Πέμπτη 18 Ιουνίου 2015

Η ΑΤΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ[ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ-ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ]

Η μυστική «Αττική Εταιρεία» των Ελλήνων (Μεσαίωνας - Αναγέννηση)


Άρθρο του Στέφανου Μυτιληναίου

Ο σπουδαίος Έλληνας ιστοριοδίφης Κωνσταντίνος Σάθας αναφερόμενος στους Έλληνες, λόγιους, διανοούμενους και νεοπλατωνικούς, που βρήκαν καταφύγιο στη Δύση μετά την οθωμανική κατάκτηση της Ελλάδας κατά τον 15ο αιώνα υποστηρίζει με έμφαση, ότι δεν ήταν σβησμένοι άνθρακες της βυζαντινής σχολαστικότητας όπως κοινώς πιστεύεται, αλλά, άσβεστοι σπινθήρες που έκαιγαν μέσα στην τέφρα τους αναμένοντας μία ριπή αέρα για να δυναμώσουν ξανά τη φλόγα του Ελληνικού Πολιτισμού.

Ο Σάθας υποστηρίζει ότι εκείνη τη δύσκολη για το έθνος περίοδο έδρασε μία μυστική Εταιρεία απαρτιζόμενη από Έλληνες διανοούμενους και Stratioti, η οποία προσπαθούσε επίμονα και επίπονα να πετύχει την αναβίωση της Ελληνικής Παιδείας, της ελληνικής εθνικής συνείδησης και των ελληνικών πατρώων τρόπων.

Οι μυστικοί εκείνοι ιεροφάντες του Ελληνισμού μυστικά μέλη της Εταιρείας, συνεχίζει ο Σάθας, φτάνοντας στη Δύση δεν δίδαξαν ξηρά γραμματικά, αλλά μύησαν στα μεγάλα μυστήρια της αρχαιότητας τους ζώντας εν τω σκότος του μεσαιωνικού ρωμαϊσμού ευρωπαϊκούς λαούς.

Θεόδωρος Γαζής
Ο Θεόδωρος Γαζής (1398 -1475), σύμφωνα πάντα κατά τον Σάθα, ήταν ένας από τους Εταίρους. Ο Γαζής δε, φαίνεται ότι μύησε τον Ιταλό αναγεννησιακό φιλόσοφο, ανθρωπιστή και ποιητή Ποντάνο (1426 - 1503) και άλλους πολλούς, στα βακχικά όργια όπως φανερώνεται από τα ποιήματα του ιδρυτή της ομώνυμης Ακαδημίας της Νεάπολης . Σε αυτά ο Ποντάνος αναπολούσε τη μαγική μύηση που έλαβε από τον ίδιο τον Γαζή και τον αδελφικό δεσμό τους που προήλθε ως αποτέλεσμα αυτής.

Σε επιτάφιο επίγραμμά του αποκαλεί τον Θεσσαλονικιό μύστη, Θεόδωρο Γαζή, castum sacerdotem (ευσεβή ιερέα), ενώ στο ποίημά του Magica (Μαγικά), ο Ποντάνος περιγράφει την τελεσθείσα υπό τον ιεροφάντη Γαζή πολύ περίεργη τελετή μύησής του, ευχόμενος στο τέλος να δεχθεί κοινός τάφος την τέφρα των -με αυτό τον τρόπο- συνδεδεμένων φίλων και Εταίρων: «tum mistum cinerem communi sepulchro, amborumque unus contegat lapis ossa».
Στο ίδιο πνεύμα θρηνεί τον Γαζή και ο Μάρουλλος ως γιο της Σοφίας.

Βησσαρίων
Ο Σάθας, αναφερόμενος ακόμα στον ρωμαιοκαθολικό Έλληνα καρδινάλιο και μαθητή του Πλήθωνα Γεμιστού (1355 - 1452), Βησσαρίωνα (1408 - 1472), λέει ότι δεν ήταν κοινός ιερέας, αλλά Στρατιώτης (Stratioti), δηλαδή ανήκε σε εκείνη την πολεμική τάξη ελαφρών ιππέων πολεμιστών του ελληνικού μεσαίωνα, από τους οποίους προήλθαν στα χρόνια της τουρκοκρατίας τα σώματα των αρματολών και των κλεφτών.

Ο Έλληνας καρδινάλιος έγραφε στους Φραγκισκανούς μοναχούς, ότι επιθυμούσε διακαώς να εκστρατεύσει κατά των Τούρκων όχι με τα χέρια ακίνητα πάνω στο βωμό, όπως ο τελευταίος βασιλιάς της Μακεδονίας Περσεύς, αλλά κρατώντας σφιχτά σε αυτά το πολεμικό του ξίφος.

Πλήθων Γεμιστός
Η μυστική ελληνική στρατιωτική Εταιρεία, στην οποία ο Βησσαρίων είχε ηγετικό ρόλο, είναι η ίδια οργάνωση την οποία ψάλλει στα ποιήματά του ο προσφιλής γραμματέας του, Καμπάνος, επίσης πολεμιστής επίσκοπος της Κρότωνος. Αλλά και ο διδάσκαλος του, ο Πλήθων, δεν ήταν ένας απλός πλατωνικός φιλόσοφος κατά τον Σάθα, αλλά μέλος της ίδιας Εταιρείας, ο οποίος χαιρετούσε τους πριν από αυτόν πεθαμένους ανώνυμους Εταίρους με την εξής περιπαθή προσφώνηση στην «Εσπερινή ες θεούς προσρήσει»:

«Αλλά, ω μακάριοι ήρωες, και (εσύ) η πιο θεϊκή και υπερέχουσα φύση του γένους μας, μέσω των οποίων στέλνονται κάθε φορά από τους θεούς οι αρχές μεγάλων αγαθών στην κοινωνία μας, σε εμάς που ζούμε σε αυτήν την ζωή, χαίρετε· ω πρόγονοί μας και γονείς, εσείς οι οποίοι έχετε γίνει εικόνες των θεών για εμάς, εξ αιτίας του θνητού μας (σώματος)· ω συγκάτοικοι και σύντροφοί μας, ω αδελφοί και οικείοι, είτε υπήρξατε μεγαλύτεροί μας σε αυτήν την ζωή είτε και νεώτεροι, οι οποίοι έχετε φθάσει πριν από εμάς εκεί, στην θεϊκώτερη και μακαριώτερη ζωή· ω εταίροι και όλοι (εσείς) οι φίλοι· ω συμπολίτες και οι άλλοι και εσείς που ηγηθήκατε καλώς στα κοινά μας, και εσείς που χάσατε αυτήν την ζωή για την ελευθερία του κοινού και ομόδοξου γένους ή για την σωτηρία των υπαρχόντων και καλώς εχόντων ή για τη διόρθωση των εσφαλμένων· όλοι, και όταν η ειμαρμένη από τους θεούς μας καλέσει σε εσάς, να μας υποδεχθείτε σπλαχνικοί και ευμενείς ως φίλους που θα έλθουν σε εσάς τους φίλους» .

Ο Σάθας συνεχίζει λέγοντας, πως αυτούς τους Εταίρους, τους μάρτυρες του Ελληνισμού χαιρετά ομοίως ο Μάρουλλος στον ύμνο De Cœlestibus, και ο Βασίλειος Zancus σε διάφορα ποιήματά του. Ενώ όμως οι περισσότεροι Εταίροι, σύμφωνα με τον Σάθα, για να μην διακινδυνεύσουν την Εταιρεία τους, περικάλυπταν τον αληθινό σκοπό του Ελληνισμού, ο Μιχαήλ Μάρουλλος τόλμησε να δημοσιεύσει απροκάλυπτα αυτούς τους αποκρυπτόμενους ύμνους, στους οποίους λέει: «Primus ego veterum damnato more parentum Phoebaeo vetitos culpavi in carmine lusus».

Η δημοσίευση αυτών των ύμνων στη Φλωρεντία το ίδιο ακριβώς έτος που ο Ιερώνυμος Σαβοναρόλα  (1452 - 1498) κεραυνοβολούσε τον παπισμό και κήρυττε τη δημοκρατία ανεξάρτητη από τους Μεδίκους και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία (1497) αποδεικνύει κατά τον Σάθα, ότι μεταξύ των Ελλήνων Εταίρων και του δομινικανού μεταρρυθμιστή είχαν γίνει μυστικές συνεννοήσεις προς ανατροπή προφανώς της θεοκρατίας.

Ο Σάθας είναι βέβαιος πως οι φυγάδες Έλληνες διανοούμενοι στη Δύση δεν μετέφεραν μόνο ξηρά ελληνικά γράμματα και νεκρά χειρόγραφα, αλλά το ζωντανό πνεύμα του Ελληνισμού. Δεν ήταν μόνο τα βιβλία των Ελλήνων φυγάδων που προκάλεσαν την δυτική Αναγέννηση, γιατί αν ήταν έτσι τότε αυτή θα μπορούσε να είχε γίνει και χωρίς τους αυτοεξόριστους Έλληνες, αφού ελληνικά χειρόγραφα είχαν πέσει στα χέρια των Δυτικών αιώνες πριν, ως λάφυρα από τις λεηλασίες των σταυροφόρων.

Ο Σάθας ορθά θεωρεί ως αίτιους της Αναγέννησης τους «αληθείς ιεροφάντες του Ελληνισμού» τους «sacerdotes», όπως τιτλοφορούνταν ο Πλήθων, ο Μάρουλλος, ο Γαζής και τόσοι άλλοι.

Μάλιστα ο μέγας ιστοριοδίφης μας αναφέρει πως ο Βαρλαάμ (1290 - 1348), ο ελληνιστής καλόγερος που ξεσήκωσε τη Θεσσαλονίκη με την ελληνότροπη επανάσταση των Ζηλωτών (1342-1349), δεν ήταν ο πρώτος και μοναδικός δάσκαλος του Βοκκάκιου και του Πετράρχη στην Ελληνική Παιδεία. Πριν από αυτόν, οι δύο μεγάλοι Ιταλοί ποιητές είχαν διδαχθεί-μυηθεί από τους Στρατιώτες Βαρίλλη τον Κρητικό και Πιλάτο τον Θεσσαλονικιό. Ο Σάθας θέλει τους παραπάνω Ιταλούς ποιητές και Έλληνες λόγιους Στρατιώτες να ανήκουν στη μυστική «Αττική Εταιρία» προγενέστερη και μήτρα των «Αδελφών εν Πλατώνι», η οποία ονομαζόταν «Αττική» επειδή οι Εταίροι της ήταν οπαδοί της Αθηναϊκής Φιλοσοφίας. Ο Βοκκάκιος και ο Πετράρχης ήταν «απλά εν τη Δύσει όργανα» της μυστικής «Αττικής Εταιρείας» των Ελλήνων.

Οι πεπαιδευμένοι Έλληνες λόγιοι και φιλόσοφοι, φορείς της Αναγέννησης στη Δύση, ήταν μυημένοι στα πατρώα Μυστήρια, όπως για παράδειγμα ο καλόγερος Βαρλαάμ, ο οποίος «αφού επεσκέφθη την Θεσσαλίαν, και εμυήθη εις την εκείσε επικρατούσαν μαγείαν, ήλθεν εις Αθήνας, και ενταύθα έλαβε το βάπτισμα του αληθούς εταίρου, ως δηλούται εκ του διαλόγου του Γρηγορά "Φλωρέντιος" λεπτομερώς αφηγουμένου ταύτα πάντα».

Η Εταιρεία μάλιστα είχε βρει καταφύγιο για κάποια εποχή, στην Κύπρο. Εκεί, τέθηκε υπό την προστασία των Λουζινιανών βασιλέων, Ούγου του Δ΄ και Πέτρου του Α΄. Τη μετάβαση της έδρας της «Αττικής Εταιρείας» από την Αθήνα στην Κύπρο μαρτυρεί, κατά τον Σάθα, η παρακάτω επιστολή του Γεώργιου Λαπίθη προς τον Νικηφόρο Γρηγορά (1295 - 1360): «Και νυν, ω βέλτιστε, πόρρω μεν Αφροδίτη του ταύτη προσανέχοντος του πάλαι δήμου Κυπρίων εστήρικται, ως αν μυθολογήσαιεν Έλληνες, Ερμής δε περιπολεύει και Αθηνά, και ει τινι λόγου και αγχινοίας των άλλων μέλλει θεών. Όθεν και τους απανταχού γης και θαλάττης ίδοις αν συρρέοντας προς αυτήν οία δη προς μαγνήτιν σιδήρια».

Οι συγκρούσεις μεταξύ των Ελληνιστών Βαρλαάμ και Νικηφόρου Γρηγορά με τον Γρηγόριο τον Παλαμά (1296 - 1359) και οι λίβελοι του πατριάρχη Φιλόθεου και του Δημήτριου Καβάσιλα κατά των υποστηρικτών της Ελληνικής Παιδείας ήταν σύμφωνα με τον Σάθα τεχνάσματα της Εταιρείας· η οποία μην μπορώντας να αποκαλύψει δημόσια τους σκοπούς της, δηλαδή την παλινόρθωση της Ελληνικής Παιδείας και Πολιτισμού, υποκινούσε αυτές τις άνευ ουσίας θεολογικές συζητήσεις και διενέξεις που έλκυαν όμως τα πλήθη, για να προκαλέσει εξέγερση της κοινής γνώμης, όπως συνέβη και με το κίνημα των Ζηλωτών της Θεσσαλονίκης.

Το οικόσημο της στρατιωτικής
οικογένειας των Καλλέντζη.
Ένας από τους σπουδαίους Εταίρους ήταν ο πελοποννησιακής καταγωγής Ηλύσιος Καλλέντζης. Υπηρετώντας ως Στρατιώτης (ελαφρός ιππέας-ιππότης) τους τελευταίους βασιλείς της Νάπολης έλαβε ως αμοιβή των υπηρεσιών του στρατιωτικό τιμάριο στην Καλαβρία. Γενναίος πολεμιστής, συνετός και πολυμαθής ανήκε στον κύκλο της Παλαιάς Πλατωνικής Ακαδημίας της Ρώμης , η οποία διαλύθηκε ύστερα από ένοπλη αιματηρή επέμβαση του πάπα Παύλου του Β΄ (1464-1471) το έτος 1468.

Μετά το διωγμό από τη Ρώμη των Ελλήνων και Ιταλών πλατωνικών συνδέθηκε με τον στρατιωτικό οίκο των Κολότση, οι οποίοι είχαν ονομασθεί από τον τελευταίο των Παλαιολόγων Ανδρέα (1453 - 1502) ιππότες του Μυστικού Ρόδου. Μαζί τους συνεργάσθηκε για τη διάδοση του αληθινού Ελληνισμού, όπως σημειώνει ο Σάθας, ενώ συγκρούσθηκε με τον Ποντάνο, τον Σανναζάρο, τον Χαριταίο και τον μαθητή του βασιλιά της Νάπολης Φρειδερίκο Γ΄, όταν είδε πως οι τελευταίοι στράφηκαν κατά των επιδιώξεων της μυστικής Εταιρείας των Ελλήνων.

Μάλιστα, ύστερα από πρόσκληση του Καλλέντζη και άλλων Εταίρων έγινε στη νότια Ιταλία στρατιωτική επέμβαση της Ισπανίας (1501), η οποία και κατέλαβε τελικά τη Νάπολη (1504).

Λέων Αλλάτιος
Στην ίδια Εταιρεία μυημένος ήταν και ο Χιώτης αναγεννησιακός ποιητής Αλλάτιος (1586 - 1669), ο οποίος έζησε στη Ρώμη και έγραψε στη Λατινική. Στα έργα του υμνεί τον Όμηρο και τους εθνικούς θεούς των Ελλήνων.

Ωστόσο, ο Σάθας υποστηρίζει πως η πραγματική Αναγέννηση που ήταν έργο της μυστικής «Αττικής Εταιρείας» απέτυχε να ολοκληρωθεί, διότι δεν έμειναν όλοι οι Εταίροι μέχρι τέλους κοντά στις Ελληνικές αξίες. Αρκετοί λιποψύχησαν γοητευμένοι από την εξουσία προτιμώντας έτσι την κοσμική τρυφή από την ιστορική αθανασία. Θεωρεί δε ο ίδιος ότι, αν υπήρχαν περισσότεροι Μάρουλλοι, Λασκάρεις, Γεμιστοί και Καλλέντζηδες, ο αγώνας θα είχε πάρει τελικά νικηφόρα τροπή.

Αναφέρει επίσης ο κορυφαίος ιστοριοδίφης Σάθας, ότι εκτός της φιλοσοφικής αναγέννησης, οι τότε Έλληνες Εταίροι επεδίωξαν και την αναγέννηση της ιστορικής επιστήμης, η οποία καθ’ όλο το μεσαίωνα είχε δώσει τη θέση της στην υπό την Εκκλησία αυστηρά ελεγχόμενη χρονογραφία. Αντίθετα, οι ενάντιοί τους προάσπιζαν με σθένος τη χρονογραφία, εφόσον αυτή είναι επιρρεπής στην παραμυθολογία και στη νοθεία της αλήθειας. Και όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Σάθας:

«Οι Βυζαντινοί ου μόνον απηγόρευον αυστηρώς το ιστοριογραφείν, αλλά και τα άνευ εγκρίσεως εκδιδόμενα ιστορικά βιβλία εκαίοντο ή και ενοθεύοντο· το σύστημα τούτο επεκράτησεν εν Δύσει και μετά την άλωσιν, ο Ηλύσιος Καλέντσης προτρεπόμενος υπό του Μαρούλλου εις συγγραφήν των απομνημονευμάτων του (…), απαντά ότι αδυνατεί να εκπληρώση και την ιδίαν αυτού ευχήν ένεκα της επικρατούσης λογοκρισίας». 

Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα πολεμικής και αντίδρασης στην Αναγέννηση, ο Σάθας αναφέρει τον μεγάλο αντίπαλο των πλατωνικών, Γεώργιο Τραπεζούντιο (1395 - 1472). Αυτός, γενόμενος γραμματεύς του Πάπα της Ρώμης, όχι μόνο συμβούλευε τη στενή επίβλεψη και έλεγχο της επίσημης χρονογραφίας από την Εκκλησία (σήμερα θα το λέγαμε έλεγχο γραφής της επίσημης ιστορίας), αλλά παράλληλα, αναλαμβάνοντας να μεταφράσει τους Έλληνες συγγραφείς στη Λατινική, απέκοπτε ό,τι θεωρούσε μη συνάδον προς τις παραδόσεις της αυστηρής Ορθοδοξίας. Παρενέβη ακόμα και σε εκκλησιαστικά κείμενα, όπως στην «Ευαγγελική Προπαρασκευή» του Ευσεβίου, από την οποία σχολαστικά απάλειψε όλα τα ορφικά αποσπάσματα, από φόβο μήπως ο Ορφισμός ζημιώσει μέσω του συγκρητισμού τον Χριστιανισμό.

Στις επιστολές του Φραγκίσκου Φιλέλφου (1398 - 1481) βλέπουμε, ότι ο πάπας Νικόλαος ο Ε΄ (1447-1455) αν και εκλέχτηκε με την υποστήριξη της Εταιρείας δεν τήρησε τις υποσχέσεις και υποχρεώσεις του και παρέδωσε τη μετά πολλών κόπων συλλεγμένη βιβλιοθήκη των εξόριστων Ελλήνων Εταίρων στα χέρια του Τραπεζούντιου και του Ισίδωρου από την Πελοπόννησο, οι οποίοι ούτε φίλοι του Ελληνισμού ήταν, ούτε ευσυνείδητοι στο έργο τους ως μεταφραστές και επιμελητές ελληνικών εκδόσεων.

Μαρσιλίος Φικίνος
Από τα γράμματα του Μαρσιλίου Φικίνου (1433 - 1499) μαθαίνουμε ότι οι Έλληνες φυγάδες συχνά ρίχνονταν στις φυλακές των φιλοπαπικών ηγεμόνων της Ιταλίας μαζί με τα βιβλία-χειρόγραφα κλασικών συγγραφέων που έφερναν από την Ελλάδα. Δεν ήταν λοιπόν μόνο η Ανατολική Εκκλησία που δίωκε τους πλατωνικούς αλλά και ο Πάπας που σε καμία περίπτωση δεν έβλεπε με θετικό μάτι την Αναγέννηση που έφερναν οι Έλληνες εξόριστοι διανοούμενοι. Γι’ αυτό και οι Εταίροι, απελπισμένοι από την κατάσταση που επικρατούσε στην Ιταλία, άρχισαν να στρέφονται προς τους Γάλλους, τους Γερμανούς, ακόμα και τους Ούγγρους.

Ο Μαρσίλιος Φικίνος, ο Μάρουλλος και ο Πολιτιανός εξυμνώντας τον Ματθία Κορβίνο, τον προέτρεπαν να αναλάβει την υπεράσπιση του διωκόμενου πλατωνισμού. Τελικά, η Αναγέννηση έγινε (αν και δεν ολοκληρώθηκε) παρά τις αντιρρήσεις της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Για δεύτερη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας (η πρώτη ήταν στην αρχαιότητα), η Ελλάς έδινε πάλι τα φώτα του πολιτισμού και κάπως έτσι δημιουργήθηκε ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός.

Ακολουθεί το άρθρο όπως πρωτοδημοσιεύθηκε στον ΔΑΥΛΟ, τεύχος 272 - 273,
Αύγουστος - Σεπτέμβριος 2004.



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου