Το ταξίδι των αρχαιο-Ελληνικών κειμένων μέσα στον χρόνο
τα σίγουρα, δεν είναι τώρα ο καιρός να κάνουμε λεπτομερείς ιστορικές μελέτες, σα να πρόκειται να συγγράψουμε διδακτορική διατριβή. Ωστόσο, κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις πρέπει οπωσδήποτε να εκτεθούν, διότι διαπιστώνω κατ’ επανάληψη ότι ο πολύς κόσμος έχει εσφαλμένες ιδέες σ’ αυτούς τους τομείς.
Πιστέψτε με, ούτε περίμενα όλοι να έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα καί τον ίδιο βαθμό περιέργειας με μένα· ούτε θέλω να κάνω τον δάσκαλο σε κανέναν. Αλλά…
…Εδώ η άγνοια όντως κάνει ζημιά.
Αν παρηγορεί τους αγνοούντες, άλλο τόσο ψέγω τον εαυτό μου, επειδή τις παρουσιάσεις αυτού του είδους έπρεπε να τις έχω ξεκινήσει νωρίτερα. Αν μή τί άλλο, δεν πρέπει να μπούμε στην «τελική ευθεία», δεν πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε κατάφατσα την απειλή οριστικής εξαλείψεως της φυλής μας, χωρίς κάποια απαραίτητα νοητικά εφόδια ως κτήμα του καθενός μας.
Κατά καιρούς, είχα γράψει σε εγχώριους διαδικτυακούς τόπους (σχόλια, φόρα) ότι ο οποιοσδήποτε από μας κι αν πιάσει στα χέρια του πάπυρο με αρχαιοελληνικό κείμενο, δεν θα μπορέσει να το(ν) διαβάσει. Με αποτέλεσμα να δεχθώ ειρωνείες (εννοείται, από πανάσχετους), του τύπου: “- Γιατί; μήπως δεν ξέρουμε Ελληνικά; Σαν εσένα είμαστε;”
Τώρα, βέβαια, -αν καί γι’ άλλη αιτία- ούτε αυτά που γράφει ο γιατρός στη συνταγή μπορούν να τα διαβάσουν αυτοί οι λεβέντες νέοι (αν καί ξέρουν να διαβάζουν – υποθέτω), αλλά τον κολλημένο ξερόλα άσχετον δεν μπορείς να τον πείσεις.
Τέλος πάντων, πάμε στην ιστορία των γραπτών Ελληνικών κειμένων.
α. Προκλασικά κείμενα
Η γραφή στους Έλληνες είναι πανάρχαιη. Βλέπε καί τα Ελληνικά γράμματα (ναί, ίδια με τα σημερινά – ποιός Κάδμος; ) που υπάρχουν στα τείχη του σπηλαίου της Γκλοζέλ (καί άλλων – σύνδεσμος με εικόνες με τα Ελληνικά γράμματα, εδώ – το αντίστοιχο άρθρο της Γουΐκι δεν έχει τέτοιες εικόνες), κι έχουν χρονολογηθεί από το 45,000 πΧ (από στρωματογραφία πετρωμάτων)… με αποτέλεσμα να φέρνουν αμηχανία στους πάντες. Με …αποτέλεσμα του αποτελέσματος διάφοροι να μιλάνε γιά απάτη, το δέ σπήλαιο να παραμένει κλειστό στο κοινόν από το 1962, γιά …“να μη χαλάσουν οι τοιχογραφίες απ’ τις αναπνοές των επισκεπτών”!!!
Πάντως, ακόμη καί γιά εποχές πρίν τον “χρυσό αιώνα” γνωρίζουμε καλά τα γραπτικά μέσα των προγόνων μας: γιά παραμένουσα γραφή (δηλαδή όχι προσωρινή) : χρησιμοποιούσαν πέτρα, μάρμαρο, αγγεία, λάσπη.
Η χρήση της πέτρας κάθε είδους ως …τετράδιο είναι γνωστή: βράχια, τάφοι, βότσαλα… Όσον αφορά το μάρμαρο, τα τελευταία χρόνια, με τη συντήρηση / αποκατάσταση του Παρθενώνα (καί δή, με τη βοήθεια ηλεκτρονικών μέσων), βρέθηκαν αρχιτεκτονικά σχέδια επάνω σε πλευρές σφονδύλων από κίονες· στις πλευρές εκείνες, που μετά την τοποθέτηση δεν θα φαίνονται. Ακριβώς η ίδια τεχνική, δέ, κρατήθηκε καί στον Μεσαίωνα, στο χτίσιμο των καθεδρικών. (Σε αντίστοιχες συντηρήσεις βρέθηκαν επίσης “κρυμμένα” αρχιτεκτονικά σχέδια.)
Τα αγγεία είναι γνωστό ότι φέρουν επιγραφές, αν καί τα αγγεία της λεγόμενης “Γεωμετρικής Εποχής” δεν φέρουν, όπως ούτε τα ακόμη παλιότερα (Μυκηναϊκά)· ίσως εξαίρεση (δεν θυμάμαι τώρα) με γραφή σε Γραμμική Α’ να είναι κάποια Κρητικά, ή Σαντορινιά.
Τέλος, η λάσπη είναι το υλικό των Μυκηναϊκών πινακίδων της Γραμμικής Β’. Ειρήσθω εδώ ότι γιά τις πινακίδες εγράφη (από υποτίθεται σοβαρό άτομο) η ανοησία ότι, ευτυχώς που έπιασε πυρκαϊά το ανάκτορο του Νέστορα, διότι αλλοιώς δεν θα βρίσκαμε καμμία τους! Καί γιατί, παρακαλώ; διότι, λέει, τις πινακίδες τις διέλυαν σε νερό αφού τις διάβαζαν, διότι ήθελαν …ν’ ανακυκλώνουν τη λάσπη!!!
Τί να πείς!… Καί μετά περιμένω εγώ να είναι σοβαρώτεροι οι Ελληνάρες του Διαδικτύου!
Η αλήθεια είναι πως τις πινακίδες τις ψήνανε στον φούρνο, διότι έπρεπε να διατηρηθούν. (Με τα αντικείμενα από λάσπη, δεν γίνεται αλλοιώς· πρέπει οπωσδήποτε να ψηθούν.) Άλλως τε, ήταν κρατικά λογιστικά αρχεία· κι οι ίδιοι λόγοι που επέβαλαν την (κατα)γραφή (δηλ. η πιθανή κλεψιά, ή η ανάγκη γιά δίκαιο μοίρασμα των αγαθών, ή η έμμεση καταγραφή των εσόδων από πωλήσεις), επέβαλαν οπωσδήποτε καί τη διατήρηση των αρχείων. Απλούστατα, με την πυρκαϊά στο ανάκτορο της Πύλου οι πινακίδες διπλοψήθηκαν καί μαύρισαν, οπότε έχουν διαφορετική όψη απ’ όσες άγγιξε μονάχα η φωτιά του τεχνίτη του πηλού.
Όπως γράψαμε, όλα τα παραπάνω χρησιμοποιήθηκαν γιά μόνιμη καταγραφή. (Η πέτρα όντως αποδεικνύεται πρωταθλητής στη χρονική διάρκεια καί την αντοχή! Το cd του πολιτισμού μας μπροστά της είναι επιεικώς γελοίο.) Γιά προσωρινή γραφή (γράφε-σβήσε) είχαν εσοχές στο πάτωμα με άμμο (γράφανε με το μπαστούνι – πχ στις φιλοσοφικές σχολές) καί ξύλινες πλάκες με επίστρωση κεριού, στις οποίες γράφανε με ένα αιχμηρό ξυλάκι. (Αυτές οι τελευταίες, κυρίως γιά τα σχολιαρόπαιδα.)
Επίσης, τις εποχές εκείνες χρησιμοποιούσαν κατά κόρον την απομημόνευση· πχ ξέρανε τον Όμηρο απέξω! Όλον! Κι όχι μόνον αυτόν!… Αν αυτό σας φαίνεται εκπληκτικό, σκεφθήτε σήμερα πόσα τραγούδια ξέρουμε ο καθένας μας – καί σε μελωδία, καί σε στίχους. Αν τα μετρήσετε, επίσης θα εκπλαγήτε!… αν καί δεν θά ‘πρεπε. Το ανθρώπινο μυαλό έχει τρομερές ικανότητες.
β. Πεισίστρατος
Φτάνουμε στην εποχή του Πεισίστρατου, ο οποίος -είναι πασίγνωστο πως- επεχείρησε την καταγραφή των Ομηρικών Επών.
Γιατί, όμως; Δεν επαρκούσε η μέχρι τότε απομνημόνευση των Επών από τους πάντες; Δεν θα μπορούσε να διαιωνιστεί αυτό το “μοντέλο” γνώσεως των Επών;
Φαίνεται πως όχι, διότι προφανώς άρχισαν να εμφανίζονται στην πιάτσα σοβαρά συμπτώματα αλλοιώσεως – κι όχι από ελλειματικές μνήμες των ανθρώπων, όχι από επιδημία Αλτσχάϊμερ. Οι –εξεπίτηδες– αλλοιώσεις των Επών προερχόντουσαν από τους θρασύτατους Γεφυραίους, οι οποίοι είχαν κατσικωθεί στην περιοχή πρίν λίγους αιώνες.
Οι ιδεολογικοί πρόγονοι του κάθε σημερινού Σόρος (που υπαγορεύει νόμους γιά το τί είναι σωστό να λέγεται, καί τί δεν είναι) τό ‘χαν πιάσει καλά το νόημα: επειδή δεν μπορούσαν να χτυπήσουν τους ντόπιους στρατιωτικώς, καί έως ότου παρουσιαζόταν ευκαιρία να μπορούν να το κάνουν, άρχισαν τον πόλεμο στο ψυχοπνευματικό επίπεδο. Όθεν, είναι σίγουρο πως στα πανηγύρια παρενέβαιναν καί δικοί τους τραγουδιστές, κι έβαζαν δικά τους λόγια στις μελωδίες. (“- Καί γιατί τους επέτρεπαν οι Έλληνες, ρέ Εργοδότη, καί δεν τους παίρναν με τις πέτρες;” Εμείς σήμερα γιατί αφήνουμε τους γύφτους να παίζουν δημοτικά τραγούδια; Λόγωι βλακείας – καί στις δύο περιπτώσεις. Αν καί η έλλειψη πετροβροχής το 600 πΧ δεν είναι καθόλου σίγουρη! Lol!!!)
Οπότε, ο Πεισίστρατος αποφάσισε την καταγραφή των Επών, με το σκεπτικό ότι τα γραπτά δεν τα αμφισβητεί κανείς. (Σωστό γιά την εποχή εκείνη, αλλά κούνια που τον κούναγε κι αυτόν…)
Πού, όμως; Σε τί υλικό;
Έχει προταθεί ότι χρησιμοποιήθηκαν ξύλινες πινακίδες, οπότε τα γράμματα έπρεπε να χαραχθούν. Προσωπική γνώμη, όμως, ότι χρησιμοποιήθηκε πάπυρος.
Ο πάπυρος ήταν ήδη γνωστός στην Αίγυπτο ως γραπτική επιφάνεια που διαρκεί… καί γράφεται σαφώς πιό εύκολα, απ’ ό,τι γράφεται η πέτρα με το σκαρπέλο. Μάλιστα, τότε είχαν ψάξει εκτεταμένως (γενιές καί γενιές…) καί τις δυνατότητες των φυτικών χρωστικών, οπότε είχαν βρεί καί μελάνια (καί μπογιές) διαρκείας, που τα παρείχε η φύση αφειδώς.
Αυτά ήσαν γνωστά καί στην Ελλάδα, διότι με την Αίγυπτο είχαμε επαφές εξαπανέκαθεν. Όμως, υπήρχε ένα σοβαρό μειονέκτημα: το φυτό πάπυρος (η πρώτη ύλη γιά την ομώνυμη επιφάνεια γραφής) δεν ευδοκιμούσε στην Ελλάδα. Όθεν, έπρεπε να εισάγονται στην Ελλάδα ή τα φύλλα του φυτού (αλλά πού να βρής εδώ τεχνίτες να τα επεξεργαστούν), ή ο πάπυρος γραφής έτοιμος. Που σημαίνει ότι η τιμή του έφτανε στα ύψη, εφ’ όσον οι Αιγύπτιοι το είχαν μονοπώλιο. Καί πάλι καλά, που ο Κύρος Β’ των Περσών δεν πρόλαβε να κατακτήσει την Αίγυπτο πριν καταγραφούν τα Έπη (κάπου το 535 πΧ), διότι ο πάπυρος απλά θα ήταν τελείως απλησίαστος, ακόμη καί μ’ όλο το χρυσάφι της Αθήνας.
Ο Πεισίστρατος, βέβαια, μπορούσε να ξεπεράσει τη ακριβή τιμή του υλικού, εφ’ όσον είχε στα χέρια του το κρατικό ταμείο. Άρα, η πρώτη καταγραφή των Ομηρικών Επών όντως έγινε σε πάπυρο. Αλλά καί γιά πρακτικούς λόγους: όλο αυτό το κείμενο θα ήθελε χίλια χρόνια να σκαλιστεί επάνω στο ξύλο, αντί να γραφεί με το χηνόφτερο. Άσε που το φυσικό ξύλο -πλήν καρυδιάς- αρχίζει να σαπίζει στα πενήντα-εξήντα χρόνια. (Θεωρώ απίθανο να πέρναγαν με βερνίκι συντηρήσεως τις ξύλινες πλάκες, μετά τη χάραξη των Επών.) Όμως, όταν γράφεις κάτι, οίκοθεν θεωρείς πως έχεις καί προοπτική να διατηρηθεί γιά πάνω από εκατό χρόνια.
Το τί έγινε εκείνος ο πρώτος καταγεγραμμένος Όμηρος; Δεν γνωρίζω. Θεωρώ, όμως, ότι κατατέθηκε σε κάποιο δημόσιο κτίριο γιά φύλαξη, αλλά καταστράφηκε από φωτιά με την επιδρομή των Περσών το 480 πΧ. Ευτυχώς, όμως, η απομνημόνευση εξακολουθούσε να λειτουργεί στους πάντες.
γ. Κλασική Εποχή – χρυσός αιώνας
Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων εγράφησαν πάρα πολλά κείμενα. Τραγωδίες, κωμωδίες, ποιήματα, συγγράμματα… Αυτά που ξέρουμε καί σήμερα. Πού εγράφησαν; Μά, φυσικά σε πάπυρο!
Γνωρίζουμε άριστα από την Ιστορία, ότι ο κάθε θεατρικός συγγραφέας είχε από πίσω του έναν πλούσιο («χορηγό»), ο οποίος αναλάμβανε όλα τα έξοδα του ανεβάσματος του έργου. Καί δεν επρόκειτο μόνο γιά τους μισθούς των ηθοποιών· επρόκειτο καί γιά το -πάντα εισαγόμενο από την Αίγυπτο- πανάκριβο παπυρικό υλικό. Εξαίρεση στον κανόνα, ο Πλάτωνας (με τα τεράστια συγγράμματα) : ήταν ο ίδιος τρομερά πλούσιος, οπότε δεν είχε ανάγκη χορηγού!
Απόδειξη αυτών που λέω; Όταν ο Πελοποννησιακός Πόλεμος στρίμωξε την Αθήνα, στριμώχτηκαν καί οι πλούσιοι χορηγοί. Οπότε, καί τα θεατρικά έργα της περιόδου έγιναν φτωχότερα. Πχ η τραγωδία «Άλκηστις» του Ευριπίδη είναι η πιό σύντομη σε έκταση απ’ όλες του, ο δέ αριθμός των ηθοποιών περιορισμένος. Να σκεφθήτε, μεγάλο μέρος της τραγωδίας καταλαμβάνει ο μονόλογος ενός υπηρέτη, ο οποίος διεκτραγωδεί το τί έπαθε η κουζίνα του παλατιού των Φερρών από τον Ηρακλή, ο οποίος καταβρόχθιζε τα πάντα! (Λεπτή ειρωνεία καί γιά την πείνα των Αθηναίων της εποχής, αυτό.)
Εδώ, ο παρατηρητικός αναγνώστης θ’ αναρωτηθεί γιά το πώς οι ηθοποιοί έκαναν πρόβες. Δεν έπρεπε να διαβάσουν το έργο; Έπρεπε, καί όντως έτσι έπρατταν… αλλά δεν είχε ο καθένας το δικό του αντίτυπο.
Όλα τα έργα γραφόντουσαν σ’ ένα καί μοναδικό αντίτυπο!!!
Από το οποίο διάβαζαν όλοι.
Αυτό με τη σειρά του σημαίνει πως έπρεπε να υπάρχει προσεκτικός καλλιγράφος, που να μεταγράφει το κείμενο καθ’ υπαγόρευσιν. (Κάπως, όπως έκαναν οι ειδικευμένοι μουσικοί βοηθοί στο «ντικτέε», ώστε να μή διακόπτεται ο οίστρος του συνθέτη. Σήμερα, με τα μουσικά όργανα midi καί τα προγράμματα, πάει περίπατο κι αυτή η τέχνη…) Επίσης, ο δημιουργός έπρεπε πρώτα να συγυρίσει το κείμενο μέσα στο κεφάλι του, διότι δεν χωρούσαν -πολλές- διορθώσεις!
Τέλος, καί το κυριώτερο: το ένα καί μοναδικό αντίτυπο των έργων σημαίνει (σχεδόν…) ότι τα κείμενα των αρχαίων ημών έφτασαν μέχρις εμάς από θαύμα.
Τα περί ενός καί μοναδικού αντιτύπου, μην τα ξεχάσετε ποτέ σας.
Κι εκεί που πάει το πράγμα να γίνει τραγικό, πέφτει κι ένα γέλιο! Ουδέν κακόν, κτλ.
…Όταν πέθανε ο Αριστοτέλης, άφησε με διαθήκη όλα τα βιβλία του στον μαθητή του Νηλέα. Έλα, όμως, που ο Νηλέας ήταν χούφταλο! Ήταν πάνω από 90 ετών. Οι λοιποί μαθητές έκαναν μούτρα, αλλά εν πάσει περιπτώσει τα βιβλία τα πήρε ο παππούς. Ο οποίος τα τίναξε κι αυτός σε λίγα χρόνια.
Τα Αριστοτελικά συγγράμματα, λοιπόν, πήγαν στους απογόνους του Νηλέα… καί χάθηκαν. Βλέπετε, τ’ ανθρωπάκια δεν είχαν σχέση με φιλοσοφίες καί τέτοια, ούτε -προφανώς- την επεδίωξαν ποτέ. Όμως, μιά μέρα μετά από δυό-τρείς αιώνες, έφτασε στο σπίτι των απογόνων του Νηλέα ένας Ρωμαίος στρατιωτικός. Χτύπησε τόκ-τόκ-τόκ το ρόπτρο, του άνοιξαν, καί διημείφθη ο εξής διάλογος:
«- Καλημέρα σας, εκατόνταρχος Τάδε.»
«- Μάλιστα!… Τί επιθυμείτε;»
«- Εσείς δεν είσαστε οι απόγονοι του Νηλέα, του μαθητή του Αριστοτέλη; Που ο φιλόσοφος του άφησε όλα του τα βιβλία;»
«- Εμείς!» (Με καμάρι· εδώ των νοκοκυραίων τους κατέλαβε κατιτίς το αρχοντικό.)
«- Πού είναι τα βιβλία του Αριστοτέλη; τα αγοράζω!»
Οι άνθρωποι κοιταχτήκαν με απορία.
«- Δεν τα έχουμε μέσα στο σπίτι!»
«- Μά, που είναι; Αν τα είχε άλλος, θα το ήξερα! Δεν άκουσα πως πουλήθηκαν ποτέ, άρα εξακολουθείτε να τα έχετε εσείς!»
Τελικά ψάξαν, ψάξαν, ρώτησαν καί τους παππούδες (όσο νόημα τέλος πάντων βγάλαν απ’ τα φληναφήματα που εκτόξευαν τα γερόντια), καί τα βρήκαν… κάτω απ’ το σπίτι! Το συγκεκριμένο σπίτι ήταν ξύλινο, χτισμένο επάνω σε υπερυψωμένο ξύλινο βάθρο. (Γι’ αποφυγή της υγρασίας, αλλά καί γι’ αποθηκευτικό χώρο από κάτω – πχ γιά καυσόξυλα.) Εκεί ακριβώς, κάτω απ’ το βάθρο, βρισκόντουσαν θαμμένα τα πιθάρια με τους παπύρους του Αριστοτέλη.
Ευτυχώς, τα πήρε στην κατοχή του άνθρωπος, που το μυαλό του ζύγιζε βαρειά.
Την ιστορία τη γράφω από μνήμης, μπορεί καί να μην έγιναν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Πάντως, έλαβε χώραν από το τέλος της Κλασσικής Εποχής έως την πλήρη ακμή της Ελληνιστικής… Καί δείχνει καθαρά το τί κινδύνους εμπεριείχε η ύπαρξη ενός καί μοναδικού αντιτύπου.
δ. Ελληνιστική Εποχή
Εδώ η ακτινοβολία του Ελληνικού Πνεύματος φτάνει στο απόγειό της, με την περίφημη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας καί την έμπνευση (δεν ξέρω ποιανού) τα βιβλία να καταγραφούν σε πολλαπλά αντίτυπα.
Τί να πρωτοπείς εδώ!… Αξίζει ν’ αναφέρουμε το ότι ο εκάστοτε γενικός ντερβέναγας της βιβλιοθήκης ήταν (θα λέγαμε) καί υπουργός Εκπαιδεύσεως στην Αλεξάνδρεια. (Καμμία σύγκριση με τα σημερινά αγράμματα καί ανιστόρητα κομματόσκυλα «υπουργούς …Παιδείας»!!!) Φυσικά, η τότε διαθέσιμη βιβλιογραφία Ελληνικών κειμένων ήταν το κάτι άλλο. Εννοείται πως οι Πτολεμαίοι είχαν αυτοί πλέον στα χέρια τους το μονοπώλιο του παπύρου, οπότε είχαν την απόλυτη ελευθερία γιά όγκο βιβλιογραφικής παραγωγής.
Βέβαια, όταν ζητούσαν ξένοι ν’ αγοράσουν πάπυρο, συνεχίστηκε η παράδοση να τον πληρώνουν χρυσόν. Έτσι, κάποιους αιώνες μετά (καί γιά να γλυτώσει το έξοδο), η επίσης βιβλιόφιλη καί βιβλιοπαραγωγική Πέργαμος ανέπτυξε μέθοδο να γράφει βιβλία σε λεπτά δέρματα, που ονομάστηκαν «περγαμηνές». Αυτά τα δέρματα προέρχονται από την κοιλιά ενός ζώου (συνήθως προβάτου), όπου το δέρμα είναι μαλακώτερο καί ονομάζεται «διφθέρα»· εξ ού καί η Αραβική λέξη «ντάφταρ» (τεφτέρι) γιά το τετράδιο.
Εννοείται, επίσης, πως όλη αυτή η αρχαίο-Ελληνική βιβλιογραφία ΔΕΝ χάθηκε, αλλά οπωσδήποτε υπάρχει ένα τουλάχιστον αντίτυπο από κάθε έργο. (Βέβαια, το πού υπάρχει, είναι άλλη ιστορία.)
Κι η περίφημη πυρκαϊά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας;
Οι πυρκαϊές, θέλετε να πήτε! Διότι ήσαν …εφτά στο σύνολο!
Ευτυχώς, όμως, ήδη τα βιβλία είχαν διαδοθεί δεξιά κι αριστερά, οπότε η ζημιά ήταν μόνον υλική. Ακόμη κι ο Ιούλιος Καίσαρας της έβαλε μπουρλότο της βιβλιοθήκης, στην προσπάθειά του να διαφύγει απ’ την Αλεξάνδρεια. (Αν καί φαίνεται πως σ’ αυτή την πυρκαϊά κάηκε μονάχα το εργαστήριο προπαρασκευής παπυρικού υλικού, όχι το τμήμα των βιβλίων.) Η δέ πυρκαϊά των ορδών του Μωάμεθ του 637 μΧ όντως υπήρξε, αλλά μάλλον οι Άραβες ιστοριογράφοι κάνουν την τρίχα τριχιά -γιά ν’ αποδώσουν παραπανίσια (μαϊμούδικη) δόξα στον κατακτητή Μωάμεθ- καί μεγιστοποιούν ψευδώς τη ζημιά. (Με εκφράσεις πχ: «Η φωτιά έκαιγε γιά εφτά μέρες!», κτλ.) Αλλοιώς, πώς εξηγείται η έκρηξη των επιστημών στον Αραβικό κόσμο του Μεσαίωνα, αν όχι στο εκτενές διάβασμα (απο τους Άραβες λογίους) των διαθεσίμων βιβλίων της βιβλιοθήκης; Δηλαδή, σώθηκαν αρκετά, ώστε να θεμελιώσουν γερά τον μεσαιωνικό Αραβικό πολιτισμό.
ε. Βυζάντιο
Η παράδοση της Αλεξανδρινής Βιβλιοθήκης συνεχίστηκε καί επί Βυζαντίου, στις δύο μεγάλες βιβλιοθήκες-αντιγραφτήρια, του Στουδίου καί της Μαγναύρας.
Εδώ ξεκίνησε καί η παράδοση της αντιγραφής βιβλίων στα μοναστήρια, αλλά καί η κακή παράδοση της εξαφανίσεως όσων βιβλίων δεν ήσαν αρεστά στο κράτος καί τους κρατούντες. (Καί ναί, σ’ αυτούς τους τελευταίους συμπεριλαμβανόταν καί το μεγαλοπαπαδαριό.)
Πάντως, ειρήσθω ότι οι Βυζαντινοί καλόγεροι αντέγραψαν μέχρι καί το υβρεολόγιο του Αριστοφάνη!… Αν καί πολλά βιβλία (καί οι κάτοχοί τους) έπεφταν σε δυσμένεια (μέχρι καί να κινδυνεύει η ζωή τους, δηλαδή), ανάλογα με τους καιρούς – πχ βιβλία του Πλάτωνα, ή του Αριστοτέλη. (Υπήρχε καί μιά διαρκής κόντρα με τους παπικούς, που δήθεν «αριστοτέλιζαν», κτλ κτλ.) Τα πιό επικίνδυνα, φυσικά, ήταν τα γραπτά των εκάστοτε αιρετικών, ή των κατά καιρούς εκπεσόντων της κρατικής ευνοίας.
στ. 1ο στάσιμο – Οι τρόποι γραφής
Θ‘ ασχοληθούμε λιγάκι καί με το πώς έμοιαζαν τα χειρόγραφα των αρχαίων ημών. Πολύ χοντρικά, έχουμε τα εξής τρία κύρια είδη γραφής (συν ένα), αρχίζοντας από το αρχαιότερο.
i. «Φιλολογική» γραφή
Ετούτη εδώ είναι απλώς γιά να γεμίζει ο πάπυρος. Χύμα, καί πολύ κουραστική στην ανάγνωση. Θυμίζει πίνακα μοντέρνας ζωγραφικής! Τα γράμματα -περίπου- ίδιο ύψος ίδιο πλάτος όλα, χωρίς κενά. Οι φράσεις χωρίς τελείες, σημεία στίξεως, καί κενά μεταξύ τους. Κι όλ’ αυτά, γιά ν’ αποφεύγονται οι παρεμβολές στο κείμενο από διαφόρους πονηρούς.
Παλιότερα, το σύστημα αυτό του στενού πακεταρίσματος των γραμμάτων ήταν γνωστό ως «γραφή κιονηδόν», αν καί η συγκεκριμένη γραφόταν καθέτως (από πάνω προς τα κάτω). Με κιονηδόν γραφή γραφόντουσαν σε μαρμάρινες (ή πέτρινες, γιά τους φτωχούς) επιγραφές τα ψηφίσματα των πόλεων καί οι νόμοι, ακριβώς με το σκεπτικό να μην μπορεί να τ’ αλλοιώσει κάποιος.
Σήμερα η κιονηδόν μεγαλογράμματος κατά κάποιο τρόπο εξακολουθεί να υπάρχει, αν καί σε καθαρά ηλεκτρονική μορφή! Όλοι οι υπολογιστές, «τιμώντας» τις πρώτες μέρες του κομπιούτινγκ, έχουν κάπου κρυμμένη την οθόνη εντολών, που έχει γράμματα σε «text mode», ως λέγεται. Υπάρχουν καί διακριτά τέτοια ηλεκτρονικά στοιχεία («μήτρες χαρακτήρων»), πχ γιά πίνακες ανακοινώσεων σε αεροδρόμια ή λεωφορεία. (Μιά ιδέα, εδώ.)
ii. Μεγαλογράμματος γραφή
Επικρατούσε στην Ελληνιστική Εποχή. (Εδώ μιά ιδέα με το τί έμοιαζε, στη σελίδα 12. Περιέργως, η Γουΐκι δεν έχει σχετικό λήμμα.) Κάπως καλύτερη της «φιλολογικής», με πιό καλλιγραφικά γράμματα. Όμως, εξ ίσου κουραστική στην ανάγνωση.
iii. Μικρογράμματος γραφή
Η «φιλολογική» κι η μεγαλογράμματος γραφές εμπόδιζαν μέν τις αλλοιώσεις του κειμένου, αλλά -στην κυριολεξία- έβγαζαν μάτια! Καθόλου καλές γι’ άνετο διάβασμα. (Αυτός είναι κι ό λόγος, που ισχυρίζομαι ότι ο τυχών Ελληνάρας ΔΕΝ μπορεί να διαβάσει κατευθείαν από πάπυρο.) Έτσι, θες επειδή ο πάπυρος εξακολουθούσε να παραμένει ακριβός, θες από μόδα (καί διάθεση διευκολύνσεως του αναγνώστη), κάποια στιγμή κατά τον 9ο μΧ αιώνα οι (Βυζαντινοί) γραφείς πέρασαν στην μικρογράμματο.
Πιό άνετη αυτή, αλλά καί πάλι το αποτέλεσμα δεν συγκρίνεται με τίποτε με τα σημερινά τυπογραφικά στοιχεία καί τη σημερινή τυπογραφική αισθητική.
iv. Επισεσυρμένη γραφή
Υπήρχε παράλληλα με όλες τις υπόλοιπες. (Εδώ δείγμα.) Μάλλον εφευρέθηκε γιά γρήγορο γράψιμο· εννοείται σε περιπτώσεις όπου υπήρχε βιασύνη. Πχ -λέω εγώ- κάποιος συμβολαιογράφος της εποχής ήθελε να κάνει μεταγραφή ένα ακίνητο, κι ο πωλητής βιαζόταν να φύγει.
Ούτε αυτή συνίσταται γιά ξεκούραστο διάβασμα.
ζ. Μετά το Βυζάντιο
Οι δύο αλώσεις της Κωνσταντίνου Πόλεως (1204 καί 1453), ειδικά η πρώτη, επέφεραν μεγάλες καταστροφές στα εκεί σωζόμενα χειρόγραφα. Τις τελευταίες μέρες εκείνου του απαίσιου Απρίλη του 1204, οι σταυροφόροι (καταντίπ αγράμματα ζώα) έβαζαν φωτιά στα χειρόγραφα γιά πλάκα… έως ότου εμφανίστηκαν «κάποιοι», που τα έσωζαν απ’ τη φωτιά, αγοράζοντάς τα. (Αυτοί οι «κάποιοι» μαντέψτε τί ήταν, εκτός από εκπρόσωποι του Βατικανού.) Λίγο αργότερα, κι ενώ οι σταυροφόροι είχαν ξοδέψει το πρώτο τους πλιάτσικο στα κρασιά καί τις πουτάνες, τα χειρόγραφα τα κρατούσαν καί τά ‘παιζαν στα ζάρια. Ώστε ο τυχερός να εισπράξει το αντίτιμο από την πώληση του χειρογράφου στους «κάποιους».
Τα αρχαία Ελληνικά κείμενα, λοιπόν, σταδιακώς άρχισαν να ξαναβλέπουν το φώς της ημέρας στα (καθολικά, κι αργότερα προτεστάντικα) μοναστήρια της Δύσης. Με αποκορύφωμα την μελετημένη φιλολογική εκτύπωσή τους στις λεγόμενες «στερεότυπες» εκδόσεις, πρώτα της Οξφόρδης (1820) καί μετά της Λειψίας (1843 – αν θυμάμαι καλά καί τις δυό χρονολογίες). Στα «στερεότυπα» έγινε τόσο καλή δουλειά, ώστε εξακολουθούν μέχρι σήμερα να είναι βιβλία αναφοράς γιά τα κείμενα των αρχαίων ημών. (Καί προς χρήση των φιλολόγων της καριέρας.)
Όλα καλά, λοιπόν; Είχαμε αίσιο τέλος της περιπέτειας των βιβλίων; Όχι. Μή χαίρεστε! Όσα αρχαιο-Ελληνικά βιβλία «εχάθησαν» αυτούς τους είκοσι αιώνες (πχ Προμηθεύς Πυρφόρος), δεν ξαναφάνηκαν στην πιάτσα. Με αποτέλεσμα να φουντώσουν διάφοροι θρύλοι, πχ γιά τη μυστική βιβλιοθήκη του Βατικανού.
Στην «καθ’ ημάς Ανατολή», διασώθηκαν χειρόγραφα στη βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, καί στα μοναστήρια μας (κυρίως στο Άγιο Όρος). Τώρα, αν υπάρχουν όλα κι εκεί (ακόμη καί τα θεωρούμενα ως «χαμένα»), αλλά δεν βγαίνουν στο φώς (γιά τους ίδιους λόγους, που δεν τα βγάζουν οι φλάροι), δεν το γνωρίζω.
η1. 2ο στάσιμο -Παρεμβολές καί αλλοιώσεις στα κείμενα
Κι εδώ ερχόμαστε στο ζουμί!… που καίει καί τσουρουφλίζει.
Τα κείμενα των αρχαίων ημών δεν χρησιμοποιήθηκαν πάντα γιά καταγραφή (καί διδασκαλία) γνώσεων, αλλά καί γιά στυγνό ωφελιμισμό, καί δή, εναντίον ημών των Ελλήνων· ειδικά όταν έπεφταν σε ξένα χέρια. Κι επειδή είχε ληφθεί μέριμνα, ώστε στο κείμενο να μην εισχωρούν αλλοιώσεις, εφευρέθηκαν διάφορα κόλπα γιά να παρακαμφθεί αυτό το εμπόδιο. Είτε η απόξεση, είτε το «παλίμψηστον», είτε η εξ αρχής αντιγραφή όλου του κειμένου (ναί! με ίδιο στύλ γραφής, κτλ), αλλά αλλαγμένου στα κρίσιμα σημεία.
Η απόξεση χρησιμοποιήθηκε γιά μικρές επεμβάσεις, πχ μιά ψιλή γινόταν δασεία. Θα μου πείς, τί πετύχαιναν; στις περισσότερες περιπτώσεις τίποτε το ουσιαστικό, αλλά σε μερικές λέξεις (ιδίως μικρές) άλλαζε τελείως η έννοια. Οι «στερεότυπες» εκδόσεις, στις παραπομπές κάθε σελίδας κατά κανόνα σημειώνουν καί πεντέξη διαφορετικές εκδοχές του κειμένου, ανάλογα με το χειρόγραφο που χρησιμοποιήθηκε. Καί χρησιμοποιήθηκαν αρκετά, γιά να βγεί ο «κοινός τόπος» του τελικού κειμένου προς εκτύπωση!
Κι ενώ το παλίμψηστον απλά εξαφάνιζε ολόκληρο το αρχικώς γραμμένο έργο, η εξ αρχής επαναγραφή του κειμένου, τώρα, είναι αυτή που έκανε την μεγαλύτερη ζημιά! Διότι επέτρεπε την αλλοίωση του κειμένου με δηλητήριο, χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι.
Νά, ας πούμε, όταν η Προμηθεϊκή Τριλογία έλεγε πως ο Προμηθέας έφτιαξε τεχνητές φυλές… κι άγγιζε λιγάκι την καταγωγή «κάποιων»… αυτοί οι «κάποιοι» ανταπέδωσαν με τις μαλακίες περί Δευκαλίωνα καί Πύρρας. Το -χοντροκομμένο- σκεπτικό τους: Καί τί παναπεί, δηλαδή, ότι υπάρχουν φυλές εργαστηρίου; Νά, ορίστε, κι εσείς οι Έλληνες τέτοιοι είστε! Τί υπερηφανεύεστε;
Τα ίδια, βεβαίως, με τις προπαγανδιστικές αλλοιώσεις του τύπου: «…η Ελλάς πρότερον εκατοικείτο υπό βαρβάρων!», που δήθεν τις έγραψε ξέρω ‘γώ ο Παυσανίας, καί τις βλέπουν οι σημερινοί εγχώριοι φιλόλογοι καί τρέχουν καί δε σώνουν, προσπαθώντας να εξηγήσουν τ’ ανεξήγητα (της προπαγάνδας).
Εξαίρεση (στην κακία των αλλοφύλων – αλλά με το ίδιο αποτέλεσμα, λόγωι επιπολαιότητας) αποτελεί ο Ηρόδοτος, ο οποίος είναι μιά κατηγορία από μόνος του! Κατέγραψε άκριτα ό,τι άκουγε, ακόμη καί τις πλάκες που του κάνανε οι Αιγύπτιοι! Νά, γιά παράδειγμα, λέει ότι ο Χέωψ έβαλε ακόμη καί την κόρη του σε μπουρδέλλο, προκειμένου να βρεί λεφτά να χτίσει την πυραμίδα του!!! Καρα-lol!!! …Αν καί οι Αιγύπτιοι δεν τον πληροφόρησαν γιά το ακριβές αντίτιμο της συνουσίας με την πριγκήπισσα, σημειώνει απάνω-κάτω ο Ηρόδοτος, με αφέλεια που χτυπάει ταβάνι! (Εδώ, ρέ κακόπιστε αναγνώσθα μου, στο εδάφιο 126!)
η2. Πότε οι αλλοιώσεις;
Έχοντας υπ’ όψη μας όλα τα παραπάνω, μπορούμε σχετικά εύκολα να βρούμε καί το πότε έγινε κάθε τέτοια αλλοίωση. Αρκεί να ψάξουμε λιγάκι το «τίς ωφελείται».
Αν αφήσουμε κατά μέρος την αυτολογοκρισία των συγγραφέων καί την ενδεχόμενη λογοκρισία («επικινδύνων» πληροφοριών) των ιερατείων, οι πιό παλιές αλλοιώσεις σε γραπτά κείμενα έγιναν κατά τους χριστιανικούς πλέον αιώνες της Ελληνιστικής Εποχής, ιδίως μετά την πτώση της Αλεξάνδρειας στους Ρωμαίους. Εδώ ακριβώς έπεσε η παραμύθα περί Δευκαλίωνα, κτλ! Τώρα, βέβαια, τί όφελος είχαν οι (πολυεθνικοί) Ρωμαίοι (ειδικά το Κρόνιο ιερατείο τους) να υποβιβάσουν τόσο πολύ τους Έλληνες; Χμμμ… δεν γνωρίζω, αλλά ίσως καί να μην ήσαν μόνον αυτοί οι ένοχοι. Βλέπετε, οι δύο από τις πέντε συνοικίες της Αλεξάνδρειας ήσαν ιουδαϊκές, κατοικούμενες από εξελληνισμένους, εκκοσμικευμένους ιουδαίους. (Τους οποίους μ’ ένα σφύριγμα ξαναμάντρωσαν οι ραββίνοι πίσω στο Κρόνιο μαντρί, όταν ήρθε η ώρα.) Ώστε, η καταγωγή των Ελλήνων από βιολογικό εργαστήριο να δικαιολογεί την σε -δεύτερο χρόνο- υιοθέτηση απ’ αυτούς της λατρείας του Κρόνου με τις ανθρωποθυσίες… ακριβώς όπως έκανε ο Αγαμέμνων, στο κάτω-κάτω. Αφού -ως σπαρτοί- δεν είναι αυτεξούσιοι πλήρεις άνθρωποι, άρα δεν έχουν καί καμιά ηθική ευθύνη, αν υιοθετήσουν τέτοια έθιμα!
Το καταλαβαίνετε τώρα το σκεπτικό των περί Δευκαλίωνος; (Μιά που καί οι πεθαμένοι ανασταίνονται… Τί πειράζει, τελικά, μιά ανθρωποθυσία; )
Αργότερα, τα χειρόγραφα που μάζεψαν οι Δυτικοί μετά το 1204 (συν όσα έφεραν μαζί τους οι λόγιοι, που την κοπάνησαν από την Μπόλιν κατά τον 15 αιώνα, πρίν γίνουν γιουσουφάκια), χρησιμοποιήθηκαν γιά την μελλοντική επέκταση των Δυτικών προς ανατολάς… γιά να εκμεταλλευτούν (ως δούλους) το υπάρχον εντόπιο Ελληνικό δυναμικό. Βέβαια, αυτό κόστισε στο Βατικανό μιά Αναγέννηση (συν η αλλαγή των πολιτικών ισορροπιών με την ανακάλυψη της Αμερικής καί μιά πάμπλουτη Ισπανία, σύν ο προτεσταντισμός… τους χάλασαν αγρίως τον τραχανά όλ’ αυτά μαζί!), αλλά ήρθαν οι Ιησουΐτες να συμμαζέψουν το ποίμνιον με τον βούρδουλα. Κάπου εκεί, όμως (δηλ. 16ο-17οαιώνα), άρχισαν κι οι αλλοιώσεις των αρχαίων χειρογράφων μας, με τη δήθεν …»κατάκτηση» της Ελλάδας από τους Έλληνες, οι οποίοι …έδιωξαν τους βάρβαρους μέν, νοικοκυραίους δέ πρότερους κατοίκους της!!!
«Σχολή», η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα απ’ τους μασώνους της αγγλίτσας, με τους «Ινδοευρωπαίους».
(Ρωτήστε γιά πλάκα τον οποιονδήποτε φιλόλογο, ποιός ήταν ο πρώτος που μίλησε περί «Ινδοευρωπαίων». Κι άμα σας αναφέρει κανένας τον πραγματικό ένοχο, τον φαντασιόπληκτο μασώνο γραφιά πόρδο Μπάλβερ Λύττον, να μου τον φέρετε να τον κεράσω λουκούμι!)
Καί, φυσικά, καθόλου μή σας διαφεύγει η χρονολογία εκδόσεως των «στερεοτύπων» κειμένων της Οξφόρδης – το 1820. Μήνες μετά, ξέσπασε η Παλιγγενεσία μας – η οποία, βεβαίως, είχε προετοιμαστεί από πιό πρίν. (Καί οι τέκτονες -άρα καί η αγγλίτσα- ήξεραν καλά τί επρόκειτο να συμβεί.) Άρα, οι αγγλίτσοι δεν κατελήφθησαν το 1820 από φιλολογική μανία γιά Αισχύλους, καί λοιπούς μουσάτους αρχαίους ημών· απλούστατα, ανέλαβαν απ’ το Βατικανό τα ηνία της επεκτάσεως προς Ανατολάς!… Με τον ίδιο σκοπό, δηλαδή να χρησιμοποιήσουν τους Έλληνες ως υπηρέτες τους.
[Παρένθεση: Τούτων ειπωθέντων, ώρα είναι να δούμε καί το ερπετό (όχι καί «- Ποιό ερπετό;», ρέ σείς!) σε κανένα …φιλολογικόν τέϊον, σε βιβλιοπαρουσίαση, κτλ, ξέρω ‘γώ ν’ απαγγέλει Θουκυδίδη!!!
Άμα δούμε τέτοια θάματα, τουλάχιστον θα ξέρουμε τί μυρίζει στον ορίζοντα!]
θ. Συμπέρασμα
Πάντοτε διαβάζουμε τα σωζόμενα αρχαία μας κείμενα κριτικώς. Πάντοτε ψάχνουμε να βρούμε αν στέκουν όσα γράφονται εκεί, καί ποτέ δεν τα καταπίνουμε αμάσητα, ως μή επιδεχόμενα κριτική. («Δεν τα αμφισβητούμε, αφού οι αρχαίοι ημών ήταν καλοί άνθρωποι, κι έλεγαν αλήθειες διαχρονικές!», λένε πολλοί. Σκεπτικό, όμως, ούλτρα βλακώδες. Οι αρχαίοι ημών ήσαν μεν καλά ανθρωπάκια, αλλά δεν ήσαν οι …άλλοι!)
Πάντοτε δοκιμάζουμε να βάλουμε σε σειρά τις ψηφίδες (πραγματικές, ή νοούμενες) του παρελθόντος της φυλής μας. Κι αν ταιριάζουν, προχωράμε. Αν όχι, ξαναψάχνουμε.
ι. Πηγές
Υπάρχει ένα θαυμάσιο βιβλιαράκι, το: «Η χαμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας», του (Ελληνιστή φιλολόγου) Λουτσιάνο Κάνφορα. Αν καί μικρό, κοστίζει «ιένα θ’κάρ’κου» (Θεσσαλιστί), αλλά αξίζει κάθε λεπτό του ευρώ της τιμής του! Εκεί θα βρήτε μερικά απ’ όσα σας είπα εδώ, συν πολλά περισσότερα.
Σεμνύνομαι, όμως, καί γιά μία άλλη πηγή μου, αν καί δυσκόλως ανευρισκόμενη πλέον: τρείς φιλολογίνες στη σειρά! (Ας είναι καλά καί οι τρείς τους, όπου καί να βρίσκονται!) Αυτές καί οι τρείς έτυχε να είναι κλασικές φιλολογίνες (παναπεί, του: «λύω-λύεις-λύει»), κι απ’ αυτές έμαθα πολλά· επειδή είχα ανοιχτά τα μάτια καί τ’ αυτιά μου, καί καθόλου προκαταλήψεις (λόγωι του σαφώς πιό «άγριου» πτυχίου μου).
Αυτά, καί κλείνω αρχαιοπρεπώς:
Όλβιος, όστις Ιστορίης έσχε μάθησιν!
Διόρθωση οφειλόμενη:
Ανάθεμα τη βιασύνη μου! Ο πάπυρος φύεται καί στην Ελλάδα! Καί με αποδείξεις:
Ορίστε! Πάπυρος φυτεμένος στο πεζοδρόμιο, προφανώς από κάποιον μερακλή. (Κοντά στην οδό Βασσάνη με Αλεξάνδρας, στον Βόλο. Κι απέναντι από γκράφφιτι του Χείρωνα με τον μικρό Ιάσονα -ξεπατικωτούρα από αρχαίο αγγείο-, αν αυτό έχει κάποια σημασία.) Περνάω όχι σπάνια από εκείνο το σημείο, αλλά το ρημάδι μου δεν δουλεύει πάντα, ώστε να θυμάμαι όσα πρέπει τότε που πρέπει!
Γιά την ευδοκίμηση του παπύρου στην Ελλάδα, θα σας βοηθήσει καί μιά έρευνα στο λήμμα «παπυρέλλα» (ίσον πρωτόγονο μικρό πλεούμενο, από πάπυρο).
Φαίνεται πως ο πάπυρος στην Ελλάδα, αντίθετα απ’ τον φοίνικα (χουρμαδιά), αντέχει το κλίμα καί βγάζει σπόρους υγιείς. Άρα, στην αρχαία Αίγυπτο -γιά να διατηρηθεί το μονοπώλιο- προφανώς υπήρχε απαγόρευση:
Πιστέψτε με, ούτε περίμενα όλοι να έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα καί τον ίδιο βαθμό περιέργειας με μένα· ούτε θέλω να κάνω τον δάσκαλο σε κανέναν. Αλλά…
…Εδώ η άγνοια όντως κάνει ζημιά.
Αν παρηγορεί τους αγνοούντες, άλλο τόσο ψέγω τον εαυτό μου, επειδή τις παρουσιάσεις αυτού του είδους έπρεπε να τις έχω ξεκινήσει νωρίτερα. Αν μή τί άλλο, δεν πρέπει να μπούμε στην «τελική ευθεία», δεν πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε κατάφατσα την απειλή οριστικής εξαλείψεως της φυλής μας, χωρίς κάποια απαραίτητα νοητικά εφόδια ως κτήμα του καθενός μας.
Κατά καιρούς, είχα γράψει σε εγχώριους διαδικτυακούς τόπους (σχόλια, φόρα) ότι ο οποιοσδήποτε από μας κι αν πιάσει στα χέρια του πάπυρο με αρχαιοελληνικό κείμενο, δεν θα μπορέσει να το(ν) διαβάσει. Με αποτέλεσμα να δεχθώ ειρωνείες (εννοείται, από πανάσχετους), του τύπου: “- Γιατί; μήπως δεν ξέρουμε Ελληνικά; Σαν εσένα είμαστε;”
Τώρα, βέβαια, -αν καί γι’ άλλη αιτία- ούτε αυτά που γράφει ο γιατρός στη συνταγή μπορούν να τα διαβάσουν αυτοί οι λεβέντες νέοι (αν καί ξέρουν να διαβάζουν – υποθέτω), αλλά τον κολλημένο ξερόλα άσχετον δεν μπορείς να τον πείσεις.
Τέλος πάντων, πάμε στην ιστορία των γραπτών Ελληνικών κειμένων.
α. Προκλασικά κείμενα
Η γραφή στους Έλληνες είναι πανάρχαιη. Βλέπε καί τα Ελληνικά γράμματα (ναί, ίδια με τα σημερινά – ποιός Κάδμος; ) που υπάρχουν στα τείχη του σπηλαίου της Γκλοζέλ (καί άλλων – σύνδεσμος με εικόνες με τα Ελληνικά γράμματα, εδώ – το αντίστοιχο άρθρο της Γουΐκι δεν έχει τέτοιες εικόνες), κι έχουν χρονολογηθεί από το 45,000 πΧ (από στρωματογραφία πετρωμάτων)… με αποτέλεσμα να φέρνουν αμηχανία στους πάντες. Με …αποτέλεσμα του αποτελέσματος διάφοροι να μιλάνε γιά απάτη, το δέ σπήλαιο να παραμένει κλειστό στο κοινόν από το 1962, γιά …“να μη χαλάσουν οι τοιχογραφίες απ’ τις αναπνοές των επισκεπτών”!!!
Πάντως, ακόμη καί γιά εποχές πρίν τον “χρυσό αιώνα” γνωρίζουμε καλά τα γραπτικά μέσα των προγόνων μας: γιά παραμένουσα γραφή (δηλαδή όχι προσωρινή) : χρησιμοποιούσαν πέτρα, μάρμαρο, αγγεία, λάσπη.
Η χρήση της πέτρας κάθε είδους ως …τετράδιο είναι γνωστή: βράχια, τάφοι, βότσαλα… Όσον αφορά το μάρμαρο, τα τελευταία χρόνια, με τη συντήρηση / αποκατάσταση του Παρθενώνα (καί δή, με τη βοήθεια ηλεκτρονικών μέσων), βρέθηκαν αρχιτεκτονικά σχέδια επάνω σε πλευρές σφονδύλων από κίονες· στις πλευρές εκείνες, που μετά την τοποθέτηση δεν θα φαίνονται. Ακριβώς η ίδια τεχνική, δέ, κρατήθηκε καί στον Μεσαίωνα, στο χτίσιμο των καθεδρικών. (Σε αντίστοιχες συντηρήσεις βρέθηκαν επίσης “κρυμμένα” αρχιτεκτονικά σχέδια.)
Τα αγγεία είναι γνωστό ότι φέρουν επιγραφές, αν καί τα αγγεία της λεγόμενης “Γεωμετρικής Εποχής” δεν φέρουν, όπως ούτε τα ακόμη παλιότερα (Μυκηναϊκά)· ίσως εξαίρεση (δεν θυμάμαι τώρα) με γραφή σε Γραμμική Α’ να είναι κάποια Κρητικά, ή Σαντορινιά.
Τέλος, η λάσπη είναι το υλικό των Μυκηναϊκών πινακίδων της Γραμμικής Β’. Ειρήσθω εδώ ότι γιά τις πινακίδες εγράφη (από υποτίθεται σοβαρό άτομο) η ανοησία ότι, ευτυχώς που έπιασε πυρκαϊά το ανάκτορο του Νέστορα, διότι αλλοιώς δεν θα βρίσκαμε καμμία τους! Καί γιατί, παρακαλώ; διότι, λέει, τις πινακίδες τις διέλυαν σε νερό αφού τις διάβαζαν, διότι ήθελαν …ν’ ανακυκλώνουν τη λάσπη!!!
Τί να πείς!… Καί μετά περιμένω εγώ να είναι σοβαρώτεροι οι Ελληνάρες του Διαδικτύου!
Η αλήθεια είναι πως τις πινακίδες τις ψήνανε στον φούρνο, διότι έπρεπε να διατηρηθούν. (Με τα αντικείμενα από λάσπη, δεν γίνεται αλλοιώς· πρέπει οπωσδήποτε να ψηθούν.) Άλλως τε, ήταν κρατικά λογιστικά αρχεία· κι οι ίδιοι λόγοι που επέβαλαν την (κατα)γραφή (δηλ. η πιθανή κλεψιά, ή η ανάγκη γιά δίκαιο μοίρασμα των αγαθών, ή η έμμεση καταγραφή των εσόδων από πωλήσεις), επέβαλαν οπωσδήποτε καί τη διατήρηση των αρχείων. Απλούστατα, με την πυρκαϊά στο ανάκτορο της Πύλου οι πινακίδες διπλοψήθηκαν καί μαύρισαν, οπότε έχουν διαφορετική όψη απ’ όσες άγγιξε μονάχα η φωτιά του τεχνίτη του πηλού.
Όπως γράψαμε, όλα τα παραπάνω χρησιμοποιήθηκαν γιά μόνιμη καταγραφή. (Η πέτρα όντως αποδεικνύεται πρωταθλητής στη χρονική διάρκεια καί την αντοχή! Το cd του πολιτισμού μας μπροστά της είναι επιεικώς γελοίο.) Γιά προσωρινή γραφή (γράφε-σβήσε) είχαν εσοχές στο πάτωμα με άμμο (γράφανε με το μπαστούνι – πχ στις φιλοσοφικές σχολές) καί ξύλινες πλάκες με επίστρωση κεριού, στις οποίες γράφανε με ένα αιχμηρό ξυλάκι. (Αυτές οι τελευταίες, κυρίως γιά τα σχολιαρόπαιδα.)
Επίσης, τις εποχές εκείνες χρησιμοποιούσαν κατά κόρον την απομημόνευση· πχ ξέρανε τον Όμηρο απέξω! Όλον! Κι όχι μόνον αυτόν!… Αν αυτό σας φαίνεται εκπληκτικό, σκεφθήτε σήμερα πόσα τραγούδια ξέρουμε ο καθένας μας – καί σε μελωδία, καί σε στίχους. Αν τα μετρήσετε, επίσης θα εκπλαγήτε!… αν καί δεν θά ‘πρεπε. Το ανθρώπινο μυαλό έχει τρομερές ικανότητες.
β. Πεισίστρατος
Φτάνουμε στην εποχή του Πεισίστρατου, ο οποίος -είναι πασίγνωστο πως- επεχείρησε την καταγραφή των Ομηρικών Επών.
Γιατί, όμως; Δεν επαρκούσε η μέχρι τότε απομνημόνευση των Επών από τους πάντες; Δεν θα μπορούσε να διαιωνιστεί αυτό το “μοντέλο” γνώσεως των Επών;
Φαίνεται πως όχι, διότι προφανώς άρχισαν να εμφανίζονται στην πιάτσα σοβαρά συμπτώματα αλλοιώσεως – κι όχι από ελλειματικές μνήμες των ανθρώπων, όχι από επιδημία Αλτσχάϊμερ. Οι –εξεπίτηδες– αλλοιώσεις των Επών προερχόντουσαν από τους θρασύτατους Γεφυραίους, οι οποίοι είχαν κατσικωθεί στην περιοχή πρίν λίγους αιώνες.
Οι ιδεολογικοί πρόγονοι του κάθε σημερινού Σόρος (που υπαγορεύει νόμους γιά το τί είναι σωστό να λέγεται, καί τί δεν είναι) τό ‘χαν πιάσει καλά το νόημα: επειδή δεν μπορούσαν να χτυπήσουν τους ντόπιους στρατιωτικώς, καί έως ότου παρουσιαζόταν ευκαιρία να μπορούν να το κάνουν, άρχισαν τον πόλεμο στο ψυχοπνευματικό επίπεδο. Όθεν, είναι σίγουρο πως στα πανηγύρια παρενέβαιναν καί δικοί τους τραγουδιστές, κι έβαζαν δικά τους λόγια στις μελωδίες. (“- Καί γιατί τους επέτρεπαν οι Έλληνες, ρέ Εργοδότη, καί δεν τους παίρναν με τις πέτρες;” Εμείς σήμερα γιατί αφήνουμε τους γύφτους να παίζουν δημοτικά τραγούδια; Λόγωι βλακείας – καί στις δύο περιπτώσεις. Αν καί η έλλειψη πετροβροχής το 600 πΧ δεν είναι καθόλου σίγουρη! Lol!!!)
Οπότε, ο Πεισίστρατος αποφάσισε την καταγραφή των Επών, με το σκεπτικό ότι τα γραπτά δεν τα αμφισβητεί κανείς. (Σωστό γιά την εποχή εκείνη, αλλά κούνια που τον κούναγε κι αυτόν…)
Πού, όμως; Σε τί υλικό;
Έχει προταθεί ότι χρησιμοποιήθηκαν ξύλινες πινακίδες, οπότε τα γράμματα έπρεπε να χαραχθούν. Προσωπική γνώμη, όμως, ότι χρησιμοποιήθηκε πάπυρος.
Ο πάπυρος ήταν ήδη γνωστός στην Αίγυπτο ως γραπτική επιφάνεια που διαρκεί… καί γράφεται σαφώς πιό εύκολα, απ’ ό,τι γράφεται η πέτρα με το σκαρπέλο. Μάλιστα, τότε είχαν ψάξει εκτεταμένως (γενιές καί γενιές…) καί τις δυνατότητες των φυτικών χρωστικών, οπότε είχαν βρεί καί μελάνια (καί μπογιές) διαρκείας, που τα παρείχε η φύση αφειδώς.
Αυτά ήσαν γνωστά καί στην Ελλάδα, διότι με την Αίγυπτο είχαμε επαφές εξαπανέκαθεν. Όμως, υπήρχε ένα σοβαρό μειονέκτημα: το φυτό πάπυρος (η πρώτη ύλη γιά την ομώνυμη επιφάνεια γραφής) δεν ευδοκιμούσε στην Ελλάδα. Όθεν, έπρεπε να εισάγονται στην Ελλάδα ή τα φύλλα του φυτού (αλλά πού να βρής εδώ τεχνίτες να τα επεξεργαστούν), ή ο πάπυρος γραφής έτοιμος. Που σημαίνει ότι η τιμή του έφτανε στα ύψη, εφ’ όσον οι Αιγύπτιοι το είχαν μονοπώλιο. Καί πάλι καλά, που ο Κύρος Β’ των Περσών δεν πρόλαβε να κατακτήσει την Αίγυπτο πριν καταγραφούν τα Έπη (κάπου το 535 πΧ), διότι ο πάπυρος απλά θα ήταν τελείως απλησίαστος, ακόμη καί μ’ όλο το χρυσάφι της Αθήνας.
Ο Πεισίστρατος, βέβαια, μπορούσε να ξεπεράσει τη ακριβή τιμή του υλικού, εφ’ όσον είχε στα χέρια του το κρατικό ταμείο. Άρα, η πρώτη καταγραφή των Ομηρικών Επών όντως έγινε σε πάπυρο. Αλλά καί γιά πρακτικούς λόγους: όλο αυτό το κείμενο θα ήθελε χίλια χρόνια να σκαλιστεί επάνω στο ξύλο, αντί να γραφεί με το χηνόφτερο. Άσε που το φυσικό ξύλο -πλήν καρυδιάς- αρχίζει να σαπίζει στα πενήντα-εξήντα χρόνια. (Θεωρώ απίθανο να πέρναγαν με βερνίκι συντηρήσεως τις ξύλινες πλάκες, μετά τη χάραξη των Επών.) Όμως, όταν γράφεις κάτι, οίκοθεν θεωρείς πως έχεις καί προοπτική να διατηρηθεί γιά πάνω από εκατό χρόνια.
Το τί έγινε εκείνος ο πρώτος καταγεγραμμένος Όμηρος; Δεν γνωρίζω. Θεωρώ, όμως, ότι κατατέθηκε σε κάποιο δημόσιο κτίριο γιά φύλαξη, αλλά καταστράφηκε από φωτιά με την επιδρομή των Περσών το 480 πΧ. Ευτυχώς, όμως, η απομνημόνευση εξακολουθούσε να λειτουργεί στους πάντες.
γ. Κλασική Εποχή – χρυσός αιώνας
Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων εγράφησαν πάρα πολλά κείμενα. Τραγωδίες, κωμωδίες, ποιήματα, συγγράμματα… Αυτά που ξέρουμε καί σήμερα. Πού εγράφησαν; Μά, φυσικά σε πάπυρο!
Γνωρίζουμε άριστα από την Ιστορία, ότι ο κάθε θεατρικός συγγραφέας είχε από πίσω του έναν πλούσιο («χορηγό»), ο οποίος αναλάμβανε όλα τα έξοδα του ανεβάσματος του έργου. Καί δεν επρόκειτο μόνο γιά τους μισθούς των ηθοποιών· επρόκειτο καί γιά το -πάντα εισαγόμενο από την Αίγυπτο- πανάκριβο παπυρικό υλικό. Εξαίρεση στον κανόνα, ο Πλάτωνας (με τα τεράστια συγγράμματα) : ήταν ο ίδιος τρομερά πλούσιος, οπότε δεν είχε ανάγκη χορηγού!
Απόδειξη αυτών που λέω; Όταν ο Πελοποννησιακός Πόλεμος στρίμωξε την Αθήνα, στριμώχτηκαν καί οι πλούσιοι χορηγοί. Οπότε, καί τα θεατρικά έργα της περιόδου έγιναν φτωχότερα. Πχ η τραγωδία «Άλκηστις» του Ευριπίδη είναι η πιό σύντομη σε έκταση απ’ όλες του, ο δέ αριθμός των ηθοποιών περιορισμένος. Να σκεφθήτε, μεγάλο μέρος της τραγωδίας καταλαμβάνει ο μονόλογος ενός υπηρέτη, ο οποίος διεκτραγωδεί το τί έπαθε η κουζίνα του παλατιού των Φερρών από τον Ηρακλή, ο οποίος καταβρόχθιζε τα πάντα! (Λεπτή ειρωνεία καί γιά την πείνα των Αθηναίων της εποχής, αυτό.)
Εδώ, ο παρατηρητικός αναγνώστης θ’ αναρωτηθεί γιά το πώς οι ηθοποιοί έκαναν πρόβες. Δεν έπρεπε να διαβάσουν το έργο; Έπρεπε, καί όντως έτσι έπρατταν… αλλά δεν είχε ο καθένας το δικό του αντίτυπο.
Όλα τα έργα γραφόντουσαν σ’ ένα καί μοναδικό αντίτυπο!!!
Από το οποίο διάβαζαν όλοι.
Αυτό με τη σειρά του σημαίνει πως έπρεπε να υπάρχει προσεκτικός καλλιγράφος, που να μεταγράφει το κείμενο καθ’ υπαγόρευσιν. (Κάπως, όπως έκαναν οι ειδικευμένοι μουσικοί βοηθοί στο «ντικτέε», ώστε να μή διακόπτεται ο οίστρος του συνθέτη. Σήμερα, με τα μουσικά όργανα midi καί τα προγράμματα, πάει περίπατο κι αυτή η τέχνη…) Επίσης, ο δημιουργός έπρεπε πρώτα να συγυρίσει το κείμενο μέσα στο κεφάλι του, διότι δεν χωρούσαν -πολλές- διορθώσεις!
Τέλος, καί το κυριώτερο: το ένα καί μοναδικό αντίτυπο των έργων σημαίνει (σχεδόν…) ότι τα κείμενα των αρχαίων ημών έφτασαν μέχρις εμάς από θαύμα.
Τα περί ενός καί μοναδικού αντιτύπου, μην τα ξεχάσετε ποτέ σας.
Κι εκεί που πάει το πράγμα να γίνει τραγικό, πέφτει κι ένα γέλιο! Ουδέν κακόν, κτλ.
…Όταν πέθανε ο Αριστοτέλης, άφησε με διαθήκη όλα τα βιβλία του στον μαθητή του Νηλέα. Έλα, όμως, που ο Νηλέας ήταν χούφταλο! Ήταν πάνω από 90 ετών. Οι λοιποί μαθητές έκαναν μούτρα, αλλά εν πάσει περιπτώσει τα βιβλία τα πήρε ο παππούς. Ο οποίος τα τίναξε κι αυτός σε λίγα χρόνια.
Τα Αριστοτελικά συγγράμματα, λοιπόν, πήγαν στους απογόνους του Νηλέα… καί χάθηκαν. Βλέπετε, τ’ ανθρωπάκια δεν είχαν σχέση με φιλοσοφίες καί τέτοια, ούτε -προφανώς- την επεδίωξαν ποτέ. Όμως, μιά μέρα μετά από δυό-τρείς αιώνες, έφτασε στο σπίτι των απογόνων του Νηλέα ένας Ρωμαίος στρατιωτικός. Χτύπησε τόκ-τόκ-τόκ το ρόπτρο, του άνοιξαν, καί διημείφθη ο εξής διάλογος:
«- Καλημέρα σας, εκατόνταρχος Τάδε.»
«- Μάλιστα!… Τί επιθυμείτε;»
«- Εσείς δεν είσαστε οι απόγονοι του Νηλέα, του μαθητή του Αριστοτέλη; Που ο φιλόσοφος του άφησε όλα του τα βιβλία;»
«- Εμείς!» (Με καμάρι· εδώ των νοκοκυραίων τους κατέλαβε κατιτίς το αρχοντικό.)
«- Πού είναι τα βιβλία του Αριστοτέλη; τα αγοράζω!»
Οι άνθρωποι κοιταχτήκαν με απορία.
«- Δεν τα έχουμε μέσα στο σπίτι!»
«- Μά, που είναι; Αν τα είχε άλλος, θα το ήξερα! Δεν άκουσα πως πουλήθηκαν ποτέ, άρα εξακολουθείτε να τα έχετε εσείς!»
Τελικά ψάξαν, ψάξαν, ρώτησαν καί τους παππούδες (όσο νόημα τέλος πάντων βγάλαν απ’ τα φληναφήματα που εκτόξευαν τα γερόντια), καί τα βρήκαν… κάτω απ’ το σπίτι! Το συγκεκριμένο σπίτι ήταν ξύλινο, χτισμένο επάνω σε υπερυψωμένο ξύλινο βάθρο. (Γι’ αποφυγή της υγρασίας, αλλά καί γι’ αποθηκευτικό χώρο από κάτω – πχ γιά καυσόξυλα.) Εκεί ακριβώς, κάτω απ’ το βάθρο, βρισκόντουσαν θαμμένα τα πιθάρια με τους παπύρους του Αριστοτέλη.
Ευτυχώς, τα πήρε στην κατοχή του άνθρωπος, που το μυαλό του ζύγιζε βαρειά.
Την ιστορία τη γράφω από μνήμης, μπορεί καί να μην έγιναν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Πάντως, έλαβε χώραν από το τέλος της Κλασσικής Εποχής έως την πλήρη ακμή της Ελληνιστικής… Καί δείχνει καθαρά το τί κινδύνους εμπεριείχε η ύπαρξη ενός καί μοναδικού αντιτύπου.
δ. Ελληνιστική Εποχή
Εδώ η ακτινοβολία του Ελληνικού Πνεύματος φτάνει στο απόγειό της, με την περίφημη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας καί την έμπνευση (δεν ξέρω ποιανού) τα βιβλία να καταγραφούν σε πολλαπλά αντίτυπα.
Τί να πρωτοπείς εδώ!… Αξίζει ν’ αναφέρουμε το ότι ο εκάστοτε γενικός ντερβέναγας της βιβλιοθήκης ήταν (θα λέγαμε) καί υπουργός Εκπαιδεύσεως στην Αλεξάνδρεια. (Καμμία σύγκριση με τα σημερινά αγράμματα καί ανιστόρητα κομματόσκυλα «υπουργούς …Παιδείας»!!!) Φυσικά, η τότε διαθέσιμη βιβλιογραφία Ελληνικών κειμένων ήταν το κάτι άλλο. Εννοείται πως οι Πτολεμαίοι είχαν αυτοί πλέον στα χέρια τους το μονοπώλιο του παπύρου, οπότε είχαν την απόλυτη ελευθερία γιά όγκο βιβλιογραφικής παραγωγής.
Βέβαια, όταν ζητούσαν ξένοι ν’ αγοράσουν πάπυρο, συνεχίστηκε η παράδοση να τον πληρώνουν χρυσόν. Έτσι, κάποιους αιώνες μετά (καί γιά να γλυτώσει το έξοδο), η επίσης βιβλιόφιλη καί βιβλιοπαραγωγική Πέργαμος ανέπτυξε μέθοδο να γράφει βιβλία σε λεπτά δέρματα, που ονομάστηκαν «περγαμηνές». Αυτά τα δέρματα προέρχονται από την κοιλιά ενός ζώου (συνήθως προβάτου), όπου το δέρμα είναι μαλακώτερο καί ονομάζεται «διφθέρα»· εξ ού καί η Αραβική λέξη «ντάφταρ» (τεφτέρι) γιά το τετράδιο.
Εννοείται, επίσης, πως όλη αυτή η αρχαίο-Ελληνική βιβλιογραφία ΔΕΝ χάθηκε, αλλά οπωσδήποτε υπάρχει ένα τουλάχιστον αντίτυπο από κάθε έργο. (Βέβαια, το πού υπάρχει, είναι άλλη ιστορία.)
Κι η περίφημη πυρκαϊά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας;
Οι πυρκαϊές, θέλετε να πήτε! Διότι ήσαν …εφτά στο σύνολο!
Ευτυχώς, όμως, ήδη τα βιβλία είχαν διαδοθεί δεξιά κι αριστερά, οπότε η ζημιά ήταν μόνον υλική. Ακόμη κι ο Ιούλιος Καίσαρας της έβαλε μπουρλότο της βιβλιοθήκης, στην προσπάθειά του να διαφύγει απ’ την Αλεξάνδρεια. (Αν καί φαίνεται πως σ’ αυτή την πυρκαϊά κάηκε μονάχα το εργαστήριο προπαρασκευής παπυρικού υλικού, όχι το τμήμα των βιβλίων.) Η δέ πυρκαϊά των ορδών του Μωάμεθ του 637 μΧ όντως υπήρξε, αλλά μάλλον οι Άραβες ιστοριογράφοι κάνουν την τρίχα τριχιά -γιά ν’ αποδώσουν παραπανίσια (μαϊμούδικη) δόξα στον κατακτητή Μωάμεθ- καί μεγιστοποιούν ψευδώς τη ζημιά. (Με εκφράσεις πχ: «Η φωτιά έκαιγε γιά εφτά μέρες!», κτλ.) Αλλοιώς, πώς εξηγείται η έκρηξη των επιστημών στον Αραβικό κόσμο του Μεσαίωνα, αν όχι στο εκτενές διάβασμα (απο τους Άραβες λογίους) των διαθεσίμων βιβλίων της βιβλιοθήκης; Δηλαδή, σώθηκαν αρκετά, ώστε να θεμελιώσουν γερά τον μεσαιωνικό Αραβικό πολιτισμό.
ε. Βυζάντιο
Η παράδοση της Αλεξανδρινής Βιβλιοθήκης συνεχίστηκε καί επί Βυζαντίου, στις δύο μεγάλες βιβλιοθήκες-αντιγραφτήρια, του Στουδίου καί της Μαγναύρας.
Εδώ ξεκίνησε καί η παράδοση της αντιγραφής βιβλίων στα μοναστήρια, αλλά καί η κακή παράδοση της εξαφανίσεως όσων βιβλίων δεν ήσαν αρεστά στο κράτος καί τους κρατούντες. (Καί ναί, σ’ αυτούς τους τελευταίους συμπεριλαμβανόταν καί το μεγαλοπαπαδαριό.)
Πάντως, ειρήσθω ότι οι Βυζαντινοί καλόγεροι αντέγραψαν μέχρι καί το υβρεολόγιο του Αριστοφάνη!… Αν καί πολλά βιβλία (καί οι κάτοχοί τους) έπεφταν σε δυσμένεια (μέχρι καί να κινδυνεύει η ζωή τους, δηλαδή), ανάλογα με τους καιρούς – πχ βιβλία του Πλάτωνα, ή του Αριστοτέλη. (Υπήρχε καί μιά διαρκής κόντρα με τους παπικούς, που δήθεν «αριστοτέλιζαν», κτλ κτλ.) Τα πιό επικίνδυνα, φυσικά, ήταν τα γραπτά των εκάστοτε αιρετικών, ή των κατά καιρούς εκπεσόντων της κρατικής ευνοίας.
στ. 1ο στάσιμο – Οι τρόποι γραφής
Θ‘ ασχοληθούμε λιγάκι καί με το πώς έμοιαζαν τα χειρόγραφα των αρχαίων ημών. Πολύ χοντρικά, έχουμε τα εξής τρία κύρια είδη γραφής (συν ένα), αρχίζοντας από το αρχαιότερο.
i. «Φιλολογική» γραφή
Ετούτη εδώ είναι απλώς γιά να γεμίζει ο πάπυρος. Χύμα, καί πολύ κουραστική στην ανάγνωση. Θυμίζει πίνακα μοντέρνας ζωγραφικής! Τα γράμματα -περίπου- ίδιο ύψος ίδιο πλάτος όλα, χωρίς κενά. Οι φράσεις χωρίς τελείες, σημεία στίξεως, καί κενά μεταξύ τους. Κι όλ’ αυτά, γιά ν’ αποφεύγονται οι παρεμβολές στο κείμενο από διαφόρους πονηρούς.
Παλιότερα, το σύστημα αυτό του στενού πακεταρίσματος των γραμμάτων ήταν γνωστό ως «γραφή κιονηδόν», αν καί η συγκεκριμένη γραφόταν καθέτως (από πάνω προς τα κάτω). Με κιονηδόν γραφή γραφόντουσαν σε μαρμάρινες (ή πέτρινες, γιά τους φτωχούς) επιγραφές τα ψηφίσματα των πόλεων καί οι νόμοι, ακριβώς με το σκεπτικό να μην μπορεί να τ’ αλλοιώσει κάποιος.
Σήμερα η κιονηδόν μεγαλογράμματος κατά κάποιο τρόπο εξακολουθεί να υπάρχει, αν καί σε καθαρά ηλεκτρονική μορφή! Όλοι οι υπολογιστές, «τιμώντας» τις πρώτες μέρες του κομπιούτινγκ, έχουν κάπου κρυμμένη την οθόνη εντολών, που έχει γράμματα σε «text mode», ως λέγεται. Υπάρχουν καί διακριτά τέτοια ηλεκτρονικά στοιχεία («μήτρες χαρακτήρων»), πχ γιά πίνακες ανακοινώσεων σε αεροδρόμια ή λεωφορεία. (Μιά ιδέα, εδώ.)
ii. Μεγαλογράμματος γραφή
Επικρατούσε στην Ελληνιστική Εποχή. (Εδώ μιά ιδέα με το τί έμοιαζε, στη σελίδα 12. Περιέργως, η Γουΐκι δεν έχει σχετικό λήμμα.) Κάπως καλύτερη της «φιλολογικής», με πιό καλλιγραφικά γράμματα. Όμως, εξ ίσου κουραστική στην ανάγνωση.
iii. Μικρογράμματος γραφή
Η «φιλολογική» κι η μεγαλογράμματος γραφές εμπόδιζαν μέν τις αλλοιώσεις του κειμένου, αλλά -στην κυριολεξία- έβγαζαν μάτια! Καθόλου καλές γι’ άνετο διάβασμα. (Αυτός είναι κι ό λόγος, που ισχυρίζομαι ότι ο τυχών Ελληνάρας ΔΕΝ μπορεί να διαβάσει κατευθείαν από πάπυρο.) Έτσι, θες επειδή ο πάπυρος εξακολουθούσε να παραμένει ακριβός, θες από μόδα (καί διάθεση διευκολύνσεως του αναγνώστη), κάποια στιγμή κατά τον 9ο μΧ αιώνα οι (Βυζαντινοί) γραφείς πέρασαν στην μικρογράμματο.
Πιό άνετη αυτή, αλλά καί πάλι το αποτέλεσμα δεν συγκρίνεται με τίποτε με τα σημερινά τυπογραφικά στοιχεία καί τη σημερινή τυπογραφική αισθητική.
iv. Επισεσυρμένη γραφή
Υπήρχε παράλληλα με όλες τις υπόλοιπες. (Εδώ δείγμα.) Μάλλον εφευρέθηκε γιά γρήγορο γράψιμο· εννοείται σε περιπτώσεις όπου υπήρχε βιασύνη. Πχ -λέω εγώ- κάποιος συμβολαιογράφος της εποχής ήθελε να κάνει μεταγραφή ένα ακίνητο, κι ο πωλητής βιαζόταν να φύγει.
Ούτε αυτή συνίσταται γιά ξεκούραστο διάβασμα.
ζ. Μετά το Βυζάντιο
Οι δύο αλώσεις της Κωνσταντίνου Πόλεως (1204 καί 1453), ειδικά η πρώτη, επέφεραν μεγάλες καταστροφές στα εκεί σωζόμενα χειρόγραφα. Τις τελευταίες μέρες εκείνου του απαίσιου Απρίλη του 1204, οι σταυροφόροι (καταντίπ αγράμματα ζώα) έβαζαν φωτιά στα χειρόγραφα γιά πλάκα… έως ότου εμφανίστηκαν «κάποιοι», που τα έσωζαν απ’ τη φωτιά, αγοράζοντάς τα. (Αυτοί οι «κάποιοι» μαντέψτε τί ήταν, εκτός από εκπρόσωποι του Βατικανού.) Λίγο αργότερα, κι ενώ οι σταυροφόροι είχαν ξοδέψει το πρώτο τους πλιάτσικο στα κρασιά καί τις πουτάνες, τα χειρόγραφα τα κρατούσαν καί τά ‘παιζαν στα ζάρια. Ώστε ο τυχερός να εισπράξει το αντίτιμο από την πώληση του χειρογράφου στους «κάποιους».
Τα αρχαία Ελληνικά κείμενα, λοιπόν, σταδιακώς άρχισαν να ξαναβλέπουν το φώς της ημέρας στα (καθολικά, κι αργότερα προτεστάντικα) μοναστήρια της Δύσης. Με αποκορύφωμα την μελετημένη φιλολογική εκτύπωσή τους στις λεγόμενες «στερεότυπες» εκδόσεις, πρώτα της Οξφόρδης (1820) καί μετά της Λειψίας (1843 – αν θυμάμαι καλά καί τις δυό χρονολογίες). Στα «στερεότυπα» έγινε τόσο καλή δουλειά, ώστε εξακολουθούν μέχρι σήμερα να είναι βιβλία αναφοράς γιά τα κείμενα των αρχαίων ημών. (Καί προς χρήση των φιλολόγων της καριέρας.)
Όλα καλά, λοιπόν; Είχαμε αίσιο τέλος της περιπέτειας των βιβλίων; Όχι. Μή χαίρεστε! Όσα αρχαιο-Ελληνικά βιβλία «εχάθησαν» αυτούς τους είκοσι αιώνες (πχ Προμηθεύς Πυρφόρος), δεν ξαναφάνηκαν στην πιάτσα. Με αποτέλεσμα να φουντώσουν διάφοροι θρύλοι, πχ γιά τη μυστική βιβλιοθήκη του Βατικανού.
Στην «καθ’ ημάς Ανατολή», διασώθηκαν χειρόγραφα στη βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, καί στα μοναστήρια μας (κυρίως στο Άγιο Όρος). Τώρα, αν υπάρχουν όλα κι εκεί (ακόμη καί τα θεωρούμενα ως «χαμένα»), αλλά δεν βγαίνουν στο φώς (γιά τους ίδιους λόγους, που δεν τα βγάζουν οι φλάροι), δεν το γνωρίζω.
η1. 2ο στάσιμο -Παρεμβολές καί αλλοιώσεις στα κείμενα
Κι εδώ ερχόμαστε στο ζουμί!… που καίει καί τσουρουφλίζει.
Τα κείμενα των αρχαίων ημών δεν χρησιμοποιήθηκαν πάντα γιά καταγραφή (καί διδασκαλία) γνώσεων, αλλά καί γιά στυγνό ωφελιμισμό, καί δή, εναντίον ημών των Ελλήνων· ειδικά όταν έπεφταν σε ξένα χέρια. Κι επειδή είχε ληφθεί μέριμνα, ώστε στο κείμενο να μην εισχωρούν αλλοιώσεις, εφευρέθηκαν διάφορα κόλπα γιά να παρακαμφθεί αυτό το εμπόδιο. Είτε η απόξεση, είτε το «παλίμψηστον», είτε η εξ αρχής αντιγραφή όλου του κειμένου (ναί! με ίδιο στύλ γραφής, κτλ), αλλά αλλαγμένου στα κρίσιμα σημεία.
Η απόξεση χρησιμοποιήθηκε γιά μικρές επεμβάσεις, πχ μιά ψιλή γινόταν δασεία. Θα μου πείς, τί πετύχαιναν; στις περισσότερες περιπτώσεις τίποτε το ουσιαστικό, αλλά σε μερικές λέξεις (ιδίως μικρές) άλλαζε τελείως η έννοια. Οι «στερεότυπες» εκδόσεις, στις παραπομπές κάθε σελίδας κατά κανόνα σημειώνουν καί πεντέξη διαφορετικές εκδοχές του κειμένου, ανάλογα με το χειρόγραφο που χρησιμοποιήθηκε. Καί χρησιμοποιήθηκαν αρκετά, γιά να βγεί ο «κοινός τόπος» του τελικού κειμένου προς εκτύπωση!
Κι ενώ το παλίμψηστον απλά εξαφάνιζε ολόκληρο το αρχικώς γραμμένο έργο, η εξ αρχής επαναγραφή του κειμένου, τώρα, είναι αυτή που έκανε την μεγαλύτερη ζημιά! Διότι επέτρεπε την αλλοίωση του κειμένου με δηλητήριο, χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι.
Νά, ας πούμε, όταν η Προμηθεϊκή Τριλογία έλεγε πως ο Προμηθέας έφτιαξε τεχνητές φυλές… κι άγγιζε λιγάκι την καταγωγή «κάποιων»… αυτοί οι «κάποιοι» ανταπέδωσαν με τις μαλακίες περί Δευκαλίωνα καί Πύρρας. Το -χοντροκομμένο- σκεπτικό τους: Καί τί παναπεί, δηλαδή, ότι υπάρχουν φυλές εργαστηρίου; Νά, ορίστε, κι εσείς οι Έλληνες τέτοιοι είστε! Τί υπερηφανεύεστε;
Τα ίδια, βεβαίως, με τις προπαγανδιστικές αλλοιώσεις του τύπου: «…η Ελλάς πρότερον εκατοικείτο υπό βαρβάρων!», που δήθεν τις έγραψε ξέρω ‘γώ ο Παυσανίας, καί τις βλέπουν οι σημερινοί εγχώριοι φιλόλογοι καί τρέχουν καί δε σώνουν, προσπαθώντας να εξηγήσουν τ’ ανεξήγητα (της προπαγάνδας).
Εξαίρεση (στην κακία των αλλοφύλων – αλλά με το ίδιο αποτέλεσμα, λόγωι επιπολαιότητας) αποτελεί ο Ηρόδοτος, ο οποίος είναι μιά κατηγορία από μόνος του! Κατέγραψε άκριτα ό,τι άκουγε, ακόμη καί τις πλάκες που του κάνανε οι Αιγύπτιοι! Νά, γιά παράδειγμα, λέει ότι ο Χέωψ έβαλε ακόμη καί την κόρη του σε μπουρδέλλο, προκειμένου να βρεί λεφτά να χτίσει την πυραμίδα του!!! Καρα-lol!!! …Αν καί οι Αιγύπτιοι δεν τον πληροφόρησαν γιά το ακριβές αντίτιμο της συνουσίας με την πριγκήπισσα, σημειώνει απάνω-κάτω ο Ηρόδοτος, με αφέλεια που χτυπάει ταβάνι! (Εδώ, ρέ κακόπιστε αναγνώσθα μου, στο εδάφιο 126!)
η2. Πότε οι αλλοιώσεις;
Έχοντας υπ’ όψη μας όλα τα παραπάνω, μπορούμε σχετικά εύκολα να βρούμε καί το πότε έγινε κάθε τέτοια αλλοίωση. Αρκεί να ψάξουμε λιγάκι το «τίς ωφελείται».
Αν αφήσουμε κατά μέρος την αυτολογοκρισία των συγγραφέων καί την ενδεχόμενη λογοκρισία («επικινδύνων» πληροφοριών) των ιερατείων, οι πιό παλιές αλλοιώσεις σε γραπτά κείμενα έγιναν κατά τους χριστιανικούς πλέον αιώνες της Ελληνιστικής Εποχής, ιδίως μετά την πτώση της Αλεξάνδρειας στους Ρωμαίους. Εδώ ακριβώς έπεσε η παραμύθα περί Δευκαλίωνα, κτλ! Τώρα, βέβαια, τί όφελος είχαν οι (πολυεθνικοί) Ρωμαίοι (ειδικά το Κρόνιο ιερατείο τους) να υποβιβάσουν τόσο πολύ τους Έλληνες; Χμμμ… δεν γνωρίζω, αλλά ίσως καί να μην ήσαν μόνον αυτοί οι ένοχοι. Βλέπετε, οι δύο από τις πέντε συνοικίες της Αλεξάνδρειας ήσαν ιουδαϊκές, κατοικούμενες από εξελληνισμένους, εκκοσμικευμένους ιουδαίους. (Τους οποίους μ’ ένα σφύριγμα ξαναμάντρωσαν οι ραββίνοι πίσω στο Κρόνιο μαντρί, όταν ήρθε η ώρα.) Ώστε, η καταγωγή των Ελλήνων από βιολογικό εργαστήριο να δικαιολογεί την σε -δεύτερο χρόνο- υιοθέτηση απ’ αυτούς της λατρείας του Κρόνου με τις ανθρωποθυσίες… ακριβώς όπως έκανε ο Αγαμέμνων, στο κάτω-κάτω. Αφού -ως σπαρτοί- δεν είναι αυτεξούσιοι πλήρεις άνθρωποι, άρα δεν έχουν καί καμιά ηθική ευθύνη, αν υιοθετήσουν τέτοια έθιμα!
Το καταλαβαίνετε τώρα το σκεπτικό των περί Δευκαλίωνος; (Μιά που καί οι πεθαμένοι ανασταίνονται… Τί πειράζει, τελικά, μιά ανθρωποθυσία; )
Αργότερα, τα χειρόγραφα που μάζεψαν οι Δυτικοί μετά το 1204 (συν όσα έφεραν μαζί τους οι λόγιοι, που την κοπάνησαν από την Μπόλιν κατά τον 15 αιώνα, πρίν γίνουν γιουσουφάκια), χρησιμοποιήθηκαν γιά την μελλοντική επέκταση των Δυτικών προς ανατολάς… γιά να εκμεταλλευτούν (ως δούλους) το υπάρχον εντόπιο Ελληνικό δυναμικό. Βέβαια, αυτό κόστισε στο Βατικανό μιά Αναγέννηση (συν η αλλαγή των πολιτικών ισορροπιών με την ανακάλυψη της Αμερικής καί μιά πάμπλουτη Ισπανία, σύν ο προτεσταντισμός… τους χάλασαν αγρίως τον τραχανά όλ’ αυτά μαζί!), αλλά ήρθαν οι Ιησουΐτες να συμμαζέψουν το ποίμνιον με τον βούρδουλα. Κάπου εκεί, όμως (δηλ. 16ο-17οαιώνα), άρχισαν κι οι αλλοιώσεις των αρχαίων χειρογράφων μας, με τη δήθεν …»κατάκτηση» της Ελλάδας από τους Έλληνες, οι οποίοι …έδιωξαν τους βάρβαρους μέν, νοικοκυραίους δέ πρότερους κατοίκους της!!!
«Σχολή», η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα απ’ τους μασώνους της αγγλίτσας, με τους «Ινδοευρωπαίους».
(Ρωτήστε γιά πλάκα τον οποιονδήποτε φιλόλογο, ποιός ήταν ο πρώτος που μίλησε περί «Ινδοευρωπαίων». Κι άμα σας αναφέρει κανένας τον πραγματικό ένοχο, τον φαντασιόπληκτο μασώνο γραφιά πόρδο Μπάλβερ Λύττον, να μου τον φέρετε να τον κεράσω λουκούμι!)
Καί, φυσικά, καθόλου μή σας διαφεύγει η χρονολογία εκδόσεως των «στερεοτύπων» κειμένων της Οξφόρδης – το 1820. Μήνες μετά, ξέσπασε η Παλιγγενεσία μας – η οποία, βεβαίως, είχε προετοιμαστεί από πιό πρίν. (Καί οι τέκτονες -άρα καί η αγγλίτσα- ήξεραν καλά τί επρόκειτο να συμβεί.) Άρα, οι αγγλίτσοι δεν κατελήφθησαν το 1820 από φιλολογική μανία γιά Αισχύλους, καί λοιπούς μουσάτους αρχαίους ημών· απλούστατα, ανέλαβαν απ’ το Βατικανό τα ηνία της επεκτάσεως προς Ανατολάς!… Με τον ίδιο σκοπό, δηλαδή να χρησιμοποιήσουν τους Έλληνες ως υπηρέτες τους.
[Παρένθεση: Τούτων ειπωθέντων, ώρα είναι να δούμε καί το ερπετό (όχι καί «- Ποιό ερπετό;», ρέ σείς!) σε κανένα …φιλολογικόν τέϊον, σε βιβλιοπαρουσίαση, κτλ, ξέρω ‘γώ ν’ απαγγέλει Θουκυδίδη!!!
Άμα δούμε τέτοια θάματα, τουλάχιστον θα ξέρουμε τί μυρίζει στον ορίζοντα!]
θ. Συμπέρασμα
Πάντοτε διαβάζουμε τα σωζόμενα αρχαία μας κείμενα κριτικώς. Πάντοτε ψάχνουμε να βρούμε αν στέκουν όσα γράφονται εκεί, καί ποτέ δεν τα καταπίνουμε αμάσητα, ως μή επιδεχόμενα κριτική. («Δεν τα αμφισβητούμε, αφού οι αρχαίοι ημών ήταν καλοί άνθρωποι, κι έλεγαν αλήθειες διαχρονικές!», λένε πολλοί. Σκεπτικό, όμως, ούλτρα βλακώδες. Οι αρχαίοι ημών ήσαν μεν καλά ανθρωπάκια, αλλά δεν ήσαν οι …άλλοι!)
Πάντοτε δοκιμάζουμε να βάλουμε σε σειρά τις ψηφίδες (πραγματικές, ή νοούμενες) του παρελθόντος της φυλής μας. Κι αν ταιριάζουν, προχωράμε. Αν όχι, ξαναψάχνουμε.
ι. Πηγές
Υπάρχει ένα θαυμάσιο βιβλιαράκι, το: «Η χαμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας», του (Ελληνιστή φιλολόγου) Λουτσιάνο Κάνφορα. Αν καί μικρό, κοστίζει «ιένα θ’κάρ’κου» (Θεσσαλιστί), αλλά αξίζει κάθε λεπτό του ευρώ της τιμής του! Εκεί θα βρήτε μερικά απ’ όσα σας είπα εδώ, συν πολλά περισσότερα.
Σεμνύνομαι, όμως, καί γιά μία άλλη πηγή μου, αν καί δυσκόλως ανευρισκόμενη πλέον: τρείς φιλολογίνες στη σειρά! (Ας είναι καλά καί οι τρείς τους, όπου καί να βρίσκονται!) Αυτές καί οι τρείς έτυχε να είναι κλασικές φιλολογίνες (παναπεί, του: «λύω-λύεις-λύει»), κι απ’ αυτές έμαθα πολλά· επειδή είχα ανοιχτά τα μάτια καί τ’ αυτιά μου, καί καθόλου προκαταλήψεις (λόγωι του σαφώς πιό «άγριου» πτυχίου μου).
Αυτά, καί κλείνω αρχαιοπρεπώς:
Όλβιος, όστις Ιστορίης έσχε μάθησιν!
Διόρθωση οφειλόμενη:
Ανάθεμα τη βιασύνη μου! Ο πάπυρος φύεται καί στην Ελλάδα! Καί με αποδείξεις:
Ορίστε! Πάπυρος φυτεμένος στο πεζοδρόμιο, προφανώς από κάποιον μερακλή. (Κοντά στην οδό Βασσάνη με Αλεξάνδρας, στον Βόλο. Κι απέναντι από γκράφφιτι του Χείρωνα με τον μικρό Ιάσονα -ξεπατικωτούρα από αρχαίο αγγείο-, αν αυτό έχει κάποια σημασία.) Περνάω όχι σπάνια από εκείνο το σημείο, αλλά το ρημάδι μου δεν δουλεύει πάντα, ώστε να θυμάμαι όσα πρέπει τότε που πρέπει!
Γιά την ευδοκίμηση του παπύρου στην Ελλάδα, θα σας βοηθήσει καί μιά έρευνα στο λήμμα «παπυρέλλα» (ίσον πρωτόγονο μικρό πλεούμενο, από πάπυρο).
Φαίνεται πως ο πάπυρος στην Ελλάδα, αντίθετα απ’ τον φοίνικα (χουρμαδιά), αντέχει το κλίμα καί βγάζει σπόρους υγιείς. Άρα, στην αρχαία Αίγυπτο -γιά να διατηρηθεί το μονοπώλιο- προφανώς υπήρχε απαγόρευση:
- εξαγωγής καί ολοκλήρων φυτών καί σπόρων, καί
- εξαγωγής τεχνογνωσίας επεξεργασίας των φύλλων του φυτού. (Η επεξεργασία αυτή δεν είναι απλή διαδικασία.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου