… με χειροπέδες! (Θα στενοχωρήσω πάρα πολλούς καλούς φίλους, αλλά αυτή η εικόνα αποτελεί κυβερνητική και κρατική ατίμωση, απέναντι, σε έναν, απεχθή, μεν, αλλά πολιτικό εγκληματία του λεγόμενου «κοινού» ποινικού δικαίου, που, όμως, είναι και πολιτικός κρατούμενος. Από το ΚΚΕ, το 1947, στην 17 Νοέμβρη, το 2003, στην Χρυσή Αυγή, το 2020 και στον Ρουβίκωνα, τώρα).
ο φυλακισμένος, για διεύθυνση της οργάνωσης της Χρυσής Αυγής, που, όμως, έχει μικτό ποινικό και πολιτικό χαρακτήρα (αυτό το τελευταίο οι δικαστικοί, οι κυβερνητικοί και οι λοιποί κρατικοί θεσμοί, αρνούνται, πεισμόνως και ανοήτως, να το αποδεχθούν, αν και αποτελεί πασίδηλο και πασιφανές γεγονός, για να μην αποδοθεί η ιδιότητα του πολιτικού κρατούμενου, στο παλαιό ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης), περιφέρεται σιδηροδέσμιος, για να ορκισθεί, ως εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος, στο δημαρχιακό Μέγαρο της Αθήνας.
Η χθεσινή ορκωμοσία του Ηλία Κασιδιάρη, ως δημοτικού συμβούλου της Αθήνας, με χειροπέδες, υπήρξε μια τραγική θεατρική παράσταση, κυβερνητικής εμπνεύσεως, που μπορούσε και έπρεπε να εκλείψει, απέναντι, σε έναν εκλεγμένο πολιτικό αντίπαλο, διότι, απλούστατα, πέραν της αυτοαναφορικής επίδειξης δύναμης της κυβέρνησης και του κράτους (που, στην πραγματικότητα, δεν είναι, καν, κράτος - και για την ακρίβεια : είναι “κράτος”, με βασικό ελλειμματικό χαρακτήρα και περιεχόμενο -, αλλά αποικιοκρατούμενο κρατικό μόρφωμα, επιπέδου μιας άτυπης, αλλά ουσιαστικής επαρχιακής ευρωζωνικής “νομαρχίας”, που, εν πολλοίς, στερείται - αν κα όχι, πάντοτε - οικείας βουλήσεως), απέναντι σε έναν πολιτικό κρατούμενο, όσο απεχθής, ως ποινικός εγκληματίας και αν είναι αυτός, ουδέν άλλο έχει να προσφέρει, ως δημόσιο θέαμα.
Βέβαια, χαρακτηρίζοντας τον Ηλία Κασιδιάρη, ως πολιτικό κρατούμενο και την Χρυσή Αυγή, ως πολιτική οργάνωση/κόμμα, είναι προφανές ότι θα στεναχωρήσω πάρα πολλούς φίλους μου, στο Διαδίκτυο και στην πραγματική ζωή, αλλά αυτό, που θεωρεί σωστό ο οποιοσδήποτε - και στην συγκεκριμένη περίπτωση, εγώ -, πρέπει να λέγεται και να μην αποκρύπτεται, όσο δυσάρεστο και αν είναι· ακόμη και για τον ίδιο, που το λέει και το γράφει.
Προφανώς, η αξιολόγηση των πράξεων του Ηλία Κασιδιάρη, από απόψεως του αστικοδημοκρατικού ουσιαστικού ποινικού δικαίου, είναι ορθή, έτσι, όπως εκτιμήθηκε και εκτιμάται, από τα ποινικά δικαστήρια, που αξιολόγησαν και αξιολογούν τις πράξεις αυτές - αν και εκτιμώνται και τώρα, που γράφονται αυτές οι γραμμές, αφού η υπόθεση επανακρίνεται, από το εφετείο -, αλλά η δικαστική κρίση έχει χασματικά και κρίσιμα ελλείμματα ουσιαστικού δικαίου, όσο οι δικάζοντες δικαστές αρνούνται να παραδεχθούν τον πασίδηλο και πασιφανές χαρακτήρα, όχι, τόσο, της συγκεκριμένης εγκληματικής οργάνωσης, ως πολιτικού κόμματος, αλλά βασικώς, πρωταρχικώς και κυρίως, να αποδεχθούν το πραγματικό πολιτικό περιεχόμενο της δράσης και των πράξεων, για τις οποίες, πρωτοδίκως, καταδικάστηκε ο Ηλίας Κασιδιάρης, οπως καταδικάστηκαν και οι συγκατηγορούμενοι, σε εκείνη την δίκη, το 2020, προκειμένου οι δικαστές να αποφύγουν να δεχθούν ότι οι πράξεις αυτές, πέραν του ποινικού χαρακτήρα τους, έχουν ουσιώδες πολιτικό περιεχόμενο και αποτελούν πολιτικές πράξεις, που συγκροτούν παράνομη πολιτική δραστηριότητα, ούτως ώστε να καταλήξουν οι δικάσαντες δικαστές, στο συμπέρασμα ότι ο δράστης Ηλίας Κασιδιάρης δεν διέπραξε πολιτικά εγκλήματα και ότι, ως εκ τούτου, δεν είναι πολιτικός κρατούμενος.
Όπερ άτοπον.
Ο Ηλίας Κασιδιάρης, στην πραγματικότητα, είναι πολιτικός κρατούμενος, αφού διέπραξε πολιτικά εγκλήματα, με την έννοια του ότι εντάχθηκε και υπήρξε ηγετικό στέλεχος, σε ένα πολιτικό, κόμμα, την Χρυσή Αυγή, το οποίο ανάπτυξε παράνομη πολιτική δραστηριότητα. Και φυσικά, το γεγονός ότι αυτή ήταν παράνομη, δεν αναιρεί τον πολιτικό χαρακτήρα και το πολιτικό περιεχόμενο της δραστηριότητας αυτής.
Ήδη, από τότε, δηλαδή από την αρχή της δίκης της Χρυσής Αυγής ήμουν αντίθετος, με την - πολιτικού περιεχομένου - νομική υπεράσπιση του κατηγορητηρίου, από τον Θανάση Καμπαγιάννη και τους λοιπούς συνηγόρους υποστήριξης της κατηγορίας, κατά της Χρυσής Αυγής, διότι αρνούνταν το πολιτικό χαρακτήρα του κόμματος των Ελλήνων νεοναζιστών και της παράνομης πολιτικής δραστηριότητας του κόμματος και των κατηγορουμένων, εστιάζοντας το σύνολο της επιχειρηματολογίας τους, στο ότι δεν έχουμε να κάνουμε, με πολιτικό κόμμα, με πολιτική δραστηριότητα, και με πολιτικούς κρατούμενους και κατηγορούμενους, για αυτήν την παράνομη πολιτική τους δράση και εν τέλει και με πολιτική δίκη, αλλά αντιθέτως, ότι δεν υπήρχε πολιτικό έγκλημα, αφού η Χρυσή Αυγή υπήρξε εγκληματική και όχι, πραγματικά, πολιτική οργάνωση.
Φυσικά, ο Καμπαγιάννης και οι συνάδελφοί του έχουν άδικο και το ξέρουν.
28/12/1991 Το επίκαιρο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη», που είχε, ως κυρίαρχο θέμα του την αυτοδιάλυση της “ΕΣΣΔ” της προηγούμενης ημέρας.
Κάπως έτσι, την πάτησαν και οι Έλληνες κομμουνιστές, με τον Αναγκαστικό Νόμο 509/1947, με τον οποίο το αστικοδημοκρατικό κράτος εκείνης της εμφυλιοπολεμικής περιόδου, κήρυξε, ανοικτά, εκτός νόμου το ΚΚΕ, χωρίς, βέβαια, αυτό το γεγονός να αναιρεί τον πραγματικό πολιτικό χαρακτήρα των παράνομων, δράσεων του κόμματος αυτού, τα μέλη του οποίου καταδικάζονταν, για εγκληματικές πράξεις, οι οποίες ήσαν πολιτικές.
Ομοίως, συνέβη και με την πολυετή παράνομη δράση της 17 Νοέμβρη, που, ως πολιτική οργάνωση της εξωκοινοβουλευτικής κομμουνιστικής αριστεράς, επιδόθηκε, στην παράνομη πολιτική δράση, με επίκεντρο την ένοπλη πολιτική τρομοκρατία. Όμως, στην δίκη της, οι δικάσαντες δικαστές δεν αποδέχθηκαν ότι οι πράξεις της οργάνωσης ήσαν πολιτικές, κάτι το οποίο, φυσικά, δεν ανταποκρίνεται, στην πραγματικότητα.
Κάτι ανάλογο επιχειρείται, από το ελληνικό κρατικό μόρφωμα, τώρα, να συμβεί και με την αναρχική πολιτική οργάνωση Ρουβίκωνας, για την οποία το “Τμήμα Προστασίας του κράτους και του Δημοκρατικού Πολιτεύματος” της ΕΛΑΣ (οι παλαιάς κοπής ασφαλίτες, δηλαδή) έχει σχηματίσει δικογραφίες, με μια σειρά από πλημμεληματικού περιεχομένου κατηγορίες, που έχει αποστείλει και μελετώνται, από το δικαστικό σύστημα, προκειμένου να κατηγορηθούν οι περιλαμβανομένου, σε αυτές, ως μέλη εγκληματικής οργάνωσης, η οποία, “φυσικά” είναι ο Ρουβίκωνας.
Εννοείται, βέβαια, ότι και αυτές οι κυβερνητικής εμπνεύσεως και καθοδηγήσεως ενέργειες των ασφαλιτών της ΕΛΑΣ, αποτελούν ποινικοποίηση της πολιτικής δραστηριότητας της οργάνωσης αυτής (και κάθε άλλης πολιτικής οργάνωσης, που θα βρεθεί, στο στόχαστρο της, εκάστοτε, κυβέρνησης και των διωκτικών αρχών, με την επίκληση του προβληματικού χαρακτήρα προβλεπόμενου αδικήματος της εγκληματικής οργάνωσης (άρθρο 187 Ποινικού Κώδικα), που έχει, ως εξής :
«Όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε επιχειρησιακά δομημένη και με διαρκή εγκληματική δράση οργάνωση τριών ή περισσότερων προσώπων, που επιδιώκει την τέλεση περισσότερων κακουργημάτων τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή. Αυτός που διευθύνει μία τέτοια οργάνωση τιμωρείται με κάθειρξη (5-15 έτη).
Όποιος, εκτός από την ανωτέρω περίπτωση, οργανώνεται με άλλον ή άλλους για να διαπράξουν κακούργημα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. (Συμμορία)
Με φυλάκιση έως τρία (3) έτη τιμωρείται ο υπαίτιος αν η κατά το προηγούμενο εδάφιο ένωση έγινε για τη διάπραξη πλημμελήματος με το οποίο επιδιώκεται οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος ή η προσβολή της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της ανηλικότητας».
Γινεται αντιληπτό ότι, με την διάταξη αυτή του νέου Ποινικού Κώδικα καθίσταται αναγκαία η προϋπόθεση, για την συγκρότηση του ποινικού αδικήματος της εγκληματικής οργάνωσης η ύπαρξη, επιχειρησιακά, δοµηµένης οργάνωσης, τα μέλη της οποίας πρέπει, υποχρεωτικά, να έχουν διακριτούς και υποστηριζόµενους, μεταξύ τους, ή και αυτοτελείς ρόλους, ή διακριτούς και συνδυασµένους, ή ανεξάρτητους στόχους, µε σκοπό να αυξήσουν την αποτελεσµατικότητά τους και την δράση τους, σε ατομική, ή συλλογική βάση, χωρίς να ενδιαφέρει η γνώση του καθενός εξ αυτών, για τα συγκεκριµένα καθήκοντα των άλλων, ή και για τον συγκεκριµένο στόχο της οργάνωσης.
Έτσι, η έννοια του ποινικού αδικήματος της εγκληματικής οργάνωσης διευρύνεται, σε τέτοιο βαθμό, που μπορεί να συμπεριλάβει τα πάντα, όσα αφορούν την δραστηριότητα των πολιτικών οργανώσεων και των πολιτικών κομμάτων, που δεν είναι αρεστά, στο εκάστοτε ελληνικό “Δοβλέτι” (διότι, περί αυτού πρόκειται), δηλαδή την κυβέρνηση και την αστυνομία, ή τις δικαστικές και λοιπές κρατικές υπηρεσίες.
Βέβαια, το ερώτημα, που γεννάται, είναι, εάν η αναγνώριση των εγκλημάτων, ως πολιτικών, επιφυλάσσει διαφορετική ποινική μεταχείριση, στους καταδικασμένους, για παράνομη πολιτική δράση.
Δεν είναι μεγάλη διαφορά. Μπορεί η αναγνώριση του πολιτικού περιεχομένου μιας πράξης, ή μιας ομάδας πράξεων, που αντίκειται, στον ποινικό νόμο και είναι ποινικά αδικήματα, να επιτρέψει, στους συνηγόρους υπεράσπισης των πολιτικών κατηγορουμένων να ζητήσουν ελαφρυντικά και τα δικαστήρια να δεχθούν την ύπαρξη ελαφρυντικών περιστάσεων, αλλά αυτό είναι δυνητικό και όχι υποχρεωτικό.
Η βασική διαφορά, που δεν είναι και ιδιαίτερα, σημαντική, αν και έχει αξία, βρίσκεται, στο άρθρο 47 του Συντάγματος, περί χάριτος και αμνηστίας, που έχει, ως εξής :
«1. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει το δικαίωμα, ύστερα από πρόταση του Yπουργού Δικαιοσύνης και γνώμη συμβουλίου που συγκροτείται κατά πλειοψηφία από δικαστές, να χαρίζει, μετατρέπει ή μετριάζει τις ποινές που επιβάλλουν τα δικαστήρια, καθώς και να αίρει τις κάθε είδους νόμιμες συνέπειες ποινών που έχουν επιβληθεί και εκτιθεί.
2. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας μόνο με τη συγκατάθεση της Bουλής έχει το δικαίωμα να απονέμει χάρη σε Yπουργό που καταδικάστηκε κατά το άρθρο 86.
3. Aμνηστία παρέχεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα, με νόμο που ψηφίζεται από την Oλομέλεια της Bουλής με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.
4. Aμνηστία για κοινά εγκλήματα δεν παρέχεται ούτε με νόμο».
Ουσιαστικά, δηλαδή, η μη αναγνώριση της ύπαρξης πολιτικών εγκλημάτων, στην μεταπολιτευτική νομολογία και την δικαστηριακή πρακτική οφείλεται και στον αποκλεισμό της παροχής αμνηστίας, στα εγκλήματα αυτά, αν και αυτό είναι ένας από τους λόγους αυτής της πεισματικής άρνησης, με κυριότερη αιτία να είναι η άρνηση των κρατικών θεσμών να αποδεχθούν την αμφισβήτηση της (βλακώδους και ανύπαρκτης) “αυθεντίας του κράτους δικαίου” και την αποδοχή της ύπαρξης αντικαθεστωτικών πολιτικών αντιπάλων του κράτους.
Αυτό είναι το σύγχρονο ελληνικό κράτος δικαίου.
Δυστυχώς…
Λογικό για τις χειροπέδες, θα φοβήθηκαν μήπως ο Κουτσαβάκιας βαρέσει καμμιά ηλικιωμένη πάλι, και θα πλήρωναν υπερωρίες στους επικοινωνιολόγους να το μπαλώσουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚρίμα που τον έχουν ακόμη σε "προστασία" τον Κουτσαβάκια, θά 'τρωγε κάθε μέρα ξύλο αυτός αν ήταν έξω.
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΏΝΤΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΤΟΥΣ
ΝΟΜΊΖΟΝΤΑΣ
ΌΤΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΌΣ ΛΑΌΣ
ΠΟΥ ΑΓΑΠΆ ΤΗΝ
ΠΑΤΡΊΣ!!!
ΘΑ!ΤΟΝ
ΚΆΝΟΥΝ
ΝΑ ΜΗΝ...
ΌΛΟΙ ΕΊΔΑΝ ΤΟ
ΦΙΛΊ ΣΤΑ ΚΟΥΛΑΔΙΑ...
ΤΗΣ ΑΔΕΡΦΟΜΑΝΑΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ... ΧΑΧΑΧΑΑΑ...
ΑΡΧΗΓΌ
ΤΌΤΕ...
ΑΝ ΑΥΤΆ ΔΕΝ ΣΑΣ
ΛΈΝΕ ΚΆΤΙ
ΤΌΤΕ ΤΙΙΙ...!?
ΌΛΟΙ ΑΥΤΟΊ
ΔΕΝ ΦΏΝΑΞΑΝ
ΓΙΑ ΠΑΡΆΝΟΜΕΣ ΙΑΤΡΙΚΈΣ
ΠΡΆΞΕΙΣ.
ΟΎΤΕ ΚΑΝ
ΓΙΑ ΜΑΣΚΟΥΛΕΣ...
ΕΝΏ ΓΊΝΕΤΑΙ
ΓΕΝΟΚΤΟΝΊΑ
ΤΟΎ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΎ
ΛΑΟΎ.
Ε εντάξει τώρα μωρέ....το περίφημο χειροφιλημα του παπ-αριου Σφαρδακλα στην Τσουραπω,που συνοδευόταν και από μια ιπποτική υποκλιση,αυθόρμητη κίνηση ήτανε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΟύλο στο πονηρό πάει το μυαλό σας...
Είναι δυνατόν να συμβαίνουν τέτοια πράματα στο Μπουζουκισταν;;;;
Α,πα,πα,πα,πα...🐂💨🥒🐂🔥💨🧬
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή