Ενός κακού μύρια έπονται: ο γνωστός αφορισμός (του οποίου μια πιο σύγχρονη εκδοχή είναι γνωστή ως ο «νόμος του Μέρφι», που λέει πως «όταν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει στραβά») μοιάζει να έχει πλήρη εφαρμογή στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία το τελευταίο διάστημα μοιάζει να περνά από κρίση σε κρίση, χωρίς να μπορεί να βγει από αυτόν τον φαύλο κύκλο.
Ο «γάιδαρος» των ευρωεκλογών ήρθε κι έφαγε το «στραβό κλήμα» που είχε διαμορφωθεί μετά την καθαρή και επιβλητική νίκη της Ν.Δ. στις εθνικές εκλογές του 2023, με την κυβέρνηση να επιχειρεί να δώσει μια σειρά από κατά το δυνατόν βολικές μεν, αλλά δύσκολα πιστευτές απαντήσεις σχετικά με το εκλογικό αποτέλεσμα (εξηγήσεις που κυμαίνονται από την… κόπωση των πολιτών από τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις μέχρι το ότι οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται για τις ευρωεκλογές επειδή δεν εκλέγουν κυβέρνηση…Την ίδια ώρα σχεδόν το σύνολο των δημοσκοπήσεων κατέγραφε μια διαρκώς διογκούμενη δυσφορία για πολλά ζητήματα, από την ακρίβεια μέχρι τη διαχείριση της τραγωδίας των Τεμπών.
Οι «βαριές» παρεμβάσεις
Την περασμένη Δευτέρα, από το βήμα της εκδήλωσης για το βιβλίο του δημοσιογράφου Μανώλη Κοττάκη, οι δύο πρώην πρωθυπουργοί και πρώην πρόεδροι της Ν.Δ. Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς άσκησαν εφ’ όλης της ύλης κριτική για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης.
Παρότι το ύφος και η ένταση της κριτικής αυτής ξένισαν ένα μέρος της παράταξης, εντούτοις η αίσθηση που δόθηκε ήταν ότι αυτά που έλεγαν δεν απείχαν και τόσο πολύ από την αλήθεια, ειδικά όσον αφορά την αίσθηση αποκοπής του πολιτικού κόσμου από την κοινωνία και την υιοθέτηση συγκεκριμένων πολιτικών (κυρίως στην οικονομία, αλλά όχι μόνο σε αυτό τον τομέα) ερήμην των αναγκών των πολιτών.
Από την ακρίβεια και το ζήτημα της μείωσης του ΦΠΑ μέχρι τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα εθνικά θέματα, Καραμανλής και Σαμαράς φάνηκαν να χτυπούν «σήμα συναγερμού» στην κυβέρνηση, αποδίδοντας την τεράστια αποχή και την απώλεια ενός εκατομμυρίου ψηφοφόρων μέσα σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους περισσότερο σε εκδήλωση απογοήτευσης και δυσαρέσκειας και λιγότερο σε αδιαφορία για την αναμέτρηση των ευρωεκλογών. Το πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση είναι ότι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις κυβερνητικές αναλύσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα της 9ης Ιουνίου, αλλά και για το «μήνυμα» που οι πολίτες έστειλαν διά της ψήφου ή της αποχής τους.
Στροφή στην καθημερινότητα
Προφανώς ο καθένας από τους δύο πρώην πρωθυπουργούς έθεσε ψηλά στην ατζέντα του τα θέματα που ο ίδιος θεωρεί πιο σημαντικά (π.χ. ο Σαμαράς έδωσε ιδιαίτερο βάρος σε «ταυτοτικά» ζητήματα, ενώ ο Καραμανλής προτίμησε μια πιο «θεσμική» προσέγγιση αναφερόμενος κυρίως στα εθνικά θέματα).
Ωστόσο η συνιστώσα των ομιλιών τους ήταν ο κίνδυνος οι πολιτικοί και οι πολίτες (στην Ελλάδα ειδικώς, αλλά και γενικότερα στην Ε.Ε.) να βρεθούν σε τελείως διαφορετικά «μήκη κύματος», κάτι που προοπτικά θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίση εμπιστοσύνης και πλήρη απονομιμοποίηση το ίδιο το πολιτικό σύστημα, με όλα όσα θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια εξέλιξη.Είναι επίσης προφανές ότι – πέρα και πάνω από τις γενικότερες ερμηνείες – η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν προσεγγίζουν και πολύ διαφορετικά το συγκεκριμένο ζήτημα: δεν είναι τυχαίο ότι
● ο – περιορισμένης έκτασης – ανασχηματισμός επιταχύνθηκε,
● η έμφαση δόθηκε σε υπουργεία αιχμής και καθημερινότητας (Ανάπτυξης, Γεωργίας, Εργασίας, κ.λπ.)
● και ο Μητσοτάκης φρόντισε να επισημάνει με κάθε τρόπο στο νέο Υπουργικό Συμβούλιο και το κόμμα ότι το 41% του Ιουνίου του 2023 δεν υπάρχει πια και ότι η κυβέρνηση πλέον (παρά την κοινοβουλευτική της κυριαρχία) δεν έχει περιθώρια για λάθη, πισωγυρίσματα και καθυστερήσεις.Ταυτόχρονα είναι πλέον περισσότερο από εμφανές ότι το βάρος το επόμενο διάστημα θα πέσει σε κρίσιμα ζητήματα της καθημερινότητας, είτε αυτά αφορούν τη δημόσια υγεία και το ΕΣΥ είτε τις συγκοινωνίες (η επίσκεψη του Μητσοτάκη στο αμαξοστάσιο της ΟΣΥ ήταν άκρως ενδεικτική) είτε την ακρίβεια και τον πληθωρισμό είτε τις πυρκαγιές που έχουν βάλει σε πύρινο κλοιό τη χώρα.
Εν ολίγοις ο βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι να δείξει ότι έλαβε το πραγματικό μήνυμα των πολιτών και ότι ενεργοποιείται προκειμένου να παρουσιάσει αποτελεσματικές λύσεις στα προβλήματά τους.
Τα μεγάλα προβλήματα
Το θέμα, ωστόσο, είναι ότι όλα τα προβλήματα που ταλαιπωρούν τους πολίτες και που κάνουν την καθημερινότητά τους από δύσκολη ώς – μερικές φορές – αβίωτη είναι συστημικά, χρονίζοντα και εξαιρετικά δυσεπίλυτα:
● Για παράδειγμα η ίδια η κυβέρνηση έχει πλειστάκις παραδεχθεί ότι ένα σημαντικό μέρος της ακρίβειας προέρχεται από την… καρτελοποίηση της αγοράς, τον λεγόμενο «πληθωρισμό της απληστίας» των επιχειρήσεων και άλλες στρεβλώσεις, η διόρθωση των οποίων απαιτεί χρόνο και προσεκτικά βήματα ώστε να αποδώσει καρπούς (για να μην αναφερθεί κάποιος και στην αναγκαία πολιτική βούληση).
● Όσον αφορά το ΕΣΥ – η αναμόρφωση του οποίου αποτελεί προσωπικό στοίχημα του Μητσοτάκη –, τα πολλά πλέον χρόνια υποχρηματοδότησης, κακοδιαχείρισης αλλά και αδυναμίας για πραγματικές τομές (το ζήτημα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης παραμένει… γιοφύρι της Άρτας) έχουν αφήσει τα «σημάδια» τους στο σύστημα, ενώ οι διαρκείς άγονοι διαγωνισμοί για την πρόσληψη ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού καταδεικνύουν ότι το ενδιαφέρον είναι μικρό έως ανύπαρκτο για εργασία στο δημόσιο.
● Όσο για το ζήτημα του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών, κάτι που αποτέλεσε κεντρικό προεκλογικό σύνθημα και δέσμευση της ΝΔ ως αντιπολίτευσης, η νέα μαφιόζικου τύπου δολοφονία στο Νέο Ψυχικό δείχνει ότι η δράση οργανωμένων συμμοριών αποτελεί την… πραγματική πραγματικότητα για τη χώρα, παρότι όντως έχουν γίνει προσπάθειες για πιο αποτελεσματική αστυνόμευση, αλλά και για την καταπολέμηση ορισμένων πηγών ανομίας (π.χ. η οπαδική βία), και η ΕΛ.ΑΣ. μπορεί να καυχιέται για κάποιες επιτυχίες της.
● Και, για να βγούμε και λίγο παραέξω από τη χώρα, στο πρόσφατο συνέδριο του Economist, ο Ενρίκο Λέτα, αναφερόμενος στο εμβληματικό σχέδιο της Ε.Ε. για την πράσινη μετάβαση, ούτε λίγο ούτε πολύ παραδέχθηκε ότι υπάρχουν ερωτήματα για τη χρηματοδότησή του.
Πρότεινε, λοιπόν, την κινητοποίηση δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της μετάβασης αυτής, π.χ. στον αγροτικό κόσμο ή στις αυτοκινητοβιομηχανίες, αλλά και καλώντας τους ηγέτες των «27» και την πρόεδρο της Κομισιόν να διαβεβαιώσει τους ανησυχούντες ότι η Ένωση έχει προβλέψει τη χρηματοδότηση του συγκεκριμένου σχεδίου.
Το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων
Ταυτόχρονα, για να επιστρέψουμε στα καθ’ ημάς, ο Μητσοτάκης στο ίδιο συνέδριο δήλωσε ότι «είμαι ένας αφοσιωμένος μεταρρυθμιστής. Ακόμα κι αν, σε κάποιες περιπτώσεις, οι μεταρρυθμίσεις ενοχλούν κάποιους, αυτή είναι η φύση της μεταρρυθμιστικής ατζέντας. Έχουμε όμως λάβει εντολή γι’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις».
Ωστόσο, όπως έχει ξαναγράψει το «Ποντίκι», το ζήτημα με τις μεταρρυθμίσεις είναι ότι ο ορίζοντάς τους είναι συχνά αρκετά μεγάλος και ότι οι πολίτες, ζώντας σε μια… ζορισμένη καθημερινότητα, δεν έχουν ούτε τα μέσα ούτε την υπομονή να περιμένουν για να δρέψουν τους καρπούς τους.
Αντιθέτως, ο προβληματισμός για τη δύσκολη καθημερινότητα «θολώνει το μήνυμα» των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, καθώς δεν έχουν άμεσο και ορατό αποτέλεσμα στη ζωή των πολιτών (το παράδειγμα της αναβάθμισης του αξιόχρεου της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και η απουσία «γκελ» στους πολίτες της εξέλιξης αυτής είναι απολύτως χαρακτηριστικό). Αν στα παραπάνω προστεθεί και η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική που προβλέπουν οι νέοι ευρωπαϊκοί κανόνες που θα εφαρμοστούν από το 2025 (οπότε θα αποτυπωθούν στον προϋπολογισμό για το νέο έτος), τότε είναι προφανές ότι το τοπίο γίνεται ακόμα πιο δύσκολο.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση καλείται να λύσει δύο βασικά προβλήματα:
● Από τη μία να ισορροπήσει ανάμεσα στην περιοριστική πολιτική που επιβάλλει η Ε.Ε. και στην ανάγκη να προστατεύει τους πολίτες από διάφορες εξωγενείς ή και εσωτερικές στρεβλώσεις και υπερβολές των αγορών.
● Από την άλλη να πείσει ότι το μεταρρυθμιστικό της σχέδιο όχι μόνο είναι κρίσιμο για τον πραγματικό εκσυγχρονισμό της χώρας, αλλά και ότι έρχεται και «κουμπώνει» στις ανάγκες και τα «θέλω» της κοινωνίας, η οποία (όπως ομολογείται από τους πάντες) έχει θυσιάσει πολλά και επί μακρόν.
Ο Μητσοτάκης επαναλαμβάνει διαρκώς ότι εκλογές θα γίνουν το 2027, στο τέλος της θητείας της παρούσας κυβέρνησης. Ωστόσο ο δρόμος μέχρι τις κάλπες προβλέπεται δύσκολος και ανηφορικός και ο κίνδυνος στο τέλος του οι πολίτες να έχουν γυρίσει την πλάτη στην κυβέρνηση είναι μεγάλος.
Κάπως έτσι, τα όσα είπαν Καραμανλής και Σαμαράς για το πώς βλέπουν την κατάσταση στη χώρα μπορούν να αντιμετωπιστούν και ως προειδοποιήσεις για το κοντινό μέλλον. Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση μπορεί να αλλάξει επαρκώς, ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα.
ΜΙΑ ΚΥΡΊΑ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΠΊ ΤΩΝ ΗΜΕΡΏΝ
ΤΟΥ ΔΑΜΑΛΟΥ...
ΈΚΑΝΕ ΑΠΕΡΓΊΑ ΠΕΙΝΑΣ!!!
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΆ ΑΠΕΡΓΊΑ!!!
ΓΙΑ ΘΥΜΗΘΕΊΤΕ
ΤΟΝ ΛΌΓΟ!?
$ΩΤΗΡ€$
ΚΟΜΜΑΤΟΣΚΥΛΑ
ΜΠΨΗΦΟΦΟΡΟΙ
ΚΛΠ ΣΥΓΓΕΝΕΊΣ ΛΑΜΌΓΙΑ!
ΕΡΓΑΤΜΠΝΔΕΣ!!!
ΚΛΠ ΚΛΠ
ΌΛΟΙ ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΈΝΕΙΑ...
ΧΑΖΆΡΩΝ
ΧΑΖΑΡΟΚΡΟΝΙΟΙ ΚΑΜΠΑΛΟΙ ΣΑΤΑΝΙΛΕΣ ΗΜΙΒΛΑΚΕΣ ΧΑΖΑΡΟΚΡΟΝΙΟΙ ΚΑΜΠΑΛΟΙ ΣΑΤΑΝΙΛΕΣ ΗΜΙΒΛΑΚΕΣ!
ΚΑΝΊΒΑΛΟΙ!
ΓΕΝΟΚΤΟΝΟΙ!!!
ΠΡΟΔΌΤΕΣ!!!
ΧΛΑΠΑ ΧΛΟΥΠΑ ΑΜΑΣΙΤΑ ΣΑΝΟΜΠΕΕΕΤΑ ΝΑΝΑΙ ΚΙΟΤΙ ΝΑΝΑΙ ΧΑΖΑΡΟΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΕΥΗΧΑ ΜΌΝΟ ΝΑΝΑΙ.
ΑΓΝΟΉΣΕΤΕ ΤΟΥΣ ΌΛΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΚΆ ΕΠΙΤΈΛΟΥΣ!!!
ΗΘΙΚΟΝ ΑΚΜΑΙΟΤΑΤΟΝ
🧬 🇬🇷