετρο θόρυβο αντιγδούπησαν οι πλανήτες.
Όταν δε ο λάμπων Οφιούχος αντίκρυσε την φρικτή οφιώδη μορφή
του Γίγαντος, απέσεισε από τα αλεξίκακα χέρια του
τα κυανόφαια νώτα των πυριτραφών δρακόντων,
εξακοντίζοντας στικτό σκολιό βέλος.Και λαίλαπες
σύριξαν εκατέρωθεν του πυρσού του, ενώ εχιδνώδη βέλη
εκτοξεύονταν λοξά, βακχεύοντας τον αέρα (=εμπνέοντάς του βακχική μανία).
Και βέλος εκτόξευσε ο Τοξότης (ο αστερισμός του Τοξότη), ο θαρραλέος συνοδοιπόρος του ιχθυώδους Αιγοκέρου.Και ο μεσοφανής στον κύκλο
της Αμάξης (της Μεγάλης Άρκτου) Δράκων, μοιρασμένος στις δίδυμες Άρκτους (στις Μεγάλη και Μικρή Άρκτο), έσεισε την φεγγοβολούσα σειρά της αιθέριας αγκαθωτής ράχης του.
Και ποιμενική ράβδο έπαλλε δια του λάμποντος χεριού του
ο Βοώτης, ο γείτων της Ηριγόνης (της Ηούς) και συνοδός και οδηγός της Αμάξης.
Και στο γόνατο του Ειδώλου (του αστερισμού του Ηρακλέους), δίπλα στον πλησίον πορευόμενο Κύκνο (τον αστερισμό του Κύκνου), η αστερόεσσα Φόρμιγξ (ο αστερισμός της Λύρας) μάντευσε την νίκη του Διός».(Διονυσιακά, Α.163-257).
Έπειτα, ο Τυφών τίναξε την κορυφή του Κωρυκίου όρους (του όρους που περιβάλλει την Κωρυκία κοιλάδα) και συνένωσε βιαίως τους Κιλικικούς ποταμούς Ταρσό και Κύδνο.Και έπειτα, όρμησε στην θάλασσα, ρίχνοντας βράχους εντός της: Καθώς βάδιζε εντός της, το αλμυρό ύδωρ πάφλαζε πέριξ των μηρών του, χωρίς να φθάνη την γιγάντια μέση του, και οι δράκοντές του κολυμπούσαν συρίζοντας πολεμοχαρώς και φτύνοντας δηλητήριο.Και όταν στάθηκε και έμπηξε τις φτέρνες του στον βυθό της θαλάσσης, με την γιγάντια κοιλιά του ευρισκομένη εν μέσω των συννέφων, γέμισε μέγα μέρος αυτής, στριμώχνοντας τα θαλάσσια κήτη.Τότε όλα τα θαλάσσια ζώα τρομοκρατήθηκαν και κρύφθηκαν, ενώ «πυργώθηκε (=υψώθηκε σαν πύργος) η θάλασσα και συντρόφευσε δια των βαθέων πελάγων της τον Όλυμπο».Και κρατώντας ο Τυφών μία απομίμηση της τρίαινας του Ποσειδώνος απέσπασε μία νήσο και την εκσφενδόνισε σαν σφαίρα στην άκρη της γής.Και παράλληλα, εξαπέλυε τα τρομερά χέρια του κατά της κορυφής του Ολύμπου, φθάνοντάς τα πλησίον των άστρων και σκιάζοντας δι’αυτών τον ήλιο.(Διονυσιακά, Α.258-293).
Η φοβερή επίθεσις του Τυφώνος τρομοκράτησε όλους τους Ολυμπίους θεούς πλήν του Διός και τους έκανε να τραπούν εις φυγή πρός την Αίγυπτο.Ο Ζεύς δε αντιστάθηκε, αλλά, έχοντας πιά μόνο την αιγίδα του, ηττήθηκε από τον Τυφώνα, ο οποίος μάλιστα αφαίρεσε τα νεύρα του και έκρυψε και αυτά στο Κωρύκιο άντρο. Ωστόσο, ο Ζεύς κατόρθωσε να διαφύγη στον ουρανό, και η νίκη του Τυφώνος δεν ολοκληρώθηκε.(Διονυσιακά, Α.140-145, Α.363-364, Α.510-512, Β.167-168).
Έπειτα δε, ο Τυφών προσπάθησε να χρησιμοποιήση τα κλεμμένα όπλα του Διός, αλλά μάταια: Με δυσκολία κρατούσε δια των διακοσίων χεριών του αυτά τα όπλα που ο Ζεύς κρατούσε άνετα δια ενός χεριού.Δεν μπορούσε να συγκεντρώση σύννεφα, αδύναμα και ήρεμα ηχούσε η βροντή και μετά βίας έπεσαν κάποιες χιονονιφάδες.Η αστραπή σκοτείνιασε και τρεμόφεγγε σαν αδύναμο πύρ.Και οι κεραυνοί μαλάκωναν και έχαναν την ισχύ τους, και συχνά ξεγλιστρούσαν και απομακρύνονταν από τα χέρια του Τυφώνος, αποζητώντας τα οικεία χέρια του πραγματικού κυρίου τους. (Διονυσιακά, Α.294-320).
Εν τω μεταξύ, ο Ζεύς μηχανεύθηκε το εξής σχέδιο κατά του Τυφώνος: Κατήλθε στην Κιλικία, συνοδευόμενος από τον Έρωτα και τον Αιγίπανα, και αφού πλησίασε τον Κάδμο19 και τον έπεισε να τον βοηθήση, τον μεταμόρφωσε εις βοσκό και του έδωσε μία δολερή μελωδική φλογέρα, για να παρασύρη παίζοντάς την τον Τυφώνα και να δώση ούτως στον Δία την ευκαιρία να ανακτήση τα νεύρα και τα όπλα του. Εκτελώντας λοιπόν ο Κάδμος αυτό το σχέδιο, πλάγιασε εις έναν βοσκότοπο εγγύς του Κωρυκίου άντρου και άρχισε να παίζη την δολερή φλογέρα του.Όταν δε ο Τυφών, ο οποίος ευρισκόταν τότε εκεί κοντά, άκουσε αυτή την δολερή μελωδία, ετάρπη τόσο πολύ, ώστε άφησε τα όπλα του Διός στο Κωρύκιο άντρο και πλησίασε τον Κάδμο, για να τον ακούη καλύτερα.Τότε εκείνος τον έπεισε κολακεύοντάς του να του δώση τα νεύρα του Διός, δήθεν για να κατασκευάση δι’αυτών κιθάρα δια της οποίας θα υμνούσε ακόμη μελωδικότερα την επικειμένη κοσμοκρατορία του Τυφώνος.Και αφού πήρε τα νεύρα του Διός, τα πασπάτευσε και τα έκρυψε στο κοίλωμα ενός βραχου, δήθεν για να κατασκευάση αργότερα δι’αυτών την κιθάρα του, αλλά στην πραγματικότητα διαφυλάσσοντάς τα για τον Δία.Και έπειτα, συνέχισε να παίζη την φλογέρα του, ακόμη μελωδικότερα απ’ό,τι πρίν, καταθέλγοντας τον Τυφώνα και αποσπώντας πλήρως την προσοχή του.Ούτως, λίγο αργότερα, ο Ζεύς, εκμεταλλευόμενος αυτή την ευκαιρία, είρπυσε κρυφά εντός του Κωρυκίου άντρου και πήρε πίσω τα όπλα του, ενώ στην συνέχεια πήρε πίσω και τα νεύρα του από τον βράχο όπου τα είχε κρύψει ο Κάδμος.Και κατόπιν, κάλυψε σιγά-σιγά τον Κάδμο δια ενός σκοτεινού νέφους, ώστε να μην τον φονεύση ο Τυφών όταν θα αντιλαμβανόταν την εξαπάτησή του.
Όταν λοιπόν ο Κάδμος κρύφθηκε εντελώς από το νέφος, έπαυσε απότομα να παίζη την φλογέρα του.Τότε ο Τυφών κυριεύθηκε από πολεμικό οίστρο και όρμησε στο Κωρύκιο άντρο για να πάρη τον κεραυνό, την αστραπή και την βροντή, αλλά το ευρήκε κενό.Τότε αντιλήφθηκε την εξαπάτησή του και άρχισε να ρίχνη βράχους στον Όλυμπο, ενώ στην συνέχεια εξαπέλυσε το μένος του στην γή: Έφτυνε από τα σαγόνια και τα εχιδνώδη μαλλιά του καταιγισμό δηλητηρίου, κάνοντας να κυματίζουν οι χείμαρροι.Καθώς βάδιζε δια των γιγαντίων δρακοντείων ποδιών του, καταβυθιζόταν το έδαφος, σειόταν μέχρι θεμελίων η Κιλικία, συντρίβονταν με πάταγο οι πλαγιές του Ταύρου20, σκιρτούσαν τα υψώματα της Παμφυλίας21, βομβούσαν οι χθόνιες κοιλότητες, έτρεμαν τα ακρωτήρια, σείονταν οι κόλποι και ολίσθαιναν στην θάλασσα οι ακτές, καθώς η άμμος τους διαλυόταν από τους σεισμούς που προκαλούσαν τα πόδια του Τυφώνος.Οι θηριώδεις κεφαλές του κατεβρόχθιζαν κάθε είδους θηλαστικά, ερπετά και πτηνά, ενώ έπινε αποξηραίνοντάς τους ολοκλήρους ποταμούς.Έσχιζε δια των χεριών του το έδαφος, διάνοιγε βάραθρα, από τα οποία ανέβλυζαν υπόγεια ύδατα, και κατέστρεφε κάθε είδους φυτά.Και έριχνε καταιγισμό τεραστίων βράχων στην θάλασσα, καθιστώντας τους νήσους.(Διονυσιακά, Α.363-Β.93).
Εν τω μεταξύ, ο Ζεύς τηρούσε στάση αναμονής, αποφεύγοντας να συγκρουσθή με τον Τυφώνα μέχρις ότου ανασυνταχθή πλήρως.Όταν νύκτωσε δε, ο Τυφών έπαυσε προσωρινά την μανιώδη επίθεσή του και έπεσε για ύπνο στην Κιλικία.Ο Ζεύς όμως παρέμεινε άγρυπνος στον Ταύρο και οργάνωσε την άμυνα του ουρανού κατά τυχόν νυκτερινής επιθέσεως του Τυφώνος: Σειρές φρουρών παρατάχθηκαν πέριξ του Ολύμπου και των επτά ζωνών του ουρανού.Οι Ώρες-οι φύλακες του αιθέρος και ακόλουθοι του Ηλίου-έφραξαν τον ουρανό δια στεφανιού από αλλεπάλληλα σύννεφα και οι αστέρες έκλεισαν τον Ατλάντειο σύρτη των απαραβιάστων πυλών του.Και από ψηλά φρουρούσε ο Βοώτης, ενώ κάτωθέν του ο Εωσφόρος φρουρούσε την ανατολή, ο Έσπερος την δύση, ο Τοξότης τον Νότο και ο Κηφεύς τον Βορρά.(Διονυσιακά, Β.167-187).
Όταν ξημέρωσε, ο Τυφών ηγέρθη και προκάλεσε τον Δία με ανοήτους κομπασμούς και απειλές, οι οποίοι μόνο γέλιο προκάλεσαν εις εκείνον.Και στην συνέχεια, του επιτέθηκε με μανία, ρίχνοντάς του βράχους και δένδρα.Ο Ζεύς όμως απέκρουε και έκαιγε δια των όπλων του αυτά τα βλήματα του Τυφώνος και τον έπληττε δια κεραυνών, αστραπών και θυελλών.Και καθώς μάχονταν οι δύο αντίπαλοι, σειόταν από την ορμή τους ολόκληρος ο κόσμος.Τελικά δε, ο Ζεύς κατέβαλε τον Τυφώνα, καίγοντας δια των κεραυνών του όλες τις κεφαλές και τα χέρια του.Τότε εκείνος έπεσε καταπληγωμένος στην Σικελία, και ο Ζεύς τον κατέχωσε κάτωθεν της Αίτνας, όπου κείται έκτοτε ημιθανής».(Διονυσιακά, Β.244-631).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.Περιοχή της νοτιανατολικής Μικράς Ασίας.
2.Όρος της βορειοδυτικής Συρίας.
3.Ο Στράβων αναφέρει για το Κωρύκιο άντρο της Κιλικίας τα εξής: «Μετά δε τον Καλύκαδνο (ποταμό της Κιλικίας) είναι η ονομαζομένη Ποικίλη Πέτρα, η οποία έχει λαξευτή κλίμακα και οδηγεί στην Σελεύκεια.Έπειτα είναι το ακρωτήριο Ανεμούριο, ομώνυμο του προηγουμένου, η νήσος Κράμβουσα και το ακρωτήριο Κώρυκος, υπεράνω του οποίου, εις απόσταση είκοσι σταδίων (3,7 χιλιομέτρων), ευρίσκεται το Κωρύκιο άντρο, στο οποίο φυτρώνει ο άριστος κρόκος.Είναι δε μεγάλη και κυκλική κοιλάς, η οποία περιβάλλεται από πετρώδες ύψωμα (όρος), πανταχόθεν αρκετά ψηλό. Κατεβαίνοντας δε εις αυτή, τα έδαφος είναι ανώμαλο και ως επί το πλείστον πετρώδες, καθώς και γεμάτο από θαμνώδη βλάστηση, αιεθαλή και ήμερη.Δίπλα. δε είναι σπαρμένα τα εδάφη που φέρουν τον κρόκο.Υπάρχει δε εκεί και άντρο, το οποίο έχει μεγάλη πηγή από την οποία αρχίζει ποταμός καθαρού και διαφανούς ύδατος, ο οποίος καταπίπτει ευθύς υπό της γής.Και ρέοντας αφανής εκβάλλει στην θαλάσσα. Τον ονομάζουν δε Πικρό Ύδωρ».(Γεωγραφικά, ΙΔ.5.5).Εξ αυτού του αποσπάσματος προκύπτει ότι Κωρύκιο άντρο ονομαζόταν τόσο το ίδιο το άντρο, όσο και η κοιλάς στην οποία ευρίσκεται-προφανώς επονομασθείσα εξ αυτού.Πρός αποφυγή συγχύσεως λοιπόν, εφεξής θα αναφέρουμε ως Κωρύκιο άντρο μόνο το ίδιο το άντρο, ενώ την κοιλάδα ως Κωρυκία κοιλάδα.
4.Όρος στα σύνορα Παλαιστίνης-Αιγύπτου.
5.Η Νεμέα ήταν πόλις της αρχαίας Αργολίδος και ο Τρητός και ο Απέσας όρη εγγύς αυτής.
6.Ο Ιοβάτης ήταν βασιλεύς της Λυκίας, περιοχής της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας, και ο Προίτος γαμπρός του και βασιλεύς της μισής Αργολίδος, με πρωτεύουσα την Τίρυνθα.
7.Πόλις της αρχαίας Αργολίδος
8.Έλος της Αργολίδος.
9.Πολίχνη της αρχαίας Αργολίδος
10.Λάθος του Απολλοδώρου, αφού-όπως αναφέρει ο Ησίοδος (Θεογονία, 326)-η Έχιδνα γέννησε την Σφίγγα με τον Όρθο.
11.Κωμόπολις της αρχαίας Μεγαρίδος.
12.Ο Κλαύδιος Αιλιανός διευκρινίζει ότι ο Αμισώδαρος ήταν βασιλεύς της Λυκίας. (Περί ζώων ιδιότητος, Θ.23).
13.Περιοχή της δυτικής Μικράς Ασίας
14.Οι Σάρδεις ήταν η πρωτεύουσα της Λυδίας
15.Περιοχή της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας
16.Ο Ορόντης είναι ο μέγιστος ποταμός της Συρίας.
17.Ο Επιμενίδης ήταν περίφημος Κρητικός θεουργός, μάντης, ποιητής και φιλόσοφος των 7oυ-6ου αιώνος π.Χ.
18.Περιοχή της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας.
19.Ο μετέπειτα ιδρυτής των Θηβών της Βοιωτίας, ο οποίος αναζητούσε τότε την αρπαγείσα από τον Δία αδελφή του Ευρώπη.
20.Μέγα όρος της νοτίου Μικράς Ασίας, εκτεινόμενο κατά μήκος της Παμφυλίας και της Κιλικίας
21.Περιοχή της νοτίου Μικράς Ασίας, μεταξύ της Λυκίας και της Κιλικίας.
Οι ανωτέρω τρομακτικές αναφορές περί της μορφής του Τυφώνος συμπληρώνονται από πέντε εξίσου τρομακτικές αρχαίες απεικονίσεις του:
-Εις ένα Αττικό γλυπτό του 6ου αιώνος π.Χ. που είναι γνωστό ως Τρισώματος Τυφών, το οποίο ήταν τοποθετημένο στην δεξιά πτέρυγα του αετώματος του αρχαίου ναού της Ακροπόλεως, ο Τυφών απεικονίζεται ως ανδρόμορφος και τρισώματος στο άνω μέρος του σώματός του και με οφιοειδή σπείρα αντί ποδιών στο κάτω.Έκαστο δε των τριών σωμάτων είναι πτερωτό, έχει γενειοφόρα και μακρόκομη κεφαλή και κρατά δια των χεριών του απροσδιόριστα αντικείμενα-πιθανώς όπλα.(http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF% ... F%8E%CE%BD).
-Εις ένα αγνώστου προελεύσεως Ελληνικό μελανόμορφο αγγείο του 6ου αιώνος π.Χ. ο Τυφών απεικονίζεται ως ανθρωποειδούς σχήματος και πτερωτός στο ανω μέρος του σώματός του και με οφιοειδή σπείρα αντί ποδιών στο κάτω, ενώ η κεφαλή του είναι κάτι μεταξύ κεφαλής ανδρός και κεφαλής καλικαντζάρου και οι παλάμες του μεμβρανοειδείς.(http://www.theoi.com/Gallery/M10.3.html).
-Εις ένα Χαλκιδικό μελανόμορφο αγγείο. του 6ου αιώνος π.Χ. ο Τυφών απεικονίζεται ως ανθρωποειδούς σχήματος και πτερωτός στο ανω μέρος του σώματός του και με δύο οφιοειδείς σπείρες αντί ποδιών στο κάτω, ενώ η κεφαλή του είναι κάτι μεταξύ κεφαλής ανδρός, κεφαλής καλικαντζάρου και κεφαλής όνου και προστατεύεται από ένα είδος περικεφαλαίας.Εξ αριστερών του δε απεικονίζεται ο Ζεύς, μαχόμενος κατ’αυτού δια του κεραυνού του.(http://www.theoi.com/Gallery/M10.1B.html).
-Εις ένα Λακωνικό μελανόμορφο αγγείο του 6ου αιώνος π.Χ. ο Τυφών απεικονίζεται ως πτερωτός ερπετοειδής, με φολιδωτό κορμό, δύο σπείρες όφεων ως χέρια και άλλες δύο σπείρες όφεων αναδυόμενες από την πλάτη του, στο άνω μέρος του σώματός του και με πολλές σπείρες όφεων αντί ποδιών στο κάτω, ενώ η κεφαλή του είναι κάτι μεταξύ κεφαλής καλικαντζάρου και κεφαλής όνου και προστατεύεται από ένα είδος περικεφαλαίας.(http://www.theoi.com/Gallery/M10.2.html).
-Στην κεντρική τοιχογραφία ενός Ετρουσκικού τύμβου του 2ου ή 1ου αιώνος π.Χ. που είναι γνωστός ως «Τύμβος του Τυφώνος», ο οποίος ανήκε στο αριστοκρατικό γένος των Πούμπων της Ετρουσκικής πόλεως Ταρκυνίας, ο Τυφών απεικονίζεται ως ανδρόμορφος, με γαλανόγκριζες πτέρυγες και γαλανόγκριζη κόμη, μέχρι και τα γόνατα και με δύο σπείρες γαλανογκρίζων όφεων κάτωθεν αυτών.(http://www.mysteriousetruscans.com/tartyphon.html
http://www.maravot.com/Etruscan_mural_typhon2.gif).ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......
Kαι συχνά άρπαζε εις χορταριασμένο κόλπο το θαλάσσιο άρμα του Ποσειδώνος
και το είλκε από τον βυθό στην θάλασσα.Επίσης, έσυρε από την θαλασσόβρεκτη χαίτη του τον όρθιο ίππο (του άρματος του Ποσειδώνος) από την υποβρύχια φάτνη του και έριξε αυτό το περιπλανώμενο πουλάρι, εκσφενδονίζοντάς το πρός τον Όλυμπο, στην περιφέρεια του ουρανού.Και καθώς μαστιγωνόταν το άρμα του Ηλίου, χρεμέτιζαν υπό τον ζυγό τους οι κυκλικώς περιφερόμενοι ίπποι του.
Συχνά δε ο Τυφωεύς έσειε δια απειλητικού χεριού του
κάποιον ταύρο που μυκώταν αναπαυόμενος από τον αγροτικό ζυγό του
και τον εξακόντιζε στην Σελήνη, ως ομοφυή απομίμησή της,
και ανέκοψε την πορεία της.Και αφού συγκράτησε από το χαλινάρι τους
τα λευκά ηνία των ταύρων της θεάς, σύριξε εναντίον της,
ξεχύνοντας ολέθριο συριγμό ιοβόλου έχιδνας.
Αλλά η Τιτανίς Μήνη (η Σελήνη) δεν υποχωρούσε στον επιτιθέμενο
και μαχομένη κατά των ομοκεράτων της κεφαλών του Γιγάντος
φωσφορίζοντες κύκλους χάραξε δια των ταυρείων κεράτων της.
Και μυκήθηκαν τα λάμποντα βοδια της Σελήνης,
μένοντας έκθαμβα από τα χάσκοντα σαγόνια του Τυφώνος.
Οι ατρόμητες Ώρες δε όπλισαν τις αστρικές φάλαγγες,
και σειρές ουρανίων ελίκων εις κυκλική ευταξία
φεγγοβολούσαν στον ρυθμό της μάχης.Kαι σύριξε βακχεύοντας
με πυρσούς στον αιθέρα ο ευκίνητος στρατός, λαχαίνοντας άλλοι
στον Βορέα και τα δυτικά νώτα του Λίβα και άλλοι στις περιφορές
του Εύρου και τις καμπές του Νότου.Και με ομόζηλο θόρυβο
απομακρύθηκε από τις θέσεις της η ασάλευτη χορεία των απλανών άστρων,
και συνάντησαν τους απέναντί τους πλανήτης.Και παταγωδώς ηχούσε
ο διαπερνών το κενό του ουρανού μεσομπηγμένος όρθιος άξων του.Βλέποντας δε ο κυνηγός Ωρίων (ο αστερισμός του Ωρίωνος) αυτά τα πλήθη των θηρίων (τις κεφαλές θηρίων του Τυφώνος), έσυρε το ξίφος του, και ακτινοβολούσε η λαμπρή κόψη του Ταναγραίου ξίφους καθώς ορμούσε ο φορεύς του.
Και εκτοξεύοντας ο διψαλέος Κύων (ο αστερισμός του Μεγάλου Κυνός) φώς από τα φλογερά σαγόνια του πάφλασε στον αστερόεντα λαιμό του, θερμή υλακή εκπέμποντας, και αντί του συνηθισμένου Λαγού (του αστερισμού του Λαγού) ατμό δοντιών εξέμεσε κατά των Τυφωνίων θηρίων.
Και βόησε ο θόλος του ουρανού.Και αποκρινομένη
η επτάστομος ηχώ των Πλειάδων (του αστερισμού των Πλειάδων) στον επτάζωνο ουρανό βοερά αλάλαζε από τους ισαρίθμους λαιμούς της,
ενώ με ισόμετρο θόρυβο αντιγδούπησαν οι πλανήτες.
Όταν δε ο λάμπων Οφιούχος αντίκρυσε την φρικτή οφιώδη μορφή
του Γίγαντος, απέσεισε από τα αλεξίκακα χέρια του
τα κυανόφαια νώτα των πυριτραφών δρακόντων,
εξακοντίζοντας στικτό σκολιό βέλος.Και λαίλαπες
σύριξαν εκατέρωθεν του πυρσού του, ενώ εχιδνώδη βέλη
εκτοξεύονταν λοξά, βακχεύοντας τον αέρα (=εμπνέοντάς του βακχική μανία).
Και βέλος εκτόξευσε ο Τοξότης (ο αστερισμός του Τοξότη), ο θαρραλέος συνοδοιπόρος του ιχθυώδους Αιγοκέρου.Και ο μεσοφανής στον κύκλο
της Αμάξης (της Μεγάλης Άρκτου) Δράκων, μοιρασμένος στις δίδυμες Άρκτους (στις Μεγάλη και Μικρή Άρκτο), έσεισε την φεγγοβολούσα σειρά της αιθέριας αγκαθωτής ράχης του.
Και ποιμενική ράβδο έπαλλε δια του λάμποντος χεριού του
ο Βοώτης, ο γείτων της Ηριγόνης (της Ηούς) και συνοδός και οδηγός της Αμάξης.
Και στο γόνατο του Ειδώλου (του αστερισμού του Ηρακλέους), δίπλα στον πλησίον πορευόμενο Κύκνο (τον αστερισμό του Κύκνου), η αστερόεσσα Φόρμιγξ (ο αστερισμός της Λύρας) μάντευσε την νίκη του Διός».(Διονυσιακά, Α.163-257).
Έπειτα, ο Τυφών τίναξε την κορυφή του Κωρυκίου όρους (του όρους που περιβάλλει την Κωρυκία κοιλάδα) και συνένωσε βιαίως τους Κιλικικούς ποταμούς Ταρσό και Κύδνο.Και έπειτα, όρμησε στην θάλασσα, ρίχνοντας βράχους εντός της: Καθώς βάδιζε εντός της, το αλμυρό ύδωρ πάφλαζε πέριξ των μηρών του, χωρίς να φθάνη την γιγάντια μέση του, και οι δράκοντές του κολυμπούσαν συρίζοντας πολεμοχαρώς και φτύνοντας δηλητήριο.Και όταν στάθηκε και έμπηξε τις φτέρνες του στον βυθό της θαλάσσης, με την γιγάντια κοιλιά του ευρισκομένη εν μέσω των συννέφων, γέμισε μέγα μέρος αυτής, στριμώχνοντας τα θαλάσσια κήτη.Τότε όλα τα θαλάσσια ζώα τρομοκρατήθηκαν και κρύφθηκαν, ενώ «πυργώθηκε (=υψώθηκε σαν πύργος) η θάλασσα και συντρόφευσε δια των βαθέων πελάγων της τον Όλυμπο».Και κρατώντας ο Τυφών μία απομίμηση της τρίαινας του Ποσειδώνος απέσπασε μία νήσο και την εκσφενδόνισε σαν σφαίρα στην άκρη της γής.Και παράλληλα, εξαπέλυε τα τρομερά χέρια του κατά της κορυφής του Ολύμπου, φθάνοντάς τα πλησίον των άστρων και σκιάζοντας δι’αυτών τον ήλιο.(Διονυσιακά, Α.258-293).
Η φοβερή επίθεσις του Τυφώνος τρομοκράτησε όλους τους Ολυμπίους θεούς πλήν του Διός και τους έκανε να τραπούν εις φυγή πρός την Αίγυπτο.Ο Ζεύς δε αντιστάθηκε, αλλά, έχοντας πιά μόνο την αιγίδα του, ηττήθηκε από τον Τυφώνα, ο οποίος μάλιστα αφαίρεσε τα νεύρα του και έκρυψε και αυτά στο Κωρύκιο άντρο. Ωστόσο, ο Ζεύς κατόρθωσε να διαφύγη στον ουρανό, και η νίκη του Τυφώνος δεν ολοκληρώθηκε.(Διονυσιακά, Α.140-145, Α.363-364, Α.510-512, Β.167-168).
Έπειτα δε, ο Τυφών προσπάθησε να χρησιμοποιήση τα κλεμμένα όπλα του Διός, αλλά μάταια: Με δυσκολία κρατούσε δια των διακοσίων χεριών του αυτά τα όπλα που ο Ζεύς κρατούσε άνετα δια ενός χεριού.Δεν μπορούσε να συγκεντρώση σύννεφα, αδύναμα και ήρεμα ηχούσε η βροντή και μετά βίας έπεσαν κάποιες χιονονιφάδες.Η αστραπή σκοτείνιασε και τρεμόφεγγε σαν αδύναμο πύρ.Και οι κεραυνοί μαλάκωναν και έχαναν την ισχύ τους, και συχνά ξεγλιστρούσαν και απομακρύνονταν από τα χέρια του Τυφώνος, αποζητώντας τα οικεία χέρια του πραγματικού κυρίου τους. (Διονυσιακά, Α.294-320).
Εν τω μεταξύ, ο Ζεύς μηχανεύθηκε το εξής σχέδιο κατά του Τυφώνος: Κατήλθε στην Κιλικία, συνοδευόμενος από τον Έρωτα και τον Αιγίπανα, και αφού πλησίασε τον Κάδμο19 και τον έπεισε να τον βοηθήση, τον μεταμόρφωσε εις βοσκό και του έδωσε μία δολερή μελωδική φλογέρα, για να παρασύρη παίζοντάς την τον Τυφώνα και να δώση ούτως στον Δία την ευκαιρία να ανακτήση τα νεύρα και τα όπλα του. Εκτελώντας λοιπόν ο Κάδμος αυτό το σχέδιο, πλάγιασε εις έναν βοσκότοπο εγγύς του Κωρυκίου άντρου και άρχισε να παίζη την δολερή φλογέρα του.Όταν δε ο Τυφών, ο οποίος ευρισκόταν τότε εκεί κοντά, άκουσε αυτή την δολερή μελωδία, ετάρπη τόσο πολύ, ώστε άφησε τα όπλα του Διός στο Κωρύκιο άντρο και πλησίασε τον Κάδμο, για να τον ακούη καλύτερα.Τότε εκείνος τον έπεισε κολακεύοντάς του να του δώση τα νεύρα του Διός, δήθεν για να κατασκευάση δι’αυτών κιθάρα δια της οποίας θα υμνούσε ακόμη μελωδικότερα την επικειμένη κοσμοκρατορία του Τυφώνος.Και αφού πήρε τα νεύρα του Διός, τα πασπάτευσε και τα έκρυψε στο κοίλωμα ενός βραχου, δήθεν για να κατασκευάση αργότερα δι’αυτών την κιθάρα του, αλλά στην πραγματικότητα διαφυλάσσοντάς τα για τον Δία.Και έπειτα, συνέχισε να παίζη την φλογέρα του, ακόμη μελωδικότερα απ’ό,τι πρίν, καταθέλγοντας τον Τυφώνα και αποσπώντας πλήρως την προσοχή του.Ούτως, λίγο αργότερα, ο Ζεύς, εκμεταλλευόμενος αυτή την ευκαιρία, είρπυσε κρυφά εντός του Κωρυκίου άντρου και πήρε πίσω τα όπλα του, ενώ στην συνέχεια πήρε πίσω και τα νεύρα του από τον βράχο όπου τα είχε κρύψει ο Κάδμος.Και κατόπιν, κάλυψε σιγά-σιγά τον Κάδμο δια ενός σκοτεινού νέφους, ώστε να μην τον φονεύση ο Τυφών όταν θα αντιλαμβανόταν την εξαπάτησή του.
Όταν λοιπόν ο Κάδμος κρύφθηκε εντελώς από το νέφος, έπαυσε απότομα να παίζη την φλογέρα του.Τότε ο Τυφών κυριεύθηκε από πολεμικό οίστρο και όρμησε στο Κωρύκιο άντρο για να πάρη τον κεραυνό, την αστραπή και την βροντή, αλλά το ευρήκε κενό.Τότε αντιλήφθηκε την εξαπάτησή του και άρχισε να ρίχνη βράχους στον Όλυμπο, ενώ στην συνέχεια εξαπέλυσε το μένος του στην γή: Έφτυνε από τα σαγόνια και τα εχιδνώδη μαλλιά του καταιγισμό δηλητηρίου, κάνοντας να κυματίζουν οι χείμαρροι.Καθώς βάδιζε δια των γιγαντίων δρακοντείων ποδιών του, καταβυθιζόταν το έδαφος, σειόταν μέχρι θεμελίων η Κιλικία, συντρίβονταν με πάταγο οι πλαγιές του Ταύρου20, σκιρτούσαν τα υψώματα της Παμφυλίας21, βομβούσαν οι χθόνιες κοιλότητες, έτρεμαν τα ακρωτήρια, σείονταν οι κόλποι και ολίσθαιναν στην θάλασσα οι ακτές, καθώς η άμμος τους διαλυόταν από τους σεισμούς που προκαλούσαν τα πόδια του Τυφώνος.Οι θηριώδεις κεφαλές του κατεβρόχθιζαν κάθε είδους θηλαστικά, ερπετά και πτηνά, ενώ έπινε αποξηραίνοντάς τους ολοκλήρους ποταμούς.Έσχιζε δια των χεριών του το έδαφος, διάνοιγε βάραθρα, από τα οποία ανέβλυζαν υπόγεια ύδατα, και κατέστρεφε κάθε είδους φυτά.Και έριχνε καταιγισμό τεραστίων βράχων στην θάλασσα, καθιστώντας τους νήσους.(Διονυσιακά, Α.363-Β.93).
Εν τω μεταξύ, ο Ζεύς τηρούσε στάση αναμονής, αποφεύγοντας να συγκρουσθή με τον Τυφώνα μέχρις ότου ανασυνταχθή πλήρως.Όταν νύκτωσε δε, ο Τυφών έπαυσε προσωρινά την μανιώδη επίθεσή του και έπεσε για ύπνο στην Κιλικία.Ο Ζεύς όμως παρέμεινε άγρυπνος στον Ταύρο και οργάνωσε την άμυνα του ουρανού κατά τυχόν νυκτερινής επιθέσεως του Τυφώνος: Σειρές φρουρών παρατάχθηκαν πέριξ του Ολύμπου και των επτά ζωνών του ουρανού.Οι Ώρες-οι φύλακες του αιθέρος και ακόλουθοι του Ηλίου-έφραξαν τον ουρανό δια στεφανιού από αλλεπάλληλα σύννεφα και οι αστέρες έκλεισαν τον Ατλάντειο σύρτη των απαραβιάστων πυλών του.Και από ψηλά φρουρούσε ο Βοώτης, ενώ κάτωθέν του ο Εωσφόρος φρουρούσε την ανατολή, ο Έσπερος την δύση, ο Τοξότης τον Νότο και ο Κηφεύς τον Βορρά.(Διονυσιακά, Β.167-187).
Όταν ξημέρωσε, ο Τυφών ηγέρθη και προκάλεσε τον Δία με ανοήτους κομπασμούς και απειλές, οι οποίοι μόνο γέλιο προκάλεσαν εις εκείνον.Και στην συνέχεια, του επιτέθηκε με μανία, ρίχνοντάς του βράχους και δένδρα.Ο Ζεύς όμως απέκρουε και έκαιγε δια των όπλων του αυτά τα βλήματα του Τυφώνος και τον έπληττε δια κεραυνών, αστραπών και θυελλών.Και καθώς μάχονταν οι δύο αντίπαλοι, σειόταν από την ορμή τους ολόκληρος ο κόσμος.Τελικά δε, ο Ζεύς κατέβαλε τον Τυφώνα, καίγοντας δια των κεραυνών του όλες τις κεφαλές και τα χέρια του.Τότε εκείνος έπεσε καταπληγωμένος στην Σικελία, και ο Ζεύς τον κατέχωσε κάτωθεν της Αίτνας, όπου κείται έκτοτε ημιθανής».(Διονυσιακά, Β.244-631).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.Περιοχή της νοτιανατολικής Μικράς Ασίας.
2.Όρος της βορειοδυτικής Συρίας.
3.Ο Στράβων αναφέρει για το Κωρύκιο άντρο της Κιλικίας τα εξής: «Μετά δε τον Καλύκαδνο (ποταμό της Κιλικίας) είναι η ονομαζομένη Ποικίλη Πέτρα, η οποία έχει λαξευτή κλίμακα και οδηγεί στην Σελεύκεια.Έπειτα είναι το ακρωτήριο Ανεμούριο, ομώνυμο του προηγουμένου, η νήσος Κράμβουσα και το ακρωτήριο Κώρυκος, υπεράνω του οποίου, εις απόσταση είκοσι σταδίων (3,7 χιλιομέτρων), ευρίσκεται το Κωρύκιο άντρο, στο οποίο φυτρώνει ο άριστος κρόκος.Είναι δε μεγάλη και κυκλική κοιλάς, η οποία περιβάλλεται από πετρώδες ύψωμα (όρος), πανταχόθεν αρκετά ψηλό. Κατεβαίνοντας δε εις αυτή, τα έδαφος είναι ανώμαλο και ως επί το πλείστον πετρώδες, καθώς και γεμάτο από θαμνώδη βλάστηση, αιεθαλή και ήμερη.Δίπλα. δε είναι σπαρμένα τα εδάφη που φέρουν τον κρόκο.Υπάρχει δε εκεί και άντρο, το οποίο έχει μεγάλη πηγή από την οποία αρχίζει ποταμός καθαρού και διαφανούς ύδατος, ο οποίος καταπίπτει ευθύς υπό της γής.Και ρέοντας αφανής εκβάλλει στην θαλάσσα. Τον ονομάζουν δε Πικρό Ύδωρ».(Γεωγραφικά, ΙΔ.5.5).Εξ αυτού του αποσπάσματος προκύπτει ότι Κωρύκιο άντρο ονομαζόταν τόσο το ίδιο το άντρο, όσο και η κοιλάς στην οποία ευρίσκεται-προφανώς επονομασθείσα εξ αυτού.Πρός αποφυγή συγχύσεως λοιπόν, εφεξής θα αναφέρουμε ως Κωρύκιο άντρο μόνο το ίδιο το άντρο, ενώ την κοιλάδα ως Κωρυκία κοιλάδα.
4.Όρος στα σύνορα Παλαιστίνης-Αιγύπτου.
5.Η Νεμέα ήταν πόλις της αρχαίας Αργολίδος και ο Τρητός και ο Απέσας όρη εγγύς αυτής.
6.Ο Ιοβάτης ήταν βασιλεύς της Λυκίας, περιοχής της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας, και ο Προίτος γαμπρός του και βασιλεύς της μισής Αργολίδος, με πρωτεύουσα την Τίρυνθα.
7.Πόλις της αρχαίας Αργολίδος
8.Έλος της Αργολίδος.
9.Πολίχνη της αρχαίας Αργολίδος
10.Λάθος του Απολλοδώρου, αφού-όπως αναφέρει ο Ησίοδος (Θεογονία, 326)-η Έχιδνα γέννησε την Σφίγγα με τον Όρθο.
11.Κωμόπολις της αρχαίας Μεγαρίδος.
12.Ο Κλαύδιος Αιλιανός διευκρινίζει ότι ο Αμισώδαρος ήταν βασιλεύς της Λυκίας. (Περί ζώων ιδιότητος, Θ.23).
13.Περιοχή της δυτικής Μικράς Ασίας
14.Οι Σάρδεις ήταν η πρωτεύουσα της Λυδίας
15.Περιοχή της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας
16.Ο Ορόντης είναι ο μέγιστος ποταμός της Συρίας.
17.Ο Επιμενίδης ήταν περίφημος Κρητικός θεουργός, μάντης, ποιητής και φιλόσοφος των 7oυ-6ου αιώνος π.Χ.
18.Περιοχή της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας.
19.Ο μετέπειτα ιδρυτής των Θηβών της Βοιωτίας, ο οποίος αναζητούσε τότε την αρπαγείσα από τον Δία αδελφή του Ευρώπη.
20.Μέγα όρος της νοτίου Μικράς Ασίας, εκτεινόμενο κατά μήκος της Παμφυλίας και της Κιλικίας
21.Περιοχή της νοτίου Μικράς Ασίας, μεταξύ της Λυκίας και της Κιλικίας.
Οι ανωτέρω τρομακτικές αναφορές περί της μορφής του Τυφώνος συμπληρώνονται από πέντε εξίσου τρομακτικές αρχαίες απεικονίσεις του:
-Εις ένα Αττικό γλυπτό του 6ου αιώνος π.Χ. που είναι γνωστό ως Τρισώματος Τυφών, το οποίο ήταν τοποθετημένο στην δεξιά πτέρυγα του αετώματος του αρχαίου ναού της Ακροπόλεως, ο Τυφών απεικονίζεται ως ανδρόμορφος και τρισώματος στο άνω μέρος του σώματός του και με οφιοειδή σπείρα αντί ποδιών στο κάτω.Έκαστο δε των τριών σωμάτων είναι πτερωτό, έχει γενειοφόρα και μακρόκομη κεφαλή και κρατά δια των χεριών του απροσδιόριστα αντικείμενα-πιθανώς όπλα.(http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF% ... F%8E%CE%BD).
-Εις ένα αγνώστου προελεύσεως Ελληνικό μελανόμορφο αγγείο του 6ου αιώνος π.Χ. ο Τυφών απεικονίζεται ως ανθρωποειδούς σχήματος και πτερωτός στο ανω μέρος του σώματός του και με οφιοειδή σπείρα αντί ποδιών στο κάτω, ενώ η κεφαλή του είναι κάτι μεταξύ κεφαλής ανδρός και κεφαλής καλικαντζάρου και οι παλάμες του μεμβρανοειδείς.(http://www.theoi.com/Gallery/M10.3.html).
-Εις ένα Χαλκιδικό μελανόμορφο αγγείο. του 6ου αιώνος π.Χ. ο Τυφών απεικονίζεται ως ανθρωποειδούς σχήματος και πτερωτός στο ανω μέρος του σώματός του και με δύο οφιοειδείς σπείρες αντί ποδιών στο κάτω, ενώ η κεφαλή του είναι κάτι μεταξύ κεφαλής ανδρός, κεφαλής καλικαντζάρου και κεφαλής όνου και προστατεύεται από ένα είδος περικεφαλαίας.Εξ αριστερών του δε απεικονίζεται ο Ζεύς, μαχόμενος κατ’αυτού δια του κεραυνού του.(http://www.theoi.com/Gallery/M10.1B.html).
-Εις ένα Λακωνικό μελανόμορφο αγγείο του 6ου αιώνος π.Χ. ο Τυφών απεικονίζεται ως πτερωτός ερπετοειδής, με φολιδωτό κορμό, δύο σπείρες όφεων ως χέρια και άλλες δύο σπείρες όφεων αναδυόμενες από την πλάτη του, στο άνω μέρος του σώματός του και με πολλές σπείρες όφεων αντί ποδιών στο κάτω, ενώ η κεφαλή του είναι κάτι μεταξύ κεφαλής καλικαντζάρου και κεφαλής όνου και προστατεύεται από ένα είδος περικεφαλαίας.(http://www.theoi.com/Gallery/M10.2.html).
-Στην κεντρική τοιχογραφία ενός Ετρουσκικού τύμβου του 2ου ή 1ου αιώνος π.Χ. που είναι γνωστός ως «Τύμβος του Τυφώνος», ο οποίος ανήκε στο αριστοκρατικό γένος των Πούμπων της Ετρουσκικής πόλεως Ταρκυνίας, ο Τυφών απεικονίζεται ως ανδρόμορφος, με γαλανόγκριζες πτέρυγες και γαλανόγκριζη κόμη, μέχρι και τα γόνατα και με δύο σπείρες γαλανογκρίζων όφεων κάτωθεν αυτών.(http://www.mysteriousetruscans.com/tartyphon.html
http://www.maravot.com/Etruscan_mural_typhon2.gif).ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου