Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ ΙΘ΄

 


ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ ΙΘ΄
Η ειρωνεία της Ιστορίας είναι ότι ακριβώς τις μέρες που εξελισσόταν το Συνέδριο του Λιβάνου που οδήγησε στην υπογραφή της ομώνυμης συμφωνίας ξεκίνησε τις εργασίες του στο χωριό Κορυσχάδες της Ευρυτανίας το «Εθνικό Συμβούλιο» της ΠΕΕΑ, δηλαδή η Εθνοσυνέλευση, αρκετά όμοια με εκείνες του 1821, όπως π.χ. της Επιδαύρου, που είχε προκύψει από τις εκλογές που έγιναν, όπως περιγράψαμε σε παλιότερη συνέχεια, στην Ελεύθερη Ελλάδα κάτω από τη μύτη των Γερμανών.
Και έγινε μέσα σε ιδιαίτερα πανηγυρικό και αισιόδοξο τόνο και με μεγάλη επισημότητα, ενώ αποτέλεσε το κορυφαίο σημείο «εθνικής ενότητας» που πέτυχε το ΕΑΜ γύρω από τον εαυτό του, καθώς πήραν μέρος αρκετοί βουλευτές της τελευταίας προπολεμικής βουλής του 1936, προερχόμενοι απ’ όλες τις παρατάξεις, πολιτευτές, στρατιωτικοί, κληρικοί, καθηγητές και γενικά διάφοροι παράγοντες του προοδευτικού αστικού χώρου.
Αυτό το Εθνικό Συμβούλιο πήρε ένα σωρό αποφάσεις, για δημιουργία εθνικού/λαϊκού στρατού μετά από την Κατοχή βασισμένο στον ΕΛΑΣ, για δημιουργία εθνικής πολιτοφυλακής (δηλαδή λαϊκής αστυνομικής δύναμης), για λαϊκή δικαιοσύνη, για λαϊκή αυτοδιοίκηση, για άμεσα οικονομικά μέτρα (σε βάρος της μεγαλοαστικής τάξης και των μαυραγοριτών) για την ανακούφιση του λαού μετά από την Κατοχή κλπ. – με άλλα λόγια έδειχνε ότι λειτουργούσε σαν Συντακτική Εθνοσυνέλευση και συνακόλουθα η ΠΕΕΑ έδειχνε ότι λειτουργούσε σαν κυβέρνηση.
Μόνο που ακριβώς τις ίδιες μέρες η συμφωνία του Λιβάνου τίναζε στον αέρα και την ΠΕΕΑ και το Εθνικό Συμβούλιο και όλες τις αποφάσεις που πάρθηκαν στις Κορυσχάδες… ούτε μια απ’ αυτές εννοείται πως εφαρμόστηκε μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς. Ίσα – ίσα μάλιστα, τα πρώτα αντιλαϊκά οικονομικά μέτρα που έλαβε η «κυβέρνηση εθνικής ενότητος» όταν κατέφτασε στην Αθήνα στις 50 περίπου μέρες που λειτούργησε, είχαν την υπογραφή των υπουργών του ΕΑΜ, που κατείχαν τα οικονομικά υπουργεία! Και δημιούργησε έτσι μεγάλη απογοήτευση στο λαό - αλλά γι’ αυτά θα γράψουμε πιο αναλυτικά στην ώρα τους.
Βεβαίως όσοι συμμετείχαν στις εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου δεν είχαν ενημέρωση για το τι συνέβαινε στο Λίβανο – τότε τα μέσα επικοινωνίας δεν είχαν καμιά σχέση με σήμερα και οι πληροφορίες, λογοκριμένες μάλιστα από τους Βρετανούς αλλά και από τους Γερμανούς, ερχόντουσαν με το σταγονόμετρο στην Ελλάδα. Και το πιο σημαντικό: είχε ουσιαστικά απαγορευθεί με διάφορες δικαιολογίες στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ/ΚΚΕ/ΠΕΕΑ στο Λίβανο να επικοινωνεί με την Ελλάδα. Και αυτό η τελευταία το δέχτηκε σχεδόν αδιαμαρτύρητα, παρά τις αντίθετες ρητές εντολές που είχε λάβει πριν αναχωρήσει για το Συνέδριο…
Στο μεταξύ, όπως γράφει στο βιβλίο του – πολύτιμη πηγή που προαναφέραμε ο Θανάσης Χατζής, ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, ο Γιώργης Σιάντος, ζούσε εκείνες τις μέρες στον κόσμο του πιστεύοντας ότι «δεν θα έβγαινε τίποτα στο Λίβανο» και ουσιαστικά επιθυμώντας να μην έβγαινε τίποτα, καθώς είχε κι εκείνος συνεπαρθεί από την πανηγυρική ατμόσφαιρα των Κορυσχάδων. Σε μια συζήτηση Σιάντου και Χατζή, ο τελευταίος του παρατήρησε ότι η Σοβιετική Ένωση είχε διακόψει τις σχέσεις της με την ανάλογη με την κυβέρνηση του Καϊρου εξόριστη φιλοδυτική κυβέρνηση της Πολωνίας και είχε αναγνωρίσει… την αντίστοιχη πολωνική ΠΕΕΑ που ελεγχόταν από τους κομμουνιστές – και μέσα στην απέραντη αφέλειά του κι αυτός ρώτησε τον Σιάντο (ο ίδιος τα γράφει!) «δε νομίζεις πως αυτό που έγινε με τους Πολωνούς μπορεί να γίνει και με μας»;
Ο Σιάντος του απάντησε «ευτυχώς που είπαμε στον Ρούσο πριν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις να πάρει επαφή με τη Σοβιετική Πρεσβεία και με τις οργανώσεις (του ΕΑΜ) της Μέσης Ανατολής»!
Πού να ήξεραν και να φανταζόντουσαν αυτά που ήδη έχουμε περιγράψει, δηλαδή ότι ο Ρούσος κι όλοι οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ είχαν απομονωθεί από τους Βρετανούς και δεν είχαν πάρει καμιά τέτοια επαφή… ο μόνος που δεν είχε απομονωθεί ήταν ο Σβώλος, τον οποίο οι Βρετανοί κι ο Παπανδρέου «επεξεργάζονταν» κατάλληλα με τα γνωστά αποτελέσματα…
Παρ’ όλα αυτά, στις 13 Μάη του 1944, με επιμονή μάλιστα του Τσιριμώκου, η ΠΕΕΑ έστειλε τηλεγράφημα στην αντιπροσωπεία που βρισκόταν στον Λίβανο το οποίο έλεγε «παρακαλούμεν πληροφορήσατε αμέσως πορείαν διαπραγματεύσεων… επιμένομεν ενότητα βάσει γραπτών οδηγιών μας… επιμείνατε αποφασιστικά αποκλεισθεί προεδρία Παπανδρέου»! Αλλά απάντηση… δεν έφτασε ποτέ! Όπως μαθεύτηκε αργότερα, το είχαν παρακρατήσει οι Βρετανοί και δεν το έδειξαν ποτέ στην αντιπροσωπεία…
Η πρώτη κεραμίδα έπεσε στις Κορυσχάδες στις 18 Μάη του 1944, όταν μαθεύτηκε ότι το ραδιόφωνο του Λονδίνου είχε μεταδώσει κάποιες ειδήσεις σχετικές με τις διαπραγματεύσεις του Λιβάνου, με περίληψη του εντελώς αντιεαμικού λόγου που είχε εκφωνήσει ο Παπανδρέου. Με πρωτοβουλία του Σιάντου και του Ιωαννίδη αλλά και χωρίς αντίρρηση από οποιονδήποτε (ίσα – ίσα κάποιοι εθνοσύμβουλοι από τον προοδευτικό αστικό χώρο, όπως ο γνωστός Παντελής Καρασεβδάς, που διετέλεσε και πρόεδρος του Παναθηναϊκού πρωτοστατούσαν!) το Εθνικό Συμβούλιο της ΠΕΕΑ την επόμενη μέρα έλαβε απόφαση που κατήγγειλε με αυστηρότητα «τη διασπαστική στάση του Παπανδρέου».
Κανείς πάρ’ όλα αυτά δεν πίστευε ότι όσα είπε ο Παπανδρέου θα γινόντουσαν ουσιαστικά, έστω και κάπως «εξωραϊσμένα», το κείμενο του «Εθνικού Συμβολαίου» που θα υπογραφόταν στον Λίβανο. Έτσι το Εθνικό Συμβούλιο της ΠΕΕΑ συνέχισε τις εργασίες του μέσα στην ίδια ατμόσφαιρα αισιοδοξίας και… αυταπάτης που προαναφέραμε.
Αλλά στις 21 Μάη του 1944 έφτασε στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ τηλεγράφημα από τη Βηρυτό, το οποίο ανακοίνωνε την υπογραφή της συμφωνίας του Λιβάνου και το συνακόλουθο «εθνικόν πρόγραμμα το οποίο ομοθύμως εγένετο δεκτόν ως εθνικός χάρτης και υπεγράφη υφ’ όλων των μελών» και μάλιστα ανέφερε ότι «αφού υπέγραψαν όλοι οι αντιπρόσωποι, ανεξαιρέτως, εν μέσω γενικών χειροκροτημάτων, εξέφρασαν τον θαυμασμόν των και την ευγνωμοσύνην προς τον Έλληνα πρωθυπουργόν, δια την ικανότητα με την οποίαν διηύθηνεν το έργον της διασκέψεως το οποίο οδήγησεν εις την επίτευξιν της εθνικής ενότητος»!!! – και στη συνέχεια αφού τήρησαν ενός λεπτού σιγή «εις μνήμην των νεκρών αυτού του πολέμου και των τραγικών αδελφοκτόνων ταραχών»… «εζητωκραύγασαν υπέρ του Έθνους και των συμμάχων»!!!
Το ίδιο βράδυ το ραδιόφωνο του Λονδίνου μετέδωσε περίληψη του περιεχομένου της συμφωνίας του Λιβάνου, από την οποία γινόταν εντελώς κατανοητό ότι το ΕΑΜ είχε μπει ολόκληρο μέσα στο βρετανικό τσουβάλι, όπως περιγράψαμε αναλυτικά στην προηγούμενη συνέχεια.
Από τη στιγμή εκείνη και για περίπου ένα τρίμηνο το ΕΑΜ και το ΚΚΕ μπορούν να παρομοιαστούν με άγριο ζώο πιασμένο από τον κυνηγό με λάσο, που όσο και να χτυπιέται, δεν μπορεί να λυθεί και να ξεφύγει!...
Αλλά ο προβληματισμός ότι έπρεπε να ξεφύγει και η προσπάθεια να ξεφύγει, έγινε! Δηλαδή καθόλου ομαλά κι εύκολα δεν έγινε δεκτή η συμφωνία του Λιβάνου από την ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στην Ελλάδα!
Η πρώτη λοιπόν αντίδραση την επόμενη κιόλας μέρα (22 Μάη του 1944) ήταν να συγκληθεί το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ για να αξιολογήσει τις ειδήσεις που μόλις είχαν μαθευτεί – όπως γράφει ο Θανάσης Χατζής και έχουμε κι εμείς προαναφέρει, η Χρύσα Χατζηβασιλείου (σύζυγος του Πέτρου Ρούσου που κι εκείνη ήταν μέλος του Π.Γ. του ΚΚΕ), που με δυσκολία σηκώθηκε από το κρεβάτι (ήταν άρρωστη από λευχαιμία και δεν είχε πολλή ζωή μπροστά της…) έκλαιγε και αδιάκοπα επαναλάμβανε: «Σας το έλεγα, δεν είναι ο Πέτρος για τέτοιες δουλειές»! Και πραγματικά ήταν ο πιο ακατάλληλος «για τέτοιες δουλειές» - όμως ποιος έφταιγε που τον έστειλαν στο Λίβανο; Διότι δεν είχε αποφασίσει μόνος του να κάνει τον «αντιπρόσωπο»!
Όπως και νάχει, το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ, το οποίο στην πραγματικότητα δεν ήθελε να πιστέψει όσα είχαν μεταδοθεί από το ραδιόφωνο του Λονδίνου, αποφάσισε να περιμένει «για περισσότερα στοιχεία», καθώς και να σταλεί αμέσως τηλεγράφημα υπογραμμένο από τους επικεφαλής της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ που να ζητάει από την αντιπροσωπεία εξηγήσεις.
Την ίδια μέρα κατά τη διάρκεια των εργασιών του Εθνικού Συμβουλίου, ένας εθνοσύμβουλος καπετάνιος του ΕΛΑΣ διέκοψε τη συζήτηση επί ανέμων και υδάτων που εκείνη τη στιγμή γινόταν και κατέκρινε την ΠΕΕΑ για το λόγο ότι σιωπούσε για το περιεχόμενο της συμφωνίας του Λιβάνου και δεν ενημέρωνε το Εθνικό Συμβούλιο, ενώ συγχρόνως δήλωσε ότι τέτοια συμφωνία δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει δεκτή «από τον λαϊκό μας στρατό». Η αίθουσα σείστηκε στα χειροκροτήματα, ενώ ο Μπακιρτζής, ο αντιπρόεδρος της ΠΕΕΑ (αλλά χωρίς να το συνειδητοποιεί ήδη καταργημένος όπως και η ίδια η ΠΕΕΑ…) κατεύνασε τα πνεύματα λέγοντας ότι ζητήθηκαν εξηγήσεις από την αντιπροσωπεία και η ΠΕΕΑ, αφού τις λάμβανε, θα λάμβανε από κοινού με το Εθνικό Συμβούλιο τις αποφάσεις της.
Λίγο αργότερα ήρθε το πρώτο τηλεγράφημα από την ίδια την αντιπροσωπεία, με τις υπογραφές των Σβώλου, Πορφυρογένη, Ρούσου, το οποίο έλεγε ότι «χάριν εθνικής ενότητος συμφώνως αρχάς μας προέβημεν αναγκαίας υποχωρήσεις» (δηλαδή τα είχαν δώσει όλα…) και πληροφορούσε ότι «συνεχίσωμεν Κάιρον συνομιλίας επί συνθέσεως κατανομής υπουργείων και αρχιστρατήγου», ενώ καλούσε το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και την ΠΕΕΑ να στείλουν τα ονόματα των υπουργών!
Αυτό το τηλεγράφημα δεν έμεινε αναπάντητο: από κοινού η ΠΕΕΑ, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ έστειλαν αυστηρή απάντηση στην αντιπροσωπεία όπου ανέφερε ότι «ραδιοφωνηθέντες όροι συμφωνίας είναι έξω και εναντίον γραπτών οδηγιών μας… εντολή σας αυστηρώς καθορισμένη δια συμφωνίαν εξασφαλίζουσαν επιδιώξεις αγωνιζομένου Έθνους… αναμένομεν επειγόντως εξηγήσεις».
Δυο μέρες αργότερα ο Παπανδρέου ορκίστηκε πρωθυπουργός της «κυβέρνησης εθνικής ενότητος», παρά τις ρητές οδηγίες να μη γινόταν αυτό δεκτό, όπως ορκίστηκαν και οι υπουργοί από τον αστικό πολιτικό κόσμο – ενώ πέντε θέσεις για τα οικονομικά υπουργεία έμειναν κενές για το ΕΑΜ.
Παράλληλα ο Σβώλος από το Κάιρο άρχισε να βομβαρδίζει με τηλεγραφήματα όπου προσπαθούσε να δικαιολογήσει τις απαράδεκτες υποχωρήσεις που είχαν γίνει, με πρωταγωνιστή φυσικά τον ίδιο.
Το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ, τώρα που υπήρχαν «όλα τα στοιχεία», ξανασυνεδρίασε – αλλά δεν μπορούσε να ξεπεράσει το σοκ από τη συμφωνία. Αν και καταδίκαζε το περιεχόμενό της, αν και ο Σιάντος ωρυόταν ότι «θα έστελνε στο ανταρτοδικείο τους αντιπροσώπους», δεν έπαιρνε απόφαση να αποκηρύξει τη συμφωνία και να αναβαθμίσει την ΠΕΕΑ σε μόνη νόμιμη κυβέρνηση της Ελλάδας. Αντίθετα, άρχισε να μπαίνει στη λογική «της αναθεώρησης» της συμφωνίας, δηλαδή της επίτευξης καλύτερων όρων. Έτσι άρχισε ένα μακρόσυρτο παζάρι, κατά το οποίο από κοινού η ΠΕΕΑ, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, αφού δήλωσαν ότι δεν επέμεναν στο ζήτημα της πρωθυπουργίας Παπανδρέου (πρώτη υποχώρηση, αν και στη συνέχεια πάλι θα ζητούσαν την αλλαγή του!) αξίωναν διάφορα πράγματα όπως το υπουργείο εσωτερικών και το υφυπουργείο στρατιωτικών, την άμεση λύση του πολιτειακού, δηλαδή του ζητήματος του βασιλιά και την ανασύνταξη των δυνάμεων της Μέσης Ανατολής (ενώ ήδη οι Βρετανοί προχωρούσαν στη διάλυσή τους, στο σχηματισμό των ταξιαρχιών με τους πραιτωριανούς τους και είχαν κλείσει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όλα τα φιλοεαμικά στοιχεία! – τέτοια αυταπάτη διακατείχε την ηγεσία εδώ στην Ελλάδα!), την αποκήρυξη των Ταγμάτων Ασφαλείας κλπ. Και ώσπου να γίνουν δεκτοί όλοι αυτοί οι όροι (κάτι για το οποίο δεν υπήρχε περίπτωση…) δεν έστελναν τους υπουργούς ώστε να συμπληρώσουν τα συμφωνημένα (στη συμφωνία του Λιβάνου) υπουργεία, δηλαδή η συμφωνία δεν μπορούσε να υλοποιηθεί στην πράξη.
Στις 27 Μάη του 1944 έληξαν και οι εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ με την ψήφιση ενός είδους σχεδίου Συντάγματος με 15 άρθρα – αντίθετα δηλαδή από τις επιδιώξεις των Βρετανών η ΠΕΕΑ δεν ήθελε να αποδεχτεί το γεγονός της κατάργησής της και πάντα υπήρχε ο κίνδυνος να αναβαθμιστεί σε κυβέρνηση.
Μέχρι τώρα έχουμε δει ότι ως τη στιγμή εκείνη δεν είχε υπάρξει καμιά σοβιετική παρέμβαση (εκτός από την έμμεση που έγινε με το τηλεγράφημα προς τον βασιλιά Γεώργιο αντί προς την ΠΕΕΑ για την επέτειο της 25ης Μαρτίου) και καμιά «λήψη οδηγιών» από τους Σοβιετικούς πριν από την υπογραφή της συμφωνίας του Λιβάνου. Δεν υπάρχει πηγή από την οποία να προκύπτει τέτοια παρέμβαση ΠΡΙΝ από την υπογραφή της συμφωνίας. Καθώς περνούσαν οι μέρες και στην Ελλάδα τόσο η ηγεσία όσο και οι απλοί αγωνιστές συνειδητοποιούσαν τι ακριβώς είχε διαπράξει και υπογράψει η αντιπροσωπεία «τους», το κύμα καταδίκης της συμφωνίας και η οργή κατά εκείνων που υπέγραψαν δυνάμωνε όλο και περισσότερο.
Στις 30 Μάη του 1944 επέστρεψε από τη Μέση Ανατολή ο πρώτος από τους αντιπροσώπους του Λιβάνου, δηλαδή ο Στέφανος Σαράφης, ενώ ένας – ένας άρχισαν τις επόμενες μέρες να επιστρέφουν και οι υπόλοιποι. Ο Σαράφης είπε την αλήθεια, όπως πάντα, χαρακτηρίζοντας τη στάση της αντιπροσωπείας «χλιαρή και θλιβερή» αλλά δήλωσε ότι «ο ίδιος δεν μπορούσε να μην πειθαρχήσει», κάτι που σε εκείνη ακριβώς τη συγκυρία δεν ήταν και ψέμα (αργότερα όμως που ΕΠΡΕΠΕ να μην πειθαρχήσει, δυστυχώς το έκανε). Έθεσε μάλιστα την παραίτησή του από στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ στη διάθεση του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ αλλά η παραίτηση δεν έγινε δεκτή – καθώς δεν είχε ο ίδιος την πολιτική ευθύνη για όσα υπογράφηκαν.
Αφού άκουσαν και τον Σαράφη, το ΕΑΜ, το ΚΚΕ και η ΠΕΕΑ αποφάσισαν να επιμείνουν στη «σκληρή» στάση τους, δηλαδή της μη αποδοχής της υπάρχουσας συμφωνίας και της απαίτησης για αναθεώρησή της – κι αυτό παρά το γεγονός ότι ο Σβώλος από το Κάιρο προσπαθούσε με όλους τους τρόπους να πείσει με σειρά τηλεγραφημάτων κι επιστολών ότι «είχε επιτευχθεί το καλύτερο δυνατόν», ενώ ένα αξιοθρήνητο τηλεγράφημα, που ουσιαστικά επιβεβαίωνε ότι τα είχε κάνει θάλασσα, έστειλε και ο Ρούσος. Αυτό το τελευταίο μάλλον δυνάμωσε την κατακραυγή εναντίον της αντιπροσωπείας και κατά του Ρούσου προσωπικά.
Στο μεταξύ, ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, η Κατοχή συνεχιζόταν και οι Γερμανοί ως την τελευταία στιγμή έκαιγαν και εκτελούσαν… εκείνο ακριβώς το διάστημα (στις 10 Ιουνίου 1944) έγινε η σφαγή του Διστόμου. Παρ’ όλο που οι Γερμανοί ήξεραν ότι χάνουν τον πόλεμο, όχι μόνο δεν «μαλάκωναν» αλλά αποκτηνώνονταν όλο και περισσότερο! Το ίδιο και οι συνεργάτες τους. Εκείνη επίσης την εποχή εξελίχθηκε «η μάχη της σοδειάς», δηλαδή η προσπάθεια του ΕΛΑΣ να μην περάσει η αγροτική παραγωγή της Ελλάδας στα χέρια των Γερμανών – και ήταν μια προσπάθεια που σημείωσε επιτυχία. Παράλληλα αναζωπυρώθηκαν και οι συγκρούσεις ΕΛΑΣ – ΕΔΕΣ, στις περιοχές της Ηπείρου όπου ήταν ισχυρός ο τελευταίος.
Όπως όλα έδειχναν, ναι μεν είχε υπογραφεί η συμφωνία του Λιβάνου αλλά στην πραγματικότητα υπήρχε αδιέξοδο, διότι δεν είχε γίνει αποδεκτή καθόλου καλά από την ηγεσία του ΕΑΜ/ΚΚΕ/ΠΕΕΑ στην Ελλάδα και έτσι όπως προαναφέραμε, η υλοποίησή της ήταν αδύνατη και η «κυβέρνησις εθνικής ενότητος», που δεν διέφερε καθόλου από τις προηγούμενες κυβερνήσεις του Καϊρου καθώς δεν είχε συμπληρωθεί με τους υπουργούς του ΕΑΜ, ήταν αδύνατον να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά από το τέλος της Κατοχής.
Πώς τελικά λύθηκε αυτό το αδιέξοδο; Ποιος ήταν αυτός που παρενέβη αποφασιστικά και άλλαξε η «σκληρή» στάση του ΕΑΜ του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ; Θα το δούμε στην επόμενη συνέχεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου