Στο ρεύμα από Θεσσαλονίκη προς Χαλκηδόνα, 500 μέτρα περίπου πριν την είσοδο της πόλης στο δεξί μας χέρι και σε απόσταση 250 μέτρων από τον κεντρικό δρόμο, βρίσκεται μια μικρή πέτρινη εκκλησία, της Ζωοδόχου Πηγής. Φαίνεται σχετικά καθαρά από το δρόμο και η πρόσβαση είναι πανεύκολη μέσω ενός χωματόδρομου που ξεκινάει από τον κεντρικό δρόμο.
Στον περίβολο της εκκλησίας, όσο κι αν σας φαίνεται απίστευτο, βρίσκεται ένα πολύ "περίεργο" νεκροταφείο...
Κέλτικοι σταυροί από πέτρα, ύψους μέχρι και 2 μέτρα, διάσπαρτοι εδώ κι εκεί στον περίβολο της εκκλησίας, μικρότεροι πέτρινοι σταυροί μισοθαμμένοι στο μαλακό έδαφος, και παντού τρύπες ... και, όπου κι αν πατήσεις, νομίζεις ότι το όλο μέρος είναι φρεσκοσκαμμένο... αν και 1000 χρόνων παλιό όμως...
Οι τεράστιοι σταυροί έχουν πάνω τους πολύ περίεργα σχέδια σκαλισμένα. Το νεκροταφείο αυτό ανήκει στους Βογόμιλους ... ποιοί είναι αυτοί; ... αίρεση που άκμασε στο Βυζάντιο τον 9ο - 12ο αιώνα, στα εδάφη που στη σημερινή εποχή βρίσκονται η ΠΓΔΜ, η Νότια Σερβία, η Βοσνία η Βουλγαρία και η κεντρική Μακεδονία. Για περισσότερες πληροφορίες για τους Βογόμιλους κάντε κλικ εδώ:
Και για να σας κάνω πιό ενδιαφέρουσα την ιστορία, οι Βογόμιλοι θεωρούνται οι "προπάτορες" των Καθαρών. Η "αίρεση" που αναφέρεται εκτεταμένα στο "Da Vinci Code" του Dan Brown. Οι Σταυροφόροι που περνούσαν από τα μέρη μας, επηρεάζονταν από τους Βογόμιλους και όταν γυρνούσαν στην πατρίδα τους, μετέδιδαν τα πιστεύω και τις δοξασίες τους.
Το συγκεκριμένο νεκροταφείο έχει περίπου 17 τάφους που φαίνονται, και σίγουρα ακόμη περισσότερους από κάτω, διότι η βλάστηση είναι πολύ πυκνή και οι άνθρωποι της παρακείμενης εκκλησίας (όλως τυχαίως) έχουν εντελώς παρατημένο το μέρος.
Ακόμη και η παρακείμενη εκκλησία, έχει κτιστεί από χαλάσματα μιας πολύ παλαιότερης, της Αγίας Ελεούσας, που υπήρχε εκεί τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Αν παρατηρήσετε γύρω γύρω την εκκλησία, θα βρείτε πάρα πολλές περίεργες επιγραφές και σύμβολα στον εξωτερικό τοίχο.
Από όσο έχω μάθει, το Μουσείο Βυζαντινής Ιστορίας της Θεσσαλονίκης έχει ανακηρύξει το μέρος μνημείο, αλλά αμφιβάλλω αν κάποιος σήμερα γνωρίζει κάτι για το αν θα καθαριστεί, προβληθεί και θα μελετηθεί το νεκροταφείο όπως πρέπει...
Αξίζει πάντως να το επισκεφθείτε, στο κάτω κάτω, όσοι μένουν Βόρειο Ελλάδα, η Χαλκηδόνα είναι 20-30 λεπτά από Θεσσαλονίκη. «Πληροφορίες και από BigTelas,: Ιούλιος 07, 2007»
Σε εισήγησή του, στο 8ο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης (1988), ο εκλιπών βυζαντινολόγος Νικόλαος Οικονομίδης είχε επισημάνει την ομοιότητα αυτών των μνημείων με αντίστοιχες δισκοειδείς στήλες της Νότιας Γαλλίας, της Βουλγαρίας και της Βοσνίας, που αποδίδονται στους Βογόμιλους και τη "θυγατρική" τους δυτικοευρωπαϊκή μεσαιωνική αίρεση των Καθαρών. Με αντίστοιχο προφανώς σκεπτικό, το υπουργείο Πολιτισμού επί Μελίνας Μερκούρη κήρυξε διατηρητέο το παλαιό νεκροταφείο της Χαλκηδόνας, όπου συναντάμε άλλους 53 τέτοιους σταυρούς (απόφαση αρ. Β2/Φ34/29280/756 της 4.8.88).
Παντελώς άγνωστο στον πολύ κόσμο, στην Ν.Χαλκηδόνα, στην πεδιάδα της Θεσσαλονίκης, ανάμεσα στις εντατικές καλλιέργειες και τις μάντρες με γεωργικά μηχανήματα και αποθήκες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, υπάρχει ένας χώρος-όαση (γύρω στα 15 στρέμματα) όπου συνυπάρχουν τρία μνημεία διαφορετικών πολιτισμών, οι οποίοι είχαν αντιπαρατεθεί η μια στην άλλη:
Ένας μισο-κατεστραμμένος μιναρές, μια παλιά ορθόδοξη εκκλησία και ένα μεσαιωνικό νεκροταφείο Βογομίλων με μεγάλους πέτρινους κέλτικους σταυρούς.
Ένας μισο-κατεστραμμένος μιναρές, μια παλιά ορθόδοξη εκκλησία και ένα μεσαιωνικό νεκροταφείο Βογομίλων με μεγάλους πέτρινους κέλτικους σταυρούς.
http://www.hamomilaki.gr/
Αλλά ας τά πάρουμε απ τήν αρχή
α. Εμφάνιση Βογομιλισμού.
Η χώρα νότια του Δούναβη ήταν εκχριστιανισμένη μέχρι τον Στ’ αι. Μετά τις σλαβικές μετακινήσεις και την πληθυσμιακή αλλοίωση, η εκκλησιαστική διοίκηση έχασε τα ερείσματά της στην περιοχή καθώς ο πληθυσμός των Χριστιανών Ρωμαίων μειώθηκε δραματικά, ενώ αυξήθηκε κατακόρυφα ο σλάβικος παγανισμός. Οι Βούλγαροι κατά την είσοδό τους περίπου το 681 μ.Χ. στα εδάφη της αυτοκρατορίας, δεν ενδιαφέρθηκαν να γνωρίσουν την Ορθοδοξία, μέχρι την εποχή του Χάνου Κρούμου (852-889), ο οποίος προσκάλεσε ιεραπόστολους από την Κωνσταντινούπολη και τελικά το 870 μ.Χ. αποδέχθηκε την παρουσία Ορθόδοξου επισκόπου[i], ο οποίος έφερε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου.
Την εποχή αυτή έγραψε και την πραγματεία του για τους Παυλικιανούς ο Πέτρος Σικελιώτης και την αφιέρωσε στον Αρχιεπίσκοπο Βουλγαρίας[ii]. Ζώντας για κάποιο χρονικό διάστημα στην Τεφρική, γνώρισε τα σχέδια των αιρετικών, για την αποστολή δικών τους διδασκάλων στα εδάφη της Βουλγαρίας, με σκοπό την διάδοση των ιδεών τους:
«πάλιν δέ καί τῶν ἀσεβῶν ἐκείνων ἀκούσας φληναφούντων ὡς μέλλουσιν ἐξ αὐτῶν ἐκείνων ἀποστέλλειν ἐν τοῖς τόποις Βουλγαρίας τοῦ ἀποστῆσαί τινας τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί προς τήν οἰκείαν καί μεμιασμένη αἵρεσιν ἐπισπάσασθαι, τῇ ἀρχῇ τοῦ θείου κηρύγματος θαρροῦντες, καί οἰόμενοι ὡς εὐκόλως δυνήσονται τῷ ἀδόλῳ καί ἀληθινῷ σίτῳ τά οἰκεία σπεῖραι ζιζάνια˙[iii]»
Η αλήθεια είναι ότι οι Παυλικιανοί μεταφέρθηκαν για πρώτη φορά στα Βαλκάνια επί Κωνσταντίνου Ε’ Κοπρώνυμου. Η παραπάνω πληροφορία μπορεί να σημαίνει ότι υπήρχε κάποια σχέση μεταξύ των αιρετικών κοινοτήτων των Βαλκανίων και των ομοίων της Μικράς Ασίας ή μπορεί οι πρώτες κοινότητες να περιέπεσαν σε μαρασμό και να χρειάζονταν νέους διδασκάλους για την διάδοση της αίρεσης στον νεοφώτιστο Βουλγαρικό πληθυσμό. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που παρατηρείται είναι ότι με την διάδοση της Ευαγγελικής αλήθειας στη Βουλγαρία, ξεκινά και η διάδοση της αίρεσης.
Η επιτυχής εγκαθίδρυση κοινοτήτων Παυλικιανών στην Βουλγαρία επιβεβαιώνεται από τον Ιωάννη Έξαρχο, λόγιο ιερέα της εποχής του Χάνου Συμεών (893-827), γιού του Βόρη. Αυτό που κάνει εντύπωση στην αναφορά του Ιωάννη Έξαρχου είναι η αποδοχή εκ μέρους των αιρετικών, του διαβόλου ως του μεγαλύτερου γιου του Θεού[iv]. Η δοξασία αυτή δεν ήταν παυλικιανής προέλευσης. Έχουμε, λοιπόν μια πρώτη αναφορά σε βογομιλική διδασκαλία. Στο κείμενο οι αιρετικοί ονομάζονται Μανιχαίοι, όνομα σύνηθες, όχι μόνο για τους Παυλικιανούς, αλλά και για κάθε μορφής αιρετική σέκτα, η οποία αποδέχεται την δυαρχία.
β. Η αλληλογραφία του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Θεοφύλακτου
και του Τσάρου Πέτρου.
και του Τσάρου Πέτρου.
Ο γιος του Συμεών, Πέτρος (927-969), αναγνωρίστηκε Τσάρος, από τον αυτοκράτορα Ρωμανό Α’ Λεκαπηνό (920-944) και συνδέθηκε μαζί του με αγχιστεία, καθώς νυμφεύθηκε την εγγονή του Μαρία. Όταν λοιπόν, ο Πέτρος ενημερώθηκε για την ύπαρξη αιρετικών ομάδων στην επικράτειά του απευθύνθηκε στον Πατριάρχη Κων/πόλεως Θεοφύλακτο Λεκαπηνό, γιο του Ρωμανού Α’ και συγγενή του. Η κίνηση αυτή του Πέτρου, να παρακάμψει τον αρχιεπίσκοπο της χώρας του και να στραφεί προς την Κωνσταντινούπολη είναι ενδεικτική του καλού κλίματος στις σχέσεις των δύο κρατών. Τα μεγαλεπήβολα σχέδια των προκατόχων του για την εκ νέου δημιουργία ρωμαϊκού κράτους από τους Βούλγαρους και την ανεξαρτητοποίηση της Βουλγαρικής Εκκλησίας, εγκαταλείφθηκαν. Σε κίνηση καλής θέλησης απέναντι στον Τσάρο, ο Ρωμανος Λεκαπηνός αναγνώρισε τον επίσκοπο Αχρίδας, Δαμιανό, ως Πατριάρχη Βουλγαρίας, τίτλος που καταργήθηκε από τον Ιωάννη Τσιμισκή, μετά την κατάλυση του Βουλγαρικού Κράτους.
Μέσα από αυτές τις κινήσεις καλής θέλησης, η εθνικιστική Βουλγαρική θεώρηση της αίρεσης των Βογομίλων ως αντίδραση στην κεντρική Κωνσταντινοπολίτικη εξουσία, καταρρίπτονται. Οπωσδήποτε, φωνές διαμαρτυρίας για την εγκατάλειψη της πολιτικής των προηγούμενων Τσάρων, θα υπήρξαν εντός της βουλγαρικής αυλής. Δεν έχουν καταγραφεί, όμως, αντιδράσεις. Οι απόψεις, που θέλουν να προσμετρήσουν τον Βογομιλισμό ως τέτοια αντίδραση, δεν έχουν ερείσματα, είναι αυθαίρετες και η σκοπιμότητά τους είναι τόσο φανερή, που τους αφαιρεί οποιαδήποτε επιστημονικότητα. Έρχονται απλώς να στηρίξουν μια κατασκευασμένη θέση.
Ο ίδιος ο Πατριάρχης δεν φημίζονταν για την θεολογική κατάρτισή του ή για την προσωπική του ενασχόληση με τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Σώζεται μια επιστολή[v] που φέρει το όνομά του, έχει ως παραλήπτη τον Τσάρο Πέτρο και αφορά το θέμα των αιρετικών. Ενδέχεται να είναι προϊόν του πατριαρχικού περίγυρου και όχι του ίδιου του Θεοφύλακτου.
Από τα αναθέματα που περιέχονται στην επιστολή, γίνεται φανερό ότι οι αναφερόμενοι αιρετικοί, αν και αποκαλούνται επίσης Μανιχαίοι, διαφέρουν από τους Παυλικιανούς. Στο δεύτερο ανάθεμα φαίνονται ως μετριοπαθείς δυαρχικοί, αποδίδοντας την δημιουργία μόνο του υλικού κόσμου στον Διάβολο, ενώ οι Παυλικιανοί ήταν απόλυτα δυαρχικοί. Στο τέταρτο ανάθεμα φαίνεται ότι αποδέχονται τον μοναχισμό, σε αντίθεση με τους Παυλικιανούς. Οι δεύτεροι είχαν κάθετα αρνητική στάση στο ζήτημα. Με την αποδοχή του μοναχισμού οι Βογομίλοι προσιδίαζαν με τους Μεσσαλιανούς, γι’ αυτό και σε μεταγενέστερους χρόνους χρησιμοποιούνται και τα δύο ονόματα γι’ αυτούς.
Ο D. Obolensky δεν κατάφερε να αναγνωρίσει την διαφορά της μετριοπαθούς δυαρχίας των Βογομίλων, με την αυστηρή δυαρχία των Παυλικιανών[vi]. Γι’ αυτό και θεωρεί ότι από το σύνολο των αναθεμάτων – πρόκειται για 14 αναθέματα, εκ των οποίων 9 αφορούν αιρετικές πεποιθήσεις και τα υπόλοιπα αναθεματίζουν τους αιρεσιάρχες-αρχηγούς[vii] -, μόνο ένα δεν αντιστοιχεί σε ανάλογη καταγραφή στην Ιστορία του Πέτρου Σικελιώτη. Πρόκειται για το τέταρτο ανάθεμα:
«Τοῖς τόν εὔνομον γάμον ἀθετοῦσι καί τοῦ δαίμονος εἶναι νομοθεσίαν τήν αὔξησιν τοῦ γένους ἡμῶν καί διαμονήν δυσφημοῦσιν, ἀνάθεμα[viii]»
Η προσφυγή στο έργο του Πέτρου Σικελιώτη από όσους ήθελαν να χειριστούν κάποιο θέμα σχετικό με τους Παυλικιανούς, είναι αναγκαία. Αυτό που ενδιέφερε τον Obolensky δεν ήταν το ν’ αποδείξει την σχέση της Ιστορίας και της Επιστολής, αλλά η άρνηση της αιτιώδους σχέσης των Παυλικιανών και των Βογομίλων, άρνηση στην οποία προχώρησαν οι δύο κατηγορίες των ιστορικών, όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή. Το θέμα αυτής της σχέσης θα συζητηθεί εδώ, με την εξέταση της διδασκαλίας των Βογομίλων.
Στο σημείο αυτό πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι στην δεύτερη επιστολή του ο πατριάρχης Θεοφύλακτος, όπως και ο Τσάρος Πέτρος, δεν ενδιαφέρονταν να ταυτοποιήσουν τους αιρετικούς. Αυτό ήδη είχε γίνει και προφανώς είχε απασχολήσει τις δύο πρώτες επιστολές που δεν σώθηκαν. Επίσης είναι πολύ πιθανό και οι δύο να ήταν εξοικειωμένοι με το έργο του Πέτρου Σικελιώτη, ειδικά ο Τσάρος, εφόσον η Ιστορία απευθύνονταν στον Αρχιεπίσκοπο Βουλγαρίας. Το αντικείμενο της Επιστολής του Θεοφύλακτου ήταν η αντιμετώπιση των αιρετικών, γι’ αυτό και έστειλε στον Τσάρο μια φόρμουλα αναθεμάτων για την επιστροφή τους στην Εκκλησία. Η ταυτοποίηση μέσω της Επιστολής αφορά εμάς, αρκετούς αιώνες μετά και γι’ αυτό αποτελεί πηγή.
Για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής η σχέση Παυλικιανών και Βογομίλων, όπως και η σύνδεση, τουλάχιστον ιδεολογική, όλων των δυαρχικών συστημάτων με τον Μανιχαϊσμο, ήταν δεδομένη. Παρ’ όλα αυτά γνώριζαν ότι οι Βογομίλοι δεν ταυτίζονταν με τους Παυλικιανούς. Ο πατριάρχης Θεοφύλακτος αναφέρει στην αρχή της Επιστολής:
«Ἐπεί δέ σοι καί ἤδη περί τῆς νεοφανοῦς ἀντεγράφη κατά τά ἐρωτηθέντα αἱρέσηος, καί νῦν τρανότερόν τε καί διεξοδικώτερον γράφομεν πάλιν, ὡς ἐπεζήτησας[ix]»
Αφενός, λοιπόν, την αναγνωρίζει ως νεοφανή, αφετέρου και λίγο παρακάτω, την αναφέρει ως «παλαιάν[x]». Αναγνωρίζει ότι «Μανιχαϊσμός …ἐστι, παυλιανισμῷ συμμιγής, ἡ τοῦτων δυσσέβεια». Γι’ αυτό και στα αναθέματα, εκτός των αιρετικών πεποιθήσεων, αναθεματίζονται και οι αιρεσιάρχες-αρχηγοί των Μανιχαίων και των Παυλικίανων.
Η σειρά των αναθεματισμών των αιρεσιαρχών-αρχηγών Μανιχαίων και Παυλικιανών δεν αποδεικνύει, ότι το μόνο που έκανε ο Πατριάρχης ήταν ν’ αντιγράψει την Ιστορία του Πέτρου Σικελιώτη. Η σειρά που ακολουθείται είναι χρονική, από τους πρώτους προς τους τελευταίους. Σκυθιανός, Τερέβυνθος, Μάνης, Παύλος και Ιωάννης οι γιοι της Καλλινίκης, Κωνσταντίνος, Συμεών, Παύλος, Θεόδωρος, Γεγναίσιος, Ιωσήφ, Ζαχαρίας, Βαάνης και Σέργιος. Είναι λογική και αναμενόμενη. Μέχρι στιγμής δεν αναφέρθηκε αρχηγός των Βογομίλων. Επιφυλάσσεται να γίνει στην επόμενη ιστορική καταγραφή.
Η φόρμουλα των αναθεματισμών αφορούσε τους μετανοούντες αιρετικούς, οι οποίοι ήθελαν να επιστρέψουν στην εκκλησία. Γι’ αυτούς που επέμεναν στην κακοδοξία, αναγνωρίζει ότι έπρεπε να εφαρμόζονται «οἱ πολιτικοί τῶν Χριστιανῶν νόμοι», αλλά παροτρύνει να νουθετούνται μετ’ επιμονής, «ἔτι καί ἔτι[xi]», με χρήση της δύναμης της πειθούς, χωρίς να χάνεται η ελπίδα της μετάνοιάς τους. Αν παρ’ όλα αυτά εμμένουν στην αμετανοησία, ας είναι αυτοκατάκριτοι, κατά τον Απόστολο. Ουσιαστικά, ο πατριάρχης Θεοφύλακτος συνιστά ν’ αποφεύγεται η εκτέλεσή τους, πάγια θέση της Εκκλησίας, όπως είδαμε και στο κεφάλαιο των Παυλικιανών.
γ. Η Ομιλία του πρεσβύτερου Κοσμά.
Η επόμενη αναφορά στους Βογομίλους γίνεται μέσα από μια ομιλία του Βούλγαρου πρεσβύτερου Κοσμά[xii]. Η χρονολόγησή της είναι σχετική. Το παλαιότερο κείμενο είναι ένα χειρόγραφο του ΙΔ’ αι. Υπάρχουν ακαδημαϊκοί, οι οποίοι δέχονται ότι γράφτηκε στις αρχές το ΙΓ’ αι., ενώ άλλοι δέχονται ως περίοδο συγγραφής τον ύστερο Ι’ αι[xiii]. Η μόνη σχετική ένδειξη για τον χρόνο γραφής είναι η αναφορά στον θάνατο του Τσάρου Πέτρου, το 969 μ.Χ. Είναι γραμμένο στην παλαιοσλαβονική. Οι Emile Georgief και Marcel Dando θεωρούν ότι το έργο γράφτηκε το 1211 και ήταν ομιλία εισήγηση στη Σύνοδο του Τύρνοβου. Στην συγκεκριμένη Σύνοδο δικάστηκαν και καταδικάστηκαν οι Βογομίλοι.
Σύμφωνα με αυτή την πηγή, ιδρυτής της αίρεσης ήταν κάποιος ιερέας Βογόμιλος. Το όνομα μεταφράζεται ως Θεόφιλος[xiv].
«Στην διάρκεια της βασιλείας του Ορθόδοξου βασιλιά Πέτρου, εμφανίστηκε στην βουλγαρική γη ένας παπάς με το όνομα Βογομίλος (αγαπημένος του Θεού), που θα ήταν σωστότερο να ονομάζεται Βογονέμιλ (μισητός από το Θεό). Αυτός ήταν ο πρώτος που δίδαξε μια αίρεση στη Βουλγαρία[xv]»
Εκτός του ονόματος «Βογομίλος», το οποίο είναι η μόνη ένδειξη για την αυτόχθονη γέννηση της αίρεσης και γι’ αυτό προωθήθηκε η νεώτερη χρονολόγηση του κειμένου, υπάρχουν και άλλα, ελληνικής προέλευσης, τα οποία κατ’ αναλογία θέτουν σε αμφισβήτηση την βουλγαρική ρίζα. Η προσωπικότητα του παπα-Βογόμιλου αγνοείται από την ελληνικές πηγές. Σ’ αυτές αναφέρονται «Φουνδαγιαγίτες[xvi]», «Χριστοπολίτες[xvii]», «Ευχίτες[xviii]», «Κουδούγεροι[xix]» κ.α.
Ο πρεσβύτερος Κοσμάς δίνει πολλές πληροφορίες για τα πιστεύω και τις πρακτικές των Βογομίλων. Αξίζει να αναφερθεί εδώ ένα ακόμη σημείο, το οποίο δείχνει ότι τελικά οι επιδιώξεις των αιρετικών δεν ήταν προϊόντα της αφύπνισης κάποιας εθνικής συνείδησης:
«Διδάσκουν τους οπαδούς τους να μην υπακούν στους αφέντες τους˙ περιφρονούν τους πλούσιους, μισούν τον Τσάρο, κοροϊδεύουν τους ανωτέρους τους, μέμφονται τους βογιάρους, πιστεύουν ότι ο Θεός κοιτά με αποτροπιασμό σε όσους εργάζονται για τον Τσάρο και συμβουλεύουν κάθε υπηρέτη να μην δουλεύει για τον αφέντη του[xx]»
Η αντίθεση των Βογομίλων στην πολιτική εξουσία ακόμη και των Βουλγάρων δεν αφήνει περιθώρια να θεωρήσουμε την δημιουργία της αίρεσης ως εθνική αντίδραση ενάντια στο Κωνσταντινοπολίτικο κέντρο. Αλλά δεν δείχνει να εκφράζει επίσης κάποια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη. Αυτό που αφήνει να εννοηθεί είναι μια αντίδραση ενάντια σε οποιαδήποτε μορφή πολιτικοκοινωνικής εξουσίας. Αντίθετα, η προσπάθεια τους να εμφανίζονται ως Χριστιανοί, μετερχόμενοι μεθόδους αντίθετες από την επίσημη διδασκαλία της ομάδας, όπως φαίνεται σε άλλα σημεία του έργου του Κοσμά, υπονοεί ότι αποζητούσαν την αποδοχή ή έστω την ανοχή της επίσημης Εκκλησίας για ιδιοτελείς λόγους. Αν λοιπόν, το φαινόμενο δεν είχε τόσο έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα θα μπορούσε να εμφανιστεί ως αναρχικό κίνημα.
Ο Κοσμάς παρουσιάζει τους αιρετικούς ως κοινωνικούς ριζοσπάστες. Παρόμοιες περιγραφές δεν υπάρχουν στις άλλες πηγές. Μπορεί να υποτεθεί ότι επιδίωξή του ήταν να στρέψει τις αρχές εναντίον τους, υπερβάλλοντας τις πεποιθήσεις τους περί γενικής αποστροφής του κόσμου, εξαιτίας της διαβολικής προέλευσής του, και όχι ειδικά εναντίον των αρχών. Μια τέτοια προοπτική καθιστά αδύναμη την υπόθεση της μαρξιστικής μερίδας των ιστορικών, για εκδήλωση ταξικής πάλης.
Σ’ αυτό συνηγορεί και η επόμενη μαρτυρία του Κοσμά˙ οι Βογομίλοι δεν εξέφραζαν ανοικτά τις απόψεις τους[xxi], αντίθετα κρύβονταν και ο συνδυασμός με την ακρίβεια κατά τους εξωτερικούς τύπους της καλής «χριστιανικής» ζωής καθιστούσε δυσχερές το έργο της ανακάλυψής τους[xxii]. Οπότε ο περιγραφόμενος από τον Κοσμά ριζοσπαστισμός τους, αν υπήρχε, έμενε στην θεωρία και δεν μεταφράζονταν σε ανοικτή διαμάχη, πραγματικό ταξικό αγώνα.
Δεύτερο σημαντικό στοιχείο αναφύεται μέσα από την περιγραφή του Κοσμά η μορφή της δυαρχίας των Βογομίλων. Φάνηκε ήδη από την Επιστολή του πατριάρχη Θεοφύλακτου η διαφορά της μετριοπαθούς δυαρχίας, με την αποδοχή από αυτούς του διαβόλου ως δημιουργού μόνο του υλικού κόσμου. Στον Κοσμά η μετριοπάθεια εξελίσσεται ακόμη περισσότερο. Αναφέρει ότι αποδέχονται τον διάβολο ως τον νεώτερο γιο του Θεού:
«Όταν ακούν τον Κύριο στο Ευαγγέλιο να λέει την παραβολή με τους δύο γιους (σσ εννοεί την παραβολή του ασώτου), υποστηρίζουν ότι ο Χριστός είναι ο μεγαλύτερος γιος και ο νεώτερος, που εξαπάτησε τον πατέρα, ο διάβολος. Οι ίδιοι τους του έδωσαν το όνομα Μαμμωνάς, και τον αποκαλούν δημιουργό και αρχιτέκτονα των υλικών[xxiii]».
Αυτή είναι μια μεταγενέστερη αντίληψη των Βογομίλων, και αν συνυπολογιστεί η μαρτυρία του Κοσμά για τις εσωτερικές διενέξεις των αιρετικών[xxiv], τότε αποδεικνύεται ότι οι απόψεις που θέλουν το κείμενο μεταγενέστερο του Ι’ αι. είναι σωστές. Οι αντιδικίες μεταξύ των οπαδών της απόλυτης και της μετριοπαθούς δυαρχίας οδήγησαν στην απόσχιση της σέκτας (ordo) Δραγόβιτσα, όπως θα δούμε παρακάτω. Παλαιότεροι ιστορικοί προσπάθησαν να δείξουν ότι το σχίσμα συνέβη τον Ι’ αι[xxv]. Οι απόψεις τους δεν έγιναν δεκτές καθώς διαφωνούν ισχυρά οι καλά πληροφορημένες επί του θέματος δυτικές πηγές[xxvi].
Ως αιτιολόγηση της διαφοράς, οι υποστηρικτές της πρώιμης χρονολόγησης θεωρούν ότι ο Κοσμάς ήταν καλύτερα πληροφορημένος από τον Θεοφύλακτο[xxvii]. Αλλά αυτό είναι ένα αδύναμο επιχείρημα, διότι προκύπτει χρονική διαφορά μεταξύ των εξελικτικών σταδίων της μετριοπαθούς δυαρχίας και όχι διάσταση απόψεων Κοσμά και Θεοφύλακτου. Αυτό που επιχειρείται από τους υποστηρικτές της πρώιμης χρονολόγησης είναι αναχρονισμός, όπως επίσης αναφέρθηκε στην εισαγωγή.www.impantokratoros.gr
Συνεχίζεται...
Συνεχίζεται...
Πολύ ενδιαφέρον το άρθρο σου όπως πάντα Φωτεινή μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο και το νέο λουκ του μπλόγκ σου!
Καλό μήνα εύχομαι με φιλιά θαλασσινά!
Καλό μήνα Ζουζούνι μου..χαιρομαι που σου αρεσει η ενοτητα..φιλάκια με αγαπη
ΑπάντησηΔιαγραφή