Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΕΝΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΟΣΜΟ ΔΕΝ ΤΕΡΜΑΤΙΖΕΙ ΣΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ


Ο δρόμος προς έναν καλύτερο κόσμο δεν τερματίζει στην ουτοπία


Σοσιαλισμός και ουτοπία
Ο Χάϊνερ Μύλερ έλεγε ότι ο σοσιαλισμός, ήταν η τελευταία προσπάθεια του ανθρώπου επί της γης, να εγκαθιδρύσει ένα λογικό σύστημα νομής των αγαθών, αλλά με τρόπο παράλογο, από ηγέτες παράλογους, σε όντα παράλογα.
Όπως και ο έξοχος θεατρικός συγγραφέας, εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη πείστηκαν μετά την πτώση του τείχους, ότι κάθε προσπάθεια για να διαμοιραστεί δικαιότερα ο παραγόμενος πλούτος, να εξαφανιστεί η εκμετάλλευση και να τοποθετηθεί ο άνθρωπος πάνω από το κέρδος, είναι καταδικασμένη.
Ο δρόμος προς έναν καλύτερο κόσμο, τερματίζει στην ουτοπία.
Είναι όμως έτσι?
Είναι στ’ αλήθεια το όραμα για έναν δικαιότερο κόσμο, που εκφράστηκε με τις σοσιαλιστικές/κοινωνιστικές απόπειρες, αντίθετο με την ανθρώπινη φύση?
Μια σύντομη, πολύ σύντομη, ματιά στην ιστορία, μπορεί να κλονίσει τη βεβαιότητα μας, ότι ο σοσιαλισμός είναι μία χαμένη υπόθεση και προπαντός, να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε την αηδία που μας προκαλεί και μόνο το άκουσμα της λέξης "σοσιαλισμός".
Μιας λέξης που στον αιώνα μας, ταυτίστηκε με καθεστώτα καραγκιόζηδων, ψυχοπαθών φονιάδων και αδίστακτων λογοπλάνων.
Όπως όλοι αυτοί που μοστράρονταν για σοσιαλιστές στον καιρό των Παπανδρέου, των Χρουτσώφ, των Μάο και των κάθε λογής Σταλινίσκων…


Η σοσιαλιστική/κοινωνιστική απόπειρα στην ιστορία

Η ιστορία, όπως πολύ σωστά το έθεσε ο Μάρξ δεν επαναλαμβάνεται ει μη μόνον ως φάρσα. Ωστόσο η γνώση της ιστορίας, βοηθάει τον καθένα από εμάς για να μην ζήσει τη ζωή του, ως φαρσοκωμωδία.

Η σοσιαλιστική απόπειρα δεν είναι κάτι νεοφανές στην ιστορία του πολιτισμού. Αν είχαμε μάθει να χρησιμοποιούμε τις λέξεις κυρίως βάσει της σημασίας τους, όπως διαμορφώνεται μέσα στο γενικότερο εννοιολογικό σύμπλοκο της δικής μας γλωσσικής/πνευματικής παράδοσης, δεν θα ομιλούσαμε περί «σοσιαλισμού» που έχει καταντήσει μάλλον μία λέξη φετίχ, με αμφίσημη και αμφιλεγόμενη σημασία αλλά περί «κοινωνισμού», από την σημασία του social [κοινωνία] στα Ελληνικά.
Ο όρος κοινωνισμός διαθέτει πολύ ευρύτερες διαστάσεις από το είδος του «επιστημονικού σοσιαλισμού» που διαγράφει η μαρξιστική θεωρία και που στηρίζεται σε μια στενόμυαλη και ανιστόρητη ερμηνεία της προσωπικότητας του ανθρώπου, βάσει των οικονομικών παραμέτρων της κοινωνικής τάξης στην οποία ανήκει ο καθείς μας.
Ο κοινωνισμός ως ανθρώπινη επιδίωξη, δεν συναρτάται απαραιτήτως με μια ορισμένη οικονομικίστικη αντίληψη του όντος, ούτε με μια συγκεκριμένη μέθοδο ανάγνωσης της ιστορίας, όπως φερειπείν ο ιστορικός υλισμός. Αντιθέτως, αποσυνδέεται από κάθε προσπάθεια περιορισμού του ανθρώπου σε θεωρητικές φόρμουλες και εξακτινώνεται σε κάθε πεδίο του ανθρώπινου πράτειν, όπου ο άνθρωπος αρνείται τον ρόλο του να καταντήσει υποζύγιο των αφεντικών, απαιτώντας ένα δικαιότερο κόσμο.
Στην πλήρη σημασία του, ο κοινωνισμός δεν είναι παρά η παλαιά προσπάθεια του ανθρώπου να προτάξει το «Εμείς» έναντι του «Εγώ».
Την προστασία των αδυνάτων, έναντι της αυθαιρεσίας των ισχυρών.
Τη συλλογικότητα, έναντι της ατομικότητας.
Τη δίκαιη κατανομή των αγαθών, έναντι της παράλογης συσσώρευσης του πλούτου στα χέρια των λίγων.
Την απελευθέρωση του ανθρώπου, έναντι των δεσμών της φυσικής αναγκαιότητας.
Με αυτή τη διεσταλμένη έννοια του κοινωνισμού, ο σοσιαλισμός πάει πολύ πιο πίσω στην ιστορία, από την αποτυχημένη απόπειρα των σκυλευτών του μαρξισμού, να εφαρμόσουν ένα γραφειοκρατικό καθεστώς στυγνής εκμετάλλευσης, το οποίο το βάπτισαν αυθαίρετα ως υπαρκτό σοσιαλισμό.
Στην πραγματικότητα, η κοινωνιστική απόπειρα είναι τόσον παλαιά, όσον και ο πολιτισμός.
Και δεν κατέληξε πάντα σε μια ουτοπία…


Ο σοσιαλισμός/κοινωνισμός στις μη ιστορικές κοινωνίες

Όταν ο Γκωγκέν έφτασε στην Αϊτή, του φάνηκε πολύ παράξενο το ότι οι άνθρωποι εκεί μοιράζανε την καθημερινή τους ψαριά, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του, ενώ προηγουμένως ο καθένας τους είχε συνεισφέρει στην κοινή προσπάθεια του ψαρέματος, ανάλογα με τις δυνατότητες του.
Οι Αϊτινοί βεβαίως δεν είχανε καν ακούσει για τον Μαρξ, ωστόσο εφαρμόζανε μία από τις πιο ακραίες θέσεις της μαρξιστικής θεωρίας με τρόπο που κανένας από τους κατοπινούς μαρξιστές δεν θα κατόρθωνε ποτέ να το πετύχει.
Ο Γκωγκέν εντυπωσιάστηκε ακόμα περισσότερο, όταν έμαθε από την αγαπημένη του
Αϊτινή, ότι η κοινοκτημοσύνη στα παραγόμενα αγαθά ήταν ο βασικός νόμος της κοινωνίας τους, «από πάντα»
Φυσικά αυτό το «από πάντα» ήταν πολύ δύσκολο να κατανοηθεί στην πλήρη του διάσταση από έναν άνθρωπο που προέρχονταν από κοινωνία με ιστορική συνείδηση, όπως ο Γκωγκέν.
Για τους Αϊτινούς όμως, καθώς και για όλες τις ανθρώπινες φυλές που στη συλλογική τους συνείδηση δεν έχει εγγραφεί ακόμα ο κατακερματισμένος ιστορικός χρόνος του δυτικού ανθρώπου, η έννοια του παρελθόντος έχει ριζικά διαφορετική σημασία από ότι ονομάζουμε εμείς «παρελθόν» και εμπεριέχει τον κόσμο των νεκρών – των μη παρόντων.
Στην κοσμοαντίληψη των Αϊτινών, ο κοινωνισμός όπως και οι νεκροί πρόγονοι τους, δεν ανήκαν σε κάποια άλλη σφαίρα του Χρόνου αλλά ήσαν «από πάντα» παρόντες.
Με άλλα λόγια, η κοινοκτημοσύνη των αγαθών, η προστασία των αδυνάτων, η συλλογική εργασία και ότι άλλο αποτελεί τον κορμό μιας σοσιαλιστικής κοινότητας, ήταν η φυσική κατάσταση της κοινωνίας.
Όπως ήταν φυσική κατάσταση της ύπαρξης, η διαρκής παρουσία των προγόνων και των πεπραγμένων τους, στη συλλογική μοίρα της φυλής.

Ο κοινωνισμός όχι μόνον δεν κινήθηκε ιστορικά στη σφαίρα της ουτοπίας αλλά αντιθέτως υπήρξε το πλέον διαδεδομένο σύστημα, στις κοινωνίες που προηγήθηκαν ή συνυπήρξαν, με τις ιστορικές κοινωνίες, όπως οι δικές μας.
Είτε στο στάδιο του τοτεμισμού, είτε στο στάδιο του παγανισμού, οι περισσότερες ανθρώπινες κοινότητες αντιλαμβάνονταν τη κοινωνιστική οργάνωση, ως τη «φυσική οργάνωση» της ζωής τους, απολύτως ταιριαστή με τον κόσμο τον δικό τους και τον παράλληλο κόσμο των προγόνων τους.
Για ένα μέλος, ας πούμε, των αρχαίων σαμανιστικών φυλών του Καυκάσου, αυτό που θα ανήκε στην ουτοπία δεν θα ήταν η σοσιαλιστική οργάνωση της δικιάς του κοινότητας αλλά αντίθετα η καπιταλιστική οργάνωση της αμερικάνικης κοινωνίας.
Έτσι, ο τελευταίος Ινδιάνος της φυλής των Απάτσι, δυσκολεύονταν να καταλάβει πως υπάρχουν τόσο παράλογα όντα, που φτάνουν να αρρωσταίνουν ψυχικά και σωματικά, προκειμένου να κερδίσουν κάτι τις παραπάνω, από τα τεράστια ποσά που θησαυρίζουν κάθε μέρα!
Και επιπλέον να προκαλούν ανυπολόγιστες ζημιές στο περιβάλλον, να εξοντώνουν χιλιάδες ανθρώπων, να εξωθούν ολόκληρους λαούς στην πείνα, μόνο και μόνο για να εξοικονομήσουν λίγα ακόμα «χαρτιά», με τα οποία δεν μπορούν να αγοράσουν τίποτα από όλα αυτά που πραγματικά αξίζουνε στη ζωή!

Σε μια κατάσταση προ της «ιστορίας» - ενδεχομένως αυτής που ο Ρουσσώ θα ονόμαζε «φυσική κατάσταση του όντος» - ο δρόμος προς τον σοσιαλισμό/κοινωνισμό όχι μόνον δεν τερμάτιζε στην ουτοπία αλλά αντίθετα, προστάτευε τις ανθρώπινες κοινότητες από την κυριαρχία του παραλογισμού, της βουλιμίας και του ανέφικτου.

Η κοινωνιστική απόπειρα στις ιστορικές κοινωνίες [του δυτικού κόσμου]

Αυτό που έχουμε μάθει να αποκαλούμε ιστορία, εμείς οι δυτικοί, είναι μία νοητική [και άρα αυθαίρετη] σχηματοποίηση του παγκόσμιου Χρόνου και της ανθρώπινης δράσης, που ξεκινάει από την εμφάνιση της γραφής.
Ωστόσο, ο γραπτός λόγος δεν ήταν πάντα το είδος του λόγου με το οποίο εξέφραζαν τις αντιλήψεις τους οι ανθρώπινες κοινότητες. Οι Σκύθες ή οι Λίβυοι ή οι σαμανικές φυλές της στέπας, παρότι ήκμασαν σε εποχές που εμείς ονομάζουμε ιστορικές, δεν άφησαν γραπτά ντοκουμέντα κι έτσι οι γνώσεις μας γι αυτού του είδους τις κοινωνίες, περιορίζονται σε όσα έγραψαν Έλληνες, Ρωμαίοι ή Ιουδαίοι συγγραφείς, οι οποίοι συχνά τους αντιμετώπιζαν απλώς ως βαρβάρους.

Ακόμα χειρότερα, είμαστε αναγκασμένοι να εκμαιεύουμε τις πληροφορίες μας για την κοινωνική/οικονομική οργάνωση των πολλών αιρετικών κοινοτήτων, που αναπτύχθηκαν παράλληλα με τα κυρίαρχα καθεστώτα, μέσα από τα γραπτά κείμενα που συνέταξαν συχνά οι ορκισμένοι εχθροί τους.
Έτσι αντλούμε τις πληροφορίες μας για τα πεπραγμένα των εικονομάχων στο διάστημα του 8ου/9ου αιώνα, μόνον από τα όσα έγραψαν οι φανατικοί της εικονολατρείας, αφού οι νικητές εικονολάτρες έκαψαν όλα τα εικονομαχικά κείμενα.
Το ίδιο συμβαίνει και για τις κοινότητες των Βογόμιλων ή των Παυλικιανών ή των γιεσεβήδων δερβίσηδων ή των μπαμπαϊδων της Ανατολίας και πολλών άλλων, που επιχείρησαν να διαμορφώσουν σοσιαλιστικούς/κοινωνιστικούς πυρήνες, παράλληλα με τις φεουδαρχικές ή τις δεσποτικές κοινωνίες της εποχής τους.

Ως γνωστόν, την ιστορία τη γράφουν οι εκάστοτε νικητές, αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι οι ηττημένοι δεν υπήρξαν ή ότι οι δικές τους ιδέες πρέπει οριστικά να καταταγούν στον χώρο της ουτοπίας.
Η κοινωνιστική απόπειρα, παρότι αποσιωπήθηκε σε μεγάλο βαθμό από εκείνους που την πολέμησαν, είναι μια ιστορική πραγματικότητα και δεν αφορά διόλου το ανέφικτο. Αντίθετα, φαίνεται ότι αιθεροβάμονες ήσαν [και παραμένουν] ακριβώς αυτοί που πασχίζουν λυσσαλέα να πείσουν τον άνθρωπο, ότι το μόνο καθεστώς που του ταιριάζει, είναι ο νόμος της ζούγκλας.

Αξίζει να μιλήσουμε λιγάκι παραπάνω για κάποιες από αυτές τις κοινωνιστικες απόπειρες, οι οποίες κατόρθωσαν να επιβιώσουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, μέσα σε ένα απολύτως εχθρικό περιβάλλον και να διατηρήσουν ζωντανή την πίστη του ανθρώπου πως ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός.

Οι σοσιαλιστικές/κοινωνιστικές απόπειρες των Βογόμιλων και των εικονομάχων

Είναι γνωστό ότι οι πρώτες Χριστιανικές εκκλησίες διαμορφώθηκαν στη βάση της κοινοκτημοσύνης των αγαθών, της ίσης κατανομής του πλούτου και της δίκαιης απόδοσης των αξιωμάτων.
Ενταγμένοι σε μια καταρρέουσα Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που είχε θεσμοθετήσει σε υπέρτατο βαθμό την κυριαρχία των ισχυρών και ήδη μετασχηματίζονταν σε μια αμιγώς φεουδαρχική κοινωνία, με τα απέραντα λατιφούντια, οι πρώτοι Χριστιανοί διοργάνωσαν τις δικές του σοσιαλιστικές κοινότητες, με βασικό κριτήριο την ισονομία, την προστασία των αδυνάμων και τη δίκαιη κατανομή των αγαθών.
Η γοητεία που ασκούσε τότε ο Χριστιανισμός δεν οφείλονταν μόνο στη μεταφυσική του διδασκαλία αλλά και στην κοινωνιστική οργάνωση των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων, που αποδείκνυε στους βασανισμένους υπηκόους της Ρώμης ότι ένας καλύτερος κόσμος ήταν εφικτός.
Ουσιαστικά ο πρωτοχριστιανικός σοσιαλισμός αποτέλεσε εξίσου σημαντικό παράγοντα της εξάπλωσης του, όσο και η παρήγορη πίστη σε έναν μεταθανάτιο παράδεισο. Οι πρώτοι χριστιανοί αποδείκνυαν με τον πιο άμεσο τρόπο ότι η δικαιοσύνη που υπόσχονταν στους ουρανούς, ήταν εξίσου εφικτή με τη δικαιοσύνη που παρείχαν στους πιστούς τους επί της γης.

Η σοσιαλιστική περίοδος του χριστιανισμού δεν μπορεί όμως να αποτελέσει παράδειγμα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού μιας κοινωνίας, διότι περιορίστηκε στα πλαίσια μιας πολυεθνοτικής/θρησκευτικής οργάνωσης, της οποίας τα μέλη διαβιούσαν εντός μιας φεουδαρχικής αυτοκρατορίας και συχνά αποδέχονταν τις πολιτικές και κοινωνικές της νόρμες.
Η εμφάνιση αυτόνομων σοσιαλιστικών κοινοτήτων που πραγματικά ήρθαν σε ρήξη με τις υπάρχουσες κοινωνικοοικονομικές δομές της εποχής τους, μπορεί να ανιχνευθεί μόνον μετά την εγκαθίδρυση της χριστιανικής εκκλησίας, ως κυρίαρχης εξουσιαστικής δομής, μέσα σε μια αυτοκρατορία που κατέρρεε.

Ο 3ος αιώνας μ.Χ. ήταν ο αιώνας της μεγάλης σύγκρουσης μεταξύ ορθοδοξίας και γνωστικισμού, που κατέληξε στην οριστική επικράτηση της δεύτερης.
Η νίκη όμως των ορθόδοξων χριστιανών, δεν ήταν απόλυτη.
Πυρήνες γνωστικών κοινοτήτων παρέμειναν ζωντανοί σε σχετικά απομακρυσμένες περιοχές της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, κυρίως στην Ασία, όπου ανέπτυξαν νέους τρόπους κοινωνικής οργάνωσης, στηριγμένους στην ανάμνηση του σοσιαλιστικού παρελθόντος των πρώτων χριστιανών.
Κληρονόμοι αυτών των γνωστικών κοινωνικών και πνευματικών παραδόσεων ήσαν οι περισσότερες «αιρέσεις» των ασιατικών εδαφών της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας [Βυζάντιο], όπως οι Μανιχαϊστές, οι Παυλικιανοί και οι Βογόμιλοι.

Οι Βογόμιλοι εκτοπίστηκαν στις αρχές του 8ου αιώνα στα Βαλκάνια, όπου ήρθαν σε επαφή με Σλαβικά φύλα και μέσα από αυτή την γόνιμη μείξη προέκυψαν οι πυρήνες των σοσιαλιστικών κοινοτήτων, που εξαπλώθηκαν και ήκμασαν σε πολλές περιοχές της χερσονήσου του Αίμου.
Η λέξη Βογόμιλος άλλωστε, είναι σλαβική και σημαίνει τους αγαπητούς του Θεού, σαν να λέμε: τους Θεόφιλους, στα Ελληνικά.
Η οργάνωση των Βογομιλικών κοινοτήτων στηρίζονταν στο «κουρμπάν» και στη «ζάντρουγκα»
Ζάντρουγκα [επίσης σλαβική λέξη] σημαίνει ακριβώς «για τον άλλον». Στην ιστορική της εξέλιξη η ζάντρουγκα έγινε συνώνυμη με την κοινοκτημοσύνη της γης και με την δίκαιη κατανομή των αγαθών σε όλα τα μέλη της κοινότητας.
Κουρμπάν είναι μάλλον αραβική λέξη, την οποία έφεραν οι Βογόμιλοι στα Βαλκάνια και σημαίνει το «κοινό ταμείο». Από εκεί προέρχεται και το σύγχρονο «κορβανάς».
Στις Βογομιλικές κοινότητες εφαρμόζονταν μία μάλλον αυστηρή εκδοχή του κοινωνισμού, όπου η γη δουλεύονταν συνεργατικά από όλα τα μέλη της κοινότητας και το προϊόν μοιράζονταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του. Υποχρεωτική ήταν και η τακτική συνεισφορά στο κοινό ταμείο, για την οποία μάλιστα υπήρχε και θεσμοθετημένη γιορτή, όπου όλες και όλοι κατέθεταν τελετουργικά τη συνεισφορά τους.
Η δομή της οικογένειας, όπως και η αντίστοιχη των σλαβικών φύλων, προσέγγιζε περισσότερο τα πρότυπα μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, παρά την αυστηρά πατριαρχική οικογένεια του Βυζαντίου. Συχνά μάλιστα κοινότητες Βογομίλων κατηγορήθηκαν για σεξουαλική ελευθεριότητα, από τους φανατισμένους ορθόδοξους παπάδες.
Επιπλέον οι Βογόμιλοι δεν δίσταζαν να αντιμάχονται λυσσαλέα το βυζαντινό κράτος, ιδίως μετά την οριστική ήττα των εικονομάχων και την απόλυτη επικράτηση της εικονολατρικής ορθοδοξίας, κηρύσσοντας συνειδητή ανυπακοή στη πληρωμή των φόρων και των διαταγών των επάρχων.
Οι σοσιαλιστικές/κοινωνιστικές κοινότητες των Βογομίλων κατόρθωσαν να επιβιώσουν για διάστημα σχεδόν οκτώ αιώνων και εξοντώθηκαν στα χρόνια των Κομνηνών, οι οποίοι δεν ανέχονταν καμία αντίθετη φωνή που θα ενοχλούσε τους ισχυρούς φεουδάρχες της αυτοκρατορίας τους.
Οι σφαγές και οι αγριότητες που ακολούθησαν την πολιτική των Κομνηνών για την πλήρη εξαφάνιση των αιρετικών κοινοτήτων, πληρώθηκαν κατά έναν τρόπο με την κατοπινή παρακμή του Βυζαντίου, που ακριβώς λόγω του μετασχηματισμού του σε φεουδαρχική κοινωνία, δεν μπόρεσε να αντέξει στις επιδρομές των σταυροφόρων και των Τούρκων.

Οι Βογόμιλοι αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της σοσιαλιστικής απόπειρας σε μιαν άλλη εποχή, η οποία ξεπέρασε τα όρια της ουτοπίας και επιβίωσε για αιώνες, εις πείσμα όσων ισχυρίζονται ότι ο σοσιαλισμός κινείται στο χώρο του ανέφικτου.
Δεν είναι όμως το μοναδικό.
Υπήρξαν πολλά άλλα παραδείγματα της σοσιαλιστικής απόπειρας, σε μικρές σχετικά κοινότητες, κυρίως στα ασιατικά εδάφη του Βυζαντίου και στα Βαλκάνια, που ήκμασαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Κι ακόμα πιο σημαντική είναι η προσπάθεια των εικονομάχων Ίσαυρων, να οικοδομήσουν μια σχεδόν σοσιαλιστική κοινωνία, μετασχηματίζοντας τις κοινωνικές και οικονομικές δομές της αυτοκρατορίας.

Η περίοδος που αποκαλούμε «εικονομαχία» ξεκίνησε στα τέλη του 8ου αιώνα, από τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ τον Ίσαυρο και κράτησε περίπου έναν αιώνα.
Δεν είναι θέμα εδώ να περιγράψω έστω και εν συντομία τις μεταρρυθμίσεις που προσπάθησαν να νομοθετήσουν οι Ίσαυροι, ούτε να μιλήσω για τις σφοδρές συγκρούσεις τους με το παπαδαριό και τους καλογήρους, που ήσαν οι μεγαλύτεροι φεουδάρχες της εποχής τους.
Θα πω μόνον ότι, στη διάρκεια της εικονομαχίας και όσο κράτησαν στα χέρια τους την εξουσία οι Ίσαυροι, επιχειρήθηκε μια πρωτοφανής σε έκταση και σε ένταση προσπάθεια μετασχηματισμού της βυζαντινής κοινωνίας, που σε κάποια σημεία της, μπορεί να χαρακτηριστεί ως αμιγώς σοσιαλιστική.
Ενδεικτικά μόνον, θα αναφέρω τη διάρθρωση της παραγωγής, της εμπορίας και της διακίνησης των αγαθών, όπως φαίνεται ότι οριοθετήθηκε στην περίφημη «Εκλογή» - δηλαδή τη νομοθεσία των Ισαύρων, η οποία ήταν και ο πρώτος νομικός κώδικας του Βυζαντίου συνταγμένος εξ ολοκλήρου στα Ελληνικά.

Ο βασικός άξονας της μεταρρύθμισης των Ισαύρων ήταν η αποφυγή της συγκέντρωσης του πλούτου ή της έγγειας ιδιοκτησίας σε λίγα μόνον χέρια.
Για να αποφύγουν τη σωρευτική διαδικασία πλούτου, που γεννάει το επιχειρηματικό κεφάλαιο, οι βυζαντινοί βασιλιάδες είχαν θεσμίσει το σύστημα των συντεχνιών, ορίζοντας συγκεκριμένα ποσοστά κέρδους στο στάδιο της λιανικής διάθεσης του προϊόντος.
Οι Ίσαυροι επέκτειναν τον έλεγχο των τιμών και τη σχέση κόστους/κέρδους σε όλα τα στάδια της παραγωγής ίσαμε την τελική διάθεση, κατακερματίζοντας μάλιστα τις διαδικασίες παραγωγής, έτσι ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ολιγοπωλίων ή μονοπωλίων.
Στη πιο σημαντική από όλες τις οικονομικές δραστηριότητες των βυζαντινών άστεων, την παραγωγή και την εμπορία του μεταξιού, η όλη διαδικασία είχε καταμεριστεί σε μικρές βιοτεχνικές ή εμπορικές συντεχνίες, που απαγορεύονταν η μία να αναλαμβάνει εργασίες της άλλης.
Έτσι, άλλη συντεχνία ασχολούνταν με την ύφανση, άλλη με την επεξεργασία του υφάσματος, άλλη με τη βαφή του, άλλη με τη ραφή των ενδυμάτων και άλλη με τη λιανική του διάθεση. Το ποσοστό κέρδους που ορίζονταν για κάθε συντεχνία, δεν ξεπερνούσε το 10% με 12% και οι έλεγχοι, ώστε να μην συγκεντρωθεί η όλη διαδικασία στα χέρια ενός, ήσαν αυστηρότατοι.

Ο ίδιος πάνω-κάτω διαμερισμός εφαρμόζονταν σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες του Βυζαντινού κράτους. Οι έμποροι, οι βιοτέχνες, οι παραγωγοί της πρώτης ύλης, εργάζονταν με συγκεκριμένα ποσοστά κέρδους, που σε συνδυασμό με την κρατική προστασία προς κάθε συντεχνία, τους εξασφάλιζε μια αξιοπρεπή επιβίωση, απαγόρευε όμως τη δημιουργία ισχυρών οικονομικά ομίλων ή τη συγκέντρωση πλούτου στα χέρια των ολίγων.
Προκειμένου μάλιστα να προστατεύσουν τους πολίτες τους από μαζικές οικονομικές επιδρομές, που θα έριχναν είτε την αξία των προϊόντων είτε την αξία της ανθρώπινης εργασίας, οι Ίσαυροι προνόησαν να απαγορεύσουν την παραμονή ξένων εμπόρων ή εργατών εντός των τειχών της Κωνσταντινουπόλεως για περισσότερες από τρεις ημέρες!
Ακόμα πιο ριζοσπαστική ήταν η πολιτική των εικονομαχών βασιλέων, στο μέγα ζήτημα της ιδιοκτησίας της γης.
Οι Ίσαυροι υποστήριξαν παντί τρόπω την μικρή ιδιοκτησία [κλήρο] παραχωρώντας μικρές εκτάσεις γης σε ακτήμονες που θα υπηρετούσαν στον βυζαντινό στρατό [στρατιωτόπια] και ήλεγχαν αυστηρότατα τις αγοραπωλησίες εδαφών, ώστε να μην δύνανται οι πλούσιοι να συγκεντρώνουν μεγάλες εκτάσεις, εκμεταλλευόμενοι τις περιόδους σιτοδείας και την ανέχεια των μικροϊδιοκτητών.
Ακόμα πιο αποφασιστική ήταν η επιδρομή των Ισαύρων στα μοναστηριακά και εκκλησιαστικά φέουδα. Δεν δίστασαν να δημεύσουν τα κτήματα των μοναστηριών, να ξωπετάξουν τους καλογήρους από τα πολυτελή κελιά τους και να διανείμουν τη γη, υπό μορφή μικρών κλήρων σε ακτήμονες αγρότες.
Ο Κωνσταντίνος ο Ε΄, ο εξαίρετος ηγέτης που οι ορκισμένοι εχθροί του, τον αποκάλεσαν «Κοπρώνυμο» διέταξε να αδειάσουν ανδρικά και γυναικεία μοναστήρια, να δημευτεί η περιουσία τους και αφού συγκέντρωσε μοναχούς και μοναχές στον ιππόδρομο της βασιλεύουσας, τους ανάγκασε να διαλέξουν – ή θα παντρευόντουσαν μεταξύ τους και οι άνδρες θα υπηρετούσαν στον στρατό, κερδίζοντας παράλληλα και έναν κλήρο ή θα τους έκοβαν τα κεφάλια!
Φαίνεται ότι υπήρξαν και κάποιοι/ες, που επέλεξαν το δεύτερο, προς αιώνια δόξα του παραλογισμού του ανθρώπινου γένους.

Εν ολίγοις, η πολιτική των Ισαύρων μπορεί να καταλογιστεί ως μία ακόμα απόπειρα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού μιας κοινωνίας – και μάλιστα σε ευρεία κλίμακα, εφόσον εφαρμόστηκε στην πλέον ακμάζουσα αυτοκρατορία του 8ου και του 9ου αιώνα.
Η οριστική ήττα των εικονομάχων και η παλινόρθωση του παπαδαριού, δρομολόγησαν την επιστροφή στη φεουδαρχία και τη βαθμιαία εξασθένηση του βυζαντινού κράτους, που τελείωσε με την ουσιαστική εξαφάνιση του, δύο αιώνες αργότερα, μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους σταυροφόρους του δόγη Δάνδολου.
Ωστόσο η περίοδος της ακμής των εικονομάχων βασιλέων κράτησε κοντά έναν αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου η σοσιαλιστική απόπειρα μετασχηματισμού της κοινωνίας, εξασφάλισε στους πολίτες του Βυζαντίου μία αξιοπρεπή ζωή και προίκισε τους Μακεδόνες διαδόχους των Ισαύρων με τις δομές εκείνες που έφτασαν το Βυζάντιο στο μέγιστο σημείο της ακμής του.
Η κατοπινή ολοκλήρωση του φεουδαρχικού καθεστώτος και η σταδιακή παραχώρηση προνομίων στους ξένους πειρατές και οικονομικούς τυχοδιώκτες, όπως ήσαν οι Βενετσιάνοι, οι Γενουάτες και οι Φράγκοι, σήμαιναν απλώς την αρχή του τέλους μιας αυτοκρατορίας.

Ο σοσιαλισμός/κοινωνισμός της εικονομαχικής κοινωνίας όχι μόνον δεν κινήθηκε στη σφαίρα της ουτοπίας αλλά στην εποχή του αποδείχθηκε και το καλύτερο δυνατόν σύστημα, ώστε να διατηρηθεί ζωντανή η πανάρχαια επιθυμία του ανθρώπου για ένα κόσμο πιο δίκαιο, όπου ο δυνατός δεν θα εκμεταλλεύεται τον αδύναμο.

Ο δρόμος προς έναν καλύτερο κόσμο δεν τερματίζει στην ουτοπία

Η βαθειά κατάθλιψη του σύγχρονου ευρωαμερικανού και η αδυναμία του να παράγει πλέον ένα συλλογικό όραμα που θα εμπνεύσει μια νέα έφοδο προς τον ουρανό, οφείλεται και στην απουσία Πίστης.
Της Πίστης ότι ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός.
Η πτώση των σοβιετικών καθεστώτων και η πλήρης εξουθένωση του κινήματος αμφισβήτησης της δεκαετίας του 60, συνήργησε ώστε ο σύγχρονος άνθρωπος να χάσει την πίστη του στον ίδιο τον άνθρωπο.
Η σοσιαλιστική/κοινωνιστική απόπειρα καταχωνιάστηκε στις αποθήκες της Ουτοπίας και το όραμα για δικαιοσύνη, ισότητα, ελευθερία, αξιοπρέπεια και Γνώση, κρίθηκε ως μη αρμόζον στην ανθρώπινη φύση.
Ο κορυφαίος της Δημιουργίας, ο Άνθρωπος κατατάχτηκε στα όντα της ζούγκλας και η νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα εξήγγειλε την οριστική της επικράτηση σε έναν κόσμο προορισμένο μόνον για αφεντικά ή για σκλάβους.

Ωστόσο η Γνώση της Ιστορίας, είναι η γνώση των Ορίων του Είναι. Κι η γνώση αυτή δεν μπορεί να εξαφανιστεί από το πρόσωπο της γης, διότι αποτελεί το ίχνος του Τετελεσμένου.
Δεν απέτυχε ο σοσιαλισμός, όπου και όταν εφαρμόστηκε.
Αυτό τουλάχιστον μας διδάσκει το τετελεσμένο γεγονός της ύπαρξης κοινωνιών πιο δίκαιων, πιο ανθρώπινων και πιο επιτυχημένων, από τη βαρβαρότητα της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης λεηλασίας.
Απέτυχε η επιχείρηση του κ. Στάλιν και των επιγόνων του, να εφαρμόσουν δια της βίας ένα καθεστώς στυγνής εκμετάλλευσης, που στη θέση των αφεντικών έβανε μια δράκα γραφειοκρατών και στη θέση του ανθρώπου έβανε μια καρικατούρα ανθρωποειδούς, το οποίο περιορίζονταν στα στενά όρια μιας οικονομικίστικης ερμηνείας.
Η ένωση σοβιετικών σοσιαλιστικών δημοκρατιών, διέφερε από τον εφιάλτη του νεοφιλελευθερισμού μόνον στον βαθμό που μετέθετε την εκμετάλλευση του ανθρώπου, από μια κλειστή κάστα πλουτοκρατών γραβατοπειρατών σε μια γραφειοκρατική νομενκλαντούρα.
Η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» δεν σημαίνει διόλου ότι ο σοσιαλισμός είναι αντίθετος με την ανθρώπινη φύση. Σημαίνει απλώς ότι ο «σοσιαλισμός» των συντρόφων του κ. Μπέρια και του κ. Μπρέζνιεφ, έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια και την ανθρώπινη φύση και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Η σοσιαλιστική/κοινωνιστική απόπειρα είναι τόσον παλαιά στην ιστορία, όσο και η δύναμη του ανθρώπου να οραματίζεται έναν καλύτερο κόσμο.
Αν ο δρόμος προς τον κοινωνισμό οδηγούσε απαραιτήτως στην Ουτοπία, τότε δεν θα υπήρχε καν ο άνθρωπος αλλά ένα ανθρωποειδές επιζήμιο και παρασιτικό σ’ αυτόν εδώ τον πλανήτη, καταδικασμένο να εξαφανιστεί από προσώπου γης, όπως και οι ανοικονόμητοι τυρανόσαυροι…
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ  panusis.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου