Η σύγκρουση των πολιτισμών
του Γ.Καραμπελιά.
Όπως τονίζει η Αγκνες Χέλλερ, οι μόνες αδιαμφισβήτητες επαναστάσεις είναι οι επαναστάσεις στον τρόπο ζωής. Τα πολιτικά καθεστώτα και οι ιδεολογίες έρχονται και παρέρχονται. Ο τρόπος ζωής, ο “τρόπος του βίου”, έχει μια μακρά διάρκεια που υπερβαίνει καθεστώτα και πολιτικές δομές. Ο Μάο μιλούσε στην Κίνα “για μια επανάσταση στον πολιτισμό”, και είναι γεγονός πως, σε αντίθεση με μια στενή αντίληψη της σχέσης “βάσης-εποικοδομήματος”, πριν από όλες τις μεγάλες πολιτικές, κοινωνικές, ακόμα και οικονομικές, επαναστάσεις προηγήθηκε μια επανάσταση στον τρόπο ζωής, μια επανάσταση στον πολιτισμό. Δεν μπορούμε να φανταστούμε την ανάπτυξη ενός οποιουδήποτε ιδεολογικοί) ρεύματος χωρίς μια αντίστοιχη επανάσταση στον πολιτισμό.
Αν αυτός είναι ένας γενικός κανόνας που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες κοινωνίες, η ισχύς του γενικεύεται σε εποχές σαν τις σημερινές. Ακόμα και η επίσημη ιδεολογία της Δύσης επικεντρώνεται στη σύγκρουση των πολιτισμών (βλέπε τη σχετική αντίληψη του Αμερικάνου καθηγητή Χάντιγκτον) ως του μείζονος ιδεολογικού και γεωπολιτικού χαρακτηριστικού αυτού του ύστερου εικοστού αιώνα. Βρισκόμαστε σε μια στιγμή όπου οι κύριες γεωπολιτικές συγκρούσεις απορρίπτουν τα ιδεολογικοπολιτικά τους χαρακτηριστικά και ενδύονται τα πολιτισμικά-πολιτιστικά. Η σύγκρουση στη Βοσνία π.χ. πήρε καθαρά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, ανάμεσα σε ορθοδόξους, καθολικούς και μουσουλμάνους και όχι πολιτικο-οικονομικά, και γι’ αυτό έμοιαζε εν πολλοίς να είναι ακατανόητη για την ευρωπαϊκή αριστερά.
Η σημασία της πολιτιστικής πολιτικής σήμερα
Τω όντι, μετά την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων και την επέκταση της πολιτικής ομοιομορφίας σε παγκόσμια κλίμακα, η πολιτική εμφανίζεται ως διαχείριση στα πλαίσια του “τέλους της ιστορίας”, ενώ η οικονομία ηγεμονεύεται από τη λογική της μέγιστης εμπορευματικής απόδοσης.
Ο μόνος τομέας όπου εξακολουθούν να αναδύονται διαφορετικότητες και αποκλίνουσες συμπεριφορές, όπου εκφράζεται -έστω διαστρεβλωμένη- η κοινωνική, φυλετική, και εθνική αντίθεση, είναι ο πολιτισμός. Γι’ αυτό και η επίθεση της Δύσης εντοπίζεται σήμερα στην ομοιομορφοποίηση της πολιτιστικής ζωής σε παγκόσμια κλίμακα. Το Χόλλυγουντ, τα πρότυπα του βιομηχανικού αθλητισμού, virtual reality αποτελούν βασικά στοιχεία της πολιτιστικής πολιτικής του ιμπεριαλισμού. Αυτή η πολιτιστική ισοπέδωση, προσπαθεί να μεταβάλει τα βαθύτερα στρώματα της υπόστασης ανθρώπων και πολιτισμών -χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της γλώσσας και της σταδιακής εξαφάνισης των τοπικών γλωσσών και της επέκτασης της αγγλικής lingua franca ή ακόμα χειρότερα της χολλυγουντιανής εικόνας. Η ίδια η οικογένεια, προαιώνιο κύτταρο της ανθρώπινης συμβίωσης, καταστρέφεται, η κοινωνική φύση του ανθρώπου διχοτομείται ανάμεσα σε ένα υπερκοινωνικοποιημένο ον, on line με τον ανόργανο τεχνολογικό κόσμο, και σε ένα μοναχικό άτομο χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Ο όρος μοναχικό πλήθος για πρώτη φορά τείνει να πραγματωθεί στην κυριολεξία του. Και όπου η απόλυτη ομοιομορφοποίηση δεν είναι εφικτή, η προσπάθειά του στρέφεται -μέσω ομοιομορφοποίηση ς των επικοινωνιακών δικτύων· στην ένταξη των “αιρετικών” ή αποκλινουσών απόψεων στην λογική του. Αν δηλαδή μια εναλλακτική άποψη για τον πολιτισμό ή την πολιτική χρησιμοποιεί την τηλεόραση για να εκφραστεί, αδυνατίζει το εναλλακτικό της περιεχόμενο μέσω της ένταξης σε ένα συγκεκριμένο μέσο.
Αλλά επειδή στο πεδίο της οικονομίας και των κοινωνικών καθεστώτων η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου υποδείγματος είναι σήμερα συντριπτική, η κυριότερη γραμμή άμυνας του πλουραλισμού αναδεικνύεται ο πολιτισμός με την ευρύτερη έννοια του όρου, και αυτό γιατί αναφέρεται τόσο στα βαθύτερα υποστρώματα των ανθρωπίνων κοινωνιών -στην “παράδοση”- όσο και στα ίδια τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά, παρά την πολισιστική επίθεση που περιγράψαμε και παρά την απόπειρα ενσωμάτωσης του διαφορετικού σε να μεταμοντέρνο ποτ-πουρί… Απέναντι στην πολιτισμική ισοπέδωση αναδεικνύονται όλα εκείνα τα στοιχεία του πολιτισμού, της ταυτότητας, του χρώματος, του φύλου, της φύσης, της θρησκείας, του έθνους. Οι μόνες υπαρκτές και έγκυρες διαφοροποιήσεις εμφανίζονται όλο και περισσότερο ως πολιτιστικές-πολιτισμικές διαφοροποιήσεις. Τρόπος ζωής, εναλλακτική πολιτιστική δραστηριότητα, αλλαγές στη σχέση με τη φύση, τη διατροφή, την ενασχόληση με το σώμα, ενδιαφέρον για το έθνος, την περιφέρεια, τον τοπικό πολιτισμό, κ.λπ.
Η ρομαντική επιστροφή
Δηλαδή, την ίδια ακριβώς εποχή της τεχνολογικής επιτάχυνσης και της πολιτισμικής ισοπέδωσης, παρατηρείται, από πρώτη άποψη εντελώς αντιφατικά, μια γενικευμένη επιστροφή του ρομαντισμού ̇ φύση, έθνος, θρησκεία, ταυτότητα, φύλο, φυλή, κάστα, ηλικία, ιδιαιτερότητες κάθε μορφής, γίνονται βασικά στοιχεία της αντίστασης στην ισοπεδωτική κυριαρχία του κεφαλαίου, στην απώλεια νοήματος και προσανατολισμού που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο πολιτισμό, τη στιγμή που οι πρωτογενείς ταξικές συγκρούσεις μοιάζουν να υποχωρούν ή να ατομικοποιούνται.
Αυτή η ρομαντική επιστροφή, χωρίς ιστορικό προηγούμενο, τουλάχιστον στον εικοστό αιώνα, και με τέτοια καθολικότητα, επιβεβαιώνεται όχι μόνον στην ανάπτυξη των ιδεολογικών ρευμάτων και πρακτικών, αλλά και στον τομέα της τέχνης. Το ρομαντικό μυθιστόρημα επιστρέφει από την Γιουρσενάρ μέχρι τον Έκο, τον “τρομακτικό” ρομαντισμό ενός Στέφεν Κινγκ και το φανταστικό μυθιστόρημα της Ούρσουλα Λε Γκεν. Απέναντι σε έναν τρομακτικό κόσμο αποξένωσης και καταστροφής του κοινωνικού υποστρώματος της ανθρώπινης επικοινωνίας, η καταφυγή στον ρομαντισμό μοιάζει μονόδρομος, όταν η πολιτική δραστηριότητα με στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό φαίνεται απαγορευμένη.
Η σύγκρουση των πολιτισμών υποκαθιστά εν μέρει την ιδεολογική σύγκρουση, τις κοινωνικές και ταξικές αντιπαραθέσεις, την σύγκρουση καθεστώτων. Ήδη στην προηγούμενη περίοδο, η δημιουργία των σοσιαλιστικών καθεστώτων σχεδόν αποκλειστικά σε χώρες ορθόδοξου ή κομφουκιανού/ταοϊστικού πολιτισμού ήταν ενδεικτική για το βάρος του πολιτισμικού υπόβαθρου. Σήμερα μπορεί κανείς να έχει τη βάσιμη υποψία ότι η πορεία θα είναι αντίστροφη. Από την πολιτισμική αντιπαράθεση θα οδηγηθούμε πιθανώς σε αντιπαράθεση κοινωνικών καθεστώτων και μορφών.
Σε αυτή την κατεύθυνση δεν είναι τυχαίο το κοινωνικό περιεχόμενο του ριζοσπαστικού ισλαμισμού ή η εξισωτική ιδεολογία του νέο-ορθόδοξου ρεύματος.
Κατά συνέπεια ζούμε σε μια στιγμή όπου το πολιτισμικό/ πολιτιστικό στοιχείο αναδεικνύεται ως πρωταρχικό και η πολιστική πολιτική απορροφά τη σημαντικότερη και “ευγενέστερη” πολιτική δραστηριότητα, όταν η πολιτική εκφυλίζεται σε απλή διαχείριση.
Η υπέρβαση της νεωτερικότητας και ο πολιτισμικός “μεταμοντερνισμός”
Πλέον είναι πανθομολογούμενη και διαπιστωμένη η εξάντληση της νεωτερικότητας και η μετατροπή του διαφωτισμού σε εργαλειακό ορθολογισμό. Τα καθολικά “παραδείγματα” που, ξεκινώντας από τη Δύση, ξαπλώθηκαν σε όλο τον πλανήτη και συνήγειραν έθνη, λαούς και κινήματα, έχουν πλέον πάψει να λειτουργούν. Η μόνη καθολικότητα είναι εκείνη της αγοράς και του κεφαλαίου, ενώ η “ελευθερία- ισότητα-αδελφότητα”, ο σοσιαλισμός, οι πανανθρώπινες αξίες έχουν πάψει να είναι αποδεκτές.
Κάθε συλλογικό υποκείμενο, είτε στη Δύση είτε ακόμα περισσότερο έξω από αυτήν, αναζητάει τη δική του μουσική και ταυτότητα, αρνείται κάποιο γενικό “παράδειγμα” και στρέφεται στην ιδιαίτερη παράδοσή του για να συναντήσει το όραμα του.
Στον αραβικό ισλαμικό κόσμο, μετά από την επικέντρωση στη δυτική εκδοχή του έθνους και του σοσιαλισμού, η αναζήτηση υποδειγμάτων, από τα ριζοσπαστικά κινήματα και τους λαούς, στρέφεται μάλλον στο ίδιο το Ισλάμ και τις κοινοτιστικές παραδόσεις του, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά που μπορεί να έχει κάτι τέτοιο. Οι Ζαπατίστας στο Μεξικό εγκαινιάζουν ένα νέο αντάρτικο κίνημα που στηρίζεται περισσότερο στην παράδοση των ινδιάνων και όχι σε γενικές ιδεολογικές αρχές. Οι μαύροι της Αμερικής εγκαταλείπουν τη μαρξιστική καθολικότητα για τον χωριστικό ισλαμισμό ενός Φάρραχαν, και οι οικολόγοι της βαθειάς οικολογίας αρνούνται την τεχνολογία, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τον “γιουναμπόμπερ”-Καζίνσκυ. Ακόμα και το ρεύμα του κοινοτιστικού ομοσπονδισμού ενός Μπούκτσιν, στην Αμερική, αντλεί τα παραδείγματά του από την κοινοτιστική παράδοση της Νέας Αγγλίας και των πρώτων αποίκων καθώς και από εκείνη των Ιροκουά, παρά από τις γενικές φόρμουλες του αναρχισμού. Στην ορθόδοξη Ευρώπη αναζητάται η κοινότητα των μοναχών, ή των αγροτικών κοινοτήτων μάλλον, και όχι η σοβιετική πρακτική των συμβουλίων. Τέλος, στα ίδια τα γκέτο των δυτικών μεγαλουπόλεων, οι κοινότητες παίρνουν τη μορφή των φυλετικών συμμοριών και η “κουλτούρα της παρανομίας” γενικεύεται.
Απέναντι λοιπόν σε ένα καθολικό και γενικευτικό υπόδειγμα, που ο δυτικός διαφωτισμός μέσω του ορθολογισμού επέβαλε σε όλον τον πλανήτη, αναπτύσσεται μια πανσπερμία ρευμάτων, κατ’ εξοχήν πολιτισμικο-πολιτιστικών, τα οποία αναφέρονται μάλλον στον πλούτο των παραδόσεων των ανθρώπινων κοινωνιών όπου γης. Το υπόδειγμα γίνεται κατ’ εξοχήν “μεταμοντέρνο” χωρίς καμία ενιαία καθοδηγητική αρχή. Αυτή η πανσπερμία των υποδειγμάτων βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την επέκταση και την κυριαρχία ενός μονοδιάστατου τρόπου ζωής που ορίζεται από την παντοδυναμία της αγοράς. Αντιπαρατίθεται κατά κάποιο τρόπο μια ορθολογική νεωτερικότητα, που έχει απορροφηθεί από την εργαλειακή εκδοχή της, με την πολιτισμική ιδιαιτερότητα και τη μεταμοντέρνα “απόκλιση” από την κυρίαρχη νόρμα του ορθολογισμού του εμπορεύματος.
Αυτή η εξέλιξη είναι προφανώς αντιφατική. Η εγκατάλειψη του πεδίου της καθολικότητας και του ορθού λόγου στον δυτικό εργαλειακό ορθολογισμό, δυσχεραίνει την επικοινωνία των ανταγωνιστικών προς το κυρίαρχο υπόδειγμα απόψεων και κινημάτων και την διαμόρφωση μιας κοινής ανταγωνιστικής πρότασης. Πώς να επικοινωνήσουν ο ινδιάνος των Τσιάπας και ο ισλαμιστής της Χεζμπολλά ή της Χαμάς; Ο ταοϊστής κινέζος και η αμερικανίδα φεμινίστρια, ο ορθόδοξος ρώσος και ο ιρλανδός καθολικός του ΙΚΑ, ή ο δυτικός οικολόγος; Οι παλιές ταυτότητες έχουν θρυμματιστεί. Όμως αυτή η απώλεια επικοινωνίας και καθολικότητας επιτρέπει, έστω αρνητικά, μια θεμελιώδη αποαποικιοποίηση του φαντασιακού των ανθρώπων από κάποια καθολικά και αδιαμφισβήτητα γενικευτικά πρότυπα που είχαν επιβληθεί από τον σιδερένιο ορθολογισμό του καρτεσιανισμού. Επιτρέπει την εμβάθυνση στο τοπικό, το μερικό, το εδαφικοποιημένο, στην ιστορική μνήμη, στη μερική ταυτότητα, στην πολιτισμική και πολιτιστική παράδοση. Πιθανότατα αύριο ο κόσμος μας θα καταλήξει και πάλι σε κάποιες γενικές και καθολικές επικοινωνιακές προτάσεις, αλλά η αποδοχή τους σε πλανητικό επίπεδο θα γίνει δυνατή μόνο στο βαθμό που θα έχουν ενσωματώσει τον πλούτο των διαφορετικών παραδόσεων και πολιτισμών, των μερικοτήτων και των “εδαφών”. Κατά συνέπεια αυτή η “μεταμοντέρνα” πολιτιστική πολυμορφία, σε αντίθεση με την “μοντέρνα” ομοιομορφία, αποτελεί αφ’ ενός άρνηση της υποταγής σε έναν μονοδιάστατο “λόγο” και αφ’ ετέρου δυνατότητα διαμόρφωσης ενός νέου παραδείγματος που θα συμπεριλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης παράδοσης, με όλους βέβαια του κινδύνους ασυνεννοησίας που εμπεριέχει. Πάντως, στο μεταξύ, το στοίχημα είναι να βυθιστούμε στην πολιτισμική/πολιτιστική μας ιδιαιτερότητα για να ανασύρουμε τα στοιχεία της καθολικότητας που εμπεριέχει και που θα μας επιτρέψουν -επιτέλους- να διαμορφώσουμε μια νέα πρόταση για την ανθρώπινη μοίρα.
Ο πολιτισμός ως έσχατη γραμμή αμύνης του ελληνισμού
Ο ελληνισμός βρίσκεται κατ’ εξοχήν, από την άποψη των δεδομένων της επιβίωσής του, σε δεινή θέση και πιέζεται για μια ακόμα φορά προς την κατεύθυνση της υποβάθμισης ή ίσως και της εξαφάνισης ως διακριτό πολιτιστικό μόρφωμα. Κατά συνέπεια ο πολιτισμός σε αυτές τις συνθήκες αναδεικνύεται σε βασικό στοιχείο άμυνας του ελληνισμού και ταυτόχρονα σε υπόβαθρο για την ανάδειξη ενός νέου παραδείγματος.
Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, απέναντι στην απειλή της συρρίκνωσης, εδαφικής και πολιτικο-πολιτισμικής, η πιθανή, αλλά καθόλου βέβαιη, αντίσταση του ελληνισμού εντοπίζεται κυρίως στο πολιτισμικό πεδίο, δεδομένου ότι οι εξελίξεις στον χώρο της οικονομίας, των κοινωνικών δομών και της πολιτικής δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Αντίσταση που εκδηλώνεται κατ’ αρχήν ως σταδιακή αναστροφή των τάσεων που κυριάρχησαν στη. μεταπολίτευση, όπου τόσο στο επίπεδο των παραγωγικών δομών και των πολιτικών μορφωμάτων όσο και σε εκείνο των ιδεών και των πολιτιστικών αρχετύπων η εισαγωγή ξένων προτύπων και η προσαρμογή σε αυτά υπήρξε ηγεμονική και κυρίαρχη.
Αυτή η αναστροφή των κυρίαρχων πολιτισμικών προτύπων εκδηλώνεται με τη σταδιακή αναβάθμιση των ιδεών του έθνους, του εθνισμού, της παράδοσης, σε χώρους έξω από τους παραδοσιακούς συντηρητικούς. (Εξ άλλου η δεξιά, ως φορέας της πατριδοκαπηλίας, έχει αυτοϋπονομευτεί με την προσχώρησή της στο εκσυγχρονιστικό στρατόπεδο του παγκοσμιοποιημένου φιλελευθερισμού, όπου συναγωνίζεται τη “χαβιαρο-αριστερά”* σε αποδείξεις “διεθνισμού” και εθελοδουλείας).
Το δεύτερο στοιχείο αυτής της πολιτισμικής αλλαγής είναι η αναβάθμιση της έννοιας της παράδοσης σε μια εποχή που επιτέλους το “νέο” παύει να θεωρείται αφ’ εαυτού ως πρόοδος και πρέπει πλέον να κρίνεται σύμφωνα με την συγκεκριμένη αξία του. Και αυτή η αναβάθμιση εκφράζεται και με την απόπειρα ανανέωσης της ορθοδοξίας ως σύγχρονου ρεύματος που θέλει να απαντήσει σε σημερινά προβλήματα και να προσφέρει λύσεις οι οποίες θα ενεργοποιούν τη δική της εκδοχή της ιστορίας και της νεωτερικότητας. Αλλά βέβαια δεν μένει μόνο εκεί. Στη μουσική -και ιδιαίτερα στη μαζική εκδοχή της, το τραγούδι- στη λογοτεχνία, ακόμα και στην πολεοδομία και την αρχιτεκτονική, υπάρχουν τάσεις αναστροφής του καταστροφικού νιχιλισμού που τις προηγούμενες δεκαετίες ανέσκαψε και ισοπέδωσε τις πόλεις και τα χωριά μας, παράλληλα με τις ψυχές και το αισθητικό μας κριτήριο. (Χωρίς βέβαια αυτό να αφορά ακόμα στην ίδια την ποιότητα της πολιτιστικής παραγωγής, όπου τα πράγματα δεν είναι καθόλου εξαιρετικά. Όμως μια διαδικασία αποδέσμευσης από δεκαετίες ή αιώνες προσκόλλησης σε ένα πρότυπο δεν είναι δυνατό να δώσουν αμέσως και υψηλά αισθητικά δημιουργήματα). Μοιάζει ως εάν οι Έλληνες, έχοντας οδηγηθεί στο έσχατο σημείο της ισοπέδωσης και του κινδύνου αλλοτρίωσής τους, αφού έχουν απολέσει την παραγωγική και την πολιτική αυτονομία (που έκανε δυνατή τη μεταπολίτευση στην πρώτη της φάση), αντιστέκονται, ή για να είμαστε ακριβέστεροι αρχίζουν ν’ αντιστέκονται, μέσα από το πολιτιστικό πεδίο.
Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα μυθιστορήματα πουλούν δεκάδες ή ακόμα και εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα ενώ τα δοκίμια εκατοντάδες η χιλιάδες στην καλύτερη περίπτωση. Ο Μαρξ ή ο Λένιν έχουν εδώ και δύο δεκαετίες εξέλθει από τον πίνακα των μπεστ-σέλλερ και έχουν αντικατασταθεί από μυθιστορήματα, οικολογικούς οδηγούς υγιεινής διατροφής, την Αποκάλυψη του Ιωάννου και βιβλία ιστορικής αυτογνωσίας.
Επομένως, η “μάχη του πολιτισμού”, η μάχη που διεξάγεται μέσα στον πολιτισμό, για τον προσανατολισμό του, μεταβάλλεται σήμερα στη μεγάλη μάχη της εποχής μας και σε αυτή θα κριθεί αρχικά το αν θα κατορθώσουμε να επιβιώσουμε ως διακριτή και ιδιαίτερη υπόσταση και κατά δεύτερο λόγο εάν θα συμβάλουμε ενεργά στη διαμόρφωση ενός νέου πολιτισμικού- πολιτιστικού παραδείγματος, μιας νέας πρότασης για τους αιώνες που θα έρθουν. Κατά συνέπεια, η πολιτιστική πολιτική, η πολιτική για τον αθλητισμό, για τα μέσα ενημέρωσης, για τον κινηματογράφο και το θέατρο, για το τραγούδι και τη διασκέδαση, για τη συλλογική μνήμη και τον προσανατολισμό της, αναδεικνύονται σε αποφασιστικούς τομείς της σύγκρουσης πολιτισμών και πολιτισμικών παραδειγμάτων και από εκεί περνούν σήμερα οι μεγάλες μάχες που θα κρίνουν το μέλλον, τόσο του ελληνισμού, όσο και της ανθρωπότητας στο σύνολο της.
* Όρο που δανειζόμαστε από την γαλλική “γραμματεία” και που δηλώνει την λεγόμενη “αριστερά Μιτεράν”, αναπόσπαστο κομμάτι τον γαλλικού πνευματικού κατεστημένου.
Γ.ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ
ΑΡΔΗΝ.
του Γ.Καραμπελιά.
Όπως τονίζει η Αγκνες Χέλλερ, οι μόνες αδιαμφισβήτητες επαναστάσεις είναι οι επαναστάσεις στον τρόπο ζωής. Τα πολιτικά καθεστώτα και οι ιδεολογίες έρχονται και παρέρχονται. Ο τρόπος ζωής, ο “τρόπος του βίου”, έχει μια μακρά διάρκεια που υπερβαίνει καθεστώτα και πολιτικές δομές. Ο Μάο μιλούσε στην Κίνα “για μια επανάσταση στον πολιτισμό”, και είναι γεγονός πως, σε αντίθεση με μια στενή αντίληψη της σχέσης “βάσης-εποικοδομήματος”, πριν από όλες τις μεγάλες πολιτικές, κοινωνικές, ακόμα και οικονομικές, επαναστάσεις προηγήθηκε μια επανάσταση στον τρόπο ζωής, μια επανάσταση στον πολιτισμό. Δεν μπορούμε να φανταστούμε την ανάπτυξη ενός οποιουδήποτε ιδεολογικοί) ρεύματος χωρίς μια αντίστοιχη επανάσταση στον πολιτισμό.
Αν αυτός είναι ένας γενικός κανόνας που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες κοινωνίες, η ισχύς του γενικεύεται σε εποχές σαν τις σημερινές. Ακόμα και η επίσημη ιδεολογία της Δύσης επικεντρώνεται στη σύγκρουση των πολιτισμών (βλέπε τη σχετική αντίληψη του Αμερικάνου καθηγητή Χάντιγκτον) ως του μείζονος ιδεολογικού και γεωπολιτικού χαρακτηριστικού αυτού του ύστερου εικοστού αιώνα. Βρισκόμαστε σε μια στιγμή όπου οι κύριες γεωπολιτικές συγκρούσεις απορρίπτουν τα ιδεολογικοπολιτικά τους χαρακτηριστικά και ενδύονται τα πολιτισμικά-πολιτιστικά. Η σύγκρουση στη Βοσνία π.χ. πήρε καθαρά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, ανάμεσα σε ορθοδόξους, καθολικούς και μουσουλμάνους και όχι πολιτικο-οικονομικά, και γι’ αυτό έμοιαζε εν πολλοίς να είναι ακατανόητη για την ευρωπαϊκή αριστερά.
Η σημασία της πολιτιστικής πολιτικής σήμερα
Τω όντι, μετά την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων και την επέκταση της πολιτικής ομοιομορφίας σε παγκόσμια κλίμακα, η πολιτική εμφανίζεται ως διαχείριση στα πλαίσια του “τέλους της ιστορίας”, ενώ η οικονομία ηγεμονεύεται από τη λογική της μέγιστης εμπορευματικής απόδοσης.
Ο μόνος τομέας όπου εξακολουθούν να αναδύονται διαφορετικότητες και αποκλίνουσες συμπεριφορές, όπου εκφράζεται -έστω διαστρεβλωμένη- η κοινωνική, φυλετική, και εθνική αντίθεση, είναι ο πολιτισμός. Γι’ αυτό και η επίθεση της Δύσης εντοπίζεται σήμερα στην ομοιομορφοποίηση της πολιτιστικής ζωής σε παγκόσμια κλίμακα. Το Χόλλυγουντ, τα πρότυπα του βιομηχανικού αθλητισμού, virtual reality αποτελούν βασικά στοιχεία της πολιτιστικής πολιτικής του ιμπεριαλισμού. Αυτή η πολιτιστική ισοπέδωση, προσπαθεί να μεταβάλει τα βαθύτερα στρώματα της υπόστασης ανθρώπων και πολιτισμών -χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της γλώσσας και της σταδιακής εξαφάνισης των τοπικών γλωσσών και της επέκτασης της αγγλικής lingua franca ή ακόμα χειρότερα της χολλυγουντιανής εικόνας. Η ίδια η οικογένεια, προαιώνιο κύτταρο της ανθρώπινης συμβίωσης, καταστρέφεται, η κοινωνική φύση του ανθρώπου διχοτομείται ανάμεσα σε ένα υπερκοινωνικοποιημένο ον, on line με τον ανόργανο τεχνολογικό κόσμο, και σε ένα μοναχικό άτομο χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Ο όρος μοναχικό πλήθος για πρώτη φορά τείνει να πραγματωθεί στην κυριολεξία του. Και όπου η απόλυτη ομοιομορφοποίηση δεν είναι εφικτή, η προσπάθειά του στρέφεται -μέσω ομοιομορφοποίηση ς των επικοινωνιακών δικτύων· στην ένταξη των “αιρετικών” ή αποκλινουσών απόψεων στην λογική του. Αν δηλαδή μια εναλλακτική άποψη για τον πολιτισμό ή την πολιτική χρησιμοποιεί την τηλεόραση για να εκφραστεί, αδυνατίζει το εναλλακτικό της περιεχόμενο μέσω της ένταξης σε ένα συγκεκριμένο μέσο.
Αλλά επειδή στο πεδίο της οικονομίας και των κοινωνικών καθεστώτων η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου υποδείγματος είναι σήμερα συντριπτική, η κυριότερη γραμμή άμυνας του πλουραλισμού αναδεικνύεται ο πολιτισμός με την ευρύτερη έννοια του όρου, και αυτό γιατί αναφέρεται τόσο στα βαθύτερα υποστρώματα των ανθρωπίνων κοινωνιών -στην “παράδοση”- όσο και στα ίδια τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά, παρά την πολισιστική επίθεση που περιγράψαμε και παρά την απόπειρα ενσωμάτωσης του διαφορετικού σε να μεταμοντέρνο ποτ-πουρί… Απέναντι στην πολιτισμική ισοπέδωση αναδεικνύονται όλα εκείνα τα στοιχεία του πολιτισμού, της ταυτότητας, του χρώματος, του φύλου, της φύσης, της θρησκείας, του έθνους. Οι μόνες υπαρκτές και έγκυρες διαφοροποιήσεις εμφανίζονται όλο και περισσότερο ως πολιτιστικές-πολιτισμικές διαφοροποιήσεις. Τρόπος ζωής, εναλλακτική πολιτιστική δραστηριότητα, αλλαγές στη σχέση με τη φύση, τη διατροφή, την ενασχόληση με το σώμα, ενδιαφέρον για το έθνος, την περιφέρεια, τον τοπικό πολιτισμό, κ.λπ.
Η ρομαντική επιστροφή
Δηλαδή, την ίδια ακριβώς εποχή της τεχνολογικής επιτάχυνσης και της πολιτισμικής ισοπέδωσης, παρατηρείται, από πρώτη άποψη εντελώς αντιφατικά, μια γενικευμένη επιστροφή του ρομαντισμού ̇ φύση, έθνος, θρησκεία, ταυτότητα, φύλο, φυλή, κάστα, ηλικία, ιδιαιτερότητες κάθε μορφής, γίνονται βασικά στοιχεία της αντίστασης στην ισοπεδωτική κυριαρχία του κεφαλαίου, στην απώλεια νοήματος και προσανατολισμού που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο πολιτισμό, τη στιγμή που οι πρωτογενείς ταξικές συγκρούσεις μοιάζουν να υποχωρούν ή να ατομικοποιούνται.
Αυτή η ρομαντική επιστροφή, χωρίς ιστορικό προηγούμενο, τουλάχιστον στον εικοστό αιώνα, και με τέτοια καθολικότητα, επιβεβαιώνεται όχι μόνον στην ανάπτυξη των ιδεολογικών ρευμάτων και πρακτικών, αλλά και στον τομέα της τέχνης. Το ρομαντικό μυθιστόρημα επιστρέφει από την Γιουρσενάρ μέχρι τον Έκο, τον “τρομακτικό” ρομαντισμό ενός Στέφεν Κινγκ και το φανταστικό μυθιστόρημα της Ούρσουλα Λε Γκεν. Απέναντι σε έναν τρομακτικό κόσμο αποξένωσης και καταστροφής του κοινωνικού υποστρώματος της ανθρώπινης επικοινωνίας, η καταφυγή στον ρομαντισμό μοιάζει μονόδρομος, όταν η πολιτική δραστηριότητα με στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό φαίνεται απαγορευμένη.
Η σύγκρουση των πολιτισμών υποκαθιστά εν μέρει την ιδεολογική σύγκρουση, τις κοινωνικές και ταξικές αντιπαραθέσεις, την σύγκρουση καθεστώτων. Ήδη στην προηγούμενη περίοδο, η δημιουργία των σοσιαλιστικών καθεστώτων σχεδόν αποκλειστικά σε χώρες ορθόδοξου ή κομφουκιανού/ταοϊστικού πολιτισμού ήταν ενδεικτική για το βάρος του πολιτισμικού υπόβαθρου. Σήμερα μπορεί κανείς να έχει τη βάσιμη υποψία ότι η πορεία θα είναι αντίστροφη. Από την πολιτισμική αντιπαράθεση θα οδηγηθούμε πιθανώς σε αντιπαράθεση κοινωνικών καθεστώτων και μορφών.
Σε αυτή την κατεύθυνση δεν είναι τυχαίο το κοινωνικό περιεχόμενο του ριζοσπαστικού ισλαμισμού ή η εξισωτική ιδεολογία του νέο-ορθόδοξου ρεύματος.
Κατά συνέπεια ζούμε σε μια στιγμή όπου το πολιτισμικό/ πολιτιστικό στοιχείο αναδεικνύεται ως πρωταρχικό και η πολιστική πολιτική απορροφά τη σημαντικότερη και “ευγενέστερη” πολιτική δραστηριότητα, όταν η πολιτική εκφυλίζεται σε απλή διαχείριση.
Η υπέρβαση της νεωτερικότητας και ο πολιτισμικός “μεταμοντερνισμός”
Πλέον είναι πανθομολογούμενη και διαπιστωμένη η εξάντληση της νεωτερικότητας και η μετατροπή του διαφωτισμού σε εργαλειακό ορθολογισμό. Τα καθολικά “παραδείγματα” που, ξεκινώντας από τη Δύση, ξαπλώθηκαν σε όλο τον πλανήτη και συνήγειραν έθνη, λαούς και κινήματα, έχουν πλέον πάψει να λειτουργούν. Η μόνη καθολικότητα είναι εκείνη της αγοράς και του κεφαλαίου, ενώ η “ελευθερία- ισότητα-αδελφότητα”, ο σοσιαλισμός, οι πανανθρώπινες αξίες έχουν πάψει να είναι αποδεκτές.
Κάθε συλλογικό υποκείμενο, είτε στη Δύση είτε ακόμα περισσότερο έξω από αυτήν, αναζητάει τη δική του μουσική και ταυτότητα, αρνείται κάποιο γενικό “παράδειγμα” και στρέφεται στην ιδιαίτερη παράδοσή του για να συναντήσει το όραμα του.
Στον αραβικό ισλαμικό κόσμο, μετά από την επικέντρωση στη δυτική εκδοχή του έθνους και του σοσιαλισμού, η αναζήτηση υποδειγμάτων, από τα ριζοσπαστικά κινήματα και τους λαούς, στρέφεται μάλλον στο ίδιο το Ισλάμ και τις κοινοτιστικές παραδόσεις του, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά που μπορεί να έχει κάτι τέτοιο. Οι Ζαπατίστας στο Μεξικό εγκαινιάζουν ένα νέο αντάρτικο κίνημα που στηρίζεται περισσότερο στην παράδοση των ινδιάνων και όχι σε γενικές ιδεολογικές αρχές. Οι μαύροι της Αμερικής εγκαταλείπουν τη μαρξιστική καθολικότητα για τον χωριστικό ισλαμισμό ενός Φάρραχαν, και οι οικολόγοι της βαθειάς οικολογίας αρνούνται την τεχνολογία, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τον “γιουναμπόμπερ”-Καζίνσκυ. Ακόμα και το ρεύμα του κοινοτιστικού ομοσπονδισμού ενός Μπούκτσιν, στην Αμερική, αντλεί τα παραδείγματά του από την κοινοτιστική παράδοση της Νέας Αγγλίας και των πρώτων αποίκων καθώς και από εκείνη των Ιροκουά, παρά από τις γενικές φόρμουλες του αναρχισμού. Στην ορθόδοξη Ευρώπη αναζητάται η κοινότητα των μοναχών, ή των αγροτικών κοινοτήτων μάλλον, και όχι η σοβιετική πρακτική των συμβουλίων. Τέλος, στα ίδια τα γκέτο των δυτικών μεγαλουπόλεων, οι κοινότητες παίρνουν τη μορφή των φυλετικών συμμοριών και η “κουλτούρα της παρανομίας” γενικεύεται.
Απέναντι λοιπόν σε ένα καθολικό και γενικευτικό υπόδειγμα, που ο δυτικός διαφωτισμός μέσω του ορθολογισμού επέβαλε σε όλον τον πλανήτη, αναπτύσσεται μια πανσπερμία ρευμάτων, κατ’ εξοχήν πολιτισμικο-πολιτιστικών, τα οποία αναφέρονται μάλλον στον πλούτο των παραδόσεων των ανθρώπινων κοινωνιών όπου γης. Το υπόδειγμα γίνεται κατ’ εξοχήν “μεταμοντέρνο” χωρίς καμία ενιαία καθοδηγητική αρχή. Αυτή η πανσπερμία των υποδειγμάτων βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την επέκταση και την κυριαρχία ενός μονοδιάστατου τρόπου ζωής που ορίζεται από την παντοδυναμία της αγοράς. Αντιπαρατίθεται κατά κάποιο τρόπο μια ορθολογική νεωτερικότητα, που έχει απορροφηθεί από την εργαλειακή εκδοχή της, με την πολιτισμική ιδιαιτερότητα και τη μεταμοντέρνα “απόκλιση” από την κυρίαρχη νόρμα του ορθολογισμού του εμπορεύματος.
Αυτή η εξέλιξη είναι προφανώς αντιφατική. Η εγκατάλειψη του πεδίου της καθολικότητας και του ορθού λόγου στον δυτικό εργαλειακό ορθολογισμό, δυσχεραίνει την επικοινωνία των ανταγωνιστικών προς το κυρίαρχο υπόδειγμα απόψεων και κινημάτων και την διαμόρφωση μιας κοινής ανταγωνιστικής πρότασης. Πώς να επικοινωνήσουν ο ινδιάνος των Τσιάπας και ο ισλαμιστής της Χεζμπολλά ή της Χαμάς; Ο ταοϊστής κινέζος και η αμερικανίδα φεμινίστρια, ο ορθόδοξος ρώσος και ο ιρλανδός καθολικός του ΙΚΑ, ή ο δυτικός οικολόγος; Οι παλιές ταυτότητες έχουν θρυμματιστεί. Όμως αυτή η απώλεια επικοινωνίας και καθολικότητας επιτρέπει, έστω αρνητικά, μια θεμελιώδη αποαποικιοποίηση του φαντασιακού των ανθρώπων από κάποια καθολικά και αδιαμφισβήτητα γενικευτικά πρότυπα που είχαν επιβληθεί από τον σιδερένιο ορθολογισμό του καρτεσιανισμού. Επιτρέπει την εμβάθυνση στο τοπικό, το μερικό, το εδαφικοποιημένο, στην ιστορική μνήμη, στη μερική ταυτότητα, στην πολιτισμική και πολιτιστική παράδοση. Πιθανότατα αύριο ο κόσμος μας θα καταλήξει και πάλι σε κάποιες γενικές και καθολικές επικοινωνιακές προτάσεις, αλλά η αποδοχή τους σε πλανητικό επίπεδο θα γίνει δυνατή μόνο στο βαθμό που θα έχουν ενσωματώσει τον πλούτο των διαφορετικών παραδόσεων και πολιτισμών, των μερικοτήτων και των “εδαφών”. Κατά συνέπεια αυτή η “μεταμοντέρνα” πολιτιστική πολυμορφία, σε αντίθεση με την “μοντέρνα” ομοιομορφία, αποτελεί αφ’ ενός άρνηση της υποταγής σε έναν μονοδιάστατο “λόγο” και αφ’ ετέρου δυνατότητα διαμόρφωσης ενός νέου παραδείγματος που θα συμπεριλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης παράδοσης, με όλους βέβαια του κινδύνους ασυνεννοησίας που εμπεριέχει. Πάντως, στο μεταξύ, το στοίχημα είναι να βυθιστούμε στην πολιτισμική/πολιτιστική μας ιδιαιτερότητα για να ανασύρουμε τα στοιχεία της καθολικότητας που εμπεριέχει και που θα μας επιτρέψουν -επιτέλους- να διαμορφώσουμε μια νέα πρόταση για την ανθρώπινη μοίρα.
Ο πολιτισμός ως έσχατη γραμμή αμύνης του ελληνισμού
Ο ελληνισμός βρίσκεται κατ’ εξοχήν, από την άποψη των δεδομένων της επιβίωσής του, σε δεινή θέση και πιέζεται για μια ακόμα φορά προς την κατεύθυνση της υποβάθμισης ή ίσως και της εξαφάνισης ως διακριτό πολιτιστικό μόρφωμα. Κατά συνέπεια ο πολιτισμός σε αυτές τις συνθήκες αναδεικνύεται σε βασικό στοιχείο άμυνας του ελληνισμού και ταυτόχρονα σε υπόβαθρο για την ανάδειξη ενός νέου παραδείγματος.
Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, απέναντι στην απειλή της συρρίκνωσης, εδαφικής και πολιτικο-πολιτισμικής, η πιθανή, αλλά καθόλου βέβαιη, αντίσταση του ελληνισμού εντοπίζεται κυρίως στο πολιτισμικό πεδίο, δεδομένου ότι οι εξελίξεις στον χώρο της οικονομίας, των κοινωνικών δομών και της πολιτικής δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Αντίσταση που εκδηλώνεται κατ’ αρχήν ως σταδιακή αναστροφή των τάσεων που κυριάρχησαν στη. μεταπολίτευση, όπου τόσο στο επίπεδο των παραγωγικών δομών και των πολιτικών μορφωμάτων όσο και σε εκείνο των ιδεών και των πολιτιστικών αρχετύπων η εισαγωγή ξένων προτύπων και η προσαρμογή σε αυτά υπήρξε ηγεμονική και κυρίαρχη.
Αυτή η αναστροφή των κυρίαρχων πολιτισμικών προτύπων εκδηλώνεται με τη σταδιακή αναβάθμιση των ιδεών του έθνους, του εθνισμού, της παράδοσης, σε χώρους έξω από τους παραδοσιακούς συντηρητικούς. (Εξ άλλου η δεξιά, ως φορέας της πατριδοκαπηλίας, έχει αυτοϋπονομευτεί με την προσχώρησή της στο εκσυγχρονιστικό στρατόπεδο του παγκοσμιοποιημένου φιλελευθερισμού, όπου συναγωνίζεται τη “χαβιαρο-αριστερά”* σε αποδείξεις “διεθνισμού” και εθελοδουλείας).
Το δεύτερο στοιχείο αυτής της πολιτισμικής αλλαγής είναι η αναβάθμιση της έννοιας της παράδοσης σε μια εποχή που επιτέλους το “νέο” παύει να θεωρείται αφ’ εαυτού ως πρόοδος και πρέπει πλέον να κρίνεται σύμφωνα με την συγκεκριμένη αξία του. Και αυτή η αναβάθμιση εκφράζεται και με την απόπειρα ανανέωσης της ορθοδοξίας ως σύγχρονου ρεύματος που θέλει να απαντήσει σε σημερινά προβλήματα και να προσφέρει λύσεις οι οποίες θα ενεργοποιούν τη δική της εκδοχή της ιστορίας και της νεωτερικότητας. Αλλά βέβαια δεν μένει μόνο εκεί. Στη μουσική -και ιδιαίτερα στη μαζική εκδοχή της, το τραγούδι- στη λογοτεχνία, ακόμα και στην πολεοδομία και την αρχιτεκτονική, υπάρχουν τάσεις αναστροφής του καταστροφικού νιχιλισμού που τις προηγούμενες δεκαετίες ανέσκαψε και ισοπέδωσε τις πόλεις και τα χωριά μας, παράλληλα με τις ψυχές και το αισθητικό μας κριτήριο. (Χωρίς βέβαια αυτό να αφορά ακόμα στην ίδια την ποιότητα της πολιτιστικής παραγωγής, όπου τα πράγματα δεν είναι καθόλου εξαιρετικά. Όμως μια διαδικασία αποδέσμευσης από δεκαετίες ή αιώνες προσκόλλησης σε ένα πρότυπο δεν είναι δυνατό να δώσουν αμέσως και υψηλά αισθητικά δημιουργήματα). Μοιάζει ως εάν οι Έλληνες, έχοντας οδηγηθεί στο έσχατο σημείο της ισοπέδωσης και του κινδύνου αλλοτρίωσής τους, αφού έχουν απολέσει την παραγωγική και την πολιτική αυτονομία (που έκανε δυνατή τη μεταπολίτευση στην πρώτη της φάση), αντιστέκονται, ή για να είμαστε ακριβέστεροι αρχίζουν ν’ αντιστέκονται, μέσα από το πολιτιστικό πεδίο.
Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα μυθιστορήματα πουλούν δεκάδες ή ακόμα και εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα ενώ τα δοκίμια εκατοντάδες η χιλιάδες στην καλύτερη περίπτωση. Ο Μαρξ ή ο Λένιν έχουν εδώ και δύο δεκαετίες εξέλθει από τον πίνακα των μπεστ-σέλλερ και έχουν αντικατασταθεί από μυθιστορήματα, οικολογικούς οδηγούς υγιεινής διατροφής, την Αποκάλυψη του Ιωάννου και βιβλία ιστορικής αυτογνωσίας.
Επομένως, η “μάχη του πολιτισμού”, η μάχη που διεξάγεται μέσα στον πολιτισμό, για τον προσανατολισμό του, μεταβάλλεται σήμερα στη μεγάλη μάχη της εποχής μας και σε αυτή θα κριθεί αρχικά το αν θα κατορθώσουμε να επιβιώσουμε ως διακριτή και ιδιαίτερη υπόσταση και κατά δεύτερο λόγο εάν θα συμβάλουμε ενεργά στη διαμόρφωση ενός νέου πολιτισμικού- πολιτιστικού παραδείγματος, μιας νέας πρότασης για τους αιώνες που θα έρθουν. Κατά συνέπεια, η πολιτιστική πολιτική, η πολιτική για τον αθλητισμό, για τα μέσα ενημέρωσης, για τον κινηματογράφο και το θέατρο, για το τραγούδι και τη διασκέδαση, για τη συλλογική μνήμη και τον προσανατολισμό της, αναδεικνύονται σε αποφασιστικούς τομείς της σύγκρουσης πολιτισμών και πολιτισμικών παραδειγμάτων και από εκεί περνούν σήμερα οι μεγάλες μάχες που θα κρίνουν το μέλλον, τόσο του ελληνισμού, όσο και της ανθρωπότητας στο σύνολο της.
* Όρο που δανειζόμαστε από την γαλλική “γραμματεία” και που δηλώνει την λεγόμενη “αριστερά Μιτεράν”, αναπόσπαστο κομμάτι τον γαλλικού πνευματικού κατεστημένου.
Γ.ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ
ΑΡΔΗΝ.
Αναμφίβολα ο Γιώργος Καραμπελιάς πατάει επάνω σε μια ζωή γεμάτη προσφορά, πετυχαίνοντας μέσα σε μια συγκρουσιακή ατμόσφαιρα να παραμείνει ένας μειλίχιος και γλυκός άνθρωπος και αγωνιστής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην πραγματική ποιότητα τού Γιώργου μπορεί να αιθανθεί κάποιος, όταν καθήσει δίπλα του και ανταλλάξει ένα χαμόγελο.
Παρά τα φιλότιμα και αξιόλογα εγχειρήματά του να σπάσει την κρούστα τού συμβατικού, δεν πέτυχε ακόμη να ξεπεράσει στο βάθος την μαρξιστική οντολογία, με αποτέλεσμα ο λόγος του να μην μπορεί να φθάσει εκεί που ίδιος ποθεί.
Ίσως πράγματι η μουσική να είναι αυτός ο διάλογος μεταξύ ήχου και παύσεως, που υπέδειξε ο Γεχούντι Μενουχίν. Και ίσως στην σιωπή να παραμονεύει το μεγάλο ζητούμενο τής ωραίας αναζήτησης τού Γιώργου.
Καλησπέρα Μποτίλια μου!πάνω απ ολα ο Καραμπελιάς ειναι ενας μετριοπαθής ανθρωπος!κι αν δεν κατάφερε να ξεπερασει εντελώς τήν μαρξιστική οντολογία,προσπαθει ομως να εχει μιά ευρυτερη εποπτεια στις πολιτικες αναλύσεις του κι αυτο για εμένα ειναι σημαντικό!η προσπάθεια κι ο Ελληνικός προσανατολισμός του! η αδολη αγάπη για τον τοπο κι η αγωνία για το μέλλον !Δεν πειραζει που δεν μπορει να φθασει στο ποθουμενο,η κλιμακα ειναι η αναζήτηση ,το ποθουμενο ισως ειναι η παυση,αρα μας την παραχωρει να δημιουργήσουμε εμεις!να εισαι πάντα καλά..ασπασμους
ΑπάντησηΔιαγραφή