Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ.Η ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΜΕΡΚΕΛ ΠΟΥΤΙΝ

Το Ευρωπαϊκό Ανατολικό Ζήτημα: Η Αντιπαράθεση Μέρκελ Πούτιν



Γράφει ο Πολυδεύκης
Ειδικός Συνεργάτης του Geopolitics and Daily News




Η Ευρώπη, στο ανατολικό τμήμα της, αποτελεί ένα δυνητικό πεδίο ενός νέου, ολοκληρωτικού πολέμου. Η Ε.Ε. εμφανίζεται διχασμένη και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί πλέον τη δύναμη σταθερότητας του παρελθόντος, με αποτέλεσμα να περιορίζεται και η επιρροή της στις περιοχές που αναζητούσαν έναν πυλώνα εγγύησης και διεξόδου από το οικονομικό και κοινωνικό τέλμα της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός ολοκληρωτικού πολέμου εξαιτίας της ανικανότητας των πολιτικών της Δύσης και των τοπικών ολιγαρχών. Οι μέχρι τώρα φαινομενικά περιφερειακές διενέξεις αποτελούν μια συνολικά επικίνδυνη εικόνα και οι αντιφατικές δηλώσεις της νέας αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στοχεύουν στη διεύρυνση του χάους που έχουν προκαλέσει η Ρωσία, η Ε.Ε., το ΝΑΤΟ και η μέχρι τώρα εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Η ευρωπαϊκή αντίδραση


Η απόφαση του Γερμανού ΥΠΕΞ και Αντικαγκελάριου, SIGMAR GABRIEL, να επισκεφθεί τις χώρες της Βαλτικής και την Ουκρανία αποτελεί προσπάθεια του Βερολίνου να αντιταχθεί στη Ρωσία και τις πρακτικές της στον λεγόμενο ευρωπαϊκό «χώρο των πληροφοριών», αλλά και να καταδείξει την αλληλεγγύη της Γερμανίας στους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ.

Η επίσκεψη στο Κίεβο σχεδιάστηκε με σκοπό την εφαρμογή των συμφωνηθέντων του Minsk και του γερμανικού προγράμματος βοήθειας, σε συνδυασμό με τη μεταρρυθμιστική διαδικασία στην Ουκρανία, ενώ συνδυάστηκε με την απόφαση των ευρωπαϊκών θεσμών αναφορικά με την κατάργηση των θεωρήσεων εισόδου για τους Ουκρανούς πολίτες.

Παρά την επίσκεψη στήριξης από τον γερμανό αξιωματούχο η ευρωπαϊκή υποκρισία δε μπόρεσε να κρυφθεί, ούτε σε αυτό το ζήτημα. Ένα από τα κεντρικά θέματα των συνομιλιών του GABRIEL με τους εταίρους του ήταν τα λεγόμενα «fake news» της Ρωσίας καθώς και η αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένων των μέσων, δικτύων και σταθμών για τον ρωσόφωνο πληθυσμό της Βαλτικής. Αυτό από μόνο του δείχνει πως η Γερμανία δεν κινήθηκε για τη σταθερότητα της Αν. Ευρώπης, αλλά για την προστασία των δικών της συμφερόντων.

Ο ρωσικός σκανδαλισμός του γερμανικού ενδιαφέροντος

Η γερμανική ανάγκη αναδείχθηκε με την ανακοίνωση του Ρώσου ΥΠΑΜ, S. SHOIGU, στη Δούμα, σύμφωνα με την οποία η Μόσχα όφειλε να συστήσει στρατιωτική μονάδα ελέγχου και καταπολέμησης της προπαγάνδας (πληροφοριακών επιχειρήσεων), ενώ το ρωσικό ΥΠΕΞ με τη σειρά του ξεκίνησε «πόλεμο» κατά των ψευδών ειδήσεων, εγείροντας φυσικά πολλές επικρίσεις όσον αφορά τα κριτήρια, τα κίνητρα, τη στοχοποίηση, κ.ά.

Ήδη έχει αρχίσει να λειτουργεί ειδική στήλη στην ιστοσελίδα του Υπουργείου (mid.ru) που «αποκαλύπτει» την αναπαραγωγή ψευδών πληροφοριών και δημοσιευμάτων για τη Ρωσία, «σηματοδοτώντας» τα με το γνωστό «fake». Πέραν λοιπόν των επίσημων διαψεύσεων, εφεξής θα δίνονται σαφή δείγματα και θα δημοσιοποιείται το αναληθές υλικό που κυκλοφορεί, προκειμένου να γνωστοποιηθούν οι κύριες τάσεις αλίευσης διαδικτυακών ειδήσεων για τη Ρωσία και να σταματήσει η αναπαραγωγή τους. Αυτή η τακτική της Μόσχας περιέργως θορύβησε το Βερολίνο περισσότερο ίσως από ότι θα μπορούσε κάποιος
να φανταστεί.

Μέχρι στιγμής έχουν αναρτηθεί άρθρα ξένων πρακτορείων (επισυνάπτοντας συνδέσμους και διευθύνσεις), όπως «SANTA MONICA OBSERVER», «BLOOMBERG», «NYTIMES», «TELEGRAPH» και «NBCNEWS», που αφορούν υπαινιγμούς: για τα αίτια θανάτου 5 Ρώσων διπλωματών το τελευταίο τρίμηνο, για τους Ρώσους χάκερ και την εμπλοκή τους στις Προεδρικές Εκλογές στη Γαλλία, για την ανάπτυξη ρωσικών πυραύλων κατά παράβαση των συμφωνιών με τις ΗΠΑ, για τον ρόλο της Ρωσίας στην οργάνωση πραξικοπήματος στο Μαυροβούνιο και για τη χαριστική επιστροφή του SNOWDEN στις ΗΠΑ.

Το ρωσικό ΥΠΑΜ προχώρησε και στην σύσταση διεύθυνσης αντιπροπαγάνδας, μία απόφαση που είχε ληφθεί από το 2012, ωστόσο μέχρι πρόσφατα δεν επιβεβαιωνόταν η ύπαρξή της εντός των ΕΔ της χώρας. Βασικό αντικείμενο εκτιμάται πως θα είναι η αναγνώριση και ταυτοποίηση προθέσεων καθώς επίσης και οι προληπτικές ενέργειες, λαμβάνοντας υπόψη την ανάλογη δομή του ΝΑΤΟ στη Ρίγα (2015), με το γνωστό Κέντρο Στρατηγικών Επικοινωνιών που δημιουργήθηκε για την καταπολέμηση της ρωσικής προπαγάνδας. Φυσικά, η ρωσική πλευρά διατείνεται πως πρόκειται για αμυντικό μέσο, ενώ σε καιρό ειρήνης θεωρείται περιττή η ανάγκη παρέμβασης σε οποιοδήποτε σύστημα πληροφοριών.

Η ρωσική διαδικτυακή απειλή για την Ευρώπη


Η Ρωσία διαθέτει ισχυρή ομάδα στην εν λόγω αγορά και αποτελεί μία από τις πέντε μεγαλύτερες χώρες στη χρηματοδότηση κυβερνοστρατσύ που ασχολείται με την κατασκοπία, επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και πληροφορίες πολέμου. Στον τομέα της ασφάλειας των πληροφοριών, εικάζεται ότι απασχολούνται περίπου 1.000 Ρώσοι, ενώ η χρηματοδότησή τους υπερβαίνει τα 300 εκατ. δολάρια. Πρώτες κατατάσσονται οι ΗΠΑ με 9.000 «κυβερνοστρατιώτες» και 7 δις δολάρια προύπολσγισμό, δεύτερη έρχεται η Κίνα με 20.000 άτομα και 1,5 δις, τρίτη η Μ. Βρετανία με S 450 εκατ. ετησίως για 2.000 ειδικούς, και τέταρτη η Νότιος Κορέα με το προσωπικό της να φθάνει τα 700 άτομα, που χρηματοδοτούνται με 400 εκατ. δολάρια.

Η Ε.Ε. νοιώθει την διαδικτυακή απειλή της Μόσχας, ωστόσο αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου για την «πράσινη ζώνη» μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, ήτοι την Αν. Ευρώπη. Ασχέτως των επιμέρους ζητημάτων τα κυρίως ερωτήματα που οφείλουν να απαντηθούν για την εκτόνωση της κρίσης στην Αν. Ευρώπη είναι τα σύνορα μεταξύ Δύσης και Ανατολής και οι σφαίρες επιρροής ΝΑΤΟ και Μόσχας.

Η ανάλυση του «Ανατολικού Ευρωπαϊκού Ζητήματος»

Η επίκαιρη, απειλητική κρίση αποτελεί απότοκο των παραπάνω ερωτημάτων, από τη στιγμή που απουσιάζουν ξεκάθαρες απαντήσεις και όρια. Τη δεκαετία του ΄90 η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική, καθώς μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης συνάφθηκε «σιωπηρή συμφωνία», σύμφωνα με την οποία, η Λευκορωσία, η Ουκρανία και η Γεωργία σχη μάτισαν κατά κάποιο τρόπο ένα «οχυρό» για τη Ρωσία. Ταυτόχρονα προβλεπόταν ότι η επιρροή του ΝΑΤΟ θα σταματούσε στα σύνορα της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας.

Η ευαισθησία τήρησης αυτής της συμφωνίας έγκειτο στο γεγονός πως από τις τρεις χώρες της Βαλτικής, η Εσθονία και η Λετονία συνορεύουν άμεσα με τη Ρωσία, ενώ η Λιθουανία διαθέτει κοινά σύνορα με τη Λευκορωσία. Το πρόβλημα αυτό φάνηκε να περιορίζεται λόγω της διατήρησης του Kaliningrad ως ρωσικής περιφέρειας εντός των χωρών της Βαλτικής. Με βάση αυτή τη νέα «διεθνή τάξη» αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ΄90 μια προσέγγιση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, με εμφανή αποτελέσματα, που εκτός από τη σύναψη συμφωνιών μεταξύ Ε.Ε. και Μόσχας, αλλά και πολυάριθμων με τις ΗΠΑ, η Ρωσία συμπεριλήφθηκε ως 8ο μέλος στην Ομάδα των χωρών «G 7», τη «λέσχη των ισχυρότερων βιομηχανικά ανεπτυγμένων χώρων του κόσμου».

Η αλλαγή των εποχών

Σήμερα θεωρείται ευρέως πως πυροδότης της κρίσης ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία το 2014, η οποία χαρακτηρίστηκε ως «εισβολέας». Η άποψη αυτή όμως αφορά μόνο σε ένα γεγονός και δεν εκφράζει τη συνολική εξέλιξη της κατάστασης.

Η ιστορία της κρίσης της Αν. Ευρώπης ξεκινάει από το 2004, όταν το ΝΑΤΟ ξεκίνησε να διευρύνει την επιρροή του πέραν των συνόρων που προέβλεπε η «σιωπηρή συμφωνία», ξεκινώντας τη δραστηριότητα αυτή από τη Γεωργία. Ο M. SAAKASHVILI, Πρόεδρος της Γεωργίας από το 2004 έως το 2013, ακολούθησε φιλο-δυτική πολιτική θέτοντας εαυτόν νατοϊκό εταίρο. Αρχικά βρέθηκαν στο προσκήνιο ζητήματα όπως η ενίσχυση της Δημοκρατίας, η καταπολέμηση της διαφθοράς και η οικονομική συνεργασία με την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ, ωστόσο όλα αυτά αποτελούσαν πρόσχημα για τις πραγματικές νατοϊκές προθέσεις ήτοι συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα και δόθηκε η λανθασμένη εντύπωση πως το ΝΑΤΟ θα σταθεί στο πλευρό της χώρας, ακόμη και σε περίπτωση διένεξής της με τη Ρωσία.

Το καλοκαίρι του 2008 οι εντάσεις κλιμακώθηκαν, με αποτέλεσμα να εισβάλει στη χώρα ο ρωσικός Στρατός, καταλαμβάνοντας τις Επαρχίες Αμπχαζία και Οσσετία, τις οποίες ελέγχει μέχρι σήμερα η Ρωσία. Ήταν η πρώτη αμφισβήτηση της Μόσχας προς την προέκταση του ΝΑΤΟ και η έμπρακτη υπενθύμιση της «Σιωπηρής Συμφωνίας».

Η Δύση έλαβε υπόψη της τη ρωσική δράση, αλλά δεν αντέδρασε σθεναρά και δεν προέβη καν στην επιβολή κυρώσεων, όπως έπραξε στην περίπτωση της προσάρτησης της Κριμαίας. Η δυτική αδιαφορία συνεχίστηκε μέχρι και σήμερα, παρά τις συμπλοκές που σημειώνονται επανειλημμένως στη χώρα και περιορίζουν την εξουσία της στην επικράτειά της.
Η συνεργασία οποιασδήποτε πρώην σοβιετικής δημοκρατίας είναι μεν αποδεκτή από τη Μόσχα, σε οικονομικό επίπεδο, αλλά σε ό,τι αφορά στη συνεργασία στο στρατιωτικό τομέα υπάρχει έντονη αντίδραση. Ταυτόχρονα, η Συμμαχία του ΝΑΤΟ δημιουργεί ελπίδες στην ανατολική Ευρώπη, τις οποίες όμως, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν έχει εκπληρώσει.
Η κρίση στην Ουκρανία αποτελεί μια συνέχεια όσων διαδραματίστηκαν στη Γεωργία το 2008, οπότε και εισέβαλε ο ρωσικός Στρατός στη χώρα. Στην κρίση της Ουκρανίας παρατηρείται όμως μεγαλύτερη κλιμάκωση λόγω πρόσθετων πιέσεων. Από το 2004, που ξεκίνησε η «Πορτοκαλί Επανάσταση», η Ουκρανία χαίρει της εκτίμησης της Δύσης. Η δε προσέγγιση της Δύσης από την Ουκρανία προωθείται από διάφορες Κυβερνήσεις και θα έπρεπε να οδηγήσει στην ένταξή της στην Ε.Ε. ή τουλάχιστον σε μία σύνδεση με την Ένωση. Ο στόχος αυτός δεν προωθήθηκε μόνον από τον Πρόεδρο, V. YUSHCHENKO, εκπρόσωπο της φιλο-δυτικής «Πορτοκαλί Επανάστασης», αλλά και στη συνέχεια από τον φιλο-ρώσο Πρόεδρο, V. YANUKOVYCH.
Tov Νοέμβριο του 2013, μετά από πολυετείς διαπραγματεύσεις που βρίσκονταν λίγο πριν από την ολοκλήρωσή τους και κατόπιν διαμαρτυρίας της Ρωσίας, ο V. YANUKOVYCH πάγωσε τις διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια την επανάσταση. Από τον Ιούνιο του 2014, ο Πρόεδρος, Ρ. POROSHENKO, ακολουθεί μία επίσης φιλο-δυτική πορεία, κατορθώνοντας να συνάψει μια σειρά συμφωνιών όχι μόνο με την Ε.Ε. αλλά και με το ΝΑΤΟ. Έτσι δόθηκε η εντύπωση στη χώρα ότι το status της βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό ενός μέλους των δύο Θεσμών.

Η πραγματική αιτία της ρωσικής αντίδρασης

Ωστόσο, αυτό που αποτελεί άξιον απορίας είναι ο λόγος που η Μόσχα αντέδρασε μόλις τον Μάρτιο του 2014, προβαίνοντας στην προσάρτηση της Κριμαίας, ενώ τα περασμένα έτη η συνεργασία με την Ε.Ε. αντιμετωπιζόταν θετικά από το Κρεμλίνο.
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό βρίσκεται στη Συνθήκη της Λισσαβόνας, η οποία από το 2009 μετέβαλε καθοριστικά τα θεμέλια της Ε.Ε. Η Ε.Ε. δεν αποτελεί πλέον μία οικονομική Κοινότητα, αλλά μία πολιτική Ένωση, η οποία είναι ως επί το πλείστον στενά συνδεδεμένη με το ΝΑΤΟ. Το γεγονός αυτό δεν λαμβάνεται σχεδόν καθόλου υπόψη στην Ε.Ε., επειδή πολλοί λίγοι έχουν διαβάσει το κείμενο της Συνθήκης της Λισσαβόνας.
Από τον Ιούνιο του 2009, οι όποιοι στενοί δεσμοί με την Ε.Ε. αποτελούν και στενούς δεσμούς με το ΝΑΤΟ και στην περίπτωση της Ουκρανίας συνάφθηκαν σταδιακά ακόμη και κάποιες απευθείας συνεργασίες με τη Συμμαχία του ΝΑΤΟ. Ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έχει τη βάση του στην Κριμαία, όπου βρίσκονται και πολλές εγκαταστάσεις υπηρεσιών σχεδιασμού καθώς και διοικητικές εγκαταστάσεις, και οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν στη Μόσχα τη σκέψη ότι ο στόλος της θα βρίσκεται σε μια νατοϊκή χώρα. Η κατάσταση αυτή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδέκτη από τη Ρωσία, γεγονός που οδήγησε και στην περιβόητη προσάρτηση της Κριμαίας.
Η Ουκρανία, ως «de facto» χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, αποτελεί από την πλευρά της Μόσχας απειλή, όχι μόνο γιατί σε αυτήν βρίσκεται ο στόλος της, αλλά και λόγω της μακράς συνοριακής γραμμής που ενώνει τις δύο χώρες. Η ασφάλεια των συνόρων, ειδικά στην ανατολική περιοχή της χώρας, αποτελεί πρωταρχικό στρατηγικό μέλη μα της Μόσχας και η κατάσταση είναι όμοια με αυτή στη Γεωργία, όπου η Ρωσία έχει προβεί σε κατάληψη των περιοχών της Αμπχαζίας και της Οσσετίας.
Όπως στη Γεωργία, έτσι και στην Ουκρανία έχει δημιουργηθεί η ελπίδα ότι το ΝΑΤΟ θα μεσολαβήσει για να απελευθερωθεί η Κριμαία και για να ηττηθούν οι αυτονομιστές της ανατολικής Ουκρανίας. Η νατοϊκή εμπλοκή μπορεί να θεωρείται σχεδόν απίθανη, ωστόσο υποβόσκει ο κίνδυνος μιας εμπλοκής της Συμμαχίας λόγω των πολλών συμφωνιών που έχουν συναφθεί. Επομένως η κλιμάκωση δεν είναι απαραίτητο να ακολουθήσει μία απευθείας εμπλοκή νατοϊκών δυνάμεων, από τη στιγμή που πολλές κρίσεις, επιχειρήθηκε να επιλυθούν μέσω της φαινομενικά ακίνδυνης αποστολής «στρατιωτικών συμβούλων», αλλά μετατράπηκαν τελικά σε αιματηρούς πολέμους.
==========================================
Ιδιοκτησία πνευματικών δικαιωμάτων http://www.geopolitics.com.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου