Αν και η γιορτή έπαψε πια να έχει την αίγλη του παρελθόντος.
Αν και οι μνήμες σβήνουν μαζί με την Ελλάδα που αγάπησα.
Αν και πολλοί θα μιλάνε για εθνικισμό και άλλα τέτοια “πολυπολιτισμικά”.
Αν και οι “αριστερών πεποιθήσεων” θα γελάσουν.
Δεν μπορώ παρά να αποτίσω φόρο τιμής στους Πρόγονους. Αν κάποιοι από εσάς προτιμάνε να μην έχουν Πρόγονους, δημοκρατία έχουμε και μπορεί ο καθένας να λέει και να σκέφτεται ότι θέλει.
Πείνα. Φρίκη. Οδυρμός.
Κατατρεγμός και θανατικό.
Σφαγές ανελέητες.
Εξανδραποδισμοί και λεηλασίες.
Και φόβος, φόβος, φόβος.
Δεν ξέρω αν ήταν τυχαίο ή θέλημα θεού.
Ούτε αν έπρεπε να συμβεί έτσι ή διαφορετικά.
Αλλά συνέβη.
Μέσα στην καρδιά του σκλάβου φύσηξε η αύρα της ελευθερίας.
Έδιωξε την στάχτη από την ψυχή του.
Και ο Προμηθέας ξαναγύρισε με την φωτιά στο χέρι.
Ανάβοντας φλόγα άσβεστη.
Καταναλώτρια.
Παμφάγο.
Γιατί κανείς δεν μπορεί να ανέβει στην πλάτη σου εάν δεν σκύψεις.
Σφιγμένες γροθιές απαίτησαν:
Ελευθερία ή Θάνατος.
Τότε οι αρχαίοι πρόγονοι ταρακούνησαν τις καρδιές.
Ο πολεμικός παιάνας αντιλάλησε από τα βάθη των αιώνων.
Και ο Ορφέας έπαιξε την λύρα του.
Και οι Κουρήτες χόρεψαν τον πυρρίχιο ψηλά στα απάτητα βουνά τους.
Και ήρθαν οι μακρυμάλληδες Αχαιοί.
Και σηκώθηκαν οι Δωριείς οπλισμένοι με μαύρο σίδερο.
Και ο πανούργος Οδυσσέας μπήκε στην μάχη.
Και οι μαυρόπλωρες τριήρεις άρχισαν να πετούν στα κύματα.
Και ο Λεωνίδας στάθηκε στα στενά.
Και το Ελληνικό αίμα ξύπνησε στις φλέβες.
Χοχλάκισε ζωντανό… αληθινό… αιώνιο!
Ιδρώτας, αίμα και χώμα ανακατώθηκαν σε τιτάνια πάλη.
Πλάθοντας το Απίθανο.
Ενώ η Ευρώπη έκθαμβη παρακολούθησε τον Αγώνα. Θαυμάζοντας τους αρχαίους ήρωες που ξαναζούσαν μέσα στους νεώτερους.
Αν και οι μνήμες σβήνουν μαζί με την Ελλάδα που αγάπησα.
Αν και πολλοί θα μιλάνε για εθνικισμό και άλλα τέτοια “πολυπολιτισμικά”.
Αν και οι “αριστερών πεποιθήσεων” θα γελάσουν.
Δεν μπορώ παρά να αποτίσω φόρο τιμής στους Πρόγονους. Αν κάποιοι από εσάς προτιμάνε να μην έχουν Πρόγονους, δημοκρατία έχουμε και μπορεί ο καθένας να λέει και να σκέφτεται ότι θέλει.
1821
Πέρασαν πολλά χρόνια μέσα σε μαύρο σκοτάδι.Πείνα. Φρίκη. Οδυρμός.
Κατατρεγμός και θανατικό.
Σφαγές ανελέητες.
Εξανδραποδισμοί και λεηλασίες.
Και φόβος, φόβος, φόβος.
Δεν ξέρω αν ήταν τυχαίο ή θέλημα θεού.
Ούτε αν έπρεπε να συμβεί έτσι ή διαφορετικά.
Αλλά συνέβη.
Μέσα στην καρδιά του σκλάβου φύσηξε η αύρα της ελευθερίας.
Έδιωξε την στάχτη από την ψυχή του.
Και ο Προμηθέας ξαναγύρισε με την φωτιά στο χέρι.
Ανάβοντας φλόγα άσβεστη.
Καταναλώτρια.
Παμφάγο.
Γιατί κανείς δεν μπορεί να ανέβει στην πλάτη σου εάν δεν σκύψεις.
Σφιγμένες γροθιές απαίτησαν:
Ελευθερία ή Θάνατος.
Τότε οι αρχαίοι πρόγονοι ταρακούνησαν τις καρδιές.
Ο πολεμικός παιάνας αντιλάλησε από τα βάθη των αιώνων.
Και ο Ορφέας έπαιξε την λύρα του.
Και οι Κουρήτες χόρεψαν τον πυρρίχιο ψηλά στα απάτητα βουνά τους.
Και ήρθαν οι μακρυμάλληδες Αχαιοί.
Και σηκώθηκαν οι Δωριείς οπλισμένοι με μαύρο σίδερο.
Και ο πανούργος Οδυσσέας μπήκε στην μάχη.
Και οι μαυρόπλωρες τριήρεις άρχισαν να πετούν στα κύματα.
Και ο Λεωνίδας στάθηκε στα στενά.
Και το Ελληνικό αίμα ξύπνησε στις φλέβες.
Χοχλάκισε ζωντανό… αληθινό… αιώνιο!
Ιδρώτας, αίμα και χώμα ανακατώθηκαν σε τιτάνια πάλη.
Πλάθοντας το Απίθανο.
Ενώ η Ευρώπη έκθαμβη παρακολούθησε τον Αγώνα. Θαυμάζοντας τους αρχαίους ήρωες που ξαναζούσαν μέσα στους νεώτερους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου