Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

ΒΙΑ Η ΜΗΤΙΣ;ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ

Φλόρεντς Τσελάι

Βία ή Μήτις; Μία πολιτική επιλογή    

ODYSSEUS


«Πόλεμος μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης...», «Στη μάχη του σταυρού ρίχνονται οι ήφιοι βουλευτές...», «Προεκλογική εκστρατεία ξεκινά...»: Αυτές είναι κάποιες απο τις εκφράσεις που ενίοτε διανθίζουν το δημοσιογραφικό λόγο όταν αυτός αναφέρεται στην πολιτική επικαιρότητα. Η χρήση τους είναι συνήθως μεταφορική και γίνεται για να προσδώσει μια παραπάνω ένταση στην είδηση. Σημασιολογικά όμως υποδηλώνει τη στενή σχέση αναλογίας και αντιστοίχισης μεταξύ πολέμου και πολιτικής. Ο Carl von Clausewitz είχε γράψει σχετικά πως
«Ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα.»1
Υπό μια έννοια, πράγματι, ο πόλεμος μπορεί να θεωρηθεί ως ακραία έκφανση ή/και συνέχεια της πολιτικής. Πέραν της σχέσης επέκτασης ωστόσο, υπάρχει και ουσιαστική σχέση αναλογίας και αντιστοίχισης μεταξυ πολέμου και πολιτικής. Αυτή εκφράζεται σε επίπεδο στοχοθέτησης, επιχειρησιακής οργάνωσης και σε επίπεδο κατανομής των διαθέσιμων πόρων. Τονίζουμε τη στοχοθέτηση, καθώς δε μιλάμε για μια επικοινωνιακού επιπέδου μετα-ανάλυση της στρατηγικής, όπως αυτή γίνεται απο τους εκάστοτε συμβούλους των πολιτικών.2 Αντιθέντως, αναφερόμαστε στην ουσία της πολιτικής, που έχει να κάνει τόσο με την εκτέλεση πολιτικών σχεδίων - όπως αυτή εκφράζεται από την κυβέρνηση ως εκτελεστική εξουσία- όσο και με το πως αυτά τα σχέδια απτύσσονται αντικατοπτρίζοντας θεμελιώδεις πολιτικές στοχεύσεις, εκφραζόμενες σε προγραμματικό επίπεδο.3
Ο πόλεμος και η πολιτική μοιράζονται τα εξής κοινά χαρακτηριστικά4:
  • Αποτελούν οργανωμένες προσπάθειες εκπροσώπησης αντίθετων εκφράσεων της ανθρώπινης βούλησης.
  • Έχουν ευρεία επιρροή σε ενα μεγάλο πλήθος ανθρώπων και ταυτόχρονα απαιτούν τη συμμετοχή των πολλών προκειμένουν να επιλύσουν ζωτικής σημασίας ζητήματα.
  • Προκαλούν πάθη, κυρίως αντιπαλότητας ή/και εχθρότητας.
  • Εκθέτουν τους συμμετέχοντες σε αβεβαιότητα ή κίνδυνο. Μπορεί βέβαια ο πολιτικός να μη ρισκάρει την φυσική του επιβίωση (εκτός αν έχει γραφείο στα Εξάρχεια), εντούτοις όμως ρισκάρει για παράδειγμα την πολιτική, οικονομική ή κοινωνική του επιβίωση σε περίπτωση ταπεινωτικής ήττας.
  • Απαιτούν προσεκτικές τακτικές και χάραξη στρατηγικής.
Αυτά συναποτελούν τον κοινό τόπο των δύο. Μπορεί να θεωρηθεί λοιπόν εύλογη η προσέγγιση της πολιτικής διαδικασίας με όρους της αντίστοιχης πολεμικής. Σε αυτό το κείμενο θα εστιάσουμε στο τελευταίο εκ των κοινών στοιχείων: τη στρατηγική2.
Με βάση την ουσία του όρου, η ύπαρξη στρατηγικής υποδηλώνει την ικανότητα του εκάστοτε λήπτη αποφάσεων να μπορεί να σηκώσει το βλέμμα του πάνω απο το πρόσκαιρο, το βραχυπρόθεσμο, και το επουσιώδες, προκειμένου να δει το μακροπρόθεσμο και ουσιώδες· να αντιμετωπίσει τις γενεσιουργές αιτίες και όχι τα συμπτώματα παθογενειών. Αυτός άλλωστε δεν είναι και ο ορισμός του «οραματιστή πολιτικού»; Όπως τουλάχιστον τον έχουμε οι περισσότεροι στο μυαλό μας.
Αναζητώντας τις ιστορικές ρίζες της στρατηγικής παρατηρούμε ότι στις απαρχές της ανθρώπινης εξέλιξης, η καλύτερη στρατηγική επιλογή που θα μπορούσε κάποιος να έχει ήταν να ταυτίσει τις επιθυμίες του με τη «θεία θέληση» των εκάστοτε Θεών. Γι' αυτό άλλωστε και η έννοια του «από μηχανής θεού» ήταν πάντα έκδηλη στα πρώτα γραπτά, τις αρχαίες τραγωδίες, αλλά και στη Βίβλο αργότερα.
Σταδιακά ωστόσο και όσο ο άνθρωπος έπαιρνε τις τύχες στα χέρια του, η βαρύτητα του ρόλου της «Θείας θέλησης» μειώθηκε. Σημείο καμπής σε αυτή την εξέλιξη ήταν η Αρχαία Ελληνική Γραμματεία κατά τον «διαφωτισμό» του 5ου αιώνα π.χ..
Ο Όμηρος ήταν αυτός ο οποίος μέσα από τα έργα του εισήγαγε τη σημαντικότερη διχοτόμηση στην ιστορία της στρατηγικής σκέψης. Αυτή της επιλογής μεταξύ της νίκης στο φυσικό επίπεδο και της νίκης στο πνευματικό επίπεδο· Την επικράτηση δηλαδή δια της βίας ή του νου. Στον Όμηρο οι αντίθετες αυτές προσεγγίσεις στην επίλυση προβλημάτων εκφράζονταν απο τον Αχιλλέα και τον Οδυσσέα, οι οποίοι ενσάρκωναν τις έννοιες βία και μῆτις αντίστοιχα.
Οι ήρωες στα έπη του Ομήρου ήταν μεν ταυτόχρονα άριστοι χειριστές και του λόγου και της δράσης, οι διαφορές μεταξύ Αχιλλέα και Οδυσσέα ωστόσο έδειχναν την πιθανή σύγκρουση των δύο και την υπερίσχυση του ενός χαρίσματος τελικά στον καθένα. Ο άνδρας της δράσης ή θα θαυμαζόταν για το θάρρος του ή θα χλευαζόταν ως "ανόητος" εξαιτίας της αποκλειστικής του εξάρτησης απο τη φυσική δύναμη, ενώ ο άνδρας του λόγου είτε θα επικροτείτο για την ευφυία του, είτε θα απαξιωνόταν επειδή οι λέξεις ενίοτε παραπλανούσαν και έδειχναν επιτηδειότητα.
Διαβάζουμε στην Ιλιάδα6:
τὸν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς· διογενὲς Λαερτιάδη πολυμήχαν᾽ Ὀδυσσεῦ χρὴ μὲν δὴ τὸν μῦθον ἀπηλεγέως ἀποειπεῖν, ᾗ περ δὴ φρονέω τε καὶ ὡς τετελεσμένον ἔσται, ὡς μή μοι τρύζητε παρήμενοι ἄλλοθεν ἄλλος. ἐχθρὸς γάρ μοι κεῖνος ὁμῶς Ἀΐδαο πύλῃσιν ὅς χ᾽ ἕτερον μὲν κεύθῃ ἐνὶ φρεσίν, ἄλλο δὲ εἴπῃ».
Μετάφραση: Και ο γοργοπόδης Αχιλλεύς απάντησέ του κι είπε: «Λαερτιάδη ευρετικέ, διογέννητε Οδυσσέα, ίσια θα ειπώ και καθαρά την ομιλίαν όλην, καθώς φρονώ και ασάλευτη θα μείν' η θέλησίς μου, ώστε να μην προσκλαίεσθε καθήμενοι σιμά μου. Ότι μου είναι μισητός, όσο του Άδ' οι πύλες, κείνος που κρύβει άλλο στον νουν και άλλο στο χείλος έχει7
Πάνω σε αυτή τη θεμελιώδη διχοτόμηση έχτισαν και οι μετέπειτα συγγραφείς και ερευνητές της στρατηγικής. Αξίζει λοιπόν κάποιος να μελετήσει σε βάθος τα συστατικά στοιχεία των δύο αυτών εννοιών και κυρίως αυτά της Μήτιδος.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Μήτις, θεά της σοφίας και της φρόνησης επιλέχθηκε απο το Δία ως πρώτη συζύγός του. Φοβούμενος όμως ο Δίας, ότι ένας γιος που θα συνδύαζε τη δύναμη του ιδίου με την ευφυία της μητέρας του θα ήταν υπερβολικά δυνατός, επιστράτευσε τη δική του πονηριά και καταβρόχθισε την ίδια τη Μήτι. Ο σκοπός του ήταν να αποτελεί αυτός και μόνον την πηγή κάθε ευφυίας και πονηριάς. Δε γνώριζε ωστόσο πως η Μήτις ήδη κυοφορούσε την Αθηνά, η οποία ύστερα γεννήθηκε βγαίνοντας απο το κεφάλι του ίδιου του Δία, πλήρως σχηματισμένη και με πανοπλία. Η Αθηνά, η Θεά και της σοφίας και του πολέμου ήταν αυτή που ταυτίστηκε με τη μήτι όσο καμία άλλη θεϊκή ύπαρξη. Ανέπτυξε άλλωστε στενή σχέση με το θνητό εκείνον που η ίδια παραδεχόταν ότι ενσάρκωνε τη μήτι καλύτερα απο κάθε άλλον: τον Οδυσσέα.8
Όποιος πορεύεται με οδηγό τη Μήτι, έχει το βλέμμα στο μέλλον, αναμένει όταν πρέπει και σχεδιάζει προσεκτικά τις κινήσεις του. Ο Οδυσσέας έδινε περισσότερη σημασία στην τελική επιτυχία παρά στην πρόσκαιρη δόξα. Ο σκοπός του αγίαζε τα μέσα. Είχε πάντα στο μυαλό του τον ένα και μοναδικό τελικό στόχο του: να ξαναδεί την Πηνελόπη. Με αυτό ως αφετηρία οπισθοδρομούσε νοητικά, επεξεργαζόταν αντίστροφα όλα τα πιθανά σενάρια και εμπόδια και σχεδίαζε τη στρατηγική του. Έβλεπε ακόμα τον κόσμο μέσα απο τα μάτια των άλλων, γεγονός το οποίο του επέτρεπε να τους εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες τους κατα το δοκούν για να εκπληρώσει το σκοπό του.
Όποιος πορεύεται με οδηγό τη Βία, αντιθέτως, ακόμη και αν διαθέτει δύναμη και θάρρος, καταχρώμενος αυτά τα δύο, μπορεί να οδηγηθεί ενίοτε σε δυσμενείς καταστάσεις. Ο ίδιος ο θάνατος του Αχιλλέα μας υπενθυμίζει δύο σημαντικά μαθήματα: Πρώτον, η δύναμη, όσο μεγάλη και να είναι, πάντα μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με κάποια μεγαλύτερή της. Δεύτερον, η αποκλειστική εξάρτηση από αυτήν, εμπεριέχει τον κίνδυνο κάποιος να εντοπίσει το αδύνατο σημείο της· όπως εντόπισε ο Πάρις την «αχίλλειο πτέρνα» με τη βοήθεια του Απόλλωνα. Η θεμελιώδης διαφορά των δύο - Οδυσσέα και Αχιλλέα - πάνω στην οποία ερίζονται όλες οι υπόλοιπες είναι η στοχοθεσία όπως τονίσαμε αρχικά: για τον Οδυσσέα ο στόχος ήταν η τελική επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού, για τον Αχιλλέα αντίθετα πρωτεύων στόχος ήταν η δόξα.
Ακόμη όμως και ο πορευόμενος με τη μήτι μπορεί να καταχραστεί αυτήν και να την ετατρέψει σε Ύβρι, μια ειδική περίπτωση Βίας. Στο ταξίδι επιστροφής απο την Τροία προς την Ιθάκη ο Οδυσσέας είχε πάμπολλες ευκαιρίες να επιδείξει την ευφυία του και το έκανε με επιτυχία. Είχε όμως και στιγμές που ο φθόνος και η έπαρση τον κατελάμβαναν. Ήταν η ὓβρις εναντίον των θεών στην Τροία και η ὓβρις εναντίον του Ποσειδώνα ειδικότερα (μετά την τύφλωση του Πολύφημου, γιου του Θεού της Θάλασσας) που έκαναν το ταξίδι του ακόμα πιο μακρύ και δύσκολο. Και μπορεί στην πολιτική ζωή η ακολουθία ὓβρις→ἂτη→νέμεσις→τίσις να μην έχει την ίδια νομοτελειακή ισχύ, εντούτοις όμως στην πολιτική όποτε η ὓβρις αποκτά πολιτικό μανδύα εκφράζεται και μεταφράζεται σε βία.
Η βία αυτή στην πολιτική μπορεί να είναι είτε μεταφορική είτε κυριολεκτική. Η «νύχτα των κρυστάλλων» ήταν ένα παράδειγμα κυριολεκτικής βίας απορρέουσας απο μια πολιτική έκφραση σε ακραία μορφή. Τα πογκρόμ εναντίον μειονοτήτων μετά το δημοψήφισμα υπέρ του Brexit και μετά την εκλογή του Donald Trump ως προέδρου των ΗΠΑ, ήταν επίσης μορφές κυριολεκτικής βίας.
Βία όμως, ως εναλλακτική στη Μήτιδα, είναι και η επιλογή μιας κυβέρνησης να δώσει μια διαπραγματευτική μάχη με μόνο όπλο τον παθιασμένο λόγο και τα λεκτικά πυροτεχνήματα περί «αξιοπρέπειας». Βία είναι και το να ονοματίζεις την αντίπαλη άποψη «δοσιλογισμό». Βασίζεσαι στη βία όταν πιστεύεις πως τα πολιτικά - οικονομικά προβλήματα επιλύονται μέσω της φαινομενικής παρρησίας, και του ψευδεπίγραφου θάρρους. Αυτή είναι βέβαια και παράλογη μορφή βίας, αφού επιχειρείς να υβρίσεις όπως έκανε ο Αχιλλέας με το νεκρό Έκτορα, χωρίς να έχεις καν κερδίσει τη μάχη. Αυτή είναι και η χειρότερη βία· αυτή που σε κάνει να νομίζεις πως έχεις την ορμή του Αχιλλέα, ενώ στην πραγματικότητα έχεις τον κούφιο ηρωισμό του Δον Κιχώτη. Είναι η χειρότερη διότι είναι και επικίνδυνη όταν απο τις πράξεις και τη στάση σου εξαρτάται το μέλλον ενός κοινωνικού συνόλου. Σε τελική ανάλυση, όπως έχει αποδείξει η πρόσφατη πολιτική ιστορία στην Ελλάδα, όταν ο θυμός γίνεται ψήφος και η ύβρις αποκτά πολιτική έκφραση, η «βία» γίνεται κυβερνητικός μονόδρομος.
Ο θυμός ως κατάσκοπος· Ο θυμός αδειάζει την ψυχή και φέρνει τα κατακάθια της στο φως. Γι'αυτό, αν δεν έχουμε άλλο τρόπο να ανακαλύψουμε την αλήθεια των πραγμάτων, θα πρέπει να ξέρουμε πως να προκαλέσουμε την οργή των φίλων, των υποστηρικτών και των αντιπάλων μας, γιατί τότε μόνο θα μάθουμε τι στ'αλήθεια σκέφτονται και σχεδιάζουν εναντίον μας.
-- Ανθρώπινο, Πάρα Πολύ Ανθρώπινο, Φρίντριχ Νίτσε, 1886
Ο παραπάνω παραλληλισμός μεταξύ πολεμικής και πολιτικής στρατηγικής, για να έχει ουσιαστικό νόημα και πρακτική αξία απαιτεί την ένταξη της πολιτικής αντιπαράθεσης και δράσης σε ένα συγκεκριμένο νοητικό πλαίσιο. Το πρώτο στοιχείο αυτού του πλαισίου είναι ο προσδιορισμός του αντιπάλου: Είναι μια συγκεκριμένη ιδεολογία; Είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο; Είναι ένας τρόπος άσκησης εξουσίας; Είναι μια νοσηρή κουλτούρα των πολιτών; Για να απαντηθούν τέτοιου είδους θεμελιώδη ερωτήματα, χρειάζεται το ανθρώπινο δυναμικό εκείνο το οποίο: θα τα κατανοήσει, θα τα απαντήσει, θα συνθέσει προτάσεις λύσεων όχι απλά ως ένα γενικότερο «αφήγημα»- όπως πλεον συνηθίζεται να λέγεται-, αλλά ως μια πρόταση κυβερνητικής στρατηγικής..
Η επιλογή του πλαισίου - βίας ή μήτιδος - στο οποίο θα αναπτυχθεί και θα εξελιχθεί αυτό το σύνολο λύσεων εξαρτάται πρωτίστως απο το ανθρώπινο δυναμικό που θα αναλάβει το ρόλο αυτό. Μπορεί μεν η επιλογή αυτή να υποδηλώνει μια καλή πρόθεση και μια ιδιοσυγκρασιακή προδιάθεση, δε μπορεί όμως επουδενί να αποτελέσει από μόνη της στρατηγική. Αυτή επίσης εξαρτάται από την ικανότητα του εκάστοτε πολιτικού οργανισμού ή ατόμου να μετατρέψει τη γενικότερη στρατηγική κατεύθυνση σε ένα ενιαίο σώμα επιχειρησιακών προτάσεων που έχει ταυτόχρονα και στρατηγική ροή αλλά και πολιτική συνοχή ικανή να πείσει όχι μόνο συμμάχους, αλλά και αντιπάλους. Το τελευταίο σημείο είναι ιδιαιτέρως καίριο ειδικά όταν αναφερόμαστε σε ιστορικές συγκυρίες που απαιτούν ευρείες συμμαχίες ετερόκλητων και μη όμορων πολιτικών δυνάμεων και κοινωνικών ομάδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου ηγέτη, ικανού να πείσει και τους αντιπάλους του ήταν κατα το Θουκυδίδη ο Περικλής.
Αυτός όμως, γνωρίζων πολύ καλά τας εσωτερικάς των σκέψεις και διαθέσεις, τους είπε· κάθε βασίλειον, όταν χωρισθή εις εχθρικάς παρατάξεις, που θα μάχωνται η μία την άλλην, θα καταλήξη εις καταστροφήν και ερήμωσιν, και όταν μία οικογένεια διαιρεθή με εχθρικότητα εναντίον του ευατού της πίπτει και διαλύεται.
-- Λουκ. 11,17
Στην τρέχουσα πολιτική, κοινωνική και οικονομική συγκυρία, το βασικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη αυτού του νηφάλιου ανθρωπίνου δυναμικού, ικανού να αναπτύξει το σύνολο ολοκληρωμένων προτάσεων και λύσεων καθώς και να το εκφράσει με σύγχρονο πολιτικό-στρατηγικό λόγο που όμως να προσφέρει παράλληλα και τεχνοκρατικού επιπέδου επιχειρησιακό σχέδιο. Η έλλειψη αυτή βέβαια δεν έχει τόσο να κάνει με τη μη διαθεσιμότητά του, όσο με την αδυναμία του ή/και την απροθυμία του να αναλάβει πολιτικούς ρόλους πρώτης γραμμής.
Σε τελική ανάλυση, ο ανθρώπινος ηρωισμός του Οδυσσέα, βασιζόμενος στην ευφυϊα και την αντοχή, στέκεται υπεράνω της πρόσκαιρης δόξας του Αχιλλέα9.
1Για τη συγκεκριμένη φράση έχει γίνει μεγάλη συζήτηση απο ερευνητές και ο γράφων δε συμφωνεί πλήρως με την προσέγγιση αυτή, εν προκειμένω όμως αποδίδει ορθά το κατάλληλό μήνυμα ↩
2Αποτελεί σημείο των καιρών πως αυτού του είδους μετα-ανάλυση γίνεται πλέον και απο outsiders, οι οποίοι έχουν ελάχιστη πληροφόρηση, με αποτέλεσμα να οδηγούν σε μια αποπολιτικοποίηση του δημόσιου λόγου. ↩
3Σχετικά με αυτή τη διαφορά μεταξύ στοχοθέτησης και εκτέλεσης, στο επιστημονικό management γίνεται μια καίρια διάκριση μεταξύ των όρων της αποτελεσματικότητας (effectiveness) και της αποδοτικότητας (efficiency): Η μεν αποτελεσματικότητα έχει να κάνει με την ικανότητα κάποιου (ατόμου ή οργανισμού) να θέτει τους κατάλληλους στόχους, η δε αποδοτικότητα έχει να κάνει με την επίτευξη αυτών των στόχων μέσω της βέλτιστης αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων. ↩
4The Art of Political Warfare, by John J. Pitney (2000) ↩
5Φυσικά ο πόλεμος και η πολιτική έχουν επίσης πολλές διαφορές μεταξύ τους, κυρίως σε ό,τι αφορά την ιεραρχική αλλά και επιχειρησιακή οργάνωση. Στα πλαίσια της συγκεκριμένης ανάλυσης ωστόσο εστιάζουμε στα κοινά τους σημεία, χωρίς βλάβη της γενικότητας. ↩
6Ομήρου Ιλιάδα, Ραψωδία Ι', στ. 312
7Δεν είναι πλήρως ξεκάθαρο σε ποιόν αναφέρεται ο Αχιλλέας στο συγκεκριμένο απόσμασμα· στον Αγαμέμνονα ή τον Οδυσσέα
8Ομήρου Οδδύσεια, Ραψωδία 9, στ. 297-299
8The Wrath of Athena: Gods and Men in the Odyssey, by Jenny S. Clay (1983) ↩



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου