Τετάρτη 5 Ιουνίου 2019

ΠΡΕΣΠΕΣ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ...

«Πρέσπες» και εκλογικό αποτέλεσμα – Η ευγενής μας τύφλωσις

                                        

του Βαγγέλη Γεωργίου

«Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τολμήσει να κάνει λίγες περισσότερες «Πρέσπες» στις σχέσεις με την εκκλησία, στην παιδεία και σε μερικά ακόμη επιτελικά θεσμικά επίδικα μάλλον κερδισμένος θα ήταν …και θα είχε αγαθοεργήσει για τη χώρα μακροπρόθεσμα» έγραψε ο καθηγητής Δημήτρης Χριστόπουλος πρόσφατα, ακυρώνοντας τον ρόλο της Συμφωνίας των Πρεσπών στην συντριπτική εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. «Η Πρέσπα, όπως έχουμε αναφανδόν υποστηρίξει, έχει μια αυτοτελή, μη συμψηφίσιμη πολιτική αξία» προσέθεσε.
Θέσεις σαν του Χριστόπουλου άρχισαν να ξεπετάγονται αμέσως μετά το τέλος των ευρωεκλογών. Παρόμοια αξιολόγηση για περιορισμένο ρόλο των «Πρεσπών» στο εκλογικό αποτέλεσμα έκανε και ο σοβαρός αναλυτής Δημήτρης Μαύρος (MRB). Για να δούμε λοιπόν.
Για τις ευρωεκλογές, βλέποντας κάποιοι ότι οι απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ στη Μακεδονία δεν ήταν συντριπτικά μεγαλύτερες από εκείνες στην υπόλοιπη επικράτεια, συμπέραναν ότι οι «Πρέσπες» δεν επηρέασαν το κριτήριο της ψήφου. Σε κάποιους νομούς μάλιστα, όπως Καστοριάς και Φλώρινας ο ΣΥΡΙΖΑ αύξησε ελαφρά τα ποσοστά του! Όντως, υπάρχει εκεί σλαβομακεδονικής καταγωγής στοιχείο, το οποίο μπορεί σε πολύ μεγάλο βαθμό να έχει ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία, αλλά για προφανείς λόγους θέλει την εξομάλυνση των σχέσεων με τα Σκόπια και στο πλαίσιο αυτό επικρότησε τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Στις αυτοδιοικητικές δε, ο υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ για την περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας Χρήστος Γιαννούλης είχε δηλώσει ότι «αυτοί που αντιδρούν στη Συμφωνία είναι δυο, τρεις, δέκα δεκαπέντε. Είναι λίγοι αλλά φωνάζουν πολύ». Ο Γιαννούλης όμως είναι αυτός που συνετρίβη καθώς συγκέντρωσε μόνο 11,47% ενώ ο πολέμιος των «Πρεσπών» Απόστολος Τζιτζικώστας 62,3%.
Ο βασικός αντίπαλος του Τζιτζικώστα το 2014 είχε αποσπάσει ένα αξιοπρεπές 29%, ενώ ο Γιαννούλης παρά τρίχα γλίτωσε το μονοψήφιο ποσοστό! Από τις 11 εκλογικές περιφέρειες στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεπέρασε το 20%, οι εφτά ανήκουν στη Μακεδονία. Μάλλον οι «Πρέσπες» λοιπόν έβαλαν το χεράκι τους.

Οι «Πρέσπες» είναι εθνικό όχι τοπικό ζήτημα


Επίσης, διαφεύγει των αναλυτών που υποβαθμίζουν τον παράγοντα «Πρέσπες» ότι η Συμφωνία δεν είναι τοπικό ζήτημα, αλλά εθνικό. Ως εκ τούτου, επηρέασε το κριτήριο της πλειονότητας των Ελλήνων και όχι μόνο των Μακεδόνων. Ενδεικτικό είναι ότι τα ογκώδη συλλαλητήρια των Αθηνών δεν αποτελούνταν από Βορειοελλαδίτες μόνο. Από τον Φεβρουάριο του 2019, φαινόταν από αναλυτικές δημοσκοπήσεις ότι οι «Πρέσπες» ήταν ένας σοβαρός παράγοντας που μαζί με άλλους διαμόρφωναν τις εκλογικές επιλογές των πολιτών.
Επιχειρήματα ότι «οι Πρέσπες δεν βρίσκονται στη Ρούμελη» για να δείξουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη μεγαλύτερη ήττα σε Ρούμελη και Λαμία από ότι στη Μακεδονία είναι στο όριο του φτωχού εξυπνακισμού. Η Λαμία, αν και πατρίδα του Άρη Βελουχιώτη, από εποχής Εθνικού Διχασμού υπήρξε κάστρο της Δεξιάς και ως εκ τούτου δεν είναι καλό case study για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πανελλαδικά, όπως το είχε θέσει ο Γιάννης Μαυρής της Public Issue, «οι πιθανότητες εκλογικής επανάκαμψης [του ΣΥΡΙΖΑ] είναι μάλλον περιορισμένες», καθώς οι έρευνες του Φεβρουαρίου του 2019 έδειξαν ότι οι 7 στους 10 ψηφοφόρους που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών. Το 45% όσων ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 τάχθηκαν στη συνέχεια ενάντια στις «Πρέσπες».
Πράγματι, στις ευρωεκλογές, ενώ η ΝΔ πέτυχε μια καλή συσπείρωση 87%, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε μόλις 64%. Οι αναποφάσιστοι δεν επέστρεψαν ποτέ στον ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει επίσης να σημειωθεί, ότι το Ποτάμι που ψήφισε τη Συμφωνία των Πρεσπών και οι ΑΝΕΛ που δεν εγκατέλειψαν την κυβέρνηση όταν αυτή υπέγραψε τη Συμφωνία, έχουν εξαφανιστεί από τον κοινοβουλευτικό χάρτη.
Αναλύσεις που αδιαφορούν για τις διεργασίες σε αυτά τα δύο κόμματα είναι υπολειμματικές ως προς την εξαγωγή συμπερασμάτων. Σε άλλη δημοσκόπηση της Pulse, το 95,6% των ερωτηθέντων είχε απαντήσει ότι το κόμμα που θα ψήφιζε θα έπρεπε να καταψηφίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ίσως είναι υπερβολικό σαν νούμερο, αλλά σίγουρα ενδεικτικό του θυμού.

Λόγω οικονομίας;


Πολλοί, μάλιστα, θεώρησαν ότι ο σημαντικότερος λόγος που καταψηφίστηκαν οι υποψήφιοι του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η οικονομία. Αν παρατηρήσει κανείς τα νούμερα, οι μακροοικονομικοί δείκτες, ειδικά μετά το 2017, άρχισαν να βελτιώνονται συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. Η μείωση της ανεργίας και το πιο βελτιωμένο περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα (συγκριτικά με το 2012-13 πάντα) μάλλον καταγράφεται στα θετικά της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η αύξηση του ΑΕΠ αλλά και κάποια μέτρα –εκ των οποίων κάποια προεκλογικού χαρακτήρα– οπωσδήποτε θα γλύκαναν τους ψηφοφόρους («13η σύνταξη», αύξηση κατώτατου μισθού, 120 δόσεις, πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κλπ). Άρα, μάλλον λειτούργησαν προς την κατεύθυνση ανάσχεσης της εκλογικής πτώσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Η μελλοντική νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη, άλλωστε, δεν αποτελεί και τόσο μεγάλο δέλεαρ ειδικά για τα φτωχά στρώματα, συγκριτικά με την πολιτική του Τσακαλώτου. Εν ολίγοις, ο ΣΥΡΙΖΑ –πάντα στο πλαίσιο της λιτότητας– επέδειξε μάλλον καλύτερες επιδόσεις από τη ΝΔ και με κάποιον τρόπο πιστώνεται το τέλος των Μνημονίων. Κατά συνέπεια, η πρωτοφανής διαφορά του πρώτου κόμματος (ΝΔ) από το δεύτερο (ΣΥΡΙΖΑ) δεν μπορεί να αποδοθεί κυρίως και πολύ περισσότερο αποκλειστικά στην οικονομία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε τον κόσμο ακριβώς επειδή είχε καλλιεργήσει προσδοκίες για άλλη συνταγή και υπό αυτή την έννοια η οικονομία έπαιξε σημαντικό ρόλο, αλλά όχι τον απολύτως καθοριστικό. Περισσότερο θα σε εκνευρίσει ένας παπάς που κλέβει, παρά ένας επιχειρηματίας που συστηματικά φοροδιαφεύγει. Και οι δύο βλάπτουν, αλλά ο μύθος που δημιουργεί η ιδιότητά τους επηρεάζει δυσανάλογα τη ζυγαριά της απομυθοποίησης. Αυτό ίσχυσε και στην περίπτωση της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η Χρυσή Αυγή;


Κάποιοι άλλοι προχώρησαν ακόμα παραπέρα στην ανάλυσή τους, θεωρώντας πως εφόσον δεν πήρε αυξημένα ποσοστά η Χρυσή Αυγή, τότε το Μακεδονικό δεν διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο. Πρόκειται για γελοίο επιχείρημα. Ως γνωστόν, η Χρυσή Αυγή αποτελούσε μια μικρή ψηφίδα μόνο του στρατοπέδου που στράφηκε κατά της Συμφωνίας. Μπορεί να έχασε ποσοστά η Χρυσή Αυγή, αλλά τα αύξησε εντυπωσιακά ο ακροδεξιός σχηματισμός του Βελόπουλου. Και εν πάση περιπτώσει είναι η ΝΔ που αντιτάχθηκε στη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία κατήγαγε εκλογικό θρίαμβο.
Αν θέλουμε να ακολουθήσουμε τη λογική αυτού του επιχειρήματος θα οδηγηθούμε σε μια εικόνα που εν μέρει το διαψεύδει. Στη Α» Θεσσαλονίκης, στις ευρωεκλογές του 2014 η Χρυσή Αυγή είχε αποσπάσει 10,22%. Στις φετινές τη Χρυσή Αυγή και την Ελληνική Λύση του Βελόπουλου ψήφισε αθροιστικά το 12%. Δηλαδή, αυξήθηκαν οι ακροδεξιές τάσεις στο εκλογικό σώμα της συμπρωτεύουσας. Η ίδια σχεδόν εικόνα παρατηρείται και στη Β» Θεσσαλονίκης.
Πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι μια κακή φορολογία ή μια «επίορκη» συνεργασία του παρελθόντος (ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ) μπορούν ενδεχομένως να μπουν στη λήθη. Μια επιβλαβής εθνικά διεθνής συμφωνία, όμως, είναι πιο σύνθετη υπόθεση. Η διασύνδεση της συναισθηματικής ψήφου με τις επιδόσεις στα εθνικά θέματα υπήρξε ισχυρός παράγοντας καταβαράθρωσης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σίγουρα όχι ο μοναδικός. Ακόμα και στην πρόσφατη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ συζητήθηκαν και οι λόγοι που δεν μπόρεσαν να καταγράψουν τη ζημιά που προκάλεσε η Συμφωνία των Πρεσπών.
Τομές σαν αυτή των «Πρεσπών» έχουν επαναληφθεί και στο παρελθόν δίχως να επηρεάσουν τους εκλογείς, όπως ισχυρίζεται στο άρθρο του ο Χριστόπουλος. Επικαλείται τη σύγκρουση Εκκλησίας με την κυβέρνηση Σημίτη σχετικά με το ζήτημα των ταυτοτήτων το 2000-2001. Ο Χριστόπουλος, όμως, εδώ έκανε ένα σοβαρό λάθος: Η οριακή νίκη του Σημίτη στις εκλογές προηγήθηκε της νομοθεσίας για την διαγραφή του θρησκεύματος από τις ταυτότητες. Κατά συνέπεια και της όποιας αντίδρασης γι» αυτό το ζήτημα. Πολιτικές αναλύσεις που «μαγειρεύουν» –όχι απαραίτητα επίτηδες– την ιστορική αλληλουχία των γεγονότων είναι διάτρητες.
Η σημασία της Συμφωνίας των Πρεσπών έγκειται στο γεγονός ότι ενέτεινε το αντι-ΣΥΡΙΖΑ αίσθημα που είχε δημιουργηθεί από την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου. Δεν αρκεί η οικονομία, το μεταναστευτικό, οι «Πρέσπες», οι πατρωνίες κλπ για να σηκώσουν από μόνοι τους –ως παράγοντες– το βάρος της ερμηνείας της εκλογικής συμπεριφοράς. Το φαινόμενο είναι πολυπαραγοντικό. Στις εθνικές εκλογές έπεται η συνέχεια.
από το «https://slpress.gr/»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου