Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ ΙΔ΄

 


ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ ΙΔ΄
Στο προηγούμενο μέρος αυτού του ιστορικού σημειώματος υποσχεθήκαμε ότι θα μιλήσουμε για τρία μεγάλα γεγονότα του 1944, τα οποία ήρθε η χρονική στιγμή να περιγράψουμε, δηλαδή για την ίδρυση της ΠΕΕΑ, για το μεγάλο κίνημα της Μέσης Ανατολής και για τη διάλυση της ΕΚΚΑ από τον ΕΛΑΣ, η οποία κατέληξε στη δολοφονία του ηγέτη της, Δημητρίου Ψαρρού – καθώς θα γράφεται ετούτο το μέρος θα δούμε αν θα χωρέσει όλα αυτά τα γεγονότα ή θα χρειαστεί κι άλλη συνέχεια για την ανάλυσή τους.
Θα τα εξιστορήσουμε όπως ακριβώς παραπάνω τα αναφέραμε, δηλαδή κατά χρονολογική σειρά.
Λίγες μέρες λοιπόν μετά τη συμφωνία της Πλάκας για την οποία μιλήσαμε στην προηγούμενη συνέχεια, η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ αποφάσισε να δώσει μια συγκεκριμένη οργανωτική μορφή στο ιδιότυπο «κράτος μέσα στο κράτος» της Ελεύθερης Ελλάδας, δηλαδή να δημιουργήσει ένα κυβερνητικό όργανο – και το έκανε με την ΠΕΕΑ. Η ΠΕΕΑ δημιουργήθηκε στις 10 Μάρτη του 1944.
Όμως από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης της ΠΕΕΑ φάνηκε η αδυναμία και η αναποφασιστικότητα της ηγεσίας του ΚΚΕ να καταλήξει στο τι ήθελε να κάνει και πώς επεδίωκε να λύσει το πρόβλημα της εξουσίας στην Ελλάδα μόλις θα έληγε η Κατοχή – και η λήξη της Κατοχής ήταν πλέον πολύ κοντά, καθώς ξεκάθαρα η Γερμανία έχανε τον πόλεμο.
Γιατί υποστηρίζουμε την παραπάνω θέση; Ας δούμε τι σήμαιναν τα αρχικά «ΠΕΕΑ» - σήμαιναν λοιπόν «Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης».
Η ονομασία αυτή έδειχνε ολοφάνερα την αναποφασιστικότητα και την έλλειψη σαφούς στρατηγικής για την οποία μιλάμε.
Δηλαδή το ΕΑΜ και το ΚΚΕ δημιούργησαν ένα κυβερνητικό όργανο, το οποίο όμως απέφυγαν επιμελώς να το ονομάσουν «κυβέρνηση»! Δημιουργώντας έτσι σύγχυση ακόμα και… στον ίδιο τον εαυτό τους ως προς το κρισιμότατο ζήτημα ΠΟΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΑΝ ΩΣ ΝΟΜΙΜΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ – ασφαλώς δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία ότι δεν αναγνώριζαν ως τέτοια την κατοχική κυβέρνηση του Ράλλη, όμως το θέμα ήταν αν θεωρούσαν ως «νόμιμη» την εξόριστη βασιλική κυβέρνηση του Τσουδερού!
Δεν χρειάζεται να πούμε πόσο μεγάλη πολιτική σημασία είχε αυτό το ζήτημα, το καταλαβαίνει ο καθένας, όμως επιγραμματικά θα εξηγήσουμε ότι από αυτό εξαρτιόταν ο ρόλος που θα έπαιζε η ΠΕΕΑ: Αν το ΕΑΜ και το ΚΚΕ θεωρούσαν ότι αυτή πλέον ήταν η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση, η ΠΕΕΑ θα έπρεπε να οργανώσει την κατάληψη της εξουσίας από… τον εαυτό της όταν θα ερχόταν η απελευθέρωση. Αν πάλι το ΕΑΜ και το ΚΚΕ θεωρούσαν ως νόμιμη κυβέρνηση την εξόριστη βασιλική κυβέρνηση, τότε η ΠΕΕΑ, είτε το ήθελε είτε όχι, θα έπαιζε το ρόλο αντιπροσώπου της κυβέρνησης αυτής στο ελληνικό έδαφος και ο ρόλος της θα περιοριζόταν στο να οργανώσει την ομαλή μετάβαση της εξουσίας σε εκείνη (στην εξόριστη βασιλική κυβέρνηση) όταν θα έφευγαν οι Γερμανοί.
Αυτό που φαίνεται βέβαιο είναι ότι εκείνη τη στιγμή το ΚΚΕ και το ΕΑΜ δεν είχαν αποφασίσει τι θα έκαναν και γι’ αυτό επέλεξαν τη «μεσοβέζικη» λύση να δημιουργήσουν μια κυβέρνηση που… δεν ήταν ακριβώς κυβέρνηση – ούτε η ίδια ήξερε τι ήταν!... Καθόλου δεν αποκλείεται να περίμεναν και τι θα αποφάσιζε η «μεγάλη αντιφασιστική συμμαχία», δηλαδή, για να λέμε τα πράγματα όπως είναι, η Σοβιετική Ένωση μετά από τις διαβουλεύσεις της κυρίως με τη Μεγάλη Βρετανία και δευτερευόντως με τις ΗΠΑ.
Αυτό το θεμελιώδες ζήτημα, ίσως τότε δεν προσέχτηκε τόσο στην Ελλάδα λόγω της προσμονής για την επικείμενη απελευθέρωση και λόγω του ενθουσιασμού για τη δημιουργία της ΠΕΕΑ, όμως δεν διέφυγε καθόλου της προσοχής τόσο των Βρετανών όσο και των Σοβιετικών – και οι Σοβιετικοί έστειλαν πολύ γρήγορα το δικό τους «μήνυμα»: δεν είχαν περάσει 15 μέρες από τη δημιουργία της ΠΕΕΑ και η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης έστειλε συγχαρητήρια, όπως συνηθίζεται στη διπλωματία, για την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου. Πού έστειλε τα συγχαρητήρια; τα έστειλε απευθείας στον βασιλιά Γεώργιο Β΄ με προσωπικό τηλεγράφημα του Ιωσήφ Στάλιν προς αυτόν! Και αγνόησε τελείως την ΠΕΕΑ.
Ο ένας από τους δυο ηγέτες του ΚΚΕ εκείνη την εποχή, ο Γιάννης Ιωαννίδης κατέγραψε στη δεκαετία του 1960, όταν πλέον είχε «αποσυρθεί», τις «αναμνήσεις του» σε ένα βιβλίο που γράφτηκε με τη βοήθεια του Αλέκου Παπαπαναγιώτου ο οποίος του πήρε μια μακρά συνέντευξη και συζήτησε μαζί του (όποιος θέλει μπορεί να βρει και να κατεβάσει δωρεάν αυτό το βιβλίο στο διαδίκτυο) – εκεί λοιπόν ο Ιωαννίδης λέει στον Παπαπαναγιώτου τα εξής:
«Το Μάρτη (1944) ο Στάλιν έστειλε τηλεγράφημα στον Γεώργιο. Κατάλαβες; Επί τη επετείω της εθνικής μας εορτής κλπ. Αναγνώριζε την ύπαρξη της κυβέρνησης (εννοεί της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης) ενώ εμείς είχαμε γίνει κυβέρνηση. Και αναγνώριζε εκείνη την κυβέρνηση, δείγμα καθαρότατο ότι δεν επιδοκίμαζε τη δική μας, την ΠΕΕΑ. Γιατί δεν μπορείς στις 25 του Μάρτη εσύ να στέλνεις τηλεγράφημα στον Γεώργιο και εμείς από τις 10 του Μάρτη να έχουμε κυβέρνηση. Και το ξέρετε αυτό το πράγμα. Συνεπώς; Εμείς κρυώσαμε… λίγο από την υπόθεση αυτή. Κατάλαβες; Κοίταξε τώρα. Ούτε καν το φανταζόμασταν. Ούτε στην καλή εποχή δεν έστελνε τηλεγραφήματα και του στέλνει αμέσως μόλις κάνουμε εμείς την κυβέρνηση. Άρα… του δίνει να καταλάβει ότι εγώ δεν έχω καμιά απολύτως ανάμιξη με την υπόθεση αυτή… (της ΠΕΕΑ). Δεν μπορείς να μη το πάρεις αυτό υπόψη άμα θέλεις να βρεις… Γιατί αγαπητέ μου στέλνεις εσύ τηλεγραφήματα συγχαρητήρια στο βασιλιά, τον αναγνωρίζεις και του λες ότι εγώ εύχομαι κλπ., κλπ.; Δεν… δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Αν μας αναγνώριζε εμάς ή αν ήθελε να υπάρχουμε εμείς, θάκανε μόκο προς εκείνη την κατεύθυνση. Αλλά αυτός όχι… Δεν καθίσαμε να συνεδριάσουμε και να πούμε ότι… να αποδοκιμάσουμε τον Στάλιν… Αλλά μεταξύ μας, με τον Γιώργη (τον Σιάντο) ας πούμε… ξέρω γω… τον κερατά το βασιλιά, να του στείλει ο Στάλιν συγχαρητήριο τηλεγράφημα και τα ρέστα. Ξέρω γω τι να σου πω Γιάννη (απαντά ο Σιάντος). Μου φαίνεται ότι δεν ήταν πράξη που μας ενισχύει»!!!
Πέρα από το επίπεδο «συνεννόησης» Σιάντου και Ιωαννίδη, πιο μεγάλη σημασία έχει να πούμε ότι ασφαλώς ο Ιωαννίδης μίλησε γι’ αυτά όταν πλέον ο Στάλιν είχε αποκαθηλωθεί ακόμα και μέσα στη ίδια τη Σοβιετική Ένωση και ήταν… ακίνδυνος – επίσης μπορεί να θεωρούσε ότι με αυτά που είπε… είχε βρει μια κάποια δικαιολογία, δηλαδή ότι «ο Στάλιν έφταιγε σε τελευταία ανάλυση» για το χαντάκωμα εκ μέρους του ίδιου του Ιωαννίδη και του Σιάντου της Δεύτερης Ελληνικής Επανάστασης – διότι η Εθνική Αντίσταση ήταν ακριβώς αυτό, μετά την Πρώτη Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ωστόσο, ασφαλώς είχε τη σημασία του και έστελνε μήνυμα το τηλεγράφημα του Στάλιν προς τον Γεώργιο – όμως… επίσης ασφαλώς δεν έφταιγε μόνο ο Στάλιν όταν η ίδια η ηγεσία του ΚΚΕ δεν τολμούσε να ονομάσει κυβέρνηση την ΠΕΕΑ!
Κατά τα άλλα η ΠΕΕΑ πέτυχε ένα πραγματικό αλλά τελικά ανούσιο θαύμα, για το οποίο όπως και νάχει πρέπει να μιλήσουμε: Πρώτα όμως να πούμε ότι πρώτος, προσωρινός πρόεδρός της ορίστηκε ο Ευριπίδης Μπακιρτζής, ο ικανότατος αλλά και αμφιλεγόμενος προπολεμικός «κόκκινος συνταγματάρχης», ο οποίος όπως είδαμε σε προηγούμενη συνέχεια, ανήκε στην ηγεσία της ΕΚΚΑ αλλά είχε αποχωρήσει ήδη από αυτήν και προσχωρήσει στο ΕΑΜ, ενώ «γραμματείς» (χαρακτηριστικό επίσης ότι δεν ονομάστηκαν «υπουργοί»!) ορίστηκαν ο εκ των ιδρυτών του ΕΑΜ σοσιαλδημοκράτης και πάντα «πρόθυμος» να κατευθύνει το ΕΑΜ προς την υποταγή στους Βρετανούς, Ηλίας Τσιριμώκος, ο παλιός προπολεμικός βενιζελικός στρατηγός Μανώλης Μάντακας, ο σημαντικός και ιδιαίτερα αξιοσέβαστος παράγοντας των αγροτικών αγώνων, Κώστας Γαβριηλίδης και ο ίδιος ο Γραμματέας του ΚΚΕ, Γιώργης Σιάντος.
Στις 10 Απρίλη του 1944 η ΠΕΕΑ διευρύνθηκε και πρόεδρός της έγινε ο καθηγητής του συνταγματικού δικαίου και γνωστός «δημοκρατικός παράγοντας» Αλέξανδρος Σβώλος – στον Σβώλο θα σταθούμε λίγο για να πούμε ότι η προσχώρησή του και η αποδοχή εκ μέρους του της προεδρίας της ΠΕΕΑ θεωρήθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ μεγάλη επιτυχία, καθώς πίστευαν ότι της πρόσθετε κύρος και επιρροή στον αστικό δημοκρατικό χώρο. Μόνο που ο Σβώλος, ασφαλώς έντιμος άνθρωπος, ήταν… αυτός που ήταν και ποτέ δεν το έκρυψε: ένας κλασσικός σοσιαλδημοκράτης, ο οποίος ουδεμία σχέση είχε με επανάσταση, κομμουνισμό και τα συναφή! Έτσι, όχι επειδή ήθελε να βλάψει (σε αντίθεση πιθανότατα με τον Τσιριμώκο) αλλά… επειδή ήταν στη φύση του, όποτε συμμετείχε στις μελλοντικές κρίσιμες αποφάσεις έπαιξε καθοριστικό ρόλο κι εκείνος για την υποταγή και τελικά… την καταστροφή του ΕΑΜ από τους Βρετανούς – αργότερα, μεταπολεμικά, συνέχισε παρ’ όλα αυτά ως τον ξαφνικό θάνατό του το 1956 να συνεργάζεται με την Αριστερά και εκείνη μαζί του… Όπως φαίνεται, όταν ανέλαβε είχε την αφελή φιλοδοξία και προοπτική «να ενώσει όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις» σε μια ουτοπική «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» με πρόεδρο τον εαυτό του.
Για την ιστορία ας αναφέρουμε ολόκληρη τη σύνθεση της ΠΕΕΑ. Πρόεδρος λοιπόν όπως είπαμε έγινε ο Αλέξανδρος Σβώλος, αντιπρόεδρος ο Ευριπίδης Μπακιρτζής και «γραμματείς» οι εξής; εξωτερικών επίσης ο Σβώλος, δικαιοσύνης ο Ηλίας Τσιριμώκος, εσωτερικών ο Γιώργης Σιάντος, «παιδείας, θρησκευμάτων και λαϊκής διαφώτισης» πάλι ο Σβώλος, οικονομικών ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο οποίος έφτασε μαζί με τον Ξενοφώντα Ζολώτα να είναι «γκουρού» της οικονομίας ως πριν από μερικά χρόνια, εθνικής οικονομίας ο Σταμάτης Χατζήμπεης, που ανήκε στην πιο αριστερή τάση του βενιζελικού Κόμματος των Φιλελευθέρων, στρατιωτικών ο Μανώλης Μάντακας, συγκοινωνιών ο Νίκος Ασκούτσης, παρόμοιος παράγοντας με τον Χατζήμπεη, επισιτισμού ο Ευριπίδης Μπακιρτζής, κοινωνικής πρόνοιας ο Πέτρος Κόκκαλης, πατέρας του πολύ γνώριμού μας Σωκράτη (να σημειώσουμε πάντως ότι ο Πέτρος Κόκκαλης ήταν ακέραιος άνθρωπος και απολύτως έντιμος) και γεωργίας, απολύτως φυσιολογικά, ο Κώστας Γαβριηλίδης.
Όμως παραπάνω μιλήσαμε για «θαύμα» σχετικό με την ΠΕΕΑ: το θαύμα λοιπόν δεν ήταν η σύνθεσή της και η κατανομή των «γραμματειών» αλλά το γεγονός ότι εκτός από την ΠΕΕΑ σχηματίστηκε και ένα είδος βουλής/εθνοσυνέλευσης της Ελεύθερης Ελλάδας, το οποίο ονομάστηκε «Εθνικό Συμβούλιο» και μάλιστα διαμορφώθηκε με εκλογές, οι οποίες έγιναν σε όλες τις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας αλλά ακόμα και σε όσες κατεχόμενες περιοχές της χώρας επέτρεψαν οι συνθήκες (δηλαδή παντού εκτός από τη βουλγαροκρατούμενη Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, την αποκομμένη από την κυρίως Ελλάδα Κρήτη και κάποια άλλα νησιά), κάτω από τη μύτη των Γερμανών!
Στις εκλογές αυτές που έγιναν στις 25 Απρίλη του 1944 είχαν δικαίωμα ψήφου για πρώτη φορά στην Ελλάδα εκείνης της εποχής όλοι οι Έλληνες και όλες οι Ελληνίδες πάνω από 18 χρόνων – και ο συνολικός αριθμός των ψηφοφόρων, ανδρών και γυναικών, ανήλθε στο τεράστιο για τις συνθήκες της Κατοχής νούμερο του ενός εκατομμυρίου οχτακοσίων χιλιάδων! Ασφαλώς δεν μιλάμε για εκλογές όπως τις ξέρουμε σήμερα, με αντίπαλα κόμματα κλπ. – το ψηφοδέλτιο ήταν ενιαίο, όμως ήταν πραγματικά πλατύ και αντιπροσωπευτικό και δεν αποτελούνταν μόνο από κομμουνιστές. Ενώ αυτοδίκαια συμμετοχή στο Εθνικό Συμβούλιο επιφυλάχθηκε σε όσους από τους προπολεμικούς βουλευτές του 1936 ήθελαν να συμμετάσχουν -συμμετείχαν τελικά 22 από αυτούς.
Αυτό το Εθνικό Συμβούλιο συνήλθε με κάθε πανηγυρικότητα και σοβαρότητα στο χωριό Κορυσχάδες της Ευρυτανίας από τις 14 ως τις 27 Μάη του 1944, χωρίς οι Γερμανοί να μπορέσουν να του δημιουργήσουν το παραμικρό εμπόδιο – θύμιζε πραγματικά τις εθνοσυνελεύσεις του 1821 και μάλιστα επεξεργάστηκε, ανάμεσα στ’ άλλα, ένα πρώτο σχέδιο δημοκρατικού Συντάγματος με 15 άρθρα.
Όλα αυτά ήταν αξιοσημείωτα και πολύ «ενωτικά», όπως ήταν αξιοσημείωτο ολόκληρο το έργο του Εθνικού Συμβουλίου καθώς και το κυβερνητικό έργο της ΠΕΕΑ σε θέματα παιδείας, δικαιοσύνης, οργάνωσης του επισιτισμού κλπ. – μόνο που οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονταν αλλού και όχι από το Εθνικό Συμβούλιο ή από την ΠΕΕΑ.
Με την καθοδήγηση λοιπόν της ηγεσίας του ΚΚΕ και του ΕΑΜ η τοποθέτηση της ΠΕΕΑ στο πραγματικά κρίσιμο ζήτημα, εκείνο δηλαδή της εξουσίας, ήταν ξεκάθαρα ρεφορμιστική, για να μην πούμε γεμάτη αβεβαιότητα και φόβο: αντί δηλαδή να δηλώσει «εμείς είμαστε κυβέρνηση δικαιωματικά διότι εμείς απελευθερώσαμε ήδη το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας και αναδειχθήκαμε με ελεύθερες εκλογές, σε αντίθεση με τους διορισμένους της Μέσης Ανατολής κι όποιος θέλει ας έρθει να συνεργαστεί μαζί μας», άρχισε να ζητάει τη συμμετοχή της σε μια «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» μαζί με την εξόριστη βασιλική κυβέρνηση – είδαμε στην προηγούμενη συνέχεια ότι οι πρώτες σχετικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της τελευταίας και του ΕΑΜ είχαν ήδη γίνει από τον Αύγουστο του 1943, χωρίς επιτυχία τότε.
Για την ιστορία, τόσο η ΠΕΕΑ όσο και το Εθνικό Συμβούλιο αυτοδιαλύθηκαν όταν το ΕΑΜ αποφάσισε να συμμετάσχει στην εξόριστη βασιλική κυβέρνηση υπό συνθήκες που θα εξετάσουμε αργότερα.
Φεύγουμε τώρα από την Ελλάδα και πάμε στη Μέση Ανατολή – όπου η ίδρυση της ΠΕΕΑ σκόρπισε τον ενθουσιασμό. Έναν, όμως, ενθουσιασμό, ο οποίος πυροδότησε μοιραίες εξελίξεις.
Όταν η ΠΕΕΑ διατύπωσε τη θέση/αίτημά της για συμμετοχή της σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ο πρωθυπουργός της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης Εμμανουήλ Τσουδερός, έχοντας πίσω του τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ και τους Βρετανούς, δεν έδειξε, όπως ήταν φυσικό, ιδιαίτερο ενθουσιασμό αρχίζοντας να κωλυσιεργεί (ήταν «ειδικός» στην κωλυσιεργία και στις μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις παρασκηνίου που δεν οδηγούσαν πουθενά) – τελικά στις 27 Μάρτη του 1944 έθεσε ως προϋπόθεση «για να το συζητήσει» τον τερματισμό των συγκρούσεων μεταξύ των Ελλήνων ανταρτών, έδειχνε δηλαδή ότι θα έκανε τα πάντα για να μείνουν τα πράγματα όπως είχαν.
Η αυτόνομη και δυναμική όπως έχουμε προαναφέρει έκφραση του ΕΑΜ στο ελληνικό στράτευμα της Μέσης Ανατολής, δηλαδή η ΑΣΟ, αντέδρασε με τον γνωστό «προχωρημένο», θα έλεγε κανείς αριστερίστικο για τις επικρατούσες στη Μέση Ανατολή συνθήκες τρόπο της και στις 31 Μάρτη του 1944 συγκρότησε μια επιτροπή από 13 αξιωματικούς του στρατού και της αεροπορίας που επισκέφθηκε τον Τσουδερό και του παρέδωσε ένα υπόμνημα – τελεσίγραφο, με το οποίο του ζητούσε να δεχτεί την αξίωση της ΠΕΕΑ και να σχηματιστεί «κυβέρνηση γενικής εθνικής ενότητας».
Ο Τσουδερός, πιστός στις συνήθειές του, δεν έδωσε σαφή απάντηση – τότε η ίδια επιτροπή επισκέφθηκε τον υπουργό ναυτικών Σοφοκλή Βενιζέλο (γιο του Ελευθέριου Βενιζέλου) και του πρότεινε να αναλάβει εκείνος πρωθυπουργός μιας τέτοιας κυβέρνησης. Εκπλήσσει πραγματικά η αφέλεια της ΑΣΟ που απευθύνθηκε στον Βενιζέλο - μια αφέλεια τόσο μεγάλη όσο και ο δυναμισμός της, με καταστροφικά αποτελέσματα.
Ο Βενιζέλος, ένας άνθρωπος ο οποίος δεν ήταν χωρίς ικανότητες, ειδικά στη διπλωματία, ωστόσο ούτε κατά διάνοια μπορούσε να συγκριθεί με το τεράστιο μέγεθος του πατέρα του, ήθελε όσο τίποτα να γίνει πρωθυπουργός – όχι όμως πρωθυπουργός της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ αλλά του αστικού πολιτικού κόσμου υποστηριζόμενους από τους Άγγλους. Έτσι άλλωστε πολιτεύθηκε και μεταπολεμικά ως βασικός παράγοντας του Κέντρου ως το θάνατό του το 1964. Όπως λοιπόν ήταν φυσικό αρνήθηκε την πρόταση ελπίζοντας όμως παράλληλα να πέσει εξαιτίας του ζητήματος που είχε δημιουργηθεί ο Τσουδερός και να αναλάβει ο ίδιος!
Όταν η επιτροπή έφυγε από το γραφείο του Τσουδερού, εκείνος αποφάσισε τη σύλληψη των αξιωματικών που συμμετείχαν σ’ αυτή και πράγματι αυτό συνέβη – ήταν η σπίθα που άναψε τη φωτιά του τρίτου και μεγαλύτερου από τα κινήματα της Μέσης Ανατολής. Τα πιστά στην ΑΣΟ ελληνικά στρατεύματα, χωρίς η ηγεσία της ΑΣΟ να υπολογίζει το γεγονός πως δεν βρισκόταν στην Ελεύθερη Ελλάδα αλλά στην αγγλοκρατούμενη Αίγυπτο και χωρίς να έχει πάρει το μάθημά της από την αντίδραση των Βρετανών στην εξέγερση της Δεύτερης Ταξιαρχίας τον Ιούλιο του 1943, την οποία περιγράψαμε στην προηγούμενη συνέχεια, εξεγέρθηκαν απαιτώντας την απελευθέρωση των συλληφθέντων, κατέλαβαν το φρουραρχείο του Καϊρου και οργάνωσαν εκδηλώσεις σε όλες τις μονάδες υπέρ της ΠΕΕΑ.
Ο Τσουδερός ήταν αδύνατον να επιβληθεί και στις 3 Απρίλη του 1944 επιτέλους παραιτήθηκε, μετά από μια μακρόσυρτη πρωθυπουργία, η οποία θύμιζε με το στυλ της εποχές παρακμής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος βρήκε την ευκαιρία που περίμενε κι ανέλαβε εκείνος, χωρίς ωστόσο να έχει κάνει ακόμα δεκτή την παραίτηση του Τσουδερού ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄. Ούτε όμως αυτός κατάφερε να «ηρεμήσει» τα πνεύματα, διότι ο μόνος τρόπος για να επικρατούσε η ηρεμία, θα ήταν να δεχόταν το αίτημα της ΠΕΕΑ, κάτι το οποίο σε εκείνη τη φάση απέκλειαν οι Βρετανοί.
Στις 6 Απρίλη του 1944 η ΑΟΝ, δηλαδή η αντίστοιχη οργάνωση της ΑΣΟ στο ναυτικό κατέλαβε τις μονάδες του πολεμικού ναυτικού και τα περισσότερο πλοία – δηλαδή η εξέγερση γενικεύτηκε και απλώθηκε σε όλο το ελληνικό στράτευμα υποστηριζόμενη από τη μεγάλη πλειοψηφία του.
Αλλά το ερώτημα που δεν έχει λογική απάντηση είναι τι περίμεναν οι εξεγερμένοι έτσι αποκομμένοι που ήταν από την ελεύθερη Ελλάδα και κάτω από τη μύτη των Βρετανών. Ήταν δυνατόν να άφηναν οι τελευταίοι να περάσει έτσι αυτή η υπόθεση; Όχι μόνο δεν ήταν δυνατόν αλλά επρόκειτο για τη χρυσή ευκαιρία που ζητούσαν να εκκαθαρίσουν τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις από κάθε αριστερό/φιλοεαμικό στοιχείο και να δημιουργήσουν μια μικρότερη και εντελώς πειθαρχημένη σε αυτούς συμπαγή δύναμη μόνο από δεξιούς και φιλοβασιλικούς αξιωματικούς και στρατιώτες.
Είναι πραγματικά απίστευτο πώς το ΕΑΜ ακολουθούσε τόσο συμβιβαστική και περίφοβη πολιτική στην κυριαρχούμενη από το ίδιο Ελεύθερη Ελλάδα, όπου δεν τολμούσε καν να ονομάσει «κυβέρνηση» την ΠΕΕΑ, ενώ έδειξε, μέσω της ΑΣΟ, τόσο αστόχαστο δυναμισμό στην αγγλοκρατούμενη Αίγυπτο όπου δεν είχε την παραμικρή ελπίδα επικράτησης! Έχουν διατυπωθεί, όπως ήταν φυσικό, πολλά ερωτήματα εκ του αποτελέσματος και λόγω της έλλειψης λογικής και ορθής εκτίμησης της πολιτικής κατάστασης από την οποία διεπόταν, μήπως το κίνημα της Μέσης Ανατολής υποκινήθηκε από τους ίδιους τους Βρετανούς – όμως δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα κάποιο στοιχείο που να επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, είναι βέβαιο ότι η ηγεσία της ΑΣΟ με επικεφαλής τον Γιάννη Σαλλά ήταν απολύτως έντιμη και μάλλον η εξήγηση είναι ότι παρασύρθηκε από τον ενθουσιασμό που της δημιουργούσε η υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των ελληνικών στρατευμάτων της Μέσης Ανατολής σε εκείνη.
Όπως και νάχει, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ αποδέχτηκε την παραίτηση του Τσουδερού και διόρισε κι επίσημα πρωθυπουργό της κυβέρνησής «Του» τον Σοφοκλή Βενιζέλο στις 11 Απρίλη του 1944. Τα υπόλοιπα ήταν δουλειά των Βρετανών: με συντονισμένες κινήσεις απέκλεισαν τις ελληνικές στρατιωτικές μονάδες και τους έκοψαν το νερό και την τροφοδοσία, ώσπου οι τελευταίες αναγκάστηκαν να παραδοθούν – το ίδιο έκαναν και στα πλοία του ελληνικού στόλου που είχαν καταληφθεί από τους εξεγερμένους ναύτες, μέχρις ότου στις 23 Απρίλη του 1944 αυτά καταλήφθηκαν με μια αιματηρή καταδρομική επιχείρηση από πιστές στους Άγγλους ελληνικές δυνάμεις η οποία έγινε υπό την ηγεσία του ναύαρχου Πέτρου Βούλγαρη, αργότερα πρωθυπουργού (από τους πιο κακορίζικους) της Ελλάδας το 1945. Σημειώνουμε εδώ ότι οι Βρετανοί είχαν τονίσει ότι αν δεν πετύχαινε αυτή η επιχείρηση, θα βύθιζαν τον ελληνικό στόλο!
Τα αποτελέσματα του κινήματος της Μέσης Ανατολής ήταν καταστροφικά για το ΕΑΜ: οι Άγγλοι δηλαδή πέτυχαν αυτό που ήθελαν, να διαλύσουν τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις, να κλείσουν σε περιφραγμένα στρατόπεδα συγκέντρωσης για χρονικό διάστημα ως και μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας τους χιλιάδες πιστούς στην ΑΣΟ αξιωματικούς και στρατιώτες εξουδετερώνοντάς τους και μη επιτρέποντας σε αυτούς να παίξουν τον οποιοδήποτε ρόλο κατά την απελευθέρωση της Ελλάδας, ενώ δημιούργησαν δυο άλλες εντελώς αφοσιωμένες σε αυτούς και στον βασιλιά Γεώργιο Β΄ μονάδες: την Τρίτη Ορεινή Ταξιαρχία, η οποία ονομάστηκε αργότερα «Ταξιαρχία Ρίμινι» λόγω της συμμετοχής της σε μάχη κατά των Γερμανών εκεί και τον Ιερό Λόχο, που ήταν ένα σύνταγμα πεζοναυτών. Αυτές οι δυο μονάδες αποτέλεσαν τον πυρήνα της σύγκρουσης για τη σύνθεση του ελληνικού στρατού της «απελευθερωμένης» από τους Γερμανούς Ελλάδας, η οποία οδήγησε στα Δεκεμβριανά.
Παρά το γεγονός ότι ο Σοφοκλής Βενιζέλος είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του στους Βρετανούς κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα του κινήματος της Μέσης Ανατολής, εκείνοι δεν του είχαν εμπιστοσύνη και έψαχναν να βρουν κάποιον ικανότερο, δηλαδή πιο αδίστακτο πολιτικό που θα πραγματοποιούσε τα σχέδιά τους – και τον βρήκαν στο πρόσωπο του Γεωργίου Παπανδρέου, τον οποίο διόρισαν πρωθυπουργό στις 26 Απρίλη του 1944. Ο Βενιζέλος, πάντα «πειθαρχικός» σε ό,τι αποφάσιζαν οι «προστάτιδες δυνάμεις», το 1944 οι Βρετανοί και από το 1947 οι Αμερικανοί, δέχτηκε το γεγονός αδιαμαρτύρητα. Για τον Παπανδρέου θα μιλήσουμε αργότερα.
Αν και είχαμε υποσχεθεί να εξιστορήσουμε και τη διάλυση της ΕΚΚΑ και τη δολοφονία του Ψαρρού, αυτή η συνέχεια μεγάλωσε πολύ και τα συγκεκριμένα γεγονότα δεν χωράνε – θα είναι τα πρώτα για τα οποία θα μιλήσουμε στην επόμενη συνέχεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου