Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΝΑΤΟΛΗ Η ΔΥΣΗ;;

Ανατολή ή Δύση: δύο ιστορικά παράλληλα



του Γιώργου Καραμπελιά
Η παρούσα κρίση θέτει για άλλη μια φορά επιτακτικά το ερώτημα του εθνικού μας προσανατολισμού. Σε συνθήκες που, τηρουμένων των αναλογιών, προσομοιάζουν με εκείνες του πρώτου νεοελληνικού κράτους, δηλαδή… του ύστερου Βυζαντίου. Τότε, ο ελληνισμός, αρχικώς, υποτάχτηκε οικονομικά στη Δύση, ενώ παράλληλα άρχισε η σταδιακή απόσπαση της ανατολικής του πτέρυγας, δηλαδή της Μ. Ασίας, από τους Τούρκους (το 1071 πραγματοποιείται η μάχη του Μαντζικέρτ και η ιστορική ήττα των βυζαντινών δυνάμεων, ενώ, τον ίδιο χρόνο, οι Νορμανδοί καταλαμβάνουν την Ν. Ιταλία και Σικελία, και το 1081 επιβάλλεται η κατάργηση της φορολογίας για τους Ενετούς εμπόρους στο εσωτερικό του Βυζαντίου). Για μερικούς αιώνες, η συνδυασμένη οικονομική και στρατιωτική πίεση της Δύσης και η στρατιωτικο-θρησκευτική (μέσω της στρατιωτικής επέκτασης και των εξισλαμισμών), από την Ανατολή, πιέζουν μέχρις οριστικής εξαφανίσεως (1453) το ελληνικό Βυζάντιο. Όλα αυτά είναι πολύ γνωστά και όμως αμφιβάλλω αν έχει ποτέ αποτιμηθεί επακριβώς η σημασία και η δυναμική τους.
Έκτοτε, ο ελληνισμός, συρρικνωμένος, αγωνίζεται για να ανασυστήσει την κρατική του υπόσταση στα όρια –λίγο πολύ– του ύστερου Βυζαντίου, και αυτό αποτελεί τη «Μεγάλη Ιδέα» την οποία εξήγγειλε πρώτος ο Μιχαήλ Παλαιολόγος (1261), επανέλαβε ο Ρήγας Βελεστινλής και η Φιλική Εταιρεία, σε μια νέα εκδοχή, και προσπάθησε να υλοποιήσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος, για να καταλήξει στην οριστική ακύρωση με την καταστροφή το 1922. Στο εξής, ο ελληνισμός δεν διαθέτει πλέον τα μεγέθη για να συγκροτήσει έναν ανεξάρτητο, αυτόνομο πόλο, ανάλογο του υστεροβυζαντινού. Παράλληλα, οι κοινωνικές τάξεις που διεκδικούν την ηγεμονία υπακούουν στην παρασιτική εξάρτησή τους, είτε από τη Δύση, ο μεταπρατικός αστισμός μας, είτε από τη Ρωσία, οι χτυπημένες από την προσφυγιά λαϊκές τάξεις.
Στο εξής, ξετυλίγεται το μεγάλο ερώτημα, με «ποιους να πας και ποιους να αφήσεις». Η Δύση μας υποτάσσει στρατιωτικά και οικονομικά, ενώ η ισλαμική και τουρκική Ανατολή μας απειλεί με ενσωμάτωση σε μια νέα επεκτεινόμενη (νεο)οθωμανική επικράτεια. Η ανατολική Ευρώπη και προπαντός η Ρωσία, που αποτελούσε στο παρελθόν, μέχρι τον Κριμαϊκό πόλεμο (1853-1856), τον σύμμαχο του υπόδουλου ελληνισμού, προτάσσει στη συνέχεια την επέκταση του σλαβισμού και όχι πια την ορθόδοξη ταυτότητα και αποτελεί, τουλάχιστον μέχρι τον Εμφύλιο, έναν επιπλέον πόλο αποσύνθεσης του ελληνισμού. Έτσι, η Ελλάδα, μη διαθέτοντας την εσωτερική δυναμική και τη γεωπολιτική θέση που θα της επέτρεπε μια αυτόνομη ανάπτυξη, και σε μία περίοδο, μετά τον Εμφύλιο, κατά την οποία η τουρκική απειλή εμφανιζόταν αμβλυμμένη, προσκολλάται με υποτελή τρόπο στη Δύση ως το μικρότερο κακό.
ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Από τότε άλλαξαν πολλά πράγματα. Το σοβιετικό στρατόπεδο κατέρρευσε και η Τουρκία, μετά την εισβολή στην Κύπρο, εμφανίζεται ως η κύρια απειλή για τη χώρα μας. Σήμερα δε, όταν η Ευρώπη και η Δύση οπισθοχωρούν τελεσίδικα, μετά οκτώ αιώνων επέκταση, η Ελλάδα, ως μία χώρα των συνόρων και ως τελευταίο ενδιαίτημα του ελληνισμού, αντιμετωπίζει και πάλι την απόρριψη από τη Δύση –αφού πρώτα την έχει γονατίσει οικονομικά– και την πιθανότητα της εγκατάλειψής της στην επερχόμενη ισλαμική Ανατολή. Γι’ αυτό και τίθεται πάλι, επιτακτικά, το ζήτημα της πορείας μας.
Όλοι γνωρίζουμε πως, χωρίς μία αυτόνομη ανεξάρτητη πολιτική, χωρίς μια παραγωγική αναδόμηση της χώρας, αργά ή γρήγορα, οδηγούμαστε στην υποταγή και την εξαφάνιση. Αυτό είναι το πρώτο και βασικό συμπέρασμα. Ωστόσο, όπως κάθε φορά, τίθεται το ερώτημα: Θα έχουμε τον χρόνο να συγκροτήσουμε έναν σχετικά αυτόνομο πόλο και να διαμορφώσουμε την αναγκαία στρατηγική συμμαχία με τους βαλκάνιους γείτονές μας, που βρίσκονται, τουλάχιστον οι πιο κοντινοί μας, η Σερβία και η Βουλγαρία, σε εξίσου άθλια ή χειρότερη κατάσταση από εμάς; Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να επιλέξουμε κάποιες συμμαχίες που θα μας επιτρέψουν να συνεχίσουμε να υπάρχουμε, ενώ, στο μεταξύ, θα οικοδομούμε μια νέα εσωστρεφή οικονομική και πνευματική πορεία.
Το ίδιο δίλημμα είχε τεθεί και στους Βυζαντινούς Έλληνες κατά τον 15ο αιώνα. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, στο Δεσποτάτο του Μορέως, πολεμούσε αδιάκοπα και νικηφόρα ενάντια στους Φράγκους, και είχε επεκτείνει την ελληνική επικράτεια, μέχρις ότου ηττήθηκε από τις συνδυασμένες δυνάμεις των Φράγκων και των Τούρκων που κάλεσαν οι Φράγκοι προς επικουρία τους. Στη συνέχεια, έγινε αυτοκράτορας στο συρρικνωμένο Βυζάντιο, που περιλάμβανε μόλις το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου και την περίμετρο της Κωνσταντινούπολης. Τότε, αυτός ο ηγέτης του πολέμου ενάντια στους Φράγκους, για την οικοδόμηση και την ανασυγκρότηση της εσωτερικής ισχύος του ελληνισμού, βρέθηκε απέναντι στην απειλή της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους. Και τέθηκε το δίλημμα: θα έπρεπε να συμμαχήσει με τους Δυτικούς, για να αντιμετωπίσει του Τούρκους, ή όχι; Και η επιλογή του ήταν ορθή. Διότι η Δύση μας απειλούσε με οικονομική αποικιοποίηση, ενώ η τουρκική Ανατολή με ιστορική εξαφάνιση, μέσα από τους εξισλαμισμούς, την κατάκτηση των εδαφών μας και τον εποικισμό τους με μουσουλμανικά φύλα.
Κατ’ αναλογία, το ίδιο ζήτημα έχει τεθεί στην Ελλάδα, από το 1974 και μετά. Και η Τουρκία έδειξε στην Κύπρο πως, μετά την αγγλική αποικιοκρατία, υπήρχε κάτι πολύ χειρότερο, και ίσως τελεσίδικο, η εθνοκάθαρση. Γι’ αυτό και η επιλογή της αγκίστρωσης προς τη Δύση και η ένταξη στην ΕΟΚ/ΕΕ. Και όμως, οι ανίκανες άρχουσες τάξεις της χώρας, η μεταπρατική αστική τάξη και τα παρασιτικά μεσοστρώματα, αντί να εκμεταλλευτούν τον χρόνο –και το χρήμα– αυτής της συμμαχίας με τη Δύση/ΕΟΚ, ώστε να οικοδομήσουν εκείνη την ισχυρή παραγωγική Ελλάδα, που θα μπορούσε να αποτελεί έναν σχετικά αυτόνομο παίκτη, έκαναν το ακριβώς αντίθετο. Έκαναν ακόμα πιο παρασιτική και ανίκανη την οικονομία και την κοινωνία της χώρας, ενώ την ίδια στιγμή ενισχύονταν οι δυνάμεις του οθωμανισμού. Και έτσι, τριάντα οκτώ χρόνια μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, βρισκόμαστε σε χειρότερη θέση οικονομικά και αμυντικά. Ο συσχετισμός των δυνάμεων έχει μεταβληθεί σε βάρος μας.
ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ
Στον υστεροβυζαντινό ελληνισμό, υπήρχε μία ισχυρή πτέρυγα που εκφραζόταν από την ησυχαστική παράδοση, και στη συνέχεια από τον Μάρκο Ευγενικό, που αντιτασσόταν στη συμμαχία με τη Δύση, επιλέγοντας την πνευματική αντίσταση και όχι πλέον τη στρατιωτικο-πολιτειακή. Αυτή η παράδοση επέτρεψε στον ελληνισμό να διασωθεί, ταυτιζόμενος με την Ορθοδοξία, όταν κατέρρευσε πολιτειακά το ελληνικό κράτος, και σε βάθος χρόνου να ανασυγκροτηθεί και να δοκιμάσει την απελευθέρωσή του. Πολλοί προκρίνουν σήμερα μια ανάλογη στρατηγική. Θεωρούν πως το αυτόνομο ελληνικό κράτος έχει εκμετρήσει το ζην και πως δεν μας μένει τίποτα άλλο παρά μια πνευματική αντίσταση, επιστρέφοντας κατ’ εξοχήν στις αξίες της Ορθοδοξία ή, κάποιοι λιγότεροι, στις αξίες της αρχαίας Ελλάδας. Εμείς πιστεύουμε πως, δυστυχώς, η επανάληψη της ιστορίας δεν είναι εφικτή. Όταν ο ελληνισμός υπέκυψε στρατιωτικά στους Οθωμανούς, διέθετε μεγάλα αποθέματα, πληθυσμιακά, οικονομικά και πνευματικά. Οι Έλληνες, ακόμα και αριθμητικά, ήταν πολύ περισσότεροι από τους Τούρκους, διέθεταν υψηλότερο οικονομικό και πνευματικό επίπεδο, καθώς και μια ισχυρή δημογραφική ανάπτυξη, σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Τέλος, είχαν μια απόλυτη και ισχυρή ταύτιση με την Ορθοδοξία και τις πνευματικές αξίες της. Η Ορθοδοξία και το πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης ακτινοβολούσε μέχρι την Αίγυπτο και την Πολωνία. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η ησυχαστική επιλογή απεδείχθη αποτελεσματική, μετά το τέλος των στρατιωτικών και πολιτικών προσπαθειών του βυζαντινού κράτους.
Σήμερα, δεν υπάρχει τίποτα το ανάλογο. Οι Έλληνες είναι πολύ λιγότεροι αναλογικά, ο ελληνικός πολιτισμός έχει υποβαθμισθεί και έχει πάψει να αποτελεί ένα ισχυρό υπόδειγμα για όλους τους ορθόδοξους και βαλκανικούς πληθυσμούς, ενώ η ελληνική γλώσσα έχει πληγεί καίρια ακόμα και στο εσωτερικό της ίδιας της Ελλάδας. Τέλος, η Ορθοδοξία δεν ταυτίζεται πλέον με τον ελληνισμό, όπως τότε. Αντίθετα, έχουν δημιουργηθεί εθνικές εκκλησίες σε όλες τις ορθόδοξες χώρες, κάποτε ισχυρότερες από την ελληνική, και κυρίως από το πατριαρχείο, ενώ ο ορθόδοξος τρόπος ζωής έχει πάψει να αποτελεί το κυρίαρχο πολιτιστικό υπόδειγμα των ίδιων των Ορθοδόξων. Κατά συνέπεια, η ελληνική ορθοδοξία, δεν θα μπορέσει να επιβιώσει εάν πάψει να υπάρχει ελληνικό κράτος. Και όμως, ένα μεγάλο μέρος των νεο-ορθοδόξων Ελλήνων καταφεύγουν σε έναν φανταστικό οικουμενισμό και σε ένα Πατριαρχείο χειροπόδαρα δεμένο στην κρατική πολιτική του νεο-οθωμανισμού. Δεν υπάρχει λοιπόν η δυνατότητα διαχωρισμού ανάμεσα στις τύχες του ελληνικού κράτους και της ελληνικής πολιτισμικής παράδοσης ή του «γένους» των Ελλήνων. Τη μοίρα του ελληνικού κράτους θα ακολουθήσει μοιραία ο ελληνισμός και η ελληνική Ορθοδοξία. Ο τελευταίος που είχε κατανοήσει –έστω με τον τρόπο του– αυτή την αλήθεια, ήταν ο μ. αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, σε αντίθεση με την πατριαρχική και οικουμενιστική αυταπάτη. Το ευρύτερο γένος μας δεν υπάρχει πλέον, υπάρχει μόνο η Ελλάδα και η Κύπρος. Και όποιος θέλει να υπερασπίσει τον ελληνισμό, αρχαίο, ορθόδοξο, βυζαντινό, οικουμενικό, κοινοτιστικό κ.ο.κ., είναι υποχρεωμένος να υπερασπίσει με νύχια και με δόντια τον «υπαρκτό ελληνισμό», δηλαδή το ελλαδικό και κυπριακό κράτος.
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ, ΧΡΟΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τίθεται εκ νέου επιτακτικά το ζήτημα των συμμαχιών μέχρις ότου κατορθώσουμε και πάλι να σταθούμε αυτόνομα στα πόδια μας. Εξ ου και η μεγάλη αγωνία μας για την έκβαση της παρούσας κρίσης. Η ευρωπαϊστική αριστερά μοιάζει να ανησυχεί λιγότερο από εμάς, διότι, ως εθνομηδενιστική, δεν αντιλαμβάνεται το βάθος και τη σημασία της ιστορικής μοναξιάς ενός «ανάδελφου» έθνους. Δεν αντιλαμβάνεται πως η Δύση και ο νεώτερος ελληνισμός αποτελούν δύο διακριτές ιστορικές οντότητες. Δεν κατανοεί πως η ένταξή μας στο δυτικό στρατόπεδο αποτελεί μια άνιση σχέση υποταγής και ανάγκης. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να διανοηθεί την «έξοδο» από την Ευρώπη. Και επειδή είναι ανιστόρητη, δεν έχει κατανοήσει πώς ένας λαός αποικιοποιημένος από τη Δύση, όπως ο ελληνικός, νιώθει άβολα σε αυτή τη λεόντεια σχέση, ενώ, αντίστοιχα, οι Δυτικοί δεν μας θεωρούν «δικούς τους». Δικούς τους θεωρούν μόνο τους αρχαίους Έλληνες και μάλιστα με τη μεσολάβηση της Ρώμης, ενώ απεχθάνονται το Βυζάντιο.
Γι’ αυτό λοιπόν και εμείς ανησυχούμε πολύ περισσότερο. Γιατί γνωρίζουμε ότι αυτή η σχέση συμφέροντος με τη Δύση, μας είναι αναγκαία σήμερα, μέχρις ότου μπορέσουμε όχι μόνο να ορθοποδήσουμε αλλά και να αναπτυχθεί και πάλι ο τρίτος πόλος ισχύος, δηλαδή ο ρωσικός και ανατολικοευρωπαϊκός, ως αυτόνομος παράγων, στον οποίο να μπορούμε να στηριχθούμε, και μέχρις ότου οι Βαλκάνιοι αποφασίσουν πως, όσο συνεχίζουν να «βγάζουν τα μάτια τους» μεταξύ τους, θα είναι μονίμως υποτελείς και εξαρτημένοι.
Γι’ αυτό λοιπόν, και παρ’ όλο που η τευτονική Δύση μας οδηγεί στην παράδοση στη σύμμαχό της Τουρκία, είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρήσουμε σήμερα τη συμμαχία με την Ευρώπη, ιδιαίτερα τη νότια, τη «ρωμανική» Ευρώπη, και να εκμεταλλευτούμε τις αντιθέσεις της Γερμανίας με τις ΗΠΑ.
Κατά συνέπεια, έχοντας βαθιά συνείδηση της ιδιαιτερότητάς μας, «πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα», δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που πολέμησε για δεκαετίες τους Φράγκους, κάλεσε τον Ιουστινιάνη και τους Γενοβέζους για να υπερασπιστεί την Κωνσταντινούπολη: αυτή ήταν η τραγική κατάληξη του ελληνισμού που είχε απολέσει την εσωτερική δυναμική και αυτονομία του.
Πριν απ’ όλα, λοιπόν, να στηριχθούμε αποφασιστικά στις δικές μας δυνάμεις και στην ενότητα του λαού μας, να απορρίψουμε τον καταστροφικό εθνομηδενισμό και την αταβιστική μας εξωστρέφεια, να αρχίσουμε τη διαδικασία αντικατάστασης των άχρηστων και παρασιτικών ελίτ, να συνάψουμε συμμαχίες τακτικού χαρακτήρα, να κερδίσουμε χρόνο.
πηγή Αρδην

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Ε.Α.Μ. 71 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ ΣΤΙΣ 27/9/1941[Μέρος Β΄]

Συμπληρώνονται 70 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ. Η ελληνική Αντίσταση ήταν μια από τις σημαντικότερες στην κατεχόμενη από τις δυνάμεις του Άξονα Ευρώπη. Και αυτό οφείλεται κατά πρώτο λόγο στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Το ιδρυτικό του το υπόγραψαν ο Λευτέρης Αποστόλου για το ΚΚΕ, ο Ηλίας Τσιριμώκος για την σοσιαλιστική ΕΛΔ (Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας) που είχε ιδρυθεί λίγο πριν από τα περισσότερα δημοκρατικά σοσιαλιστικά στελέχη της χώρας, τον Χρήστο Χωμενίδη για το Σοσιαλιστικό Κόμμα (τον Χωμενίδη, παππού του γνωστού συγγραφέα, τον κρέμασαν οι κατακτητές στην Πάτρα ενώ το ΣΚ ενοποιήθηκε τελικά με την ΕΛΔ) και τον Απόστολο Βογιατζή για το Αγροτικό Κόμμα που, αυτό, ήταν πολύ κοντά στο ΚΚΕ.


Η πρωτοβουλία για την ίδρυση του ΕΑΜ οφείλεται στο ΚΚΕ και στις προσωπικές ενωτικές, χωρίς πολιτικά σύνορα προσπάθειες του Λευτέρη Αποστόλου που αργότερα κατακρίθηκε και αντικαταστάθηκε. Και η αλήθεια είναι ότι κλήθηκαν να πάρουν μέρος στο ΕΑΜ όλα τα κόμματα. Τα παραδοσιακά κόμματα αρνήθηκαν. Οι περισσότεροι από τους ηγέτες τους πίστευαν ότι η ενεργός αντίσταση στους κατακτητές ήταν ανώφελη και πάντως υπόθεση των «μεγάλων». Επιπλέον δεν ήθελαν καμιά συνεργασία με τους κομμουνιστές. Είναι χαρακτηριστικό ότι οντικομμουνισμός (αλλά, αργότερα, και οι αναμφισβήτητες ακρότητες πολλών αριστερών αντιστασιακών) οδήγησαν και οδηγούν πάντα ορισμένους από αυτούς ως την στήριξη των εξοπλισμένων από τους χιτλερικούς «Ταγμάτων Ασφαλείας», των κοινώς αποκαλούμενων «γερμανοτσολιάδων».

Με κοινή ευθύνη ο αντιστασιακός αγώνας προσέλαβε πάντως στο τέλος και μορφή εμφυλίου ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις του ΕΑΜ, δηλαδή τον ΕΛΑΣ, με την ηγεσία του Άρη και του Σαράφη, και τα άλλα αντάρτικα, όπως ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα στην Ήπειρο και η ΕΚΚΑ του Ψαρού στη Στερεά. Στις πόλεις όμως μαχητικές δεξιές ομάδες, σε συντονισμό με τις διωκτικές αρχές, παράδειγμα η «Χ» του βασιλόφρονα Γρίβα, διέπρατταν τουλάχιστον τα ανάλογα.

Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια συστηματικής υποτίμησης του ρόλου των μικρών κομμάτων και ομάδων του ΕΑΜ και ταυτόχρονα αμφισβήτησης της συμβολής του στον εθνικό και συμμαχικό αγώνα. Κύριο επιχείρημα : το ΕΑΜ στόχο είχε όχι τους κατακτητές αλλά την εξουσία για το ΚΚΕ. Όμως, πρώτον, όλα τα στοιχεία (και των γερμανικών πηγών) αποδείχνουν την έκταση και τη σημασία της ΕΑΜικής αντίστασης τόσο στις πόλεις, με τις απίστευτες αντικατοχικές διαδηλώσεις, όσο και στα βουνά. Και, δεύτερον, το επιχείρημα για την επιδίωξη της εξουσίας μετά από την απελευθέρωση είναι κωμικό: τι άλλο επιδίωκαν, στηρίζοντας τις ελπίδες τους στην Αγγλία, ο Γεώργιος ο Β' και όλα τα χωρίς αντιστασιακή δράση πολιτικά κόμματα;

Το μέγα λάθος του ΚΚΕ, που συμπαράσυρε πολύ κόσμο που ήταν «εαμικός» αλλά όχι και κομμουνιστικός, ήταν ότι δεν κατάλαβε: πρώτον ότι οι «Μεγάλοι» είχαν μοιράσει τον κόσμο με την Ελλάδα να ανήκει στη Δύση· και, δεύτερον, ότι οι περισσότεροι Έλληνες ήθελαν καθεστώς ελευθερίας, ανεξαρτησίας και δικαιοσύνης και όχι εξαρτημένο μονοκομματικό κράτος όπως αυτά που δημιουργήθηκαν σε όλη την ανατολική Ευρώπη.

Έτσι, πιστεύω ότι η χώρα έχασε, με κοινή ευθύνη όσα οι τεράστιες θυσίες (Αλβανία, Αντίσταση μέσα και έξω από τη χώρα) θα έπρεπε να της είχαν εξασφαλίσει. Το πληρώνουμε αυτό πάντα.
πηγή TO BHMA

Ε.Α.Μ. 71 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ ΣΤΙς 27/9/1941[Μέρος Α΄]

Από τους μεγαλύτερους σταθμούς στη σύγχρονη ιστορία μας η συγκρότηση του μετώπου με πρωτοβουλία του ΚΚΕ στις 27 Σεπτεμβρίου 1941
Μας έσωσε από την πείνα και τη σκλαβιά
Εβδομήντα χρόνια συμπληρώνονται από την ίδρυση του ΕΑΜ. Η σπίθα άναψε στις 27-28 Σεπτεμβρίου 1941, όταν συναντήθηκαν σ΄ ένα σπιτάκι της Νεάπολης, στη σκιά του Λυκαβηττού, εκπρόσωποι κομμάτων της Αριστεράς. Αστραπιαία έγινε φωτιά, που αγκάλιασε όλη τη χώρα.
Ο Λ. Αποστόλου από μέρους του ΚΚΕ, που είχε και την ιστορική πρωτοβουλία της σύμπτυξης του εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου, ο Ηλίας Τσιριμώκος από την ΕΛΔ (Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας), ο Χρ. Χωμενίδης από το ΣΚΕ (Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας) και ο Απ. Βογιατζής από το ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα Ελλάδος) δεν μπορούσαν να συλλάβουν τις διαστάσεις εκείνης της «παράνομης» συνάντησης.
Με την ιδρυτική διακήρυξη την οποία υπέγραφαν, γινόταν στο ΕΑΜ «ισοτίμως δεκτόν και παν άλλον κόμμα ή οργάνωσις, που δέχεται τας αρχάς του». Ουδείς άλλος πολιτικός σχηματισμός ανταποκρίθηκε, όμως, στο πατριωτικό προσκλητήριο. Μόνο ορισμένα αριστερά - σοσιαλιστικά κόμματα και κινήσεις θα προσχωρήσουν στην πορεία (ΣΕΚ, Σοσιαλιστική Ενωσης, Δημοκρατική Ενωση, Αριστεροί Φιλελεύθεροι κ.ά.).
 

Για τους εκπροσώπους των αστικών κομμάτων ήταν περίπου «τυχοδιωκτισμός» η οργάνωση της αντίστασης κατά των κατακτητών, που καλούσαν οι κομμουνιστές και οι Αριστεροί.
Πρωταγωνιστής
Ολος σχεδόν ο παλιός πολιτικός κόσμος σιώπησε, κήρυξε αναμονή. Δηλαδή ουσιαστικά υποταγή και στάση άρνησης απέναντι στην αντίσταση. Πράγμα που δίνει πρόσθετη αξία στην έμπνευση και υλοποίηση του μετώπου. Ετσι, το μικρό, διαλυμένο και εξουθενωμένο από τις διώξεις της δικτατορίας ΚΚΕ αναδείχθηκε πολιτικός πρωταγωνιστής. ΤΟ ΕΑΜ έγινε γρήγορα ό,τι είχε ανάγκη ο τόπος εκείνες τις στιγμές: ο παλλαϊκός και πανεθνικός γιγαντιαίος φορέας «που θα συγκεντρώσει στις ομάδες του, στις πολιτείες, τα χωριά? παντού όλους τους Ελληνες, που ανεξάρτητα από τα πολιτικά τους φρονήματα, συμφωνούνε στους βασικούς σκοπούς του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, την κατάκτηση της λευτεριάς, το διώξιμο των ξένων κατακτητών, την αποκατάσταση και κατοχύρωση των λαϊκών δικαιωμάτων» (από την μπροσούρα «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ»).
 
Εφτά δεκαετίες από τότε, η αποτίμηση της πορείας του ΕΑΜ, από την κορύφωση με την απελευθέρωση της χώρας, ως τη συντριβή τη μετα-μεταδεκεμβριανή περίοδο, έχει περάσει από διάφορες φάσεις. Το ΕΑΜ, που «έσωσε τον λαό από την πείνα και τη σκλαβιά», η «φωνή λαού ως τ' άκρα του ουρανού» αναγορεύτηκε από τους νικητές του εμφυλίου πολέμου σε προδοτικό. Ο ΕΑΜικός πολίτης διώχθηκε ανελέητα, βίωσε μια δεύτερη κατοχή. Ηταν ο? Εαμοβούλγαρος!
Στην Ιστορία άρχισε να παίρνει τη θέση που κατέκτησε με τους εθνικούς αγώνες του, πολλά χρόνια μετά την απελευθέρωση. Μόνο στις δεκαετίες του 1960 και 1970 άρχισε να γράφεται η πραγματική ιστορία του ΕΑΜικού κινήματος για ν' αποκατασταθεί στις αρχές της επόμενης με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης. Μαζί της αναγνωρίστηκε η παλλαϊκότητα, η καθολικότητα σχεδόν στον χώρο και τον χρόνο της συμμετοχής του λαού στις τάξεις του.
 

Σήμερα, αν και ουδείς αμφισβητεί στα σοβαρά ότι το ΕΑΜ εξέφρασε απολύτως την πανελλαδική διάθεση για αντίσταση στον κατακτητή και για «λαοκρατία» μετά την απελευθέρωση, ο ρόλος του επιχειρείται να μειωθεί από άλλους δρόμους.
Υποτίμηση
Οπως για παράδειγμα ότι η παλλαϊκότητά του είναι περίπου μια μυθοπλασία. Η μαζικότητά του εξηγείται με «κόκκινες τρομοκρατίες».
 
Η απήχησή του αποδίδεται στην εκμετάλλευση (!) της πείνας κι άλλα ευφάνταστα εφευρήματα. Με παραμύθια, που αναγορεύονται από ορισμένους σε σύγχρονη ιστορία? Εβδομήντα χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ, η ιστορία του μπορεί να επιδέχεται διάφορες αναγνώσεις, αναλόγως των συγκυριών. Αλλά το βασικό παραμένει αδιαμφισβήτητο: ήταν ο δημιουργός του έπους της Εθνικής Αντίστασης.
Ο δεύτερος σταθμός

Λίγο μετά την ίδρυση του ΕΑΜ συγκροτήθηκε στην Αθήνα Στρατιωτικό Κέντρο Αντίστασης. Μαζί με τη μαζική πάλη ξεκινά σιγά σιγά και η οργάνωση του ένοπλου αγώνα. Η συγκρότηση του ΕΛ.ΑΣ. τον Φεβρουάριο του 1942 είναι ο δεύτερος μεγάλος εθνικοαπελευθερωτικός σταθμός μετά την ίδρυση του ΕΑΜ. Με μερικές εκατοντάδες μαχητές στις γραμμές του αρχικώς, θα γιγαντωθεί γρήγορα. Τον Ιούλιο του 1943 ελέγχει τα μισά εδάφη της χώρας, λίγο αργότερα τα 2/3 και τις παραμονές της απελευθέρωσης το 90%. Το ΕΑΜ αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξή του και ο ΕΛ.ΑΣ. δημιουργεί τις συνθήκες για την παλλαϊκότητα του ΕΑΜ.
Τα παλλαϊκά δίκτυα
Δίπλα στο ΕΑΜ θα συγκροτηθούν μαζικές οργανώσεις με ευρύτερη συμμετοχή. Η Εθνική Αλληλεγγύη (η «μάνα του Αγώνα») για την επιβίωση των θυμάτων του πολέμου. Το Εθνικό Εργατικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ) για την αντιστασιακή και συνδικαλιστική εκπροσώπηση των εργαζομένων. Το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Νέων (ΕΑΜΝ). Η συνέχειά του με την Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ), που αγκάλιασε όλη τη χώρα στον αγώνα για «Εθνική Λευτεριά - Λαϊκή Δημοκρατία». Στη βάση αυτού του δικτύου θα ξεπηδήσει αργότερα (Μάρτιος 1944) η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (Κυβέρνηση του Βουνού).
Ο απολογισμός

Στην τρίτη επέτειο του ΕΑΜ ( Σεπτέμβριος 1944), ενώ η λευτεριά ήδη έχει ανατείλει, η ΕΑΜική ηγεσία απευθύνει «διάγγελμα προς το έθνος». Ο απολογισμός της ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα: «Γεμάτα σκληρούς αγώνες και λαμπρά κατορθώματα του λαού μας είναι τα τρία χρόνια που ακολούθησαν το σάλπισμα της συνένωσης των Ελλήνων... Τα τρία ψηφία έγιναν σύμβολο της παλλαϊκής αντιφασιστικής εξέγερσης... Στο όνομα του ΕΑΜ, έπεσαν χιλιάδες πατριώτες... Κληροδότησαν σε μας και τις μελλούμενες γενιές το υψηλό παράδειγμα της θυσίας, της ανεξαρτησίας, της ανυποταγής στον ζυγό, του αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον».
1,5 ΜΕΧΡΙ 2,5 ΕΚΑΤ. ΜΕΛΗ ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Η δύναμη και η επιρροή του με αριθμούς
Λίγο πριν κι αμέσως μετά την απελευθέρωση της χώρας η επιρροή του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου ήταν τεράστια. Σε δύναμη και επιρροή μπορεί να συγκριθεί με τα μεγάλα σύγχρονα πολυσυλλεκτικά κόμματα εξουσίας.
Σύμφωνα με ΕΑΜικές εκτιμήσεις αντιπροσώπευε το 60-70% του πληθυσμού. Τις παραμονές της απελευθέρωσης υπολογίζεται ότι συσπείρωνε 1.500.000 - 2.000.000 άτομα. Σ' έναν συνολικό (πραγματικό) πληθυσμό που δεν έφθανε τα 7.000.000.
Η δύναμη
Ο Β. Μπαρτζιώτας, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ την ευρύτερη περίοδο, βασισμένος σε προσωπικά στοιχεία και υπολογισμούς άλλων υποστηρίζει ότι η δύναμή του ήταν ακόμη μεγαλύτερη:

  • 1) Αθήνα και Πειραιάς: 550.000
  • 2) Στερεά: 180.000
  • 3) Θεσσαλονίκη, Κεντρική και Δυτική Μακεδονία: 240.000
  • 4) Ανατολική Μακεδονία και Θράκη: 200.000
  • 5) Πελοπόννησος: 25.000
  • 6) Κρήτη και νησιά Αιγαίου: 150.000
Στο σύνολο (2.020.000) προσθέτει τα μέλη της ΕΠΟΝ και καταλήγει ότι το «ΕΑΜ φτάνει σε όλη την Ελλάδα, κατά τους μετριότερους υπολογισμούς, τα 2.5000.000». Ο αριθμός θεωρείται υπερβολικός και από πρωταγωνιστές της εποχής που μιλούν για 1,5 εκατ. μέλη (Γ. Σιάντος), «κοντά σε 2 εκατ.» (Γ. Ζεύγος). Κοινός τόπος είναι ότι στην ανάπτυξή του το ΕΑΜ «ξεπέρασε το 1,5 εκατ. μέλη» (Π. Ρούσος). Γύρω από αυτόν τον αριθμό κινούνταν και οι υπολογισμοί της ηγεσίας και των ιστορικών του ΚΚΕ.
Οι αριθμοί αυτοί συμπίπτουν με στοιχεία που ανακοινώθηκαν σε Πανελλήνια Σύσκεψη του ΕΑΜ (Σεπτέμβριος 1944):
  • Αθήνα και Πειραιάς 250.000 (16,44% του πληθυσμού)
  • Πελοπόννησος 300.000 (19,73%)
  • Κεντρική και Δυτική Μακεδονία 450.000 (29,60%)
  • Θεσσαλία 280.000 (18,42%)
  • Ηπειρος 70.000 (4,6%)
  • Στερεά και Εύβοια 170.000 (11,20%)
Σε αυτόν τον πίνακα δεν περιλαμβάνονται οργανωμένες δυνάμεις σε Ανατολική Μακεδονία, Θράκη, Κρήτη και νησιά Αιγαίου.
Δεν είναι σαφές στις πηγές των στοιχείων αν συνυπολογίζονται ή όχι τα μέλη της ΕΠΟΝ. Από συγκεντρωτικό πίνακα, όπου παρατίθενται επεξεργασμένα τα στοιχεία από διάφορες πηγές (Χρ. Βερναρδάκης - Γ. Μαύρη «Κόμματα και κοινωνικές συμμαχίες στην προδικτατορική Ελλάδα»), προκύπτει η εξής εικόνα για το σύνολο των ΕΑΜικών οργανώσεων:

  • ΕΑΜ: 1.520.000 - 2.020.000
  • Εθνική Αλληλεγγύη: 2.700.000 - 3.000.000
  • ΕΠΟΝ: 600.000 - 640.000
  • Αετόπουλα: 200.000 - 300.000
  • ΕΛΑΣ: 110.000 - 150.000
Εννοείται πως τα στοιχεία αυτά δεν αθροίζονται, δεδομένου ότι ένα σημαντικό ποσοστό θα μετείχε ταυτοχρόνως σε περισσότερες από μία οργανώσεις.
Συγκρίσεις
Το σύνολο των σύγχρονων ιστορικών, συνδυάζοντας και συσχετίζοντας διάφορες πηγές, συμφωνεί ότι το ποσοστό όσων είχαν άμεση εμπειρία από τις μαζικές οργανώσεις του ΕΑΜ κυμαίνεται γύρω στο 25% του συνόλου του πληθυσμού.
Ο Ηλ. Νικολακόπουλος, συγκρίνοντας διάφορα στοιχεία και αποτελέσματα εκλογών (ανάδειξη της «Κυβέρνησης του Βουνού» το 1944, βουλευτικές εκλογές το 1946), εκτιμά ότι κατά τη μεταδεκεμβριανή περίοδο «στο μέτρο που μπορούσε να εκφραστεί η εκλογική επιρροή του ΕΑΜ, πρέπει να κυμαινόταν γύρω στο 25% (δηλαδή περίπου 350.000 - 400.000 άνδρες) και πάντως δεν υπερέβη το 30%».

Ντοκουμέντο
Οι τρεις σκοποί και το πρώτο διάγγελμα
Παραδόξως, το ιδρυτικό του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα. Ιδού πώς περιγράφεται ο τριπλός σκοπός του ΕΑΜ:

«α) Η απελευθέρωσις του Εθνους μας από τον σημερινόν ξένον ζυγόν και η απόκτησις της πλήρους ανεξαρτησίας της χώρας μας.
β) Ο σχηματισμός προσωρινής κυβερνήσεως του ΕΑΜ αμέσως μετά την εκδίωξιν των ξένων κατακτητών, μοναδικός σκοπός της οποίας θα είναι η προκήρυξις εκλογών διά συντακτικήν εθνοσυνέλευσιν, με βάση την αναλογικήν ίνα ο λαός αποφανθή κυριαρχικώς επί του τρόπου της διακυβερνήσεώς του.
γ) Η κατοχύρωσις του κυριαρχικού τούτου δικαιώματος του Ελληνικού Λαού, όπως αποφανθή περί του τρόπου της διακυβερνήσεώς του, από πάσαν αντιδραστικήν απόπειρα, ήτις θα τείνη να επιβάλη εις τον λαόν λύσεις αντιθέτους προς τας επιθυμίας του και η εκμηδένισις δι' όλων των μέσων του ΕΑΜ και των οργάνων που το αποτελούν, πάσης τοιαύτης αποπείρας».
Η πρώτη εμφάνιση του ΕΑΜ γίνεται με διάγγελμα που απευθύνει στον λαό στις 10 Οκτωβρίου 1941. Απευθύνεται «προς όλους τους Ελληνες που η καρδιά τους χτυπάει για το ξεσκλάβωμα της πατρίδας». Τους καλεί να πάρουν μέρος στο απελευθερωτικό ξεκίνημα με κάθε είδους εκδηλώσεις εν όψει της 2ης Οκτωβρίου:
«Η σημερινή σκλαβιά είναι χωρίς άλλο η πιο αφόρητη στην ιστορία του Λαού μας. Κι άλλοτε όμως η φυλή μας πέρασε χρόνια σκλαβιάς, χρόνια μαύρης δουλείας. Κι αν ως σήμερα έζησε και θα ζήσει, είναι γιατί ποτέ δεν δέχτηκε παθητικά τον ξένο ζυγό, γιατί κάθε φορά ύστερα από κάθε σκλάβωμα ένωνε τις δυνάμεις της και κατακτούσε ξανά τη λευτεριά της ...

Τώρα όμως το ζήτημα είναι πώς θα ξεσκλαβωθούμε. Και σ' αυτό μία είναι η απάντηση: Η ένωση όλων στον Εθνικό Απελευθερωτικό Αγώνα. Η οργανωμένη καθοδήγησή του. Κι αυτός είναι ο σκοπός του ΕΑΜ ... Ασχετα απ' ό,τι σας χώρισε στο παρελθόν, απ' ό,τι θα σας χωρίσει στο μέλλον ύστερα από το ξεσκλάβωμά μας, ενώστε τις δυνάμεις σας ...». Τα πιο σημαντικά βήματα της δράσης του ΕΑΜ
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ Δ. ΓΛΗΝΟΥ
Το «Ευαγγέλιο» του αγώνα κατά του φασισμού
«Ο σημερινός αγώνας του λαού μας στο περιεχόμενό του δεν μπορεί να είναι τίποτ' άλλο παρά απελευθερωτικός. Πρόκειται να κατακτήσουμε τη λευτεριά μας, να διώξουμε τους ξένους επιδρομείς από τη χώρα μας, να υπερασπίσουμε τα δικαιώματά μας στη ζωή και τον πολιτισμό. Πρόκειται ν' ανοίξουμε το δρόμο για μιαν ελεύτερη, πολιτισμένη κι ευτυχισμένη Ελλάδα. Αυτός είναι ο πρώτος, ο υπέρτατος, ο μόνος σκοπός...». Πρόκειται για απόσπασμα από το Αλφαβητάρι ή Ευαγγέλιο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, όπως χαρακτήρισαν το κείμενο «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ», που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1942. Ηταν μαζί ιδεολογικό εγκόλπιο αγώνα και εργαλείο οργάνωσης.
Τα επτά πυκνογραμμένα κεφάλαια διά χειρός του μεγάλου στοχαστή Δ. Γληνού συνιστούν το σημαντικότερο αντιστασιακό κείμενο. Κι όχι μόνο. Κορυφαίο δείγμα και έκφραση «του αντιστασιακού χαρακτήρα που διέπει ολόκληρη τη νεοελληνική ιστορία», όπως τον ορίζει ο πατέρας της σύγχρονης ιστοριογραφίας μας Ν. Σβορώνος. Μαζί με το πατριωτικό κάλεσμα ο Γληνός σκιαγραφούσε και τις στοιχειώδεις προοπτικές για το μέλλον: κυβέρνηση εθνικής ενότητας, δημοκρατικές ελευθερίες, προκήρυξη εκλογών για «Συντακτική Εθνοσυνέλευση, που θα συντάξει το λαοκρατικό πολίτευμα της χώρας». Είναι χαρακτηριστικό από την τελευταία άποψη ότι το περιζήτητο πολυγραφημένο κείμενο στα χρόνια της σκλαβιάς κυκλοφόρησε αμέσως μετά την απελευθέρωση σε χιλιάδες αντίτυπα. Η οργανική σύνθεση του εθνικοαπελευθερωτικού και του λαϊκοδημοκρατικού περιεχόμενου του αγώνα ήταν ακόμη κινητήρια δύναμη.

Ποιος ήταν ο αγώνας στον οποίο καλούσε το ΕΑΜ; «Δεν μπορεί παρά να είναι παλλαϊκός, σημειώνει ο Γληνός. Ν' αγκαλιάσει όλα τα στρώματα του λαού, και τον εργάτη και τον αστό και τον αγρότη και τον διανοούμενο. Και μ' αυτή την έννοια της παλλαϊκότητας ο αγώνας αυτός χαρακτηρίζεται σαν εθνικός?». Μπροστά σ' αυτό «υποχωρούν όλα τ' άλλα για τούτην τη στιγμή. Αρα, κάθε Ελληνας έχει την υποχρέωση να μπει στη γραμμή του αγώνα...».
Και πώς γίνεται αυτό; «Πρώτα πρώτα, δεν πρέπει ποτέ, για κανένα λόγο να μείνεις μόνος, ξεκομμένος από το σύνολο. Ενώσου με τους άλλους. Τους συναδέλφους σου, τους συντρόφους σου, τους συντεχνίτες σου -Πλάι σ' όλα τ' άλλα αδέρφια- Εμπρός! Ολοι οι ζωντανοί Ελληνες και Ελληνίδες ατσαλώσετε τα χέρια σας και την ψυχή σας για τον υπέρτατο αγώνα». Τα κατοπινά χρόνια η μπροσούρα «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ» θα αποτελεί πρότυπο για τη σύνταξη σύγχρονων προγραμματικών πολιτικών και ιδεολογικών κειμένων.
Τ. ΚΑΤΣΙΜΑΡΔΟΣ
katsimar@yahoo.grπηγη ethnos,gr

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΩΝ[Μέρος Γ΄]

Η σύγκρουση των πολιτισμών
του Γ.Καραμπελιά.
Όπως τονίζει η Αγκνες Χέλλερ, οι μόνες αδιαμφισβήτητες επα­ναστάσεις είναι οι επαναστάσεις στον τρόπο ζωής. Τα πολιτικά καθεστώτα και οι ιδεολογίες έρ­χονται και παρέρχονται. Ο τρό­πος ζωής, ο “τρόπος του βίου”, έχει μια μακρά διάρκεια που υπερβαίνει καθεστώτα και πολι­τικές δομές. Ο Μάο μιλούσε στην Κίνα “για μια επανάσταση στον πολιτισμό”, και είναι γεγονός πως, σε αντίθεση με μια στενή αντίληψη της σχέσης “βάσης-εποικοδομήματος”, πριν από όλες τις μεγάλες πολιτικές, κοινωνικές, ακόμα και οικονομι­κές, επαναστάσεις προηγήθηκε μια επανάσταση στον τρόπο ζω­ής, μια επανάσταση στον πο­λιτισμό. Δεν μπορούμε να φα­νταστούμε την ανάπτυξη ενός οποιουδήποτε ιδεολογικοί) ρεύ­ματος χωρίς μια αντίστοιχη ε­πανάσταση στον πολιτισμό.
Αν αυτός είναι ένας γενικός κανόνας που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες κοινωνίες, η ισχύς του γενικεύεται σε εποχές σαν τις σημερινές. Ακόμα και η επί­σημη ιδεολογία της Δύσης επι­κεντρώνεται στη σύγκρουση των πολιτισμών (βλέπε τη σχετική αντίληψη του Αμερικάνου καθη­γητή Χάντιγκτον) ως του μείζο­νος ιδεολογικού και γεωπολιτι­κού χαρακτηριστικού αυτού του ύστερου εικοστού αιώνα. Βρι­σκόμαστε σε μια στιγμή όπου οι κύριες γεωπολιτικές συγκρούσεις απορρίπτουν τα ιδεολογι­κοπολιτικά τους χαρακτηριστι­κά και ενδύονται τα πολιτισμικά-πολιτιστικά. Η σύγκρουση στη Βοσνία π.χ. πήρε καθαρά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, α­νάμεσα σε ορθοδόξους, καθολι­κούς και μουσουλμάνους και όχι πολιτικο-οικονομικά, και γι’ αυτό έμοιαζε εν πολλοίς να είναι ακατανόητη για την ευρωπαϊκή αριστερά.
Η σημασία της πολιτιστικής πολιτικής σήμερα
Τω όντι, μετά την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων και την επέκταση της πολιτικής ο­μοιομορφίας σε παγκόσμια κλί­μακα, η πολιτική εμφανίζεται ως διαχείριση στα πλαίσια του “τέ­λους της ιστορίας”, ενώ η οικο­νομία ηγεμονεύεται από τη λο­γική της μέγιστης εμπορευματι­κής απόδοσης.
Ο μόνος τομέας όπου εξακο­λουθούν να αναδύονται διαφο­ρετικότητες και αποκλίνουσες συμπεριφορές, όπου εκφράζεται -έστω διαστρεβλωμένη- η κοινω­νική, φυλετική, και εθνική αντί­θεση, είναι ο πολιτισμός. Γι’ αυτό και η επίθεση της Δύσης εντοπίζεται σήμερα στην ομοιομορφοποίηση της πολιτιστικής ζωής σε παγκόσμια κλίμακα. Το Χόλλυγουντ, τα πρότυπα του βιομηχανικού αθλητισμού, virtual reality αποτελούν βασικά στοιχεία της πολιτιστικής πολι­τικής του ιμπεριαλισμού. Αυτή η πολιτιστική ισοπέδωση, προ­σπαθεί να μεταβάλει τα βαθύτε­ρα στρώματα της υπόστασης ανθρώπων και πολιτισμών -χα­ρακτηριστικό είναι το παράδειγ­μα της γλώσσας και της σταδια­κής εξαφάνισης των τοπικών γλωσσών και της επέκτασης της αγγλικής lingua franca ή ακόμα χειρότερα της χολλυγουντιανής εικόνας. Η ίδια η οικογένεια, προαιώνιο κύτταρο της ανθρώ­πινης συμβίωσης, καταστρέφε­ται, η κοινωνική φύση του αν­θρώπου διχοτομείται ανάμεσα σε ένα υπερκοινωνικοποιημένο ον, on line με τον ανόργανο τεχνολογικό κόσμο, και σε ένα μοναχικό άτομο χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Ο όρος μοναχικό πλήθος για πρώτη φορά τείνει να πραγματωθεί στην κυριολε­ξία του. Και όπου η απόλυτη ομοιομορφοποίηση δεν είναι ε­φικτή, η προσπάθειά του στρέ­φεται -μέσω ομοιομορφοποίη­ση ς των επικοινωνιακών δικτύ­ων· στην ένταξη των “αιρετι­κών” ή αποκλινουσών απόψεων στην λογική του. Αν δηλαδή μια εναλλακτική άποψη για τον πο­λιτισμό ή την πολιτική χρησιμοποιεί την τηλεόραση για να εκφραστεί, αδυνατίζει το εναλλακτικό της περιεχόμενο μέσω της ένταξης σε ένα συγκεκριμένο μέσο.
Αλλά επειδή στο πεδίο της οικονομίας και των κοινωνικών καθεστώτων η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου υποδείγματος είναι σήμερα συντριπτική, η κυριότερη γραμμή άμυνας του πλουραλισμού αναδεικνύεται ο πολιτισμός με την ευρύτερη έννοια του όρου, και αυτό γιατί αναφέρεται τόσο στα βαθύτερα υποστρώματα των ανθρωπίνων κοινωνιών -στην “παράδοση”- όσο και στα ίδια τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά, παρά την πολισιστική επίθεση που περιγράψαμε και παρά την απόπειρα ενσωμάτωσης του διαφορετικού σε να μεταμοντέρνο ποτ-πουρί… Απέναντι στην πολιτισμική ισοπέδωση αναδεικνύονται όλα εκείνα τα στοιχεία του πολιτισμού, της ταυτότητας, του χρώματος, του φύλου, της φύσης, της θρησκείας, του έθνους. Οι μόνες υπαρκτές και έγκυρες διαφοροποιήσεις εμφανίζονται όλο και περισσότερο ως πολιτιστικές-πολιτισμικές διαφοροποιήσεις. Τρόπος ζωής, εναλλακτική πολιτιστική δραστηριότητα, αλλαγές στη σχέση με τη φύση, τη διατροφή, την ενασχόληση με το σώμα, ενδιαφέρον για το έθνος, την περιφέρεια, τον τοπικό πολιτισμό, κ.λπ.
Η ρομαντική επιστροφή
Δηλαδή, την ίδια ακριβώς εποχή της τεχνολογικής επιτάχυνσης και της πολιτισμικής ισοπέδωσης, παρατηρείται, από πρώτη άποψη εντελώς αντιφατικά, μια γενικευμένη επιστροφή του ρομαντισμού ̇ φύση, έθνος, θρη­σκεία, ταυτότητα, φύλο, φυλή, κάστα, ηλικία, ιδιαιτερότητες κάθε μορφής, γίνονται βασικά στοιχεία της αντίστασης στην ισοπεδωτική κυριαρχία του κε­φαλαίου, στην απώλεια νοήματος και προσανατολισμού που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο πολιτισμό, τη στιγμή που οι πρωτογενείς ταξικές συγκρούσεις μοιάζουν να υποχωρούν ή να ατομικοποιούνται.
Αυτή η ρομαντική επιστρο­φή, χωρίς ιστορικό προηγούμε­νο, τουλάχιστον στον εικοστό αιώνα, και με τέτοια καθολικό­τητα, επιβεβαιώνεται όχι μόνον στην ανάπτυξη των ιδεολογικών ρευμάτων και πρακτικών, αλλά και στον τομέα της τέχνης. Το ρομαντικό μυθιστόρημα επι­στρέφει από την Γιουρσενάρ μέχρι τον Έκο, τον “τρομακτικό” ρομαντισμό ενός Στέφεν Κινγκ και το φανταστικό μυθιστόρημα της Ούρσουλα Λε Γκεν. Απέναντι σε έναν τρομακτικό κόσμο αποξένωσης και καταστροφής του κοινωνικού υποστρώματος της ανθρώπινης επικοινωνίας, η καταφυγή στον ρομαντισμό μοιάζει μονόδρομος, όταν η πο­λιτική δραστηριότητα με στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό φαίνεται απαγορευμένη.
Η σύγκρουση των πολιτι­σμών υποκαθιστά εν μέρει την ιδεολογική σύγκρουση, τις κοι­νωνικές και ταξικές αντιπαρα­θέσεις, την σύγκρουση καθεστώ­των. Ήδη στην προηγούμενη περίοδο, η δημιουργία των σο­σιαλιστικών καθεστώτων σχεδόν αποκλειστικά σε χώρες ορθόδο­ξου ή κομφουκιανού/ταοϊστικού πολιτισμού ήταν ενδεικτική για το βάρος του πολιτισμικού υπό­βαθρου. Σήμερα μπορεί κανείς να έχει τη βάσιμη υποψία ότι η πορεία θα είναι αντίστροφη. Από την πολιτισμική αντιπαρά­θεση θα οδηγηθούμε πιθανώς σε αντιπαράθεση κοινωνικών καθε­στώτων και μορφών.
Σε αυτή την κατεύθυνση δεν είναι τυχαίο το κοινωνικό περιε­χόμενο του ριζοσπαστικού ισλα­μισμού ή η εξισωτική ιδεολογία του νέο-ορθόδοξου ρεύματος.
Κατά συνέπεια ζούμε σε μια στιγμή όπου το πολιτισμικό/ πολιτιστικό στοιχείο αναδει­κνύεται ως πρωταρχικό και η πολιστική πολιτική απορροφά τη σημαντικότερη και “ευγενέ­στερη” πολιτική δραστηριότη­τα, όταν η πολιτική εκφυλίζεται σε απλή διαχείριση.
Η υπέρβαση της νεωτερικότητας και ο πολιτισμικός “μεταμοντερνισμός”
Πλέον είναι πανθομολογούμενη και διαπιστωμένη η εξάντληση της νεωτερικότητας και η μετα­τροπή του διαφωτισμού σε εργαλειακό ορθολογισμό. Τα καθολι­κά “παραδείγματα” που, ξεκινώ­ντας από τη Δύση, ξαπλώθηκαν σε όλο τον πλανήτη και συνήγειραν έθνη, λαούς και κινήματα, έχουν πλέον πάψει να λειτουρ­γούν. Η μόνη καθολικότητα είναι εκείνη της αγοράς και του κεφαλαίου, ενώ η “ελευθερία- ισότητα-αδελφότητα”, ο σοσια­λισμός, οι πανανθρώπινες αξίες έχουν πάψει να είναι αποδεκτές.
Κάθε συλλογικό υποκείμενο, είτε στη Δύση είτε ακόμα πε­ρισσότερο έξω από αυτήν, ανα­ζητάει τη δική του μουσική και ταυτότητα, αρνείται κάποιο γε­νικό “παράδειγμα” και στρέφε­ται στην ιδιαίτερη παράδοσή του για να συναντήσει το όραμα του.
Στον αραβικό ισλαμικό κό­σμο, μετά από την επικέντρωση στη δυτική εκδοχή του έθνους και του σοσιαλισμού, η αναζή­τηση υποδειγμάτων, από τα ρι­ζοσπαστικά κινήματα και τους λαούς, στρέφεται μάλλον στο ίδιο το Ισλάμ και τις κοινοτιστικές παραδόσεις του, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά που μπορεί να έχει κάτι τέτοιο. Οι Ζαπατίστας στο Μεξικό εγκαι­νιάζουν ένα νέο αντάρτικο κίνη­μα που στηρίζεται περισσότερο στην παράδοση των ινδιάνων και όχι σε γενικές ιδεολογικές αρχές. Οι μαύροι της Αμερικής εγκαταλείπουν τη μαρξιστική καθολικότητα για τον χωριστικό ισλαμισμό ενός Φάρραχαν, και οι οικολόγοι της βαθειάς οικολογίας αρνούνται την τεχνολο­γία, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τον “γιουναμπόμπερ”-Καζίνσκυ. Ακόμα και το ρεύμα του κοινοτιστικού ομοσπονδισμού ενός Μπούκτσιν, στην Αμερική, αντλεί τα παραδείγματά του από την κοινοτιστική παράδοση της Νέας Αγ­γλίας και των πρώτων αποίκων καθώς και από εκείνη των Ιροκουά, παρά από τις γενικές φόρμουλες του αναρχισμού. Στην ορθόδοξη Ευρώπη αναζητάται η κοινότητα των μοναχών, ή των αγροτικών κοινοτήτων μάλλον, και όχι η σοβιετική πρακτική των συμβουλίων. Τέ­λος, στα ίδια τα γκέτο των δυτι­κών μεγαλουπόλεων, οι κοινότη­τες παίρνουν τη μορφή των φυλετικών συμμοριών και η “κουλ­τούρα της παρανομίας” γενικεύ­εται.
Απέναντι λοιπόν σε ένα κα­θολικό και γενικευτικό υπόδειγ­μα, που ο δυτικός διαφωτισμός μέσω του ορθολογισμού επέβαλε σε όλον τον πλανήτη, αναπτύσ­σεται μια πανσπερμία ρευμά­των, κατ’ εξοχήν πολιτισμικο-πολιτιστικών, τα οποία αναφέ­ρονται μάλλον στον πλούτο των παραδόσεων των ανθρώπινων κοινωνιών όπου γης. Το υπό­δειγμα γίνεται κατ’ εξοχήν “με­ταμοντέρνο” χωρίς καμία ενιαία καθοδηγητική αρχή. Αυτή η πανσπερμία των υποδειγμάτων βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την επέκταση και την κυριαρχία ενός μονοδιάστατου τρόπου ζω­ής που ορίζεται από την παντο­δυναμία της αγοράς. Αντιπαρα­τίθεται κατά κάποιο τρόπο μια ορθολογική νεωτερικότητα, που έχει απορροφηθεί από την εργαλειακή εκδοχή της, με την πολιτισμική ιδιαιτερότητα και τη μεταμοντέρνα “απόκλιση” από την κυρίαρχη νόρμα του ορθολογισμού του εμπορεύμα­τος.
Αυτή η εξέλιξη είναι προφα­νώς αντιφατική. Η εγκατάλειψη του πεδίου της καθολικότητας και του ορθού λόγου στον δυτικό εργαλειακό ορθολογισμό, δυ­σχεραίνει την επικοινωνία των ανταγωνιστικών προς το κυ­ρίαρχο υπόδειγμα απόψεων και κινημάτων και την διαμόρφωση μιας κοινής ανταγωνιστικής πρότασης. Πώς να επικοινωνή­σουν ο ινδιάνος των Τσιάπας και ο ισλαμιστής της Χεζμπολλά ή της Χαμάς; Ο ταοϊστής κινέζος και η αμερικανίδα φεμινίστρια, ο ορθόδοξος ρώσος και ο ιρλαν­δός καθολικός του ΙΚΑ, ή ο δυτικός οικολόγος; Οι παλιές ταυτότητες έχουν θρυμματιστεί. Όμως αυτή η απώλεια επικοινω­νίας και καθολικότητας επιτρέ­πει, έστω αρνητικά, μια θεμελιώ­δη αποαποικιοποίηση του φαντασιακού των ανθρώπων από κάποια καθολικά και αδιαμφι­σβήτητα γενικευτικά πρότυπα που είχαν επιβληθεί από τον σιδερένιο ορθολογισμό του καρτεσιανισμού. Επιτρέπει την εμβάθυνση στο τοπικό, το μερικό, το εδαφικοποιημένο, στην ιστο­ρική μνήμη, στη μερική ταυτότη­τα, στην πολιτισμική και πολι­τιστική παράδοση. Πιθανότατα αύριο ο κόσμος μας θα καταλήξει και πάλι σε κάποιες γενικές και καθολικές επικοινωνιακές προτάσεις, αλλά η αποδοχή τους σε πλανητικό επίπεδο θα γίνει δυνατή μόνο στο βαθμό που θα έχουν ενσωματώσει τον πλούτο των διαφορετικών παραδόσεων και πολιτισμών, των μερικοτήτων και των “εδαφών”. Κατά συνέπεια αυτή η “μεταμοντέρ­να” πολιτιστική πολυμορφία, σε αντίθεση με την “μοντέρνα” ο­μοιομορφία, αποτελεί αφ’ ενός άρνηση της υποταγής σε έναν μονοδιάστατο “λόγο” και αφ’ ετέρου δυνατότητα διαμόρφω­σης ενός νέου παραδείγματος που θα συμπεριλαμβάνει το με­γαλύτερο μέρος της ανθρώπινης παράδοσης, με όλους βέβαια του κινδύνους ασυνεννοησίας που εμπεριέχει. Πάντως, στο μεταξύ, το στοίχημα είναι να βυθιστούμε στην πολιτισμική/πολιτιστική μας ιδιαιτερότητα για να ανα­σύρουμε τα στοιχεία της καθο­λικότητας που εμπεριέχει και που θα μας επιτρέψουν -επιτέ­λους- να διαμορφώσουμε μια νέα πρόταση για την ανθρώπι­νη μοίρα.
Ο πολιτισμός ως έσχατη γραμμή αμύνης του ελληνισμού
Ο ελληνισμός βρίσκεται κατ’ ε­ξοχήν, από την άποψη των δε­δομένων της επιβίωσής του, σε δεινή θέση και πιέζεται για μια ακόμα φορά προς την κατεύθυν­ση της υποβάθμισης ή ίσως και της εξαφάνισης ως διακριτό πο­λιτιστικό μόρφωμα. Κατά συνέ­πεια ο πολιτισμός σε αυτές τις συνθήκες αναδεικνύεται σε βα­σικό στοιχείο άμυνας του ελλη­νισμού και ταυτόχρονα σε υπό­βαθρο για την ανάδειξη ενός νέου παραδείγματος.
Πράγματι, τα τελευταία χρό­νια, απέναντι στην απειλή της συρρίκνωσης, εδαφικής και πολιτικο-πολιτισμικής, η πιθανή, αλλά καθόλου βέβαιη, αντίστα­ση του ελληνισμού εντοπίζεται κυρίως στο πολιτισμικό πεδίο, δεδομένου ότι οι εξελίξεις στον χώρο της οικονομίας, των κοι­νωνικών δομών και της πολιτι­κής δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Αντίσταση που εκδηλώ­νεται κατ’ αρχήν ως σταδιακή αναστροφή των τάσεων που κυ­ριάρχησαν στη. μεταπολίτευση, όπου τόσο στο επίπεδο των πα­ραγωγικών δομών και των πολι­τικών μορφωμάτων όσο και σε εκείνο των ιδεών και των πολι­τιστικών αρχετύπων η εισαγωγή ξένων προτύπων και η προσαρ­μογή σε αυτά υπήρξε ηγεμονική και κυρίαρχη.
Αυτή η αναστροφή των κυ­ρίαρχων πολιτισμικών προτύ­πων εκδηλώνεται με τη σταδιακή αναβάθμιση των ιδεών του έ­θνους, του εθνισμού, της παρά­δοσης, σε χώρους έξω από τους παραδοσιακούς συντηρητικούς. (Εξ άλλου η δεξιά, ως φορέας της πατριδοκαπηλίας, έχει αυτοϋπονομευτεί με την προσχώρησή της στο εκσυγχρονιστικό στρατόπεδο του παγκοσμιοποιημένου φιλελευθερισμού, όπου συναγωνίζεται τη “χαβιαρο-αριστερά”* σε αποδείξεις “διεθνι­σμού” και εθελοδουλείας).
Το δεύτερο στοιχείο αυτής της πολιτισμικής αλλαγής είναι η αναβάθμιση της έννοιας της παράδοσης σε μια εποχή που επιτέλους το “νέο” παύει να θεωρείται αφ’ εαυτού ως πρό­οδος και πρέπει πλέον να κρίνε­ται σύμφωνα με την συγκεκριμέ­νη αξία του. Και αυτή η ανα­βάθμιση εκφράζεται και με την απόπειρα ανανέωσης της ορθο­δοξίας ως σύγχρονου ρεύματος που θέλει να απαντήσει σε σημε­ρινά προβλήματα και να προ­σφέρει λύσεις οι οποίες θα ε­νεργοποιούν τη δική της εκδοχή της ιστορίας και της νεωτερικό­τητας. Αλλά βέβαια δεν μένει μόνο εκεί. Στη μουσική -και ιδιαίτερα στη μαζική εκδοχή της, το τραγούδι- στη λογοτε­χνία, ακόμα και στην πολεοδο­μία και την αρχιτεκτονική, υ­πάρχουν τάσεις αναστροφής του καταστροφικού νιχιλισμού που τις προηγούμενες δεκαετίες ανέσκαψε και ισοπέδωσε τις πό­λεις και τα χωριά μας, παράλλη­λα με τις ψυχές και το αισθητικό μας κριτήριο. (Χωρίς βέβαια αυτό να αφορά ακόμα στην ίδια την ποιότητα της πολιτιστικής παραγωγής, όπου τα πράγματα δεν είναι καθόλου εξαιρετικά. Όμως μια διαδικασία αποδέ­σμευσης από δεκαετίες ή αιώνες προσκόλλησης σε ένα πρότυπο δεν είναι δυνατό να δώσουν αμέσως και υψηλά αισθητικά δημιουργήματα). Μοιάζει ως εάν οι Έλληνες, έχοντας οδηγη­θεί στο έσχατο σημείο της ισο­πέδωσης και του κινδύνου αλλοτρίωσής τους, αφού έχουν απο­λέσει την παραγωγική και την πολιτική αυτονομία (που έκανε δυνατή τη μεταπολίτευση στην πρώτη της φάση), αντιστέκο­νται, ή για να είμαστε ακριβέ­στεροι αρχίζουν ν’ αντιστέκο­νται, μέσα από το πολιτιστικό πεδίο.
Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα μυθιστορήματα πουλούν δεκάδες ή ακόμα και εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα ενώ τα δοκίμια εκατοντάδες η χιλιάδες στην καλύτερη περί­πτωση. Ο Μαρξ ή ο Λένιν έχουν εδώ και δύο δεκαετίες εξέλθει από τον πίνακα των μπεστ-σέλλερ και έχουν αντικατασταθεί από μυθιστορήματα, οικολογι­κούς οδηγούς υγιεινής διατρο­φής, την Αποκάλυψη του Ιωάν­νου και βιβλία ιστορικής αυτο­γνωσίας.
Επομένως, η “μάχη του πολι­τισμού”, η μάχη που διεξάγεται μέσα στον πολιτισμό, για τον προσανατολισμό του, μεταβάλ­λεται σήμερα στη μεγάλη μάχη της εποχής μας και σε αυτή θα κριθεί αρχικά το αν θα κατορθώ­σουμε να επιβιώσουμε ως δια­κριτή και ιδιαίτερη υπόσταση και κατά δεύτερο λόγο εάν θα συμβάλουμε ενεργά στη διαμόρ­φωση ενός νέου πολιτισμικού- πολιτιστικού παραδείγματος, μιας νέας πρότασης για τους αιώνες που θα έρθουν. Κατά συνέπεια, η πολιτιστική πολιτι­κή, η πολιτική για τον αθλητι­σμό, για τα μέσα ενημέρωσης, για τον κινηματογράφο και το θέατρο, για το τραγούδι και τη διασκέδαση, για τη συλλογική μνήμη και τον προσανατολισμό της, αναδεικνύονται σε αποφα­σιστικούς τομείς της σύγκρου­σης πολιτισμών και πολιτισμι­κών παραδειγμάτων και από εκεί περνούν σήμερα οι μεγάλες μάχες που θα κρίνουν το μέλλον, τόσο του ελληνισμού, όσο και της ανθρωπότητας στο σύνολο της.
* Όρο που δανειζόμαστε από την γαλλική “γραμματεία” και που δη­λώνει την λεγόμενη “αριστερά Μι­τεράν”, αναπόσπαστο κομμάτι τον γαλλικού πνευματικού κατεστημέ­νου.
Γ.ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ 
ΑΡΔΗΝ.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΩΝ[Μέρος Β΄]

Ο Χάντιγκτον σημειώνει ότι όταν «οι θρησκευτικές ανάγκες για εκσυγχρονισμό δεν θα μπορούν ν’ απαντηθούν με τα παραδοσιακά τους πιστεύω, οι άνθρωποι θα στραφούν σε έννοιες που ικανοποιούν το συναίσθημα». Στο σημερινό κόσμο, αυτό ανοίγει το δρόμο είτε για μουσουθλμανικές είτε για χριστιανικές ιεραποστολές -οι πιο συνηθισμένες είναι οι Προτεσταντικές, ευαγγελικές αιρέσεις για τους χριστιανούς. Για ν’ αναφερθούμε στον Χάντιγκτον άλλη μια φορά: «κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα τόσο το Ισλάμ όσο και ο Χριστιανισμός απλώθηκαν σημαντικά στην Αφρική και μια μεγάλη μετατόπιση προς το Χριστιανισμό απαντήθηκε στη Ν. Κορέα. Στις κοινωνίες που εκσυγχρονίζονται με ταχύ ρυθμό, αν η παραδοσιακή θρησκεία είναι ανίκανη να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του εκσυγχρονισμού, τότε υφίσταται η δυναμική για τη διάδοση της Δυτικής Χριστιανοσύνης και του Ισλάμ. Σ’ αυτές τις κοινωνίες, οι πιο επιτυχημένοι πρωταγωνιστές της Δυτικής κουλτούρας δεν είναι οι νέο-κλασικοί οικονομολόγοι ή οι σταυροφόροι δημοκράτες ή τα εκτελεστικά Συμβούλια των Πολυεθνικών. Είναι και πολύ πιθανόν να συνεχίσουν να είναι οι Χριστιανικές ιεραποστολές. Ούτε ο Άνταμ Σμιθ ούτε ο Τόμας Τζέφερσον θα ικανοποιήσουν τις ψυχολογικές, συναισθηματικές, ηθικές και κοινωνικές ανάγκες των αστών μεταναστών και την πρώτη γενιά αποφοίτων του γυμνασίου. Μπορεί να μην τους ικανοποιεί ούτε ο Χριστός αλλά είναι πιθανόν να έχει καλύτερη τύχη. Παρ’ όλ’αυτά, μακροπρόθεσμα κερδισμένος βγαίνει ο Μωάμεθ. Ο χριστιανισμός εξαπλώνεται κυρίως με τον προσηλυτισμό, το Ισλάμ με τον προσηλυτισμό και την αναπαραγωγή».Οι εκτεταμένοι προσηλυτισμοί από προτεστάντες ιεραπόστολους που πραγματοποιούνται τώρα στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική μπορεί να σημαίνουν ότι οι εξωτερικές πολιτισμικές επιρροές θα έχουν αυξητικά βαθύ μετατρεπτικό αποτέλεσμα στους πολιτισμούς τους. Ο Χάντιγκτον γράφει ότι: «Η εξάπλωση του προτεσταντισμού μεταξύ των φτωχών στην λατινική Αμερική δεν είναι κατά κύριο λόγο η αντικατάσταση μιας θρησκείας από μια άλλη, αλλά μάλλον μια μεγάλη καθαρή αύξηση στην θρησκευτική δέσμευση και την συμμετοχή αφού οι κατ’ όνομα και παθητικοί Καθολικοί γίνονται ενεργοί και ευσεβείς Ευαγγελιστές».
Ακόμη κι αν έχει πει τόσα πολλά ο Χάντιγκτον δεν μοιάζει να ενδιαφέρεται πολύ για το μετασχηματισμό των πολιτισμών από τις εξωτερικές εμπλοκές με ιεραποστολές ή κάποια άλλη εξωτερική επιρροή. Γι αυτό δίνει μικρή σημασία στην Αφρική και τη λατινική Αμερική όπου αυτές οι διαδικασίες είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικές. Επίσης δεν λέει τίποτα και για τους αραβο-Ισραηλινούς πολέμους ίσως γιατί δεν είναι σίγουρος αν οι Εβραίοι ανήκουν σ’ ένα ξεχωριστό πολιτισμό ή όχι. Αυτό είναι ιδιαίτερα εκπληκτικό από τη στιγμή που συγκεντρώνει την προσοχή του πρωτίστως στις διαμάχες της Δύσης με το Ισλάμ και δευτερευόντως με την Κίνα -οι δύο πολιτισμοί που πιστεύει ότι θα προκαλέσουν τη Δύση στις ερχόμενες δεκαετίες. Όπως ειπώθηκε, συστήνει συμβιβασμό με καθεμιά απ’ αυτές μέσω της διαίρεσης του κόσμου σε καλά προσδιορισμένες σφαίρες επιρροής.
Παρ’ όλα αυτά διατηρεί επίσης ελπίδες για απορρόφηση της λατ. Αμερικής από την εκσυγχρονισμένη Δύση, με τον όρο αυτό εννοεί την Β. Αμερική και την Ευρώπη. Το πως μια τέτοια πολιτική θα λειτουργούσε παραμένει ανεξερεύνητο αλλά ο Χάντιγκτον δείχνει να υποθέτει ότι ενώ οι Αμερικνοϊνδιάνικη (Amerindian)και Αφρικάνικη πολιστιστική κληρονομιά και η υπανάπτυξη πολλών Νοτιοαμερικάνικων κρατών, τις απέκλεισε στο παρελθόν από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, οι Λατινοαμερικάνοι μπορεί να τραβηχτούν στην ακμάζουσα Δυτική τροχιά όχι μόνο μέσω του θρησκευτικού προσηλυτισμού αλλά και από συμφωνίες όπως η NAFTA.
Επομένως υπονοεί -αλλα δεν το λέει σαφώς- ότι η ασθενέστερη διείσδυση απλών κοσμικών ιδεών και αγαθών που προκύτπουν από τις καθημερινές ανταλλαγές και το εμπόριο μπορεί να έχουν σαν αποτέλεσμα την αναδιαμόρφωση ταυτοτήτων και πολιτικών συγγενών σχέσεων μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών. Ακόμη, αν τον κατανοώ σωστά ο Χάντιγκτον πιστεύει πραγματικά μόνο αν λαοί Αμεριντιανικής και Αφρικανικής καταγωγής μπορούσαν να γίνουν εύκολα ελεύθερα αποδεκτοί μεταξύ των αρχουσών ελίτ της αμερικάνικης κοινωνίας, τόσο του Νότου όσο και του Βορρά -προοπτική που δεν φαίνεται πιθανή για αρκετό καιρό.
Οι ασθενέστερες, καθημερινές κοσμικές επαφές που αναφέρει ο Χάντιγκτον περνιόνται, οι οποίες επηρεάζουν κάθε κοινωνία επί προσώπου Γης είναι φυσικά αυτές που η επίσημη αμερικάνικη εξωτερική πολιτική περιμένει να επικρατήσουν. Ελεύθερες, ορθολογικές επιλογές, με σκοπό να καταφέρουν μια καλύτερη ζωή (που συνήθως μετριέται με τους αυστηρούς υλικούς όρους του αυξανόμενου εισοδήματος και της οικονομικής ανόδου) θεωρείται από τους Αμερικάνους ηγέτες ότι θα πιέσουν τόσο την ιδιωτική όσο και τη δημόσια συμπεριφορά στην κατεύθυνση της ειρήνης, του συμβιβασμού της νομιμότητας και της αμοιβαίας προσαρμογής. Ο πόλεμος και η βία που είναι εμφανή κομμάτια της κοινωνικής και ορθολογικής τάξης αντιμετωπίζονται ως θλιβερές ανωμαλίες. Όταν ένας κακός κατεργάρης μπορεί ν’ αναγνωριστεί ως υπεύθυνος για την αποδέσμευση οργανωμένης βίας, οι Αμερικάνοι θέλησαν πραγματικά μερικές φορές (σχεδόν διψασμένα) να πολεμήσουν, όπως έδειξε πρόσφατα ο Πόλεμος του Κόλπου. Τέτοιες κινήσεις είναι όμως σποραδικές και εξαιρέσεις. Αυτό στο οποίο στηρίζεταιεπίσημα η εξωτερική πολιτική είναι η πολλαπλότητα των ειρηνευτικών επαφών και η αργή βελτίωση των συνθηκών ζωής για όλους τους κατοίκους της Γης που υποτίθεται ότι επιφέρουν τέτοιες επαφές.
Τέτοιες ιδεές, βέβαια έχουν τις ρίζες τους στον ορθολογισμό και την παγκοσμιοποίηση του διαφωτισμού του 18ουαιώνα, όπως είναι η οικονομική θεωρία της ελεύθερης αγοράς και του ελευθέρου εμπορίου που κυριαρχεί τόσο στην εξωτερική μας πολιτική. Μήπως, τέτοιες ιδέες είναι απαρχαιωμένες και λανθασμένες όπως αναγγέλλει ο Χάντιγκτον; Η αρκετά σαθρή μου απάντηση είναι και ναι και όχι.
Ναι, ο Χάντιγκτον έχει δίκιο, γιατί ως ανθρώπινα πλάσματα όντως διαρθρώνονται από την κουλτούρα. Έπεται ότι η κληρονομιά των μεγάλων Ασιατικών πολιτισμών και των Αφρικάνικων και Amerindian κοινωνιών δεν είναι ταυτόσημη με την κληρονομιά του ευρωπαϊκού παρελθόντος. Τέτοιες διαφορές έχουν σημασία στην πολιτική και βρίσκουν την πιο φανατική τους έκφραση στη θρησκεία. Μπορεί να επηρεάζουν ακόμη και τα οικονομικά, όπως επιχειρηματολογεί ο Χάντιγκτον όταν γράφει ότι πρόσφατη οικονομική πλημμυρίδα στην Κίνα και άλλες Ανατολικές Ασιατικές χώρες -που χαρακτηρίζει ως Ασιατική επιβεβαίωση- είναι συνεπείς με τις αξίες του κομφουκιανισμού περί ιεραρχίας, συναίνεσης και αυτοπειθαρχίας.
Οι πολιτισμοί όμως είναι από μόνοι τους διαφορετικοί, με αμέτρητες εσωτερικές ρωγμές και συνεπαγόμενες προστριβές.Επιπλέον, όλες οι ανθρώπινες ομάδες σχετίζονται με τρίτους και διαμέσου των χιλιετιών τέτοιες συναλλαγές έχουν γίνει όλο και πιο σημαντικές και διεισδυτικές. Η ροή πληροφορίας, αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των πολιτισμών,έχει αυξηθεί απότομα τις τελευταίες δεκαετίες* και οι αμέτρητες ανθρώπινες συναντήσεις που συνεπάγονται, είτε είναι προσωπικές είτε απλώς ηλεκτρονικές, αφήνουν τα σημάδια τους κυριολεκτικά στον καθένα σήμερα.
Σε μέρη, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας και πρόσφατα στη Βοσνία, για παράδειγμα, μια αντίδραση στην επακόλουθη ροή διαφορετικών μηνυμάτων ήταν να δοθεί έμφαση σε πλευρές της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς και να επιβεβαιωθεί η ανωτερότητά της σε σχέση με οτιδήποτε έχουν να προσφέρουν οι «άλλοι». Κι όπως έντονα δηλώνει ο Χάντιγκτον αυτό το είδος υποχώρησης στη σπηλιά ενός γνωστού, κυρίως θρησκευτικού παρελθόντος, έχει γίνει μια αυξανόμενη λαϊκή απάντηση στις συναντήσεις με τους«άλλους» είτε στο Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τη Μαλαισία είτε στις ΗΠΑ.
Πράγματι, η υποχώρηση και η κατηγορηματική επαναβεβαίωση των τοπικών συνηθειών και εθίμων υπήρξε πάντα η πρώτη στοιχειώδης και δημοφιλής αντίδραση στις καινοτομίες που απειλούν κατεστημένες αλήθειες και ρυθμούς της ζωής. Μέσα όμως στην ανθρώπινη ιστορία οι περιστασιακές προσπάθειες που έγιναν από δημιουργικές μειοψηφίες να δανειστούν ξένες ιδέες και πρακτικές, να τις προσαρμόσουν σε τοπική χρήση, υπήρξαν πολύ πιο σημαντικές* αυτές οι προσπάθειες, όταν ήταν επιτυχείς- και μόνο περιστασιακά συνέβη αυτό- επέτρεψαν τη διάδοση και ανάπτυξη νέων ικανοτήτων.
Η μουσουλμανική μαεστρία και επεξεργασία των ελληνικών μαθηματικών επιτευγμάτων και ο μεταγενέστερος δανεισμός και επιπλέον επεξεργασία των ίδιων επιτευγμάτων από τους Ευρωπαίους μετά τον 13οαιώνα είναι ένα ζωντανό παράδειγμα τέτοιων συναλλαγών. Το καθαρό αποτέλεσμα του πετυχημένου δανεισμού και της προσαρμογής ήταν να αυξηθεί ο ανθρώπινος πλούτος και ηδύναμη με μεγάθυνση της θέσης μας στο οικοσύστημα. Αυτό, τελικά είναι και πάντα υπήρξε το κεντρικό φαινόμενο της ανθρώπινης ιστορίας.
Η υποχώρηση σ’ ένα τοπικό πολιτισμικό παρελθόν -ακόμη κι όταν είναι ένα ανοικοδομημένο παρελθόν που δεν υπήρξε πριν-μπορεί πράγματι να στηρίξει την τοπική ηθική και λογική σε στιγμή δυσκολιών.Όταν όμως η απορρέουσα οχυρωματική λογική υπαγορεύει ένα συστηματικό..........., ή απελευθερώνει.............οι ιδέες και δεξιότητες ξένων άνθρωποι και οι κουλτούρες που έχουν υπό την διαταγή τους, το τελικό αποτέλεσμα είναι να μείνουν καταστροφικά πίσω από τον υπόλοιπο κόσμο.Ξεκινώντας στις αρχές του 19ου αιώνα, ακόμη κι ένας πολιτισμός τόσο τεράστιος και πετυχημένος όπως ο Κινέζικος είχε να αντιμετωπίσει αυτό το δύσκολο γεγονός. Ο Κινέζικος λαός έχει ακόμη να ξανακερδίσει από το συνεπαγόμενο σοκ, την αυτοεκτίμησή του.
Αν ένα κράτος ή ένα μπλοκ κρατών πρόκειται να έχει μακρόχρονη επιτυχία, η πολιτιστική συνέχεια, πρέπει με κάποιο τρόπο να έρθει σ’ επαφή με πολύ προσοχή, με χρήσιμες καινούριες ιδέες,πρακτικές και Τεχνολογίες προερχόμενες από πάνω. Στην πρώιμη σύγχρονη εποχή, οι Ευρωπαίοι το κατόρθωσαν και ως εκ τούτου κατάφεραν να έχουν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Με τον καιρό, όταν καθένας από τους μεγάλους Ασιατικούς πολιτισμούς έψαχνε να ελαχιστοποιήσει τις ενοχλητικές επαφές με εξωτερικά στοιχεία οι Ευρωπαίοι συνέχιζαν να πολεμούν μεταξύ τους ενώ ταυτόχρονα εξερευνούσαν τον υπόλοιπο κόσμο με διψασμένη ακούραστη απληστία τόσο για υλικό κέρδος όσο και για διανοητική κατανόηση. Σαν αποτέλεσμα αυτού, η Δύση εξαπλώθηκε και άλλαξε τον εαυτό της ξανά και ξανά. Και απ’ όσο μπορώ να πω οι ταραχώδεις αντίθετες επιδιώξεις, συντελώντας στην παρατεινόμενη καταστροφή και ανανέωση του δυτικού Πολιτισμού, παραμένουν τόσο ζωντανές και βασανιστικές όσο ποτέ. Οι επίκαιρες προσπάθειες να γίνει συμπαγής η Ευρώπη και παράλληλα να καταπολεμηθεί μια τέτοια ένωση είναι ένα παράδειγμα αυτού του είδους της ενεργητικής, φιλόνικης ανάπτυξης με συνέπειες που κανένας δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά. Η σκοτεινή αντίληψη του Χάντιγκτον για την παρακμή της Δύσης μπορεί απλώς να εκλαμβάνει λανθασμένα τον αυξανόμενο πόνο ως επιθανάτια οδύνη. Ποιος μπορεί να πει με σιγουριά;
Στη διαδικασία της αξιολόγησης των απόψεων του Χ. μου ήρθε στο νου πως ό,τι συμβαίνει παγκόσμια σήμερα μοιάζει με την ευρωπαϊκή εμπειρία την εποχή της αναγέννησης και της Μεταρρύθμισης. Στη Δυτική Ευρώπη εκείνης της εποχής, ο υλισμός της Αναγέννησης βρέθηκε σε αξιοθρήνητη κατάσταση απέναντι στην αναζωογονημένη Χριστιανική πίστη* κι αυτό έγινε την εποχή που οι αγροτικές κοινότητες ενσωματώθηκαν σε δίκτυα αγορών που κατέστρεψαν την αλληλεγγύη του χωριού και διέλυσαν τους ηθικούς κανόνες που επικρατούσαν. Οι θρησκευτικές διαμάχες έλιωσαν από μακριά, τις πιο δυνατές λαϊκές και πολιτικές αντιδράσεις* η εμφάνιση όμως του Αναγεννησιακού ύφους της κοσμικής ορθολογικότητας δεν καταπνίγηκε ποτέ τελείως, ακόμη και μεταξύ των πιο παθιασμένων θεολόγων.
Μπορεί να συμβαίνει κάτι αντίστοιχο σε παγκόσμια κλίμακα, όσο η χιλιετηρίδα φτάνει στο τέλος της. Η ενεργητική θρησκευτική επαναβεβαίωση ή ο προσηλυτισμός σε νέα (συχνά επιτακτικά)θρησκευτικά πιστεύω εξαπλώνεται με μεγάλη ταχύτητα. Την ίδια στιγμή, οι παραδοσιακές κοινότητες του χωριού, δεν εξασφαλίζουν πια έναν ικανοποιητικό τρόπο ζωής για την πλειοψηφία των ανθρώπινων όντων, όπως συνέβαινε πάντα πριν στην πολιτισμένη ιστορία. Συναισθηματικά τεράστιες θρησκευτικές αιρέσεις, είτε είναι ισλαμικές είτε χριστιανικές δεν μπορούν ν’ αναπαράξουν τις αξίες και την κοινωνική αλληλεγγύη των κοινοτήτων των χωριών στο σύνολό τους* παρέχουν όμως ηθική καθοδήγηση και αμοιβαία υποστήριξη για τα μέλη τους ακόμη και, ή ειδικά,για τους χιλιάδες που έχουν μεταναστεύσει από τα φτωχά χωριά στις φτωχοσυνοικίες των πόλεων, σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής.
Οι ίδιες όμως εντεταμένες επικοινωνίες που έχουν διεισδύσει στα χωριά του κόσμου, κάνοντας αδύνατη πρακτικά την αυτάρκεια, στηρίζουν επίσης ένα ακόμη πιο πυκνό δίκτυο συναλλαγών μεταξύ των πολιτισμών. Αυτοί που αναγκάζονται σε μια τέτοια επικοινωνία, εκτίθενται θέλοντας και μη στον υπόλοιπο κόσμο. Οι ιδέες και οι συμπεριφορές επηρεάζονται αναπόφευκτα* και τα ίδια συμφέροντα στην συνέχιση αυτών των συναλλαγών μεγαλώνουν. Συνυπάρχουν αδέξια με την ανάγκη των εκτοπισμένων και ξεριζωμένων ανθρώπων για μια ασφαλή ηθική κοινότητα, ριζωμένη στην τοπική θρησκευτική επιβεβαίωση ή τον προσηλυτισμό. Και όντας τόσο θρησκευόμενοι όσο οι αντίπαλοι της Μεταρρύθμισης που χρησιμοποίησαν τις Τεχνικές και τη ρητορική και ιστορική κριτική της Αναγέννησης για να ενδυναμώσουν τη δική τους εκδοχή της αλήθειας που σώζει, έτσι κάνουν και στην εποχή μας οι θρησκευτικοί φονταμενταλιστές και εκμεταλλεύονται τις Τεχνικές της μαζικής επικοινωνίας για να προπαγανδίσουν τα μηνύματά τους και να τα προσαρμόσουν στις ανάγκες του ακροατηρίου τους.
Αυτός ο παραλληλισμός δεν είναι ακριβώς καθησυχαστικός. Περισσότερο από ένας αιώνας βίαιων πολέμων, θρησκευτικών πολέμων ήταν το τίμημα που πλήρωσαν οι Ευρωπαίοι για τη διάλυση της ηθικής που στηριζόταν στην αγροτική ζωή που προκλήθηκε από την αύξηση διατοπικών σχέσεων αγοράς. Ενόψει της καταστροφικότητας των σύγχρονων όπλων, ο κόσμος μας μπορεί μόλις και μετά βίας ν’ αντέξει ένα τέτοιο θυελλώδες πέρασμα στο μέλλον. Η άποψη του Χ. όμως, ότι οι εμπλοκές μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών μπορούν να είναι διαχειρίσιμες αν όλα τα μέρη σεβαστούν το ένα τις διαφορές του άλλου και αναγνωρίσουν σφαίρες επιρροής ανάλογες με τις διακυμάνσεις της προγραμματικής ισχύος, είναι αρκετά πειστική. Δηλαδή, έτσι η Σοβιετική Ένωση και η συμμαχία του ΝΑΤΟ επιβίωσαν από την πενηντάχρονη αντιπαράθεσή τους. Με τύχη, η ανθρωπότητα, μπορεί να συνεχίσει να τα καταφέρνει κουτσά-στραβά, παρ’ όλους τους θρησκευτικούς κινδύνους τις πολιτισμικές διαμάχες και την εξάπλωση των όπλων.
Αν γίνει έτσι, σ’ αυτά τα δίκτυα παγκόσμιων επικοινωνιών και οι συναντήσεις μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών που τα δίκτυα αυτά συντηρούν αξίζει μια πίστωση χρόνου. Ίσως, να εμφανιστούν νέες μη αντιμετωπίσιμες μορφές ηθικής κοινότητας για να συναντήσουν τις ανάγκες των χαμένων ψυχών έρμαιοι των πόλεών μας. Κι όταν θυμόμαστε την καριέρα και την επιρροή του Αντρέι Ζαχάρωφ, μπορούμε λογικά να ρωτήσουμε αν η επαγγελματικές κοινότητες δεν μπορούν να επιτύχουν αρκετή παγκόσμια συνεκτικότητα για να ρυθμίσουν τους πολιτικούς ανταγωνισμούς.
Γενικά η ανθρώπινη εφευρετικότητα είναι αμείωτη και στην εποχή μας είναι έντονη η ανάγκη για νέες μορφές συλλογικότητας.
 

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΩΝ[Μέρος Α΄]

Η παρακμή της Δύσης

Συγγραφέας:
W. H. McNeil
Ο Σ. Χάντιγκτον έγραψε ένα πολύ σημαντικό αλλά ενοχλητικό βιβλίο. Απαριθμεί τις φιλοδοξίες και τις υποθέσεις για παγκοσμιότητα που χαρακτήριζαν την Αμερικανική Εξωτερική πολιτική από το1917 ή και νωρίτερα. Απορρίπτει, τόσο τις ελπίδες για ένα κόσμο "σίγουρο για τη δημοκρατία", στη γλώσσα του Α' Παγκοσμίου πολέμου, όσο και τις ελπίδες για ένα κόσμο οπού όλοι θα απολαμβάνουν τις Τέσσερεις Ελευθερίες, στη γλώσσα του Β' Παγκοσμίου πολέμου. Και αυτά επειδή όπως γράφει: "Η πίστη της Δύσης στην παγκοσμιότητα του Δυτικού πολιτισμού έχει τρία μεγάλα προβλήματα:είναι λανθασμένη, ανήθικη και επικίνδυνη." Λανθασμένη επειδή, υπάρχουν κι άλλοι πολιτισμοί με διαφορετικά ιδανικά και πρότυπα. Ανήθικη, επειδή "ο ιμπεριαλισμός είναι αναπόφευκτη λογική συνέπεια της παγκοσμιότητας" ? και επικίνδυνη επειδή θα μπορούσε να οδηγήσει σ'ένα μεγάλο πόλεμο μεταξύ πολιτισμών. Αντίθετα, ο Χάντιγκτον υποστηρίζει, μια αναδυόμενη αναδιάταξη δυνάμεων που απαιτεί αμοιβαίο συμβιβασμό ανάμεσα σε ομάδες διαφορετικών"πολιτισμών", ένα συμβιβασμό που υποστηρίζει ότι ήδη συντελείται είτε το θέλουμε είτε όχι. Σύμφωνα με τα λόγια του: "Μέσα στο πνεύμα του εκσυγχρονισμού, η διεθνής πολιτική αναδιατάσσεται κατά μήκος των πολιτιστικών συνόρων. Λαοί και κράτη με παρόμοιο πολιτισμό συγκλίνουν, ενώ λαοί και κράτη με διαφορετικό πολιτισμό αποκλίνουν. Οι συμπαρατάξεις που προσδιορίζονταν από την ιδεολογία και τις σχέσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων, δίνουν τη θέση τους σε συμπαρατάξεις καθορισμένες οπό την κουλτούρα και τον πολιτισμό. Τα πολιτικά σύνορα, ολοένα και περισσότερο ξαναχαράζονται για να συμπέσουν με τα πολιτιστικά... Οι πολιτιστικές κοινότητες, αντικαθιστούν τα στρατόπεδα του ψυχρού πολέμου και οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ πολιτισμών μετατρέπονται στις κεντρικές γραμμές αντιπαράθεσης της διεθνούς πολιτικής."
Σαν απόδειξη, αυτών των τάσεων, ο Χάντιγκτον εμφανίζει τον Σοβιετο-Αφγανικό πόλεμο του 1979-1989 και τον Πόλεμο του Κόλπου το 1990-1991. "Και οι δύο πόλεμοι ξεκίνησαν", εξηγεί, "σαν απ'ευθείας εισβολές μιας χώρας σε μια άλλη αλλά μετασχηματίστηκαν,και σε μεγάλο βαθμό, επανακαθορίστηκαν σαν πόλεμοι διαφορετικών πολιτισμών. Στην ουσία, ήταν πόλεμοι μετάβασης, σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από εθνικές συγκρούσεις και πολέμους ανάμεσα σε ομάδες διαφορετικών πολιτισμών." Αφότου τέλειωσαν,ο Χάντιγκτον γράφει, το νέο αυτό στυλ πολέμου μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών,έκανε αποφασιστικά την εμφάνισή του στη Βοσνία ακριβώς όπως έκαναν την εμφάνισή τους οι πόλεμοι μεταξύ ιδεολογιών στο πρώτο κομάτι του αιώνα με τον Ισπανικό Εμφύλιο πόλεμο του 1936-39. "στην εποχή των πολιτισμών, η Βοσνία είναι η Ισπανία όλων μας. Ο Ισπανικός εμφύλιος, ήταν ένας πόλεμος μεταξύ διαφορετικών πολιτικών συστημάτων και ιδεολογιών. Ο πόλεμος στη Βοσνία, ήταν ένας πόλεμος μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και θρησκειών. Δημοκράτες, κομμουνιστές και φασίστες πήγαν στην Ισπανία να πολεμήσουν μαζί με τους ομοϊδεάτες τους και οι δημοκρατικές, οι κομμουνιστικές και πιο ενεργά οι φασιστικές κυβερνήσεις έστειλαν βοήθεια. Ο Γιουγκοσλαβικός πόλεμος, προκάλεσε μια παρόμοια μαζική κινητοποίηση εξωτερικής υποστήριξης από Δυτικούς Χριστιανούς, Ορθόδοξους και Μουσουλμάνους για λογαριασμό των πολιτιστικά συγγενών τους. Οι βασικές δυνάμεις της Ορθοδοξίας, του Ισλάμ και της Δύσης, αναμίχθηκαν όλες έντονα. Μετά από 4χρόνια, ο Ισπανικός Εμφύλιος τερματίστηκε οριστικά, με τη νίκη των δυνάμεων του Φράνκο. Οι πόλεμοι ανάμεσα στις θρησκευτικές κοινότητες των Βαλκανίων, μπορεί να υποχώρησαν, ακόμη και να σταμάτησαν προσωρινά, αλλά κανένας δεν κατάφερε μια αποφασιστική νίκη, και χωρίς νίκη δεν υπάρχει τέλος σ' ένα πόλεμο. Ο Ισπανικός Εμφύλιος, ήταν ένα πρελούδιο στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Ο πόλεμος στη Βοσνία είναι ένα ακόμη αιματηρό επεισόδιο στην επερχόμενη σύγκρουση των πολιτισμών." Και αναλογικά, μήπως ο πόλεμος στη Βοσνία είναι κι αυτός ένα πρελούδιο στον Γ' Παγκόσμιο; Ο Χάντιγκτον θεωρεί αυτή, τη χειρότερη απ'όλες τις δυνατές λύσεις σαν πολύ πιθανή. "Ενας παγκόσμιος πόλεμος στον οποίο θα εμπλακούν τα κράτη-πυρήνες των κυριότερων παγκόσμιων πολιτισμών είναι εξαιρετικά απίθανος αλλά όχι αδύνατος" δηλώνει. (Ως κράτη-πυρήνες ο Χάντιγκτον εννοεί τα πιο ισχυρά έθνη κάθε ομάδας που ανήκει στον ίδιο πολιτισμό. Σ'αυτά περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ, Γερμανία, Κίνα, Ιαπωνία, Ινδία Ρωσσία, Ινδονησία, Αίγυπτος, Ιράν και Βραζιλία.) Για να είμαστε σίγουροι, ένας παγκόσμιος πόλεμος θα μπορούσε να ξεκινήσει "απο την κλιμάκωση ενός πολέμου μεταξύ ομάδων διαφορετικών πολιτισμών που, το πιο πιθανό είναι να περιλαμβάνει Μουσουλμάνους απο τη μια πλευρά και μη-Μουσουλμάνους από την άλλη...Μια πιο επικίνδυνη πηγή παγκόσμιου διαπολιτιστικού πολέμου είναι η μετατιθέμενη ισορροπία δυνάμεων μεταξύ πολιτισμών και των κράτων-πυρήνων τους.Αν συνεχιστεί, η άνοδος της Κίνας και η αυξανόμενη αποφασιστικότητα του"μεγαλύτερου παίκτη στην ιστορία του Ανθρώπου" θα ασκηθεί τεράστια πίεση στην διεθνή σταθερότητα στις αρχές του 21ου αιώνα. Ο Χάντιγκτον συνεχίζει να φαντάζεται πως στις αρχές του επόμενου αιώνα η Αμερικάνικη παρέμβαση σε μια διαμάχη μεταξύ Κίνας και Βιετνάμ που θα έχει σαν σκοπό να προστατέψει την πρόσβαση στις πετρελαιοπηγές της Νότιας θάλασσας της Κίνας που είχαν νοικιάσει οι Βιετναμέζοι σε αμερικάνικες εταιρίες θα μπορούσε να προκαλέσει έναν πραγματικά τρομακτικό πόλεμο, εμπλέκοντας τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, τη Ρωσία, και την Ινδία, από τη μια πλευρά ενάντια στην Κίνα και την Ιαπωνία και το μεγαλύτερο κομάτι του Ισλάμ από την άλλη. Μια τέτοια σύγκρουση, ακόμη κι αν σταματούσε λίγο πριν την ολική πυρινική καταστροφή, θα εξασθένιζε τόσο πολύ τους εμπόλεμους ώστε το κέντρο πολιτικών αποφάσεων θα μετατοπιζόταν νοτιότερα,σε χώρες ουδέτερες, όπως η Ινδονησία στην Ασία και τα κυρίαρχα κράτη της Λατινικής Αμερικής.
Ο Χάντιγκτον αντλεί τρία μαθήματα από αυτές τις υποθέσεις. Πρώτον: «η αποφυγή μεγάλων πολέμων μεταξύ πολιτισμών απαιτεί από τα κράτη-πυρήνες την αποφυγή ανάμιξης σε διαμάχες άλλων πολιτισμών». Δεύτερον, στις χαώδεις περιοχές, όπου οι πολιτισμοί αλληλοκαλύπτονται ή συνορεύουν άμεσα, στις ενδιάμεσες περιοχές, τα κράτη-πυρήνες πρέπει να συμμετάσχουν στην από κοινού μεσολάβηση «για να αναχαιτίσουν ή να σταματήσουν πολέμους χαρακωμάτων μεταξύ κρατών ή ομ΄΄αδων που ανήκουν στο δικό τους πολιτισμό».
Παρ΄όλα αυτά, ο Χάντιγκτον δεν απορρίπτει τελείως την οικουμενικότητα. Αντίθετα, (γεγονός που προκαλεί μεγάλη έκπληξη σε σχέση με τις αμείλικτες απόψεις του ότι η διαμάχη είναι κάτι το φυσιολογικό μεταξύ των ανθρώπινων ομάδων, οι οποίες χρειάζονται έναν εχθρό για να ενωθούν μεταξύ τους), αφιερώνει τις τελευταίες τέσσερις σελίδες τοου βιβλίου του σε μια συζήτηση για τα «Κοινά Στοιχεία του Πολιτισμού». Από αυτήν τη συζήτηση αντλεί έναν τρίτο κανόνα για τη διαχείριση εξωτερικών υποθέσεων σε έναν πολυπολιτισμικό κόσμο, τουτέστιν : «Οι λαοί όλων των πολιτισμών θα πρέπει να επεκτείνουν τις αξίες, τους θεσμούς και τις μεθόδους που μοιράζουν με λαούς άλλων πολιτισμών».
Μέχρι τότε «είναι αναπόφευκτος ένας πολλαπλός πολιτισμός διότι η παγκόσμια αυτοκρατορία είναι αδύνατη», καταλήγει στο βιβλίο του δηλώνοντας ότι : «στις συγκρούσεις των πολιτισμών, η Ευρώπη και η Αμερική είτε μπορούν να συμπαραταχθούν» είτε όχι. Στο ανώτερο επίπεδο της σύγκρουσης στην πραγματική «παγκόσμια σύγκρουση» μεταξύ Πολιτισμού και βαρβαρότητας,μεγάλοι πολιτισμοί του πλανήτη με τα πλούσια επιτεύγματα τους στη θρησκεία, την τέχνη, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, την επιστήμη, την τεχνολογία, την ηθική,και την ευσπλαχνία επίσης είτε θα στμπαραταχθούν είτε όχι. Στην εποχή που έρχεται, η σύγκρουση των πολιτισμώνείναι η μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια ειρήνη, και μια διεθνής τάξη που θα βασίζεται σε πολιτισμούς είναι ο πιο ασφαλής φρουρός ενάντια στον παγκόσμιο πόλεμο».
Βρίσκω πολλά με τα οποία μπορώ να συμφωνήσω στην επίθεση του Χάντιγκτον στις επικρατούσες αμερικάνικες απόψεις σχετικά με την παγκόσμια ισχύ της εθνικής μας εκδοχής περί ανθρωπίνων ελπίδων και προσδοκιών. Ένας ιδεολογικός πόλεμος εγκαθίδρυσε το αμερικάνικο έθνος, λίγο μετά αφ’ ότου οι επαναστατημένοι άποικοι εγκατέλειψαν τις «ελευθερίες των Άγγλων» για χάρη των παγκόσμιων δικαιωμάτων στη ζωή, την ελευθερία και την αναζήτηση της χαράς -το τελευταίο, ένας ευφημισμός για την ιδιοκτησία στην πολιτική γλώσσα του 18ου αιώνα- σαν όρους στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Από τότε οι Αμερικάνοι θέλησαν να θεωρούν τους εαυτούς τους ικανούς στο να υποδεικνύουν σε άλλους λαούς να χειρίζονται με αρμονικά αποτελέσματα τις δημόσιες υποθέσεις(1), με χρήση τηςαντίληψης του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων(2).
Σαν αποτέλεσμα, στον 20ό αιώνα πιστοποιήσαμε συμμετοχή στον 1ο και 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο ξεκινώντας σταυροφορίες για να εγκαθιδρυθεί μια διαρκής ειρήνη σ’ ένα κόσμο,όπου ο μιλιταρισμός , η πολιτική ισχύος, οι σφαίρες επιρροής κι άλλες μορφές μοχθηρίας επικρατούσαν μεταξύ όλων των άλλων, λιγότερο πεφωτισμένων λαών της γης.
Είναι εύκολο να χλευάζεις ένα τέτοιο φαρισαϊσμό και κατά τη γνώμη μου καλώς ο Χάντιγκτον απέρριψε αυτόν τον εννοούμενο ηθικό ιμπεριαλισμό ειδικά από την άποψη της αμερικάνικης ανετοιμότητας να ενσωματώνει τις περισσότερες από τις προτροπές μας με δυναμικές κι ενωτικές κινήσεις. Το ότι η συνταγή όμως του Χάντιγκτον για τη ρύθμιση σχέσεων μεταξύ των μεγάλων μπλοκ κρατών που προσδιορίζεται μάλλον χαλαρά από τη λέξη «πολιτισμός» δεν μου φαίνεται και μεγάλη βελτίωση στην αφελή ηθική σταυροφορία. Πρώτον, είναι πεπεισμένος, χωρίς να μας δείχνει ακριβώς το γιατί έχει αρχίσει η παρακμή της Δύσης. Πιστεύει, ότι για να επιβραδύνουν αυτή την παρακμή, οι ΗΠΑ, πρέπει να επαναβεβαιώσουν την ταυτότητά τους σαν Δυτικό έθνος αποκηρύσσοντας την ύπαρξη πολλών πολιτισμών στη χώρα, ενώ ταυτόχρονα «θα υιοθετήσουν» μια Ατλαντική πολιτική στενής συνεργασίας με τους Ευρωπαίους συνεταίρους τους, με σκοπό να προστατέψουν και να προάγουν τα ενδιαφέροντα και τις αξίες του μοναδικού πολιτισμού που μοιράζονται». Αυτό ακούγεται ύποπτα σαν αντίληψη οχύρωσης που μας καλεί ν’ αντέξουμε όσο γίνεται ενάντια σε άλλους ανατέλλοντες πολιτισμούς που είναι περισσότερο επεκτατικοί γεωγραφικά,κοινωνικά συνεκτικοί και ηθικά ενωμένοι απ’ ότι η σημερινή παρηκμασμένη Δύση.
Μια τέτοια άποψη δείχνει μια από τις διαφορές μεταξύ της αντίληψης του Χάντιγκτον και προσώπων όπως εγώ, που δεν μοιράζομαι την έλξη του από θεωρίες πολιτισμικής ανόδου και πτώσης όπως τέθηκε από τον Toynbee, την Καρόλ Κουίγκλεϊ και άλλους, μια γενιά πριν. Παραθέτει αυτούς τους συγγραφείς,τους συνοψίζει και δεν επιδοκιμάζει σαφώς την ορθότητά τους* δείχνει όμως πεπεισμένος ότι η παρακμή και ενδεχόμενη διάλυση του δυτικού πολιτισμού επίκειται αργά ή γρήγορα. Και μάλλον νωρίτερα παρά αργότερα, αν ο φανταστικός του 3ος παγκόσμιος Πόλεμος ξεσπούσε, όπως προβλέφθηκε, κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του επόμενου αιώνα.
Όπως ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος πλησίαζε κι εγώ είχα γοητευτεί από τις θεωρίες κυκλικής επανάληψης της ιστορίας. Όταν το 1940 πρωτοδιάβασα Toynbee το τραγικό του μοντέλο για την ανθρώπινη περιπέτεια με συγκλόνισε με όλη τη δύναμη μιας καινούριας αποκάλυψης διότι το βιβλίο του«Μελέτη Ιστορίας» διέκρινε ένα απλό κατανοητό μοντέλο στο παρελθόν, παρά μια μέχρι τούδε αφάνταστη πολλαπλότητα πολιτισμών. Είδε κάθε έναν από αυτούς να ανέρχεται και να καταρρέει σύμφωνα με το ίδιο (ή ένα πολύ παρόμοιο) μοντέλο.Από τότε, γνωρίζω περισσότερο την σημασία δύο παραγόντων που ο Toynbee αγνόησε. Ο πρώτος είναι ότι οι σύγχρονοι πολιτισμοί, πάντα αλληλεπιδρούν, ο ένας στον άλλο, ακόμη και μέσα από μεγάλες αποστάσεις. Ο δεύτερος ότι οι ανθρώπινες ικανότητες και ιδέες πολλαπλασιασμένες μέσω αυτών των διαπλοκών μεταξύ πολιτισμών έχουν αθροιστικό χαρακτήρα.
Προφανώς, και υπάρχουν παράλληλοι δρόμοι, μεταξύ της ιστορίας ξεχωριστών πολιτισμών. Ο πιο εμφανής τέτοιος παράλληλος, είναι ο τρόπος με τον οποίο έληξε η εντεινόμενη διαμάχη μεταξύ αντιπάλων εμπόλεμων κρατών τόσες φορές με νίκη για τον έναν από τους πολέμιους καταλήγοντας σε επιβλητική ενοποίηση όλων των διαφορετικών πολιτικών οντοτήτων στην περιοχή.
Αυτό το μοντέλο επιβλήθηκε σε τόσο διαφορετικά περιβάλλοντα όπως, την αρχαία Μεσοποταμία, τη κλασική Κίνα, την αρχαία Ινδία, το Προκολομβιανό Περού, τη Μοσχοβίτικη Ρωσία και βέβαια τον αρχαίο Μεσογειακό κόσμο. Στους σύγχρονους καιρούς, η Δυτική Ευρώπη, έφτασε κοντά σε αντίστοιχη πολιτική ενοποίηση υπό τον Κάρολο τον V και μόνο εσωτερική παρέμβαση από μέχρι τότε περιθωριακές συνάμεις -πρώτα την Βρετανία, μετά τη Ρωσία και τώρα τελευταία τις ΗΠΑ- αποτράπηκαν τέτοιοι υποψήφιοι κατακτητές, όπως ο Λουδοβίκος XIV, ο Ναπολέων και ο Χίτλερ,από το να εγκαταστήσουν μια Παν-Ευρωπαϊκή Αυτοκρατορία. Βέβαια, η εμπλοκή μεχρι πρόσφατα περιθωριακών δυνάμεων, απλώς διεύρυνε το θέατρο του πολιτικού ανταγωνισμού κι επιμήκηνε τη διαδικασία πολιτικής ενοποίησης, χωρίς απαραίτητα να διαφοροποιήσει την δυναμική της..
Στην εποχή μας, οι βελτιώσεις στην ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα των μεταφορών και των επικοινωνιών που κυριαρχεί στις ζωές μας, μετέτρεψε αυτή την παλιά διαδικασία πολιτικής ενοποίησης σε παγκόσμια υπόθεση. Όπως υποστηρίζει με σθένος ο Χάντιγκτοννέα,σίγουρα και δυνατά κράτη όπως η Κίνα, θα αποτελέσουν προκλήσεις για τις υπάρχουσες παγκόσμιες ισορροπίες δυνάμεων. Οι διαμάχες που γίνονται κατά μήκος γραμμών που διαχωρίζουν διαφορετικούς πολιτισμούς είναι πιθανόν να είναι πιο δυσεπίλυτες απ’ ότι διαμάχες στο εσωτερικό των πολιτισμών, απλώς επειδή οι πολιτισμικές διαφορές πολλαπλασιάζουν τις περιπτώσεις δυσπιστίας και παρεξήγησης. Έπεται ότι σ’ ένα κόσμο πολιτισμικών μπλοκ, όσο ευσυνείδητα κι αν εισχωρείται κάθε μπλοκ στη σφαίρα επιρροής ενός ή περισσότερων δυνατών κρατών,μέσα στα μπλοκ μπορεί να περιμένουμε τα ίδια είδη διαμάχης που τόσο συχνα συνέβησαν μεταξύ ξεχωριστών πολιτισμών στο παρελθόν. Το αποτέλεσμα, θα μπορούσε ευνόητα να είναι η ενοποίηση μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας ή η καταστροφή του ανθρώπινου είδους σ’ ένα πυρηνικό, βιολογικό και/ή χημικό ολοκαύτωμα.
Οι συνθήκες που ωθούν το ανθρώπινο είδος στον ανταγωνισμό μεταξύ πολιτισμών είναι πράγματι πολύ ισχυρές και το επιχείρημα του Χάντιγκτον σ’ αυτή τη συνέπεια είναι αυτό που κάνει ενοχλητικό το βιβλίο του. Όταν σκέφτομαι την πρόσφατη ιστορία του Ιράν, ας πούμε πρέπει να συμφωνήσω με την άποψη του ότι: «Αρχικά η δυτικοποίηση και ο εκσυγχρονισμός συνδέονται στενά, με τη μη-Δυτική κοινωνία ν’ απορροφά ουσιώδη στοιχεία της δυτικής κουλτούρας κάνοντας βήματα προς τον εκσυγχρονισμό. Όσο όμως επιταχύνεται ο εκσυγχρονισμός, ο ρυθμός εκδυτικισμού μειώνεται και η ιθαγενής(γηγενής) κουλτούρα αναζωογονείται. Επιπλέον ο εκσυγχρονισμός διαφοροποιεί την πολιτιστική ισορροπία δυνάμεων μεταξύ της Δυτικής και της μη-Δυτικής κοινωνίας υποστηρίζει τη δύναμη και την αυτοπεποίθηση αυτής της κοινωνίας και ενδυναμώνει την δέσμευση με την γηγενή κουλτούρα.
Επομένως, στις πρώιμες φάσεις αλλαγής, η δυτικοποίηση προωθεί τον εκσυγχρονισμό. Στις ύστερες φάσεις, ο εκσυγχρονισμός προωθεί την από-δυτικοποίηση καιτην αναγέννηση της ιθαγενούς κουλτούρας με δύο τρόπους. Σε κοινωνικό επίπεδο, ο εκσυγχρονισμός επαυξάνει την οικονομική,στρατιωτική και πολιτική δύναμη της κοινωνίας συνολικά και ενθαρρύνει το λαό αυτής της κοινωνίας να έχει εμπιστοσύνη στην κουλτούρα του και να γίνει διεκδικητικός πολιτισμικά. Σε ατομικό επίπεδο ο εκσυγχρονισμός παράγει αισθήματα αποξένωσης και ανομίας καθ’ ότι σπάζουν οι παραδοσιακοί δεσμοί και οι σχέσεις και οδηγεί σε κρίσεις ταυτότητας στις οποίες η θρησκεία παρέχει απαντήσεις».
Ποια θρησκεία όμως; Συχνά μια ανοικοδομημένη και συναισθηματικά συγκινητική εκδοχή μιας παλιάς εγκαθιδρυμένης θρησκείας είναι διαθέσιμη να συναντήσει τις ανάγκες των πρόσφατα αστικοποιημένων μεταναστών των αγροτικών κοινοτήτων. Κάτι τέτοιο είναι καταφανώς αληθινό μεταξύ Μουσουλμάνων για παράδειγμα στο Ιράν ή την Αίγυπτο*και ο Ινδουισμός φαίνεται να παίζει καλά τον ίδιο ρόλο στην Ινδία. Παρ’ όλα αυτά ο Κουμφουκιανισμός, δεν επεκτείνει εύκολα τις ηθικές του, περί αλληλεγγύης, έξω από τα οικογενειακά σύνορα. Συνεπώς, μεταξύ των Κινέζων, οι ετερόδοξες Βουδιστικές αιρέσεις καλύτερα διατήρησαν τη θρησκευτική και πολιτική κοινότητα μεταξύ των βασανισμένων χωρικών και κατοίκων των πόλεων. Απ’ όσα μπορεί κανείς να ξέρει, μπορεί να κάνουν ξανά το ίδιο αν η εκτεταμένη διάλυση της Κινέζικης αγροτικής ζωής ενταθεί όσο περισσότερο επιταχύνεται η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας....
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

ΧΑΝΤΙΓΚΤΟΝ Η ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ;

Συγγραφέας:
ΚΩΣΤΑΣ  ΖΟΥΡΑΡΙΣ
Άρδην τ. 07
Θα πρέπει εκ προοιμίου να σας πω ότι από τον Χάντιγκτον δεν έχω διαβάσει το βιβλίο, έχω διαβάσει μόνο τα δύο κείμενα, τα δύο άρθρα και τα άρθρα βεβαίως είναι αρκετά αναλυτικά αλλά όταν δεν έχεις διαβάσει ένα βιβλίο μπορείς να αδικήσεις μια σκέψη.
Από τα δύο άρθρα όμως θα σας δώσω ορισμένες παρατηρήσεις που δείχνουν να υπάρχει μια σταθερά. Αυτή τη σταθερά θα τη συνδυάσω με ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία εκπορεύονται από τον Τόπον από τον οποίο εκπορεύεται και ο Λόγος του Χάντιγκτον και μετά θα περάσω στα δικά μας. Από τα δύο άρθρα ο συγκεκριμένος συγγραφέας δείχνει ότι δεν μπορεί κανένας να τον πάρει πολύ σοβαρά ως αυτοτελώς παραγωγό σκέψης δηλαδή ας πούμε δεν είναι Γιανναράς για να σας το πω έτσι χαρακτηριστικά, είναι ένας δευτεροκλασάτος Γιανναράς, τριτοκλασάτος.
ΟΤόπος μας ενδιαφέρει και κρατήστε το λίγο για να δείτε τι εννοώ. Γιατί από ένα άρθρο, στις 650 λέξεις που γράφει ο Γιανναράς -όχι πάντα καλές βεβαίως- φαίνεται αμέσως και η παιδεία του και οι αναφορές και τα κλειδιά.
Και για έναν άνθρωπο προπονημένο στην ανάγνωση αυτά τα πράγματα είναι απλά. Επομένως μπορεί να φανεί από ένα άρθρο μια διηνεκής ή διήκουσα σταθερά ή ορισμένες σταθερές οι οποίες χαρακτηρίζουν ορισμένα πράγματα.
Θα σας πω λοιπόν τι δεν είναι ο Χαντιγκτον κι επομένως παρέλκει η συζήτηση για το βάρος της σκέψεως. Δεν δείχνει να τον έχει απασχολήσει π.χ. η επεξεργασία που έχει κάνει ο Ντοστογιέφσκι στους «Δαιμονισμένους» για το πρόβλημα της Δύσης το οποίο είναι κορυφαίο δηλαδή είναι αρχή και μέση και τέλος. Θα έλεγα ότι δεν δείχνει να έχει διαβάσει το «Κατά Μανιχαίων φρόνημα» του Ιωάννη του Δαμασκηνού με το οποίο έχει λήξει η συζήτηση Δύση-Ανατολή αλλά τέλος πάντων πάει μακριά. Επειδή όμως «Οι Δαιμονισμένοι» έχουν βγει σε 12.000.000 αντίτυπα και προφανώς ο Χάντιγκτον θα το έχει διαβάσει, είναι ολοφάνερο ότι στα δύο κείμενα τα οποία είναι στρατηγικής σημασίας για τον ίδιο και είναι γραμμένα με μια διάθεση να αποδώσουν τα άρθρα αυτά στρατηγική σκέψη, δεν δείχνει να τον έχει απασχολήσει επιστημολογικά το περιεχόμενο των «Δαιμονισμένων».
Ένα το κρατούμενο. Δεύτερον: Δεν δείχνει να έχει διαβάσει τον «Επαναστατημένο Άνθρωπο» του Camus. Προφανώς τον έχει διαβάσει. Δεν έχει περάσει στον εργαλειακό του εξοπλισμό η επεξεργασία που έχει κάνει ο Camus το ‘47-’48 όταν βγαίνει ο «Εξεγερμένος (Επαναστατημένος) άνθρωπος» ο οποίος είναι το δεύτερο καταλυτικό στοιχείο για την αντιπαράθεση π.χ. Δύσεως, δυτικής αντιλήψεως, δυτικού κοσμοειδώλου και κάτι άλλου. Δεν λέω το καθ’ ημάς, το ελληνικό, γενικώς κάτι άλλο.
Ο Camus το έχει κάνει και επειδή -κατά την άποψή μου- η κριτική του Camus και του Ντοστογιέφσκι είναι πολύ σοβαρότερη από την κριτική που έχει κάνει στο διαφωτισμό η σχολή της Φραγκφούρτης αυτά τα πράγματα είναι κεντρικά για να καθορίσεις κάποιον ο οποίος το 1992-’93 και το ’96 μιλάει για διαφορές και ομοιότητες και συγκλίσεις και αποκλίσεις πολιτισμών.
Προφανώς δεν έχει διαβάσει τους «Χαλασοχώρηδες» του Παπαδιαμάντη. Αυτό μάλλον δεν το έχει διαβάσει κεντρικότατο όμως, κεντρικότατο στοιχείο για να ανατάμει κανείς τη διαφορά.
Εννοώ τώρα όταν λέω «Χαλασοχώρηδες» τι σημαίνει εργαλειακή και επιστημονική χρήση ενός υλικού όπως είναι οι «Χαλασοχώρηδες». Πως το χρησιμοποιείς δηλαδή ως μήτρα αναλυτική. Τους «Χαλασοχώρηδες» ή κάτι άλλο. Τρία λοιπόν κεντρικά. Ωστόσο τους «Χαλασοχώρηδες» τους αφήνουμε λόγω της εμβέλειας του Τόπου απ’ τον οποίο εκπορεύεται ο Λόγος του Παπαδιαμάντη και όχι της αυτογενούς και εγγενούς αξίας ενδεχομένως του Παπαδιαμάντη.
Δεν έχω γενικώς μεγάλη εμπιστοσύνη -και πολύ εμένα μ’ ενδιαφέρουν, μου αρέσουν πάντα οι άνθρωποι της σκέψης οι οποίοι κονταροχτυπιούνται σώμα με σώμα με τα κείμενα ή αν όχι με τα κείμενα, μ’ ένα συγκεκριμένο θεσμό, τον αναλύουν από πολύ κοντά, μπαίνουν μέσα, βγαίνουν κτλ. Το να πεις τώρα πως έχει διαφορά το Ισλάμ από την Ελλάδα κλπ αυτά είναι Cafe de Commerce.
Περνάω λοιπόν στο δεύτερο στοιχείο. Ο Τόπος απ’ τον οποίο εκπορεύεται ο Λόγος του Χ. και αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον. Σας, ζητώ, από τη δική μου παρέμβαση, να κρατήσετε ένα στοιχείο, το σημείο στο οποίο λέει ότι επειδή η Δύση πια το 1993 και το ’96 που το ξαναλέει δεν έχει τις δυνατότητες πολλές -όχι μόνο με τη Coca-Colaπροφανώς και με τα λεφτά και με τα χρήματα και με τα όπλα-- δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει μια οικουμενική αντίληψη, καθολική, γενική αντίληψη, αυτοκρατορική, επί του πλανήτου, ο Χάντιγκτον προτείνει μία αναδίπλωση δηλαδή ουσιαστικά μια λογική περιχαρακωμένου και ομοιογενούς στρατοπέδου, πράγματα τα οποία είναι φυσιολογικά και θα έλεγα, αυτονόητα, και να δούμε-λέει- τι μπορούμε να κάνουμε εμείς. Αυτό υπενθυμίζω, γρήγορα-γρήγορα , ξέρετε, στους Αμερικάνους επανέρχεται από τότε που έχουν πάρει την παγκόσμια κυριαρχία μετά το ‘47-’48, επανέρχεται ουσιαστικά μια νοσταλγία του δόγματος Μονρόε το οποίο είναι ολίγον επιθετικό ολίγον αμυντικό, να μείνουμε στο καβούκι μας απλά -επιθετικά βεβαίως- με μια ζώνη αμέσου επιρροής αναλόγως με το βαθμό αντιστάσεως. Τα σχήματα αυτά από το Θουκυδίδη αναλύονται εύκολα και δεν θα επανέλθω. Υπενθυμίζω, και ο φίλος μας ο Στοφορόπουλος θα σας το υπενθυμίσει οπωσδήποτε, ένα πράγμα το οποίο όταν το διάβασα εγώ εκάγχασα. Ο Χάντιγκτον το ξέρει, γιατί σας είπα ότι είναι εργαλειακός επιστήμων, θα σας εξηγήσω τι εννοώ. Το Νοέμβριο, πριν από δυόμισι μήνες, το ΥΠ.ΕΞ., της Κίνας ανακοίνωσε ότι του λοιπού οι ανακοινώσεις του θα γίνονται μόνο στα κινέζικα. Αυτό σημαίνει το εξής για μας: ότι όποιος έχει μυαλό από σας και ειδικά οι νεώτεροι άνθρωποι, οι κάτω των τριάντα, να αρχίζουν να ανοίγουν φροντιστήρια κινέζικης διότι γύρω στο 2030. Εάν κάνω μια μη γραμμική προσομοίωση η οποία δεν είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου με μια ασύμμετρη ουσιαστικά και ασύμπτωτη πιθανολόγηση θα υπάρχουν κατά την άποψή μουστην περιοχή της χωματερής των Αθηνών περί τα 3.000 φροντιστήρια κινέζικης γλώσσας γύρω στο 2030-2040. Αυτά για να σας πω δηλαδή ότι κατά την άποψή μου παρέλκει μια συζήτηση επί του περιεχομένου των απόψεων του Χάντιγκτον. Βεβαίως μπορεί να τον αδικώ τον άνθρωπο αφού δεν διάβασα το βιβλίο του, το οποίο πρέπει, να είναι το αυτογενώς επιστημονικό. Διάβασα τα άρθρα, όμως, τα άρθρα όμως έχουν αυτοτέλεια και διεκδικούν αυτοτέλεια και αναφέρθηκα όχι στα ελαττώματα τους αλλά κατά κάποιο τρόπο στις παραλείψεις τους.
Άνθρωπος ο οποίος ασχολείται για να δει συγκλίσεις και αποκλίσεις και δείχνει να μην τον έχουν απασχολήσει «οι Δαιμονισμένοι» ή «Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος» έχει ένα πρόβλημα αναγνώσεως.
Ο Χάντιγκτον είναι στρατηγικός αναλυτής επομένως είναι εργαλειακός επιστήμων δηλαδή δεν είναι σαν τον Γιανναρά ο οποίος είναι στα αζήτητα ή εγώ, δεν μας ζήτησε εμάς κανένα ΥΠ.ΕΞ. να κάνουμε think tank. Τώρα το thinkδεν ξέρω. Το tank όμως, ευχαρίστως ναι. Δεν μας ζήτησε ποτέ.
Αντιθέτως ο Χ. είναι εργαλειακός δηλαδή είναι υπάλληλος παραγωγής σκέψης και επειδή αυτοί έχουν tank-είναι πολυεπίπεδα και πολυπρόσωπα συστήματα αυτά- πρέπει να δει κανείς και το ειδικό βάρος της επιρροής που εν δυνάμει ή ενδεχομένως έχει ο Χ. αλλά μέσα από αυτό εμφανίζονται ορισμένες τάσεις, ορισμένες ροπές του αμερικάνικου Imperium.
Εκείνο που μας ενδιαφέρει εμάς είναι το εξής: ότι π.χ. το γεγονός πως πρέπει να μας διώξουν από το ΝΑΤΟ και εμάς και την Τουρκία, διότι η Ελλάδα δεν μετέχει του δυτικού, εγώ τα γράφω πριν από 30 χρόνια αυτά. Να μας διώξουν ή να φύγουμε μόνοι μας ή εν πάση περιπτώσει ότι δεν έχουμε καμιά σχέση με το Δυτικό πολιτισμό δηλαδή εμένα μου παραβίασε ανοιχτές θύρες. Συμφωνώ πλήρως με τον Χάντιγκτον. Τώρα για ποιους λόγους το λέει αυτός και για ποιους το λέω εγώ, αυτή είναι άλλη συζήτηση που δεν είναι της παρούσης. Αλλά το ότι ο άνθρωπος έχει πλήρες δίκιο δηλαδή ότι η Ελλάδα και ως ελληνική πρόταση, ως κοσμοείδωλο, ως πρόταση ζωής -μαζί με αυτά που θα έλεγε ο Ζιάκας τα συστήματα περιφερειακής κυριάρχου και κεντρικής παραδόσεως τα οποία εν συσσωματώσει διαμορφώνουν το μείζονα χώρο της καθ’ ημάς ανατολής, χριστιανοορθόδοξον και ελληνότροπον- αυτό είναι αυτονόητο. Μόνο οι καθηγητές των ενθάδε Πανεπιστημίων δεν τα ξέρουν αυτά. Και πληρώνονται, κακώς -βέβαια η αλήθεια είναι ότι πληρώνονται και κακώς- από το ελληνικό κράτος αλλά αυτά μόνο αυτοί δεν τα ξέρουν. Ένας σοβαρός άνθρωπος όπως ο Χάντιγκτον το ξέρει πάρα πολύ καλά είναι ολοφάνερο. Δεν έχουμε καμιά σχέση με τη Δύση.
Μη μου πείτε τα αυτονόητα, ότι ο Αριστοτέλης είναι π.χ. οικουμενικός και ο Θουκυδίδης, θα σας έλεγα με περισσότερη αυστηρότητα στην ορολογία και στην επιστημολογική χρήση των λέξεων ότι υπάρχει ένας Αριστοτέλης για κάθε χρήση. Αλλιώς τον διαβάζω εγώ τον Αριστοτέλη διότι ενδεχομένως και σαφώς μέσα από τη Γαρμπή -πράγμα το οποίο ο Γιανναράς έχει δυσκολίες να παρακολουθήσει- και είναι ολοφάνερο ότι η ανάγνωση που κάνει ο Χάντιγκτον ως Εβραίος στην Αμερική δεν είναι η ίδια. Επομένως θα δείτε κάποτε, ή θα καταλάβουν και οι εγχώριοι καθηγητές Πανεπιστημίου ότι ειδικά σ’ αυτά τα πράγματα δηλαδή στον Θουκυδίδη, στις συσσωματώσεις συμφωνημένων, υπονοούμενων όπως λέει ο Σεφέρης, ότι ένας πολιτισμός αποτελείται -μόνο ο Σεφέρης μπορούσε να το πει με δυο λέξεις - τι είναι ένας πολιτισμός: Είναι τα συμφωνημένα υπονοούμενα, τα οποία τα καταλαβαίνουμε εμείς και συμφωνούμε ή καυγαδίζουμε γι’ αυτά και ο διπλανός ο οποίος είναι πολύ καλά διαβασμένος δεν τα καταλαβαίνει διότι δεν μετέχει σ’ αυτά τα συμφωνημένα υπονοούμενα. Θυμάστε στις «Δοκιμές» του Σεφέρη που λέει την περίφημη ιστορία ότι οι Κινέζοι και οι Έλληνες είχαν φτάσει σ’ αυτό το σημείο όπου ουσιαστικά ένας λαός ολόκληρος μετείχε της κινέζικης όπερας και ένας λαός ολόκληρος μετείχε της τραγωδίας γιατί και ο τελευταίος αγράμματος μετείχε αυτών των συμφωνημένων υπονοούμενων. Οποιονδήποτε Γάλλο κι αν βάλεις, ο οποίος ξέρει πολύ καλύτερα ελληνικά από μένα, να πάψουμε επιτέλους να λέμε τα αυτονόητα, είναι ολοφάνερο ότι δεν θα καταλάβει τα ίδια πράγματα διότι εγώ το έχω περάσει μέσα από τον «Ερωτόκριτο», διότι εγώ έχω μέσα μου τον Τσιτσάνη, όσο τον έχω και προσπαθώ να τον έχω, έχω μέσα μου τα 9/8, το εννεάσημον, πράγματα πολύπλοκα, πολυσύνθετα τα οποία δεν είναι μεταλαμπαδεύσιμα με πέντε χρόνια σπουδών.
Όταν το καταλάβετε αυτό και το καταλάβουν και οι ημέτεροι καθηγητές του πανεπιστημίου θα ‘χει γίνει μεγάλη πρόοδος προς τα πίσω. Επιτέλους. Εγώ τελείωσα και θα επανέλθω αφού με θυμώσει ο Γιανναράς.

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΑΜΙΟΥΕΛ ΧΑΝΤΙΓΚΤΟΝ

Ολίγα περί Χάντιγκτον

Συγγραφέας:
Γιώργος Τσαγκρινός
Ο Χάντιγκτον θεωρείται σαν ένας από τους σπουδαιότερους θεωρητικούς της Αμερικάνικης Γεωπολιτικής και ίσως ο σπουδαιότερος θεωρητικός της Τριμερούς Επιτροπής*, τουλάχιστον μέχρι το 1978 που ήταν δραστήριο μέλος της.
Ήταν ο αρχιτέκτονας του προγράμματος “Forced urbanization” (Βίαιη μετακίνηση στις πόλεις των αγροτικών πληθυσμών) όπου, μέσω βομβαρδισμών, φωτιάς (βλέπε Ναπάλμ) και ισοπεδώσεως αγροτικών περιοχών, χωριών ή οικισμών του Βιετνάμ, θεωρούσε ότι μπορούσε να συνετίσει τον αγωνιζόμενο λαό του Βιετνάμ και όλα αυτά από το ηγετικό πόστο του υψηλόβαθμου συμβούλου στο National Security Council, CNS) επί προεδρίας του μέλους της τριμερούς επιτροπής Τζίμυ Κάρτερ, το 1976-77. Επιστήθιος φίλος του Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, ο οποίος φρόντισε να προωθήσει όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις του Χάντιγκτον μέσα στην Τριμερή Επιτροπή. Γνωστός σε όλους τους πολιτικούς προοδευτικούς κύκλους σαν 'Προκρούστης της δημοκρατίας", δέχεται επανειλημμένα σκληρές κριτικές από δημοσιογράφους, κοινωνιολόγους, πολιτικολόγους. Γνωστά είναι στον κύκλο των Αμερικανών
διανοουμένων τα επικριτικά σχόλια του γνωστού Αμερικανού Κοινωνιολόγου Άλαν Γουλφ για τον Χάντιγκτον, όπως επίσης και άρθρα του πιο γνωστού σε εμάς Νόαμ Τσόμσκι, ο οποίος είναι ανηλεής στην κριτική απέναντί του σε όλα του σχεδόν τα βιβλία.
Ο Χάντιγκτον ήδη πολύ πριν περάσει στην Τριμερή Επιτροπή είχε δείξει το αντιδραστικό του πρόσωπο. Σε μια σειρά από άρθρα διαφόρων πολιτικών αναλυτών που είχε εκδώσει ο Ντέιβιντ Β. Τρούμαν σε ένα βιβλίο με τίτλο Congressional responses to the twentieth century, ο Σάμουελ Χάντιγκτον μετείχε με ένα άρθρο με τίτλο "The soldier and the state" (Ο στρατιώτης και το Κράτος"), όπου αιχμή του άρθρου του αυτού ήταν η θέση ότι "Το Κογκρέσο είναι τοπικό, η εκτέλεση κοσμοπολίτικη” έτσι μόνον η εκτέλεση (σε κοσμοπολίτικο επίπεδο) μπορεί να αποτελεί παρακαταθήκη για το συμφέρον του Κράτους (των ΗΠΑ). Δηλαδή εμπρός για το καπετανάτο του πλανήτη.
Ωστόσο το βιβλίο τομή στην γεωπολιτική ανάλυση, αλλά που αποτέλεσε και θεωρητικό υπόβαθρο της τότε φρεσκοδημιουργημένης Τριμερούς Επιτροπής, είναι το βιβλίο The Crisis of Democracy. Σε αυτό το βιβλίο υιοθετείται ένας νέο-πεσσιμισμός που ακολούθησε τους θεωρητισμούς περί καλοζωίας του φιλελευθερισμού.
Πεσσιμισμός και εξουσιαστικότητα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του βιβλίου αυτού που αποτελείται από 4 μέρη, εκ των οποίων το ένα αναφέρεται στις ΗΠΑ και την σχέση τους με τον υπόλοιπο πλανήτη και έχει γραφτεί από τον Χάντιγκτον.
Υπότιτλος του βιβλίου The Crisis of Democracy (είναι): Report on the Governability of Democracies to the Trilateral Commission. Ο Νόαμ Τσόμσκι είχε απαντήσει στην έκδοση αυτού του βιβλίου, εστιάζοντας κατ’ εξοχήν στα λεγόμενα του Χάντιγκτον, με ένα άρθρο του στο περιοδικό Seven Days (Επτά Ημέρες) στις 14 Φεβρουαρίου 1977. Το άρθρο αυτό είχε τον πολύ ειρωνικό τίτλο; “Trilateral’s RX for Crisis: Governability Yes, Democracy No”, (Διακυβέρνηση Ναι, Δημοκρατία Όχι). Ο Τσόμσκι επιτίθεται δριμύτατα στον Χάντιγκτον κυρίως στο βιβλίο του Turning the tide, αλλά και στο Necessary Illusions για την θέση αυτού του κυρίου στο θέμα της Χιλής και της τότε χούντας, όπως και άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής.
Ο Χάντιγκτον είναι επίσης ο εγκέφαλος πίσω από τη δημιουργία τoυ F.Ε.Μ.Α., Federal Emergency Management Agency (Ομοσπονδιακός Οργανισμός Διαχείρισης Εκτάκτου Ανάγκης), ο οποίος είναι ένας οργανισμός που είχε το δικαίωμα-δυνατότητα να διευθύνει ένα στρατηγείο ολοκληρωτισμού (χούντα) στις ΗΠΑ σε περίπτωση εγχώριας ή παγκόσμιας .κρίσης (π.χ Πυρηνικός Πόλεμος).
Μάλιστα στην Δημιουργία του F.Ε.Μ.Α. υπάρχει μια εκπληκτική σύμπτωση. Ακριβώς μια ημέρα μετά τη δημιουργία του F.Ε,Μ.Α (28 Μαρτίου 1979) είχαμε το πυρηνικό ατύχημα στο Three Miles Island. Μάλιστα είχε λεχθεί ότι, σε περίπτωση που το ατύχημα θα έπαιρνε διαστάσεις, θα αναλάμβανε ο F.Ε.ΜΑ. και η χούντα του σε τοπικό φυσικά επίπεδο.
* Τριμερής Επιτροπή (Trilateral Commission):
Επιτροπή στρατηγικού προσανατολισμού των χωρών της Δύσης (Αμερική, Ιαπωνία, Ευρώπη)
που εμπνεύστηκε την “νέα τάξη” και στην οποία συμμετείχαν οι σημαντικότεροι δυτικοί ηγέτες και διανοούμενοι.
Ο Σάμιουελ Φίλιπς Χάντιγκτον (Samuel P. Huntington, 18 Απριλίου 192724 Δεκεμβρίου 2008) ήταν Αμερικανός πολιτικός επιστήμων ο οποίος έγινε γνωστός κυρίως για τις θέσεις του περί μίας μεταψυχροπολεμικής νέας παγκόσμιας τάξης στο έργο του Σύγκρουση Πολιτισμών. Πριν από αυτή την επίσημα διατυπωμένη θέση του η ακαδημαϊκή του φήμη βασιζόταν κυρίως στην ανάλυση της σχέσης μεταξύ στρατιωτικής και πολιτικής κυβέρνησης, τις έρευνές του σε ζητήματα ανατροπής της πολιτικής διακυβέρνησης από στρατιωτικούς και για τις πλέον πρόσφατες αναλύσεις του περί της απειλής που θέτει κατά των Η.Π.Α. η σύγχρονη μετανάστευση.

 

Ο Χάντιγκτον γεννήθηκε στις 18

 Απριλίου του 1927στην πόλη της Ν

έας Υόρκης. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο του Γέιλ με διακρίσεις στην ηλικία των 18. Υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό και κατόπιν έκανε το μεταπτυχιακό του στο πανεπιστήμιο του Σικάγο και ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, όπου άρχισε να διδάσκει στην ηλικία των 23 ετών[2]. Υπήρξε μέλος του Τμήματος Διακυβέρνησης του Χάρβαρντ από το 1950 έως τον θάνατό του.

Το πρώτο μείζον έργο του ήταν το Ο Στρατιώτης και το Κράτος: Η Θεωρία και Πολιτική των Πολιτικο-Στρατιωτικών Σχέσεων, έντονα αμφισβητήσιμο όταν εκδόθηκε το 1957. Σήμερα αντιθέτως θεωρείται το βιβλίο που φέρεται ότι άσκησε τη μέγιστη επίδραση στις αμερικανικές πολιτικο-στρατιωτικές σχέσεις. Στη δεκαετία του 1960 έγινε διάσημος δημοσιεύοντας το Πολιτική Τάξη σε Κοινωνίες που αλλάζουν, έργο που αμφισβήτησε τη συμβατική άποψη των θεωρητικών του μοντερνισμού ότι η οικονομική και κοινωνική πρόοδος μπορούν να παράγουν σταθερές δημοκρατίες σε πρόσφατα απο-αποικισμένες χώρες. Υπήρξε επίσης συν-συγγραφέας του Κρίση της Δημοκρατίας: Περί της Δυνατότητας Διακυβέρνησης των Δημοκρατιών, μια αναφορά που εκδόθηκε από την Τριμερή Επιτροπή το 1976. Κατά τη διάρκεια του 1977 και του 1978, ήταν ο Συντονιστής του σχεδιασμού Ασφαλείας για το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας στον Λευκό Οίκο.
Ο Χάντιγκτον πέθανε στις 24 Δεκεμβρίου, 2008 σε ηλικία 81 ετών στο Μάρθας Βίνεγιαρντ (Martha's Vineyard), της Μασαχουσέτης.από την Βικιπαιδεία