Δευτέρα 21 Μαΐου 2012

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ[Μέρος Β΄]

Η επιστημονική γνώση
Ο επιστήμονας δεν συμμετέχει υπαρξιακά στη διαδικασία της γνώσης. Δεν αποζητά μέσα από την έρευνα να αναμορφώσει την εσωτερικότητα του. Η γνώση δεν είναι εμπειρία ζωτικής σημασίας για την προσωπική του ζωή. Θέλει να περιγράψει, να ερμηνεύσει λογικά και να ανακαλύψει τους κανόνες που διέπουν τα φαινόμενα. " Σκοπός της επιστήμης είναι η περιγραφή και η ερμηνεία των φαινομένων. Η ερμηνεία προϋποθέτει τον καθορισμό του είδους και του βαθμού της αλληλεξαρτήσεως που υπάρχει μεταξύ των διαφόρων παραγόντων του φαινομένου και αποβλέπει στην πρόβλεψη και στον σκόπιμο έλεγχο των φαινομένων. ... Η επιστημονική έρευνα δηλαδή ενδιαφέρεται τόσο για την περιγραφή των εμπειρικών δεδομένων, για τα δεδομένα αυτά καθ' εαυτά, όσο και για την γενίκευση, την αναγωγή σε όσο το δυνατό ανώτερα επίπεδα γενικότητας". Ιωάννου Ν. Παρασκευόπουλου (1980)
Η επιστημονική μέθοδος είναι η διαδικασία εξακρίβωσης της εγκυρότητας μιας θεωρητικής πρότασης. Χαρακτηρίζεται από τον έλεγχο των ερευνητικών υποθέσεων μέσα από τα εμπειρικά δεδομένα για να δοκιμαστεί η πιστότητά τους. Η επιστημονική θεωρία δοκιμάζεται στην πράξη για να επαληθευτεί ή να διαψευσθεί.
Η επιστήμη από τη φύση της δεν διεκδικεί την απόλυτη αλήθεια. Δεν είναι αυτός ο στόχος της. Οι επιστήμονες διαμορφώνουν θεωρίες οι οποίες θεμελιώνονται σε εμπειρικά δεδομένα και μας βοηθούν να κατανοήσουμε τους κανόνες που διέπουν την λειτουργία των φαινομένων.

Οι επιστήμονες ακολουθούν συνήθως τα παρακάτω βήματα:
- Παρατήρηση: Συλλογή στοιχείων και επεξεργασία πληροφοριών.
- Υπόθεση: Διαμόρφωση μιας προσωρινής, ερμηνευτικής προσέγγισης η οποία κατά κάποιο τρόπο προσπαθεί να προβλέψει την απάντηση στο πρόβλημα. ( Κάτω από κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις είναι πιθανόν συμβούν κάποια συγκεκριμένα φαινόμενα).
- Εξέταση: Εμπεριστατωμένες παρατηρήσεις ή πειραματικές διαδικασίες με στόχο την επιβεβαίωση ή την απόρριψη της υπόθεσης.
(Στην ψυχοθεραπεία σημ.3 η αληθινότητα των υποθέσεων, εκτός από τα πειράματα εξακριβώνεται με ερωτηματολόγια, ψυχοδιαγνωστικά τεστ, στατιστικές συσχετίσεις και την εμπειρία που προκύπτει μέσα από τις θεραπευτικές σχέσεις).
- Συμπέρασμα: Ανάλυση των αποτελεσμάτων της εξεταστικής διαδικασίας, επεξηγηματικά σχόλια. Σκιαγράφηση της δυνατότητας μελλοντικών ερευνών για την περαιτέρω ενίσχυση, επιβεβαίωση ή διεύρυνση του πεδίου ισχύς των ερευνητικών αποτελεσμάτων.

Οι σύγχρονες επιστήμες και ιδιαίτερα οι ανθρωπιστικές χρειάζονται επιστημολογικά μοντέλα που παρέχουν τη δυνατότητα διαμόρφωσης θεωριών οι οποίες:
- Διασαφηνίζουν τις φιλοσοφικές, πολιτιστικές, κοινωνικές και ιστορικές τους προϋποθέσεις.
- Θεμελιώνονται σε εμπειρικά δεδομένα χωρίς να δεσμεύονται από τα αυστηρά θετικιστικά κριτήρια εγκυρότητας.
- Δεν υποστηρίζονται φανατικά ώστε να αναθεωρούνται και να αναμορφώνονται συνεχώς μέσα από την άντληση νέων δεδομένων.
-Ανταποκρίνονται στη φύση του ερευνητικού αντικειμένου χωρίς να απλουστεύουν τις πολύπλευρες δια-στάσεις των εμπλεκόμενων φαινομένων. σημ. 4
- Αναφέρονται ξεκάθαρα στις δυνατότητες διαφορετικής αντίληψης, κατανόησης και ερμηνείας των φαινομένων.
- Διατυπώνονται με τέτοιο τρόπο ώστε να επιδέχονται αμφισβήτηση. Βλ. Popper
-
Αποδέχονται με σεβασμό την αυτόνομη αξία και σημασία των φιλοσοφικών, αισθητικών και θρησκευτικών δεδομένων χωρίς να προσπαθούν να ανάγουν την σύνθετη ιδιοτυπία τους στο οριζόντιο επίπεδο της επιστημονικής ερμηνευτικής. 375118103_0365ff7182.jpg

Τα όρια εγκυρότητας της επιστήμης
"Και η επιστήμη φωτίζει
αλλά τους διαδρόμους ενός λαβυρίνθου,
όχι τους συμπαγείς τοίχους της".

Μαλεβίτσης Χρήστος

Ένας από τους μεγάλους επιστημολόγους του 20ου αιώνα ο Karl Popper συνέβαλλε ουσιαστικά στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο η σύγρονη επιστημονική κοινότητα αντιλαμβάνετε την εγκυρότητα της επιστημονικής γνώσης. Σύμφωνα με τον Popper μια άποψη δεν μπορεί ποτέ να επιβεβαιωθεί με απόλυτη βεβαιότητα διότι όσο και αν υποστηρίζεται από τα ερευνητικά δεδομένα μπορεί να παραμένει εσφαλμένη. Υπάρχουν πάντα κάποια περιθώρια λάθους. Κάποια δεδομένα που θα προκύψουν στο μέλλον μέσα από την παρατήρηση ή το πείραμα μπορεί να την διαψεύσουν. Σύμφωνα με τον Popper οι θεωρίες δεν μπορούν ποτέ να ξεπεράσουν το επίπεδο της εικασίας και της πίστης. Μια θεωρία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί επιστημονική επειδή επιβεβαιώνεται από τα εμπειρικά δεδομένα της έρευνας αλλά επειδή ο τρόπος με τον οποίο είναι διατυπωμένη επιτρέπει τη δυνατότητα της διάψευσής της μέσα από εμπειρική έρευνα. "Μια θεωρία που δεν μπορεί να αφισβητηθεί από οποιοδήποτε δυνατό τέχνασμα ή γεγονός είναι μη επιστημονική. Το αναμφισβήτητο δεν είναι αρετή μιας θεωρίας (όπως συχνά νομίζουν οι άνθρωποι) αλλά ελλάτωμα". Karl Popper (1992)Επιστημονικά έγκυρη είναι η διαψεύσιμη θεωρία η οποία δεν έχει ακόμη διαψευσθεί από τα αντικειμενικά δεδομένα και αντέχει στις δοκιμασίες διάψευσης ή επαλήθευσής της.
Η θεωρία της σχετικότητας του Einstein ή η θεωρία της εξέλιξης των ειδών του Darwin θεωρούνται από την επιστημονική κοινότητα έγκυρες στο βαθμό που μας βοηθούν περισσότερο άπο άλλες θεωρίες στην κατανόηση και την πρόβλεψη της λειτουργίας των φαινομένων. "Για να γίνει αποδεκτή ως επιστημονικό μοντέλο (paradigm) μια θεωρία θα πρέπει να φαίνεται καλύτερη από αυτές που την ανταγωνίζονται, αλλά δεν θα πρέπει, και στην πραγματικότητα ποτέ δεν το κάνει , να εξηγεί όλα τα γεγονότα με τα οποία έρχεται σε αντιπαράθεση". Thomas S. Kuhn (1962) Αν οι έρευνες προσκομίσουν στοιχεία που ανατρέπουν τις θεωρίες, τότε αυτές καταρρίπτονται ή αναθεωρούνται. Δεν υπάρχει κανένας επιστημονικός λόγος για να μείνει ο ερευνητής προσκολλημένος σε μια θεωρία εφόσον αυτή αναιρείται από τα δεδομένα της παρατήρησης και των πειραμάτων.
Οι επιστήμονες ερευνούν φαινόμενα, έννοιες και σχέσεις που μπορούν να μελετηθούν εμπειρικά - πειραματικά και αφήνουν στη δικαιοδοσία της φιλοσοφίας και της θρησκείας ερωτήματα που αφορούν στην πραγματικότητα αυτή καθ' εαυτή, στην ουσία και στη φύση των πραγμάτων, στο γιατί γίνεται αυτό που γίνεται και στο τι είναι αυτό που μπορεί να γνωρισθεί και να εκφραστεί και τι παραμένει άγνωστο και άρρητο.

Ο ερευνητής επιστήμονας εξετάζει τις δυνατότητες αναίρεσής των θεωρητικών μοντέλων που επικρατούν στην επιστημονική κοινότητα. Δεν έχει κανένα προσωπικό λόγο να πιστεύει στις θεωρίες και τις υποθέσεις. Όταν προσκολλάται και εμμένει στις θεωρητικές του τοποθετήσεις ενώ αυτές διαψεύδονται από τα γεγονότα προδίδει την ερευνητική, επιστημονική δεοντολογία. Μεταφέρεται από το επίπεδο της επιστήμης στη σφαίρα της ιδεολογίας. Οι θεωρητικές του τοποθετήσεις μετατρέπονται σε ιδεολογικές βεβαιότητες. Και συμβαίνει συχνά οι επιστήμονες να ιδεολογικοποιούν τις θεωρίες τους, να δεσμεύονται από αυτές και να τις υπερασπίζονται φανατικά

Η ερευνητική μεθοδολογία
Υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα πραγματικότητας όπως για παράδειγμα το φυσικό, το βιολογικό, το ψυχολογικό, το κοινωνικό και το πνευματικό. Το ένα δεν μπορεί να εξαντληθεί ερμηνευτικά μέσα από τις κατηγορίες του άλλου. Η κατανόηση των βιοχημικών λειτουργιών του εγκεφάλου δεν εξαντλεί το νόημα της εμπειρίας που αντιστοιχεί σε αυτές τις βιοχημικές λειτουργίες.
Μιά μέθοδος μπορεί να είναι λειτουργική στο επίπεδο του μετρήσιμου, αντικειμενικού κόσμου, αλλά ακατάλληλη στο επίπεδο του υποκειμενικού κόσμου της εμπειρίας και του νοήματος.

Η επιστημονική μέθοδος εξαρτάται:
- Από το αντικείμενο που θέλουμε να ερευνήσουμε.
- Από τις κοσμοθεωρητικές, θεωρητικές, πνευματικές και ψυχολογικές προϋποθέσεις του ερευνητή.

Είναι αδύνατον να περιορισθούμε αποδίδοντας εγκυρότητα σε μια μόνο γνωστική μεθοδολογία και θεωρία της γνώσης. ( Όπως άλλωστε δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ως αληθινή μια μόνο οντολογική διάσταση της πραγματικότητας).
Με διαφορετικό τρόπο μπορώ να διερευνήσουμε για παράδειγμα:
- Τις βιολογικές λειτουργίες του σώματος.
- Τη σχέση ανάμεσα στις ψυχικές συγκινήσεις και τη βιο-φυσιολογία του σώματος.
- Τον τρόπο επέμβασης της πρόνοιας του Θεού στην καθημερινή ζωή των πιστών.

Κάποιες αρχές και μέθοδοι που ισχύουν στη φυσική πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε γύρω μας, μπορεί να μην ισχύουν σε υπο-ατομικό ή μακρο-κοσμικό ή ψυχολογικό ή πνευματικό επίπεδο.
Τα γνωσιολογικά-επιστημολογικά κριτήρια που απαιτούνται για την πιστοποίηση της έγκυρης γνώσης αλλάζουν ανάλογα με το αντικείμενο της έρευνας. Άλλοτε χρησιμοποιούμε υψηλής ακρίβειας και άλλοτε χαμηλής ακρίβειας γνωσιολογικά-επιστημολογικά κριτήρια.
Δεν είναι όλα τα επίπεδα της πραγματικότητας απτά και μετρήσιμα. Σε πολλούς τομείς της έρευνας δεν μπορούμε να αποδεχθούμε μια μόνο ερμηνευτική προσέγγιση. Πολλαπλές ερμηνευτικές προσεγγίσεις μπορούν να ευσταθούν παράλληλα χωρίς κάποια απ' αυτές να διεκδικεί την απόλυτη αλήθεια. Σε μερικές περιπτώσεις μπορούμε να σχηματίσουμε μια περισσότερο ρεαλιστική εκόνα της πραγματικότητας και να καταλήξουμε σε συμπεράσματα ενός υψηλού επιπέδου βεβαιότητας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις το ίδιο το αντικείμενο έρευνας (π.χ. κβαντική φυσική, ψυχοθεραπεία) μας εξαναγκάζει σε μια υποθετική- κονστρουκτιβιστική ερμηνευτική, θεωρητική προσέγγιση. Καρνεάδη
Η γνωσιολογική εγκυρότητα στην ψυχοθεραπευτική έρευνα
Η ψυχοθεραπευτική έρευνα δεν είναι δυνατόν να υποταχθεί στις μεθόδους των θετικών επιστημών. Αυτό δεν σημαίνει ότι η γνώση που προσκομίζει είναι εκ προοιμίου ελατωματικά ασαφής αλλά ότι η ιδιαίτερη φύση του αντικειμένου της έρευνας είναι από τη φύση του απροσδιόριστο και ασταθές. Μιά ξεκάθαρη, συγκεκριμένη απάντηση μπορεί να είναι παραπλανητική, εφόσον (και στο βαθμό που) βιάζει το ανεξάντλητο βάθος του ερωτήματος. "Πρέπει να ξεπεράσουμε την ψυδαίσθησή μας ότι τα πράγματα πρέπει να είναι συγκεκριμένα για να είναι αληθινά, και ότι μόνο αυτό που είναι ποσοτικά μετρήσιμο είναι αληθινό, αν θέλουμε να κάνουμε κάποια πρόοδο στην κατανόηση του ανθρώπου και των προβλημάτων του". Rollo May (1967)

Η αποδοχή της αβεβαιότητας συχνά επιβάλλεται από την αστάθμητη πολυπλοκότητα κάποιων φαινομένων. Η κβαντική φυσική επανεισάγει τον σκεπτικισμό. Η αρχή της απροσδιοριστίας του Heisenberg υποστηρίζει ότι η αβεβαιότητα ως προς τον προσδιορισμό των κβαντικών φαινομένων δεν οφείλεται σε σφάλματα των μετρήσεων, αλλά στις κυματικές ιδιότητες των στοιχειωδών σωματιδίων. Για τον παρατηρητή λοιπόν καταργείται η δυνατότητα ακριβούς προσδιορισμού της θέσης και της ταχύτητας ενός υποατομικού σωματιδίου. Ο προσδιορισμός της αιτιότητας και της αντικειμενικότητας αμφισβητείται χάριν της απροσδιοριστίας και της αλληλεξάρτησης παρατηρητή και φαινομένου. Αυτό που γνωρίζουμε δεν είναι η αντικειμενική πραγματικότητα αυτή καθεαυτή αλλά η πραγματικότητα έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διαγνωστικές μεθόδους που κάθε φορά εφαρμόζουμε. "περιγράφουν τη φύση όπως αυτή φανερώνεται στη μέθοδο των ερωτήσεών μας". Heisenberg (1928)

Το ίδιο ισχύει και για την εσωτερική ζωή του ανθρώπου. Για να κατανοήσουμε την ψυχολογική και την πνευματική ζωή του ανθρώπου οφείλουμε να διευρύνουμε τους ορίζοντες της μεθοδολογίας μας αλλά και να υιοθετήσουμε ελαστικότερα κριτήρια αξιολόγησης της εγκυρότητας των θεωρητικών μας διατυπώσεων. H ορθή κατανόηση της εσωτερικής, ψυχικής πραγματικότητας αλλοιώνεται από υποσυνείδητες, συγκινησιακές εντάσεις. Στο επίπεδο των πεποιθήσεων, των κρίσεων, των κινήτρων ή των συναισθημάτων οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η ακρίβεια και η αξιοπιστία των αντιλήψεων είναι περισσότερο μειωμένη."Δεν πιστεύω ούτε στιγμή πως έχω απόλυτο δίκιο. Κανένας δεν έχει απόλυτο δίκιο όταν πρόκειται για ψυχολογικά πράγματα. Δεν πρέπει να ξεχνάτε πως στην ψυχολογία το μέσο, με το οποίο παρατηρεί κανείς και κρίνει την ψυχή είναι η ίδια η ψυχή. …Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη ψυχολογίας. Ένα ολοκληρωτικό χάος κυριαρχεί στην ψυχολογία. Συνεπώς μην παίρνετε και πολύ στα σοβαρά τις ψυχολογικές θεωρίες. Η ψυχολογία δεν είναι θρησκευτική πίστη, δεν είναι παρά μια άποψη… Ο κόσμος είναι τεράστιος και δεν υπάρχει μόνο μια θεωρία που να εξηγεί τα πάντα."
C. G. Jung (1935)
Είναι αναγκαία και αναπόφευκτη η υιοθέτηση μιας πλουραλιστικής επιστημολογίας η οποία θα επιτρέπει την επιλογή της κατάλληλης δια-γνωστικής, μεθοδολογικής, στρατηγικής για κάθε αντικείμενο της έρευνας. Μια διεύρυνση της γνωσιολογικής προοπτικής ώστε οι αρχές, οι προϋποθέσεις και οι μεθοδολογίες να εξαρτώνται από μια ποικιλία υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων και η οποία θα επικυρώνεται από την λειτουργικότητα και την ευρυστική της δεινότητα. Μόνο έτσι μπορούμε να αποφύγουμε τις παρενέργειες των διάφορων μορφών περιορισμού της γνώσης. "Ο ψυχολόγος δεν μπορεί να προσεγγίσει γνωστικά την προσωπικότητα με ένα τρόπο ολοκληρωμένο, πράγματι κάθε θεωρία μας επιτρέπει να εστιάσουμε μόνο κάποια πτυχή της. Η ερμηνευτική γονιμότητα, η εσωτερική συνάφεια, η δυνατότητα επαλήθευσης και κλινικο-διαγνωστικής λειτουργικότητας, συνιστούν τα κριτήρια που προσδιορίζουν την επιλογή ενός δεδομένου θεωρητικού μοντέλου από ένα άλλο".ΠΗΓΉ.www.psyche.gr/epist1.htm

Alessandro Salvini - Marco Guicciardi. (1983)


2 σχόλια: