Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

Η Γεωπολιτική του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αλληλεπίδραση Ελληνισμού-Ανατολής, και ο Ερμητισμός

 


Η Γεωπολιτική του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αλληλεπίδραση Ελληνισμού-Ανατολής, και ο Ερμητισμός
Σκέψεις επάνω στην πολιτισμολογία της πρώιμης οικουμένης (αρχαίας "παγκοσμιοποίησης") που δημοσίευσα πριν από ορισμένα έτη στην Αγγλία και στην Ελλάδα.
Η κοσμοαντίληψη του Μεγάλου Αλεξάνδρου εγκαθίδρυσε μια ισχυρή σχέση μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα υπέστη μια διαδικασία εξανατολισμού, και η Ανατολή (συγκεκριμένα, η Μέση Ανατολή, η Περσία και η βόρεια Αίγυπτος) υπέστησαν μια διαδικασία εξελληνισμού. Κατά συνέπεια, ο «Έλληνας» έγινε ένα υποκείμενο της Ανατολής και της Δύσης, ενώ ο Ρωμαίος παρέμεινε ένας συνεπής θεματοφύλακας της δυτικότητας, την οποία (δυτικότητα), έως την επιβολή του καθεστώτος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εκπροσωπούσε ο Ελληνισμός. Γι’ αυτόν τον λόγο, προκειμένου να μελετήσουμε τη γενεαλογία της δυτικής πνευματικής καλλιέργειας, πρέπει να αναλύσουμε τον εξανατολισμό της Ελλάδας και τον εξελληνισμό της Ανατολής.
Πρώτα απ’ όλα, η δημιουργία της οικουμένης, δηλαδή του πρώτου αρχαίου μοντέλου "παγκοσμιοποίησης" (από τον Μέγα Αλέξανδρο), ήταν αρρήκτως συνδεδεμένη με την ισοπέδωση των διαφόρων λαών, δηλαδή, με την ανάμειξη των πολιτισμών διαφορετικών εθνών και την ανάπτυξη του θρησκευτικού συγκρητισμού . Η ισοπέδωση των διαφορετικών λαών της οικουμένης ακολουθήθηκε από την εντατικοποίηση της εξατομίκευσης του ανθρώπινου όντος καθ’ εαυτό. Το ατομικό ανθρώπινο ον δεν ήταν πλέον ένα μέλος μιας ομοιογενούς πολιτιστικής κοινότητας ή ένας πολίτης μιας πόλης-κράτους. Στο πλαίσιο της αχανούς οικουμένης, το άτομο αισθανόταν ότι ήταν υπερβολικά μικρό για να ασκήσει σημαντική επίδραση στο κοινωνικοϊστορικό γίγνεσθαι, και, γι’ αυτόν τον λόγο, το άτομο άρχισε να ζει για χάρη του εαυτού του. Με άλλα λόγια, ο πρωταρχικός σκοπός του ατόμου ήταν η επιβίωση και η εντατικοποίηση της ατομικότητάς του. Εξ ου και, κατά φυσικό τρόπο, η ελληνική ψυχή στρέφεται προς τα ανατολικά θρησκευτικά δόγματα σωτηρίας και προς ανατολικές ασκητικές παραδόσεις, και προσπαθεί να τις μιμηθεί. Συγκεκριμένα, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Αρριανού Διατριβές του Επίκτητου, III, 22, ο φιλόσοφος Επίκτητος περιέγραψε τον εαυτό του ως έναν άνθρωπο «χωρίς πόλη, χωρίς οικία, χωρίς αποκτήματα, χωρίς έναν δούλο» και ως έναν άνθρωπο ο οποίος δεν έχει «σύζυγο, ούτε παιδιά, ούτε ένα μικρό πραιτώριο, αλλά έχει μόνο τη γη και τον ουρανό και έναν ταπεινό τρίβωνα».
Η ισοπέδωση των λαών της οικουμένης ακολουθήθηκε από την ισοπέδωση των διαφορετικών θεών της οικουμένης, δηλαδή, από τον θρησκευτικό συγκρητισμό. Ο Έλληνας φιλόσοφος και ιστορικός Δίων ο Χρυσόστομος (περ. 40–περ. 120 μ.Χ.), στον Ροδιακό Λόγο του (11), γράφει ότι πολλοί άνθρωποι «συνάγουσιν» (συγκεντρώνουν και συγχωνεύουν) όλους τους θεούς «σε μια ισχύ και δύναμη, έτσι ώστε δεν διαφέρει καθόλου το αν τιμάται αυτός ή εκείνος».
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του θρησκευτικού συγκρητισμού της ελληνιστικής εποχής είναι η ερμητική λατρεία. Ο επιδραστικός Άγγλος συγγραφέας και διακεκριμένος ελευθεροτέκτων Τομπάιας Τσάρτον (Tobias Churton) γράφει περί της ιστορίας της ερμητικής λατρείας ότι, έναν αιώνα αφότου ο Μέγας Αλέξανδρος κατέκτησε την Αίγυπτο και ίδρυσε την πόλη του, την Αλεξάνδρεια, το 331 π.Χ., Έλληνες άποικοι στην Αλεξάνδρεια άρχισαν να χρησιμοποιούν το επίθετο «μέγιστος και μέγιστος θεός μέγας» για να αναφερθούν στον Ερμή, και ότι αυτή η τιμητική προσφώνησή του προέρχεται από το επίθετο «δύο φορές μέγας», με το οποίο οι Αιγύπτιοι προσφωνούσαν τον αντίστοιχο του Ερμή Αιγύπτιο θεό, δηλαδή, τον θεό Θωθ. Ο Ελληνοαιγύπτιος Θωθ-Ερμής ήταν το πνεύμα της εφευρετικότητας. Κάποια στιγμή μεταξύ του πρώτου αιώνα π.Χ. και του τέλους του πρώτου αιώνα μ.Χ., εμφανίστηκε μια νέα μορφή: ο «Ερμής ο Τρισμέγιστος», ένα όνομα με το οποίο οι Έλληνες άποικοι της Αιγύπτου ενοποίησαν τον Έλληνα θεό Ερμή με τον Αιγύπτιο θεό Θωθ αφού αμφότεροι ήταν συνδεδεμένοι με τη μαγική γνώση, τον θάνατο και την ίαση. Σύμφωνα με τους θρύλους των ερμητιστών, τα Ερμητικά Κείμενα ήταν μια συλλογή σαράντα δύο βιβλίων ελληνοαιγυπτιακής μαγικής σοφίας τα οποία γράφθηκαν από τον Ερμή τον Τρισμέγιστο, για τον οποίο πίστευαν ότι ήταν ένας αρχαίος πατριάρχης του πολιτισμού.
Από την άλλη πλευρά, θα έπρεπε να επισημανθεί ότι ο εξανατολισμός της Ελλάδας δεν εξάλειψε το ελληνικό πνεύμα. Συνεπώς, οι Έλληνες τελικώς υιοθέτησαν τον Χριστιανισμό ως μια μεταφυσική πρόταση που συμπληρώνει και τελειοποιεί την κλασσική ελληνική ανθρωπιστική φιλοσοφία, και απέρριψαν εκείνες τις ανατολικές σχολές μυστικής πίστης (ιδίως τις παραδόσεις του ασιατικού πνευματισμού) που ήταν αντίθετες προς το κλασσικό ελληνικό ανθρωπιστικό πνεύμα και οι οποίες αποσκοπούσαν στην πνευματική κυριαρχία της Ασίας επάνω στην Ευρώπη. Οι Έλληνες γοητεύθηκαν βαθέως από την ιδέα της Ενσάρκωσης του θείου Λόγου , επειδή ήθελαν να υπερβούν την αντίθεση μεταξύ του σώματος και της ψυχής επιτυγχάνοντας μια νέα σύνθεση μεταξύ του σώματος και της ψυχής (ή μεταξύ της ύλης και του πνεύματος), χωρίς να αρνούνται το σώμα (ή τον υλικό κόσμο).
Παρ’ ότι οι πολιτισμοί της Μεσοποταμίας, της Αιγύπτου και της Περσίας κάλυπταν τεράστιες περιοχές της Ανατολής, εκείνος ο ανατολικός πολιτισμός που τελικώς άσκησε τη σημαντικότερη επίδραση στην ελληνική πνευματικότητα και γενικώς στην πνευματική καλλιέργεια της οικουμένης ήταν ο πολιτισμός των Εβραίων, οι οποίοι αποτελούσαν ένα μικρό έθνος που ζούσε στην ασήμαντη γη της κοιλάδας του Ποταμού Ιορδάνη.
Πριν όμως μπορέσουν να ασκήσουν μια σημαντική πολιτιστική επίδραση στους Έλληνες, οι Εβραίοι εξελληνίστηκαν σε μεγάλη έκταση. Ο ίδιος ο όρος «Ελληνισμός», που αναφέρεται στη χρήση της ελληνικής γλώσσας και στην υιοθέτηση της ελληνικής πνευματικής καλλιέργειας, αρχικώς ήταν συνδεδεμένος με την πολιτική ενός ελληνίζοντα ιουδαίου αρχιερέα ο οποίος ονομαζόταν Ιάσων (υιός του Σίμωνος του επικληθέντος Δικαίου), και αρχικώς χρησιμοποιήθηκε από τους Μακκαβαίους για να περιγράψουν τη διάβρωση της ιουδαϊκής πνευματικής καλλιέργειας ως συνέπεια της επικοινωνίας μεταξύ των Εβραίων και των Ελλήνων. Όπως διαβάζουμε στη Βίβλο, συγκεκριμένα, στο χωρίο Β´ Μακκαβαίων 4:7–13, οι Μακκαβαίοι (οι οποίοι ήταν ένας ιουδαϊκός ανταρτικός στρατός που έθεσε υπό την έλεγχό του την Ιουδαία) εξεγέρθηκαν εναντίον των Ελλήνων και προσπάθησαν να περιορίσουν την επίδραση του Ελληνισμού και του εξελληνισμένου Ιουδαϊσμού. Επιπροσθέτως, ο ίδιος ο όρος «Ιουδαϊσμός», ο οποίος αναφέρεται στην τήρηση των ηθών και των εθίμων της ιουδαϊκής παράδοσης, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο χωρίο Β´ Μακκαβαίων 2:21: «[…] για τις φανερές επεμβάσεις του Θεού υπέρ εκείνων οι οποίοι αγωνίζονταν ηρωικώς προς υπεράσπιση του Ιουδαϊσμού […]».
Ο εξελληνισμός των ιουδαίων εκδηλώθηκε αρχικώς στο πεδίο της γλώσσας. Το τμήμα του ιουδαϊκού πληθυσμού που εξελληνίστηκε πιο γρήγορα από όλα ήταν εκείνο που ζούσε στην Αίγυπτο. Πολλοί ιουδαίοι της Αιγύπτου συνήθιζαν να λαμβάνουν ελληνικά ονόματα, όπως τα εξής: Απολλώνιος, Αρτεμίδωρος, Διόδοτος, Δημήτριος, Διονύσιος, Διόφαντος, Ηράκλεια, Ηρακλείδης, Ερμείας, Θεόδοτος, Θεόδωρος, Δοσίθεος, Ιάσων κ.ά. Ακόμη και μεταξύ των Μακκαβαίων, μπορούμε να βρούμε ελληνικά ονόματα: Δοσίθεος και Σωσίπατρος. Επίσης, στο τέταρτο βιβλίο των Μακκαβαίων, ο κλασσικός ελληνικός όρος «πολιτεία» χρησιμοποιείται από τους ιουδαίους για να αναφερθούν συλλογικώς σε εκείνους οι οποίοι είναι πιστοί στην Τορά.
Οι ιουδαίοι της Αιγύπτου όχι μόνο λάμβαναν ελληνικά ονόματα, αλλά και ήταν υπερήφανοι για την ελληνική τους παιδεία, και υιοθετούσαν ελληνικές συνήθειες. Οι ιουδαίοι της Αιγύπτου ανέπτυξαν μια ιδιαιτέρως εξελληνισμένη λογοτεχνία : ο ιστοριογράφος Δημήτριος, ιουδαίος αυλικός του Πτολεμαίου Δ´, συνέγραψε μια έκθεση της ιουδαϊκής θρησκείας ακολουθώντας ένα φιλοσοφικό ύφος, ενδεικτικό της ελληνικής πνευματικής επίδρασης στους ιουδαίους της Αιγύπτου· ο Αρτάπανος ο Αλεξανδρινός, ένας ακόμη φημισμένος ελληνίζων ιουδαίος, συνέγραψε ένα αλληγορικό μυθιστόρημα στο οποίο ο Μωυσής παρουσιάζεται ως ο θεμελιωτής των Ορφικών Μυστηρίων · ένας ιουδαίος ο οποίος ονομαζόταν Ιεζεκιήλ συνέθεσε μια ελληνική τραγωδία με θέμα την Έξοδο· ο Φίλων ο Πρεσβύτερος έγραψε ένα επικό ποίημα Περί της Ιερουσαλήμ σε ομηρικό εξάμετρο· ο Θεόδοτος συνέγραψε ένα έπος Περί της Συχέμ (η Συχέμ αναφέρεται στη εβραϊκή Βίβλο ως μια ισραηλιτική πόλη της φυλής του Μανασσή) συνδέοντας το όνομα Συχέμ με το όνομα Σικίμιος, το οποίο είχε ένας υιός τού Έλληνα θεού Ερμή· ο ιουδαίος φιλόσοφος Αριστόβουλος του Πανέα επινόησε τη θεωρία ότι ο Πυθαγόρας και ο Πλάτων γνώριζαν τη Βίβλο.
Επί πλέον, ο ιουδαϊκός τρόπος λατρείας του Θεού επηρεάστηκε από την ελληνική φιλοσοφία, αφού περιλάμβανε όχι μόνο ψαλμούς και ανάγνωση της Βίβλου, αλλά και ερμηνείες των ιουδαϊκών θρησκευτικών κειμένων, δηλαδή, μια φιλοσοφική εργασία. Η ελληνική πνευματική καλλιέργεια επηρέασε και την ίδια τη Βίβλο: οι φράσεις «Θεός Ύψιστος» και «ἐγώ εἰμί ὁ ὤν» αποτελούν τεκμήρια πλατωνικών επιδράσεων στη Βίβλο, και τα επίθετα «Κύριος των δυνάμεων» και «ο Παντοκράτωρ», τα οποία υιοθετήθηκαν από ελληνίζοντες ιουδαίους, ήταν αρχικώς προσωνυμίες του Ερμή. Επίσης, η ελληνική μετάφραση των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης η οποία έγινε από εβδομήντα δύο ιουδαίους μεταφραστές (γνωστή ως η Μετάφραση των Εβδομήκοντα) κατ’ εντολή του Πτολεμαίου Β´ του Φιλάδελφου (271 π.Χ.), βασιλέα της πτολεμαϊκής Αιγύπτου, χαρακτηρίζεται από μια γλωσσικής υφής προσπάθεια να μιμηθεί τον ελληνικό ανθρωπομορφισμό.
Συνεπώς, υπάρχει μια ιδιόμορφη αλληλεπίδραση μεταξύ του Ελληνισμού και του Ιουδαϊσμού: αναζητώντας μια βιωματική γνώση απόλυτων αξιών, ο Ελληνισμός προβαίνει σε ένα «προσκύνημα» στην Ανατολή, αφού, όπως διαβάζουμε στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία του Ιώσηπου, πολλοί Έλληνες έστρεψαν τον νου τους προς τον ιουδαϊκό μονοθεϊσμό επειδή ήταν ριζοσπαστικώς και ασυμβιβάστως διακριτός και διαφορετικός από κάθε είδος ειδωλολατρίας· και ο Ιουδαϊσμός, αναζητώντας την περαιτέρω ενσωμάτωσή του στον ιστορικό κόσμο και έναν πιο δημιουργικό τρόπο ιστορικής αυτοπραγμάτωσης, εξέρχεται από τον στενό γεωγραφικό και εθνοτικό του χώρο και στρέφεται προς τον Ελληνισμό. Οι συνέπειες της προαναφερθείσας αμφίδρομης σχέσης, η οποία αποτελεί τη βάση μιας σύνθεσης μεταξύ της ελληνικής φιλοσοφίας και του μυστικιστικού ιουδαϊκού μονοθεϊσμού, απέκτησαν κοσμογονική σημασία όταν γεννήθηκε ο Χριστιανισμός και έπεσε η Ρώμη.
Στο βιβλίο μου "Μαθήματα Τεκτονικής Φιλοσοφίας", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίαμβος, θα βρείτε μια συστηματική μελέτη αυτών των θεμάτων και πολλών άλλων, σε συνδυασμό με μια επικαιροποιημένη ευρωπαϊκή αντίληψη για τον εσωτερισμό στη σύγχρονη εποχή, και στο πλαίσιο του DIGNITY Order υπό το μυητικό ξίφος του Giuliano Di Bernardo.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου