Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Ο ΙΕΡΟΣ ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΘΕΑΣ...[ΜΕΓΑΛΗ ΜΗΤΕΡΑ ΜΕΡΟΣ Ζ']

Ο ΙΕΡΟΣ ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΘΕΑΣ

Γράφει η Αγγελική Κοτταρίδη
Δρ Αρχαιολόγος



Η τελετή του Ιερού Γάμου βρισκόταν στο επίκεντρο της θείας λατρείας σε πολλά μέρη του αρχαίου κόσμου και εξακολούθησε να τελείται ώς το τέλος της αρχαιότη­τας, ενώ κάποια στοιχεία της κατάφεραν, μέσα από τα λαϊκά δρώμενα, να ξεπερά­σουν ακόμη και το αυστηρό ιδεολογικό φράγμα των μονοθεϊστικών θρησκειών {Χριστιανισμός, Ισλάμ) και να επιβιώσουν ώς τις μέρες μας.
Συχνά ένα μέρος (κάποτε και το σύνολο) των δρωμένων που σχετίζονταν με τον Ιερό Γάμο τελούνταν μυστικά ή αποτελούσαν συστατικό μέρος των μυστηριακών λατρειών και ήταν άρρητα. Ακόμη όμως και όταν η τελετή αυτή, σαν μέρος της επί­σημης λατρείας της πόλης, τελούνταν ανοιχτά, όπως συνέβαινε στις γιορτές της Ήρας στη Σάμο (τα Τόναια). στα Δαίδαλο, στις Πλαταιές της Βοιωτίας, ή στις γιορ­τές της Κνωσού, οι πληροφορίες που αντλούμε από τις πηγές για την ίδια την τελε­τή είναι πολύ περιορισμένες. Τα κενά έρχεται να καλύψει και εδώ ο μύθος που, ξε­κινώντας από την τελετή, δίνει τροφή στη φαντασία των αφηγητών του και μέσα από τα έργα του λόγου και της τέχνης φωτίζει αρχαίες πίστεις και δοξασίες.



Το θέμα του Ιερού Γάμου, κατ'εξαίρεση, το βρίσκουμε να εμφανίζεται στα πλαί­σια της λατρείας αρσενικών θεοτήτων, όπως συμβαίνει στην Αττική, στις γιορτές του Διονύσου- Ο κανόνας όμως είναι ν'αποτελεί επίκεντρο της λατρείας της Μεγά­λης Θεάς της Φύσης, που μπορεί να έχει διάφορα ονόματα και υποστάσεις, εξακο­λουθεί όμως πάντα για τους πιστούς της να είναι η Δέσποινα της ζωής και του θα­νάτου.
Η συγκριτική μελέτη του υλικού από τη Μεσοποταμία, τις χώρες της ανατολι­κής και της δυτικής Μεσογείου, το προελληνικό Αιγαίο, ακόμη και την ίδια την Ελλάδα των Ιστορικών χρόνων, δείχνει ότι η τελετή του Ιερού Γάμου είναι ριζωμένη πολύ βαθιά πίσω στο χρόνο και σχετίζεται άμεσα με τις απαρχές της ιερής βασιλεί­ας. Η θεά σμίγει με τον εκλεκτό της, που είναι θνητός, για να γεννήσει τον πρώτο βασιλιά, η εξουσία του οποίου αποκτά έτσι απόλυτο κύρος και συγχρόνως μαγική δύναμη. Η πίστη αυτή, κοινός τόπος για τους λαούς της Ανατολής, αλλά και τους Ετρούσκους της Δύσης, φαίνεται να απηχεί μια παλαιότερη τάξη πραγμάτων, όπου η συγγένεια βασιζόταν στη σχέση με τη μάνα και οπωσδήποτε δημιουργούσε προ­βλήματα στην ιδεολογία της πατριαρχίας. Κάτω από αυτό το πρίσμα, οι ιδέες και οι πίστεις που συνδέονται με το θέμα του Ιερού Γάμου της θεάς είναι φυσικό να μην έβρισκαν ιδιαίτερη απήχηση στους Έλληνες της Ιστορικής εποχής, που είχαν απορρίψει τη βασιλεία και είχαν αναγάγει την πατριαρχία σε απόλυτη αξία. Ωστό­σο, και αυτό είναι ενδεικτικό της ακατάλυτης δύναμης των αρχέγονων δομών, ακό­μη και στην ορθολογιστική

, ο Ιερός Γάμος με το Διόνυσο τελούνταν από τη βασίλιννα (=τη βασίλισσα), τη σύζυγο του άρχο­ντος βασιλέως, που στο θρησκευτικό επίπεδο διατηρούσε τις εξουσίες του μακρι­νού προκατόχου του, ενώ στο μύθο της γέννησης του Εριχθόνιου από το σπέρμα του Ηφαίστου που απόρριψε η Αθηνά στη Γη και την υιοθεσία του γηγενούς βασι-
λιά της Αθήνας από την παρ'ολίγο μητέ­ρα του μεγάλη θεά της πόλης διατηρεί­ται το αρχαίο σχήμα, μολονότι η Αθηνά, για να προσαρμοστεί στα πατριαρχικά πρότυπα, χρειάστηκε να θυσιάσει το ουσιαστικά θηλυκό κομμάτι της.
Η ιδέα του γάμου του εκλεκτού με τη θεότητα ξεπερνά τα χρονικά και τοπι­κά όρια του αρχαίου κόσμου. Στη σύγ­χρονη Ιαπωνία, προτού στεφθεί ο νέος αυτοκράτορας Ακιχιτο. χρειάστηκε να αποσυρθεί για μια νύχτα με τη μεγάλη θεά Αματεράσου.
Στην αρχαία Ελλάδα οι γοητευτικό­τεροι μύθοι με θέμα τη σχέση της θεάς με το θνητό αγαπημένο της πλέχθηκαν γύρω από το όνομα της Αφροδίτης, της παντοδύναμης θεάς του έρωτα που ήρ­θε από την Κύπρο.
Την πιο παλιά και συγχρόνως πιο χαρακτη­ριστική περιγραφή των ερώτων της θεάς με το νεαρό θνητό τη βρίσκουμε στον λε­γόμενο ομηρικό ύμνο στην Αφροδίτη, ένα ποίη­μα που γράφτηκε στις αρχές του 7ου προχρι­στιανικού αιώνα: μόλις είδε τον Αγχίση, τον όμορφο βοσκό που έβοσκε τα ζώα του στις κο­ρυφές της Ίδας. η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκε. Ο πόθος άλωσε το νου της και θέλησε να σμίξει, θεά αυτή. με το θνητό. Πήγε στην Πάφο, στο ναό της. όπου οι Χάριτες την έλουσαν, άλειψαν το κορμί της με μυρωμένο λάδι, την έντυσαν με όμορφα ρούχα, τη στόλισαν με χρυσάφι. Έτσι στολισμένη η φιλομειδής Αφροδίτη, η "κυρά του χαμόγελου", πέταξε με τα σύννεφα και έφτασε στην Ίδα με τις πολλές πηγές, τη μάνα των θηρίων. Με βήμα γρήγορο περνούσε η θεά το δάσος. Την ακολουθούσαν λύκοι, λιοντάρια, αρκούδες και παρδάλεις, ήμερα σα σκυλάκια. Εκείνη τα έβλεπε και χαιρόταν η ψυχή της, κι έβαλε στην καρδιά τους πόθο και όλα τα ζώα έσμιξαν δυο-δυο στις σκιερές λόχμες.



Η Αφροδίτη έφτασε στο μαντρί. Βρήκε το αγόρι του βουνού μονάχο να παίζει την κιθάρα του, ωραίος σα θεός. Για να μη τον τρομάξει, πήρε μορφή παρθένας που δε γνώρισε ακόμη άντρα και στάθηκε μπροστά του λαμπροντυμέ-νη, χρυσοστόλιστη, με το στήθος να λάμπει σαν το φεγγάρι, "θαύμα ιδέσθαι".
Γεμάτος θαυμασμό ο νέος τής απηύθυνε το λόγο, όπως θα ταίριαζε στην πραγματική της φύση:
"Χαίρε βασίλισσα, αν κάποια από τις αθάνα­τες θεές ήρθες εδώ, η Αρτεμη ή η Λητώ ή η χρυσή Αφροδίτη, η Θέμις η ευγενικιά ή η Αθηνά η αοτραπομάτα, ή καμιά από τις Χάριτες που συντροφεύουν τους θεούς και λέγονται αθάνα­τες, ή ακόμη και καμιά από τις Νεράιδες που κα­τοικούν στα δάση σαυτότο όμορφο βουνό, μέ­σα στις πηγές και στα ποτάμια. Για σένα εγώ σ' έναν ψηλό τόπο θα στήσω βωμό και θα σου προσφέρω ωραίες θυσίες όλες τις ώρες, καθώς αρμόζει. Και συ δείξε μου την εύνοια σου και κά­νε να γίνω άνθρωπος δοξασμένος ανάμεσα στους Τρώες και ν'αφήσω πίσω μου λαμπρή γε­νιά. Κι εγώ ο ίδιος να ζω καλά, να βλέπω το φως του ήλιου, γερός κι ευτυχισμένος να φτάσω στων γηρατειών μου το κατώφλι."



Θυσία και προσευχή, αυτός είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για την επικοινωνία των θνη­τών με τους αθάνατους. Όμως οι βουλές της θεάς είναι άλλες, και βέβαια δε δυσκολεύεται να ξεγελάσει το φρόνιμο νέο. Του λέει πως δεν είναι θεά αλλά θνητή, κόρη θνητού, του βασιλιά των Φρυγών, και πως, παρθένα άπειρη από τα έργα της αγάπης, την άρπαξε ο Ερμής από το λιβάδι που χόρευε και του την έφερε να την κά­νει γυναίκα του, και τον παρακαλεί να ειδοποιή­σει τους γονείς της και να φροντίσει να γίνουν όλα όπως πρέπει, ανάβοντας στην ψυχή του τον πόθο.
Ο Αγχίσης, που ο έρωτας τον έχει πια κυριέ­ψει και δεν μπορεί να κρατηθεί άλλο, της απα­ντάει: "Αν είσαι θνητή και σε γέννησε γυναίκα και ο πατέρας σου είναι ο δοξασμένος Οτρεύς,καθώς λες, και σ' έφερε εδώ η βούληση του αθάνατου Ερμή, γυναίκα μου, συντρόφισσα της κλίνης μου θα είσαι ώς το τέλος των ημερών. Όμως κανείς από τους θεούς ούτε από τους θνητούς ανθρώπους δε θα μπορέοει να μ'εμπο-δίσει να σμίξω ερωτικά μαζί σου τώρα αμέσως εδώ. Ακόμη κι αν ο ίδιος ο Απόλλωνας με το ασημένιο τόξο του μου ρίξει τα πικρά του βέλη, ακόμη και τότε θα ήθελα, γυναίκα που μοιάζεις με θεά, ν'ανέβω στο κρεβάτι σου, και ας κατεβώ στον Αδη."

Στα λόγια του αρσενικού υπάρχει ακόμη η δυσπιστία και η σκιά του φόβου, όμως ο πόθος νίκησε το λόγο και η ερωτική επιθυμία έπνιξε τη λαχτάρα της ζωής. Ο άντρας οδηγεί την "κυρά τού χαμόγελου" στο κρεβάτι το στρωμένο με μαλακές κουβέρτες και προβιές. Ξαπλώνουν. Ενα ένα της βγάζει τα χρυσά κοσμήματα, λύνει τη ζώνη της. την ξεντύνει, και σμίγει ο θνητός με την αθάνατη θεά, χωρίς να ξέρει ακριβώς τι κά­νει.
Ύστερα έρχεται η ώρα της αλήθειας. Η Αφροδίτη δείχνει στον εραστή της την πραγμα­τική της όψη. Έντρομος ο Αγχίσης αποστρέφει το κεφάλι του και κρύβει το πρόσωπο του, ζη­τώντας έλεος από τη θεά που τον γέλαοε, γιατί ξέρει τον κίνδυνο που ελλοχεύει στο αγκάλια­σμα που χάρηκε. Εκείνη τον καθησυχάζει: δεν θα του συμβεί κακό, όμως δεν θα γίνει ούτε άντρας της ούτε αθάνατος, γιατί αιώνια ζωή χω­ρίς αιώνια νιότη είναι κατάρα και όχι ευλογία. Θα συνεχίσει να ζει ανάμεσα στους ανθρώπους, ευτυχισμένος. Εκείνη θα του γεννήσει γιο που θα πάρει το όνομα Αινείας, "άχος αίνόν", για τη φοβερή θλίψη που έφερε στη θεά η ταπείνωση να ξεπέσει σε κρεβάτι θνητού. Το παιδί θα το αναθρέψουν οι νεράιδες του βουνού. Οταν έρ­θει η ώρα, θα φέρει η ίδια το γιο στον πατέρα του για να δοξάσει τη γενιά του. Για να γίνουν όμως όλα αυτά, αναγκαία προϋπόθεση είναι να συνεχιστεί το παιχνίδι όπως άρχισε. Κανείς δεν πρέπει να μάθει την αλήθεια για την ωραία επι­σκέπτρια του βοσκού. Ο Αγχίσης θα λέει ότι το γιο του τον γέννησε μια νεράιδα της Ίδας. Γιατί αν τολμήσει να καυχηθεί ότι απόλαυσε την ίδια την Αφροδίτη, θα τον κάψει κεραυνός...



Σ'έναν κόσμο αυστηρά πατριαρχικό, που θέλει τις γυναίκες κατώτερες και υποταγμένες στους άντρες, σ'έναν κόσμο που στο ερωτικό σμίξιμο αναγνωρίζει τον κατ'εξοχήν μηχανισμό επιβολής της αντρικής ισχύος, σ'έναν κόσμο γε­μάτο δαμασμένα θηλυκά, δμωές και δάμαρτες (σκλάβες και σύζυγοι), γυναίκες δορυάλωτες που έμαθαν να βλέπουν στο σύντροφο της κλί­νης τον αφέντη τους. το σμίξιμο μιας αθάνατης θεας -ενός πλάσματος θηλυκού, θέσει και φύ­σει ανώτερου- μ'έναν άντρα θνητό -ένα πλά­σμα αρσενικό, θέσει και φύσει κατώτερο- απει­λεί να τινάξει στον αέρα τα θεμέλια της κοινω­νίας. Στην απόλαυση του ισχυρού θηλυκού κα­ραδοκεί ο τρόμος του ευνουχισμού και ο κεραυ­νός του Δία, ο φύλακας της έννομης τάξης, απειλεί ν'αναλάβει δράση.



Αυτό το ξέρει ο Αγχίσης και φοβάται, το ξέ­ρει ο πολυμήχανος Οδυσσέας και είναι πολύ προσεκτικός, όταν συναντάει στα ταξίδια του θεές που πολλά υπόσχονται, το ξέρει και ο Βαβυλώνιος Γιλγαμές και αρνιέται τον έρωτα της μεγάλης Ιοτάρ. Λιγότερο φρόνιμος ο κυνη­γός Ωριων, σμίγει με την Ηώ, της θεά της αυ­γής. Τα βέλη της Αρτέμιδος του κόβουν το νήμα της ζωής. Ένας άλλος κυνηγός, ο Ακταίων, τολ­μά να επιθυμήσει την ίδια την κυρά των αγρι­μιών. Γίνεται θήραμα και τον σπαράζουν τα σκυ­λιά του. Ο Ιασίων σμίγει με τη Δήμητρα στις αυ­λακιές τρισοργωμένου χωραφιού. Τον καίει ο κεραυνός του Δία1.

Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται σε όλους αυτούς τους πανάρχαιους μύθους που έσωσαν οι επικοί ποιητές των πρώιμων αρχαϊκών χρό­νων σαν απολιθώματα -κάπως παράξενα-μιας άλλης τάξης πραγμάτων, που οι Έλληνες της Κλασικής εποχής μοιάζουν να θέλουν να τους ξεχάσουν. Πίσω τους αχνοφέγγει η κοινή ρίζα, η αρχέγονη τελετή, ο Ιερός Γάμος, που υπόσχεται την ευλογία της γονιμότητας και εγ­γυάται τη διατήρηση της ζωής.



Γιος της Δήμητρας και του θνητού συντρό­φου της είναι ο Πλούτος. Το όνομα Ιασίων μοιά­ζει πολύ με το Ιάσων, και αυτός, ο Ιάσων, ο πρώ­τος ταξιδιώτης της θάλασσας, είναι θνητός που έσμιξε με θεά, τη σοφή Μήδεια. Ιασίων, Ιάσων, ιάσομαι, ιατρός, ίασις είναι λέξεις με την ίδια ρί­ζα. Την ίδια ρίζα που ξαναβρίσκουμε στον Ίακχο, όνομα του μυστικού έφηβου της Ελευσίνας. Ίώ, ίώ. "Ιακχε", κραυγάζουν οι μύστες, Ιερός Γάμος υπάρχει και εκεί. και την ύψιστη στιγμή της τελε­τής, την ώρα που η λάμψη της φωτιάς σκίζει το απόλυτο σκοτάδι, ο Ιεροφάντης αναγγέλλει με δυνατή φωνή: "Ιερόν έτεκε πότνια κοϋρον, Βριμώ Βριμόν"2, η σεβαστή δέσποινα γέννησε το θείο βρέφος, η βροντερή το βροντερό - και δείχνει το κομμένο στάχυ.



Ο έφηβος που αντρώθηκε γυρίζει από το δάσος, μονοσάνδαλος, με τα μακριά μαλλιά λυ­τά, παιδί και άντρας, άγριος και ήμερος συγ­χρόνως. Ο εκλεκτός, βασιλιάς και φαρμακό

πρέπει να συναντήσει τη δέσποινα της ζωής και του θανάτου. Οργώνεται η γη. Η μήτρα της θε­άς δέχεται το σπόρο, ο γιος του ανθρώπου γεν­νιέται. Η παρουσία του σφραγίζει την ευλογία που υπόσχεται η μάνα του. Χρόνο με το χρόνο η τελετή εξασφαλίζει τη συνέχεια.



Σένα χρυσό δαχτυλίδι από τις Μυκήνες η Μεγάλη Θεά, που τη λατρεύουν οι ιέρειες με τα γυμνά στήθη, καθισμένη σε θρόνο, συνοδεύεται από μια πολύ μικρότερη όρθια αντρική μορφή. Να είναι αυτός άραγε ο θνητός σύνευνος της θεάς; Το παλίμψηστο του μύθου οδηγεί βαθιά πίσω στο χρόνο, αλλά οι Έλληνες δεν αγαπούν να μιλούν για το θέμα αυτό. Ol πληροφορίες λί­γες, τα λόγια φειδωλά. Η μοίρα του εκλεκτού κρύβεται στη σιωπή των πηγών. Η σκοτεινή πλευρά του Ιερού Γάμου παραμένει άρρητη...



Ο συνειρμός έρχεται να καλύψει το κενό... Το θνητό πλάσμα που πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλο τη θεότητα είναι το σφάγιο της θυσίας της: σκεύος της θείας εκλογής, φορέας και θύμα της θεότητας συγχρόνως. Το κεφάλι του ακουμπάει στο βωμό, το αίμα του γράφει στις στάχτες βαθυπόρφυρο αυλάκι. Το αρχαίο μονοπάτι ανοίγει. Η επικοινωνία της ανθρώπινης ομάδας με το θείο γίνεται εφικτή: πρόσφορο και διάμεσο το θύμα.



Η πάναγνη Δέσποινα της Κρήτης, Ευρώπη και Πασιφάή, αυτή που η όψη της φέγγει σε όλους, σμίγει με τον ιερό ταύρο. Το ζώο θα θυ­σιαστεί, ο γιος της θεάς, ο νέος βασιλιάς, θα γεννηθεί. Στεφανωμένος, με χρυσωμένα κέρα­τα, οδηγείται ο ταύρος στο βωμό. Σειρές βου-κράνια, τα κρανία των θυσιασμένων ζώων στολι­σμένα με γιορτινές γιρλάντες κοσμούν τις ζω­φόρους των ιερών. Μαζί με το αίμα προσφέρο­νται στη θεότητα και τα "τόμια", οι κομμένοι όρ­χεις, η έδρα της ζωοποιού δύναμης του αρσενι­κού ζώου. Γίνονται ολοκαύτωμα στην ιερή φω­τιά, ντύνουν το άγαλμα της φοβερής Δέσποινας της Εφέσου.



Μια κυρά των ταύρων είναι και η Κυβέλη, η Μεγάλη Θεά της Μικρός Ασίας, που η λατρεία της οδηγεί στις απαρχές της νεολιθικής προϊ­στορίας. "Μήτηρ όρεία", μάνα των βουνών, "Μεγάλη Μητέρα" ή απλά μητέρα, όπως αγα­πούσαν να τη λένε οι Έλληνες, κυρά των αγρι­μιών, συντροφευμένη από λιοντάρια, θυμίζει πο­λύ την Αφροδίτη του ομηρικού ύμνου. Δέσποινα του γενετήσιου ενστίκτου, η μεγάλη αυτή θεά



ελέγχει τη ζωή και το θάνατο. Οι πιστοί και οι μύστες τής Θυσιάζουν ταύρους. Με το δέρμα των θυσιασμένων ζώων φτιάχνουν τα τύμπανα της θεάς που αγάπησε τον Αττι, το νεαρό βοσκό από τη Φρυγία^. Ο μύθος λέει πως ο Άττις, που λάτρευε απόλυτα τη θεά του, της αφοσιώθηκε "ψυχή τε και σώματι", και για ν'αποδείξει την αφοσίωση του αποφάσισε να αυτοευνουχιοτεί στο όνομα της. Η λίθινη λεπίδα έκανε καλά τη δουλειά της, όμως το αίμα δε σταμάτησε και ο Αττις πέθανε. Με θυσίες ταύρων, εκστατικές ορειβασίες και οργιαστικές τελετές γιόρταζαν οι πιστοί τη Μητέρα και θρηνούσαν το θάνατο του Άττι. Στο αποκορύφωμα της τελετής, κάτω από τους ήχους των τύμπανων, των αυλών και των κυμβάλων, μεθυσμένοι από τη θεία έκστα­ση, άντρες λάτρεις αφιέρωναν τον εαυτό τους στη θεά με την ίδια φρικτή τελετή, μυθικό αρχέ­τυπο της οποίας ήταν η τραγική μοίρα του βο­σκού από τη Φρυγία. Κάποιοι από αυτούς πέθαι­ναν. Άλλοι επιζούσαν, σημαδεμένοι για πάντα, οι ευνούχοι της θεάς, οι αλλόκοτοι Γάλλοι, από­στολοι και θεματοφύλακες της άγριας λατρεί­ας, πέρα και πάνω από τους νόμους των ανθρώ­πων, ζωντανοί μάρτυρες της απόλυτης υποτα­γής στη δύναμη της Μητέρας.



Στην αρχή του καλοκαιριού, ανάμεσα στο τέλος του Ιούνη και στις αρχές του Ιούλη, ολό­κληρη η Ανατολή, από τη Φοινίκη ως τη Βαβυλώνα, αντηχούσε από τις κραυγές των γυ­ναικών που θρηνούσαν το θάνατο του βιβλικού Ταμμούζ·1. του αγαπημένου της Αστάρτης, της Αφροδίτης της Ανατολής. Ακόμη πιο παλιά, οι γυναίκες της Σουμερίας αποχαιρετούσαν τον ωραίο Ντουμουζί. που γνώρισε τον έρωτα και το θάνατο από το χέρι της Ινάννα, της τρομερής θεάς της ζωής και του θανάτου.



Την ίδια εποχή που στην Ανατολή θρηνού­σαν τον Ταμμούζ, στην Ελλάδα γιόρταζαν τα Αδώνεια, την πικρή γιορτή του ωραίου Αδωνι. του Ανατολίτη εραστή της Αφροδίτης, που το όνομα του, Adoni-Adonai, σημαίνει στα σημιτι­κά: "Κύριε μου".



Η Μυρρα, η κόρη της θεϊκής ευωδιάς, έσμι­ξε σε ανόσιο κρεβάτι με τον πατέρα της Κινύρα, το βασιλιά της Πάφου. Καρπός της αιμομιξίας ο Άδωνις5. γιος και αδερφός της μάνας του, πρό­βαλε μέσα από το δέντρο που έκλαιγε με μυρω­μένα δάκρυα. Η Αφροδίτη είδε το όμορφο παιδί του δάσους και το λαχτάρησε. Το πήρε, το έκρυψε σε μια λάρνακα και το έδωσε στην Περ­σεφόνη να το φυλάξει. Το παιδί έγινε γρήγορα έφηβος και η ομορφιά του σκανδάλισε και αυ­τήν ακόμη τη Δέσποινα του θανάτου, που τον ερωτεύθηκε και τον ήθελε για πάντα δικό της. Ο Δίας ανέλαβε να λύσει τη διαφορά. Μοίρασε το χρόνο σε τρία μοιράδια- ένα της Αφροδίτης, ένα της Περσεφόνης και ένα του ίδιου του Αδωνι. Όπως και να'χει όμως, ο νέος δε χάρηκε για πο­λύ την αγκαλιά της θεάς του έρωτα. Στο κυνήγι τον βρήκε ο θάνατος.



Στην Κύπρο θεωρούσαν γιο της Αφροδίτης και του Αδωνι τον Γόλγο, επώνυμο ήρωα και βα­σιλιά των Γόλγων, επιβεβαιώνοντας έτσι για μια ακόμη φορά το αρχαίο μοτίβο που θέλει το βα­σιλιά γιο της θεάς. Στην Ελλάδα τα πράγματα ήταν αλλιώς. Το βάρος έπεφτε στην απώλεια του αγαπημένου. Στη γιορτή του Αδωνι, του τρυφερού νέου που κοιμήθηκε στη χρυσή αγκα­λιά της Αφροδίτης για να ξυπνήσει στο σκοτεινό κόρφο της Περσεφόνης, το τραγούδι του υμέ-ναιου έδινε τη θέση του στο θρήνο.



Πολυαγαπημένος των γυναικών ο ωραίος εραστής της Αφροδίτης, τον θρήνησε η Σαπφώ και οι κοπέλες της:



"Τον Υμέναιο ψάλλετε το τραγούδι του Άδωνι



πεθαίνει ο Άδωνις ο τρυφερός



αχ Κυθερεία πεθαίνει



και τώρα π θα κάνουμε;



κορίτσια εμπρός ελάτε,



σκίστε γο ρούχα σας



το στήθος σας χτυπάτε



όπως επάνω στα βουνά



κάποτε τον υάκινθο βλέπεις με τα ποδάρια τους



βοσκοί να τον πατάνε



κείτεται καταγής το πορφυρό λουλούδι..."6



Το χυμένο αίμα του Αδωνι έγινε ανεμώνες, τα δάκρυα της Αφροδίτης για το χαμένο ερα­στή, τα πρώτα τριαντάφυλλο.



Φυλακισμένες όλο το χρόνο στη σκιά του γυναικωνίτη, καταδικασμένες στη σιωπή και την ανωνυμία, χωρίς δικαίωμα να θέλουν, οι γυναί­κες τη μέρα του Αδωνι7 έβγαιναν στο φως. Ανεβασμένες στις στέγες και τα δώματα, άφη­ναν ελεύθερη να ξεσπάσει η φυλακισμένη κραυ­γή. Ολολυγμοί και κοπετοί, θρήνοι και δάκρυα, όλος ο πόνος και όλος ο θυμός έβρισκε διέξοδο στο θρήνο για τον Αδωνι, στο θρήνο για τον έρωτα που πέθανε πριν τον γνωρίσουν. Η παρά­φορα των γυναικών ενοχλούσε το έλλογο ήθος των πολιτών. Η απειλή, έστω kol φευγαλέα, να ξεσπάσει κάποτε το υπόγειο ποτάμι τρόμαζε τους άνδρες. Όμως ο Άδωνις ήταν ένα αγόρι σγουρό και τρυφερό σαν την καρδιά του μαρου­λιού, εφήμερος, όσο και αυτό. Οι κήποι του, τα μαρουλάκια που οι γυναίκες φύτευαν σε σπα­σμένα αγγεία άνθιζαν και ξεραίνονταν μέσα σε λίγες ώρες. Τα ξύλινα κουτιά με την εικόνα του ιδανικού εραστή βούλιαζαν στο νερό και έπαιρ­ναν μαζί τους των γυναικών τα όνειρα. Επιτάφιος χωρίς ανάσταση...



Στην αιγυπτο στίς οχθες τού Νείλου αντι



~
χούσε κάθε χρόνο το μοιρολόι της Ίσιδος για τον Όσιρι8. Κόρη του ήλιου και κυρά του θρό­νου, η μάγισσα θεά αναζητούσε τα κομμάτια του διαμελισμένου εραστή της, ξανάπλαθε το αγαπημένο σώμα. έσμιγε με το νεκρό, έχοντας τη μορφή της γερακίνας. Ο γιος της θεάς, ο Ώρος, το βασιλικό γεράκι, γεννιόταν, και ο Όσι-ρις συνέχιζε να ζει σε μια άλλη διάσταση, βασι­λιάς των νεκρών για πάντα.
Στα σύνορα του κόσμου, στο στρογγυλό νη­σί, συνάντησε ο Οδυσσέας την κόρη του ήλιου, τη φοβερή μάγισσα θεά, τη γερακίνα Κίρκη . Με το φυλαχτό που του είχε δώσει ο Ερμής αντι­στάθηκε στο βοτάνι της λησμονιάς. Γυμνώνο­ντας το σπαθί του, ο άντρας κέντρισε την προ­σοχή του θηλυκού, που του ζήτησε να σμίξουν, "εύνή κα'ι φιλότητι μιγήσομεν άλλήλοις", και του ορκίστηκε να μην του πάρει αντρεία και δύ­ναμη, ούτε να τον μαγέψει. Ο ήρωας ήπιε από την κούπα της θεάς. Στο κρεβάτι της Κίρκης ο Οδυσσέας έμαθε τα μυστικά του έρωτα και το δρόμο που οδηγεί στη χώρα του θανάτου. Για να γυρίσει ο ήρωας από την αγκαλιά της θεάς στον κόαμο των ανθρώπων πρέπει να περάσει από το θάνατο. "Δισθανής" -αυτός που πέθα­νε δυο φορές- ο Οδυσσέας, ο πρώτος μύστης, ο άντρας, θα γυρίσει φέρνοντας γνώση στους θνητούς. Ο Ελπήνορας, ο νιούτσικος που έλπιζε να αντρωθεί. θα μείνει για πάντα στα δώματα του Αδη.



Επάνω στο χρυσωμένο δέρας του κριαριού που θυσιάστηκε, έσμιξε ο Ιάσων με τη Μήδεια, τη σοφή θεά από τη γενιά του ήλιου. Υστερα ο γαμπρός έγινε ο ίδιος το πρόσφορο της θυσίας. Το σώμα του κομμάτια μπήκε στο λέβητα. Η θεά. που τον αγάπησε πολύ, του έδωσε το βο­τάνι της ζωής. Ο Ιάσων αναστήθηκε πιο νέος και πιο όμορφος από ό,τι ήταν πριν. Στις μετόπες του ναού της Ήρας. κοντά στις εκβολές του αρ­χαίου ποταμού Σίλαρι, στο σημερινό κόλπο του Σαλέρνο, βλέπουμε τη Μήδεια να βοηθά τον αναστημένο εκλεκτό της να βγει γεμάτος ζωή από το λέβητα.



Όμως οι ποιητές αποφεύγουν να μιλούν γι'αυτά. Η τύχη του θνητού που άγγιξε το θείο είναι γνώση άρρητη. Μόνον ο μύστης ξέρει τι σημαίνει να αγγίξει τη θεά του. Σε ένα χρυσό έλασμα που βρέθηκε σε τάφο ορφικού διαβά­ζουμε: "Ήμουνα κατσικάκι και πνίγηκα στο γά­λα. Βούτηξα στον κόλπο της θεάς, της φοβερής Περσεφόνης," Ο κόλπος της θεάς είναι για το μύστη η ζωοποιός πηγή.













Η θεά έχει πολλά πρόσωπα, πολλά ονόματα, πολλές εικόνες. Στην ουσία όμως είναι η ίδια η Αφροδίτη, και η Περσεφόνη η αρχή και το τέλος των πλασμάτων της, η αέναη δύναμη που βρί­σκεται στο κέντρο της κοσμικής σφαίρας και συ­νέχει το παν. Στο χέρι της ο έρωτας σμίγει με το θάνατο και ο θάνατος γίνεται αρχή νέας ζωής.
πηγή Αρχαιολογία και τέχνη

Συνεχίζεται.......







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου