Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

ΘΗΣΕΑΣ.Η ΜΥΗΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΘΡΥΛΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ[Μέρος Γ΄]

Η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗΣ

Ο Θησέας πέρασε τη δοκιμασία του Λαβυρίνθου με επιτυχία, έσωσε τον εαυτό του και τους νέους και εξιλέωσε την Αττική. Είχε έρθει η ώρα της επιστροφής. Ο ήρωας πήρε μαζί του την Αριάδνη και την αδερφή της Φαίδρα, αχρήστευσε τα μινωικά πλοία για να γλιτώσει την καταδίωξη και απέπλευσε. Φεύγοντας από την Κρήτη, ο Θησέας έφτασε με τη συντροφιά του στο κοντινό νησάκι Δία ή στη Νάξο που τότε ονομαζόταν Δία. Ο σκοπός της στάσης αυτής έχει μείνει στη σκοτεινή πλευρά του μύθου, ίσως γιατί θεωρήθηκε κατά έναν παράξενο τρόπο αυτονόητος. Ίσως να θεωρήθηκε ότι έτσι θα εκπληρωνόταν το πεπρωμένο της Αριάδνης. Ο Θησέας ήταν σ’ αυτό το νησί ένας απλός περαστικός, ένα εμπόδιο στο σχέδιο του θεού. Πολλές αγγειογραφίες απεικονίζουν τον Θησέα να εγκαταλείπει το νησί διωγμένος από τη θεά Αθηνά, ενώ ο Διόνυσος απομακρύνεται με την Αριάδνη. Η κοιμισμένη (μήπως νεκρή;) Αριάδνη ανήκε δικαιωματικά στον θεό και ο θνητός ήρωας δεν είχε άλλη επιλογή από την αποχώρηση. Η Κυρά του Λαβυρίνθου έμεινε για τον Θησέα στη σφαίρα του ανέφικτου. Ο θεός-ταύρος παρά τη φαινομενική του ήττα στην Κρήτη, εμφανίζεται θριαμβευτής μπροστά στην θεϊκή του σύζυγο και την οδηγεί στον ουρανό, όπου το λαμπερό της στεφάνι παίρνει τη θέση του ανάμεσα στα άστρα ως «Βόρειος Στέφανος» ή λατινιστί «Corona Borealis».
Οι Κέλτες, σύμφωνα με όσα περιγράφει ο Ρόμπερτ Γκρέιβς, σ’ αυτόν τον αστερισμό τοποθετούσαν το σπειροειδές κάστρο της Αριάνρχοντ, το Caer Arianrhod. Σ’ αυτό το κάστρο, περίμεναν σαν σε κάποιο βασιλικό καθαρτήριο οι διαπρεπείς ψυχές μέχρι να κερδίσουν την ανάσταση. Ο Γκρέιβς αναφέρει μάλιστα ότι η παράδοση του Σπειροειδούς Κάστρου στη Βρετανία επιβιώνει σ’ έναν χορό της υπαίθρου που λέγεται «Πασχαλινός Λαβύρινθος». Οι ομοιότητες με τον ελληνικό μύθο του Λαβυρίνθου και της Αριάδνης είναι κάτι παραπάνω από προφανείς. Άραγε υπήρξε κάποτε μία συγκεκριμένη μυητική τεχνική που περιλάμβανε με κάποιο τρόπο τον αστερισμό του Βορείου Στεφάνου σε σχέση με τη λατρεία μίας σεληνιακής-χθόνιας θεάς και ήταν κοινή για Έλληνες και Κέλτες; Μήπως ο Θησέας υπήρξε το ελληνικό σύμβολο του ανθρώπου που κατάφερνε να βγει από τον Λαβύρινθο, να επιστρέψει από το Σπειροειδές Κάστρο, να γυρίσει από τον Άλλο Κόσμο όντας κάτι παραπάνω από άνθρωπος, όντας ήρωας;
Ο ήρωας όμως τελικά το μόνο που κατάφερε να κρατήσει από την θεία θηλυκή παρουσία που οδήγησε τα βήματά του πίσω στο φως ήταν το είδωλό της. Ο Θησέας κράτησε το ξόανο της Αφροδίτης το οποίο η Αριάδνη κουβαλούσε από τη στιγμή που άφησαν την Κρήτη σαν να επρόκειτο για το δικό της alter ego, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κερένυϊ. Σαν ζωντανή ανάμνηση κράτησε την Φαίδρα η οποία σχετίζεται με την φωτεινή και προσιτή στον άνθρωπο όψη της Αριάδνης. Η σκοτεινή και μυστική όψη της Αριάδνης/Αριάγνης ως Κρητικής Περσεφόνης μόνο από τον θεό μπορεί να γίνει θεατή εκτός μυστηρίων. Η φωτεινή όψη της Αριάδνης γίνεται φανερή και στο όνομα της Αίγλης, της κόρης του Πανοπέως (μήπως του Ήλιου;), για χάρη της οποίας ο Θησέας εγκατέλειψε την κόρη του Μίνωα σε μια άλλη εκδοχή του μύθου. Διάφορες διηγήσεις θέλουν την Αίγλη να ονομάζεται επίσης και Κορωνίς. Αυτό το όνομα έφερε και η ερωμένη του Απόλλωνα, η άτυχη μητέρα του Ασκληπιού που πέθανε πυρπολημένη, επειδή πρόδωσε τον θεό μ’ έναν θνητό, τον Ίσχυ. Ενδιαφέρον προκαλεί στον προσεκτικό παρατηρητή μία αγγειογραφία που απεικονίζει την αρπαγή κάποιας κοπέλας με το όνομα Κορώνα από τον Θησέα. Μήπως ο Θησέας ήταν εκείνος ο ‘ισχυρός’ θνητός που για χάρη του η μητέρα του Ασκληπιού απαρνήθηκε τον Απόλλωνα, όπως η Αριάδνη είχε απαρνηθεί τον Διόνυσο; Μ’ έναν παράξενο τρόπο ο αστερισμός του Βορείου Στεφάνου φέρνει τις δύο θεϊκές συντρόφους ακόμη πιο κοντά. Η Κορωνίς ή Κορώνη αντανακλάται στην λατινική ονομασία Corona Borealis. Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι ότι ο αστερισμός φαίνεται στον ουρανό σαν να «στεφανώνει» τον αστερισμό του Οφιούχου που σχετίζεται με τον Ασκληπιό!

ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ο Θησέας, αφήνοντας πίσω του την Αριάδνη, έφτασε με τους υπόλοιπους νέους στην Δήλο. Εκεί αφιέρωσε στον Απόλλωνα το ξόανο της Αφροδίτης που του είχε δώσει η Αριάδνη. Στη Δήλο λατρεύτηκε ως Αγνή Αφροδίτη. Αφού θυσίασε στον θεό, ο Θησέας χόρεψε με τους Αθηναίους νέους γύρω από τον Κερατώνα βωμό (που ήταν φτιαγμένος μόνο από αριστερά κέρατα!) έναν χορό που οι Δήλιοι ονόμασαν γέρανο. Ο χορός αυτός αποτελούσε μιμητική αναπαράσταση της σπειροειδούς διαδρομής του Λαβυρίνθου και ίσως να ήταν η ίδια η Αριάδνη που τον είχε πρωτοδιδάξει στον Θησέα. Αναχωρώντας από την Δήλο κατευθύνθηκαν επιτέλους προς την Αθήνα. Εξαιτίας της μεγάλης τους χαράς για την σωτηρία των νέων και την απαλλαγή της Αθήνας από τον φρικτό φόρο αίματος ή εξαιτίας της γενικής θλίψης που επικρατούσε μετά την απώλεια της Αριάδνης, ο Θησέας και οι σύντροφοί του ξέχασαν να αντικαταστήσουν το πένθιμο μαύρο πανί του πλοίου με το χαρμόσυνο λευκό που τους είχε δώσει ο ίδιος ο Αιγέας ως σύμβολο της ασφαλούς επιστροφής τους. Ο άτυχος βασιλιάς που ατένιζε τη θάλασσα περιμένοντας να φανεί το αθηναϊκό καράβι, βλέποντάς το να αρμενίζει με μαύρα πανιά δεν άντεξε τη θλίψη για τον υποδηλούμενο χαμό του γιου και μοναδικού του διαδόχου και έπεσε στο κενό. Κάποιες διηγήσεις αναφέρουν ότι γκρεμίστηκε από τον βράχο της Ακρόπολης, ενώ άλλες ότι έπεσε από το Σούνιο στη θάλασσα που από τη στιγμή εκείνη ονομάστηκε Αιγαίο Πέλαγος. Μ’ αυτή την τελευταία «θυσία» έκλεισε ο κύκλος της μινωικής ναυτικής κυριαρχίας και ξεκίνησε η εποχή της ακμάζουσας αθηναϊκής ναυτιλίας. Σε πολιτιστικό επίπεδο συντελέστηκε μία μεταφορά ηγεμονίας από την Κνωσό στην Αθήνα.
Κάποιοι αφηγητές αναφέρουν ότι υπήρχε ήδη μια γυναίκα που περίμενε την επιστροφή του Θησέα στην Αθήνα, η αμαζόνα Αντιόπη ή Ιππολύτη. Γενικά επικρατεί μία ασάφεια όσον αφορά τη χρονική διαδοχή των πολλών αρπαγών που διέπραξε ο Θησέας. Αυτό ίσως υποδηλώνει ότι οι τόσες αρπαγές γυναικών περιστρέφονταν ουσιαστικά γύρω από τον ίδιο πυρήνα και διηγούνταν τις αμέτρητες παραλλαγές της ίδιας ιστορίας. Ο Πλούταρχος, ωστόσο, αναφέρει ξεκάθαρα ότι μόνο αφού πέθανε η Αντιόπη πήρε ο Θησέας ως σύζυγο τη Φαίδρα. Η Αντιόπη, η αμαζόνα με το σεληνιακό όνομα, χάρισε στον Θησέα ένα γιο τον Ιππόλυτο, ο οποίος σφράγισε τον κύκλο αίματος του ταύρου, αφού ο θάνατος τον βρήκε με τη μορφή ενός ταύρου που αναδύθηκε από τη θάλασσα. Φαίνεται ταιριαστός θάνατος για κάποιον που απέρριψε τον έρωτα μιας πριγκίπισσας της Κνωσού, της μητριάς του Φαίδρας. Η Φαίδρα δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από την συνδεδεμένη με τον ταύρο μοίρα της που ήδη είχε σημαδέψει την Ευρώπη, την Πασιφάη και την Αριάδνη. Απελπισμένη μετά τον θάνατο του Ιππολύτου κρεμάστηκε παραδομένη στο τραγικό πεπρωμένο που φαίνεται ότι ακολουθούσε κάθε γυναίκα της οικογένειάς της.


Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ
Ο Θησέας ήταν ήδη πενήντα ετών, όταν έγινε ο πρώτος άρπαγας και σύζυγος της Ελένης, ενώ εκείνη δεν είχε φτάσει ακόμη σε ηλικία γάμου. Αυτή την αρπαγή, ωστόσο, δεν την έφερε μόνος του εις πέρας, αλλά με τη συντροφιά του Πειρίθου, επιστήθιου φίλου του από τη Θεσσαλία. Αποτελούσαν μαζί ένα δίδυμο αντίστοιχο των Διοσκούρων. Κάποτε οι δυο φίλοι βρέθηκαν στη Σπάρτη, όπου ο Θησέας είδε την Ελένη να χορεύει στον ναό της Ορθίας Αρτέμιδος και πόθησε να την αποκτήσει. Ο ήρωας μετά την αρπαγή οδήγησε την νεαρή νύφη στις Αφίδνες, όπου και την άφησε υπό την φροντίδα της μητέρας του Αίθρας, ενώ εκείνος αναχώρησε μαζί με τον Πειρίθου για νέες περιπέτειες. Και στην πρώτη της αρπαγή η Ελένη στάθηκε αφορμή ενός αιματηρού πολέμου, καθώς τα αδέλφια της ήρθαν να τη διεκδικήσουν και ήρθαν σε σύγκρουση με τους υπερασπιστές των Αφιδνών. Ο Θησέας τότε απουσίαζε σε μια παράτολμη επιχείρηση στον Κάτω Κόσμο. Οι Διόσκουροι κατάφεραν να πάρουν πίσω την Ελένη και μαζί της την Αίθρα η οποία μάλιστα την ακολούθησε αργότερα στην Τροία.
Η κάθοδος του Θησέα και του Πειρίθου στον Άδη είχε ως αιτία και πάλι την αρπαγή μιας γυναίκας. Αυτή τη φορά όμως η ποθητή γυναίκα ήταν η φοβερή Περσεφόνη, η μυστική Κόρη, η ίδια η κυρία του θανάτου και της αναγέννησης. Ο Πλούταρχος προσπαθεί να συγκαλύψει το αδιανόητο μιας τέτοιας επιδίωξης γράφοντας ότι ο Θησέας και ο Πειρίθους επισκέφτηκαν τον βασιλιά των Μολοσσών στην Ήπειρο, Αϊδωνέα με σκοπό να αρπάξουν την θυγατέρα του που ονομαζόταν Κόρη(!). Είναι φανερό ότι ο Πλούταρχος θέλησε είτε να εκλογικεύσει και να δώσει ανθρώπινες διαστάσεις σ’ ένα εγχείρημα καθαρά αλλοκοσμικό είτε να αμβλύνει τις όποιες εντυπώσεις από μια επιδίωξη που φάνταζε τόσο ανόσια. Οι περισσότερες διηγήσεις πάντως αναφέρουν ξεκάθαρα ότι το παράτολμο ταξίδι του Θησέα και του Πειρίθου είχε ως προορισμό του τον Κάτω Κόσμο και ως σκοπό την αρπαγή της νύφης του Άδη. Αναφέρεται μάλιστα ότι εισήλθαν στο βασίλειο των νεκρών από μία είσοδο στο ακρωτήριο Ταίναρο. Με κάποιον τρόπο ξεγέλασαν τον βαρκάρη Χάροντα και κατάφεραν, αν και ζωντανοί, να περάσουν στην απέναντι όχθη. Στα ανάκτορα του Άδη τους υποδέχτηκε ο ίδιος ο Κύριος των νεκρών. Οι δύο ήρωες προσπάθησαν να τον παραπλανήσουν σχετικά με τις πραγματικές τους προθέσεις, αλλά ο θεός φάνηκε άξιος αντίπαλος στην πονηριά. Τους έβαλε να καθίσουν σε θρόνους σκαλισμένους στο βράχο, όσο εκείνος θα τους έφερνε δώρα φιλοξενίας. Το παντοδύναμο όπλο του θεού ήταν η λήθη. Η λήθη κράτησε τους δυο επίδοξους άρπαγες αιχμάλωτους σαν μαρμαρωμένους ή αλυσοδεμένους με αόρατα δεσμά. Αυτή τη φορά ο Θησέας δεν είχε τη βοήθεια του θεϊκού θηλυκού για να οδηγηθεί ξανά στο φως. Η Περσεφόνη δεν έκανε καν αισθητή την παρουσία της. Η σιωπή και η απουσία της καταδίκασαν τον Θησέα και τον Πειρίθου.
Φυσικά οι δύο ήρωες ήταν μυημένοι, αλλιώς δεν θα κατάφερναν να φτάσουν στο σημείο που έφτασαν. Ίσως όμως υπερτίμησαν τις ικανότητές τους, καθώς το εγχείρημα που αποφάσισαν να φέρουν εις πέρας να ταξιδέψουν, δηλαδή, ζωντανοί στο βασίλειο των νεκρών και να αρπάξουν τη βασίλισσά τους, προδίδει μια αλαζονεία. Σ’ αυτή την αποστολή κίνητρο δεν υπήρξε η σωτηρία της πόλης ούτε το κοινό καλό, αλλά ένα προσωπικό καπρίτσιο. Ο Θησέας μην έχοντας καμιά θεϊκή υποστήριξη απέμεινε εγκλωβισμένος, βυθισμένος στη λησμονιά. Η Περσεφόνη θα έμενε απρόσιτη για τον θρυλικό άρπαγα γυναικών. Το ίδιο απρόσιτη είχε μείνει ουσιαστικά και η Αριάδνη. Ο Ρόμπερτ Γκρέιβς εύστοχα παρατηρεί ότι η αποστολή του Θησέα στην Κρήτη και η κάθοδος στον Κάτω Κόσμο ‘αποτελούν τα δύο μέρη ενός και του αυτού συμφυρμένου μύθου’. Ο κρητικός Λαβύρινθος με τις επτά σπείρες, το κέλτικο σπειροειδές κάστρο της Αριάνρχοντ, η κατάβαση της Ίσιδος στον Κάτω Κόσμο μέσα από επτά στάδια και ο Κάτω Κόσμος του Άδη/Πλούτωνα και της Περσεφόνης αποτελούν πτυχές της ίδιας μυθολογικής παράδοσης.
Ο μυημένος Θησέας όμως έμελλε να μείνει γνωστός για μία μόνο θριαμβευτική έξοδο, αυτή από τον Κρητικό Λαβύρινθο. Η ύβρις που είχε διαπράξει με την εισβολή του στον Κάτω Κόσμο και κυρίως με την πρόθεσή του να απαγάγει την Περσεφόνη κι έτσι να διαταράξει την κοσμική ισορροπία δεν μπορούσε να μείνει ατιμώρητη. Ωστόσο, κάποια στιγμή ήρθε η σωτηρία στο πρόσωπο ενός άλλου μυημένου ήρωα, του Ηρακλή. Ο Ηρακλής μάλιστα, σύμφωνα με τον μύθο, μυήθηκε στα Ελευσίνια μυστήρια ύστερα από παρότρυνση του Θησέα. Συνάντησε τους δυο ήρωες, όταν κατέβηκε στον Άδη με σκοπό την αιχμαλωσία του Κέρβερου. Έσωσε τον καταδικασμένο Θησέα ελευθερώνοντάς τον από το βράχο, δεν μπόρεσε όμως να κάνει το ίδιο και για τον Πειρίθου. Ο πιστός φίλος του Θησέα είχε ήδη κατασπαραχθεί από τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο φύλακα της πύλης του άλλου κόσμου.


ΤΟ ΤΕΛΟΣ; ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥ ΑΘΗΝΑΙΟΥ ΗΡΩΑ
Μετά τη διάσωσή του από τον Ηρακλή, ο Θησέας επέστρεψε στην Αθήνα, όπου η πολιτική κατάσταση ήταν έκρυθμη, λόγω της μακροχρόνιας απουσίας του ηγέτη της. Οι Αθηναίοι είχαν ήδη δυσαρεστηθεί με τον Θησέα, καθώς τους είχε οδηγήσει σε άσκοπες διαμάχες με τους Διόσκουρους που διεκδικούσαν την Ελένη, ενώ ο ίδιος δεν ήταν καν παρών για να υπερασπιστεί τα κεκτημένα του. Ερμηνεύοντας την ανάγκη του ήρωα για περισσότερη γνώση, δύναμη και περιπέτεια ως έναν απερίσκεπτο τυχοδιωκτισμό, ύψωσαν εναντίον του τείχη μίσους και αμφισβήτησης. Ίσως από τη δική τους οπτική να μην είχαν και τόσο άδικο. Ίσως ο Θησέας υπερτίμησε την ικανότητα του αθηναϊκού λαού για αυτοδιαχείριση, νομίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα του άφηνε περιθώρια και για άλλες προσωπικές του επιδιώξεις. Απελπισμένος από την αδυναμία του να επιβάλει την πειθαρχία ακόμη και με τη βία, έφυγε για το νησί της Σκύρου. Εκεί, όπως περιγράφει ο Πλούταρχος, βρήκε το θάνατο από τον βασιλιά της Σκύρου Λυκομήδη ο οποίος τον έσπρωξε από την κορυφή ενός βουνού του νησιού στο κενό. Σ’ αυτή τη διήγηση του αποδίδεται ένας θάνατος αντίστοιχος με εκείνον του πατέρα του, Αιγέα. Τα υποτιθέμενα λείψανά του μεταφέρθηκαν πολύ αργότερα στην Αθήνα μετά από χρησμό της Πυθίας και τοποθετήθηκαν στο σημερινό Θησείο, το οποίο καθιερώθηκε ως τόπος λατρείας του ήρωα.
Ποτέ, ωστόσο, δεν βρέθηκε στη Σκύρο ή οπουδήποτε αλλού επίσημος τάφος ή έστω κάποιο μνημείο του Θησέα. Το τέλος του δίχως σαφή ίχνη παρά μόνο εκατοντάδες χρόνια αργότερα φαντάζει περισσότερο με εξαφάνιση παρά με θάνατο, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κερένυϊ. Ο Θησέας υπήρξε ο ήρωας που μυήθηκε στα Ελευσίνια και στα Κρητικά μυστήρια και ήρθε αμέτρητες φορές αντιμέτωπος με τις χθόνιες και αλλοκοσμικές δυνάμεις, καθώς και με την ίδια τη Μεγάλη Θεά της ζωής και του θανάτου σε διάφορες εκδηλώσεις της. Επιπλέον, ήταν ο μόνος άνθρωπος που στάθηκε μάρτυρας του αινιγματικού θανάτου (εξαφάνισης;) του Οιδίποδα. Ήταν εκείνος που με τη βοήθεια του θεϊκού έρωτα, ενώ κατέβηκε στα έγκατα της γης, έφτασε στα αστέρια και τη συμπαντική γνώση. Ένα τέλος σαν αυτό που του αποδίδεται μοιάζει παράταιρο, ακόμη και στα πλαίσια του μύθου. Μοιάζει σαν ένα τέλος δίχως σκοπό, κάτι που είναι οξύμωρο, αφού τέλος σημαίνει σκοπός. Μήπως αυτή η πτώση του Θησέα από τη βουνοκορφή στο κενό περιγράφει με κωδικό τρόπο μία εξέλιξη διαφορετική, ίσως μυστική και ακατανόητη για τους πολλούς; Μήπως επρόκειτο για την ύστατη μυητική πράξη και δοκιμασία; Γιατί όχι; Ίσως τελικά ο ήρωας να κατάφερε το οριστικό άλμα προς τα άστρα
ΠΗΓΗ idiotikasympanta.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου