Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2011

ΓΚΡΙΖΟΙ ΛΥΚΟΙ..Μέρος Γ΄


Οι Γκρίζοι Λύκοι στην Κύπρο

Ένα από τα περιστατικά δράσεως των Γκρίζων Λύκων στο εξωτερικό, σε διατε¬ταγμένη και πάλι υπηρεσία, ήταν η μαζική συμμετοχή τους -αριθμούσε πάνω από 4.000 μέλη- που είτε μεταφέρθηκαν από την Τουρκία είτε ήταν έποικοι, στην επι¬χείρηση εναντίον των Ελληνοκυπρίων διαδηλωτών, τον Αύγουστο του 1996, που οδήγησε στους φόνους των Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού.


Στην υπόθεση αναφέρθηκε για μία ακόμη φορά το όνομα της Τουρκικές Τα¬ξιαρχίας Εκδικητών, μία παρακρατική οργάνωση - φάντασμα που, σύμφωνο με πληροφορίες, έχει δημιουργηθεί από τους εθνικιστές των Γκρίζων Λύκων, στο παρελθόν έχει χρησιμοποιηθεί από τη Μυστική Υπηρε¬σία της τουρκικής, Χωροφυλακής, το τουρκικό Γενικό Επιτελείο, και που στο ενεργητικό της αριθμεί δεκάδες δολοφονίες Κούρδων αντιφρονούντων, και μία πλούσια δράση στην Κύπρο. Η ίδια η οργάνωση είχε αναλάβει την ευθύ¬νη για τη δολοφονία του Τουρκοκύπριου δημοσιογράφου Κουτλού Ανταλί, το 1996.

Η ΤΙΤ αποκαλύφθηκε τον Μάρτιο του 1998, όταν προειδοποίησε Έλληνες, ότι θα υπάρξουν αντίποινα, εάν οδηγηθούν σε δίκη οι κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του Σολωμού Σολωμού, Κενάν Ακίν, υπουργός Γεωργίας του κα¬τοχικού καθεστώτος στην Κύπρο, και Ερνάλ Εμανέτ, επικεφαλής των κατοχικών Δυνάμεων Ασφαλείας

Δράση εναντίον Αρμενίων

Η ανάθεση «εργολαβιών για εθνικούς σκοπούς» στους Γκρίζους Λύκους, δεν δοκιμάστηκε πρώτη φορά στην Κύπρο, το 1996. Υπάρχουν πληροφορίες ότι από την προηγούμενη δεκαετία, αρκετοί Γκρί¬ζοι Λύκοι και μέλη της Μαφίας, χρησιμοποιήθηκαν στον Λίβανο και στην Ευρώ¬πη, εναντίον της αρμενικής οργανώσεως «ΑΣΑΛΑ» και άλλων αρμενικών στόχων. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώθηκαν το 1994, και από ίο παλαιό στέλεχος των Γκρίζων Λύκων και εκ των νονών της τουρκικής Μαφίας, Αλααττίν Τσακιτζί, Αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο συλλήψεως με την κατηγορία της αναμείξεως τι στη δολοφονία ενός διευθυντού τραπέζης, αναγκάσθηκε να υπενθυμίσει τις υπηρεσίες του ιδίου και των ανδρών του στον Λίβανο, και τη δράση του εναντίον των Αρμενίων.

Ο Τσακϊτζί διέφυγε την εποχή εκείνη από την Τουρκία, για να συλληφθεί στις 18 Αυγούστου του 1998 στη Γαλλία, η οποία, τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, προχώρησε στην έκδοση του στην Τουρκία. Τρία χρόνια αργότερα, αφέθηκε ελεύθερος από τις τουρκικές Αρχές, και άρχισε επισήμως να ασχολείται με επιχει¬ρήσεις.

Στη συνέχεια, ο Τσακιτζί καταδικά¬στηκε σε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων και τεσσάρων μηνών για ένοπλη επίθεση σε μία αθλητική Λέσχη, καταδίκη που επι¬κύρωσε πρόσφατα και το Εφετείο. Ακο¬λούθησε ένα μυστηριώδες τροχαίο ατύχημα στις 14 Απριλίου του 2004, κοντά στη Μενεμένη της Δυτικής Τουρκίας, στο οποίο τραυματίστηκε ο θεωρούμενος το δεξί χέρι του Τούρκου μαφιόζου, Αντνάν Τσιτσέκ, όταν ανατράπηκε το τζιπ στο οποίο επέβαινε και συνόδευε τον Τσακιτζί, στην πορεία του προς τα παρά¬λια του Αιγαίου, προκειμένου να διαφύγει στην Ελλάδα, για να μην εκτίσει την ποινή του.

Όλες οι πληροφορίες του τουρκικού Τύπου, συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι ο Αλααττίν Τσακιτζί πέρασε στην Ελλά¬δα, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τη μαρτυρία του Μεχμέτ Σαλίχ Χαντάλ, που τον βοήθησε να διαφύγει από την Αττάλεια στη Ρόδο, με το σκάφος Βπιτυ5.Λίγο αργότερα, εντοπίστηκε στην Αυστρία, συνελήφθη και εκδόθηκε στην Τουρκία.

Πέραν της δράσης του εναντίον της ΑΣΑΛΑ, ο Αλααττίν Τσακιτζί εμπλέκεται σε σωρεία εγκληματικών πράξεων, μεταξύ των οποίων η ηθική αυτουργία στη δολο¬φονία, το 1995, της συζύγου του (η οποία ήταν κόρη του πρώην αρχηγού της τουρ¬κικής Μαφίας, Ντουντάρ Κιλίτς), καθώς και στη δολοφονία του συνεταίρου του και ενός, επίσης, εκ των ισχυρών ανδρών του υποκόσμου, Τεβφίκ Αγάνσοϊ, στις 27 Αυγούστου του 1996 (τη στιγμή, μάλιστα, που βρίσκονταν μαζί του αστυνομικοί και άνδρες της προσωπικής φρουράς της τό¬τε Πρωθυπουργού, Τανσού Τσιλέρ).

Βοσνία και Τσετσενία

Αρκετές χιλιάδες Ιδεαλιστών έχει, επί¬σης, αναφερθεί ότι έδρασαν ως εθελοντές στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, το Αφγανιστάν και την Τσετσενία (οι Ρώσοι κατηγόρησαν επανειλημμένως την Τουρκία γι τη δράση των Τούρκων εθελοντών). Σ Αζερμπαϊτζάν, αποδείχθηκε ότι οι Ιδεί στές συμμετείχαν στο αποτυχόν πραξικόπημα του 1995 εναντίον του Προέί Χαΐντάρ Αλίγεφ, και είναι τεκμηριωμένο πέραν κάθε αμφιβολίας. Ο αριθμός του μάλιστα, υπολογίζονταν το 1993 σ 7.000 άτομα.


Γκρίζοι Λύκοι με τσετσενικες σημαίες και τη φωτογραφία του Τσετσένου ηγέτη Τζοχάρ Ντουντάγεφ, διαδηλώνουν μπροστά από τη Ρωσική Πρεσβεία στην Άγκυρα. Οι Γκρίζοι Λύκοι στηρίζουν ενεργά τους Τσετσένους στον πόλεμο κατά της Ρωσίας και αρκετές φορές στο παρελθόν, οι ρωσικές Αρχές εντόπισαν Τούρκους πολίτες μεταξύ των ανταρτών. Αφορμή για τη διαδήλωση αυτή, αποτέλεσε η επίσκεψη στην Τουρκία του Βλ. Πούτιν, στις 6 Δεκεμβρίου του 2004

Χαρακτηριστικό είναι, εκτός των άλλων, το παράδειγμα του τρόπου με τι οποίο χειρίστηκε η τουρκική πλευρά τι υπόθεση της σύλληψης του Οτζαλάν, ηγέτη του κουρδικού αυτονομιστικού κινήματος ΡΚΚ, στα τέλη του 199 και τις αρχές του 1999. Οι Γκρίζοι Λύκο αποτέλεσαν έναν από τους άξονες πάνι στους οποίους στηρίχθηκε η τουρκική κινητοποίηση, με διαδηλώσεις εντός εκτός της Τουρκίας, κατά του Οτζαλι και υπέρ της εκδόσεως του στην Το κία, όταν ο ηγέτης του ΡΚΚ εκδιώχθηι από τη Συρία και αναζητούσε καταφύγιο σε ευρωπαϊκές χώρες. Πληροφορίες της εποχής εκείνης, ανέφεραν ότι οι ίδιοι ο|' Γκρίζοι Λύκοι δήλωναν πρόθυμοι να μεταβούν σε ευρωπαϊκές πόλεις, για να αναλάβουν δράση.

Οι Γκρίζοι Λύκοι διαθέτουν ένα τεράστιο δίκτυο οργανώσεων στο εξωτερικό, με αρκετές εκατοντάδες παραρτήματα σε όλες, σχεδόν, τις χώρες Ευρώπης, που λειτουργούν με διάφορες ονομασίες, όπως Τουρκικές Πολιτικές Εστίες, Τουρ--Ισλαμικοί Πολιτιστικοί Σύλλογοι, Τουρκο-Ισλαμιική 'Ενωση Ευρώπης, κ.ά. Τα παραρτήματα αυτά 31 οργανωμένα σε διάφορες ευρύτερες ενώσεις και ομοσπονδίες, όπως η ομοσπονδία Τουρκικών Συλλόγων Δημοκρατών Ιδεαλιστών Ευρώπης, η Ένωση Τουρ-Ισλαμικών Πολιτιστικών Συλλόγων, η Τουρκική Ομοσπονδία , κ.λπ.
Παντουρκισμός και Κίνα

Η επαρχία Σιντζιάν (Νέο Σύνορο), που είναι γνωστή και ως «Αυτόνομη Περιοχή Σιντζιάν», αποτελεί αυτόνομη διοικητική περιφέρεια της Κίνας, η οποία τυγχάνει της ιδιαίτερης προσοχής των Γκρίζων Λύκων, λόγω του αυτονομιστικού κινήματος των τουρκογενών Οιυγούρων.

Σήμερα στην περιοχή ζουν, περίπου, 8.400.000 Ουιγούροι και 7.500.000 Κινέ¬ζοι Χαν, ενώ ο υπόλοιπος πληθυσμός αποτελείται από διάφορες εθνότητες σε μικρότερο ποσοστό (Κοζάκοι, Κιργίζοι, Μογγόλοι, Ρώσοι, Τατζίκοι, Ουζμπέκοι,Τάταροι, κ.ά.).

Η Σιντζιάν συνορεύει με την αυτόνο¬μη περιοχή του Θιβέτ νοτίως, με τις επαρχίες Γκανσού και Κινγκχάι νοτιοανα¬τολικά, με τη Μογγολία ανατολικά, με τη Ρωσία βόρεια, και δυτικά με το Καζακστάν, το Κιργιζστάν, το Τατζικιστάν, το Αφγανιστάν, καθώς και με την περιοχή του Κασμίρ. Επιπροσθέτως, πε¬ριλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της πε¬ριοχής Ακτσάι Τσιν, η οποία, κατά το Νέο Δελχί, αποτελεί τμήμα του Τζαμού και Κασμίρ. Συνολικά, η περιοχή καταλαμ¬βάνει έκταση 1.660.000 τετραγωνικών χι¬λιομέτρων, ενώ ο συνολικός πληθυσμός αγγίζει τα 19 εκατομμύρια, περίπου. Όπως ελέχθη, το όνομα «Σιντζιάν», που σημαί¬νει «Νέο Σύνορο», θεωρείται προσβλητι¬κό από τους υποστηρικτές των αυτονομι¬στικών κινημάτων της περιοχής, οι οποίοι προτιμούν να την αποκαλούν «Ανατολικό Τουρκιστάν» ή «Κινεζικό Τουρκιστάν» ή «Ουιγουριστάν».

Από την πλευρά τους, οι κινεζικές Αρχές ισχυρίζονται ότι τα πα¬ραπάνω ονόματα συνάδουν με αυτονομι¬στικά κινήματα• ως εκ τούτου, τα θεω¬ρούν, με τη σειρά τους, προσβλητικά και αβάσιμα. Ιστορικά, η επαρχία είχε γνωρί¬σει αρκετούς πολέμους μεταξύ των κινε¬ζικών δυναστειών και διάφορων τουρκο¬γενών και νομαδικών φυλών της περιο¬χής. Στις αρχές της δεκαετίας του '30, μία επανάσταση στην περιοχή Κασγκάρ, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της βρα¬χύβιας Πρώτης Δημοκρατίας του Ανατο¬λικού Τουρκιστάν, το 1933. Εντούτοις, η επαρχία επανήλθε υπό κινεζικό έλεγχο. Η Δεύτερη Δημοκρατία του Ανατολικού Τουρκιστάν, διήρκεσε το χρονικό διάστη¬μα 1944 - 1949. Και αυτή με τη σειρά της έπαψε να υφίσταται, όταν ο Κινεζικός Στρατός εισήλθε στην περιοχή, το 1949. Από την πλευρά τους, οι Κινέζοι υποστη¬ρίζουν ότι η Δεύτερη Δημοκρατία του Ανατολικού Τουρκιστάν, ήταν το αποτέ¬λεσμα της εκδήλωσης μίας κομμουνιστι¬κής επανάστασης.

Οι αυτονομιστικοί πυ¬ρήνες, εντούτοις, θεωρούν πως το γεγο¬νός της δημιουργίας των δύο Δημοκρα¬τιών του Ανατολικού Τουρκιστάν, ήταν μία προσπάθεια ίδρυσης ενός ανεξάρτη¬του κράτους στην περιοχή, ενώ θεωρούν πως η επέμβαση του Κινεζικού Στρατού, είχε καθαρά στοιχεία εισβολής σε ξένο έδαφος. Η περιοχή έγινε διοικητικά αυ¬τόνομη την 1η Οκτωβρίου του 1955.

Σήμερα, εξακολουθούν να υφίστανται ταραχές στην περιοχή, ως αποτέλεσμα της δράσης των αυτονομιστών Ουιγούρων, που βρίσκουν υποστήριξη από εθνι¬κιστικούς κύκλους στην Τουρκία. Για πολ¬λούς Γκρίζους Λύκους, η επαρχία Σιντζιάν αποτελεί την πατρογονική εστία τους, από όπου οι πρώτο-τουρκογενείς φυλές αναχώρησαν για τη Δύση. Γι΄ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, αποκαλούν την περιοχή με το όνομα «Ανατολικό Τουρκιστάν». δράση εντός της Τουρκίας, πυρήνων υποστηρίζουν το αυτονομιστικό κίνημα των Ουιγούρων, έχει προκαλέσει κι καιρούς τριβές στις σινοτουρκικές σχέσεις.

Στις 5 Φεβρουαρίου του 1997, χιλιάδες Ουιγούροι συγκρούστηκαν με τις αστυνομικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα τον θάνατο αγνώστου αριθμού ανθρώπων. Οι διάφορες ενέργειες εναντίον της κινεζικής κυριαρχίας στην περιοχή, συνεχίσθηκαν και στην Τουρκία. Οι Εστίες των εθνικιστών και μία αυτοαποκαλούμενη Οργάνωση του Ανατολικού Τουρκιστάν, οργάνωσα» ζωηρότατα επεισόδια μπροστά στην Κι¬νεζική Πρεσβεία. Σε δηλώσεις του προς εφημερίδα στις 17 Φεβρουαρίου του 1997, ο Κινέζος πρέσβης κατηγόρησε την τουρκική κυβέρνηση ότι, αν και ήταν ενήμερη της καταστάσεως, δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα, και κατήγγειλε ακόμη, ότι τα αντικινεζικά επεισόδια στην Τουρκία, οργανώ¬νονται από ομάδες που ισχυρίζονται ψευδώς ότι κατάγονται από το Ανατολικό Τουρκιστάν, και πως οι ομάδες αυτές έχουν την υποστήριξη των Εστιών των Ιδεαλιστών. Στις ίδιες δηλώσεις του, προ¬σέθεσε ακόμη, ότι η χώρα του δεν θεω¬ρεί Τούρκους τους κατοίκους της αυτόνομής περιοχής, αλλά Κινέζους πολίτες ουιγουρικής καταγωγής, και κατέ¬ληξε τονίζοντας όχι για την Κίνα είναι απαράδεκτος ο όρος «Ανατολικό Τουρκιστάν» που χρησιμοποιούν, για την πε¬ριοχή, οι Τούρκοι Ιδεαλιστές. Επισήμως, η ΄Αγκυρα εκφράζει τη λύπη της για τα γε¬γονότα, ωστόσο τουρκικοί κυβερνητικοί -και μη- κύκλοι, δεν κρύβουν το θερμό ενδιαφέρον τους για τα τεκταινόμενα στην παραπάνω κινεζική επαρχία, «λόγω του γεγονότος ότι πολλοί Ουιγούροι Τούρκοι ζουν στην Τουρκία» (Μάνος Ηλιάδης, «Οι Τουρκικές Μυστικές Υπη¬ρεσίες και η ΜΙΤ», Εκδόσεις Λαβύρινθος, Αθήνα 1998).
Οι Γκρίζοι λύκοι εναντίον του Οι¬κουμενικού Πατριαρχείου Δράσεις τον τελευταίο χρόνο

5 Σεπτεμβρίου 2004: Τούρκοι εθνικι¬στές δημιούργησαν σοβαρά επεισόδια κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Φανάρι. Οι διαδηλωτές, που φώναζαν συνθήματα εναντίον του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, έδειχναν απειλητικές δια¬θέσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις εκτόξευσαν πέτρες προς τον εξωτερικό τοίχο του Πατριαρχικού Οίκου. Έκαψαν, μάλιστα, και ομοίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη. Στη συνέχεια, προσπάθησαν να πλησιάσουν το Πατριαρχείο, αλλά εμποδίστηκαν από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, με τις οποίες και συγκρούστη¬καν. Την επόμενη ημέρα, η κυβέρνηση της Ελλάδας καταδίκασε, δια δηλώσεων αλλά και διαβήματος διαμαρτυρίας προς την Τουρκική Πρεσβεία στην Αθήνα, τις «απαράδεκτες και βίαιες συμπεριφορές» των Γκρίζων Λύκων.

6 Οκτωβρίου 2004: Μικρής ισχύος έκρηξη σημειώθηκε, το βράδυ της Τετάρ¬της, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην Κωνσταντινούπολη. Από την έκρηξη, προκλήθηκαν ζημιές στο άνω μέρος του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου, και στους υαλοπίνακες ορισμένων γρα¬φείων του Πατριαρχικού Οίκου. Τον Δε¬κέμβριο του 1997, είχε τοποθετηθεί, στο ίδιο σημείο, μεγαλύτερος εκρηκτικός μη¬χανισμός, ο οποίος όμως δεν εξερράγη και εξουδετερώθηκε έγκαιρα.

6 Ιανουαρίου 2005 (ανήμερα των Θεοφανίων): Οι «Γκρίζοι Λύκοι» προκά¬λεσαν και πάλι βάζοντας στο στόχαστρο τους, και πάλι, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Συγκεκριμένα, λίγο πριν από την τελετή του Καθαγιασμού των Υδάτων Φανάρι, Τούρκοι εθνικιστές συγκεντρώθηκαν κοντά στην αποβάθρα, φωνάζοντας συνθήματα, ενώ κατά την εξέλιξη της θείας λειτουργίας στον πατριαρχικό ναό, όχημα της οργάνωσης πέρασε σε κοντινή απόσταση από το Πατριαρχείο, παίζοντας από μεγάφωνα, εθνικιστικά εμ¬βατήρια. Ομοίως, κατά τη διάρκεια της τελετής του Αγιασμού των Υδάτων, στον Κεράτιο Κόλπο, Τούρκοι εθνικιστές επιχείρησαν να πλησιάσουν με ταχύπλοο σκάφος, αλλά παρεμποδίστηκαν από την τουρκική Ακτοφυλακή.

19 Φεβρουαρίου 2005: Μία χειρο¬βομβίδα εντοπίστηκε στη σκεπή του Πα¬τριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου, στην Κωνσταντινούπολη. Τον εκρηκτικό μηχανισμό εντόπισαν κλητήρες του Οι¬κουμενικού Πατριαρχείου, οι οποίοι ειδο¬ποίησαν πυροτεχνουργούς, για να την απενεργοποιήσουν. Η χειροβομβίδα, η οποία ήταν «ντυμένη» με καρφιά, απομα¬κρύνθηκε με ασφάλεια, από τα ειδικά συ¬νεργεία της τουρκικής Αστυνομίας. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η μη έκρηξη της βόμβας οφείλεται σε καθαρά τυχαίο γεγονός, καθώς ήταν οπλισμένη. Αστυνο¬μικές πηγές, εκτιμούν ότι η ρίψη της έγινε προ δεκαπενθημέρου, περίπου. Πρόκει¬ται για την έκτη βομβιστική επίθεση που δέχεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
28 Οκτωβρίου 2005: Διακόσιοι, περί¬που, Τούρκοι εθνικιστές, πραγματοποίη¬σαν, την Παρασκευή, διαδήλωση έξω από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ζητώντας ; την απομάκρυνση του από το Φανάρι και τη «μεταφορά» του στην Ελλάδα. Με συνθήματα όπως «Μια νύχτα, θα έρθουμε στο Φανάρι», «Φύγε, Πατριάρχη», και «Το Πατριαρχείο στην Ελλάδα», μια μικρή ομάδα Τούρκων εθνικιστών με επικεφα¬λής τη Σεβγκί Ερενερόλ (κόρη του συνερ¬γάτη των τουρκικών Αρχών που αυτοανα¬κηρύχθηκε «Τουρκορθόδοξος Πατριάρ¬χης», Παπά Εφτύμ) και τον δικηγόρο Κε¬μάλ Κεριντσίζ, Πρόεδρο της οργάνωσης Εθνικής Δύναμης, έφθασαν μέχρι την πόρτα του Φαναρίου, και άφησαν εκεί ένα μαύρο στεφάνι. Οι διαδηλωτές απευθύν¬θηκαν στον Τούρκο Πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, λέγοντας: «Οι συμ¬βιβασμοί που ήδη έχετε κάνει, βύθισαν το έθνος στο σκοτάδι». Μην ενδώσετε σε άλ¬λους συμβιβασμούς και περισσότερες παραχωρήσεις», και υποστήριξαν ότι «...οι παραχωρήσεις Ερντογάν, υπονομεύουν τις κατακτήσεις της Τουρκίας από το 1923 έως σήμερα - η Άγκυρα πρέπει να στρέψει τις πλάτες της στην Ε.Ε., η οποία επιχειρεί να διχάσει την Τουρκία και να κρατήσει όμηρο τον τουρκικό λαό».

10 Νοεμβρίου 2005: Νέα διαδήλωσημε συνθήματα κατά του
Οικουμενικού Πατριάρχη, πραγματοποίησε, το πρωί - ημέρα συμπλήρωσης 67 χρόνων από τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ- στο Φανά¬ρι, ομάδα Γκρίζων Λύκων. Περίπου 200 άτομα βρέθηκαν σε απόσταση μικρότερη των ΙΟΟμ. από την είσοδο του Οικουμενι¬κού Πατριαρχείου, φωνάζοντας συνθήμα¬τα κατά του κ. Βαρθολομαίου. Μεταξύ των συνθημάτων που ακούστηκαν, ήταν και τα εξής:
«Μην παίζεις με την υπομονή μας, Πατριάρχη», «Η οικουμενικότητα είναι παιχνίδι της Ε.Ε. και των ΗΠΑ», «Παραιτήσου, Ερντογάν», «Πατριάρχη, ξέχασε τη Θεολογική Σχολή, άνοιξε την πύλη του μί¬σους» και «Το Πατριαρχείο στην Ελλά¬δα». Οι διαδηλωτές διαμαρτύρονταν για την επίσκεψη αντιπροσωπείας της Εκκλη¬σίας της Κύπρου στο Φανάρι, προκειμέ¬νου να συζητήσει με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, το πρόβλημα που έχει δημι¬ουργηθεί με τη μακροχρόνια ασθένεια του Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου.

Συγκέντρωση των Γκρίζων Λύκων, έξω από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στις 10 Νοεμβρίου του 2005


ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ

Από το οργανωμένο έγκλημα, στη νέα εποχή

Η ευρεία δημοσιοποίηση των ονομά¬των αρκετών εκ των ηγετικών στελεχών των Γκρίζων Λύκων, η σύνδεση τους με' εκτελέσεις, λαθρεμπόριο ναρκωτικών και όπλων, σύσταση συμμορίας, καθώς και η ανάμειξη τους σε κάθε είδους παράνομες δραστηριότητες -που τις περισσότερες φορές, υπήρξε και ανάμειξη του κρά¬τους- άλλαξαν έστω και μερικώς τις συνθήκες. Τα πλήγματα αυτά, επέφεραν ανακατατάξεις στις οργανώσεις όπου οι αλλαγές προσώπων προκάλεσαν αλλαγή των εσωτερικών ισορροπιών, και προσέ¬φεραν τη δυνατότητα στην ηγεσία του ΜΗΡ, να επιχειρήσει να βάλει κάποια τά¬ξη στις οργανώσεις του.

Από τη στιγμή που ανέλαβε την ηγε¬σία ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί, έδωσε κάποι¬ες ενδείξεις για αλλαγές στη δομή,τη δράση και τη νοοτροπία του Κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης. Προσπάθησε να αποβάλει το στίγμα της παρανομίας παίρνοντας αποστάσεις από το οργανω¬μένο έγκλημα, και να στείλει κάποια μη¬νύματα διαλλακτικότητας προς χους άλ¬λους πολιτικούς χώρους.

Το εγχείρημα του Ντεβλέτ Μπαχτσε¬λί, φαίνεται ότι απέδωσε εν μέρει κάποι¬ους καρπούς, τουλάχιστον σε επίπεδο εντυπώσεων στην κοινή γνώμη.

Ωστόσο, οι μηχανισμοί όπου στο πα¬ρελθόν στηρίχθηκαν οι Γκρίζοι Λύκοι, εξακολουθούν να υφίστανται και είναι δυνατή η ενεργοποίηση τους, όπου το επιβάλλουν οι συνθήκες. Το μοντέλο δράσης και η μορφή των υπηρεσιών που προσφέρουν οι οργανώσεις των Γκρίζων Λύκων, είναι άλλωστε συνυφασμένες εδώ και πολλά χρόνια, με το τουρκικό κράτος, παρά τις μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν τα τελευταία χρόνια υπό την πίεση της ενταξιακής προοπτικής στην Ε.Ε.

Θα πρέπει να γίνουν σημαντικές αλλαγές στην αντίληψη και τη δομή του κράτους, για να μπορέσει, αυτό, να απο¬βάλει πλήρως πρακτικές και νοοτροπίες που στο παρελθόν ταυτίστηκαν με χιγ δράση και την ιδεολογική συμπεριφορά των Γκρίζων Λύκων, και σαφώς δεν συνά¬δουν με τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό. Κάτι τέτοιο όμως, εκτιμάται ότι εί¬ναι πολύ δύσκολο να συμβεί. Οι λόγοι ποικίλλουν, και μπορούν να συνοψι¬σθούν επιγραμματικά ως εξής:

α) Παρατηρείται μία άνευ προηγου¬μένου άνοδος του εθνικισμού στην Τουρκία, όπως αναλύεται κατωτέρω, γε¬γονός που οδηγεί στον επαναπροσδιο¬ρισμό του ρόλου των Γκρίζων Λύκων στην πολιτική ζωή της Τουρκίας.

β) Πολλά άτομα που διακατέχονται από την παντουρκική ιδεολογία, ασχέτως εάν σήμερα είναι ενεργά ή μη, μέλη σε οργανώσεις των Γκρίζων Λύκων, κατέ¬χουν νευραλγικές θέσεις στη Δημόσια Διοίκηση, και κυρίως στην Αστυνομία. Η παρουσία των παντουρκιστών δεν πε¬ριορίζεται, πλέον, στα πολιτικά κόμματα που επισήμως εκφράζουν τη συγκεκρι¬μένη ιδεολογία, αλλά εκτείνεται στο σύ¬νολο του συντηρητικού και κεντρώου χώρου.

γ) Οι αντιλήψεις και η ιδεολογική το¬ποθέτηση των ίδιων των Γκρίζων Λύκων, δεν αφήνουν περιθώρια και ελπίδες για μία αλλαγή τακτικής. Οι Γκρίζοι Λύκοι θα παραμείνουν πάντοτε μία δύναμη που θα είναι έτοιμη να προσφέρει -ακόμη και με τον πλέον ανορθόδοξο τρόπο- τις υπη¬ρεσίες της, για να εξυπηρετήσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως ευρύτερο τουρκι¬κό εθνικό συμφέρον.

δ) Οι Γκρίζοι Λύκοι αποτελούν έναν μηχανισμό τον οποίο η εκάστοτε τουρκι¬κή κυβέρνηση χρησιμοποιεί για να επιλύ¬ει διάφορα προβλήματα της, και με τον οποίο ρυθμίζει τις πολιτικές ισορροπίες εντός, ακόμη και εκτός της χώρας.

Η μελλοντική πορεία του κινήματος των Γκρίζων Λύκων, αναμένεται να επηρε¬αστεί τόσο από τις εσωτερικές ανακατα¬τάξεις που συντελούνται στον χώρο των παντουρκιστων, όσο και από εξωγενείς παράγοντες, όπως η κυβερνητική αστά¬θεια που αντιμετωπίζει η Τουρκία, η άνο¬δος του πολιτικού Ισλάμ, το κουρδικό πρόβλημα και τα προβλήματα της τουρ¬κικής οικονομίας.
Η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού

Κοινή είναι η εκτίμηση των αναλυτών που ασχολούνται με τις πολιτικές εξελί¬ξεις στην Τουρκία, ότι η τουρκομουσουλμανική πλειονότητα της χώρας, εισήλθε στον 21ο αιώνα ολισθαίνοντας προς τον άκρατο εθνικισμό. Το γεγονός αυτό, εκτός από την εσωτερική πολιτική πόλω¬ση που προκαλεί, οδηγεί τη γειτονική χώ¬ρα στην εσωστρέφεια και τη διεθνή απο¬μόνωση, καθιστώντας την εξωτερική πο¬λιτική της ευάλωτη σε επιρροές από αστάθμητους παράγοντες, και ως εκ τού¬του ιδιαίτερα επικίνδυνη και στις αντι¬δράσεις της προς την Ελλάδα.

Τα ανησυχητικά συμπτώματα της πο¬λιτικής αυτής διεργασίας στους κόλπους της τουρκικής κοινωνίας, της διολίσθησης δηλαδή προς τον ακραίο εθνικισμό, έγι¬ναν ευδιάκριτα με τον πλέον εκρηκτικό τρόπο, όταν ανήλικοι Κούρδοι διαδηλω¬τές επιχείρησαν, στα τέλη Μαρτίου του 2005, να κάψουν μία τουρκική σημαία, στη διάρκεια των εορτασμών της κουρδι¬κής εορτής του Νεβρόζ, στην πόλη της Μερσίνας. Το επεισόδιο πυροδότησε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και μαζικές εκ¬στρατείες σημαιοστολισμού σε ολόκλη¬ρη τη χώρα, καθοδηγούμενες κυρίως από τους Γκρίζους Λύκους, αλλά που είχαν εμ¬μέσως και την έγκριση των στρατιωτικών, οι οποίοι εξέδωσαν ανακοίνωση καταδίκης για τη βεβήλωση της σημαίας, μη αρκούμενες -προφανώς- στην επίσημη αντίδραση της τουρκικής κυβέρνησης.

Με δεδομένη την τουρκική ευλάβεια που αγγίζει τα όρια του αυτοσκοπού όσον αφορά στον σεβασμό του εθνικού συμβόλου (η κεμαλική παιδεία έχει γα¬λουχήσει με τα ιδανικά του τουρκικού εθνικισμού, επί 80 και πλέον χρόνια, γε¬νιές ολόκληρες Τούρκων), θα ήταν, ίσως, αναμενόμενη μία περιορισμένης έκτασης αντίδραση για τα όσα συνέβησαν στη Μερσίνα, στις 20 Μαρτίου. Παρ' όλα αυ¬τά, το εθνικιστικό κύμα που ξεσήκωσε το συμβάν αυτό, αντί να καταλαγιάσει με τον καιρό, προχώρησε διογκούμενο, μετατρέ¬ποντας τα πλήθη σε έναν ανεξέλεγκτο όχλο, έτοιμο να κατασπαράξει οποιονδή¬ποτε δεν συντάσσεται στο αυστηρό πλαίσιο που ορίζουν τα ούτως εννοούμε¬να τουρκικά εθνικά ιδανικά.


Συλλαλητήριο του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, κατά της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., στις 2 Οκτωβρίου του 2005, μία ημέρα πριν η Τουρκία αρχίσει, επισήμως, τις ενταξιακές διαπραγματευθείς. Το παίδι αριστερά, κρατά λάβαρο του κόμματος, ενώ στο βάθος διακρίνεται γιγαντοαφίσα με τα πορτραίτα του Α. Τουρκές, του Κ. Ατατούρκ και του Ντ.Μπαχτσελί.

Έτσι, λίγες ημέρες αργότερα, «αγανα¬κτισμένα» πλήθη στην Τραπεζούντα, επι¬χείρησαν να λυντσάρουν πέντε νέους που μοίραζαν προκηρύξεις για τα κελιά απο¬μόνωσης στις τουρκικές φυλακές, επειδή κυκλοφόρησε η φήμη ότι οι νεαροί δήθεν έκαψαν τουρκική σημαία. Τελικά, οι πέντε διαδηλωτές γλίτωσαν χάρη στην επέμβα¬ση ισχυρών δυνάμεων της Αστυνομίας, η οποία, όμως, τους συνέλαβε με την κατη¬γορία της πρόκλησης κοινωνικής ανατα¬ραχής. Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και στην επαρχία του Σαγγαρίου (Σακάρια), ανατολικά της Κωνσταντινούπολης, τα επεισόδια αυτά, οποιοσδήποτε τολμήσει να διαδηλώσει υπέρ των απόψεών του για την «ευρωπαϊκή» Τουρκία, δεν κινδυνεύει απλώς να συλληφθεί, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα, αλλά και να λυντσαριστεί. Πα την ακρίβεια, όποιος βρεθεί σε αυτή την ατυχή θέση, δεν έχει άλλη επιλογή από το να παραδοθεί είτε στον νόμο του Κράτους, είτε στον νόμο του... Λυντς. Και στη συγκεκριμένη περί¬πτωση, το δέον είναι να προτιμήσει την πρώτη επιλογή, δηλαδή τα λευκά κελιά, από τα οποία έχει την πιθανότητα να βγει, κάποια στιγμή, ζωντανός.

Σε μία παράλληλη εξέλιξη, στον Νομό της Σπάρτης (Ισπάρτα) στη Δυτική Τουρ¬κία, ο έπαρχος της "περιοχής Σουτσουλέρ, ζήτησε την απόσυρση όλων των βι¬βλίων του διεθνούς φήμης Τούρκου συγ¬γραφέα Ορχάν Παμούκ, ως αντίδραση στις απόψεις του στο θέμα της γενοκτο¬νίας των Αρμενίων. Το αξιοσημείωτο και σε αυτή την περίπτωση, είναι ότι η έκκλη¬ση του έπαρχου, βρήκε ανταπόκριση από την τοπική κοινωνία.

Σε μία από τις πλέον ακραίες εκφρά¬σεις των εθνικιστικών αντανακλαστικών, ο παγκοσμίου φήμης Τούρκος συγγραφέας Ορχάν Παμούκ, κατηγορήθηκε από τις Αρχές και οδηγήθηκε στο εδώλιο για «εξύβριση του τουρκισμού», επειδή σε δηλώσεις του σε γερμανική εφημερίδα, έκανε λόγο για τη σφαγή των Αρμενίων, το 1915, και τον πόλεμο με τους Κούρ¬δους.

Καθημερινά επεισόδια σαν αυτά που, μεταξύ άλλων, αναδεικνύουν τη διαφορά νοοτροπίας μεταξύ Τουρκίας και Ε.Ε., προκαλούν εύλογες απορίες για τα γενε¬σιουργά αίτια της ανόδου του τουρκικού εθνικισμού, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, και για το ποιες θα είναι οι συνέ¬πειες της.

Το βασικό ερώτημα που τίθεται στην περίπτωση αυτή, είναι: Μπορεί η συγκρουσιακή στάση του κυρίαρχου εθνικισμού, να βρει ανταπόκριση σε ευρύτερο κοινωνικά στρώματα, εκτρέποντας τη\ Τουρκία από την έως τώρα πορεία τη< όσον αφορά στις βασικές επιλογές της στην εξωτερική πολιτική, με άμεσο, φυσικά, αντίκτυπο και στα Ελληνοτουρκικά;
Οι νέοι «εχθροί» που ήλθαν... από τα παλιά

Προτού επιχειρηθεί να δοθεί η οποιαδήποτε απάντηση σε αυτό το ερώτημα κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι τι τουρκικό εθνικιστικό κίνημα μεταλλάσσεται και επικαιροποιεί πολιτικά τον λόγο και τη δράση του, εξαργυρώνοντας πολιτικά τις αντιδράσεις που προκαλούν χρονίζοντα προβλήματα όπως το Κουρδικό ο εκδημοκρατισμός, ζητήματα σεβασμό μειονοτικών δικαιωμάτων, οι σχέσεις με Ε.Ε. και ΗΠΑ, κ.ο.κ. Τα προβλήματα αυτά απαιτούν πλέον άμεση λύση, με συνέπει¬ες στη μετέπειτα πορεία του τουρκικού έθνους. Με τον νέο ρόλο που αναλαμβά¬νουν οι Τούρκοι εθνικιστές, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι το εθνικιστικό κίνημα χάνει τον παραδοσιακό του ρόλο στο πολιτικό οικοδόμημα της γειτονικής χώρας• αντίθετα, έρχεται να τον συμπλη¬ρώσει, όπως ανάλογα έχει συμβεί και με το τουρκικό ισλαμιστικό κίνημα.

Τα δύο κινήματα -το ακραίο εθνικι¬στικό και το ισλαμιστικό διαδραματίζουν το καθένα ξεχωριστά, από έναν ιδιάζοντα, πλην όμως καθοριστικό, ρόλο στη διαμόρφωση της τουρκικής κοινής γνώμης, από τη δεκαετία του '60 και με¬τά. Αυτό που συμβαίνει, τώρα, είναι η επανάληψη, τρόπον τινά, του ίδιου φαινο¬μένου. Οι δύο πολιτικές τάσεις, με τις βα¬θιές ρίζες τους στην τουρκική κοινωνία, η μία εκ των οποίων βρίσκεται μάλιστα στην κυβέρνηση (οι ισλαμιστές), έχουν ισχυρή κοινωνική απήχηση, έτσι ώστε να καθορίζουν τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Και αυτό ανεξαρτήτως της κομ¬ματικής ταυτότητας του κάθε Τούρκου, καθώς οι δύο ιδεολογίες έχουν διείσδυ¬ση σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, με εξαίρεση τον κουρδικό εθνικισμό και την τουρκική άκρα Αριστερά.

Το διαμορφούμενο νέο διεθνές περι¬βάλλον και η τουρκική υποψηφιότητα στην Ε.Ε., σηματοδότησαν για το εθνικι¬στικό κίνημα της Τουρκίας μία νέα αφε¬τηρία, δίνοντας στις εθνικιστικές απόψεις τη δυνατότητα να αποκτήσουν έρεισμα πέραν των γνωστών, έως τώρα, συγγενι¬κών τους πολιτικών χώρων, αλλά σε κύ¬κλους που μέχρι σήμερα διάκεινταν αν όχι εχθρικά, τουλάχιστον ανταγωνιστικά απέναντι στην εθνικιστική ιδεολογία. Σε αυτή τη βάση στηρίχθηκε, άλλωστε, η πε¬ρίεργη άτυπη συνεργασία που έχουν στε¬λέχη της τουρκικής Αριστεράς, κεμαλιστές, εθνικιστές και παράγοντες της κρα¬τικής γραφειοκρατίας, με σύνθημα την προάσπιση του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους από τους ισλαμιστές, και την προστασία της ενότητας της χώρας, όπως τουλάχιστον υποστηρίζουν οι ίδιοι (βλ. «Συμμαχία Κόκκινης Μηλιάς»).

Σε αυτό το πλαίσιο, εξάλλου, το κεμαλιστικό κατεστημένο -και μαζί του το Ρε¬πουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, το ιστορικό κόμμα με ιδρυτή τον Κεμάλ- που επί δε¬καετίες αποτέλεσε την «ατμομηχανή» του δυτικού εκσυγχρονισμού της χώρας, ολισθαίνει σε εσωτερικές αντιφάσεις, και αρνείται να αποδεχθεί το αξιακά σύστη¬μα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατά συνέπεια, την ίδια την Ένωση.

Πέραν αυτού, το εθνικιστικό συναίσθημα των Τούρκων, προσφέρει πρό¬σφορο πολιτικό έδαφος για ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της χώρας, από τη Δεξιά έως ακόμη και τη μαοϊστική Αριστερά. Μόνο που ο καθένας δίνει τη δική του διατύπωση και ορισμό γι' αυτό που στον υπόλοιπο κόσμο αποκαλείται μονολεκτι¬κά «Εθνικισμός». Όλα αυτά προκάλεσαν μία σημαντική ποιοτική μετάλλαξη του τουρ¬κικού εθνικιστικού κινήματος, τα τελευ¬ταία χρόνια, η οποία εκδηλώνεται, κυρίως, με δύο χαρακτηριστικά συμπτώματα:

α) την εχθρότητα προς τους Κούρδους -που αναμοχλεύει και τον αντιαμερικανισμό- και

β) τον «αντιευρωπαϊσμό».
Εχθροί οι Κούρδοι

Για πρώτη φορά στην Ιστορία, η τουρ¬κική πλειονότητα εμφανίζεται να υιοθετεί απαξιωτική, εχθρική, ενίοτε βίαιη στάση απέναντι στους Κούρδους. Έπειτα από τον Ι5ετή πόλεμο των τουρκικών δυνάμε¬ων με τους Κούρδους αντάρτες, ο κουρ¬δικός εθνικισμός που εδραιώθηκε, τα χρόνια των συγκρούσεων, στις συνειδή¬σεις των μαζών, ως μία διαφορετική εθνική και πολιτιστική ταυτότητα, δείχνει πλέον σημάδια ωρίμανσης και καταλαγιασμού. Αντιθέτως, ο τουρκικός εθνικισμός είναι, τώρα, αυτός που βρίσκεται σε άνο¬δο, και στρέφει τα βέλη του κατά των Κούρδων, των «προδοτών» και «τρομο¬κρατών» που επιβουλεύονται την ενότη¬τα του τουρκικού κράτους, διχάζουν με τις διαμελιστικές τους απόψεις τον λαό, όπως είναι η κυρίαρχη άποψη που βρί¬σκει ολοένα και ευρύτερη ανταπόκριση όχι μόνο μεταξύ των λαϊκών στρωμάτων, αλλά και σε ένα τμήμα της τουρκικής δια¬νόησης.

Παράλληλα, τα μεγάλα αστικά κέντρα έχουν γεμίσει με εξαθλιωμένες μάζες Κούρδων, ως αποτέλεσμα κυρίως του πο¬λέμου, εντείνοντας έτσι τις κοινωνικές ανισότητες, και άρα τις τριβές.

Δεν υπάρχει, πλέον, ευρείας κλίμακας σύγκρουση μεταξύ του Τουρκικού Στρατού και των ανταρτών, ωστόσο όμως η σύγκρουση λαμβάνει χώρα μέσα στην κοινωνία, βάζοντας βόμβα στα θε¬μέλια της.

Πάνω σε αυτή τη βάση διαμορφώθη¬κε και ο «αντιαμερικανισμός», επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες αναβάθμισαν τον ρόλο των Κούρδων στο Ιράκ, καθιστώ¬ντας τους σημείο αναφοράς για τους ομοεθνείς τους στην Τουρκία. Μέχρι πρότινος, η κουρδική ελίτ προσέβλεπε Τουρκία. Το κέντρο βάρους για Κούρδους, μετατοπίζεται σταθερά το Βόρειο Ιράκ. Εάν, μάλιστα, δημιουργηθεί και επισήμως μία κουρδική πολιτική οντότητα στο Ιράκ, ευημερούσα τον έλεγχο των πετρελαϊκών κοιτασμάτων του Κιρκούκ- και σχετικά δημοκρατική, τότε οι εξελίξεις στο Κουρδικό είναι ιδιαίτερα δυσοίωνες για την Άγκυρα, καθώς οι Κούρδοι της Τουρκίας, Ρα έχουν πλέον στραμμένο το βλέμμα ρους προς το Βόρειο Ιράκ, όπου η οικονομική ευμάρεια και η Δημοκρατία θα προσφέρουν δυνατότητες ανάπτυξης. Η ένταξη ή η αναβάθμιση των σχέσεων με την Ε.Ε., σε αυτή την περίπτωση, θα απο¬τελεί μία ασφαλή διέξοδο για την Τουρ¬κία, προκειμένου να προσφέρει στους δυτικούς της κουρδικούς πληθυσμούς ανάλο¬γες συνθήκες διαβίωσης.Τουρκικός... ευρωσκεπτικισμός

Το «αντικουρδικά» ανακλαστικά δεν πυροδότησαν μόνον τον αντιαμερικανισμό, αλλά τροφοδότησαν και τον αντιευ¬ρωπαϊσμό. Οι παραινέσεις της Ε.Ε, προς την Τουρκία, την τελευταία δεκαετία, για πολιτική λύση στο Κουρδικό, η προστα¬σία που παρείχε σε διωκόμενους από Κούρδους αντιφρονούντες, οι εκκλήσεις χους για πολιτική λύση, ήλθαν να ενισχύ¬σουν την ήδη υπάρχουσα καχυποψία έναντι της Ευρώπης, που προκαλούσαν οι πιέσεις για εκδημοκρατισμό και σεβασμό των μειονοτικών δικαιωμάτων, οι αναφο¬ρές στη γενοκτονία των Αρμενίων, πα¬ράλληλα με τις δήθεν «συνωμοσίες» που έβλεπαν πολλοί Τούρκοι να εξυφαίνονται με επίκεντρο το Οικουμενικό Πατριαρ¬χείο και το Κυπριακό.

«Ο εχθρός είναι πανταχού παρών και γι΄ αυτό ευθύνεται η Ευρώπη, που θέλει την αναβίωση της Συνθήκης των Σεβρών, για να διαμελίσει την Τουρκία, όπως ακρι¬βώς είχε επιχειρήσει να πράξει στη δύση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1920». Όσο και αν αυτή η άποψη εκλαμ¬βάνεται στην Ευρώπη ως έκφραση ενός συλλογικού συμπλέγματος καταδίωξης, είναι βαθιά ριζωμένη στη συνείδηση του μέσου -και όχι μόνο- Τούρκου, και προς αυτή την κατεύθυνση βοήθησε και η κυ¬ρίαρχη κεμαλική σκέψη, που σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης, από το Δημο¬τικό μέχρι και τα πανεπιστήμια, και σε κάθε έκφανση της κοινωνικής και πολιτι¬κής ζωής, καλλιεργεί το σύνδρομο της περιστοιχίσεως από εχθρούς.

Οι κεμαλικές κοσμικές (αντι-ισλαμιστικές) πολιτικές δυνάμεις, ανακαλύπτουν σημεία σύγκλισης με τις εθνικιστικές, πα¬ραμένοντας όλες μαζί προσκολλημένες στο «σύνδρομο των Σεβρών».

Έτσι, μολονότι η πλειοψηφία των Τούρκων εμφανίζεται να επιθυμεί την ένταξη στην Ε.Ε. (χωρίς να γνωρίζει, βε¬βαίως, τι ακριβώς σημαίνει αυτό για τη χώρα τους), αντιλαμβάνονται όμως την ένταξη αυτή, ως «γάμο λογικής» και όχι «γάμο από αγάπη». Αυτό που προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία, είναι το ενδεχόμενο, η εθνικιστική αντίδραση να αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά της κοινωνικής οργής, που δεν θα περιορίζεται μόνο στα εθνικά θέματα της Τουρκίας. Η δυναμική αυτή μπορεί εύκολα να τροφοδοτηθεί από οποιαδήποτε πολιτική παράταξη επιλέξει να το πράξει, προκειμένου να διαμορφώ¬σει κατά το δοκούν την πολιτική ατζέντα, και να αποκομίσει εκλογικά οφέλη.

Έτσι λοιπόν, η εθνικιστική φιλολογία αναπαράγεται τελικά, εν είδει πλειστηρια¬σμού εθνικοφροσύνης, σχεδόν από όλα τα κόμματα, υπό τον φόβον ότι οι Γκρίζοι Λύκοι του Κόμματος Εθνικιστικής Δρά¬σης, θα είναι οι μόνοι που θα καρπωθούν την άνοδο του εθνικισμού.


ΘΕΜΕΛΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ

Ζιγιά Γκιοκάλπ (1876 -1924)

Ο Ζιγιά Γκιοκάλπ θεωρείται ο πατέρας της ιδέας του Τουρκισμού, παρ' όλο που ο ίδιος ήταν κουρδικής καταγωγής. Γεννήθηκε στο Ντιγιαρμπακίρ και απεβίωσε στην Κωνσταντινούπολη. Μετά τη φοίτηση του σε ένα τοπικό σχολείο δευ¬τεροβάθμιας εκπαίδευσης στο Ντιγιαρ-μπακίρ, βρέθηκε στην Κωνσταντινούπο¬λη, το 1896. Εκείνη την περίοδο, ήδη, είχε ενστερνιστεί τις ριζοσπαστικές ιδέες της Επιτροπής Ένωσης και Προόδου, με απο¬τέλεσμα η συμπεριφορά του να τύχει της ιδιαίτερης προσοχής της Μυστικής Αστυνομίας του Αμπντουλχαμίντ Β', η οποία τον συνέλαβε και τον φυλάκισε για ένα έτος. Ήταν εκδότης, πολιτική προσω¬πικότητα και πρωτοποριακός κοινωνιολό¬γος.

Μετά την επιτυχή επανάσταση του κινήματος των Νεότουρκων το 1908, τα¬ξίδεψε στη Θεσσαλονίκη, ως απεσταλμέ¬νος της Επιτροπής Ένωσης και Προόδου. Εκεί, προσέφερε τις υπηρεσίες του σε μία φιλοσοφική εφημερίδα, ενώ μέρος της εργασίας του, δημοσιεύθηκε και σε έντυπα των Νεότουρκων. Επηρεάστηκε από τις θέσεις του Πουσούφ Ακτσουρά, ενός εκ των σημαντικότερων θεωρητικών του κινήματος του Τουρκισμού. Κατά τη συμμαχική κατοχή της Κωνσταντινούπο¬λης, εξορίστηκε στη Μάλτα, όπου έμεινε περίπου δύο χρόνια. Εξέχουσα θέση στον τρόπο σκέψεως του, κατείχαν οι έν¬νοιες «Πολιτισμός» και «Κουλτούρα». Γι΄ αυτόν, η έννοια του Πολιτισμού σήμαινε το σύνολο των ξεχωριστών εθνικών πα¬ραδόσεων, οι οποίες μπορούσαν να δώσουν και να λάβουν στοιχεία από άλλες εθνικές ομάδες. Ωστόσο, με τον όρο «Κουλτούρα», εννοούσε τα ξεχωριστά πολιτισμικά στοιχεία ενός έθνους. Η αντί¬ληψη του αυτή είχε αντίκτυπο και στην οπτική γωνία με την οποία έβλεπε το μέλλον του τουρκικού έθνους. Ο Γκιοκάλπ εξέφραζε την ανησυχία του, ότι η πολιτισμένη Ευρώπη δεν θα αποδεχόταν ποτέ τους Τούρκους. Πίστευε ότι τα χρι¬στιανικά έθνη της Δύσεως, είχαν μία ρο¬πή προς την εκκοσμίκευση, εξαιτίας του κυρίαρχου ρόλου που διαδραμάτιζαν στη ζωή ο ρασιοναλισμός και οι επιστήμες. Αντίθετα, η μοναδική ελπίδα για τη διατή¬ρηση ενός κοσμικού χαρακτήρα στη Μουσουλμανική Ανατολή, ήταν η δημι¬ουργία ενός έθνους. Ο Γκιοκάλπ υπήρξε από τους πιο σπουδαίους ποιητές της εποχής του. Στα ποιήματα του πραγμα¬τευόταν τον απλό τρόπο ζωής των τουρ¬κικών φυλών κατά την προ-ισλαμική επο¬χή. Πρώτο του βιβλίο που δημοσιεύθηκε, ήταν η ποιητική συλλογή «Κόκκινη Μη¬λιά», το 1914. Ένα από τα κύρια έργα του που τον έκαναν να ξεχωρίσει, αποτέλεσε ο «Τουρκισμός, Ισλαμισμός και Μοντερνισμός» (1918), με το οποίο έθεσε την ιδέα του κοσμικού κράτους. Το έργο, όμως, που έμελλε να τον χαρα¬κτηρίσει ως τον κυριότερο θεωρητικό του τουρκικού εθνικισμού, ήταν οι «Αρχές Τουρκισμού», που κυκλοφόρησε το 1923. Το έργο αυτό, αποτελεί τη «Βί¬βλο» του τουρκικού εθνικισμού, και εξα¬κολουθεί να εκφράζει τον πυρήνα της κυ¬ρίαρχης τουρκικής ιδεολογίας (στην Ελλάδα, κυκλοφόρησε το 2005, σε μετά¬φραση του Άρη Αμπατζή). Ακολούθησε η έκδοση του βιβλίου του «Τουρκική Πα¬ράδοση», ενώ το 1926, δύο χρόνια μετά τον Θάνατο του, κυκλοφόρησε «Η Ιστο¬ρία του Τουρκικού Πολιτισμού». Οι θέ¬σεις και τα πιστεύω του Γκιοκάλπ, συνέ¬βαλαν καθοριστικά και στη διαμόρφωση της ιδεολογίας του Κεμαλισμού


Αλπαρσλάν Τουρκές (1917 -1997)

Ο Αλπαρσλάν Τουρκές γεννήθηκε στη Λευκωσία, το 1917. Το πραγματικό του όνομα είναι Αλί Αρσλάν. Σε ηλικία 15 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εγγράφηκε στη Στρατιωτική Σχολή Κουλελί. Το 1938, αποφοίτησε από τη Σχολή Πολέμου. Το 1944, λοχαγός του Πεζικού τότε, ο Τουρκές κάθησε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, στην περίφημη δίκη των Τουρανιστών, μαζί με άλλα στελέχη των Παντουρκιστών. Μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την αναβάθμι¬ση του στρατιωτικού ρόλου της Τουρκίας από την Ουάσινγκτον, μετέβη στις Ηνω¬μένες Πολιτείες, όπου παρέμεινε δύο χρόνια για να λάβει στρατιωτική εκπαί¬δευση, και στη συνέχεια διορίστηκε στην τουρκική στρατιωτική αντιπροσωπεία στο ΝΑΤΟ. Συμμεχείχε ενεργά στη χού¬ντα που ανέτρεψε την κυβέρνηση του Αντνάν Μεντερές, στις 27 Μαίου του 1960, και ήταν μάλιστα η «φωνή» που ανήγγειλε το στρατιωτικό πραξικόπημα. Διορίστηκε Αντιπρόεδρος της κυβέρνη¬σης των πραξικοπηματιών. Σύντομα όμως, εκδηλώθηκαν διαφωνίες στους κόλπους της χούντας, και ο συνταγματάρχης, τότε, Τουρκές, συγκρότησε τη λεγόμενη «Ομάδα των 14». Προκειμένου να διαλύ¬σουν την ομάδα, οι πραξικοπηματίες έστειλαν τα μέλη της σε διάφορες θέσεις στο εξωτερικό. Ο Αλπαρσλάν Τουρκές εστάλη στην Τουρκική Πρεσβεία, στο Νέο Δελχί. Επέστρεψε στην Τουρκία το 1963. Εισήλθε στην ενεργό πολιτική δρά¬ση το 1965, αναλαμβάνοντας την ηγεσία του Ρεπουμπλικάνου Αγροτικού Εθνικού Κόμματος, το οποίο είχε μείνει ακέ¬φαλο μετά την αποχώρηση του Οσμάν Μπολούκμπασι. Το 1969, το κόμμα μετο¬νομάστηκε, από το συνέδριο του, σε «Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης». Την ίδια χρονιά, ιδρύθηκαν οι «Εστίες Ιδανικών» (υίκυ ΟΟΗΚΙΗΠ), τα μέλη των οποίων είναι οι γνωστοί Γκρίζοι Λύκοι. Συμμετείχε, το 1975 και το 1977, στις δεξιές κυβερνήσεις συνασπισμού υπό τον Σουλεϊμάν Ντεμι¬ρέλ, που έγιναν ευρύτερα γνωστές ως «κυβερνήσεις Εθνικού Μετώπου».

Με το πραξικόπημα του στρατηγού Κενάν Εβρέν, της 12ης Σεπτεμβρίου 1980, απαγορεύθηκε κάθε πο¬λιτική δραστηριότητα, και διατάσσεται η σύλληψη των ηγετών των τεσσάρων με¬γάλων παρατάξεων, του Σουλεϊμάν Ντεμι¬ρέλ, του Μπουλέντ Ετζεβίτ, του Νετζμετίν Έρμπακάν και του Αλπαρσλάν Τουρ¬κές. Κρύβεται επί τρεις ημέρες, και παρα¬δίδεται για να πάει, αρχικά, εξορία για έναν μήνα μακριά από την πρωτεύουσα, στο Ουζούναντα. Τον μεταφέρουν πίσω στην Άγκυρα φυλακισμένο, κατηγορούμε¬νο για την αιματηρή δράση των Γκρίζων Λύκων, πριν από την εκδήλωση του πρα¬ξικοπήματος.

Αποφυλακίζεται τεσσεράμισι χρόνια αργότερα, το 1985, και του απαγορεύεται, από το νέο Σύνταγμα των πραξικοπημα¬τιών, η ανάμειξη του σε κάθε είδους πολι¬τική δραστηριότητα.

Η απαγόρευση αίρεται το 1987, και αναλαμβάνει την ηγεσία του Κόμματος Εθνικιστικής Εργασίας που είχε, στο με¬ταξύ, συγκροτηθεί. Στις 24 Ιανουαρίου του 1993, το συνέδριο του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, αποφασίζει την επι¬στροφή στην παλιά ονομασία «Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης», και υιοθετεί τα πα¬λαιά σύμβολα του κόμματος. Ηγέτης τα^ αναγεννημένου ΜΗΡ, είναι και πάλι ο Αλπαρσλάν Τουρκές. Πέθανε στις 4 Απριλίου του 1997. Ο Αλπαρσλάν Τουρκές, ο επονομαζόμενος «Μασμπούγ» για τους οπαδούς του, υπήρξε ο αδιαμφι¬σβήτητος ηγέτης των Γκρίζων Λύκων για περισσότερο από 40 χρόνια, και είναι αυ¬τός που καθοδήγησε, στη σύγχρονη επο¬χή, το κίνημα του Παντουρκισμού, καί ενίσχυσε δυναμικά τη θέση του στις δο¬μές του τουρκικού καθεστώτος.

Εμβέρ Πασάς (1881 -1922)Αρχείο:Ismail Enver.jpg

Ο Ισμαήλ Εμβέρ Πασάς, ήταν Τούρ¬κος στρατιωτικός και ηγετικό στέλεχος του κινήματος των Νεότουρκων. Μαζί με τον Ταλάτ Πασά και τον Τζεμάλ Πασά, συμμετείχε στην τριανδρία της Επιτρο¬πής Ενώσεως και Προόδου. Υποστήριξε την εξόντωση, ή τον βίαιο εκτουρκισμό όλων των μη τουρκικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Γόνος πλούσιας οικογένειας από την Κωνσταντινούπολη, σπούδασε στη Γερ¬μανία, όπου ασπάστηκε τις γερμανικές στρατιωτικές θεωρίες και τακτικές. Το 1913, σε ηλικία μόλις 32 ετών, έλαβε τον τίτλο του Πασά. Τον Απρίλιο του 1912, οι Νεότουρκοι κέρδισαν άνετη πλειοψηφία στις εκλογές,
εντούτοις η απώλεια της Λι¬βύης από την Ιταλία και, γενικότερα, οι μαζικές απώλειες εδαφών της Οθωμανι¬κής Αυτοκρατορίας, τον έπεισαν ότι χρειάζονται δραστικότερα μέτρα.

Στις 23 Ια¬νουαρίου του 1913, σημαίνοντα στελέχη της Επιτροπής Ενώσεως και Προόδου, ανέτρεψαν την κυβέρνηση και έφεραν στην εξουσία την ελεγχόμενη από τους ίδιους, κυβέρνηση του Μαχμουντ Σεβκέτ Πασά. Μετά το γεγονός αυτό, ρ Εμβέρ αναδείχθηκε, εντός της Επιτροπής Ενώ¬σεως και Προόδου, σε ηγετική φυσιο¬γνωμία των στρατιωτικών, που ήλεγχαν πλήρως τις πολιτικές εξελίξεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το Ι9ί4, ανέ¬λαβε το Υπουργείο Πολέμου και διαδρα¬μάτισε ενεργό ρόλο στο να εισέλθουν οι Οθωμανοί στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο (1914 -1918), στο πλευρό των Γερμανών. Ο Τουρκικός Στρατός, όμως, υπέστη δεινές ήττες σε όλα τα μέτωπα. Ο ίδιος ο Εμβέρ ηττήθηκε από τους Ρώσους, στην περιο¬χή του Καυκάσου. Η συμβολή του στη Γενοκτονία των Αρμενίων, το 1915, ήταν αποφασιστικής σημασίας. Ο ίδιος φέρεται να δήλωσε, στις 19 Μαΐου του 1916: «Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα πρέπει να είναι καθαρή από Αρμένιους και Λιβανέζους. Έχουν εξοντώσει τους πρώτους με ο σπαθί, θα πρέπει να εξοντώσουμε ους δεύτερους με την πείνα... Είμαι πρόθυμος να αναλάβω την πλήρη ευθύνη για ό,τι συμβαίνει».

Μετά την ήττα του Οθωμανικού Στρατού, και λίγες ημέρες πριν από την υπογραφή της ανακωχής, τον Οκτώβριο του 1918, ο Εμβέρ παραιτή¬θηκε από την κυβέρνηση του Ταλάτ Πα¬σά και μαζί με άλλα επτά ηγετικά στελέ¬χη της Επιτροπής Ενώσεως και Προόδου, κατέφυγε στο Βερολίνο, αν και αρχικός του προορισμός εικάζεται ότι ήταν το Αζερμπαϊτζάν. Μετά τον πόλεμο, δικά¬στηκε ερήμην από στρατοδικείο, και κρί¬θηκε ένοχος εγκλημάτων πολέμου. Κατα¬δικάστηκε σε θάνατο. Από τη Γερμανία, ο Εμβέρ κατόρθωσε να περάσει, τον Αύ¬γουστο του 1920, στη μετεπαναστατική Μόσχα, όπου έτυχε θερμής υποδοχής. Εν τω μεταξύ, η διάσταση των απόψεων του με το κίνημα του Κεμάλ στην Άγκυρα, σε ό,τι αφορά τον έλεγχο και τον προσανα¬τολισμό του τουρκικού εθνικιστικού κινή¬ματος, άρχισε να γίνεται όλο και πιο εμ¬φανής. Ο ίδιος ο Εμβέρ θεωρούσε ότι προδόθηκε από τους εθνικιστές του Κε¬μάλ. Συμμετείχε στο Συνέδριο των Λαών της Ανατολής (Ι - 8 Σεπτεμβρίου 1920) στο Μπακού, το οποίο έληξε άδοξα, κα¬θώς η κομμουνιστική Ρωσία είχε, ήδη, λά¬βει την απόφαση της να στηρίξει το κίνη¬μα του Κεμάλ και να αφήσει στο περιθώ¬ριο τον Εμβέρ, οι παντουρκικές απόψεις του οποίου στρέφονταν, άλλωστε, και κα¬τά των σχεδιασμών της Μόσχας στον χώρο των τουρκογενών χωρών της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου. Ο ίδιος ο Κεμάλ προτίμησε να πάρει αποστάσεις από τον Εμβέρ, για λόγους που ακόμη δεν έχουν διευκρινιστεί πλήρως από χους ιστορικούς. Το πιθανότερο είναι, πά¬ντως, ότι αφ' ενός δεν ήθελε να μοιρα¬στεί την ηγεσία του εθνικού κινήματος που «φούντωνε» στη Μικρά Ασία, και αφ' ετέρου θεωρούσε σχέδιο τυχοδιωκτικό το όνειρο του Εμβέρ για οικουμενική ένωση όλων των Τούρκων εναντίον των Δυτικών «κατακτητών», για τη δημιουργία ενός μεγάλου εθνικού κράτους. Εξάλλου, οι κεμαλικοί θεωρούσαν υπεύθυνους τον Εμβέρ και τους συντρόφους του, επειδή οδήγησαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον Παγκόσμιο Πόλεμο και τα δεινά που αυτός προκάλεσε, τελικά, στη χώρα. Τον Οκτώβριο του 1920, ο Εμβέρ επέ¬στρεψε στο Βερολίνο, επισκέφθηκε την Ελβετία και, λίγους μήνες αργότερα, μετέ¬βη εκ νέου στη Μόσχα, όπου συναντήθη¬κε με τον Τσιτσέριν και τον εκπρόσωπο της Αγκυρας, Μπεκίρ Σαμί. Συνέχισε την πορεία του προς το Μπατούμι, με σκοπό, όπως είπε, να περάσει στη Μικρά Ασία για να πολεμήσει• εγκατέλειψε, όμως, τα σχέδια του και κατευθύνθηκε προς την Τιφλίδα, το Ασκαμπάτ και το Μερβ. Μαζί με τον Κουστούμπασι Χατζί Σαμί, πρώην αρχηγό της πρώτης τουρκικής Μυστικής Υπηρεσίας, Τεσκιλάτι Μαχσουσά, μετέβη στην Μπόυχάρα και αργότερα, στην Ντουσάνμπε. Εκεί, οργάνωσε την αντί¬σταση των τοπικών τουρκικών φυλών κα¬τά των Ρώσων. Σκοτώθηκε τον Αύγουστο του 1922, στη διάρκεια μίας μάχης με τους Ρώσους, στην Κεντρική Ασία, και συγκεκριμένα στην περιοχή Μπελτζιβάν του Τατζικιστάν.

Παρά τη σαφή εχθρική του θέση προς τον κεμαλικό εθνικισμό, ο Εμβέρ Πασάς θεωρήθηκε από τις πλέον κορυ¬φαίες προσωπικότητες του τουρκικού εθνικισμού, που εμπράκτως πέρασε τη ζωή του στα πεδία των μαχών, για να ενώσει τους απανταχού Τούρκους. Η σο¬ρός του μεταφέρθηκε, το 1996, στην Κωνσταντινούπολη, και ετάφη σε κεντρι¬κό σημείο της πόλης, το οποίο έγινε τό¬πος προσκυνήματος των Τούρκων εθνικι¬στών.
Συνεχίζεται..........






πηγή http://www.truthison.com/topic-t7717.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου