Περί Προπαγάνδας
Ο Θείος Σαμ είναι ένα εθνικό σύμβολο των ΗΠΑ, η ύπαρξη του οποίου χρονολογείται από τον εμφύλιο πόλεμο του 1812, παίρνοντας τη θέση του προηγούμενου συμβόλου της Αμερικής, του «Αδερφού Τζόναθαν». Σήμερα, με πιθανή εξαίρεση το Άγαλμα της Ελευθερίας, ο χαρακτήρας του Θείου Σαμ είναι πιθανότατα η πιο γνωστή και πιο αναγνωρίσιμη προσωπικότητα στις Η.Π.Α, αλλά και ένα από τα πιο γνωστά και φωτεινά παραδείγματα προπαγανδιστικών τεχνικών εν καιρώ πολέμου.
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, μια διάσημη αφίσα, εμπνευσμένη από τις αφίσες της Βρετανικής στρατολόγησης του 1914, απεικονίζει τον Θείο Σάμ να δείχνει προς τον θεατή με τα λόγια «Θέλω Εσένα» (I WANT YOU). Η αφίσα έχει επανειλημμένα αντιγραφεί και αποτελέσει οδηγό για αρκετές προπαγανδιστικές τεχνικές.
Τι είναι η προπαγάνδα
Η προπαγάνδα είναι ένας συγκεκριμένος τύπος μηνύματος, που έχει ως άμεσο στόχο να επηρεάσει την κοινή γνώμη, παρά να προβάλλει αμερόληπτα κάποιες πληροφορίες. Αποτελεί μετάφραση της λατινικής λέξης propaganda -«πράγματα τα οποία πρέπει να διαδοθούν»- και αρχικά σε μερικούς πολιτισμούς η λέξη αυτή δεν είχε τη σημερινή αρνητική σημασία.
Όμως με τον καιρό, η λέξη προπαγάνδα απέκτησε την αρνητική έννοια της «εξάπλωσης λανθασμένων ή παραπλανητικών πληροφοριών για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού». Για παράδειγμα, η προπαγάνδα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να κερδίσει την υποστήριξη ή όχι σε κάποια θέση, παρά να παρουσιάσει απλώς τη θέση αυτή. Αυτό που την διαχωρίζει από την κανονική προβολή κάποιων γεγονότων είναι οι υπονομευτικές και παραπλανητικές τεχνικές με τις οποίες το μήνυμα προσπαθεί να διαμορφώσει μια γνώμη, όπως για παράδειγμα, η ηθελημένη προσπάθεια να προκαλέσει ένα έντονο συναίσθημα, προβάλλοντας συγκεκριμένα μη λογικές σχέσεις μεταξύ αντιλήψεων. Στην πραγματικότητα, το μήνυμα στη σύγχρονη προπαγάνδα είναι συχνά όχι εντελώς λανθασμένο. Αλλά και όταν το μήνυμα περιέχει μια «αληθινή» πληροφορία, τελικά θα προβάλλει μια μονομερή άποψη, και όχι μια ολοκληρωμένη και ισορροπημένη αντίληψη του θέματος.
Τα πιο συνηθισμένα μέσα εκπομπής προπαγανδιστικών μηνυμάτων είναι οι ιστορικές ανασκοπήσεις, τα βιβλία, οι ταινίες, και φυσικά η τηλεόραση, το ραδιόφωνο και οι αφίσες. Στην περίπτωση της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, μάλιστα, προπαγάνδα μπορεί να υπάρξει στις ειδήσεις, στις συζητήσεις μεταξύ προσώπων, στις διαφημίσεις, καθώς και στα κυβερνητικά ή δημοσίου ενδιαφέροντος σποτάκια.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο όρος της προπαγάνδας χρησιμοποιήθηκε από τους ιδρυτές της πρωτοεμφανιζόμενης βιομηχανίας των «Δημόσιων Σχέσεων», για να περιγράψουν τις δραστηριότητές τους. Η προπαγάνδα χρησιμοποιεί τεχνικές της διαφήμισης και των Δημόσιων Σχέσεων, αλλά και αντίστροφα, βέβαια, η διαφήμιση και οι Δημόσιες Σχέσεις μπορούν να θεωρηθούν προπαγάνδα, η οποία προωθεί κάποια προϊόντα ή διαμορφώνει την αντίληψη και ιδέα για έναν οργανισμό, ένα πρόσωπο ή μια εταιρία.
Ο λόγος για τον οποίο η προπαγάνδα υπάρχει και είναι τόσο ευρέως διαδεδομένη, έγκειται στο ότι εξυπηρετεί διάφορους σκοπούς. Πολλοί οργανισμοί, όπως τα Μ.Μ.Ε. αλλά και το ίδιο το κράτος, είναι κυριολεκτικά εθισμένοι στην προπαγάνδα. Διατηρούν μια σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλοσυμπλήρωσης, καθώς αντλούν επιρροή από το προπαγανδιστικό σύστημα, το οποίο έχουν δημιουργήσει και διατηρούν.
Προπαγάνδα και εξουσία
Ιστορικά, η πιο κοινή χρήση του όρου προπαγάνδα είναι στα κείμενα πολιτικού περιεχομένου και κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η τεχνική αυτή χρησιμοποιήθηκε κατά κύριο λόγο για πολιτικούς και εθνικιστικούς σκοπούς.
Η προπαγάνδα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, περιέχει ηθελημένα ψεύτικες ή λανθασμένες πληροφορίες που υποστηρίζουν και ενισχύουν έναν πολιτικό σκοπό ή τα συμφέροντα αυτών που βρίσκονται στην εξουσία. Αυτός που ασκεί προπαγάνδα προσπαθεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ένα θέμα ή μια κατάσταση, με στόχο να αλλάξουν την συμπεριφορά και τη δράση τους, προς το συμφέρον της ενδιαφερόμενης ομάδας. Αυτό που διαχωρίζει την προπαγάνδα από άλλα μέσα προβολής μιας ιδέας, είναι ότι αυτός που την ασκεί, προσπαθεί να αλλάξει την αντίληψη των ανθρώπων μέσω της εξαπάτησης και της σύγχυσης, παρά μέσω της πειθούς και της κατανόησης.
Η προπαγάνδα είναι ένα ισχυρό όπλο κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στόχος της εδώ είναι η πρόκληση μίσους προς τον υποτιθέμενο, εσωτερικό ή εξωτερικό, εχθρό. Η τεχνική είναι να δημιουργηθεί μια λανθασμένη εικόνα στο μυαλό του ανθρώπου, πράγμα το οποίο μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση ειδικών λέξεων, την αποφυγή άλλων, καθώς και την επίρριψη ευθυνών στον εχθρό για πράγματα που δεν έκανε ποτέ. Στους περισσότερους πολέμους, η χρησιμοποίηση της προπαγάνδας έχει σκοπό να πείσει τον κόσμο της κάθε μιας από τις αντιμαχόμενες πλευρές, ότι ο «εχθρός» διέπραξε μια αδικία, είτε αυτή είναι μη πραγματική, είτε μπορεί να βασίζεται σε κάποια γεγονότα, ενώ παράλληλα πρέπει να πειστεί ότι οι ενέργειες της χώρας του είναι δίκαιες και σωστές.
Η προπαγάνδα μπορεί να ταξινομηθεί σε διάφορες κατηγορίες με βάση την πηγή και τη φύση του μηνύματος που προσπαθεί να περάσει.
– Η Λευκή Προπαγάνδα: γενικά προέρχεται από ανοιχτά αναγνωρισμένη πηγή, και χαρακτηρίζεται από ήπιες μεθόδους επιβολής πειθούς, όπως οι συνηθισμένες τεχνικές των δημοσίων σχέσεων και η μονόπλευρη παρουσίαση μιας άποψης.
– Η Μαύρη Προπαγάνδα: φαίνεται να προέρχεται από μια ορισμένη πηγή, αλλά στην πραγματικότητα προέρχεται από άλλη. Αυτή είναι η πιο συνηθισμένη τεχνική για να αποκρύψει κανείς την πραγματική προέλευση μιας προπαγάνδας, που συνήθως πρόκειται για μια εχθρική χώρα ή για μια εταιρεία με αρνητική εικόνα στον κόσμο.
– Η Γκρίζα Προπαγάνδα: είναι το είδος της προπαγάνδας που δεν έχει κάποια αναγνωρίσιμη πηγή ή υποκινητή.
Η Ιστορία της προπαγάνδας
Η Β΄ Παγκόσμια Ανθρωποσφαγή είδε τη συνεχιζόμενη χρήση της προπαγάνδας ως ένα πολεμικό όπλο και από τη μεριά της Γερμανίας, αλλά και από τη μεριά Αγγλίας -Αμερικής.
Συγκεκριμένα, οι Ναζί θεωρούσαν ότι η προπαγάνδα αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη των στόχων τους. Με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, το 1933, ο Γκέμπελς, τοποθετήθηκε στο Υπουργείο Διαφώτισης και Προπαγάνδας. Μέχρι το τέλος του πολέμου, η γερμανική προπαγάνδα έδινε έμφαση στην υπεροχή και στην υποτιθέμενη ανθρωπινότητα του γερμανικού στρατού, εικόνα η οποία προβαλλόταν κυρίως στους κατοίκους κατακτημένων περιοχών. Οι πιλότοι των Συμμαχικών Δυνάμεων παρουσιάζονταν ως δειλοί δολοφόνοι και οι Αμερικάνοι ως γκάνγκστερ στο στυλ του Αλ Καπόνε.
Η προπαγάνδα μέσω των Μ.Μ.Ε. χρησιμοποιήθηκε αρκετά και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου. Και οι δύο μεριές, Αμερική και Σοβιετική Ένωση, έκαναν εκτεταμένη χρήση του κινηματογράφου, της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου στην προσπάθεια τους να επηρεάσουν τους κατοίκους της χώρας αλλά και του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Μέσω ραδιοφωνικών εκπομπών, κυρίως, έγινε εκτεταμένη χρήση της Γκρίζας και της Λευκής Προπαγάνδας από Αμερική και Ρωσία αντίστοιχα, ενώ επιστρατευόταν και η χρήση της Μαύρης προπαγάνδας σε κρίσιμες περιόδους.
Οι Σοβιετικοί εκτός από την συνεχιζόμενη διδασκαλία του Μαρξισμού, των θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων της Μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας, κατάφεραν να επεκτείνουν την κρατική προπαγάνδα, χρησιμοποιώντας μέσα μεταφοράς όπως τραίνα και αεροπλάνα. Μάλιστα ο Στάλιν είχε δημιουργήσει ένα ειδικό αεροπλάνο για το σκοπό αυτό, το οποίο ήταν εξοπλισμένο με ένα ράδιο και μεγάφωνα, μηχάνημα εκτύπωσης και πετάγματος φυλλαδίων, ραδιοφωνικό σταθμό και φωτογραφικό εργαστήριο.
Παράλληλα, η σοβιετική προπαγάνδα εμφανίστηκε και στην εκπαίδευση. Αναμείχθηκε τόσο πολύ με τα σχολεία, που πολλές φορές εμπλεκόταν και στη μάθηση. Όταν κάποιος διδασκόταν Ιστορία, μάθαινε μόνο για την ιστορία της Ρωσίας, η οποία δεν ήταν και απόλυτα έγκυρη. Συχνά εμπεριείχε λανθασμένες πληροφορίες για το πως είναι η ζωή στην Αμερική και στις χώρες του δυτικού κόσμου, καθώς και πόσο πλούσια ήταν η Σοβιετική Ένωση σε σχέση με την Αμερική.
Στη σημερινή εποχή, ακόμα και τα μέσα διασκέδασης επιστρατεύονται από τις κυβερνήσεις για την επιβολή αντιλήψεων στους νέους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι στις αρχές του 2000, η κυβέρνηση των Η.Π.Α. διένειμε δωρεάν ένα βιντεοπαιχνίδι, γνωστό ως «Αμερικάνικος Στρατός». Βασική πρόθεση του παιχνιδιού αυτού ήταν να κινήσει το ενδιαφέρον και την επιθυμία των παικτών να μπουν στον Αμερικάνικο στρατό. Σύμφωνα με μια στατιστική έρευνα, πράγματι το 30% των νέων, που είχαν μια θετική άποψη για το στρατό, δήλωσαν ότι ανέπτυξαν τη θέση αυτή μέσω του παιχνιδιού.
Το 2001, κατά την εισβολή στο Αφγανιστάν, χρησιμοποιήθηκαν τακτικές ψυχολογικών επιχειρήσεων, για να μειωθεί το ηθικό των Ταλιμπάν και να κερδίσουν την συμπάθεια του Αφγανικού λαού. Τουλάχιστον έξι αεροσκάφη τύπου Commando, χρησιμοποιήθηκαν για να μπουν οι Αμερικάνοι στο σήμα τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών και να εκπέμψουν προπαγανδιστικά μηνύματα. Επίσης, σκορπίστηκαν φυλλάδια σε όλο το Αφγανιστάν, προσφέροντας αμοιβή για τη σύλληψη του Οσάμα Μπιν Λάντεν, δίνοντας την εικόνα ότι οι Αμερικάνοι είναι φίλοι των Αφγανών, με ταυτόχρονη παρουσίαση μιας αρνητικής εικόνας των Ταλιμπάν.
Κατά τη διάρκεια εισβολής στο Ιράκ, ο Ιρακινός υπουργός Τύπου επανειλημμένα υποστήριζε ότι οι ιρακινές δυνάμεις κέρδιζαν αποφασιστικά κάθε μάχη που γινόταν. Μέχρι και την πτώση της ιρακινής κυβέρνησης στην Βαγδάτη, διατηρούσε την άποψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες σύντομα θα ηττηθούν, εν αντιθέσει με όλη την υπόλοιπη πληροφόρηση.
Από την άλλη μεριά, τον Νοέμβριο του 2005, πολλά Μ.Μ.Ε. κατηγόρησαν τον αμερικάνικο στρατό, ότι ελέγχει τις ειδήσεις που προβάλλονται στο Ιράκ, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει μια καλή εικόνα για τη δράση του, με ταυτόχρονη πτώση του ηθικού των ανταρτών. Πράγματι, ο στρατιωτικός εκπρόσωπος στο Ιράκ, υποστήριξε ότι υπάρχει ένα τέτοιο πρόγραμμα, στην προσπάθεια των Αμερικανών να αντικρούσουν την «παραπληροφόρηση» που ασκείται από τους αντάρτες. Παράλληλα, αποδείχθηκε ότι το Πεντάγωνο χρησιμοποίησε άτομα με μικρή ή μηδενική εμπειρία στη δημοσιογραφία, η πλειοψηφία των οποίων ήταν αμερικανοί στρατιώτες, για την συγγραφή κειμένων στον ιρακινό τύπο.
Τεχνικές της προπαγάνδας
Μια σειρά από κοινωνικό-ψυχολογικές έρευνες χρησιμοποιούνται για να παράγουν τις τεχνικές της προπαγάνδας. Οι περισσότερες από αυτές τις τεχνικές κάνουν χρήση λογικών επιχειρημάτων που βασίζονται σε σοφίσματα, αφού άλλωστε αυτός που ασκεί προπαγάνδα χρησιμοποιεί απόψεις, οι οποίες μπορεί να είναι καμιά φορά πειστικές αλλά όχι και έγκυρες.
Αναγκαία προϋπόθεση για να προσδιορίσει και να ερμηνεύσει κανείς τα μηνύματα που προσπαθεί να περάσει μια προπαγάνδα, είναι η μελέτη των μεθόδων με τις οποίες τα διάφορα μηνύματα διαδίδονται:
Έκκληση στην αυθεντία: Καλούν σημαντικά και διακεκριμένα πρόσωπα να υποστηρίξουν μια θέση, ιδέα ή μια σειρά πράξεων και δράσης (βλέπε τηλεοπτικά παράθυρα).
Έκκληση στο φόβο: προσπάθεια εξασφάλισης της λαϊκής υποστήριξης, μέσω της ενστάλαξης φόβου στο γενικότερο πληθυσμό (π.χ. για τον διωγμό των μεταναστών, η καλλιέργεια του φόβου από «εγκλήματα» που υποτίθεται πως προέρχονται ή διέπραξαν μετανάστες).
Χρήση διαρκούς επανάληψης: Όταν κάποια άποψη επαναλαμβάνεται διαρκώς, εκλαμβάνεται ως αλήθεια. Τα αποτελέσματα της τεχνικής αυτής είναι καλύτερα όταν οι πηγές ενημέρωσης είναι περιορισμένες και ελέγχονται από τον εκάστοτε προπαγανδιστή.
Έκκληση στην αναπόφευκτη νίκη: Πρόκειται για μια προσπάθεια να πεισθεί το κοινό-στόχος να ακολουθήσει τους σίγουρους νικητές (αντιτρομοκρατική σταυροφορία) και να πάρει την πορεία που όλοι οι υπόλοιποι ακολουθούν (εκλογικές καμπάνιες). Παρουσιάζουν τα διάφορα προγράμματα τους ως αυθόρμητα μαζικά κινήματα και προσπαθούν να πείσουν τον κόσμο ότι είναι προς όφελος τους να τα ακολουθήσουν, να αναμειχθούν με τη μάζα.
Σοφίσματα τύπου Άσπρο-Μαύρο: Γίνεται παρουσίαση μόνο δύο επιλογών, προβάλλοντας φυσικά την ιδέα ή το προϊόν για το οποίο γίνεται η προπαγάνδα, ως η καλύτερη επιλογή. Π.χ. μπορείτε να έχετε μια φθαρμένη και μη αξιόπιστη μηχανή ή μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το λάδι μάρκας X.
Ο κοινός άνθρωπος: Η προσέγγιση του απλού ανθρώπου προσπαθεί να πείσει το κοινό ότι οι θέσεις του προπαγανδιστή αντανακλούν την κοινή αντίληψη του λαού. Οι προπαγανδιστές χρησιμοποιούν την κοινή γλώσσα και τους τρόπους συμπεριφοράς (και ντύνουν το μήνυμα τους με τεχνικές επικοινωνίας, όπως είναι αυτή της πρόσωπο με πρόσωπο), έτσι ώστε να φανεί ότι οι απόψεις τους με αυτές του μέσου συνηθισμένου ανθρώπου ταυτίζονται.
Άμεση Εντολή: Η τεχνική αυτή επιθυμεί να μειώσει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Ο προπαγανδιστής χρησιμοποιεί εικόνες και λέξεις για να πει στο κοινό τι ακριβώς πρέπει να κάνει, αποκλείοντας οποιαδήποτε άλλη επιλογή. Συνήθως χρησιμοποιούνται πρόσωπα με εξουσία για να δώσουν μια εντολή, αλλά όχι πάντα. Ο Θείος Σαμ, με τη φράση του «I WANT YOU», αποτελεί φωτεινό παράδειγμα της τεχνικής αυτής.
Ευφορία: Γίνεται χρήση γεγονότων που προκαλούν αισθήματα χαράς και ευφορίας, όπως παρελάσεις και γιορτές, καλύπτοντας με τον τρόπο αυτό την περιβάλλουσα δυστυχία και τα υπάρχοντα προβλήματα και αποβάλλοντας τις δυσκολίες από το μυαλό των ανθρώπων (ποδοσφαιρικοί αγώνες, φιέστες, παρελάσεις κλπ).
Γενικεύσεις: Πρόκειται για λέξεις ή φράσεις με επίκληση στο συναίσθημα, που αφορούν μια ιδέα ή ένα προϊόν, αλλά δεν στηρίζονται σε ισχυρά επιχειρήματα ή αναλύσεις.
Ηθελημένη ασάφεια: Χρησιμοποιούνται ασάφειες μέσω απροσδιόριστων φράσεων, καθοδηγώντας τον κόσμο να βγάλει κάποια συμπεράσματα, χωρίς όμως να είναι κατ’ ανάγκη αληθή και σωστά.
Επιβολή αρνητικής αντίληψης: Με την τεχνική αυτή, γίνεται προσπάθεια απόρριψης μιας ιδέας ή πράξης από το κοινό, πείθοντας τους ότι η ιδέα ή πράξη αυτή είναι ιδιαίτερα αγαπητή από άτομα που προκαλούν μίσος, φόβο ή και περιφρόνηση στον κόσμο.
Υπεραπλούστευση: Επιθυμητές γενικεύσεις χρησιμοποιούνται για να προωθήσουν πολύ απλές απαντήσεις σε σύνθετα και κρίσιμα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά θέματα.
Αποδιοπομπαίος τράγος: Η επίρριψη ευθυνών και φταίξιμο σε άτομα ή ομάδες, που δεν είναι στην πραγματικότητα υπεύθυνα για το πρόβλημα, τείνει να αποπροσανατολίζει τον κόσμο και να αφαιρεί την προσοχή από την ανάγκη να διορθωθεί το υπάρχον πρόβλημα, για το οποίο επιρρίπτονται κατηγορίες.
Σλόγκαν: Το σλόγκαν είναι μια σύντομη, χτυπητή φράση που μπορεί να κάνει χρήση στερεοτύπων. Παρότι τα σλόγκαν προσπαθούν να υποστηρίξουν λογικές ιδέες, στην πράξη έχουν την τάση να λειτουργούν μόνο ως εκκλήσεις στο συναίσθημα.
Δημιουργία στερεοτύπων ή ταμπελών: Η τεχνική αυτή προσπαθεί να δημιουργήσει προκαταλήψεις σε ένα κοινό, με το να βάζει στο προϊόν που προπαγανδίζεται την ταμπέλα αυτού που φοβίζει, προκαλεί μίσος, απέχθεια και είναι ανεπιθύμητο στον κόσμο.
Χρήση συμβόλων: Στην τεχνική αυτή χρησιμοποιούνται σύμβολα, με σκοπό να προκαλέσουν θετικά συναισθήματα και αποδοχή του προπαγανδιστικού μηνύματος ή και να ενισχύσουν την εγκυρότητα των όσων υποστηρίζουν. Σημαντικά παραδείγματα είναι η σβάστικα στη Γερμανία, η οποία ήταν αρχικά το σύμβολο της υγείας και της ευημερίας, και η συνηθισμένη τεχνική των αμερικανών Πρόεδρων να φωτογραφίζονται μπροστά ή δίπλα από την αμερικάνικη σημαία.
Στις μέρες μας, η προπαγάνδα αποκτά όλο και περισσότερο μια γκρίζα μορφή, αφού δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε τους υποκινητές και τις πηγές της. Η εξέλιξη της τεχνολογίας προσφέρει αδιάκοπα καινούργιες δυνατότητες και εργαλεία στα χέρια των εξουσιαστών, έτσι ώστε να επιβάλλουν με «εγκεκριμένο» τρόπο τις θελήσεις τους και να ελέγχουν τον κόσμο, προσπαθώντας να καταστείλουν την πιθανότητα αντίδρασης, κυρίως από τη μεριά των νέων.
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 55, Νοέμβριος 2006
ΚΡΙΣ ΣΠΥΡΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΛΈΕΙ ΟΤΙ
ΣΎΜΦΩΝΑ ΜΕ ΣΥΝΘΉΚΕΣ...
ΕΊΝΑΙ 51🇬🇷 ΠΟΛΙΤΕΊΑ
U.S.A
ΤΏΡΑ Η ΟΙ ΧΑΖΑΡΟΚΡΟΝΙΟΙ ΣΑΤΑΝΙΛΕΣ ΚΑΜΠΛΑΛΟΒΛΑΚΕΣ ΗΜΙΒΛΑΚΕΣ
ΘΑ !
ΗΗΗ... ΤΕΛΙΚΆ
ΤΟ... ΞΑΝΘΌ ΓΈΝΟΣ
Η ΠΑΤΡΊΣ !
ΠΆΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΛΎΤΕΡΑ.
WWG1WGA
ΗΘΙΚΌΝ ΑΚΜΑΙΟΤΑΤΟΝ