ΛΙΝΤΙΑ ΡΟΥΣΛΑΝΟΒΑ
Η Λίντια Αντρέγιεβνα Ρουσλάνοβα (ρωσικά: Лидия Андреевна Русланова, γεννηθείσα ως Πρασκόβια Αντριάνοβνα Λέικινα-Γκορσένινα, ρωσικά: Прасковья Андриановна Лейкина-Горшенина, 27 Οκτωβρίου 1900 – 21 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν μία από τις σπουδαιότερες και πιο αγαπημένες τραγουδίστριες της παραδοσιακής ρωσικής μουσικής. Ένας κρατήρας της Αφροδίτης, πήρε το όνομά του από τη Ρουσλάνοβα.Γεννήθηκε το 1900, στο Τσερνάβκα, ένα χωριό κοντά στο Σαράτοφ, σε οικογένεια χωρικών. Σε ηλικία 5 ετών χάνει και τους δύο γονείς της, ο πατέρας της είχε πεθάνει στον Ρωσοϊαπωνικό Πόλεμο, ενώ η μητέρα της λίγο αργότερα. Έτσι, εκείνη μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο, από όπου όμως ξεκίνησε να ασχολείται με τη μουσική, αρχικά ως μέλος χορωδίας και αργότερα ως σολίστ.Ο θείος, αργότερα, την κάλεσε να εργαστεί σε εργοστάσιο επίπλων. Ένας από τους ιδιοκτήτες του εργοστασίου, την άκουσε να τραγουδά, και της πρότεινε να πάει να σπουδάσει στο Ωδείο του Σαράτοφ. Ωστόσο, η Λίντια, δεν ενδιαφερόταν για ακαδημαϊκές σπουδές.] Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, εργάστηκε σε νοσοκομείο. Κατά την περίοδο εκείνη, γνωρίζει τον Βιτάλι Σεπάνοβ, με τον οποίο αποκτά έναν παιδί, το οποίο γεννιέται τον Μάιο του 1917. Ο Βιτάλι την άφησε, παρόλα αυτά, έναν χρόνο αργότερα, εξ αιτίας του εκκεντρικού τρόπου ζωής της. Σύμφωνα με μία πηγή από το Σαράτοφ, η Λίντια παντρεύτηκε κι άλλον άντρα, ο οποίος πέθανε κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου, από τον οποίον πήρε και το επώνυμό της.Η Ρουσλάνοβα έδωσε την πρώτη της συναυλία σε ηλικία 16 ετών, μπροστά σε στρατιωτικό κοινό, όπου τραγούδησε ό,τι τραγούδι ήξερε.Αρχικά, ξεκίνησε να τραγουδά για τους Ρώσους στρατιώτες, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Το ντεμπούτο της ως επαγγελματίας πια τραγουδίστρια το έκανε στο Ροστόβ, το 1923. Αξιοσημείωτη ήταν η ιδιόμορφη φωνή της και η ποιότητα του τόνου της. Η Λίντια αναζωογόνησε παλιά παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία συνήθιζαν να τραγουδούν σόλο οι γυναίκες σε διάφορες εκδηλώσεις. Έως και το 1929, έζησε με έναν Cheka αξιωματικό, ενώ αργότερα παντρεύτηκε ξανά, αυτήν τη φορά τον Βλαντίμιρ Κριούκοφ.Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, η Ρουσλάνοβα έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής. Έγινε μία αρτίστα, η οποία συμμετείχε σε διάφορες μουσικές εκδηλώσεις, μέχρι και σε παραστάσεις τσίρκου, το 1933, τραγουδώντας τελικά σε όλη τη Ρωσία, έως το τέλος της δεκαετίας. Όταν πια ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ξεσπάσει, σταμάτησε τις περιοδείες της, και ξεκίνησε νέες, πηγαίνοντας από το ένα μέτωπο στο άλλο, ώστε να εξυψώσει το ηθικό των στρατιωτών, με τα πατριωτικά της τραγούδια. Δύο από τα πιο γνωστά τραγούδια που ερμήνευσε είναι το Βάλενκι και το Κατιούσα. Κατά τη διάρκεια της Μάχης του Βερολίνου, τραγούδησε μπροστά στο καιόμενο Reichstag.Η Ρουσλάνοβα έγινε μία από τις πλουσιότερες γυναίκες της Σοβιετικής Ρωσίας, χρηματοδοτώντας μέχρι και την κατασκευή ρουκετών Katyusha, τις οποίες η ίδια παρουσίασε στον Κόκκινο Στρατό, το 1942. Την ίδια χρονιά, έγινε Καλλιτέχνης της Τιμής της Σοβιετικής Ρωσίας. Οι σκληροί της τρόποι και ελεύθερη γλώσσα της άρεσε πολύ στους στρατιώτες, σε βαθμό τόσο ώστε οι Σοβιετικές Αρχές να τη θεωρούν εν δυνάμει απειλή του καθεστώτος. Το 1948, κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του άνδρα της με τον Στρατηγό Γκεόργκι Ζούκοφ, ο Βλαντίμιρ Κρίουκοφ, συνελήφθη μαζί με τη Ρουσλάνοβα, μετά από δύο χρόνια. Τότε, η Ρουσλάνοβα αναγκάστηκε να υπογράψει δήλωση στην οποία αναφέρεται ότι ο σύζυγός της ήταν ένοχος για προδοσία, πράγμα που αρνήθηκε, με αποτέλεσμα να δικαστεί με δεκαετής κάθειρξη σε στρατόπεδο εργασίας.Όταν στάλθηκε στη Γκουλάγκ, η Ρουσλάνοβα έγινε μεγάλο αστέρι ανάμεσα στους κρατούμενος και στη διαχείριση. Έπειτα μεταφέρθηκε σε κελί στα Κεντρικά του Βλαντιμιρίσκι. Μετά τον θάνατο του Στάλιν, αφέθηκε ελεύθερη στις 4 Αυγούστου του 1953. Όταν βγήκε είχε αδυνατίσει αισθητά, ενώ περπάταγε με δυσκολία. Ωστόσο, επέστρεψε αμέσως στο τραγούδι. Η περίοδος φυλάκισής της δεν είχε αναφερθεί στον τύπο, παρά δεκαετίας αργότερα.[ Αργότερα, συμμετείχε και στο πρώτο Σοβιετικό Φεστιβάλ Τραγουδιού, μαζί με τους Λεονίντ Ουτίοσοφ, Μαρκ Μπέρνες και την Κλαβίντιγα Σουλζένκο. Συνέχισε να τραγούδα έως και το τέλος της ζωής της, το 1973.
---------
ΣΤΕΦΚΑ ΣΑΜΠΟΤΙΝΟΒΑ
Αφιέρωσε ολη την ζωή της στο βουλγαρικό δημοτικό τραγούδι. Το κοινό γνωρίζει την όμορφη θρακική φωνή της στην ερμηνεία του τραγουδιού «Πριτούρι σε πλανινάτα», η πρώτη ηχογράφηση του οποίου χρησιμοποιήθηκε σε μερικές κινηματογραφικές παραγωγές. Το τραγούδι είναι και μέρος του πρώτου δίσκου «Το μυστήριο των βουλγαρικών φωνών».
Η Στέφκα Σαμποτίνοβα είναι ανάμεσα στους διασημότερους εκπροσώπους της φολκλορικής περιοχής της Θράκης. Οι πρόγονοί της είναι μετανάστες από τη Θράκη του Αιγαίου. Εγκαθίστανται στο χωριό Ρόζοβ Κλάντενετς, όπου γεννιέται η τραγουδίστρια. Μαθαίνει δημοτικά τραγούδια από τη γιαγιά της. Εκτός από όμορφη φωνή η τραγουδίστρια έχει και αξιοσημείωτη μνήμη, στην οποία φυλάσσει εκατοντάδες μελωδίες. Αργότερα η ζωή την υποβάλλει σε διάφορες δοκιμασίες, η τραγουδίστρια όμως κατορθώνει να ξεπεράσει τις δυσκολίες χάρη στη μουσική.
Σχεδόν 50 χρόνια η Στέφκα ηταν σολίστας στο φολκλορικό συγκρότημα «Φίλιπ Κούτεφ», και τραγουδά στις μεγαλύτερες αίθουσες συναυλιών σ’ όλο τον κόσμο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 προσλαμβάνεται στο Συγκρότημα για δημοτικά τραγούδια και χορούς της Βουλγαρικής Τηλεόρασης και Ραδιοφωνίας. Πρόκειται για την ξακουστή δημοτική χορωδία «Το μυστήριο των βουλγαρικών φωνών» υπό τη διεύθυνση της Ντόρα Χρίστοβα, στο ρεπερτόριο της οποίας είναι βασισμένο το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ. Το άλμπουμ, στο οποίο συμμετέχει η Στέφκα Σαμποτίνοβα το 1990 παίρνει το βραβείο Γκράμι.
Για μεγάλη περίοδο η Στέφκα Σαμποτίνοβα είναι ανάμεσα στους ερμηνευτές που κάνουν ηχογραφήσεις για το αρχείο της Εθνικής Ραδιοφωνίας. Μετά τις κοινωνικές και τις οικονομικές αλλαγές στη χώρα μας το 1989 για η Στέφκα αρχίζει να δίνει πολλές συναυλίεςκαι συμμετέχει και σε πολλές φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες για την υποστήριξη των φτωχών παιδιών ως τον θανατο της.
Η φωνή της εχει συνδεθει με το τραγουδι "το βουνό" που εχει ριζες στην Ελληνικη θράκη και ειναι συγκλονιστικό
Γκρεμίστηκε ένα βουνό και πλάκωσε δυο βόσκους,
Δυο βοσκούς, δυο φίλους.
Ο πρώτος το παρακαλάει :
''Εχω αρραβωνιαστικιά που θα θρηνεί''
κι ο δεύτερος παρακαλάει :
''Εχω μητέρα που θα θρηνεί''
και το βουνό απαντάει :
''Αχ εσείς, δυο μου βοσκοί...
η αρραβωνιαστικιά θρηνεί απ'το πρωι ως το σουρουπο,
η μητερα θρηνει μεχρι τη μερα του θανατου της!...''
ΣΤΑ ΠΟΣΆ
ΑπάντησηΔιαγραφήΧΕΡΤΖ???
😗