Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

ΟΙ ΒΟΓΟΜΙΛΟΙ...[Μέρος Ε΄]



στ’. Δαιμονολογία. 
Σημαντική πληροφόρηση παρέχει ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός για την δαιμονολογία των Βογομίλων:

«Λέγουσιν ἀπ’ αὐτῶν μέν μόνων, ἥτοι τῶν Βογομίλων, φεύγειν αεί τούς δαίμονας ὡσεί τόξου βολήν, ἑκάστῳ δέ τῶν ἄλλων ἁπάντων ἐνοικεῖν δαίμονα, καί διδάσκειν αὐτῷ τά πονηρά καί ἄγειν ἐπί τάς ἀνοσιουργίας, καί ἀποθνήσκοντος ἐνοικεῖν αὖθις τοῖς λειψάνοις αὐτοῦ, καί παραμένειν τῷ τάφῳ, καί ἀναμένειν τήν ἀνάστασιν, ἵνα σύν αὐτῷ κολασθείη, καί μηδ’ ἐν τῇ κολάσει τούτου διαχρίζοιτο[xxvi]».

Η επίδραση της διδασκαλίας των Μασσαλιανών είναι εμφανής. Οι δαίμονες του Σαταναήλ ενεδρεύουν στο υγρό στοιχείο[xxvii]. Πηγές, ποταμούς, θάλασσες και τα υπόγεια ύδατα. Ίσως αυτός να ήταν και ένας λόγος που οι Βογομίλοι απέρριπταν τό Βάπτισμα.

Επρόκειτο μάλλον για εισαγωγική διδασκαλία. Προχωρώντας ακόμη περισσότερο ο ανακρινόμενος Βασίλειος αποκάλυψε με μια απολογητική τάση, ότι οι Βογομίλοι τιμούσαν τους δαίμονες, για να μην τους βλάπτουν:

«Ἔλεγεν ὁ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν ἔξαρχος ἐγγέγραφθαι τοῖς Εὐαγγελίοις αὐτῶν φωνήν τοῦ Κυρίου λέγουσαν, Τιμᾶτε τά δαιμόνια, οὐχ ἵνα ὠφεληθῆτε παρ’ αὐτῶν, ἀλλά ἵνα μή βλάψωσιν ὑμᾶς. Καί ἐρμηνεύων τήν τοιαύτην φωνήν προσετίθει, ὅτι χρη τιμᾷν τά ἐνοικοῦντα ἐν χειροποιήτοις ναοῖς δαιμόνια, προσκυνοῦντες αὐτά, ἵνα μή ὀργισθέντα διαφθείρωσι τούς μή τοῦτο ποιούντας[xxviii]».

Άμεσα ομολογούσαν ότι δεν πίστευαν στην δύναμη του Χριστού, να εκδιώξει τα δαιμόνια, εξαιτίας της απόφασης του πατρός να επιτρέψει την κοσμοκρατορία του Σαταναήλ. Έμμεσα ομολογούσαν σατανολατρία, σε απ’ ευθείας σύγκρουση με την πεποίθηση που αναφέρθηκε παραπάνω ότι το αποτέλεσμα της ενσάρκωσης του Χριστού ήταν να δέσει τον Σατανά. Οπωσδήποτε και σ’ αυτό το σημείο βλέπουμε την διγλωσσία τους. Με διαφορετικές θέσεις κατηχούσαν τα νέα μέλη και διαφορετικά πίστευαν και δίδασκαν οι πιο προχωρημένοι στην ασέβεια.

Δεν μπορεί ν’ αποφευχθεί η σύγκριση με τα όσα γράφονται στο Περί Δαιμόνων του Ψελλού:

«Οἱ δέ θατέρῳ τῷ νεωτέρῳ λατρεύουσιν (σσ. δηλ τον Χριστό), ὡς τῆς κρείττονος καί ὑπερκειμένης μερίδος κατάρχοντι, τόν πρεσβύτερον (σσ. δηλ. τόν Σαταναήλ) οὐκ ἀτιμάζοντες μέν, φυλαττόμενοι δέ αὐτόν ὡς κακοποιῆσαι δυνάμενον[xxix]»

Αυτή ήταν η δεύτερη από τις τρεις παρατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο έργο. Στην τρίτη:

«οἱ δέ χείρους αὐτῶν τήν ἀσέβειαν τοῦ μέν οὐρανίου διϊστῶσιν ἑαυτούς ἐπί πᾶν, αὐτόν δέ μόνον τόν ἐπίγειον Σαταναήλ ἐνστερνίζονται,… Ἀποθεραπεύειν δ’ αὐτόν καί μᾶλλον ἔτι βουλόμενοι, φεῦ, ὁπόσα παροινοῦσιν εἰς τόν οὐράνιον, φθονερόν τε λέγοντες εἶναι τἀδελφῷ παραλόγως διαφθονούμενον εὖ διακοσμοῦντι τά ἐπί τῆς γῆς καί φθόνῳ τυφόμενον σεισμούς καί χαλάζας καί λοιμούς ἐπάγειν[xxx]».

Προχωρώντας ακόμη περισσότερο ισχυρίζονταν ότι οι δαίμονες κατοικούν στους ναούς των Χριστιανών:

«Λέγουσιν ἐν πᾶσι τοῖς ἱεροῖς ναοῖς κατοικεῖν τούς δαίμονας διαλαχόντας αὐτούς ἀναλόγως τῆς ἑκάστου τάξεως και δυνάμεως. Τόν μέντοι Σατανᾶν πάλαι μέν ἀποκληρῶσαι αὐτῷ τόν πολυθρύλητον ναόν ἐν Ἰεροσολύμοις, μετά δέ τήν ἐκείνου τήν καταστροφήν ἐξιδιώσασθαι τόν ἐν τῇ βασιλίδι ταύτη τῶν πόλεων ὑπερφερῆ καί περιώνυμον τῆς τοῦ Θεοῦ σοφίας οἶκον[xxxi]».



ζ. Το δόγμα της αθανασίας.

Ταυτόχρονα υποστήριζαν ότι το Άγιο Πνεύμα κατοικεί μόνο σ’ αυτούς και ότι αυτοί μόνο είναι Χριστιανοί, όπως και οι Μεσσαλιανοί:

«Λέγουσι τούς τῆς πίστεως αὐτῶν, ὅσοις ἐνοικήσει τό παρ’ αὐτοῖς ἅγιον Πνεῦμα, πάντας θεοτόκους καί εἶναι καί ὀνομάζεσθαι, βαστάσαντας καί αὐτούς τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ, καί γεννήσαντας αὐτόν διά τοῦ διδάσκειν ἑτέρους, καί μηδέν πλέον αὐτῶν έχειν τήν πρώτην Θεοτόκον[xxxii]»

Έκφραση του ελιτισμού τους, εκτός από την διάρθρωση της κοινωνίας τους και τον διαχωρισμό των ομάδων σε τελείους και κατηχουμένους, διαφαίνεται και μέσα από την διδασκαλία τους. Αφού δηλαδή, δίδασκαν ότι μόνο αυτοί είναι πραγματικοί Χριστιανοί, και μόνο σ’ αυτούς ενυπάρχει το Άγιο Πνεύμα, στην συνέχεια διατείνονται ότι δεν επρόκειτο να πεθάνουν σωματικό θάνατο, αλλά να μετατεθούν:

«Λέγουσι τούς τοιούτους μή αποθνήσκειν, ἀλλά μεθίστασθαι, καθάπερ ἐν ὕπνῳ, τό πήλινον τουτί καί σάρκινον περιβόλαιον ἀπόνως ἐκδυομένους, καί τήν ἄφθαρτον καί θείαν στολήν ἐνδυομένους, καί γινομένους συσσώμους καί συμμόρφους αὐτοῦ, μεθισταμένους διά προπομπῆς ἀγγέλων, καί ἀποστόλων στην βασιλείαν τοῦ Πατρός, τό δέ ἀποδυθέν σῶμα τούτων εἰς τέφραν καί κόνιν διαλύεσθαι, μηκέτι μηδαμῶς ἀνιστάμενον[xxxiii]».


η. Απόρριψη των μυστηρίων.

Εφόσον κήρυτταν την ενοίκηση των δαιμόνων στους ναούς, ήταν φυσικό να απορρίπτουν τα μυστήρια.

«Τό μέν παρ’ ἡμῖν βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου λέγουσιν, ὡς δι’ ὕδατος ἐπιτελούμενον, τό δέ παρ’ αὐτοῖς τοῦ Χριστοῦ διἀ Πνεύματος, ὡς δοκεῖ αὐτοῖς τελούμενον[xxxiv]».

«Ἀτιμάζουσι τήν μυστικήν και φρικτήν ἱερουργίαν, καί τήν τοῦ δεσποτικοῦ σώματος καί αἵματος ἁγίαν μετάληψιν, θυσίαν τῶν ἐνοικούντων τοῖς ναοῖς δαιμόνων ταύτην ἀποκαλοῦντες[xxxv]».

- Απόρριψη του γάμου.

Απέρριπταν τον γάμο, όχι μόνο ως μυστήριο αλλά και ως τρόπο ζωής. Η πεποίθηση αυτή έχει το ανάλογό της στην διδασκαλία και στον τρόπο ζωής των πρώτων Μανιχαίων. Όπως εκείνοι έτσι και οι Βογομίλοι ανάγκαζαν τους κατηχουμενους να χωρίζουν τις συζύγους τους για να εισέλθουν στην τάξη των τελείων[xxxvi].

- Απόρριψη της εξομολόγησης.

Απέρριπταν την εξομολόγηση: «Οι αιρετικοί εξομολογούνται ο ένας στον άλλο και λύνουν τις αμαρτίες τους, όταν πιαστούν στα πλοκάμια του διαβόλου. Και δεν το πράττουν αυτό μόνο οι άντρες αλλά και οι γυναίκες, κάτι που είναι άξιο καταδίκης. Διότι λέει ο απόστολος: γυναικί δέ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδέ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ’ εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ. (Α’ Τιμ. 2.12)[xxxvii]»

-Απόρριψη της ιερωσύνης.

Απέρριπταν την ιερωσύνη:

«Προσβάλεται τους ιερείς και όλη την εκκλησιαστική ιεραρχία με το να ονομάζεται τους ιερείς που είναι αληθινοί πιστοί, τυφλούς Φαρισαίους, γαυγίζοντας εναντίον τους όπως τα σκυλιά κάποιον που ιππέυει˙ τα πνευματικά σας μάτια είναι τυφλά˙ διαβάζοντας τις επιστολές του αποστόλου Παύλου, είστε ανίκανοι να κατανοήσετε ποιος εγκατέστησε τους ιερείς, τους επισκόπους και τους υπόλοιπους της ιεραρχίας των κληρικών σε όλο τον κόσμο, αλλά όπως λέει ο απόστολος Παύλος, καί τήν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ του Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν[xxxviii]»


- Απόρριψη των αγίων.

Δεν αναγνώριζαν τους αγίους της Εκκλησίας, εκτός από όσους θεωρούσαν οι ίδιοι:

«Λέγουσιν ἁγίους Μόνους εἶναι τούς τε παρά τῷ Ματθαίῳ καί τῷ Λουκᾷ γενεαλογηθέντας, ὡς προείρηται, καί τούς ἐξκαίδεκα προφήτας, καί τους ἀποστόλους καί τούς μάρτυρας, όσοι διά τό μη προσκυνῆσαι τά εἰδωλα κατεσφάγησαν[xxxix]»

Είχαν δικό τους αγιολόγιο, για το οποίο μας ενημερώνει ο Ευθύμιος της Μονής Περιβλέπτου:

«Ας μιλήσω επίσης για τους ψευδο-αποστόλους, τους οποίους τιμούν αυτοί οι άθεοι, ειδικά για τον Πέτρο και τον Παύλο, των οποίων τα ονόματα προβάλουν πάντα, με σκοπό να τους κρύψουν πίσω από τα ονόματα των κορυφαίων αποστόλων. Ας μιλήσω γι’ αυτούς που είναι οι απόστολοι του διαβόλου, του οποίους τιμούν και σέβονται οι Φουνδαγιαγίτες. Αποδέχονται ως δικό τους πρώτο και μεγάλο απόστολο, τον Σίμωνα τον Μάγο – ξέρω ότι όλοι γνωρίζεται για τον Μάγο από τα έργα του Κλήμεντος – και μετά από αυτόν τόν Μοντάνο, και τον Πέτρο, τον γνωστό Πέτρο τον Ανάξιο για τον οποίο μιλήσαμε πρίν και θα μιλήσουμε ξανά, αποκαλύπτοντας την παγαπόντικη ζωή του, τον Παύλο τον Σαμοσατέα, τον αρχηγό των Παυλικιανών, από τον οποίο πήραν το όνομά τους, σαν να επρόκειτο για τον ίδιο τον Παύλο, τον Τυχικό και τον Σκυθιανό, καί τον Τερέβινθο, που ήταν γνωστός ως Βούδδας, και τον Κούρβικο, τόν γνωστό Μάνη, τον δάσκαλο των Μανιχαίων, τον Φούνδα, τον Ερμά, τους ακόλουθους του Μάνη και όλους τους άλλους αιρεσιάρχες, όπως τό Άρειο και τον Σαβέλλιο, αυτούς οι άθεοι Φουνδαγιαγίτες τιμούς και καλούν αποστόλους. Όλους όσοι είναι πραγματικά άγιοι, και απόστολοι και διδάσκαλοι καί όσιοι και μάρτυρες, τους οποίους οι Χριστιανοί τιμάμε και σεβόμαστε, αυτοί τους αποστρέφονται και τους ατιμάζουν[xl]».

Οι αποδοχή των συγκεκριμένων γνωστικών αιρεσιαρχών από τους Βογομίλους είναι ενδεικτική της συνέχισης του γνωστικισμού από αυτούς. Τελευταίους στην σειρά τιμούσαν τους εικονομάχους, σαφώς επηρεασμένοι από τους Παυλικιανούς, οι οποίοι τους είχαν δεχθεί στους κόλπους τους:

«Καί τούς μέν εὐσεβεῖς ἅπαντας βασιλεῖς ἀλλοτριοῦσι τοῦ κλήρου τῶν Χριστιανῶν, μόνους δέ καλοῦσι ὀρθοδόξους καί πιστούς τούς εἰκονομάχους, καί μάλιστα τόν Κοπρώνυμον[xli]».


θ. Εικονομαχική κληρονομιά.

Συνεπώς απέρριπταν και αυτοί την προσκύνηση των εικόνων,

«Ἀτιμάζουσι γάρ καί τάς σεβασμίους εἰκόνας, Τά εἴδωλα, λέγοντες, τῶν ἐθνῶν ἀργύριον καί χρυσίον, ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων, ἀγνοοῦντες, ὅτι ἄλλο εἴδωλον, καί ἄλλο εἰκών[xlii]»

του σταυρού,

«Ἀτιμάζουσι τόν θεῖον σταυρόν, ὡς ἀναιρέτην τοῦ Σωτήρος, ὅν ἔδει μᾶλλον τιμᾷν, ὡς καθαιρέτην τοῦ διαβόλου. Μέχρι γάρ τότε θανατηφόρον ὄργανον χρηματίζων, ἔκτοτε ζωηφόρον ὄπλον ἐγένετο, βασιλικώτατόν τε καί φοβερώτατον τοῖς ἐχθροῖς, ἄτε τῷ Δεσποτικῷ αἵματι καί ὕδατι κατάῤῥαντισθείς[xliii]».

καί των λειψάνων,

«Ἐρωτηθείς παρ’ ἡμῶν ὁ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν ἔξαρχος, Πῶς ἀποδοκιμάζετε τούς ἐν ἁγίοις ἱεράρχας καί τούς μακαρίους Πατέρας, ὧν τά λείψανα θαυματουργούσι; διάρας τά βέβηλα χείλη ἐξηρεύξατο λόγον πονηρόν. Εἶπε γάρ ὅτι συγκεκλήρωνται τούτοις δαίμονες, οἵ διδάξαντες αὐτούς ἔτι ζῶντας, οἵ τοῖς τάφοις αὐτῶν παραμένοντες τερατουργοῦσιν εἰς πρόσωπον αὐτῶν ἵνα τούς ἀνοήτους ἐξαπατήσωσι, καί πείσωσι τιμᾷν τούς ἀνάγνους ὡς ἁγίους[xliv]»Προσηλυτισμός.
Πρώτο μέλημα των Βογομίλων, όπως και όλων των αιρετικών σεκτών, ήταν η διάδοση της αίρεσης. Στην περίπτωση αυτών, διάδοση της αίρεσης σήμαινε πρωτίστως προσυλητισμό νέων μελών και όχι διάδοση της διδασκαλίας τους. Τις πραγματικές πεποιθήσεις τους τις κρατούσαν κρυφές και τις αποκάλυπταν μόνο σε αυτούς που εμπιστεύονταν, σε αυτούς που τους θεωρούσαν ότι είχαν δεθεί στην σέκτα και δεν υπήρχε κίνδυνος να τις αποκαλύψουν.

Για τον προσυλητισμό νέων οπαδών δρούσαν ύπουλα και υποκριτικά. Προσποιούνταν τους Χριστιανούς και προσπαθούσαν να εμφανίζουν μία σωστή χριστιανική ζωή. Το μόνο που θα μπορούσε να υποψιάσει ήταν ο κάπως επιδεικτικός τρόπος με τον οποίον συμμετείχαν στην κοινή εκκλησιαστική ζωή. Αυτά τα ομολογούσαν και οι ίδιοι:

«ὅμως οἱ δόλιοιμέσον ἡμῶν περιπατοῦντες καί συναναστρεφόμενοι ἐν ὑποκρίσει φαίνονται τά ἡμέτερα πάντα φρονοῦντες. Κτίζουσιν ἐκκλησίας οἱ ἀσεβεῖς, καθώς αὐτοί ταῦτα πάντα ὡμολόγησαν, οὐ πίστει, ἀλλά εἰς τό ἑμπαίζειν, καί μιαίνειν αὐτάς, ἐν αὐτῷ τῷ θυσιαστηρίῳ τάς μιαράς πράξεις, καί μίξεις αἰσχράς ποιεῖν μή παραιτούμενοι. Ζωγραφοῦσιν εἰκόνας, οὐ πίστει, ἀλλ’ εἰς τό ὑβρίζειν αὐτάς. Ποιοῦσι σταυρούς εἰς τό καταπατεῖν, καί μιαίνειν αὐτούς˙ βαπτίζουσι τά ἄθεα αὐτῶν νήπια ἐν ἐκκλησίαις φανερῶς οἴκοι δέ ἀπελθῶντες ἀποσπογγίζουσιν αὐτά ἐξανάτριχα μετά μεμιασμένου ὕδατος καί οὔρων, ὑπαναγινώσκοντες αὐτοῖς Σατανικήν ἐπῳδήν, καί τό τοιοῦτον ἀπόλουμα χέουσιν ἐν αἰσχρῷ τόπῳ καί μιαρῷ, ἀπαλλοτριοῦντες αὐτά τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Κοινωνοῦσι τῶν ἀχράντων μυστηρίων, οὐ νήστεις˙ εἰ δέ καί λαθεῖν δυνηθῶσι, πτύουσι τά ἅγια, καί καταπατοῦσιν οἱ παμμίαροι, κοινόν ἄρτον ταῦτα καί οἶνον ἡγούμενοι[i]».

Τον τρόπο της υποκρισίας κληρονόμησαν από τους Μανιχαίους, στους οποίους είχε διδάξει ο ίδιος ο Μάνης να πράττουν:

«Τότε ξανά του είπαμε, “Εφόσον, όπως παραδέχεσαι, όσα κάνετε και ο θεατρινισμός προέρχεται από τον διάβολο, τότε γιατί μιμείστε τα των Χριστιανών;” Ο δυστυχισμένος απάντησε έτσι, “Ο,τιδήποτε δεν ξεκινά από την πίστη είναι αμαρτία. Αν τα κάνουμε όλα, ωστόσο δεν τα κάνουμε από πίστη, είτε βάπτισμα, είτε ιεροσύνη, είτε μοναχικούς όρκους, είτε ό,τι άλλο χριστιανικό. Τα κάνουμε όλα προς επίδειξη, ή καλύτερα για κοροϊδία, με σκοπό την συγκάλυψη. Ο άρχοντάς μας μάς δίδαξε να συμπεριφερόμαστε έτσι λέγοντας, Κανείς δεν θα κινδυνέψει για χάρη μου. Προσποιηθήτε σε όλα. Δεν είμαι σκληρόκαρδος όπως ο Χριστός, για να πώ στους οπαδούς μου, όπως αυτός, «ὅστις δέ ἄν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10.33), αλλά σε περίπτωση ανάγκης να με αρνηθείτε και να με καταραστείτε. Πράξτε και πέστε τα πάντα εναντίον μου, προσποιηθήτε σε όλες ις δραστηριότητες τους Χριστιανούς, τότε επστρέψτε σε μένα και θα σας δεχθώ ξανά με χαρά[ii]».

Για την υποκριτική συμπεριφορά τους εύρισκαν αγιογραφικά ερείσματα:

«Ἔτι προσεγγεγράφθαι καί ταύτην ἔλεγε τοῦ Κυρίου φωνήν, Τρόπῳ σώθητε˙ τουτέστι, Μετά μηχανῆς καί ἀπάτης ὑποκρινόμενοι τήν πίστιν τῶν ἀναγκαζόντων ὑμᾶς, καί οὕτω σωζόμενοι ἀπό κινδύνου, καί θανάτου τοῦ παρ’ αὐτῶν, εἰς τοῦτο γάρ φέρειν καί τό, Ὅσα ἄν εἴπωσιν ὑμῖν ποιεῖν, ποιεῖτε, ἐν ὑποκρίσει δηλονότι, κατά δέ τά ἔργα αὐτῶν μή ποιεῖτε, ἐν ἀληθεία[iii]»


β. Τελετή μύησης – Σατανική Επωδή.

Όταν κάποιος από τους Χριστιανούς εξαπατούνταν και έπεφτε στα δίκτυα της αίρεσής τους, έπρεπε να περάσει από τελετή μύησης. Περιγράφεται από τον Ευθύμιο της Περιβλέπτου:

« Όταν με την συγκαλυμμένη διδασκαλία πείθαμε κάποιον ν’ απομακρυνθεί από τον Θεό και τον παρασέρναμε στο θέλημά μας, δηλ. στο θέλημα του διαβόλου, καί ξέραμε ότι η χάρις του Αγίου Πνεύματος, την οποία έλαβε κατά το βάπτισμα τόν άφησε, τότε”, είπε, “τότε έχουμε τυπικό να διαβάζουμε αυτή τη σατανική επωδή πάνω από το κεφάλι του σαν επισφράγισμα. Την στιγμή που τελειώνει το διάβασμα, η χάρις του Αγίου Πνεύματος τον εγκαταλείπει, την οποία έλαβε με το βάπτισμα, και σατανική ενέργεια έρχεται στον πλανεμένο, κι έκτοτε αν θέλει κάτι μιλά”. Όταν ρωτήθηκε αν το πλανεμένο άτομο γνωρίζει ότι διαβάζεται η σατανική επωδή επάνω του, είπε ότι δεν γνωρίζει: “Τον ξεγελάμε λέγοντας, Προτιθέμεθα να διαβάσουμε τα τέσσερα ευαγγέλια πάνω σου. Τοποθετούμε το βιβλίο πάνω από το κεφάλι του και ξεκινάμε με γνωστές λέξεις από το Ευγγέλιο, ώστε να μην αντιληφθεί. Έτσι, μυστικά μαζί με τις λέξεις του Ευαγγελίου απαγγέλουμε την επωδή πάνω στο κεφάλι του. Όταν τελείωσει αυτό και η χάρις του Αγίου Πνεύματος τον έχει εγκαταλείψει, λαμβάνει το σφράγισμα του διαβόλου, και πνεύμα πονηρίας εισέρχεται και εμφωλεύει στην καρδιά του. Στο μέλλον κανείς δεν μπορεί να τον γλιτώσει από τα χέρια του διαβόλου˙ δεν ξέρω αν θα μπρούσε και ο Θεός ο ίδιος”… Μετά τον ρωτήσαμε ξανά να μας πει, Μαθαίνει αργότερα αυτός που έχει παραστρατήσει σχετικά με την επιβολή της επωδής; Απάντησε: “Όχι δεν γνωρίζει, μόνο οι διδάσκαλοι του κακού το γνωρίζουν[iv]”».

Από την παρπάνω διήγηση επιβεβαιώνεται ο σατανιστικός χαρακτήρας των τελετών των Βογομίλων. Δεν γνωρίζει ο γράφων αν μπορεί ακόμα το θέμα να συζητείται ως αίρεση ή αν πρέπει να γίνει επαναπροσδιορισμός και κατάταξη στις σατανιστικές λατρείες. Οπωσδήποτε, ο Βογομιλισμός ήταν μια καταστροφική λατρεία. Επίσης επιβεβαιώνεται και η ύπαρξη της εσωτερικής διδασκαλίας, την οποία γνωριζαν όχι οι τέλειοι αλλά ένας ακόμη πιο στενός κύκλος, αυτός των διδασκάλων. Το τυπικό της τελετής επιβεβαιώνεται και από τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό:

«Διό καί τόν προσερχόμενον αὐτοῖς ἀναβαπτίζουσι, πρώτα μέν αφορίζοντες αὐτῷ καιρόν εἰς ἐξομολόγησιν, καί ἀγνείαν, καί σύντονον προσευχῆν. εἶτα τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον ἐπιτιθέντες, καί τό παρ’ αὐτοῖς ἅγιον Πνεῦμα ἐπικαλούμενοι, καί τό Πάτερ ἡμῶν ἐπάδοντες[v]».


γ. Consolamentum.

Ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός περιγράφει και δεύτερη τελετή, η οποία ακολουθεί την άσκηση του νεοσκότιστου:

«εἶτα μαρτυρίαν ἀπαιτοῦσιν, εἰ ἐφύλαξε πάντα, εἰ σπουδαίως διηγωνίσατο, καί μαρτυρούντων ἀνδρῶν, ὀμοῦ καί γυναικῶν ἄγουσιν αὐτόν ἐπί τήν θρυλλουμένην τελείωσιν, καί στήσαντες τον ἄθλιον κατά ἀνατολάς ἐπιτιθέασιν αὖθις τῇ μιαρᾷ τούτου κεφαλῇ τό Εὐαγγέλιον, καί τάς ἐναγεῖς αὐτῶν ἐπέχοντες χεῖρας οἱ παρατυχόντες ἄνδρες καί γυναῖκες τήν ἀνόσιον ἐπάδουσι τελετήν. Αὕτη δέ ἐστιν εὐχαριστήριος ὕμνος, ὅτι διεφύλαξε τήν παραδεδομένην ἀσέβειαν. Καί οὗτω τελοῦσι, μᾶλλον δέ συντελοῦσι, καί καταποντίζουσι τόν βυθοῦ καί διαφθορᾶς ἐπάξιον[vi]».

Αυτή η δεύτερη τελετή, στην οποία γίνονταν και επιχειρίαση, ενδέχεται να ήταν το consolamentum των δυτικών πηγών. Την σατανική επωδή είχε συνθέσει ο Λυκοπέτρος. Η ιστορία του Πέτρου Λυκοπέτρου βρίσκεται σε μετάφραση στο παράρτημα.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου