Οτιδήποτε άλλο, εκτός από άνθρωπος / του Ρίτσαρντ Πολτ Αύγουστος 08 2012 |
Όπου
κι αν κοιτάξω τριγύρω μου, τα μίντια και οι επιστήμονες -ακόμα κι οι συνάδερφοι
φιλόσοφοι- προσπαθούν να με πείσουν πως είμαι μηχανή ή κτήνος.
Η ηθική μου γίνεται κατανοητή από την συμπεριφορά των τερμιτών. Το μυαλό μου
είναι ένας μαλακός υπολογιστής, με λιγάκι αυτοσυνείδηση και την ψευδαίσθηση της
ελευθερίας της βούλησης. Είμαι οτιδήποτε
άλλο, εκτός από άνθρωπος.
Αν
και θα χρειαζόμουν περισσότερο χρόνο και χώρο από όσο διαθέτω εδώ για να
απορρίψω παρόμοιους ισχυρισμούς, θα ήθελα να τονίσω πως συνεχίζω να πιστεύω πως είμαι άνθρωπος, ήτοι
κάτι περισσότερο από τα άλλα ζώα -και οπωσδήποτε πολύ περισσότερα από
υπολογιστής.
Ας
αρχίσουμε από την ηθική. Πολλοί
οργανισμοί διαθέτουν γονίδια που προκρίνουν συμπεριφορές που ευνοούν άλλους
οργανισμούς. Το κλασικό παράδειγμα είναι τα μυρμήγκια: κάθε μυρμήγκι
θυσιάζεται πρόθυμα για να σώσει την αποικία του. Όπως ανέλυσε σε ένα πρόσφατο δοκίμιό του στο
«δε
στόουν» ο
Έντουαρντ Ουίλσον (Edward O.
Δεν
είμαι ειδήμων στην εντομολογία, ούτε στην εξέλιξη, αλλά αρνούμαι να δεχτώ πως
μπορούν να με διδάξουν το οτιδήποτε για την ηθική. Απλά σκεφτείτε τις ακρότητες που μπορεί να
επιδείξει η ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι άνθρωποι είναι ικανοί να επιδείξουν
απίστευτες πράξεις αλτρουισμού, συμπεριλαμβανομένης της ακραίας καλοσύνης
προς άλλα είδη, αλλά και να είναι εντελώς άκαρδοι, ακόμα και προς τα παιδιά
τους. Ό,τι κι αν κληρονομήσαμε, έχουμε
άφθονα περιθώρια να το τροποποιήσουμε· είναι οι επιλογές μας που θα καθορίσουν
σε ποιο σημείο του φάσματος των επιλογών μας θα σταθούμε. Εδώ είναι που
υπεισέρχεται η συζήτηση περί ηθικής: όχι
στο πώς είμαστε «κατασκευασμένοι», αλλά στο πώς θα αποφασίσουμε τις μελλοντικές
μας πράξεις. «Να αντιγράψω στο τεστ;»
«Να πάρω στο αυτοκίνητο αυτόν τον ξένο;» Η γνώση του πώς εξελίχτηκαν τα
εγωιστικά ή τα αλτρουιστικά μου συναισθήματα δεν μου λέει τίποτα για το πώς να
απαντήσω σε παρόμοια ερωτήματα. Οι
περισσότεροι, αν όχι όλοι, οι ηθικοί κώδικες ευνοούν τον αλτρουισμό. Αλλά καθώς
η εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους του επιτρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε ένα
ευρύτατο φάσμα επιλογών, δεν υπάρχει λόγος να θεωρούμε πως ο αλτρουισμός είναι
βιολογικά «ανώτερος» από τον εγωισμό.
Η
ίδια η ιδέα του «δέοντος» είναι ξένη στην εξελικτική θεωρία. Για τον βιολόγο δεν
έχει κανένα νόημα να πει πως το τάδε ζώο «οφείλει» να γίνει περισσότερο
συνεργατικό, πόσο μάλλον πως ένα ολόκληρο είδος «πρέπει» να επιδεικνύει
περισσότερο αλτρουισμό. Το αν θα
αποφασίσουμε, όπως το θέτει ο Ουίλσον, πως «δεν πρέπει» να «διαλύσουμε την
κοινωνία» μας μέσω του ξέφρενου εγωισμού, αλλά ούτε και να μεταβληθούμε σε
«αγγελικά
ρομπότ» σαν τα μυρμήγκια, θα
το κρίνουν οι ηθικές μας επιλογές, όχι οι βιολογικές μας
προδιαγραφές.
Παρομοίως, από βιολογική άποψη δεν έχει νόημα να σκέφτεσαι «πρέπει να γίνω πιο γενναιόδωρος» ούτε
πως ο τάδε τύραννος πρέπει να ανατραπεί
και να δικαστεί. Κοντολογίς, μια καθαρά εξελικτική προσέγγιση καθιστά κενή
περιεχομένου κάθε ηθική επιχειρηματολογία.
Κάποιοι
μπορεί από εδώ να οδηγηθούν στο αντιφατικό συμπέρασμα πως «πρέπει» να
εγκαταλείψουμε την λέξη «πρέπει». Προτιμώ να συμπεράνω πως άλλο τα μυρμήγκια,
άλλο οι άνθρωποι. Ακόμα κι αν αισθάνονται πόνο ή ευχαρίστηση, που είναι οι πρώτες σπίθες της
αυτοσυνειδησίας, τα ζώα απέχουν πολύ από το να είναι άνθρωποι, πόσο μάλλον
άγγελοι. Είτε μιλάμε για μυρμήγκια,
λύκους ή τυφλοπόντικες οι συνεργατικές συμπεριφορές των ζώων είναι άσχετες με
την ανθρώπινη αρετή. Κάθε κατανόηση της ανθρώπινης αρετής -ή της κακίας-
έρχεται αντιμέτωπη με φαινόμενα που η βιολογία αγνοεί -ή πασχίζει να ερμηνεύσει:
πράγματα σαν την αξιοπρέπεια, τον αυτοσεβασμό, την ακεραιότητα, την τιμή, την
νομιμοφροσύνη και την δικαιοσύνη. Πράγματα συζητήσιμα και αβέβαια, που κατά
πάσα πιθανότητα θα μείνουν έτσι για πάντα. Πράγματα όμως που σε καμία περίπτωση
δεν είναι ασήμαντα.
Κι
ύστερα έχουμε αυτούς που με διαβεβαιώνουν πως το μυαλό μου -όπως κι εκείνο των
μυρμηγκιών- δεν είναι παρά υπολογιστές. «Η εξέλιξη μας έχει εξοπλίσει με ένα
νευρωνικό υπολογιστή» όπως το θέτει ο
Στίβεν Πίνκερ (Steven Pinker)
στο βιβλίο του «πώς δουλεύει το μυαλό». «Όσο σύνθετη ή ευέλικτη κι αν μοιάζει, η
σκέψη και η συμπεριφορά του ανθρώπου μπορεί κάλλιστα να είναι απλά το προϊόν
ενός πολύ σύνθετου λογισμικού». Η αναλογία μυαλού και υπολογιστή έχει
επικριθεί από πολλούς φιλοσόφους πριν από μένα, αλλά είναι πολύ ελκυστική στην
κυρίαρχη κουλτούρα, κι αυτό με αμφίδρομο τρόπο: μιλάμε για υπολογιστές που
«γνωρίζουν», «θυμούνται» και «αποφασίζουν», και παράλληλα για ανθρώπους μου
«καταγράφουν δεδομένα» και «επεξεργάζονται πληροφορίες».
Σημαίνει
όμως αυτό πως είμαστε στ' αλήθεια πάνω-κάτω πανομοιότυποι με αυτή την μηχανή
στην οποία τώρα γράφω αυτό το δοκίμιο και στην οποία κατά πάσα πιθανότητα εσείς
το διαβάζετε; Οι σέρβερ της «γκουγκλ» μπορεί να χτενίζουν δισεκατομμύρια
ιστοσελίδες σε χρόνο μηδέν, αλλά δεν δίνουν διάρα για το γράφεται σε αυτές -και
δεν κατανοούν ούτε μια λέξη τους.
Το «σίρι»
μπορεί να βρει το κοντινότερο μπαρ από εκεί που βρίσκεστε αλλά ούτε
επιδοκιμάζει, ούτε επιδοκιμάζει την οινοποσία. Εξάλλου η λέξη «μπαρ» δεν λέει
τίποτα σε κανένα κομπιούτερ: για αυτά δεν είναι παρά μια σειρά ηλεκτρικών
εκκενώσεων που μερικοί άνθρωποι μπορούν να κατανοούν. Η σημερινή «τεχνητή
νοημοσύνη» μπορεί να είναι πολύ επιδέξια σχεδιασμένη, αλλά δεν έχει πλησιάσει σπιθαμή στην
πραγματική νοημοσύνη σε σχέση με τα αυτόματα του 18ου αιώνα. Κανένα από τα
μηχανήματα δεν μπορεί να σκεφτεί, απλούστατα γιατί κανένα δεν μπορεί να νοιαστεί· από όσο γνωρίζουμε δεν υπάρχει
κανένα πρόγραμμα, ανεξαρτήτως της πολυπλοκότητάς του, που να μπορεί να κάνει
κάποια πλευρά του κόσμου σημαντική σε μια μηχανή. Οπότε οι υπολογιστές μόνο
άνθρωποι δεν είναι -στην πραγματικότητα βρίσκονται σε ένα επίπεδο πολύ κατώτερο
από αυτό του μερμηγκιού. Δείξτε μου έναν
υπολογιστή που να μπορεί να νιώσει το ελάχιστο ίχνος πόνου, ευχαρίστησης ή
οργής· τότε μόνο θα πιστέψω πως έχουν μπει στην οδό που τους οδηγεί στην
σκέψη.
Ο
πειρασμός να περιοριστεί ο άνθρωπος σε κάτι υπάνθρωπο μόνο καινούργιος δεν
είναι. Στον «Φαίδωνα» του Πλάτωνα, ο Σωκράτης εξηγεί πως μερικοί φιλόσοφοι θα
ερμήνευαν την παρουσία του στην φυλακή περιγράφοντας την κατάσταση των οστών του
και των νεύρων του αλλά δεν θα είχαν να
πουν λέξη για το ποιες είναι οι αποφάσεις του ή οι απόψεις του για το αγαθό, που
είναι και οι πραγματικοί λόγοι που τον οδήγησαν στην θανατική καταδίκη. «Τὸ γὰρ μὴ διελέσθαι οἷόν τ᾽ εἶναι ὅτι ἄλλο μέν τί ἐστι τὸ αἴτιον τῷ ὄντι, ἄλλο δὲ ἐκεῖνο ἄνευ οὗ τὸ αἴτιον οὐκ ἄν ποτ᾽ εἴη αἴτιον»(«δεν
μπορούν να κατανοήσουν τι διαφορά μεταξύ του αιτίου και εκείνου άνευ του οποίου
το αίτιον ουδέποτε θα μπορούσε να είναι αίτιον»), όπως λέει:
χωρίς νουν ή DNA,
δεν θα μπορούσα να γράψω αυτό το δοκίμιο, ούτε να οδηγώ την κόρη μου ως το
σχολείο της, ούτε να πηγαίνω σινεμά με την γυναίκα μου. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η ύπαρξη νου -ή
DNA-
μπορεί να εξηγήσει γιατί επιλέγω να κάνω αυτά τα πράγματα, γιατί τα θεωρώ
σημαντικά ή με νόημα.
Ο
Αριστοτέλης αντιστάθηκε κι αυτός με τη σειρά
του στην προσπάθεια συρρίκνωσης του ανθρώπου: στα «πολιτικά» γράφει πως οι μέλισσες δεν είναι
«πολιτικές» με την ανθρώπινη έννοια, διότι δεν συνδιαλέγονται περί του αγαθού ή
του δικαίου. Οι άνθρωποι διαρκώς αντιπαρατίθενται για το τι θα ήταν πιο ωφέλιμο
για την χώρα τους, ή ποια είναι η δικαιότερη διευθέτηση ενός ζητήματος, αλλά οι
μέλισσες δεν διαθέτουν κινήματα «καταλάβετε την κυψέλη!», ούτε ζητάνε έναν «επίπεδο φόρο» στην γύρη. Φυσικά υπάρχουν
ζώα με περίπλοκες κοινωνικές διευθετήσεις, αλλά δεν αναζητούν εναλλακτικές
προσεγγίσεις που να είναι πιο αδέκαστες, ούτε επιχειρηματολογούν υπέρ η κατά
τους.
Αλλά
τότε, γιατί επί χιλιετίες προσπαθούμε να εκτοπίσουμε από το προσκήνιο την
ανθρώπινη ιδιαιτερότητά μας; Θεωρώ πως ένοχος δεν είναι άλλος από την τάση να
λησμονούμε αυτό που ο Έντμουντ Χούσερλ (Edmund Husserl)
αποκαλούσε «ζωντανό κόσμο», τον προεπιστημονικό
δηλαδή κόσμο της φυσιολογικής ανθρώπινης εμπειρίας, όπου εξάλλου ριζώνει και η
επιστήμη. Στο «ζωντανό κόσμο» περιτριγυριζόμαστε από πολύτιμες ευκαιρίες, καλές
και κακές επιλογές, σημαίνοντες στόχους και πιθανότητες για τις οποίες
νοιαζόμαστε. Το νόημα που έχουν έννοιες
σαν την «αρετή» και την «κακία» είναι αυτονόητο. Μεταξύ άλλων, μας δίνεται η
δυνατότητα να μελετήσουμε τη ζωή των μυρμηγκιών και να κατασκευάσουμε
υπολογιστικές μηχανές. Από την στιγμή που
εκμεταλλευόμαστε τις ευκαιρίες αυτές, είναι πολύ εύκολο να απορροφηθούμε από την
προσπάθειά μας, σε βαθμό που να εξηγούμε τα πάντα με τους όρους της, ακόμα κι αν
για να το κάνουμε χρειαστεί να παρακάμψουμε την αξία ή το νόημα που έχουν τα
πράγματα. Ξεχνάμε πως το επιστημονικό μας εγχείρημα, όπως και κάθε άλλη μας
δραστηριότητα, πηγάζει από τον «ζωντανό κόσμο». Επιχειρούμε να ερμηνεύσουμε το
όλον με τους όρους του μέρους.
Επί
παραδείγματι, ένας παράγοντας που κάνει τόσο γοητευτικό τον παραλληλισμό μεταξύ
υπολογιστή και εγκεφάλου είναι η πανταχού παρούσα έννοια της «πληροφόρησης». Η έννοια αυτή πετιέται δεξιά-αριστερά με
πλήρη αδιαφορία για την προέλευσή της ή το νόημά της, που σχετίζεται
συγκεκριμένα με τις επικοινωνίες των μέσων του 20ού αιώνα. Το έργο-πυλώνας
στη θεωρία της πληροφορίας είναι το άρθρο που έγραψε το 1948 ο Κλοντ Σάνον (Claude Shannon)
υπό τον τίτλο «μαθηματική θεωρία της επικοινωνίας», που
αφορά κυρίως την αποτελεσματικότητα της μετάδοσης και αναπαραγωγής μιας
οποιασδήποτε σειράς μηνυμάτων (π.χ. μιας διαδοχής από τελείες και παύλες). Δεν
γίνεται λόγος εδώ περί αλήθειας, κατανόησης ή συνειδητοποίησης του μηνύματος.
Όπως το θέτει ο ίδιος ο Σάνον, «τα
σημειολογικά ζητήματα της επικοινωνίας είναι άσχετα με τα προβλήματα της
μηχανικής της».
Από αυτήν την εξαιρετικά περιοριστική προσέγγιση της θεωρίας της πληροφόρησης
επηρεάστηκε η ευρύτερη έννοια της «πληροφορίας», που συμπεριλαμβάνει την
κατανόηση και το περιεχόμενό της. Αλλά
αυτό
μπορεί
να
οδηγήσει
σε
μέγιστες
παρεξηγήσεις. Από
πού κι ως πού προκύπτει πως ο τρόπος που σκεφτόμαστε ή πληροφορούμεθα είναι
κυρίως διαδικασία «επεξεργασίας της πληροφορίας»; Οι επικοινωνιακές μας
δεξιότητες αποτελούν σημαντικό μέρος του «ζωντανού κόσμου», αλλά κάνουμε λάθος
αν προσπαθούμε να αναλύσουμε το όλον με τους όρους του
μέρους.
Στο
σημείο αυτό οι νατουραλιστές φιλόσοφοι θα έχουν καταλήξει πως σε όσα λέω
εμφιλοχωρεί κάτι μυστικιστικό και «στοιχειωμένο». Πράγματι, αν η θρησκεία κατόρθωσε να
επιβιώσει των επελάσεων εκ μέρους των οπαδών της συρρίκνωσης του ανθρώπου, είναι
διότι επιμένει να ασχολείται με κατεξοχήν ανθρώπινες αναζητήσεις, που τα
μυρμήγκια και οι υπολογιστές δεν είναι σε θέση να κάνουν: «ποιος είμαι;» «ποια
είναι η θέση μου;» «σε ποιο σημείο βρίσκεται η ζωή μου;» Αλλά φυσικά,
προκειμένου να αρνηθούμε την συρρίκνωση του ανθρώπου, δεν είναι αναγκαίο να
ασπαστούμε το θρησκευτικό ή τη μεταφυσική. Αρκεί να παραδεχθούμε πως η φύση,
συμπεριλαμβανομένης της ανθρώπινης φύσης, είναι πολύ πλουσιότερη από όσο
παραδέχεται η αποκαλούμενη «φυσιοκρατική» νατουραλιστική προσέγγιση. Η φύση
συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την πανοπλία του «ζωντανού
κόσμου».
Η
έκκλησή μου να μην ξεχνούμε τον «ζωντανό κόσμο» είναι τμήμα ενός παλιού
ελληνικού ρητού: «γνῶθι
σαὐτόν».
Ο ίδιος επιστήμονας που μας διαβεβαιώνει πως η συμπεριφορά μας είναι απλά μια
λειτουργία των γονιδίων μας, δεν μπορεί να εξηγήσει «γονιδιακά» ούτε καν γιατί
επέλεξε να γίνει επιστήμονας. Ο ίδιος
φιλόσοφος που αρνείται την ελευθερία της βούλησης επιλέγει να γράψει άρθρα για
να υπερασπιστεί την... γνώμη του ενώπιον των συναδέρφων του. Οι άνθρωποι
ξεχνούν όλη την ώρα τον ζωντανό κόσμο γύρω τους... Αλλά αυτό είναι τόσο
ανθρώπινο!
Ο Richard Polt είναι καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Σινσινάτι ΠΗΓΉ ppol.gr |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου