Μικρή ιστορία των επαναστάσεων
Γράφει ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ
Οι επαναστάσεις, όπου και όποτε αν ξέσπασαν, δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνον τη λυσσαλέα αντίδραση της εξουσίας αλλά και την αντίσταση άλλων κοινωνικών ομάδων, που συχνά αποτελούσαν την πλειοψηφία της κοινωνίας, έναντι των εξεγερμένων.
Αν ο Λένιν είχε κάμει εκλογές στις δέκα μέρες που
συγκλόνισαν τον κόσμο, είναι πολύ αμφίβολο ότι οι μπολσεβίκοι του θα κέρδιζαν
την πλειοψηφία για μιαν «έφοδο στον ουρανό». Το ίδιο μπορεί να πιθανολογήσει
κανείς και για τους ιακωβίνους της Γαλλικής επανάστασης ή για τους σπαρτακιστές
της Ρόζας Λούξεμπουργκ ή για τους οπαδούς του Γάϊου και του Τιβέριου
Γράκχου.
Είναι άλλωστε πολύ συχνό φαινόμενο, μια επανάσταση να την
ακολουθεί ένας εμφύλιος πόλεμος, όπως ας πούμε την Γαλλική επανάσταση την
ακολούθησε η αντεπανάσταση της Βανδέας ή τη σοβιετική επανάσταση την ακολούθησε
ο πόλεμος των λευκών εναντίον των κόκκινων.
Οι επαναστάσεις δεν στηρίζουν τη νομιμότητα τους στην αρχή της πλειοψηφίας και δεν διεξάγονται με δημοσκοπήσεις.
Οι επαναστάσεις δεν στηρίζουν τη νομιμότητα τους στην αρχή της πλειοψηφίας και δεν διεξάγονται με δημοσκοπήσεις.
Αν όμως οι επαναστάσεις δεν επικυρώνουν τη νομιμότητα τους
από την δεδηλωμένη βούληση της πλειοψηφίας, τότε ποια είναι η φύση του
Επαναστατικού δικαίου?
Γιατί και πώς, ενσωματώθηκε στο συλλογικό ασύνειδο των
λαών, η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση, ότι η επανάσταση δημιουργεί Δίκαιο?
Στο όνομα τίνος, οι επαναστάτες κάθε γενιάς αναλαμβάνουν
τον μέγα κίνδυνο να φονεύσουν αντεπαναστάτες, διακηρύσσοντας το ματωμένο
δικαίωμα τους να αλλάξουν τον κόσμο [ή έστω την κοινωνία τους]
Η φύση του Επαναστατικού Δικαίου αφορά το ιερό δικαίωμα του
ανθρώπου στη Ζωή και τον υπερ πάντων αγώνα του, να προσπελάσει τον θάνατο.
Όταν μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων σε μια κοινωνία,
αντιμετωπίζει τον τρόμο του θανάτου, έχει το φυσικό δικαίωμα να ανατρέψει τη
μοίρα της και να στραφεί εναντίον των κυριάρχων της, ακόμα και αν η αριθμητική
πλειοψηφία των άλλων, συναινεί στην παραμονή των κυριάρχων στην εξουσία.
Η επανάσταση δεν αντλεί τη νομιμότητα της από το τι είδους
καθεστώς θα επιβληθεί μετά την επικράτηση της και το αν πράγματι θα εξυπηρετεί
το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού αλλά από το δικαίωμα του απελπισμένου να
διεκδικήσει το μοιράδι του από τη ζωή.
Η επανάσταση είναι αγώνας για Ζωή ή για θάνατο. Συνεπώς το
δίκαιο του απελπισμένου υπερτερεί έναντι της επιθυμίας των υπολοίπων να
διατηρήσουνε τη βολή τους, ακόμα και αν αυτοί αποτελούν την πλειοψηφία.
Να ζητάμε τη
δικαίωση μιας επανάστασης, βάσει του πλειοψηφικού ποσοστού των εξεγερμένων,
είναι το ίδιο παράλογο σαν να λέμε ότι ένας μικρός λαός δεν δικαιούται να
πολεμήσει για την ελευθερία του.
Ακόμα και μια
κοινωνική μειοψηφία, ακόμα και ένας μικρός λαός, ακόμα και ένας μόνον άνθρωπος,
έχουν το ιερό δικαίωμα να εξεγερθούν και να πολεμήσουν, εφόσον μπαίνει σε
κίνδυνο η ίδια η επιβίωση τους.
Το επαναστατικό δίκαιο επικυρώνει τη νομιμότητα του, από τη
Δικαιοσύνη της ίδιας της διατήρησης της Ζωής.
Η αρχή της δεδηλωμένης βούλησης της πλειοψηφίας, στην οποία
στηρίζουν τη νομιμότητα της εξουσίας τους τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα, είναι
υποδεέστερη από τη βούληση του όντος να διεκδικήσει την Ύπαρξη του.
Αλλιώς, εμείς οι άνθρωποι θα παραβαίναμε τον μόνο και
αναντίρρητο νόμο της
Φύσης, που βάνει μπροστά τη Ζωή, έναντι του Θανάτου.
2. Κράτος και
επανάσταση
Στην τραγωδία
«Προμηθέας Δεσμώτης», ο Αισχύλος τοποθετεί το Δίκαιο στα χέρια του
Κράτους και της Βίας. Ο Δίας δεν έχει άλλον τρόπο να υπερασπίσει τη νομιμότητα
των αποφάσεων του, εξόν από την κυνική ομολογία ότι αυτός είναι ο πιο
ισχυρός.
Ανάλογος ακριβώς είναι και ο ορισμός του Μάξ Βέμπερ, που
διατυπώθηκε 24 αιώνες μετά τον Αισχύλο. Ο Βέμπερ ορίζει το Κράτος ως την Έννομη
Βία, αποδεικνύοντας έτσι, ότι ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει ουσιαστικά, από
τον καιρό του Αισχύλου.
Από τον καιρό κιόλας της εμφάνισης τους στην ιστορία του
πολιτισμού, τα Κράτη επιχείρησαν να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους, είτε βάσει
μιας μεταφυσικής επικύρωσης, είτε βάσει ενός ιδεολογήματος περί Δικαίου, που θα
τους έδιδε το ελεύθερο να μετατρέψουν τη βία σε Νόμο.
Οι ηγέτες της Αθηναϊκής δημοκρατίας, που εκλέγονταν από το
1/10 περίπου του πληθυσμού της Αττικής [τα υπόλοιπα 9/10 αποτελούνταν από
δούλους, μέτοικους και γυναίκες] νομοθετούσαν στο όνομα της Βουλής και του
Δήμου. Ο Τσάρος πασών των Ρωσιών νομοθετούσε ελέω Θεού, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ στο
όνομα του εαυτού του, ο Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στο όνομα των
κληρονόμων του Οσμάν, ενώ οι κοινοβουλευτικές δημοκρατίες στο όνομα των λαών
τους.
Οι επαναστάσεις είναι οι δίδυμες αδερφές του πολιτισμού.
Γεννήθηκαν μαζί με την ιδιοκτησία, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, την
άνιση διανομή των αγαθών, τους παπάδες, τους εξουσιαστές, τις πόρνες, τους
διανοούμενους και φυσικά τη γραφή, η οποία ανέλαβε να διαιωνίσει τα κατορθώματα
τους.
Οι επαναστάτες αμφισβητούν την εξουσία του Κράτους και
διεκδικούν τη νομιμότητα της δικής τους βίας, στο όνομα της ζωής ή του θανάτου
μιας κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής, εθνικής ή θρησκευτικής ανθρώπινης
ομάδας.
Στον πόλεμο μεταξύ κράτους και επανάστασης, σε αντίθεση με
τους πολέμους μεταξύ κρατών, δεν υπάρχουν κώδικες συμπεριφοράς και δεν
κρατούνται αιχμάλωτοι. Η νίκη ή η ήττα είναι συνήθως απόλυτες και καταλήγουν στη
σφαγή των ηττημένων.
3. Η ακτινογραφία μιας επανάστασης
Η πρώτη λεπτομερής περιγραφή επανάστασης που μας παραδόθηκε
ως γραπτό ντοκουμέντο, βρίσκεται στη Βίβλο και ανάγεται σε μυθικούς ακόμα
χρόνους. Πρόκειται για τη συνταρακτική εξιστόρηση του Εβραϊκού Πάσχα, δηλαδή την
εξέγερση των Εβραίων εναντίον της Αιγυπτιακής εξουσίας.
Ο Μωυσής, ένας Αιγύπτιος πρίγκιπας, αναλαμβάνει την ηγεσία
των καταδυναστευόμενων Εβραίων και τους οδηγεί στην εξέγερση τους κατά των
φαραώ.
Στη βιβλική
εξιστόρηση τίθενται όλες οι βασικές συνιστώσες των επαναστατικών κινημάτων, που
επαναλαμβάνονται έκτοτε στη διάρκεια της ιστορίας του πολιτισμού.
Η εξέγερση του
Ισραήλ διαθέτει ταυτόχρονα κα τα τρία πρόσωπα των επαναστάσεων, όπως αυτές
εμφανίζονται στην παγκόσμια ιστορία – εθνικοαπελευθερωτικό, κοινωνικό και
θρησκευτικό.
Μπορούμε να εικάσουμε από βάσιμες ιστορικές ενδείξεις, ότι
ομάδες Εβραίων κτηνοτρόφων είχαν εγκατασταθεί σε εύφορα κομμάτια της Αιγύπτου,
κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Υξώς, λαού σημιτικής καταγωγής [όπως και οι
Εβραίοι]
Η νέα φαραωνική δυναστεία που ξωπέταξε τους Υξώς από την
Αίγυπτο, προσπάθησε να υποβιβάσει αυτές τις ευημερούσες Εβραϊκές κοινότητες στο
επίπεδο των δούλων, με συνέπεια να εξεγερθούν, αναζητώντας απεγνωσμένα έναν
Μωυσέα.
Είναι πολύ πιθανόν να μην εξεγείρονταν οι Εβραίοι για να
διεκδικήσουν την έξοδο τους από την πλούσια Αίγυπτο και τη δημιουργία μιας
αμιγούς Εβραϊκής πολιτείας, όπως δεν είχαν εξεγερθεί σε όλη τη διάρκεια της
δυναστείας των Υξώς, αν δεν συνέβαινε να τους εκμεταλλευτούν βάναυσα οι φαραώ
της νέας Αιγυπτιακής δυναστείας, έτσι ώστε η απελευθέρωση του γένους να
ταυτιστεί με το τέλος της εκμετάλλευσης από τους δυνάστες τους.
Πρόκειται λοιπόν για εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση, που
εμπεριέχει σαφή κοινωνικό χαρακτήρα αλλά και θρησκευτικό, στο βαθμό που ο Μωυσής
εμφανίζεται ως ο εκλεκτός του Θεού του Ισραήλ, με τον οποίον μάλιστα συνάπτει
προσωπική συμφωνία, επί του φλεγόμενου όρους Σινά.
Παρότι η αφήγηση του βιβλίου της Γεννέσεως τίθεται σε
μυθολογικό χρόνο, αποτελεί μια εξαιρετική ακτινογραφία των επαναστάσεων, σε όλες
τις εποχές, ιστορικές ή μη.
Τα μοτίβα των βασικών της συνιστωσών επαναλαμβάνονται
έκτοτε αδιάκοπα, όπου τουλάχιστον οι άνθρωποι σηκώνουν κεφάλι για να
διεκδικήσουν έναν καλύτερο κόσμο.
Υπάρχει καταρχήν μια κοινωνική ομάδα, που βυθίζεται
συστηματικά στην ανέχεια, στην πείνα, στην εξαθλίωση και που ο θάνατος των μελών
της, δεν είναι παρά ένα στατιστικό στοιχείο στα κατάστιχα της εξουσίας.
Πάνω απ’ όλα όμως αυτή η κοινωνική ομάδα διαθέτει μια
συνεκτική δομή, συναποτελούμενη από κοινές παραδόσεις, κοινά συλλογικά οράματα,
κοινή πίστη και κοινή γλώσσα. Η γλώσσα του Μωυσέως βρίσκει έτοιμες ψυχές για να
ακουστεί και να συνεγείρει τις συνειδήσεις, ακριβώς επειδή απηχεί τα πάθη και
τους καημούς του Ισραήλ.
Αν δεν υφίσταται αυτή η συλλογική ενότητα στις κοινωνικές
ομάδες που γίνονται αντικείμενα άγριας εκμετάλλευσης, δεν είναι δυνατόν και να
γεννηθεί εντός τους μία επαναστατική δυναμική.
Οι εξεγέρσεις, για παράδειγμα, των αιρετικών θρησκευτικών
ομάδων, στα χρόνια του Βυζαντίου, παρότι είχαν σαφή κοινωνικό χαρακτήρα, παρέμειναν πάντοτε εξεγέρσεις
μικρής κλίμακας, επειδή δεν κατάφερναν να συν-κινήσουν άλλες μειονοτικές ομάδες,
με τις οποίες όμως τις χώριζε πνευματικό και πολιτισμικό χάσμα.
Η ανάπτυξη των εθνικών συνειδήσεων, κατά τη διάρκεια του
18ου αιώνα στην Ευρώπη, συνέβαλε στη δημιουργία αυτής της
συλλογικότητας, που έλειπε από τους υπηκόους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι
οποίοι αυτοπροσδιορίζονταν ως Χριστιανοί, ακολουθώντας τις νόρμες της επίσης
πολυεθνοτικής βυζαντινής αυτοκρατορίας. Θα ήταν αδύνατο να ξεσπάσουν οι
βαλκανικές επαναστάσεις του 19ου αιώνα που διέλυσαν την αυτοκρατορία
των Οσμανλήδων, αν δεν είχε προηγηθεί η σφυρηλάτηση μιας εθνικής συλλογικής
ταυτότητας.
Ανάλογα, τα πλήθη των λαθρομεταναστών που σωρεύτηκαν τα
τελευταία χρόνια στις ευρωπαϊκές πόλεις δεν πρόκειται επίσης να επαναστατήσουν
κατά των εκμεταλλευτών τους, όσον ακόμα δεν φαίνεται να γεννιέται ανάμεσα τους
μια κοινή συλλογική ταυτότητα.
Στην σχετικά πρόσφατη εξέγερση των αλγερινών μεταναστών στο Παρίσι, δεν κινήθηκαν μαζί τους άλλες εθνοτικές ή θρησκευτικές ομάδες μεταναστών ή λαθρομεταναστών, προτιμώντας να αυτοπροσδιορίζονται ως Ιρανοί ή Πολωνοί ή Σουδανοί παρά ως μια ενιαία συλλογικότητα, όπου θα υπερίσχυε το «Είμαι μετανάστης», από το «Είμαι σουνίτης μουσουλμάνος»
Στην σχετικά πρόσφατη εξέγερση των αλγερινών μεταναστών στο Παρίσι, δεν κινήθηκαν μαζί τους άλλες εθνοτικές ή θρησκευτικές ομάδες μεταναστών ή λαθρομεταναστών, προτιμώντας να αυτοπροσδιορίζονται ως Ιρανοί ή Πολωνοί ή Σουδανοί παρά ως μια ενιαία συλλογικότητα, όπου θα υπερίσχυε το «Είμαι μετανάστης», από το «Είμαι σουνίτης μουσουλμάνος»
Ακόμα και οι εξεγερμένοι Αλγερινοί, δεν αντιλαμβάνονταν τον
αγώνα τους, ως μια επαναστατική διαδικασία που θα άλλαζε ριζικά την κοινωνία
αλλά ως διεκδίκηση επιμέρους εργασιακών, θρησκευτικών και μεταναστευτικών
αιτημάτων.
Το ίδιο επαναλαμβάνεται και εδώ, όποτε τα αριστερά κόμματα κατεβάζουν σε επαναστατική αντιρατσιστική γυμναστική τους κομματικούς τους στρατούς. Οι ίδιοι οι λαθρομετανάστες κατεβαίνουν από τα πούλμαν που τους έχουν πληρώσει τα κόμματα, φωνάζοντας: «Ένας είναι ο Αλλάχ» αντί να αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη της εργατικής τάξης, η οποία προφανώς δεν έχει ούτε πατρίδα, ούτε θρησκεία, ούτε οικογένεια.
Το ίδιο επαναλαμβάνεται και εδώ, όποτε τα αριστερά κόμματα κατεβάζουν σε επαναστατική αντιρατσιστική γυμναστική τους κομματικούς τους στρατούς. Οι ίδιοι οι λαθρομετανάστες κατεβαίνουν από τα πούλμαν που τους έχουν πληρώσει τα κόμματα, φωνάζοντας: «Ένας είναι ο Αλλάχ» αντί να αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη της εργατικής τάξης, η οποία προφανώς δεν έχει ούτε πατρίδα, ούτε θρησκεία, ούτε οικογένεια.
Για τους ίδιους λόγους, το μόνο είδος επανάστασης που θα
επιχειρούσαν οι Αλβανοί έποικοι στην Ελλάδα, θα ήταν μια εξέγερση υποκινούμενη
από τον Αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό.
Φαίνεται λοιπόν ότι αποτελεί έναν από τους βασικούς αρμούς
της επαναστατικής δυναμικής, η ύπαρξη μιας ενιαίας συλλογικής ταυτότητας, εντός
της οποίας θα ριζώσει και θα καρποφορήσει το επαναστατικό πρόταγμα. Και πάλι η
Βίβλος, μας διδάσκει ότι ο καλύτερος τρόπος για να γλιτώσουν οι θεοί και τα
αφεντικά από την αυξανόμενη επαναστατικότητα των λαών τους, είναι να διασπάσουν
αυτή τη συλλογικότητα, με τη μέθοδο του πύργου της Βαβέλ.
Διαιρώντας, διαλύεις…
Στη βασική ακτινογραφία των επαναστάσεων, εξίσου σημαντικό
ρόλο διαδραματίζει το πρόσωπο του Επαναστάτη.
Ο Μωυσής του λαού, που μαζί με μια ομάδα επαγγελματιών
επαναστατών, όπως το θα το έλεγε κι ο Λένιν, αναλαμβάνει να ξεσηκώσει τις
συνειδήσεις και να πείσει τους εξεγερμένους ότι μια καλύτερη μοίρα τους είναι
εφικτή.
Ο επαναστάτης ηγέτης μάλιστα, δεν ανήκει πάντα στην τάξη
των εξεγερμένων. Αντιθέτως είναι πολύ συχνό φαινόμενο στην ιστορία, τα πρόσωπα
που ηγούνται των επαναστάσεων, να μην έχουν κανέναν λόγο να επαναστατήσουν τα
ίδια!
Ο Μωυσής δεν είναι ένας Εβραίος δούλος αλλά ένας Αιγύπτιος
πρίγκιπας, ακόμα και αν ο μύθος προσπαθεί να σώσει τα προσχήματα, ανάγοντας την
καταγωγή του σε Εβραία μητέρα, που ως γνωστόν, τον τοποθέτησε σε ένα καλαθάκι
από πάπυρο και τον άφησε στα χέρια του Γιαχβέ και του ποταμού Νείλου. Ωστόσο ο
ίδιος ο Μωυσής μεγαλώνει και ανατρέφεται στο αυτοκρατορικό περιβάλλον των Φαραώ
και φυσικά αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως Αιγύπτιο άρχοντα.
Θα χρειαστεί η προσωπική εμφάνιση του Θεού, για να του
«θυμίσει» την καταγωγή του και να ξυπνήσει μέσα του τον πόθο της επανάστασης.
Είτε όμως δεχτούμε την ερμηνεία της Βίβλου για την «άνωθεν προεπιλογή» του
Μωυσέως, είτε δεχτούμε την ερμηνεία του Φρόϋντ ότι πρόκειται απλώς για έναν
παραγκωνισμένο Αιγύπτιο πρίγκιπα, που αναζητά την εξουσία και τη βρίσκει σε έναν
άλλον λαό, το γεγονός είναι ένα: ο επαναστατημένος Μωυσής θα μπορούσε να τη
βγάλει μια χαρά στα παλάτια του αλλά αυτός επιλέγει τη μακρά και επώδυνη πορεία
στην έρημο, που θα τον οδηγήσει σε μια αμφίβολη Γη Χαναάν.
Το σύνδρομο του Μωυσέως, επαναλαμβάνεται με απρόσμενη
συχνότητα στην ιστορία των επαναστάσεων.
Από τους αδελφούς Γράκχους, ως τον Φιντελ Κάστρο και τον
Τσε Γκεβάρα, μία ατελείωτη σειρά επαναστάσεων διεξάγονται από ανθρώπους που δεν
θα είχαν κανέναν λόγο να επαναστατήσουν, αν οι ορίζοντες τους περιορίζονταν στο
ζητούμενο της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανθρώπων: στο να έχουν απλώς μια καλή
και άνετη ζωή.
Ακτινογραφώντας μια
επανάσταση σκοντάφτουμε στο μυστηριακό και θαυμάσιο γεγονός, ότι ο άνθρωπος δεν
φαίνεται να εγκιβωτίζεται αποκλειστικά και μόνον στη μοίρα που του τάσσουν η
τάξη του, η καταγωγή του και η αναγκαιότητα της επιβίωσης.
Η ιστορία των
επαναστατών και των επαναστάσεων, είναι πρώτα απ’ όλα μια ιστορία της Ηθικής
τάξης του ανθρώπινου είδους. Και αν ακριβώς αυτό είναι που δεν ερμηνεύεται με
συνήθεις κοινωνικοικονομικούς όρους, είναι ταυτόχρονα και αυτό που ξεχωρίζει τον
άνθρωπο και τον μεταθέτει, από το βασίλειο
της αναγκαιότητας, στο βασίλειο
της ελευθερίας…
4. Επαναστάσεις και
Επαναστάτες – Το αίνιγμα του επαναστατημένου ανθρώπου
Αν ο Μωυσής ανήκει στο χώρο του μύθου κι αυτό δυσχεραίνει
την εξαγωγή συμπερασμάτων [αν και αντιθέτως θα έπρεπε να την διευκολύνει] για
τους αδερφούς Γράκχους δεν τίθεται καμία αμφιβολία ότι ήσαν ιστορικά πρόσωπα.
Ο Τιβέριος και ο Γάϊος Γράκχος αγωνίστηκαν για τα
δικαιώματα των πληβείων, που αποτελούσαν σαν να λέμε τη φτωχολογιά της Ρώμης,
έναντι των πατρικίων, που ήσαν η άρχουσα τάξη.
Όπως και ο Μωυσής, οι δυο Γράκχοι ανήκανε στην τάξη των
πατρικίων. Ο πατέρας τους, ο Σεμπρώνειος Γράκχος είχε χρηματίσει έπαρχος και η
μάνα τους η Κορνηλία, αναφέρονταν από τις πρώτες, στη χρυσή δέλτο των μεγάλων
κυριών της Ρωμαϊκής αριστοκρατίας. Η Κορνηλία μάλιστα είναι η ρωμαία αρχόντισσα
που την απάντηση της, όταν ρωτήθηκε από άλλες πλούσιες κυρίες γιατί δεν
χρησιμοποιούσε ποτέ κοσμήματα, μάθαιναν υποχρεωτικώς απέξω όλα τα μαθητόπουλα
των ρωμαϊκών οικογενειών: «Γιατί εγώ έχω
για κοσμήματα τους δύο γιούς μου!»
Οι γιοι της ανέλαβαν την υπεράσπιση των φτωχών και δεν
δίστασαν να συγκρουστούν με τους ομοίους τους, σε έναν μακρόχρονο αγώνα, που θα
άλλαζε ριζικά την ιστορία της Ρώμης.
Τους σκότωσαν και τους δύο.
Την ίδια αντίφαση στην ταξική προέλευση των επαναστατών,
συναντάμε σε μύριες περιπτώσεις.
Ο Φιντέλ Κάστρο ανήκε σε εύπορη οικογένεια της Κούβας και
θα μπορούσε να κάμει μια λαμπρή καριέρα δικηγόρου, αν συμβιβάζονταν με το
απολύτως διεφθαρμένο καθεστώς του Μπατίστα.
Ο σύντροφος του, Τσε Γκεβάρα ήταν γιατρός, ενώ ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, όπως και ο αρχαιότερος συνονόματος του Μαρτίνος Λούθηρος, είχαν μπροστά τους μια άνετη καριέρα ιεροκήρυκα, αν δεν έκαμαν την αποκοτιά να θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο τους.
Ο σύντροφος του, Τσε Γκεβάρα ήταν γιατρός, ενώ ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, όπως και ο αρχαιότερος συνονόματος του Μαρτίνος Λούθηρος, είχαν μπροστά τους μια άνετη καριέρα ιεροκήρυκα, αν δεν έκαμαν την αποκοτιά να θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο τους.
Φυσικά δεν προέρχονταν όλοι οι επαναστάτες από ανώτερες
σχετικά τάξεις. Ο Σπάρτακος, όπως και οι ηγέτες των ειλώτων στις πιο γνωστές από
τις ιστορικές εξεγέρσεις των δούλων, ήσαν επίσης δούλοι. Ο Νταντόν και ο Μαρά
ήσαν επίσης αστοί, ενώ ο Στάλιν ήταν ένας απλός εργάτης και ο Χίτλερ ένας
αποτυχημένος ζωγράφος, όπως οι περισσότεροι εθνικοσοσιαλιστές που προέρχονταν
κυρίως από τα πιο παραγκωνισμένα στρώματα του καθεστώτος της Βαϊμάρης.
Σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι τα πρόσωπα που ενέπνευσαν,
οργάνωσαν και διεξήγαγαν επαναστάσεις, δεν το έπραξαν μόνον εξαιτίας της ταξικής
τους προέλευσης, αν και μεταξύ τους υπήρξαν πολλοί που κινήθηκαν ακριβώς επειδή
ανήκανε στην τάξη των εξεγερμένων.
Η ύπαρξη όμως επαναστατών «πολυτελείας» που θυσίασαν τη ζωή
τους για το καλό των εξεγερμένων, ενώ θα μπορούσαν να τη βγάζουνε μια χαρά,
βολεμένοι στα προνόμια της δικής τους κοινωνικής ομάδας, θέτει μια σειρά από
ζητήματα, τα οποία σηκώνουν πολύ κουβέντα.
Καταρχήν, μπαίνει το ζήτημα του ρόλου των προσώπων στην
ιστορία. Είναι άραγε μόνον οι κοινωνικοικονομικοί μηχανισμοί που κινούν την
«ατμομηχανή» της ιστορίας ή μήπως τα πρόσωπα είναι αυτά που προκαλούν με την
ελεύθερη βούληση τους και τη δράση τους, την «κίνηση» προς τα εμπρός?
Έπρεπε απαραιτήτως να υπάρξει ο Κάστρο για να ξωπεταχτεί ο Μπατίστα ή μήπως ήσαν τέτοιες οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην Κούβα της δεκαετίας του ’60, που θα βρίσκονταν ένας κάποιος Κάστρο, έτσι κι αλλιώς?
Έπρεπε απαραιτήτως να υπάρξει ο Κάστρο για να ξωπεταχτεί ο Μπατίστα ή μήπως ήσαν τέτοιες οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην Κούβα της δεκαετίας του ’60, που θα βρίσκονταν ένας κάποιος Κάστρο, έτσι κι αλλιώς?
Είναι οι επαναστάτες που κάμουν τις επαναστάσεις ή μήπως
συμβαίνει το αντίθετο?
Και ανάγοντας ακόμα παραπέρα το ερώτημα, είναι ο άνθρωπος
που δημιουργεί την ιστορία, ή η ιστορία που δημιουργεί τον άνθρωπο?
Ο Χομπσμπάουμ, ο οποίος διακρίνονταν για την ήπια μαρξιστική του ανάλυση, έκαμε λόγο για την επαναστατική δυναμική των μαζών.
Ο Χομπσμπάουμ, ο οποίος διακρίνονταν για την ήπια μαρξιστική του ανάλυση, έκαμε λόγο για την επαναστατική δυναμική των μαζών.
Ο μεγαλύτερος από τους ιστορικούς του 20ου αιώνα
φαίνεται να έχει δίκιο, όσον αφορά τον μυστηριακό χαρακτήρα των επαναστάσεων, αν
τις ερμηνεύσουμε σε απόλυτη συνάρτηση με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που
τις γεννούν.
Τα επαναστατικά γεγονότα στην Ευρώπη του 1848 για
παράδειγμα, θεωρητικά θα έπρεπε να οδηγήσουν σε μια γενικότερη Ευρωπαϊκή
εξέγερση, εφόσον οι τότε κοινωνικοοικονομικές συνθήκες δεν απείχαν και πολύ, από
τις ανάλογες του 1789, που οδήγησαν στην άλωση της Βαστίλλης.
Ωστόσο τα πολλαπλά κινήματα του 1848 ξεφούσκωσαν πολύ
γρήγορα, χωρίς να επηρεάσουν ριζικά τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης, εξόν βεβαίως
από την εκπαραθύρωση του βασιλιά της Βαυαρίας, που παραχώρησε την εξουσία του
στον γιο του.
Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται πολύ συχνά στην ιστορία των
επαναστάσεων, σε βαθμό που δύσκολα μπορεί να απαντήσει κανείς στο ερώτημα: γιατί
συνέβη τότε και γιατί δεν συνέβη σε ένα άλλο τότε?
Γιατί ας πούμε, επαναστάτησαν επιτυχώς στην Κούβα και δεν επαναστάτησαν διόλου στο Πουερτο Ρικο?
Γιατί ας πούμε, επαναστάτησαν επιτυχώς στην Κούβα και δεν επαναστάτησαν διόλου στο Πουερτο Ρικο?
Γιατί η κομμούνα του Παρισιού πνίγηκε στο αίμα των
εξεγερμένων, ενώ αντίθετα οι μπολσεβίκοι του Λένιν και του Τρότσκι έπνιξαν στο
αίμα τους, τους Κοζάκους του Ντον?
Γιατί οι αδερφοί Γράκχοι κατόρθωσαν, παρά το θάνατο τους,
να αλλάξουν τη Ρώμη ενώ απέτυχαν οι εικονομάχοι του βυζαντίου?
Θανάσιμα ερωτήματα, που πληρώθηκαν με αμέτρητους θανάτους.
5. Ο ρόλος των προσώπων στην ιστορία
Η μαρξιστική ερμηνεία της ιστορίας, εξόρισε τα άτομα από τη
σκηνή των πρωταγωνιστών. Οι συνθήκες, κοινωνικές, οικονομικές, παραγωγικές,
ακόμα και κλιματολογικές, για τους μαρξιστές ιστορικούς διαδραματίζουν
σημαντικότερο ρόλο στα πεπραγμένα της ανθρωπότητας, από ότι τα οράματα και η
δράση των προσώπων.
Ο άνθρωπος υποβιβάζεται σε κομπάρσο των ίδιων του των
πράξεων.
Είναι όμως έτσι?
Στην ιστορία των κοινωνικών επαναστάσεων φαίνεται ότι τα
πρόσωπα παίζουν κυρίαρχο ρόλο.
Ο Κάστρο και ο Τσε είχαν τη λαμπρή ιδέα να ξεγελάσουν τους
απεσταλμένους των δυτικών μέσων ενημέρωσης, πείθοντας τους ότι ο επαναστατικός
τους στρατός αριθμούσε χιλιάδες εξεγερμένων, ενώ στην πραγματικότητα, βία να
έφταναν τους πεντακόσιους αποφασισμένους αντάρτες. Το κόλπο τους έπιασε και
πολλοί Κουβάνοι που δεν είχαν πειστεί ότι θα μπορούσε πραγματικά να δημιουργηθεί
ένα επαναστατικό μέτωπο, τόσο κοντά στις Η.Π.Α., έτρεξαν να καταταγούν στους
αντάρτες. Με ένα ανάλογο μίγμα πονηρίας, καιροσκοπισμού αλλά και εξαιρετικών
πολιτικών χειρισμών, ο Φιντέλ κατόρθωσε να επικρατήσει και στη συνέχεια να
επιβιώσει, μέσα σε ένα απολύτως εχθρικό περιβάλλον, όπου οι μεγαλύτερες δυνάμεις
της εποχής του προσπάθησαν κατ’ επανάληψη να τον καταπιούν.
Εξίσου ριζική φαίνεται πως ήταν και η στρατιωτική ιδιοφυία
του Τρότσκι στον εμφύλιο των λευκών εναντίον των κόκκινων. Είναι πολύ αμφίβολο
το αν η επανάσταση θα κατάφερνε να επιβιώσει, στην περίπτωση που οι δυνάμεις των
λευκών θα κατακρεουργούσαν τους κόκκινους.
Ανάλογο παράδειγμα είναι και η συμβολή του Γέρου του Μωριά,
στην σωτηρία του μικρού νεοελληνικού κράτους, όταν δέχτηκε την επίθεση του
εξευρωπαϊσμένου στρατού των Αιγυπτίων.
Ο τακτικός στρατός του Ιμπραήμ δεν συνάντησε πολλές
δυσκολίες στο να διαλύσει κάθε είδους μπουλούκι, που σχημάτισαν πρόχειρα οι
οπλαρχηγού της Πελοποννήσου, ωστόσο ηττήθηκε ουσιαστικά από τη στρατηγική
ιδιοφυία του Κολοκοτρώνη, ο οποίος μιμήθηκε τον Κουτούζωφ και ανάγκασε τους
Μωραϊτες να κάψουνε τα χωράφια τους και τις ελιές τους, για να μη βρίσκουνε οι
αραπάδες ούτε χόρτο στην καμένη γη.
Ο Ιμπραήμ υποχρεώθηκε να παραδοθεί στο γαλλικό τάγμα του Μαιζώνος, μόνο για να σώσει τα προσχήματα και να μη φανεί ότι ένας καλογυμνασμένος τακτικός στρατός που τον είχαν οργανώσει Γάλλοι και Αυστριακοί αξιωματικοί νικήθηκε από μια αποφασισμένη ορδή κατσαπλιάδων.
Ο Ιμπραήμ υποχρεώθηκε να παραδοθεί στο γαλλικό τάγμα του Μαιζώνος, μόνο για να σώσει τα προσχήματα και να μη φανεί ότι ένας καλογυμνασμένος τακτικός στρατός που τον είχαν οργανώσει Γάλλοι και Αυστριακοί αξιωματικοί νικήθηκε από μια αποφασισμένη ορδή κατσαπλιάδων.
Τα ιστορικά
παραδείγματα επαναστάσεων που διασώθηκαν ακριβώς χάρις στις εξαίρετες ικανότητες
των προσώπων αλλά και το ψυχικό σθένος των επαναστατών, είναι
αμέτρητα.
Όσο και αν θα άρεσε
στους αρνητές του Ανθρώπου να ερμηνεύσουν τα πάντα βάσει κοινωνικοοικονομικών
συνθηκών, η ιστορία διαρκώς θα ξεφεύγει από το προδιαγεγραμμένο τέλος της, χάρη
στον άνθρωπο. Κι αυτό φυσικά δεν αφορά μόνον τις επαναστάσεις αλλά ολόκληρη την
ιστορία του Πολιτισμού.
Προφανώς οι υλικές και κοινωνικοοικονομικές διαδικασίες
διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση των γεγονότων, ωστόσο η ελεύθερη
βούληση του ανθρώπου, μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα.
Είναι σαν τον μυστηριακό χαρακτήρα της Τέχνης.
Προφανώς οφείλεται στις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της
εποχής του Μιχαήλ Άγγελου, το ότι τα μάρμαρα της Καράρας κρύβανε μέσα τους μία
«Πιετά» και όχι έναν «Σκεπτόμενο», κάτι που οφείλονταν στις αντίστοιχες συνθήκες
της εποχής του Ροντέν, αλλά ήταν απαραίτητο να υπάρξει ο Μιχαήλ Άγγελος για να
αναβιβάσει το μαρμάρινο άγαλμα μιας Παναγιάς, σε παγκόσμιο σύμβολο της
ανθρώπινης τραγωδίας.
6. Η Ηθική τάξη των
επαναστάσεων
Οι επαναστάτες δεν αναμένουν την έγκριση της πλειοψηφίας
για να δικαιωθούν.
Αντιθέτως, φαίνεται ότι οι εξεγέρσεις, μικρής ή μεγάλης
κλίμακας αναζητούν στις ανθρώπινες συνειδήσεις μια επικύρωση καθαρά ηθικής
τάξεως.
Ο Χίτλερ ξεκίνησε ως επαναστάτης, με το αποτυχημένο κίνημα
της μπυραρίας του Μονάχου αλλά κατόρθωσε να αναρριχηθεί στην εξουσία με
κοινοβουλευτικές μεθόδους, τις οποίες δήλωνε ότι απεχθάνονταν. Πολύ γρήγορα
βέβαια, ανέτρεψε το ασταθές κοινοβουλευτικό καθεστώς της Βαϊμάρης, ωστόσο η
γοητεία που αναμφίβολα ασκούσε στον γερμανικό λαό, άρχισε να αυξάνει με
γεωμετρική πρόοδο, όταν μετέτρεψε την ηττημένη Γερμανία στην ισχυρότερη δύναμη
της Ευρώπης και ξανάδωσε στους συμπολίτες του τη χαμένη τους αξιοπρέπεια.
Δύο χρόνια μετά το κάψιμο του Ραϊχσταγκ, που σήμαινε και το
τέλος του κοινοβουλευτισμού στη Γερμανία, η δημοτικότητα του Φύρερ πιθανόν να
έφτανε σε ποσοστά κοντά στο 70% κι αυτό δεν οφείλονταν μόνο στην προπαγάνδα του
δρα Γκαίμπελς.
Ο φασισμός έδειχνε να βρίσκει τη δικαίωση του, από έναν λαό
που είχε μόλις αφήσει πίσω του μια μακράς διάρκειας οικονομική καταστροφή, όταν
ένας μέσος μισθός έφτανε για να αγοράσει κανείς μόνον τα τρόφιμα μιας
εβδομάδας.
Κι όμως το ναζιστικό καθεστώς, παρά την πρόσκαιρη επικύρωση
του από τη μεγάλη πλειοψηφία των Γερμανών και συνάμα τον θαυμασμό μεγάλης
μερίδας της τότε Ευρωπαϊκής κοινής Γνώμης, καταγράφηκε εν τέλει στις συνειδήσεις
των ανθρώπων ως ένα από τα πλέον απάνθρωπα καθεστώτα στην ιστορία της κρατικής
βίας.
Γιατί του έλειπε η ηθική δικαίωση.
Ο Χιτλερικός φασισμός διέπραξε το μέγα σφάλμα να αγνοήσει
την ηθική τάξη των επαναστάσεων και να εγκαθιδρύσει ως μόνο κριτήριο του Καλού
και του Κακού τη βούληση για δύναμη ενός ανώτερου λαού, υπό την αδιαπραγμάτευτη
ηγεσία ενός επίσης ανώτερης τάξεως ηγέτη.
Η θεωρία του ζωτικού χώρου της Γερμανίας και η απόλυτη
κυριαρχία των αρίων, τις οποίες ουσιαστικά εφηύρε στο ναυαγισμένο πνεύμα του ο
Χίτλερ, παρερμηνεύοντας και διαστρέφοντας τον Νίτσε, δεν μπορούσε φυσικά να
δημιουργήσει μια νέα ηθική, γιατί πολύ απλά δεν είχε να πατήσει σε τίποτα το
ανθρώπινο.
Αν ο Χίτλερ και οι όμοιοι του είχαν διαβάσει προσεκτικά τον
Νίτσε, θα γνώριζαν την απέχθεια του για κάθε τι το αμιγώς Γερμανικό καθώς και
την απέχθεια του για τις Γερμανικές ιδεοληψίες του Βάγκνερ. Θα είχαν καταλάβει
επίσης ότι ο Νιτσεϊκός υπεράνθρωπος δεν είναι ένας θεός του πολέμου και της
φωτιάς. Ο ήρωας του Νίτσε, ο Ζαρατούστρα, είναι ένας βασιλιάς-χορευτής, ο οποίος
εγκαταλείπει τη Γνωστική μοναξιά του, για να πλησιάσει τους ανθρώπους και να
τους διδάξει το πώς θα χτίσουν έναν καλύτερο κόσμο.
Μπορεί μεν στη γενεαλογία της ηθικής ή στο πέραν του καλού
και του κακού, ο Νίτσε να αποκάλυψε τον βαθύτερο πυρήνα της ηθικής απάτης των
ιερέων, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι απέρριπτε και κάθε είδους ηθική.
Αντιθέτως ο αριστοκράτης χορευτής Ζαρατούστρα, απευθύνεται
στους ανθρώπους για να τους διδάξει πως θα μπορούν να είναι ηθικοί, χωρίς τα
χαλινάρια ενός θεού και των επί της γης αντιπροσώπων του, των παπάδων, όντας ο
ίδιος ένα βαθύτατα ηθικό άτομο.
Όπως άλλωστε ήταν και ο ίδιος ο Νίτσε στην προσωπική του
ζωή.
Η φασιστική επανάσταση δυστυχώς κατέρρευσε κάτω από το
βάρος της πρότασης για την απόλυτη ελευθερία του ατόμου και της εισαγωγής μιας
νέας αριστοκρατικής ηθικής, όπου τα προστάγματα του νεκρού πια Θεού, θα τα
αντικαθιστούσε η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
Η ηθική ως προσωπικός κώδικας αξιών και όχι ως τυφλή
υποταγή σε ένα πακέτο δογματικών εντολών, ήταν ο πυρήνας της νιτσεϊκής ιδέας,
τον οποίον όμως οι θλιβεροί ιεροκήρυκες του Μουσολίνι και του Χίτλερ ερμήνευσαν
ως την ασυδοσία του ισχυρότερου!
Οι επαναστάσεις, ακόμα και αν κάποια στιγμή στο απόγειο της
διαδρομής τους, συγκεντρώσουν την έγκριση της πλειοψηφίας, δικαιώνονται μόνον
όταν η ιστορία αναγνωρίσει την ποιότητα, το βάθος και την ειλικρίνεια της ηθικής
τους.
Ο Ροβεσπιέρος καρατόμησε τον Νταντόν αλλά η έλλειψη ηθικής
καρατόμησε τη δικιά του τρομοκρατία, στις ανθρώπινες συνειδήσεις.
Κι αυτό φαίνεται να συμβαίνει πάντοτε στην ιστορία των
επαναστάσεων.
Κανένας δεν μπορεί να πει ότι ο Ροβεσπιέρος ήτανε λιγότερο
επαναστάτης από τον Νταντόν, ωστόσο ο Νταντόν κρατάει και θα κρατάει μια θέση
στην καρδιά των όπου γης εξεγερμένων, ενώ ο Ροβεσπιέρος θα παραμείνει μια
θλιβερή φιγούρα στο παγκόσμιο μουσείο του Τρόμου.
Οι επαναστάσεις φαίνεται να αθωώνονται ή να καταδικάζονται
στο συλλογικό ασύνειδο των ανθρώπων, βάσει κριτηρίων ηθικής τάξεως.
Ακόμα και οι εχθροί των εξεγερμένων, μπορεί να διατηρούν
βαθιά μέσα τους ένα ίχνος ενοχής, για το ότι σφαγιάζουν ανθρώπους που αργότερα η
ιστορία θα τους δικαιώσει.
Είναι βέβαιο ότι ανάμεσα στους Άγγλους στρατιώτες, που
πυροβολούσαν αδιακρίτως προσκυνητές, γυναίκες και παιδιά, στον ναό του Αμριτσάρ,
θα υπήρχαν κάποιοι που θα αισθανόντουσαν ενοχές γιατί αναγνώριζαν την ηθική
υπεροχή των εξεγερμένων.
Και μπορεί μεν ο Ουίνστον Τσώρτσιλ να δικαιώθηκε στη
συνείδηση των Ευρωπαίων, επειδή ήταν ο πατέρας της νίκης κατά του ναζισμού,
ωστόσο ελάχιστοι είναι αυτοί που τον αθωώνουν, για την αλαζονεία του να
χαρακτηρίσει τον Γκάντι: «Ινδό φακίρη»
Ο ίδιος ο Γκάντι αποδείχτηκε αργότερα πως έκαμε λάθος στην εμμονή του να παραμείνει ενιαία η μουσουλμανική και η ινδουιστική Ινδία, ωστόσο δικαιώθηκε στις ανθρώπινες συνειδήσεις, ακριβώς επειδή η στάση του στηρίζονταν σε μια Ηθική ανωτέρας τάξεως.
Ο ίδιος ο Γκάντι αποδείχτηκε αργότερα πως έκαμε λάθος στην εμμονή του να παραμείνει ενιαία η μουσουλμανική και η ινδουιστική Ινδία, ωστόσο δικαιώθηκε στις ανθρώπινες συνειδήσεις, ακριβώς επειδή η στάση του στηρίζονταν σε μια Ηθική ανωτέρας τάξεως.
Οι επαναστάτες
διαφέρουν από τους εξουσιαστές στο ότι δεν κρίνονται μόνον από τα αποτελέσματα
των έργων τους. Οι πολιτικοί, οι βασιλιάδες, οι στρατηγοί, οι παπάδες και οι
δήμιοι χρησιμοποιούν την Ηθική για να διαχειρίζονται τους υπηκόους τους, αλλά οι
επαναστάτες χρησιμοποιούνται από την Ηθική, για να τη διαμεσολαβήσουν στον
κόσμο.
7. Η επαναστατική ηθική και η επαναστατική βία
Η ηθική τάξη των επαναστάσεων δεν σημαίνει διόλου ότι οι
επαναστάτες οφείλουν να διατηρούν τους θεσμισμένους ηθικούς νόμους της κοινωνίας
τους. Αντιθέτως, αυτό που προκύπτει από την ιστορία των επαναστάσεων, είναι ότι
συχνά τους ανατρέπουν, προτάσσοντας έναν νέο ηθικό κώδικα αξιών.
Στις καταλήψεις του πανεπιστημίου του Μπέρκλεϋ, κατά τη
διάρκεια του κινήματος αμφισβήτησης της δεκαετίας του ’60, οι καταληψίες βίωσαν
μια αισθητική, αισθησιακή και πνευματική μέθη, γκρεμίζοντας κάθε θεσμισμένο
ηθικό κανόνα της πουριτανικής τότε αμερικάνικης κοινωνίας.
Επίσης τα κοινόβια των χίπις ή οι καλλιτεχνικές ομάδες του
κινήματος αντεργκράουντ, έδειξαν στον κόσμο, πως μπορεί να είναι κανείς βαθιά
ηθικός, αδιαφορώντας για την καθεστηκυία ηθική τάξη των παπάδων και των
μικροαστών.
Η διάλυση της παραδοσιακής ηθικής τάξης της
ευρωαμερικάνικης κοινωνίας, δεν σήμαινε όμως διόλου την έλλειψη ηθικής εκ μέρους
των εξεγερμένων.
Μπορεί μεν ο έρωτας να ήταν ελεύθερος, ωστόσο αποτελούσε
ηθικό σφάλμα και τιμωρούνταν με αποβολή από την κοινότητα, κάθε είδους ερωτική
βιαιοπραγία.
Μπορεί μεν να αναγνωρίζονταν ίσα δικαιώματα στους
ετεροφυλόφιλους και στους ομοφυλόφιλους, ωστόσο η παιδεραστία και ο ερωτικός
εξαναγκασμός, αποτελούσαν σοβαρά ηθικά παραπτώματα.
Μπορεί μεν να καταργούνταν η ιδιοκτησία αλλά κάθε είδους
κλοπή απορρίπτονταν.
Στα οδοφράγματα των εξεγερμένων του Μάη του 68, όπως και
στα οδοφράγματα της παρισινής κομμούνας του 19ου αιώνα, οι
εξεγερμένοι απέρριπταν τις ηθικές προσταγές της εποχής τους αλλά τις
αντικαθιστούσαν με έναν νέο κώδικα αξιών, που ίσως ήταν πιο αυστηρός από τον
προηγούμενο και πάντως απαιτούσε την πίστη και τον ενθουσιασμό του
νεοφώτιστου.
Οι 120 μέρες στα Σόδομα και ο Θυρωρός της νύχτας, είναι δυο
ταινίες που δείχνουν πως το φασιστικό καθεστώς γκρεμίστηκε στις ανθρώπινες
συνειδήσεις επειδή ήταν βαρύτατα ανήθικο.
Η επαναστατική βία κατ’ αναλογίαν, κρίνεται από την ηθική
της τάξη.
Είναι αλήθεια ότι η συντριπτική πλειοψηφία των
επαναστάσεων, αν και όχι όλες, στηρίχτηκαν στη χρήση ένοπλης βίας.
Αν εξαιρέσουμε την αρχή της μη βίας, που κήρυξαν ο Γκάντι
και ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ [ο οποίος πάντως επικρίθηκε από τον Ώλντριτζ και τους
μαύρους πάνθηρες, στην εποχή του] οι επαναστάσεις απαιτούν αίμα.
Από τον καιρό του Μωυσή και του Σπάρτακου, οι επαναστάσεις
διεξάγονται με τα όπλα και η επαναστατική βία, καθαγιάζεται ή ενοχοποιείται
βάσει ηθικών κριτηρίων, που ανάμεσα τους εντάσσεται η πιο αγνή και η πιο
ειλικρινής μορφή δικαιοσύνης.
Οδόντα αντί οδόντος και οφθαλμόν αντί οφθαλμού.
Ο ηθικός κώδικας των επαναστατημένων σπανίως απορρίπτει την
επαναστατική βία, ωστόσο την δρομολογεί στις εφικτές τροχιές της επαναστατικής
αναγκαιότητας.
Οι μαζικές εκτελέσεις αθώων ανθρώπων, από τα λαϊκά
δικαστήρια των μπολσεβίκων, επειδή τα χέρια τους δεν είχανε ρόζους, πρέπει να
καταταχθεί στην ιστορία του εγκλήματος και όχι στην ιστορία των επαναστάσεων,
παρά τη βάσιμη δικαιολογία της οργής, που διακατείχε τους βασανισμένους
μουζίκους.
Η σφαγή των Τούρκων αιχμαλώτων από τους άντρες του
Κολοκοτρώνη, που ακολούθησε την άλωση της Τριπόλεως, δεν πρόσφερε τίποτα στην
επανάσταση αλλά αντιθέτως μείωσε την ηθική αίγλη των επαναστατημένων Ελλήνων,
στα μάτια της Ευρωπαϊκής γνώμης.
Οι βιαιότητες των εικονομάχων έναντι των εικονολατρών,
κατάφεραν απλώς να προσθέσουν και νέους μάρτυρες στα κατάστιχα της ορθόδοξης
εκκλησίας και να ηρωοποιήσουν το παπαδαριό στις συνειδήσεις των βυζαντινών
πολιτών.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει επανάσταση ευρείας
τουλάχιστον κλίμακας, που να μην κατηγορήθηκε για παράλογη και αναίτια
βία.
Οι επαναστατημένοι κινούνται πάνω απ’ όλα από το μίσος τους
για τους δυνάστες τους και αυτό είναι ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο, όπως το
είπε και ο Νίτσε.
Η επαναστατική βία όμως δεν κρίνεται με τα ίδια μέτρα, που
κρίνεται η εξουσιαστική βία.
Όλοι οι καθεστωτικοί μηχανισμοί, από τα λεγόμενα
δημοκρατικά κόμματα, ως τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ και τους μισθοφόρους του
κοινοβουλευτισμού, πιπιλάνε την γνωστή καραμέλα, του ότι τάχα μου «καταδικάζουν
τη βία, από όπου και αν προέρχεται»
Εννοείται ότι δεν καταδικάζουν την έννομη βία των
καθεστώτων της παγκοσμιοποιημένης αρπαχτής, που οδηγεί χιλιάδες ανθρώπων στην
τρέλα, στην ανέχεια, στη ζητιανιά, στην αθλιότητα και στον θάνατο.
Βία για τους
καθεστωτικούς είναι το να βάνεις μια βόμβα σε ένα πολυκατάστημα αλλά δεν είναι
βία το ότι οι ιδιοκτήτες του πληρώνουν τους εργαζόμενους με μισθούς πείνας κι
ότι η αδηφαγία τους οδηγεί χιλιάδες μικροεπιχειρηματίες στην αυτοκτονία και μια
ολόκληρη κοινωνία στον οικονομικό μαρασμό.
Οι απολογητές της
εννόμου τάξεως καταδικάζουν οποιοδήποτε είδος βίας, πλην εκείνου ακριβώς που
είναι υπεύθυνο για εγκλήματα μαζικής κλίμακας κατά του ανθρώπου.
Οι επαναστάτες έχουν την ηθική υποχρέωση να σέβονται το
αίμα που χύνουν, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητείται η ηθική τάξη μιας
επανάστασης, εξαιτίας του ότι οι επαναστατημένοι στρέφουν τα όπλα εναντίον
αυτών, που τους έχουν ήδη καταδικάσει εις θάνατον.
Η επαναστατική βία εμπεριέχει το Δίκαιο της αυτοάμυνας και
επικυρώνεται στις ανθρώπινες συνειδήσεις, από τη λογική αναγκαιότητα της χρήσης
της.
8. Επανάσταση ή
βαρβαρότητα
Βρισκόμαστε στην αρχή μιας ανηφορικής για την ανθρωπότητα
πορείας, όπου ο άνθρωπος προορίζεται να μεταλλαχθεί σε μία ήσσονος αξίας
οικονομική/παραγωγική μονάδα.
Ο μόνος τρόπος για να σταματήσουμε αυτή την αδυσώπητη
πορεία προς το τέλος του ανθρώπου όπως τον γνωρίζαμε, είναι η επανάσταση, η
αδιαπραγμάτευτη εξέγερση κατά των δήθεν δημοκρατικών καθεστώτων, τα οποία έχουν
αλωθεί ολοκληρωτικά από τους οικονομικούς μηχανισμούς της παγκοσμιοποιημένης
λεηλασίας.
Για πρώτη φορά στην ιστορία των επαναστάσεων, το διακύβευμα
δεν θα είναι η αλλαγή ενός διεφθαρμένου και καταπιεστικού καθεστώτος, με κάποιο
άλλο που θα εξασφαλίζει καλύτερες συνθήκες ζωής, αλλά αυτή καθ’ αυτή η διάσωση
του ανθρώπινου είδους, σε πλανητικό
επίπεδο.
Το δίλημμα
Επανάσταση ή Βαρβαρότητα, μετατίθεται σήμερα στην αγωνιώδη προσπάθεια, να
κρατήσουμε ζωντανή την ύπαρξη του ανθρώπου ως μέτρου των πάντων.
Ο λεγόμενος κοινοβουλευτισμός δεν είναι παρά η κυριαρχία
μιας κοινωνικοοικονομικής ελίτ που επιβάλλεται στο νου και στις ψυχές των
ανθρώπων, διαχειριζόμενη την εικονική πραγματικότητα των Μέσων Μαζικής
Χειραγώγησης.
Η νέα βαρβαρότητα που θα ενσκήψει από τον απόλυτο έλεγχο
του κοινωνικού φαντασιακού, δεν θα είναι μόνο η οικονομική εξαθλίωση των 2/3 των
πολιτών αλλά μια ολοκληρωτική ισοπέδωση κάθε είδους ανθρώπινης αξίας,
αισθητικής, στοχαστικής, γνωστικής και προπαντός Ηθικής.
Ο νόμος της ζούγκλας θα μετασταθεί σαν κακόηθες νεόπλασμα,
από το πεδίο της φυσικής βιαιότητας, στο πεδίο της πνευματικής ύπαρξης του
ανθρώπου.
Η νέα βαρβαρότητα
δεν θα είναι απλώς ο εξαναγκασμός του να πράττεις όσα σε αναγκάζει να πράξεις ο
ισχυρότερος, όπως γίνονταν σε όλη τη μέχρι τώρα ιστορία της καταπίεσης, αλλά η
φρικαλεότητα του να εκτελείς τις προσταγές των αφεντικών σου, πιστεύοντας ότι
ακολουθείς απλώς τις επιθυμίες σου…
http://panusis.blogspot.gr/2013/02/blog-post_19.html
http://panusis.blogspot.gr/2013/02/blog-post_19.html
Καλημέρα girl
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ πάντως δεν είμαι με τους επαναστάτες.
Απλά γιατί...δεν μπορείς να επαναστατήσεις στους επαναστάτες.
Καλή Ανοιξη να έχεις !
Καλή Ανοιξη και σέ εσένα!
ΑπάντησηΔιαγραφή