Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ[Μέρος ΣΤ΄]

Οι Πεφωτισμένοι της Βαυαρίας
Ενώ η οργάνωση των Πεφωτισμένων της Αβινιόν (Illuminés d’Avignon), όπως προαναφέραμε, ήταν μια σημαντική τάση μέσα στον γαλλικό Τεκτονισμό και γενικότερα μέσα στον γαλλικό αποκρυφισμό, η οργάνωση των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας (Illuminati of Bavaria) –ουδεμία σχέση έχουσα με τους Πεφωτισμένους της Αβινιόν (πλην μιας συνωνυμίας)– ιδρύθηκε το 1776 στη Βαυαρία από τον νεαρό πανεπιστημιακό καθηγητή Άνταμ Βαϊσχάουπτ (Adam Weishaupt), με σκοπό την προώθηση ενός πολιτιστικού και πολιτικού προγράμματος βασισμένου σε ένα μείγμα φιλοσοφίας του Ρουσό, χριστιανικού ουμανισμού, σοσιαλισμού και επιστήμης.

Ο Άνταμ Βαϊσχάουπτ γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1748 στο Ίνγκολσταντ και έλαβε την παιδεία του από τους Ιησουίτες. Ο διορισμός του, το 1775, ως καθηγητή του φυσικού και του κανονικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Ίνγκολσταντ –θέση την οποία μέχρι τότε κατείχαν μόνο μέλη του Τάγματος των Ιησουιτών, το οποίο όμως εκείνο το διάστημα είχε καταργήσει ο Πάπας– λέγεται ότι προκάλεσε ένα αίσθημα προσβολής στο ρωμαιοκαθολικό ιερατείο του Πανεπιστημίου του Ίνγκολσταντ. «Ο Βαϊσχάουπτ, του οποίου οι απόψεις χαρακτηρίζονταν από κοσμοπολιτισμό, και ο ποίος γνώριζε και καταδίκαζε την υποκρισία και τις προλήψεις των ιερέων, προκάλεσε αντιπαλότητες προς το πρόσωπό του μέσα στο Πανεπιστήμιο» (βλ. A.G. Mackey, Encyclopedia of Freemasonry, Εκδ. Macoy Publishing, 1966, σελ. 1099). Εκείνη την εποχή, ο Βαϊσχάουπτ δεν ήταν ακόμη μέλος του Ελευθεροτεκτονισμού. Στον Ελευθεροτεκτονισμό μυήθηκε το 1777, στο Μόναχο, σε μια Στοά του Τύπου της Αυστηρής Τήρησης η οποία ονομαζόταν «Theodor zum guten Rath».

Τα τυπικά των Βαυαρών Πεφωτισμένων προωθούσαν το πνεύμα της επιστήμης και μια πολιτική θεωρία εμπνευσμένη από την κλασσική ελληνική Αρχαιότητα. Στην ανώτατη τάξη βαθμών των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, ο Βαϊσχάουπτ δίδασκε ένα όραμα φυσικής ελευθερίας και ισότητας των ανθρώπων εμπνευσμένο από τον Χριστό και τον Γάλλο φιλόσοφο Ζαν-Ζακ Ρουσό (Jean-Jacques Rousseau). Σκοπός του Βαϊσχάουπτ ήταν, μέσω της οργάνωσης των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, να μεταρρυθμίσει τον Ελευθεροτεκτονισμό σύμφωνα με τα δικά του ιδεώδη και να αποσπάσει τον Ελευθεροτεκτονισμό από τον έλεγχο που ασκούσαν επ’ αυτού διάφορες αυταρχικές ελίτ της Ευρώπης.

Σύμφωνα με το τυπικό του βαθμού του Επόπτη των Βαυαρών Πεφωτισμένων ο υποψήφιος ενθαρρυνόταν να εργαστεί για την εγκαθίδρυση της «αυτοκρατορίας τού λόγου», στο πλαίσιο της οποίας, όπως του ελέγετο, οι πνευματικές και πολιτικές προκαταλήψεις και αντιφάσεις θα εξαλείφονταν και οι άνθρωποι θα καθίσταντο ικανοί να αναλάβουν τις υπαρκτικές ευθύνες τους και να αυτοκυβερνηθούν. Επίσης, σύμφωνα με τα τυπικά των Βαυαρών Πεφωτισμένων και τις ειδικές οδηγίες του Βαϊσχάουπτ, η προαγωγή στον βαθμό του Regent (Αντιβασιλέα) του Τάγματος των Illuminati είχε ως προαπαιτούμενο ο υποψήφιος να είναι «όσο το δυνατόν περισσότερο ελεύθερος άνθρωπος και ανεξάρτητος από όλους τους πρίγκιπες» και να έχει δώσει σημαντικά δείγματα βούλησης να αλλάξει το πολιτικό σύστημα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα κείμενα του Βαϊσχάουπτ, για να είναι άξιοι οι Επόπτες να προαχθούν στον βαθμό του Regent, πρέπει να είναι πρόσωπα τα οποία έχουν κατορθώσει να ενώσουν τη φρόνηση με την ελευθερία της σκέψης και της πράξης, γνωρίζουν πώς να συνδυάζουν την υπερβατικότητα του πνεύματος με τη βαρύτητα και την εντιμότητα των τρόπων συμπεριφοράς, και των οποίων η καρδιά είναι πλήρως αφοσιωμένη στην αποστολή του τάγματος για την ευημερία της ανθρωπότητας. Επίσης, σύμφωνα με το τυπικό του βαθμού του Regent, ο αξιωματικός που μυεί τον υποψήφιο σε αυτόν τον ανώτατο βαθμό των Βαυαρών Πεφωτισμένων του λέγει τα εξής: «Είσαι πλέον αρκετά ισχυρός για να καθοδηγήσεις τον εαυτό σου, έσω λοιπόν στο μέλλον ο οδηγός του εαυτού σου...Να είσαι ελεύθερος, δηλαδή ένας άνθρωπος, ένας άνθρωπος που γνωρίζει πώς να κυβερνά τον εαυτό του, ένας άνθρωπος που γνωρίζει το καθήκον του, και τα αναπαλλοτρίωτα δικαιώματά του...Ιδού, πάρε πίσω τις δεσμεύσεις που έχεις μέχρι τούδε συνομολογήσει μαζί μας. Σου τις επιστρέφουμε όλες».

Ο Τόμας Τζέφερσον (Thomas Jefferson, 1743-1826), ο οποίος διετέλεσε τρίτος κατά σειρά πρόεδρος των ΗΠΑ (1801-1809) και υπήρξε ο κύριος συγγραφέας της διακήρυξης της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας (1776), έχει γράψει τα εξής για και τον ιδρυτή των Βαυαρών Illuminati, Άνταμ Βαϊσχάουπτ: «Ο Βαϊσχάουπτ πιστεύει ότι το να προωθήσει αυτήν την τελειοποίηση του ανθρώπινου χαρακτήρα ήταν το αντικείμενο του Ιησού Χριστού...Οι αρχές του είναι η αγάπη προς το αγαθό και η αγάπη προς τον πλησίον. Και διδάσκοντας την αθωότητα της συμπεριφοράς, αποσκοπούσε στο να θέσει τους ανθρώπους στη φυσική τους κατάσταση ελευθερίας και ισότητας. Λέει ότι κανείς δεν έθεσε πιο στέρεο θεμέλιο για την ελευθερία απ’ ό,τι ο Μέγας Διδάσκαλός μας, ο Ιησούς ο Ναζωραίος. Πιστεύει ότι οι Ελευθεροτέκτονες αρχικά κατείχαν τις αληθινές αρχές και τους αληθινούς σκοπούς του Χριστιανισμού, και ότι έχουν ακόμη συντηρήσει ορισμένες από αυτές μέσω της παράδοσης, αλλά πολύ παραμορφωμένες. Τα μέσα τα οποία προτείνει για να πραγματοποιηθεί η βελτίωση της ανθρώπινης φύσης είναι ‘το να διαφωτίσουμε τους ανθρώπους, για να διορθώσουν τα ήθη τους και να τους εμπνεύσουμε την αγαθοεργία’...Καθώς ο Βαϊσχάουπτ έζησε κάτω από την τυραννία δεσποτικών καθεστώτων και δεσποτικών ιερέων, γνώριζε ότι η προσοχή ήταν αναγκαία ακόμη και για τη διασπορά πληροφοριών και αρχών που είχαν να κάνουν με την καθαρή ηθική. Γι’ αυτό ανέλαβε να οδηγήσει τους Ελευθεροτέκτονες στο να υιοθετήσουν αυτόν τον σκοπό και να καταστήσουν αντικείμενα του θεσμού τους τη διάχυση της επιστήμης και της αρετής. Πρότεινε τη μύηση νέων μελών στο δικό του σώμα μέσω μιας βαθμιδωτής δομής η οποία αντιστοιχούσε στους φόβους του για το ότι μπορούσε να αστράψει σε βάρος του η τυραννία. Αυτό έχει προσδώσει έναν αέρα μυστηρίου στις απόψεις του...πιστεύω ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι, εάν ο Βαϊσχάουπτ έγραφε εδώ (στην Αμερική), όπου δεν είναι αναγκαία η μυστικότητα των προσπαθειών μας για να καταστήσουμε τους ανθρώπους σοφούς και ενάρετους, δεν θα είχε επινοήσει κάποιον μυστικό μηχανισμό προς επίτευξη αυτού του σκοπού» (βλ. «Thomas Jefferson to Reverend James Madison, January 31, 1800», στο: The Works of Thomas Jefferson in Twelve Volumes, Federal Edition, Collected and Edited by Paul Leicester Ford).

Εξ αιτίας έντονων διαφωνιών μεταξύ του Βαϊσχάουπτ, που ήταν ο πρόεδρος (και ιδρυτής) του Αρείου Πάγου (όπως λεγόταν το ανώτατο εκτελεστικό συμβούλιο) των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, και του βαρόνου Άντολφ Φράιχερ Κνίγκε (Adolph Freiherr Knigge), που ήταν ένα πολύ ισχυρό μέλος του Αρείου Πάγου των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας και ηγετικό στέλεχος του Τεκτονικού Τάγματος της Αυστηρής Τήρησης, καθώς και εξ αιτίας του γεγονότος ότι, το 1777, ο Καρλ Τέοντορ (Karl Theodor), υποστηρικτής του καθεστώτος της πεφωτισμένης δεσποτείας, έγινε ηγεμόνας της Βαυαρίας και έθεσε υπό διωγμό το τάγμα των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας και άλλες μυστικές εταιρείες, το τάγμα των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας οδηγήθηκε σε διάλυση περί το 1785. Εν τω μεταξύ, το 1784, στο κονγκρέσο των Πεφωτισμένων στη Βαϊμάρη, ο ίδιος ο πρόεδρος και ιδρυτής τού τάγματος, δηλαδή ο Άνταμ Βαϊσχάουπτ, είχε παραιτηθεί από τη θέση και τα αξιώματά του σε αυτό, έχοντας, μεταξύ άλλων, απογοητευθεί από το χαμηλό πνευματικό επίπεδο και την ιδιοτέλεια πολλών Τεκτόνων και άλλων προσώπων που είχαν εισέλθει στο τάγμα που με τόση φιλοδοξία είχε δημιουργήσει και τελικά το είδε να παρακμάζει και να αποσυντίθεται από μέσα.

Το απολυταρχικό βαυαρικό καθεστώς του Καρλ Τέοντορ, οι Ιησουίτες και η ηγεσία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας της Βαυαρίας εξαπέλυσαν μια σκληρή προπαγανδιστική επιχείρηση εναντίον των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, καθιστώντας αυτήν τη βραχύβια οργάνωση (η οποία, μετά τη διάλυσή της, ήταν πλέον εύκολος στόχος προπαγανδιστικών επιχειρήσεων) τον ‘αποδιοπομπαίο τράγο’ για πληθώρα κοινωνικών προβλημάτων. Επίσης, σε αυτήν την προπαγανδιστική επιχείρηση εναντίον των Βαυαρών Πεφωτισμένων, συμμετείχαν ηγετικά στελέχη Τεκτονικών ταγμάτων που βρίσκονταν σε άμεση ή μυστική συνεργασία με τα κυρίαρχα απολυταρχικά καθεστώτα της Ευρώπης και με τη μεγαλοαστική τάξη. Με αυτόν τον τρόπο, οι απολυταρχικές ηγεσίες της Ευρώπης και των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών μυστικιστικών ταγμάτων χρησιμοποίησαν το διαλυμένο τάγμα των Βαυαρών Πεφωτισμένων για να αποπροσανατολίζουν και να παραπληροφορούν την κοινή γνώμη, κατηγορώντας την οργάνωση-φάντασμα των Βαυαρών Πεφωτισμένων για συνωμοσίες και ιμπεριαλιστικά σχέδια που οι ίδιες εκείνες οι ηγεσίες εξύφαιναν και εφάρμοζαν. Γι’ αυτό, άλλωστε, όπως επισημαίνεται στην Τεκτονική Εγκυκλοπαίδεια του Coil, στο λήμμα περί των Illuminati, «είναι παραδοσιακή η αποστροφή των Τεκτόνων προς την ιστορία τού Ιλλουμινατισμού». Προκειμένου η ευρωπαϊκή ολιγαρχία και τα υπ’ αυτής ελεγχόμενα Τεκτονικά τάγματα να έχουν ένα μέσο για την παραπληροφόρηση των μαζών και έναν ‘αποδιοπομπαίο τράγο’, όπως επιτάσσει η επιστήμη της προπαγάνδας, δαιμονοποιήθηκαν οι Illuminati του Βαϊσχάουπτ και έγιναν η πρωταγωνιστική οργάνωση σε ποικίλες φανταστικές ιστορίες συνωμοσίας, οι οποίες παράγονται για να συγκαλυφθούν οι πραγματικές συνωμοσίες και για να χειραγωγηθεί η προσοχή της κοινής γνώμης.

Στο Τάγμα των Πεφωτισμένων της Αβινιόν και γενικά στις μυστικιστικές κοινότητες της νότιας Γαλλίας, από όπου προήλθε πνευματικά ο Σκωτικός Τύπος του Τεκτονισμού, κυριαρχούσαν αντιλήψεις του Γνωστικισμού, διαφόρων Ερμητιστών (δοξασία Ερμή του Τρισμεγίστου-Αλχημεία) και διαφόρων μυστικιστικών εβραϊκών κινημάτων (με επίκεντρο την Καμπαλά). Προς αυτές τις αντιλήψεις και προς αυτήν την οδό εξέλιξης του Τεκτονισμού δεν είχε σχέση και ήταν μάλλον ενεργώς αντίθετο το Τάγμα των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, που δημιουργήθηκε από τον Άνταμ Βαϊσχάουπτ, ο οποίος, όπως προαναφέραμε, εμπνεόταν κυρίως από την αρχαία Ελλάδα και τον Ρουσό. Ωστόσο, διάφορα στελέχη των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας που ήταν συγχρόνως και μέλη ‘κανονικών’ Τεκτονικών Στοών, μεταξύ των οποίων και ο βαρόνος Άντολφ Φράιχερ Κνίγκε, ήθελαν, σε αντίθεση προς τον Βαϊσχάουπτ, να προσδώσουν και στο Τάγμα των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας έναν αποκρυφιστικό προσανατολισμό παρόμοιο με εκείνον του Τάγματος των Πεφωτισμένων της Αβινιόν.

Τελικώς, μετά από τη διάλυση του Τάγματος των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας και εφόσον είχε πλέον ηττηθεί το εγχείρημα του Βαϊσχάουπτ από τον ‘κανονικό’ Τεκτονισμό, που λειτουργούσε ως εργαλείο κοινωνικού ελέγχου και κοινωνικής επιρροής στα χέρια Δυτικοευρωπαίων πριγκίπων και Εβραίων μυστικιστών, το ίδιο το εβραιομασονικό κατεστημένο διεξήγαγε επιχειρήσεις παραπληροφόρησης σε βάρος των Βαυαρών Πεφωτισμένων, προκειμένου το εβραιομασονικό κατεστημένο και οι Πεφωτισμένοι της Αβινιόν να προστατευθούν μέσω της στοχοποίησης των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας.

Η περίπτωση του Ιλλουμινατισμού της Βαυαρίας χρήζει μιας ιδιαίτερης προσοχής, όχι βεβαίως επειδή χρησιμοποιείται για τη δημιουργία φανταστικών, ανυπόστατων θεωριών συνωμοσίας και γενικά για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων παραπληροφόρησης, αλλά επειδή ο Βαϊσχάουπτ επεχείρησε να αρθρώσει μια κριτική στάση απέναντι στη νεωτερικότητα και ειδικά απέναντι στον μύθο των αστικών συνταγμάτων, να πολιτικοποιήσει τον Ελευθεροτεκτονισμό, να συνθέσει τον μυστικισμό με τη φιλοσοφία του Ρουσό και να συνδιαλεχθεί με ριζοσπαστικά πολιτικά κινήματα του 18ου αιώνα. Όμως, το μεγάλο πρόβλημα του Ρουσό και των Ιλλουμινάτων του Βαϊσχάουπτ είναι ότι αντελήφθησαν και επεσήμαναν τα προβλήματα της νεώτερης ορθολογικότητας, αλλά δεν κατόρθωσαν να τα θεραπεύσουν διότι επεχείρησαν να θεμελιώσουν την κοινωνική ενότητα στη φύση και όχι στη μεταφυσική, η οποία χάριζε πάντοτε στον Ελληνισμό, αρχαίο και χριστιανικό, ελευθερία μέσα σε κοινωνία.

Ο Ζαν-Ζακ Ρουσό (Jean-Jacques Rousseau, 1712-1778), στην προσπάθειά του να σώσει την ανθρώπινη ελευθερία από την πειθαρχία και τη βία τής ορθολογικής σκέψης (η οποία είναι η μεγάλη θεότητα των ρασιοναλιστικών Δυτικών πανεπιστημίων και της φυσιοκρατικής πολιτικής οικονομίας), ισχυρίζεται ότι ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο ο άνθρωπος διαφέρει από τα ζώα δεν είναι ότι σκέπτεται, αλλά ότι επιλέγει. Όμως, σε αυτό το σημείο, ο Ρουσό κάνει το πρώτο του βασικό λάθος: υπερασπίζεται και τονίζει τη δυνατότητα του ανθρώπου να επιλέγει, αλλά το κάνει αυτό νομίζοντας ότι ο άνθρωπος προβαίνει σε επιλογές με προοπτική τη φυσική του ολοκλήρωση και όχι με προοπτική την πνευματική ελευθερία. Άρα, τελικά, η διαφορά μεταξύ ανθρώπου και ζώου στο φιλοσοφικό σύστημα του Ρουσό, είναι διαφορά βαθμού φυσικής ολοκλήρωσης. Και πάλι δηλαδή απουσιάζει η ελευθερία της μεταφυσικής. Η μεταφυσική οδηγεί σε έναν κόσμο πνευματικών δυνατοτήτων, ελευθερώνοντας τον άνθρωπο από την αναγκαιότητα της νεωτερικής λογοκρατίας και της φυσιοκρατίας.

Ο Ρουσό αντιτίθεται προς τη νεωτερική ορθολογικότητα και υιοθετεί μια κριτική στάση απέναντι τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, επειδή διαφωνεί με την μέθοδο που επέλεξαν να ακολουθήσουν (δηλαδή με τη λογοκρατική μέθοδο), αλλά δεν διαφωνεί με τον σκοπό της νεωτερικότητας και του Διαφωτισμού, δηλαδή με την προσπάθεια θεμελίωσης της αλήθειας στην ατομική συνείδηση. Το ‘εγώ αισθάνομαι’ μπορεί μεθοδολογικώς και γνωσιολογικώς να διαφέρει από το ‘εγώ σκέπτομαι’, αλλά η οντολογία του ‘αισθάνομαι άρα υπάρχω’ (Ρουσό) είναι κοινή με την οντολογία του ‘σκέπτομαι άρα υπάρχω’ (Ντεκάρτ). Εξ ου και παρ’ ότι ο Ρουσό, όπως και άλλοι Δυτικοί φιλόσοφοι, επικαλείται ως πρότυπο της πολιτικής θεωρίας του το αρχαίο ελληνικό ‘άστυ’, διαφέρει ουσιωδώς από την αρχαία ελληνική οντολογία.

Παρ’ ότι ο Πλούταρχος και οι κλασσικοί Έλληνες φιλόσοφοι άσκησαν ιδι­αίτε­ρη γοητεία στον Ρουσό, το ιδεώδες της κοινωνίας και του ατόμου που εκφράζει ο Ρουσό είναι εκείνο του νεωτερικού Δυτικού υποκειμένου. Για τον Ρουσό, ο άνθρωπος είναι από τη φύση του άτομο συναισθηματικό και η κοινωνία του (δηλαδή η ‘φυσική’ κοινωνία) πρέπει να βασίζεται στο πάθος και όχι σε ψυχρούς υπολογισμούς. Όμως και πάλι, η αφετηρία του Ρουσό είναι το άτομο, έστω το άτομο του αισθήματος (σε αντιδιαστολή προς το άτομο του λόγου των ρασιοναλιστών), αλλά πάντως το άτομο. Αντίθετα, στην ελληνική Αρχαιότητα, ο άνθρωπος, ως έλλογο ζώο, δεν είναι στην ουσία του ‘άτομο’, αλλά σύνθεση ροπών και δυνάμεων, όπως έχουν αναλυθεί στην ψυχολογία του Πλάτωνα, και, κατ’ επέκταση, είναι πολιτικό ον στην υπηρεσία της κοινωνικής ευδαιμονίας. Γι’ αυτό, στην αρχαία ελληνική θεωρία του Δικαίου, η κοινωνική δικαιοσύνη δεν αφορά στην προστασία ‘ανθρωπίνων δικαιωμάτων’, αλλά  γίνεται κατανοητή ως προσφορά του πολίτη προς την κοινωνία.


Ordo Templi Orientis (OTO)
Μεταξύ 1895 και 1906, στην Αυστρία και στη Γερμανία, ο πλούσιος Αυστριακός χημικός Καρλ Κέλνερ (Karl Kellner, 1851-1905) και ο Αγγλο-γερμανός αποκρυφιστής, μέλος του αναρχικού χώρου, τραγουδιστής, δημοσιογράφος και πράκτορας της πρωσικής αστυνομίας Τέοντορ Ρόις (Theodor Reuss, 1855-1923) δημιούργησαν ένα νέο αποκρυφιστικό τάγμα που το ονόμασαν «Τάγμα του Ναού της Ανατολής» (Ordo Templi Orientis), γνωστό με το αρκτικόλεξο ΟΤΟ. Το τυπικό του ΟΤΟ βασίστηκε σε θρύλους περί των Ναϊτών Ιπποτών, στον ταντρικό αποκρυφισμό, σε αυθαίρετες αφηγήσεις περί των Πεφωτισμένων της Αβινιόν και των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας και στον Γνωστικισμό.

Ο Καρλ Κέλνερ ήταν Γερμανός κατάσκοπος και είχε αναπτύξει κατασκοπευτική δραστηριότητα στο Λονδίνο ως μέλος αναρχικών και σοσιαλιστικών οργανώσεων του Λονδίνου. Περί το 1880, στο Μόναχο, ο Κέλνερ ίδρυσε ένα τάγμα βασισμένο στο πρότυπο του Τάγματος των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας (ως κακέκτυπο του αυθεντικού οργανισμού τού Άνταμ Βαϊσχάουπτ) για να το χρησιμοποιήσει ως ‘βιτρίνα’ για την κατασκοπευτική του δραστηριότητα, υποδυόμενος τον αντιεξουσιαστή. Επίσης, το 1885, ο Κέλνερ βρίσκεται στο Λονδίνο ως μέλος της εκτελεστικής επιτροπής του «Σοσιαλιστικού Συνδέσμου» (Socialist League). Μετά από την αποκάλυψη της κατασκοπευτικής του δραστηριότητας, ο Ρόις υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Αγγλία. Το 1888, ο Ρόις επανεμφανίστηκε στο Βερολίνο, όπου συνεργάστηκε με τον ηθοποιό Λέοπολντ Ένγκελ (Leopold Engel) για την αναδιοργάνωση του Τάγματος των Πεφωτισμένων (Illuminati).

Αξιοποιώντας την τεχνογνωσία των μυστικών υπηρεσιών για τη διαχείριση συνειδήσεων σε συνδυασμό με αποκρυφιστικές τελετουργίες, ο Κέλνερ και ο Ρόις προέβησαν στην ίδρυση του ΟΤΟ, όπου συνέθεσαν, κατά το δικό τους σκεπτικό, τυπικά Τεκτόνων και των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, χωρίς βεβαίως να έχει το ΟΤΟ καμία σχέση με άλλο Τεκτονικό τάγμα, ούτε, πολύ περισσότερο, με τους Πεφωτισμένους της Βαυαρίας.

Το 1910, ο Βρετανός αποκρυφιστής, ποιητής και δημοσιογράφος Άλιστερ Κρόουλι (Aleister Crowley, 1875-1947) γνώρισε τον Ρόις και έγινε μέλος τού ΟΤΟ. Το 1914, λίγο μετά από την εκκίνηση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κρόουλι, έχοντας ήδη αναρριχηθεί στα κορυφαία αξιώματα του ΟΤΟ, εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ως κατάσκοπος για λογαριασμό των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών κατά των ναζιστικών κύκλων που δρούσαν στις ΗΠΑ. Εκείνη την περίοδο, ο Κρόουλι αναδιοργάνωσε τους βαθμούς και τα τυπικά του ΟΤΟ, ενώ το 1921 δήλωσε την αυτονομία του από τον Ρόις, που ήταν ο διεθνής αρχηγός του ΟΤΟ. Τελικά, το 1923, ο Ρόις πέθανε κάτω από ύποπτες συνθήκες, και, το 1925, σε ένα ταραχώδες συνέδριο των Μεγάλων Διδασκάλων του ΟΤΟ, ο Κρόουλι κατόρθωσε να ανακηρυχθεί ο νέος διεθνής αρχηγός του ΟΤΟ. Ο Κρόουλι, υπό την κάλυψη των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, ενεπλάκη σε ακραίες αποκρυφιστικές πρακτικές (σεξουαλικά όργια, ναρκωτικά, θυσίες αίματος, λατρεία του Αντιχρίστου κ.λπ.) και δημιούργησε μια αποκρυφιστική παράδοση την οποία ονόμασε «Θέλημα» (Thelema), στην οποία ανέμειξε, κατά την προσωπική του κρίση, και στοιχεία από τα τυπικά των συμβατικών Τεκτονικών ταγμάτων και των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, προκαλώντας μεγάλη σύγχυση σε Τέκτονες και σε μη Τέκτονες.

Μετά από τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το κέντρο του ΟΤΟ βρισκόταν πλέον στην Καλιφόρνια, υπό τη διοίκηση του διαδόχου του Κρόουλι, που ήταν ο Καρλ Γκέρμερ (Karl Germer). Ο Γκέρμερ γεννήθηκε το 1885 στο Elberfeld της Γερμανίας και πέθανε το 1962 στο West Point της Καλιφόρνια. Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, εργάστηκε ως αξιωματικός της γερμανικής στρατιωτικής κατασκοπείας και έλαβε το μετάλλιο του Σιδηρού Σταυρού Πρώτης και Δεύτερης Τάξης για τις διακεκριμένες υπηρεσίες του. Το 1926, εντάχθηκε στο αποκρυφιστικό σύστημα «Θέλημα» του Κρόουλι (περνώντας έτσι υπό τη διαχείριση του αγγλοσαξονικού παράγοντα), και τον ίδιο χρόνο μετέβη στις ΗΠΑ, όπου εξέδιδε γερμανικές μεταφράσεις των έργων τού Κρόουλι. Το 1935, επέστρεψε στη Γερμανία, όπου συνελήφθη από τη Gestapo εξ αιτίας της σχέσης του με το αποκρυφιστικό σύστημα του Κρόουλι. Το 1942, ο Κρόουλι όρισε τον Γκέρμερ διάδοχό του στην ηγεσία τού ΟΤΟ. Το 1947, μετά τον θάνατο του Κρόουλι, ο Γκέρμερ ανέλαβε το αξίωμα του διεθνούς αρχηγού του ΟΤΟ.

Μετά από τον θάνατο του Γκέρμερ, το ΟΤΟ πέρασε μια περίοδο κρίσεων και αποδιοργάνωσης. Εν μέσω αυτής της κατάστασης, το 1971, ανέλαβε τη διεθνή ηγεσία του ΟΤΟ ο Αμερικανός απόστρατος αξιωματικός Γκράντι Λιούις Μακμάρτι (Grady Louis McMurtry), ο οποίος παρέμεινε στην κορυφή της ιεραρχίας του ΟΤΟ μέχρι τον θάνατό του, το 1985. Ο Μακμάρτι είχε λάβει ενεργό μέρος σε πολλές μάχες στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (απόβαση στη Νορμανδία, απελευθέρωση της Γαλλίας και του Βελγίου και κατάληψη της Γερμανίας) και στον Πόλεμο της Κορέας και είχε γνωριστεί προσωπικά με τον Κρόουλι στην Αγγλία (1943-1944). Επίσης, ο Μακμάρτι ήταν στέλεχος της CIA και χρησιμοποίησε τις δομές και τις τελετουργίες του ΟΤΟ ως μέσα πρακτικής εφαρμογής και δοκιμής διαφόρων μεθόδων ελέγχου της συνείδησης τις οποίες είχαν δημιουργήσει οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου