Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Η ΚΟΛΧΙΔΑ [ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ]

Oι Κασκά των Χετταίων ήταν οι κάτοικοι της Κολχίδας

Η κοιλάδα του ποταμού Φάση στην Γεωργία
Οι αρχαίοι Κόλχες του Αιήτη ταυτίζονται με την ορεινή βαρβαρική φυλή των Κασκά που παρενοχλούσε συνεχώς τους Χετταίους στα βόρεια του βασιλείου τους στα Ποντιακά όρη, ήταν τόσο μαχητικοί που οι Χετταίοι δέν κατάφεραν να επεκτείνουν ποτέ το βασίλειο τους ώς τις ακτές του Πόντου. Στην καταγωγή ήταν συγγενείς με τους πρωτοχετταίους απο την 4η χιλιετία π.χ., μετά την εγκατάσταση των νεοχετταίων και την δημιουργία του βασιλείου τους οι Κασκά αποτελούσαν απο νωρίς εμπόδιο για την εξάπλωση του στα βόρεια. Πρώτη φορά ηττήθηκαν απο τον Χετταίο βασιλιά Τανταλίγια τον 1ο (1400 π.χ.) με αποτέλεσμα ο Τανταλίγια να ισχυροποιήσει σημαντικά το βασίλειο του, με τον διάδοχο του Αρνουβάλντα τον 1ο (1400 - 1375 π.χ.) οι Χετταίοι εξασθένησαν σημαντικά με αποτέλεσμα οι Κάσκα να ξεκινήσουν ληστρικές επιδρομές η μεγαλύτερη τότε κατάκτηση τους ήταν η ιερή πόλη του θεού των καιρικών φαινομένων Νεβίλ. Την εποχή του Τανταλίγια του 2ου (1360 - 1344) οι ακρίδες κατέστρεψαν τα σιτηρά τους ξέσπασε πείνα με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν στους εξασθενημένους Χετταίους, συμμάχησαν με μιά άλλη ληστρική φυλή τους Ισούβα έκαψαν την Χαττούσα και κατέλαβαν την συμπρωτεύουσα των Χετταίων Ταπινόβα

Χρυσό κόσμημα απο την Κολχίδα
Το βασίλειο των Χετταίων φαινόταν προσωρινά να πλησιάζει στο τέλος του όπως φαινόταν απο τις επιστολές Αμάρνα που σώθηκαν απο τον φαραώ της Αιγύπτου Αμένοφις τον 3ο στον βασιλιά της Αρζάβα, ο φαραώ μιλούσε με θαυμασμό για τους μαχητικούς Κασκά ζητώντας κάποιους απο αυτούς για μισθοφόρους του. Οι Χετταίοι τελικά σώθηκαν χάρη στην αποφασιστικότητα που έδειξε ο βασιλιάς Τανταλίγια ο 2ος στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του και ο μικρότερος γιός του Σουπιλουλιούμας (1344 - 1322 π.χ.). Ο Σουπιλουλιούμας ανέκτησε όλες τις περιοχές μετά απο σκληρούς αγώνες υπέταξε οριστικά τους Κασκά περιορίζοντας τους Κασκά στα Ποντιακά όρη αλλά ο κίνδυνος εμφανίστηκε ξανά τα τελευταία χρόνια του Σουπιλουλιούμας. Το 1322 π.χ. μεγάλη επιδημία πανούκλας θέρισε τους Χετταίους με αποτέλεσμα να πεθάνουν απο αυτή μέσα σε έναν χρόνο ο ίδιος ο Σουπιλουλιούμας, ο μεγαλύτερος γιός και διάδοχος του Αρνουβάλντα ο 2ος που τον διαδέχθηκε και ο στρατηγός των Χετταίων Χανούτι που είχε αναλάβει τον πόλεμο κατά των Κάσκα. Οι Κασκά εκμεταλλεύτηκαν τον πανικό που επικρατούσε στους Χετταίους λόγω της πανούκλας για να οργανωθούν για πρώτη και τελευταία φορά σε βασίλειο με τον στρατηγό Πιχινίτι (Pihhinity) λεηλατώντας συνέχεια τους Χετταίους. Την ίδια εποχή υπήρχε εκτεταμένος εποικισμός των κατοίκων του Ελληνικού χώρου σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο και την Ασία, οι Αχαιοί/Αχιγιάβα είχαν δημιουργήσει ανεξάρτητο βασίλειο στην Μικρά Ασία με πρωτεύουσα την Μίλητο απο το 1400 π.χ. σύμφωνα με τα έγγραφα των Χετταίων ενώ είχαν καταλάβει και την Αλασίγια/Κύπρο

Χρυσό κόσμημα απο την Κολχίδα
Την ίδια εποχή πραγματοποιήθηκαν εξερευνητικές επιχειρήσεις απο τις Παγασές Μαγνησίας στην Μαύρη θάλασσα με στόχο την αναζήτηση χρυσού στην ανατολική πλευρά του Ευξείνου Πόντου στην περιοχή της Γεωργίας οπου υπήρχαν πλούσια κοιτάσματα στον ποταμό Φάσι. Τα γεγονότα αποδεικνύουν οτι υπήρξαν ισχυρές συγκρούσεις μεταξύ των Θεσσαλών και των ληστρικών Κασκά στις Ποντιακές ακτές του Ευξείνου Πόντου αλλά οι Θεσσαλοί κατάφεραν να πετύχουν τον σκοπό της αποστολής τους δηλαδή την μεταφορά του χρυσού. Άν κρίνουμε οτι τα Τρωικά έγιναν γύρω στο 1250/1200 π.χ. και τα Αργοναυτικά του Ιάσωνα έγιναν περίπου δύο γενιές πρίν δηλαδή το 1300 π.χ. τότε που οι Κάσκα έφτασαν στο μέγιστο της ισχύος τους μπορούμε να υποθέσουμε οτι ο Αιήτης ίσως να ήταν ο ίδιος ο στρατηγός Πιχινίτι. Στην περιοχή της Μαγνησίας την ίδια εποχή υπήρχε μεγάλη έξαρση στην επεξεργασία των μετάλλων, έχουν βρεθεί περίπου 30 μεταλλευτικές περιοχές απο το Πήλιο ώς την Αγχίαλο οπου γινόταν η επεξεργασία χαλκού, μολύβδου και σιδήρου, στην περιοχή Ξουρίχτι βρέθηκε υπόγειο μεταλλείο μήκους 100 m. Τα δείγματα χρυσού που βρέθηκαν στον Μυκηναικό τάφο στο Καζανάκι του Βόλου είναι διαφορετικής μορφής σε σχέση με τα αντίστοιχα δείγματα χρυσού που βρέθηκαν στους Μυκηναικούς τάφους της Αργολίδας την ίδια εποχή, τα δείγματα χρυσού απο το Καζανάκι αποδεικνύουν οτι ο χρυσός παραγόταν απο σβόλους ή χρυσές ψηφίδες. Η διευθύντρια του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Θεσσαλικών Σπουδών Βασιλική Αδρύμη- Σισμάνη που έκανε τις ανασκαφές έστειλε τα δείγματα σε έρευνα σε Παρισινά εργαστήρια που απέδειξαν οτι ο χρυσός ήταν ποταμίσιος ίδιας ποιότητας χρυσού με αυτόν που συναντάμε στα ποτάμια της Γεωργίας ένα απο τα ελάχιστα μέρη στον κόσμο που συλλέγεται ποταμίσιος χρυσός. Οι Μυκηναίοι της Πελοποννήσου αντίθετα δέν ασχολήθηκαν με τα ταξίδια σε εκείνη την μακρινή περιοχή, όπως δείχνουν τα δείγματα στους τάφους τους ο χρυσός των Πελοποννησίων προερχόταν απο το εμπόριο με την Ασσυρία και την Αίγυπτο.  Οι Χετταίοι δέν κρατούσαν στα αρχεία τους τις συγκρούσεις λαών στα βόρεια στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου επειδή λόγω των Κάσκα δέν είχαν πρόσβαση γι'αυτό δέν έχει βρεθεί στα αρχεία τους τίποτα το σχετικό με τους πολέμους των Θεσσαλών στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου. Ο βασιλιάς Μουρσίλις ο 2ος (1322 - 1295 π.χ.) τους αντιμετώπισε αποφασιστικά μετά απο το πέρασμα της επιδημίας τους συνέτριψε, οι δύο στρατηγοί των Κάσκα Παζάνας (Pazzanas) και Νιννυτάς (Nynnutas) ζήτησαν άσυλο στην αυλή του βασιλιά της Αρζάβα Ούχα - Ζίτι αργότερα δραπέτευσαν για να οργανώσουν νέα επίθεση αλλά δολοφονήθηκαν. Ο στρατηγός - βασιλιάς των Κασκά Πιχινίτι μεταφέρθηκε αιχμάλωτος απο τον Μουρσίλις τον 2ο στην Χαττούσα το νεοσύστατο κράτος των Κασκά διαλύθηκε και ο κίνδυνος πάλι πέρασε προσωρινά. Την εποχή του Μουβαταλί του 2ου μεγαλύτερου γιού και διαδόχου του Μουρσιλίς οι Κασκά λεηλάτησαν ξανά την Χαττούσα, ο Μουβαταλί αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη για να εγκατασταθεί στην νέα του πρωτεύουσα Ταραντάσσα που βρισκόταν στα νότια σύνορα του βασιλείου μακριά απο τον κίνδυνο των επιδρομών τους. 
Χρυσός θησαυρός απο τάφους στην Κολχίδα
Στην Χαττούσα ο Μουβαταλί άφησε κυβερνήτη τον μικρότερο αδελφό του Χατουσίλις για να αντιμετωπίσει τους Κασκά, Ο ικανότατος Χατουσίλις ο στρατηγός στην μάχη του Κάδιξ με τους Αιγυπτίους συνέτριψε τους Κασκά ανακτώντας απο τους Χετταίους όλες τις περιοχές ακόμα και την παλιά πρωτεύουσα Ταπινόβα. Οι Χετταίοι αμέσως μετά τον θάνατο του Μουβαταλί εγκαταστάθηκαν ξανά στην Χαττούσα ενώ οι Κασκά μετά τον Χατουίλις τον 3ο δέν τόλμησαν να επιχειρήσουν νέες επιδρομές, μόνο τα τελευταία χρόνια της ιστορίας των Χετταίων την εποχή του Σουπιλουλιούμας του 2ου εγγονού του Χατουσίλις του 3ου βοήθησαν τους λαούς της θάλασσας να καταστρέψουν τους Χετταίους. Μετά την εξόντωση των Χετταίων προχώρησαν ανατολικότερα στην περιοχή της Καππαδοκίας εκεί ήρθαν σε σύγκρουση με τον Ασσύριο βασιλιά Τιγκλάθ - Πιλεσέρ τον 1ο που τους συνέτριψε απο τότε έγιναν υποτελείς των Ασσυρίων. Σύμφωνα με τα Ασσυριακά αρχεία το μεγαλύτερο τμήμα τους μετανάστευσε στις ανατολικές ακτές του Ευξείνου Πόντου στην περιοχή της σημερινής Γεωργίας όπου δημιούργησαν αργότερα ανεξάρτητο βασίλειο οι Ουρουρτιανοί τους έλεγαν Qulhi και οι Έλληνες Colchi (Κολχί ή Κόλχες). Τα ονόματα τους όπως παρατηρούμε στον αντίστοιχο Ελληνικό λαό (Πέρσης, Μήδεια, Μήδειος) αποδεικνύουν οτι ο λαός αυτός πιθανότατα έχει πολλές κοινές σχέσεις καταγωγής με τους προγόνους των Περσών.
Η αρχαία Κολχίδα

Άποψη του ποταμού Ριόνι
Η περιοχή της Γεωργίας ήταν απο την εποχή των Χετταίων τμήμα της επιρροής των Κασκά αλλά εκεί εγκαταστάθηκαν οριστικά μετά την ήττα τους απο τον Ασσύριο βασιλιά Τιγκλάθ Πιλεσέρ τον 1ο και την κατάληψη ολόκληρης της Τουρκίας απο τους Ασσυρίους. Στην κλασσική αρχαιότητα εμφανίζονται δύο βασίλεια το βασίλειο της Κολχίδας στα ανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου στην θέση της σημερινής Γεωργίας και της Ιβηρίας στα ανατολικά οι τοπικές πηγές συμφωνούν οτι η εγκατάσταση τους έγινε το 1200 π.χ.  Τα αρχαιολογικά ευρήματα αποδεικνύουν εκτεταμένης μορφής μεταλλουργία και κατεργασία χρυσού απο τον 7ο αιώνα π.χ. όπως αποδεικνύουν τα διάφορα είδη τέχνης που χρονολογούνται εκείνη την εποχή απο χρυσό, τον 4ο αιώνα π.χ. τα δύο βασίλεια ενώθηκαν στο ευρύ βασίλειο της Γεωργίας. Η πρωτεύουσα του βασιλείου βρισκόταν στην θέση της σημερινής πόλης Ποτί στην συμβολή του ποταμού Ριονί με την Μαύρη Θάλασσα πληθυσμού σήμερα περίπου 50.000 κατοίκων, ο ποταμός Ριόνι λεγόταν Φασί απο τους αρχαίους Έλληνες γι'αυτό ονομάστηκε απο τους ιστορικούς Φασί ο αντίστοιχος αρχαίος μεγάλος οικισμός, η πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της Γεωργίας. H δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του αρχαίου βασιλείου της Γεωργίας ήταν η Κουταίσι (Kutaisi) στην πεδιάδα του ποταμού Φαρί στο εσωτερικό της ενδοχώρας, περίπου 80 km ανατολικότερα της Ποτί η οποία είναι ακόμα και σήμερα η δεύτερη πόλη του κράτους της Γεωργίας με 200.000 περίπου κατοίκους. 

Μπρούτζινος ανδριάντας
απο την Κολχίδα
Ελληνιστικής περιόδου
Η Κουταίσι είναι η πιό πανάρχαια πόλη της περιοχής, υπήρχε απο την εποχή των Χετταίων γι'αυτό σύμφωνα με τις Ελληνικές παραδόσεις ήταν η έδρα και τα ανάκτορα του ίδιου του μυθικού βασιλιά Αιήτη, ήταν πρωτεύουσα της Γεωργίας τα μεταχριστιανικά χρόνια μέχρι την εποχή που ο Δαυίδ ο 4ος μετέφερε την πρωτεύουσα του βασιλείου του στην Τιφλίδα. Ο ποταμός Ριονί ή Φασί είχε πάντοτε ακόμα και σήμερα μεγάλες ποσότητες χρυσού το 1946 γεωλόγοι απο την Γεωργική Ακαδημία Επιστημών ανακάλυψαν οτι κάθε τόνος απο την άμμο του ποταμού περιέχει περίπου 5,3 gr χρυσό, οι αρχαίοι Έλληνες τον έλεγαν χρυσοφόρο. Ο αρχαίος Έλληνας περιηγητής Στράβων (64 π.χ. - 23 μ.χ.) έγραψε οτι οι γύρω χείμαρροι μετέφεραν χρυσό στο ποτάμι Φασί τον οποίο συνέλεγαν οι κάτοικοι με την βοήθεια δερμάτων απο πρόβατα, οι ενέργειες αυτές ήταν η αιτία να δημιουργηθεί απο τους Έλληνες ο μύθος του χρυσόμαλλου δέρατος.  Ο Ρωμαίος ιστορικός Αππιανός (95 - 165 μ.χ.) έγραψε αντίστοιχα οτι ο χρυσός υπήρχε σε τόσο μεγάλη ποσότητα που φαινόταν μέσα στο ποτάμι, οι κάτοικοι έριχναν μέσα στο ποτάμι δέρματα απο γδαρμένα πρόβατα που συνέλεγαν το πολύτιμο μέταλλο. Τα δείγματα χρυσού που βρέθηκαν στον Μυκηναϊκό τάφο στο Καζανάκι του Βόλου (15ος αιώνα π.χ.) αποδείχθηκε οτι προέρχονται απο συλλεγμένη ποταμίσια σκόνη χρυσού ίδιας ποιότητας με τον χρυσό που ρέει στον ποταμό Φάση. Οι αρχαιολόγοι εργάστηκαν σκληρά τα τελευταία 100 χρόνια αλλά μόνο το 1/3 της ευρύτερης περιοχής κατάφεραν να ερευνήσουν στην πόλη του Ποτί βρήκαν έντονη κατοίκηση απο το 1000 π.χ. χωρίς κανένα κενό, τα ευρήματα τους τα χώρισαν σε 4 στάδια :

  • Το παλιότερο στάδιο απο τον 8ο - 6ο αιώνα π.χ. τότε ζούσαν οι αυθεντικοί Κόλχες οι απόγονοι των Καλκά, τα ευρήματα εκείνης της εποχής είναι λίγα και έχουν υποστεί μεγάλη φθορά, τότε βρέθηκε ένας μεγάλος λατρευτικός χώρος με πήλινα ζωώδη αγαλματίδια. Οι Κόλχες υπερείχαν σε όλους τους γειτονικούς λαούς λόγω μεγάλης ευφορίας της γής τους, η ύπαρξη χρυσού επιβεβαιώθηκε απο τα περίτεχνα χρυσά κοσμήματα των ανασκαφών τα οποία χρονολογούνται απο εκείνη την εποχή.
  • Η δεύτερη περίοδος απο τον 6ο - 4ο αιώνα π.χ. τότε (γύρω στο 600 π.χ.) έγινε ο μεγάλος Ελληνικός εποικισμός απο την Μικρασιατική Μίλητο με αρχηγό τον Θεμισταγόρα.εκείνη την εποχή βρέθηκαν νέοι τύποι περίτεχνης Ελληνικής κεραμικής, αγγεία που χρησίμευαν για την αποθήκευση και την μεταφορά των προϊόντων. Οι ανασκαφές απέδειξαν οτι την ίδια εποχή οι κάτοικοι ασχολούνταν εκτεταμένα με την συλλογή μελιού και την παραγωγή του κρασιού. τους τάφους βρέθηκαν πλούσια ευρήματα, χρυσά κοσμήματα, μπρούτζινα αγαλματίδια και πολλά αγγεία με όλους τους τύπους κεραμικής. Στην περιοχή της κοιλάδας του ποταμού Φασί ζούσε η αριστοκρατία με τους πλουσιότερους κατοίκους του βασιλείου οι φτωχοί αντίθετα ζούσαν μακριά απο την πρωτεύουσα σε απομονωμένες ορεινές περιοχές.

Χρυσό κόσμημα απο την Κολχίδα
  • Η τρίτη περίοδος απο τον 4ο ώς τον 2ο αιώνα π.χ. αποτελεί την καθαρά Ελληνιστική περίοδο μετά την κατάκτηση της Ασίας απο τον Μέγα Αλέξανδρο, την περίοδο αυτή τα ευρήματα δείχνουν οτι η Φασί/Ποτί είναι καθαρά Ελληνική πόλη. Η αρχιτεκτονική αυτής της περιόδου ήταν Ελληνική με επιρροές απο πολλές περιοχές της Μικράς Ασίας όπως την Σινώπη και την Καππαδοκία, βρέθηκαν πολλοί ναοί, ιερά και ισχυρά τείχη.
  • Η τέταρτη περίοδος απο τον 2ο ώς τον 1ο αιώνα π.χ. αποτελεί την μεταγενέστερη Ελληνική περίοδο πρίν την καταστροφή της αρχαίας πόλης τα σπίτια αυτή την περίοδο ήταν πολυτελείς επαύλεις με πλούσια διακόσμηση και μπρούτζινους ανδριάντες κατασκευασμένους απο Έλληνες τεχνίτες.


Νεώτερη ιστορία της Γεωργίας

Η Γεωργία σήμερα
Η Ρωμαική αυτοκρατορία ολοκλήρωσε την κατάκτηση του Καυκάσου το 66 π.χ. απο τότε η Γεωργία αποτελούσε υποτελές κρατίδιο στην Ρώμη με σχετική ανεξαρτησία, ο χριστιανισμός καθιερώθηκε επίσημη θρησκεία του βασιλείου (337 μ.χ.) απο τον βασιλιά Μιριάμ τον 3ο. Τους επόμενους 7 αιώνες η Γεωργία σημείωσε σημαντική αύξηση των γραμμάτων και των τεχνών με βάση τον χριστιανισμό και τις άριστες σχέσεις με το Βυζάντιο αλλά έριδες μεταξύ των φεουδαρχών είχαν ως αποτέλεσμα την εξασθένηση του βασιλείου και την διάσπαση του σε τοπικά φεουδάτα. Τους επόμενους δύο αιώνες η περιοχή της Γεωργίας μετετράπη σε πεδίο μαχών ανάμεσα στους Βυζαντινούς και τους Πέρσες, οι Άραβες εκμεταλλεύτηκαν το χάος καταλαμβάνοντας μεγάλο τμήμα της Γεωργίας τον 7ο αιώνα μ.χ. αλλά δέν κατάφεραν να υποτάξουν ολόκληρη την χώρα. Το 813 ο πρίγκηπας Ασότ ο 1ος έγινε ο γενάρχης της δυναστείας των Μπαγκρατιδών, η Γεωργία παρέμεινε ένα άναρχο συνοθύλευμα απο φέουδα ως τον 11ο αιώνα, τότε έγινε ισχυρό βασίλειο με τον Μπαγκράτ τον 3ο (Bagrat III) (1027-1072) απόγονο του Ασότ. Το βασίλειο της Γεωργίας έφτασε στο αποκορύφωμα της ισχύος τους επόμενους δύο αιώνες (12ος - 13ος αιώνας) με την δυναστεία των Μπαγκρατιδών, τότε κυριάρχησαν οι δύο μεγαλύτεροι βασιλείς που έφεραν στην χώρα την μεγαλύτερη ανάπτυξη στην ιστορία της : Ο Δαυίδ ο 4ος ο κτίστης και η βασίλισσα Θαμάρ. Την εποχή εκείνη δημιουργήθηκε στην Γεωργία μιά πρώιμη μορφή αναγέννησης που προηγήθηκε της Ευρωπαικής τον 15ο - 16ο αιώνα με έξαρση της επικής μυθολογίας, της ρομαντικής ποίησης, του ιπποτισμού, της φιλοσοφίας, της μελέτης των αρχαίων Ελλήνων και της θρησκευτικής ανεξαρτησίας με μεγάλα τεχνικά έργα, ιδρύματα, μέγαρα και καθεδρικούς ναούς, οι σπουδαιότεροι βασιλιάδες εκείνης της περιόδου ήταν :

Γεώργιος ο 2ος της Γεωργίας
  • Γεώργιος ο 2ος της Γεωργίας (1054 - 1112) βασιλιάς της Γεωργίας (1072 - 1089) γιός και διάδοχος του βασιλιά της Γεωργίας Μπαγκράτ του 4ου πατέρας του βασιλιά Δαυίδ του 4ου του μέγιστου των Γεωργιανών βασιλέων, κύριο χαρακτηριστικό της βασιλείας του ήταν η επίθεση που δέχτηκε απο τους Σελτζούκους Τούρκους  την εποχή που εισέβαλαν στα Βυζαντινά εδάφη. Τότε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ρωμανός ο 4ος Διογένης συνετρίβη απο τους Σελτζούκους στην μάχη του Ματζικέρτ (1071) γεγονός που στάθηκε η αφετηρία για την Τουρκική κυριαρχία στην Ασία. Μεσαιωνικό έγγραφο της Γεωργίας αναφέρει για την "η Μεγάλη Τουρκική Εισβολή " οπου επαρχίες της χώρας αποδεκατίστηκαν, ο βασιλιάς Γεώργιος εκλιπαρώντας την ειρήνη δέχτηκε να γίνει υποτελής βασιλιάς του σουλτάνου των Σελτζούκων Μαλίκ - Σάχ του 1ου (1083) οι ευγενείς της χώρας αντιδρώντας κήρυξαν την ανεξαρτησία τους απο την τοπική εξουσία. Το 1089 ο Γεώργιος ο 2ος ύστερα απο μεγάλες πιέσεις των ευγενών αναγκάστηκε να παραιτηθεί υπέρ του 16χρονου γιού του Δαυίδ,

Δαυίδ ο 4ος ο κτίστης (1073 - 1125) βασιλιάς της Γεωργίας (1089 - 1125) γιός και διάδοχος του βασιλιά Γεωργίου 2ου (1054 - 1112) ο Δαυίδ ικανότατος απο την παιδική του ηλικία έβαλε αμέσως στόχο την ανασυγκρότηση της Γεωργίας και την εκδίωξη των κατακτητών Σελτζούκων. Αρχικά έλυσε τα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί με τις εξεγέρσεις των ευγενών στην συνέχεια ανασυγκρότησε τον Γεωργιανό στρατό με την προσθήκη ανδρών απο τις σκληρές πολεμικές φυλές του βορείου Καυκάσου, συγκέντρωσε 56000 στρατιώτες με τους οποίους άρχισε να λεηλατεί τις περιοχές των Σελτζούκων. Το 1121 ο σουλτάνος των Σελτζούκων Μαχμούτ Μωχάμετ (1118 - 1131) κήρυξε ιερό πόλεμο κατά της Γεωργίας συσπειρώνοντας το σύνολο του μουσουλμανικού πληθυσμού σύμφωνα με τις περισσότερες πηγές κατάφερε να συγκεντρώσει γύρω στους 400.000 άνδρες. Ο βασιλιάς της Γεωργίας Δαυίδ ο 4ος παρά την μεγάλη αριθμητική του μειοψηφία νίκησε τις πολυάριθμες μουσουλμανικές δυνάμεις στην μάχη του Ντίντγκορι (1121) ελευθερώνοντας ολόκληρη την Γεωργία, μετέφερε τότε την πρωτεύουσα του βασιλείου του απο το Κουταίσι στην Τιφλίδα 250 Km εσωτερικά απο την θάλασσα, απο τότε η Τιφλίδα παραμένει μόνιμα πρωτεύουσα της Γεωργίας.  Οι Αρμένιοι τον αναγνωρίζουν σάν ελευθερωτή τους, έκοψε νομίσματα με το ξίφος του μεσσία οι Γεωργιανοί θυμούνται την δική του εποχή και της δισεγγόνης του Ταμάρ σαν τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας τους.
Δημήτριος ο 1ος (1093 - 1156) βασιλιάς της Γεωργίας (1125 - 1156) γιός και διάδοχος του βασιλιά της Γεωργίας Δαυίδ 4ου του κτίστη απο την πρώτη σύζυγο του Ρουσουντάν πήρε μέρος σάν διοικητής στα στρατεύματα του πατέρα του στην μάχη του Ντίντγκορι οπου οι Γεωργιανοί συνέτριψαν τους πολύ ανώτερους τους αριθμητικά Σελτζούκους. Ήταν ποιητής, προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών απέφυγε τους πολέμους με τους Σελτζούκους προσπαθώντας να διατηρήσει ειρηνικές σχέσεις το 1130 κατάφερε να εξουδετερώσει συνωμοσία του αδελφού του εναντίον του. Ανατράπηκε απο τον μεγαλύτερο γιό και διάδοχο του Δαυίδ τον 5ο για 6 μήνες (1154 - 1155) αλλά μετά τον θάνατο του γιού του επανήλθε στον θρόνο τον διαδέχθηκε ο γιός του Γεώργιος ο 3ος, θεωρείται άγιος της Ορθόδοξης εκκλησίας εορτάζεται στις 23 Μαίου.



Γεώργιος ο 3ος της Γεωργίας
Γεώργιος ο 3ος (πέθανε το 1184) βασιλιάς της Γεωργίας (1156 - 1184) γιός και διάδοχος του βασιλιά της Γεωργίας Δημητρίου του 1ου άλλαξε τακτική στις σχέσεις του με τους Σελτζούκους Τούρκους δέν ακολούθησε την ειρηνική τακτική του πατέρα του. Επιτέθηκε στο Σελτζουκικό Σουλτανάτο του Σάχ - Αρμέν (1156) προσαρτώντας τις Αρμενικές πόλεις Άβι και Ντβίν (1161/1162), δέν είχε γιό τον διαδέχθηκε η κόρη του Θαμάρ η οποία συμβασίλευε μαζί του απο το 1178.
  • Θαμάρ (πέθανε το 1213), βασίλισσα της Γεωργίας (1184 - 1213) μεγαλύτερη κόρη και διάδοχος του βασιλιά της Γεωργίας Γεωργίου του 3ου με τον οποίο συμβασίλευε απο το 1178, η περίοδος της βασιλείας της ήταν η χρυσή εποχή της Γεωργίας, άν και γυναίκα καταγράφεται σαν η μέγιστη κυβερνήτης. Με την βοήθεια του συζύγου της και των δύο στρατηγών της Ζακαρέ και Ιβανέ κατέλαβε το Αζερμπαιτζάν ελέγχοντας όλες τις χώρες ώς την Κασπία θάλασσα. Κατέλαβε τον Πόντο δημιουργώντας ανεξάρτητο βασίλειο που το παραχώρησε στους Βυζαντινούς ανιψιούς της Αλέξιο τον 1ο και Δαυίδ τον 1ο Μεγάλους Κομνηνούς, οι δύο πρίγκηπες είχαν καταφύγιο στην αυλή της μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης απο τους Λατίνους (1204) χορηγώντας τους χρήματα για την δημιουργία του βασιλείου. Σε νέα μεγάλη εκστρατεία της κατά της Περσίας (1208) κατέλαβε το Αρντεμπίλ κυριεύοντας τις πόλεις Ταμπρίζ και Καζβίν.

Η βασίλισσα Θαμάρ
Το κράτος της Γεωργίας παρέμεινε ανεξάρτητο ώς τον 16ο αιώνα, το διάστημα αυτό εξασθένησε απο τις επιδρομές των Μογγόλων του Ταμερλάνου (1386) στην συνέχεια των Τούρκων και των Περσών τον 16ο αιώνα καταλήφθηκε απο τους Τούρκους. Η δυναστεία των Μπαγκρατιόνι εξακολουθούσε να υπάρχει ακόμα και με τους Τούρκους ώς υποτελείς τους κυβέρνησε συνολικά την Γεωργία 1000 χρόνια, στα τέλη του 18ου αιώνα δημιουργήθηκε συμμαχία με την Ρωσική αυτοκρατορία. Το 1801 ο τσάρος της Ρωσίας Παύλος ο 1ος παραβίασε την συμμαχική συνθήκη Ρωσίας - Γεωργίας καταλαμβάνοντας την χώρα που προσαρτήθηκε στην τσαρική αυτοκρατορία τότε καταλύθηκαν η δυναστεία των Μπαγκρατιόνι και η αυτοκέφαλη Ορθόδοξη εκκλησία της Γεωργίας. Το 1918 με την έκρηξη της Οκταβιανής επανάστασης αποσχίστηκε απο τους Ρώσους αλλά το 1921 καταλήφθηκε ξανά απο την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών αποσχίστηκε οριστικά το 1989 με την διάλυση της κομουνιστικής Ρωσίας σάν Δημοκρατία της Γεωργίας με πρωτεύουσα την Τιφλίδα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΓΕΩΡΓΑΛΑ  : Η ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΑΠΛΩΣΙΣ ΤΩΝ ΑΙΓΑΙΩΝ - Εκδόσεις ΤΟΤΕ
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
http://www.hittitemonuments.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου