Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Η ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ[ΜέροςΕ΄]

ΜΕΡΟΣ Ε΄
Δ) Ο μύθος
Ο μύθος εξ άλλου, που χρησιμοποιείται σαν πλαίσιο των δρωμένων και
των λεγομένων στα μυστικά τελέσματα, είναι αναφορά και διείσδυση σε
θεία κυρίως πεδία και έχει χαρακτηριστεί σαν η παλαιότερη και η πιο
γνωστή μορφή του "ομιλείν περί των θεών".
Η σοφή αυτή μέθοδος ανάγει σε άλλη παρωχημένη εποχή την Θεοφάνια
τους, προστατεύει τους θεούς από τη βέβηλη και ωμή περιγραφή που

χρησιμοποιεί η τρέχουσα ιστορία και δραματοποιεί συγχρόνως οραματικά
και ιδανικά το περιβάλλον τους, το οποίο μπορεί και διατηρεί έτσι
την καθαρή του διάσταση. Με τον επιδέξιο αυτό τρόπο, η κύρια θεότητα
κάθε μυστηριακής λατρείας προβάλλεται φωτεινά και άσπιλα μέσα από
ένα μύθο και συγχρόνως περιβάλλεται και προστατεύεται από αυτόν
στοργικά. Τότε και μόνο τα θεία πεδία αποτελούν αστείρευτες πηγές
ευλογίας και χώρους καταφυγής και ανάτασης.
Γιατί ο μύθος μέσα από τον παλμό του τελέσματος, την έμπνευση του
χώρου και την χωρίς όρια αφοσίωση του υποψηφίου, επαναβιώνεται
δραματικά και ουσιαστικά, παύει να είναι μύθος και σαν κατακαίουσα
πραγματικότητα υπερβαίνει τον όποιο χρόνο και γίνεται ένα ζωοποιό
και αέναο παρόν.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του μύθου είναι ότι ενώ το κύριο περίγραμμά
του μπορεί να είναι γενικά γνωστό στο ευρύ κοινό, ορισμένες
αξιοσημείωτες όμως λεπτομέρειές του θεωρούνται ιερές διατηρούνται
μυστικές και ανακοινώνονται μόνο σε ένα περιορισμένο κύκλο Μυστών
και μόνο κατά τη διάρκεια της ίδιας της μύησης.
Από τη φύση του έτσι ο μύθος δεν έχει καμιά υποχρέωση να εμφανίζεται
"λογικός" και δεν καλύπτει καμιά μυητική ανάγκη με το να δείχνεται
αληθοφανής. Πέρα από αυτά ο μύθος για να δικαιώσει τον τίτλο του,
πρέπει να προσφέρεται για περισσότερες από μία συμβολικές και
αλληγορικές ερμηνείες.
 Ε) Τo Aπόρρητο και το Άρρητο
Η Μυστικότητα των λεγομένων και των δρωμένων στα Μυστήρια είναι  ριζική, και πρέπει να παραμένει σαν μία θεμελιακή τους αρχή. Απαγορεύεται η ανακοίνωσή τους είτε με την έννοια του απόρρητου, αυτού που δεν πρέπει να ανακοινωθεί, είτε σαν άρρητο με τη απόλυτη έννοια του όρου, δηλαδή αυτού που είναι τόσο βιωματικό που γίνεται  άφατο και ανέκφραστο και δεν μπορεί από τη φύση του πια να ανακοινωθεί.
         ΣΤ) Ο Eυριπίδης και τα μυστήρια
Μια συγκλονιστική και πολύπλευρη εικόνα για τη φύση και την
            ατμόσφαιρα των μυητικών τελεσμάτων, έχει προσφέρει ο Ευριπίδης στην
            ανθρωπότητα με τις Βάκχες του: Εδώ, μεταφέρεται απλά ένα εισαγωγικό
            απόσπασμα τους (στ. 471 επ.) που περιέχει ένα διάλογο ανάμεσα στο
            Διόνυσο που δεν έχει φανερώσει ακόμα τη θεία ιδιότητά του και
            υποκρίνεται απλά τον οπαδό του Διονύσου και του βασιλιά Πενθέα που
            σαν όλους τους συμβατικούς και εξώστροφους εκφραστές της εξουσίας,
            είναι αντίθετος στα όργια αυτά:
ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Σε εγρήγορση έπρεπε να βρίσκομαι όταν (ο Διόνυσος) μου
            δίδαξε και μου αποκάλυψε τις τελετές του.
            ΠΕΝΘΕΑΣ: Μα τι νόημα άραγε έχουν αυτές οι τελετές;
            ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Στους αμύητους δεν μπορούν αυτά τα πράγματα να
            ανακοινωθούν! Όποιος σε έναν αμύητο θα φανερώσει αυτά τα σοβαρά τα
            μυστικά, θα αποδειχθεί ανόητος.
            ΠΕΝΘΕΑΣ: Και οι τελετές του Διονύσου, τη νύχτα ή την ημέρα γίνονται;
            ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Πιο πολύ τη νύχτα. Γιατί σεμνότητα προσδίνει το σκοτάδι σ'
            αυτές.
            ΠΕΝΘΕΑΣ: Πρώτα-πρώτα θα σου κόψω τις μακριές μπούκλες των μαλλιών
            σου.
            ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Μα είναι αφιερωμένες. Είναι κι αυτό ένας τρόπος λατρείας
            του θεού.
            ΠΕΝΘΕΑΣ: Έπειτα αυτό το θύρσο να μου παραδώσεις.
            ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Εσύ ο ίδιος αν τολμάς, έλα να τον πάρεις. Γιατί κι αυτός
            είναι λατρευτικό αντικείμενο.
 Z) Τα Aρχαία Eλληνικά μυστήρια και ο Πλάτωνας
Παράλληλα λοιπόν με τη χαρούμενη και αφρόντιστη φαινομενικά θρησκευτική έκφραση που γνωρίζει το ευρύτερο κοινό και που μόνο συνοπτικά καλείται Δωδεκάθεο, ο αρχαίος Ελληνικός κόσμος εμβολιάστηκε μέσα από τα Μυστήρια, με μία δυνατότητα υπερβατικής σύλληψης των αιωνίων αξιών και με μία βιωματική μεταθανάτιας προσδοκίας.
Και τη δόνηση και την αποκάλυψη αυτού του "άρρητου" κανένας δεν θα μπορούσε να τα εκφράσει καλλίτερα από τον Πλάτωνα, όχι το φιλόσοφο βέβαια, αλλά τον έξοχο οραματιστή και ποιητή. Ας διαλογιστούμε και εμείς πάνω σε αυτά, ακολουθώντας τους υψηλόφρονες στοχασμούς του:Μέχρι τώρα μιλήσαμε για το τέταρτο και τελευταίο είδος της μανίας
            που καταλαμβάνει εκείνον που όταν αντικρίσει το γήινο κάλος,
            αναπτερώνεται από την ανάμνηση του αληθινού κάλους. Και θέλει να
            πετάξει (τότε στις υψηλότερες σφαίρες ύπαρξης), αλλά δεν μπορεί. Και
            σαν πουλί πια κοιτάζει προς τα πάνω και αδιαφορεί για ότι βρίσκεται
            από κάτω του. Και γι' αυτό φαίνεται (στους άλλους) να ενεργεί σα
            μανιακός. Και απέδειξα ότι από όλες τις εμπνεύσεις αυτή είναι η
            άριστη και καθιστά άριστο και εκείνον που γίνεται κοινωνός της και
            την κατέχει. Και μόνο αυτός που κατέχεται από αυτή τη μανία και
            λατρεύει κυριολεκτικά το ωραίο, δικαιούνται να λέγεται εραστής.
            Γιατί όπως είπαμε, κάθε ανθρώπινη ψυχή από τη φύση της ορέγεται να
            αντικρίσει την αληθινή ουσία των πραγμάτων. Αλλά καθώς κατέβηκε σ'
            αυτό το ανθρώπινο σώμα (του ζώου) δεν είναι εύκολο να αναθυμηθεί
            βυθισμένο στα γήινα, εκείνα που είδε τότε φευγαλέα εκεί, και καθώς
            ξεπέφτει εδώ στη δυστυχία, τυχαίνει κάτω από ορισμένες συνθήκες να
            διαφθαρεί, να πάρει τον κακό δρόμο, (να μολυνθεί από) το άδικο και
            να ξεχάσει έτσι αυτά τα ιερά πράγματα που είχε τότε αντικρίσει.
Πολύ λίγες ψυχές πράγματι υπάρχουν που διατηρούν σε ικανοποιητικό
            βαθμό αυτή την ανάμνηση. Και είναι αυτές που όταν αντικρίσουν εδώ
            κάποια αντανάκλαση του άλλου κόσμου, εκστασιάζονται και γίνονται
            ασυγκράτητες. Και δεν ξέρουν βέβαια γιατί παθιάστηκαν τόσο πολύ,
            επειδή απλά δεν έχουν καθαρή αίσθηση της αιτίας τους πάθους τους.
Δεν υπάρχει λοιπόν πραγματική ανταύγεια δικαιοσύνης και σωφροσύνης ή
            οποιασδήποτε άλλης αρετής από αυτές που είναι ζωτικές για την ψυχή,
            στα γήινα αντίγραφά τους. Γιατί με ατελή όργανα μόλις και μετά βίας
            μερικοί αναγόμενοι από τις εικόνες τους, μπορεί να οραματιστούν απλά
            τα αρχέτυπά τους.
 Αλλά αυτοί που έλαβαν μέρος σε εκείνη από τις τελετουργίες που είναι
            νόμιμο να την ονομάζουμε μακαριότατη, βλέπουν τη λαμπρή ωραιότητα
            και τη μακάρια όψη και την πραγματική θέασή τους, καθώς εν χορώ με
            τους άλλους πανευτυχείς μύστες γίνονται ακόλουθοι του Δία ή κάποιου
            άλλου πάτρωνα θεού.
            Και τότε πανηγυρίζουμε ευδαιμονικά, καθώς βιώνουμε μία ολοκλήρωση
            μέσα μας και αισθανόμαστε ότι είμαστε πια απρόσβλητοι από
            οποιαδήποτε κακό, και βλέπουμε παντού τέλειες και καθαρές και
            βέβαιες εικόνες καθώς αναγορευτήκαμε πια μυημένοι και επόπτες
            μυστηρίων, λουσμένη σε ένα λαμπρό φως και νοιώθουμε ότι είμαστε
            εξαγνισμένοι και απαλλαγμένοι από τα δεσμά του σώματος, από αυτό
            δηλαδή το μνήμα που το περιφέρουμε κολλημένο επάνω μας σαν όστρακο"
            (Φαίδρος 249d επ).
Η ΟΡΦΙΚΗ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ
Η διαδικασία εισδοχής στα Ορφικά Μυστήρια ακολουθώντας τα πανάρχαια έθιμα της μυστικής παράδοσης, χωριζόταν και αυτή στα τρία γνωστά μας κύρια μέρη: Την Κάθαρση, τη Μύηση και την Εποπτεία.
Προτού μπούμε όμως στη διαδικασία της καθαυτό Ορφικής Κάθαρσης, είναι σκόπιμο να περιγράψουμε τη θέση που έπαιρνε απέναντι στις καθαρτικές τελετές και την κριτική που ασκούσε για τον τρόπο που τελούσαν τα μυστήρια, ο πολύς Ηράκλειτος.
Μετά θα προβάλλουμε και μάλιστα σκηνικά μια περιπαικτική αποκάλυψη πάνω στη διαδικασία εισδοχής στα αρχαία Μυστήρια και στο τυπικό της Κάθαρσης, όπως τη διαπλέκει ένας μάγος του αρχαίου θεάτρου, ο Αριστοφάνης.
Η Κάθαρση και ο Ηράκλειτος
Το απόσπασμα 5 του σκοτεινού φιλόσοφου είναι ενδεικτικό των θαρραλέων τομών που επιδίωξε να πραγματοποιήσει στην αρχαία Ελληνική κοινωνία, η οποία όμως δεν ήταν ώριμη να δεχτεί τις υψηλές του αποκαλύψεις. Τονίζεται στο απόσπασμα αυτό η απέχθειά του για τον τυπικό και εξωτερικό τρόπο προσέγγισης της λατρείας:
''Εξαγνίζονται υποτίθεται (οι πιστοί) από το μίασμα του αίματος, κάνοντας αιματηρές θυσίες, σα να θέλουν να καθαριστούν από τις λάσπες, κάνοντας λασπόλουτρα. Και μαίνονται αν τολμήσει κάποιος άνθρωπος να τους επισημάνει το παράλογο αυτού που κάνουν. Και προσεύχονται στα ίδια τα αγάλματα σα να μιλάνε σε τοίχους, χωρίς να ξέρουν ούτε τι ακριβώς είναι οι θεοί, ούτε τι είναι οι ήρωες".
Στο απόσπασμα αυτό κραυγάζει μια ουσιαστική αλλά αμφίστομη αναφορά του στα Ορφικά Μυστήρια : Πρώτα πρώτα γιατί κάνει ένα λογοπαίγνιο με τις οικείες λέξεις μαίνομαι (Μαινάδες)  και μιαίνομαι (από το αίμα του διασπαραγμού).  Μετά, γιατί τάσσεται ανοιχτά κατά των αιματηρών θυσιών που πρώτη το τόλμησε η Ορφική πρακτική στην αρχαία Ελλάδα, με τις εκατόμβες των θυσιών που κάθε ημέρα πραγματοποιούσαν. 'Έπειτα χρησιμοποιεί το παράδειγμα της μόλυνσης από τον πηλό που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στα Ορφικά Μυστήρια κατά τη διαδικασία της κάθαρσης. Και τρίτο μας δηλώνει ότι ο κοινός άνθρωπος δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι οι θεοί και τι είναι οι ήρωες. Μια σύζευξη όχι τυχαία που μπορεί να ερμηνευθεί σαν μια επιλεκτική δυνατότητα θέωσης των ανθρώπων εκείνων που έχουν αναπτύξει όλως εξαιρετικές ιδιότητες, όπως μας το έχει παραδώσει το αρχέτυπο του ήρωα. Τελικά είναι βέβαιο ότι υπογραμμίζει την ανάγκη όχι μόνο της ύπαρξης, αλλά και μιάς βαθιάς και ουσιαστικής λειτουργικότητας που έπρεπε να έχουν τα μυστήρια, όταν εκφράζονται βέβαια δονητικά.
Aυτό το επιβεβαιώνει και με το απόσπασμά του 14: "Αυτά που οι άνθρωποι θεωρούν ως (ιερά) Μυστήρια, τα τελούν κατά ανίερον τρόπον". Και το απόσπασμα 15, στο οποίο έχουμε επανειλημμένα αναφερθεί: "Ο Πλούτωνας και ο Διόνυσος είναι στην πραγματικότητα ο ίδιος θεός για τον οποίο οι άνθρωποι καταλαμβάνονται από μανία και επιτελούν όργια", υιοθετώντας έτσι θα λέγαμε την Ορφική μεταρρυθμιστική στάση απέναντι στα Διονυσιακά αιματηρά 'Oργια.
Αλλά ο Ηράκλειτος θα παραμείνει για πάντα σκοτεινός και ανερμήνευτος, όπως έμεινε και για τον ίδιο ακόμα το Σωκράτη, γιατί προηγήθηκε κατά πολύ της εποχής του. Η γραμμική και διαλεκτική σκέψη της, ήταν αδύνατο να διαταραχθεί από τα κεραυνοβόλα και εναδικά χορικά του. Αν αυτό το ανάστημα που η πατούσα του ήταν ίδια σε μέγεθος με το διαμέτρημα του ήλιου, είχε περισσότερο επικοινωνηθεί, θα είχε αναδειχθεί σε ένα Βούδα της δύσης, όπως χαρακτηριστικά έχει ειπωθεί. Και ο κόσμος θα ήταν αδύνατο πια να υποφέρει από οποιοδήποτε είδος πολιτικού, φιλοσοφικού ή θρησκευτικού αυταρχισμού.
Η Κάθαρση και ο Αριστοφάνης
Ο Αριστοφάνης, ανοίγοντας φαίνεται για χάρη των επερχόμενων, μια άλλη θύρα πρόσβασης στα αρχεία της μυστικής σοφίας, υπηρέτησε μια επιδέξια εντολή και παρόρμηση του αρχαίου ιερατείου. ’Έπαιξε κυριολεκτικά, συνειδητά ή ασυνείδητα με τα λεγόμενα και τα δρώμενα των Μυστηρίων. Κινήθηκε δήθεν περιπαικτικά στα όρια της επιτρεπόμενης αποκάλυψής τους, τα οποία όμως ποτέ δεν παραβίασε. Και ποτέ έτσι δε θα μάθουμε αν υπήρξε πραγματικά μεγάλος μύστης ή μεγάλος θαυμαστής των Μυστηρίων τα οποία δεν ευτύχησε ποτέ να βιώσει. Σχεδόν όμως κάθε κωμωδία του, οι ’Όρνιθες, οι Νεφέλες, οι Θεσμοφοριάζουσες, ο Πλούτος, μας βάζει στον πειρασμό να απαντήσουμε θετικά σε αυτό το δίλημμα. και να τον θεωρήσουμε Διδάσκαλο και Μύστη, με ιδιαίτερη όμως αποστολή. Η κρούση της Ωραίας Πύλης των Μυστικών Αδύτων από έναν κενόδοξο υποψήφιο και η Ορφική λ.χ. Κάθαρση, πουθενά αλλού δεν περισώθηκαν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια. και επιτυχημένη παραλλαγή. Ας παρακολουθήσουμε αυτές τις σκηνές με διεισδυτική όμως και στοχαστική διάθεση:
Οι Σκηνές είναι από  την Κωμωδία του "Νεφέλες"
 (στ. 133-143 και 250-268):
Μαθητής - Στον κόρακα! Ποιος κρούει τη θύρα;
Στρεψιάδης - Εγώ ο Στρεψιάδης, ο γιος του Φείδωνα, από τα Κίκυννα!
Μαθητής - Αμύητος πρέπει να είναι μα το Δία αυτός που απερίσκεπτα και δυνατά κλωτσάει αυτή τη θύρα και μου διασπά τη λύση που ο διαλογισμός μου βρήκε!
Στρεψιάδης - Συγνώμη, μα είμαι άνθρωπος χωριάτης! Αλλά για πες μου τι λογισμό άραγε σού κοψα στη μέση;
Μαθητής - Μα δεν είναι επιτρεπτό αυτά τα πράγματα να ανακοινώνονται παρά στους Μαθητές!
Στρεψιάδης - 'Έλα, πάρε θάρρος και πέσ’ μου τα εμένα! Γιατί κι' εγώ να μαθητέψω στη σχολή σας, ήρθα!
Μαθητής - Τότε λοιπόν μπορώ να στα ανακοινώσω. Αλλά να ξέρεις ότι πρόκειται για αληθινά μυστήρια.
(Αργότερα ο Στρεψιάδης καθώς έχει οδηγηθεί μπροστά στο Σωκράτη)
Σωκράτης - Επιθυμείς λοιπόν να γνωρίσεις σε βάθος τα θεία πράγματα και ποιά ακριβώς είναι η φύση τους;
Στρεψιάδης - Ναι, μα το Δία, αν είναι δυνατό.
Σωκράτης - Και να συνομιλήσεις με τις Νεφέλες, με τις ίδιες τις δικές μας τις θεές;
Στρεψιάδης - Μάλιστα!
Σωκράτης - Τότε κάτσε πάνω σ' αυτό τον ιερό τον σκίμποδα!
Στρεψιάδης - Να! 'Έκατσα σε τούτο το σκαμνί!
Σωκράτης - Και φόρεσε αυτό το στέφανο!
Στρεψιάδης - Στέφανο; Αλίμονο μου βρε Σωκράτη. Σκοπεύεις να με θυσιάσεις όπως έγινε με τον Αθάμαντα;Σωκράτης - 'Οχι, αλλά όλα αυτά ακριβώς τα κάνουμε υποχρεωτικά σ' εκείνους που έρχονται εδώ να μυηθούν!
Στρεψιάδης - Και τι πρόκειται να κερδίσω απ' αυτά;
Σωκράτης - Εύγλωττος ρήτορας θα γίνεις, δυνατός συζητητής και πάσπαλη στα λόγια. Αλλά μην κουνιέσαι σε παρακαλώ!
Στρεψιάδης - Και βέβαια σε πιστεύω μα το Δία. Αλλά να! Με αλεύρωσες ολόκληρο, με τον τρόπο  που με πασπαλίζεις σκόνη.
Σωκράτης - Κράτα άγια σιωπή γέροντα τώρα και δώσε προσοχή στην προσευχή μου:
Ω! Δέσποτα, 'Ανακτα! Αμέτρητε Αγέρα,
που κρατάς μετέωρη τη Γη και το λαμπρό Αιθέρα.
Και σεις σεμνές θεές, Νεφέλες βροντοκέραυνες
Αρθείτε, φανείτε, ω Δέσποινες, στο Δάσκαλο φανερωθείτε!
Στρεψιάδης - Σταθείτε! 'Οχι ακόμα! Πριν ρίξω κάτι απάνω μου για να κουκουλωθώ, μη γίνω μούσκεμα απ' το κατάβρεγμα.  Δεν πρόλαβα ο άτυχος να πάρω ούτε σκούφια!
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου