Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

ΡΩΜΑΙΟΙ ΚΑΙ ΦΡΑΓΚΟΙ...[Γερμανικές φυλές Μέρος Δ΄]

ΡΩΜΑΙΟΙ ΚΑΙ ΦΡΑΓΚΟΙ
Σχέσεις ρωμαίων (Βυζαντινών) και βαρβάρων, η επίδραση της απελευθέρωσης των ιταλικών ρωμαϊκών εδαφών, στροφή της πολιτικής των Φράγκων με τάσεις αυτονόμησης από την επιρροή της Κωνσταντινούπολης, εκκλησιαστικές εξελίξεις, φράγκικη διοίκηση επί ρωμαϊκών πληθυσμών, Σαλικός νόμος.
 
       Πριν μπούμε στην καθεαυτό ενότητα που θα περιγράφει την θέση των Ρωμαίων στα βαρβαρικά κράτη της Δύσης, Θα θέλαμε να εξετάσουμε δυο περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στην ιστοριογραφία για να δείξουν την σχέση αυτή πριν την πτώση του δυτικού τμήματος της αυτοκρατορίας. Είναι δυο κείμενα ρωμαίων συγγραφέων που μιλούν για μεταναστεύσεις ρωμαίων πολιτών στη βαρβαρική επικράτεια για να ξεφύγουν από τον έλεγχο της ρωμαϊκής διοίκησης. Το πρώτο κείμενο γράφτηκε από τον Σαλβιανό, Χριστιανό συγγραφέα του Ε' αι. μ.Χ. Στο μεγαλύτερο έργο του De Gubernatione Dei (Περί κυβερνήσεως του Θεού) ,γραμμένο το 440 μ.Χ., καταθέτει την δική του άποψη στην προβληματική της εποχής για τις αιτίες των δεινών της Χριστιανικής αυτοκρατορίας, της Βασιλείας του Θεού επί γης. Την διερεύνηση του θέματος ξεκίνησαν πρώτοι οι Αυγουστίνος και Ορόσιος. Ο Σαλβιανός δεν είναι μακριά από της θέσεις των δύο άλλων. Εκείνο που συμπληρώνει στο έργο του είναι, ότι εκτός από τις αμαρτίες των πολιτών της αυτοκρατορίας, είναι η ίδια η διοίκηση αυτής, που εξωθεί τους πολίτες να στρέφονται προς τους βάρβαρους. Η νέα αυτή προοπτική είναι που έκανε το έργο του ευρύτερα γνωστό καθώς προσπαθούσε ν' αποδώσει μαζί με την συνηθισμένη θεολογική άποψη και την πολιτική ευθύνη, και κοινωνικές αιτίες στην παρουσία των βαρβάρων. Τα δύο δημοφιλέστερα αποσπάσματα Βρίσκονται στα IV.14 και V.4 εδάφια και έχουν εκδοθεί στην συλλογή κειμένων του James Harvey Robinson, Readings in European History, Boston 1904,vol.1. Τα εδάφια αυτά έχουν γίνει ανάρπαστα. Χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τους δυτικούς ιστορικούς, που θέλουν να στηρίξουν την άποψη, ότι η διαφθορά της αυτοκρατορίας οδήγησε στην πτώση της και οι πολίτες της προτιμούσαν να ζουν με τους βαρβάρους54.  Το ίδιο συμβαίνει και με το κείμενο του Πρίσκου, απεσταλμένου από την Κωνσταντινούπολη στην αυλή του Ούννου Αττίλα, γραμμένο την ίδια εποχή (448). Εκεί βρίσκει τον Ευδόξιο, Ρωμαίο γιατρό που υπηρετεί τους βάρβαρους. Ξεκινά μια στιχομυθία, όπου ο Ευδόξιος αναλύει τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή του την απόφαση. Ακολουθεί διάλογος, στον οποίο ο μεν Ευδόξιος αναφέρεται στα πλεονεκτήματα της συμβίωσης με τους βάρβαρους, ενώ ο Πρίσκος στα πλεονεκτήματά της έννομης Πολιτείας55.
       Στα δύο αυτά κείμενα εξαντλείται και η δυτική επιχειρηματολογία. Είναι, όμως, εύθραυστη. Για τον μεν Σαλβιανό έχουμε να πούμε ότι είναι γνωστή η σχέση του με τους Βαγαυδούς και στο κείμενό του δεν έχουμε τίποτε άλλο πέρα από την ιδεολογική τους τοποθέτηση. Οι Βαγαυδοί ξεκίνησαν ως στασιαστικό κίνημα εξεγερμένων χωρικών προς το τέλος του Γ' αι. μ.Χ. στην Δύση και νικήθηκαν το 286 από τον Μαξιμιανό. Αυτό το κίνημα έγινε το αγαπημένο των Μαρξιστών, μετά την επανάσταση του Σπάρτακου, αλλά η άποψη ότι επρόκειτο για λαϊκή εξέγερση είναι αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης. Για παράδειγμα η Edith Mary Wightman στο Gallia Belgica (Μίτσιγκαν Πρές 1982,σελ.199) ισχυρίζεται ότι οι αρχηγοί τους Αμάντος και Αιλιανός ήταν γαιοκτήμονες κι επιδίωκαν αυτονομία. Όπως και να ‘χει οπαδοί του κινήματος κατέφυγαν στις περιοχές τις Γαλατίας και τις Ισπανίας, κυρίως στις ακριτικές και συναλλάσσονταν με τους βάρβαρους. Στις περιοχές τους κατέφευγαν οσάκις τους ακουμπούσε το βαρύ χέρι του νόμου. Μετά την επικράτηση των Φράγκων στην Γαλατία και των Βησιγότθων στην  Ισπανία θ' αποτελέσουν τους πυρήνες των ρωμαϊκών επαναστατικών κινημάτων στις περιοχές αυτές με κύριο ιδεολογικό αντίπαλο τον φράγκικο φεουδαλισμό. Η σχέση, λοιπόν, του Σαλβιανού με αυτό το κίνημα είναι γνωστή ακόμα και στους ιστορικούς που τον χρησιμοποιούν, αλλά την παραβλέπουν. Για παράδειγμα γράφει ο Jaques le Goff: «-πέρα από τις προσωπικές του επιλογές, τις οποίες μπορούμε να συζητήσουμε- ο Σαλβιανός μας δίνει τις βαθιές αιτίες της επιτυχίας των βαρβάρων». Τι να συζητήσουμε; Γνωρίζει τις «προσωπικές του επιλογές», δηλαδή την υιοθέτησης της θέσης των Βαγαυδών από τον Σαλβιανό, γνωρίζει δηλ. ότι ο εν λόγο συγγραφέας μεροληπτεί. Παρόλα αυτά αποδέχεται την άποψή του άκριτα, λες και η αξιολόγηση των πηγών δεν είναι μέρος της ιστορικής μεθοδολογίας. Και η λήψη του ζητουμένου γίνεται επιστημονικό εύρημα; Για το κείμενο του Πρίσκου, ο οποίος σημειωτέον ήταν ρήτωρ, αν το συγκεκριμένο εδάφιο δεν είναι προσαρμογή πλατωνικού διαλόγου στα δεδομένα της εποχής, τότε δεν μένει παρά να παραθέσουμε το τέλος του για να δούμε τις πραγματικές απόψεις του Ευδόξιου, ο οποίος είχε πάρει ως σύζυγο ειδωλολάτρισσα και πήγε να ζήσει μαζί της: «Και ος δακρύσας έφη, ως οι μεν νόμοι καλοί και η Πολιτεία Ρωμαίων αγαθή, οι δε άρχοντες ουχ όμοια τοις πάλαι φρονούντες αυτήν διαλυμαίνονται»56. Υπερίσχυσε η υπεράσπιση της Ρωμαϊκής Πολιτείας από τον Πρίσκο και ο Ευδόξιος δάκρυσε ενθυμούμενος αυτήν.
       Η μετάβαση της εξουσίας στο φράγκικο κράτος έγινε με ομαλότερο, ίσως πιο συγκεκαλυμένο τρόπο απ' ότι σε άλλα βαρβαρικά κράτη, κυρίως στα γοτθικά. Δύο είναι οι αιτίες σ' αυτό. Η πρώτη αφορά την υιοθέτηση της Ορθοδοξίας από τους Φράγκους. Στην επικράτειά τους δεν είχαμε αντιπαράθεση μεταξύ άρχουσας τάξης και λαού για λόγους θρησκευτικούς. Οι Ορθόδοξοι επίσκοποι διατηρήθηκαν στις θέσεις τους και δεν έγιναν διώξεις εξαιτίας του δόγματος. Στην συνέχεια, βέβαια, υπήρξαν εξορίες επισκόπων από τις έδρες τους αλλά αυτές έγιναν για λόγους καταγωγής, επειδή ήταν Ρωμαίοι. Η δεύτερη αφορά τον τρόπο διοίκησης. Οι Φράγκοι παρέλαβαν την ρωμαϊκή επικράτεια, αλλά δεν είχαν τρόπους να την διοικήσουν. Δεν ήταν εκπαιδευμένοι σε άλλες ενασχολήσεις εκτός από τον πόλεμο. Συνεπώς η διοίκηση του κράτους τους εφαρμόζονταν από Ρωμαίους, σε όλα τα χαμηλά και μεσαία επίπεδα, στις κλίμακες των δημοσίων υπαλλήλων. Το γεγονός ότι κυβερνούσαν εκ μέρους του αυτοκράτορα και αυτό φαινόταν στην χαραγμένη μορφή του Αναστάσιου στα νομίσματά τους, ότι έκριναν τους υπηκόους τους βάσει του ρωμαϊκού ισχύοντος δικαίου, που την εποχή εκείνη ήταν ο Θεοδοσιανός κώδικας, αλλά και ότι επίσημη γλώσσα του κράτους έγινε η εκκλησιαστική λατινική, όλα αυτά έδιναν την εντύπωση της συνέχειας της ρωμαϊκής εξουσίας. Αυτή την εντύπωση έχουν και στην Κωνσταντινούπολη για τις υποθέσεις των «Γαλλιών» και την βρίσκουμε στην περιγραφή του Αγαθία: «...αλλά και πολιτεία ως τα πολλά χρώνται Ρωμαϊκή και νόμοις τοις αυτοίς και τα άλλα ομοίως αμφί τε τα συμβόλαια και γάμους και την του θείου θεραπείαν νομίζουσιν»57. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, διότι πέρα από τους αριθμούς που ήταν συντριπτικά υπέρ των Ρωμαίων, σημαντικό ρόλο έπαιξε και η ποιοτική διαφορά. Ο Walter Perry  το έθεσε έτσι: «Παραπέρα, είχαν (οι Ρωμαίοι) αυτό που ήταν μεγαλύτερης σημασίας  (από τους αριθμούς), τις παραδόσεις της ρωμαϊκής δόξας, στέρεους θεσμούς, επαγγελματικές συνήθειες, μια πολύ καλά ανεπτυγμένη γλώσσα και, πάνω απ' όλα, είχαν την χριστιανική θρησκεία». «Στην πνευματική σύγκρουση που ακολούθησε την στρατιωτική αντιπαράθεση, ο πιο αδύναμος και λιγότερο πειθαρχημένος υποχρεούνταν να υποκύψει ˙ κι εδώ το πλεονέκτημα ήταν με το μέρος των Ρωμαίων»58.
       Αυτή η υποχρεωτική συνύπαρξη δεν έμεινε για πολύ καιρό ειρηνική. Οι Φράγκοι γνώριζαν την αδυναμία τους και παρακολουθούσαν τις εξελίξεις. Τα δεδομένα στην Ευρώπη άλλαξαν όταν η αυτοκρατορία αποφάσισε, ότι ήρθε ο καιρός να απελευθερώσει τα δυτικά εδάφη της την εποχή του Ιουστινιανού. Οι Φράγκοι είδαν την πτώση των Βανδάλων στη Β. Αφρική, τον περιορισμό της εξουσίας των Βησιγότθων στην Ισπανία και την διάλυση των Οστργότθων στην Ιταλία. Καταλάβαιναν ότι τώρα που ο ρωμαϊκός αετός πετούσε πάνω από τις Άλπεις και οι ελπίδες των Ρωμαίων υπηκόων τους αναπτερώνονταν έπρεπε ν' αλλάξουν πολιτική. Για άλλη μια φορά το κείμενο του Αγαθία καταγράφει τις ανησυχίες των βαρβάρων στα επιχειρήματα, με τα οποία οι Γότθοι κάλεσαν τους Φράγκους σε βοήθεια: «ει γαρ άπαν το Γοτθικόν γένος εκποδών ποιήσονται, ουκ ες μακράν» έφασαν οι πρέσβεις «και καθ' ημών αυτών ήξουσι και ανανεώσονται τους προτέρους πολέμους. Επιλείψει γαρ αυτούς ουδ' οποστιούν ευπρόσωπος αιτία ες προκάλυμμα της πλεονεξίας, αλλά συν δίκη γε υμάς δόξουσι μετιέναι, Μαρίους τινάς και Καμίλλους και των Καισάρων τους πλείστους απαριθμούμενοι, ως δη πάλαι ποτέ τοις άνω Γερμανοίς πολεμήσαντες και τα υπέρ Ρήνον άπαντα κατασχόντας˙ ταύτη τε ου βιάζεσθαι δόξουσιν, αλλά οσίως επιστρατεύειν, ως ουδέν τι οθνείον μαστεύσοντες, αλλά τα κτήματα των σφετέρων προγόνων ανακομιούμενοι»59. Την εποχή αυτή ξεκινά και η αλλαγή των σχέσεων των Φράγκων με την αυτοκρατορία και της καταπίεσης των Ρωμαίων υπηκόων τους που τώρα γίνονται υποτελείς τους. Την αλλαγή αυτή θα παρακολουθήσουμε μέσα από την ιστορία του Γρηγορίου της Τουρώνης και του Σαλικού Νόμου. Πριν και για να ολοκληρώσουμε την παράγραφο, θα την διαπιστώσουμε στην ιστορία του Αγαθία, που επειδή δεν την εκφράζει άμεσα, μοιάζει με αντίφαση στο ίδιο το κείμενο. Ξεκίνησαν οι Φράγκοι εισβολή στην Ιταλία, στο πλευρό των Γότθων το 552-553. Στην συνέχεια ο Τεΐας, ο αρχηγός των Γότθων, αντιλήφθηκε τις συνέπειες της συμμαχίας του με τους Φράγκους και συντάχθηκε με τους Ρωμαίους: «βουλομένω γαρ αυτώ περί των παρόντων προσήλθεν εννοείν, ως αρ' οι Φράγγοι σκήψιν μεν τινα και προκάλυμμα ευπρεπές το της ξυμμαχίας όνομα ποιούνται,..., αλλ' έργω προτέρους εκείνους καταδουλώσονται, οις τω λόγω ήκουσιν επαμυνούντες, άρχοντας τε αυτοίς επιστήσουσι Φράγγους και αφαιρήσονται των πατρίων νομίμων αυτούς»60. Κάθε λέξη που χρησιμοποιεί ο Αγαθίας έχει το νόημά της και είναι απόλυτα ακριβής, ενώ ίσως να δείχνει γενικόλογος. Ακόμα και στην ξαφνική αλλαγή της στάσης των Γότθων. Γιατί τι άλλο μπορεί να είδαν αυτοί, που τους έπεισε για την πονηριά με την οποία δρούσαν οι Φράγκοι, παρά την αθέτηση των όρκων των μέχρι χθες συμμάχων της αυτοκρατορίας; Είδαν την θέση που θα είχαν μέσα στο Φράγκικο κράτος, από την θέση που είχαν ήδη οι υποτελείς τους, και προτίμησαν να γίνουν υποτελείς στους Ρωμαίους. Τελικά οι Φράγκοι υπέστησαν συντριπτική ήττα από τον Ναρσή σε μάχη κοντά στην Καπύη το φθινόπωρο του 554 μ.Χ. Η νίκη του Ναρσή ήταν τόσο συντριπτική, ώστε από τις 75.000 Γερμανών που κατέβηκαν στην Ιταλία, ούτε 5 άνδρες δεν επέστρεψαν κατά τον Αγαθία. Το ψυχολογικό πλήγμα (εκτός από το στρατιωτικό) για τους Φράγκους καταγράφηκε για άλλη μια φορά ως μύθος στον Γρηγόριο  της Τουρώνης: «Ο Θεοδοβέρτος πήγε στην Ιταλία κι εκεί κέρδισε πολλά. Αλλά καθώς αυτά τα μέρη σύμφωνα με τις αναφορές, είναι γεμάτα αρρώστιες, ο στρατός του υπέφερε από διάφορους πυρετούς, και πολλοί πέθαναν εκεί»61. Στην συνέχεια της ιστορίας του, ο Βιτουλίνος (Αλαμανός οπλαρχηγός) νίκησε Βελισσάριο, Ναρσή και κατέλαβε μέχρι και την Σικελία. Απίστευτο παράδειγμα ιστορικής ανακρίβειας.
        Μετά από αυτά ξεκίνησε η καταπίεση των ρωμαϊκών πληθυσμών από τους Φράγκους. Και είναι αλήθεια, ότι και πριν απ' αυτά οι Γερμανοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους ανώτερους με μόνο κριτήριο τις πολεμικές τους ικανότητες, αλλά τουλάχιστον σέβονταν την Εκκλησία, στην οποία παρεχώρησαν προνόμια και της επέτρεψαν να διατηρήσει τα κτήματά της. Σ' αυτές τις οάσεις εκκλησιαστικής γης βρήκαν καταφύγιο πολύ Ρωμαίοι σκλάβοι και σε πολλές περιπτώσεις οικισμοί δημιουργήθηκαν γύρω από μεγάλες μονές, από Ρωμαίους κατοίκους. Οι επίσκοποι στράφηκαν προς την Αγία Έδρα, στη Ρώμη, για καθοδήγηση, ειδικά μετά την απελευθέρωση από τους Οστρογότθους. Έτσι η Ρώμη έγινε το εθναρχικό κέντρο των υπόδουλων Ρωμαίων, παράλληλο με τη διοίκηση της Ραβέννας, της καρδιάς του Εξαρχάτου. Ο επίσκοπος Ρώμης έγινε ο εθνάρχης της υπόδουλης Ρωμαιοσύνης, αλλά και ο πνευματικός καθοδηγητής της υπόδουλης Δύσης. Και θα το εξηγήσουμε. Οι Φράγκοι αναγνώριζαν την δύναμη της Εκκλησίας και αντιλήφθηκαν, ότι γρηγορότερα θα υπέτασσαν τους Ρωμαίους, αν αναλάμβαναν την διοίκησή της. Λόγω του ομόδοξου δεν μπορούσαν να ξεκινήσουν διωγμούς, όπως γινόταν πρωτύτερα, αλλά και αν το έπρατταν θα τραβούσαν την προσοχή της Κωνσταντινούπολης. Το είχαν δει να γίνεται με τους Γότθους και ήξεραν τι σημαίνει, γι' αυτό προσπάθησαν να τ' αποφύγουν. Άρχισαν, λοιπόν, ν' αντικαθιστούν τους Ρωμαίους επισκόπους με Φράγκους ακόμα και με τη βία και παρά τις αντιδράσεις των πιστών. Με αυτό τον τρόπο οι Φράγκοι επίσκοποι καταλάμβαναν τις εκκλησιαστικές γαίες και των έλεγχο των εκκλησιαστικών περιοχών, όπως οι leudes καταλάμβαναν τις πόλεις και τον έλεγχο των επαρχιών.
       Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, ας δούμε από πού προκύπτουν όλα αυτά. Το έργο του Γρηγορίου της Τουρώνης, αν και μεροληπτικό, περιέχει πολλά στοιχεία. Στο τρίτο βιβλίο της ιστορίας του στην παράγραφο 15, διαβάζουμε την ιστορία του Αττάλου, ανιψιού του Επισκόπου της πόλεως Langres, ο οποίος έγινε δούλος ενός Φράγκου, πως στην συνέχεια δραπέτευσε με την βοήθεια του Λέοντα, ενός από το υπηρετικό προσωπικό του επισκόπου, και βρήκε καταφύγιο στην επισκοπή του θείου του. Ο Λέοντας για την πολύτιμη βοήθεια του έλαβε ως αμοιβή την ελευθερία του και της οικογένειάς του, καθώς και κτήματα, από τον Γρηγόριο. Στο VII.1 βρίσκουμε πολλές πληροφορίες για την ζωή του αγίου Σάλβιου, επισκόπου Albi(†584). Ανάμεσα στις πολλές ελεημοσύνες του είναι και οι εξαγορές ανθρώπων από το ποίμνιό του, οι οποίοι αιχμαλωτίστηκαν από τους Φράγκους. Ο θαυμασμός του Γρηγόριου για τον άγιο αυτό άνδρα, πρώην ηγούμενο μοναστηριού είναι εμφανής.  Σε πολλά σημεία του έργου του Γρηγορίου της Τουρώνης βλέπουμε καταστροφές ολόκληρων περιοχών από τους Φράγκους, που τις λεηλατούν ενώ τις κατέχουν. Π.Χ. ΙΙΙ.9.11-13 όπου ο Θεοδέριχος καταστρέφει την Auvergne, στο ΙV.51 ο Σιγιβέρτος σχεδιάζει την καταστροφή του Παρισιού και της Ρουέν, αλλά τον αποτρέπουν οι δικοί του άνθρωποι, στο VII.24 καταστρέφεται το Poitiers και η γύρω περιοχή. Δεν είναι λίγες και η φορές που η εκκλησιαστική περιουσία γίνεται βορά των Φάγκων π.χ. ΙV.2 ο Κλοθάριος επιχειρεί να κατάσχει τους θησαυρούς των εκκλησιών της επικράτειάς του  Στο ΙV.13 μαθαίνουμε για τις ατασθαλίες του Χράμνου, γιου του Κλοθάριου, εις βάρος υψηλόβαθμων Ρωμαίων διοικητικών υπαλλήλων, την επιβουλή του κατά της ζωής του επισκόπου Cautinus και πως καταπάτησε το άσυλο της εκκλησίας στην Brioude. Πολλά άλλα τέτοια παραδείγματα βρίσκουμε στην ιστορία αυτή και δεν υπάρχει λόγος να τ' αναφέρουμε όλα. Εκείνο που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι ενώ ο Γρηγόριος αναφέρει και επαναστάσεις Ρωμαίων, αυτές αγνοήθηκαν επιδεικτικά. Π.χ. στο V.28 έχουμε στάση ενάντια στην εξουσία του Χιλπέριχου, λόγω της δυσβάστακτης φορολογίας. Η παραδειγματική τιμωρία ιερέων και επισκόπων υπονοεί την συμμετοχή τους, αν όχι την υποκίνησή της από αυτούς. Την ίδια εποχή έχουμε επανάσταση στην Bourges, καθώς 50.000 κάτοικοι της πόλης μάχονται τον απεσταλμένο του Χιλπέριχου, Desiderius, προκαλώντας του σημαντικές απώλειες (7000). Η μάχη έγινε στην περιοχή της Chateaumellant, ενώ Bourges έμεινε αφύλακτη και λεηλατήθηκε από τους ανθρώπους του Χιλπέριχου σε τέτοιο βαθμό, που «δεν ακούστηκε άλλη φορά τα παλιά χρόνια» (VI.31 κι όλη η ιστορία). Απ' ότι φαίνεται ο Desiderius δεν μπόρεσε να καταστείλει την εξέγερση παρά και την καταστροφή της Τουρώνης και ήρθαν σε διαπραγματεύσεις με τους στασιαστές. Των διαπραγματεύσεων ηγείτο ο Αιγίδιος, Ρωμαίος επίσκοπος στην Ρεμ, και μετείχαν κι άλλοι Ρωμαίοι αρχηγοί, αλλά η διήγηση συνεχίζει με μη αποδοχή τους από τους Φράγκους στρατιωτικούς, οι οποίοι κατεδίωξαν την αντιπροσωπεία, που φιλοξενούνταν στην σκηνή του βασιλιά στο στρατόπεδο. Ο Εγίδιος μόλις μετά βίας κατόρθωσε να φτάσει στην Ρεμ και ν' ασφαλισθεί πίσω από τα τείχη της.
       Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός, ότι απ' όλο το έργο του Γρηγορίου απουσιάζει ο επίσκοπος Ρώμης. Μόνο στο V.20 έχουμε αναφορά στον πάπα Ιωάννη Γ' (561-573) και την μεσιτεία του στον Γκουντράμο υπέρ δύο επισκόπων, του Salunius επισκόπου Embrum και του Sagittarius επισκόπου Gap. Το γιατί δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε. Οι Μεροβίγγιοι απαίτησαν για τον εαυτό τους το δικαίωμα εκλογής των επισκόπων της επικράτειάς τους. Στόχος τους ήταν η εγκατάσταση στις επισκοπικές έδρες Φράγκων ή οπωσδήποτε ανθρώπων της αρεσκείας τους. Η ιστορία του Γρηγορίου βοά από άδικες καθαιρέσεις επισκόπων και αντικατάστασής τους από άλλους. Από την πλευρά της η Αγία Έδρα δεν μπορούσε να δεχθεί αυτές τις αυθαιρεσίες, που καταστρατηγούσαν τους Κανόνες της Εκκλησίας. Η έδικτος του Βαλεντινιανού Γ' του έτους 445 μ.Χ. καθόριζε την νομική θέση της συνόδου των επτά επισκόπων στην Ρώμη ως την ανώτερη αρχή, η οποία θα μπορούσε να κρίνει τις υποθέσεις των επισκόπων της Γαλατίας, και ακύρωνε την αρμοδιότητα της τοπικής συνόδου της Αρελάτης. Επ' αυτού του θέματος έλαβε γνώση και ο Αέτιος, στρατηλάτης Γαλλιών της εποχής. Αυτό το δικαίωμα των επισκόπων,  που καταδικάζονταν από τοπικές συνόδους, να εμφανίζονται στη σύνοδο της Ρώμης, χρονολογείται από το 347 μ.Χ. με τους τρίτο, τέταρτο και πέμπτο Κανόνες της συνόδου της Σαρδικής62. Ορθώς ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ερμηνεύοντας τους Κανόνες αυτούς, αποφαίνεται ότι σε καμιά περίπτωση δεν συνηγορούν υπέρ του Έκκλητου (apellatio) του πάπα, διότι η εν Σαρδική σύνοδος δεν ήταν Οικουμενική αλλά τοπική. Συνεπώς και οι Κανόνες της δεν δεσμεύουν την Καθολική Εκκλησία, αλλά τις τοπικές εκκλησίες της Δύσης. Με τις αναταραχές που ακολούθησαν και την κατάληψη των επαρχιών από τους Γερμανούς και τους Γότθους, ο Σύμμαχος είναι ο τελευταίος επίσκοπος Ρώμης που ασχολείται με τα θέματα της Εκκλησίας στην Γαλατία και αναγνωρίζει την αρμοδιότητα του επίσκοπου Αρελάτης (Αεόνιος μέχρι το 503 και Καισάριος μετά) για τις Εκκλησίες Γαλατίας και Ισπανίας. Με την κίνηση αυτή δυσαρέστησε το επίσκοπο Βιέννης, Άβιτο, και με επιστολές του προσπάθησε να αποκαταστήσει τις σχέσεις Βιέννης-Αρελάτης63. Αλλά ο Σύμμαχος ήταν εγκάθετος του Βησιγότθου Θεοδόριχου, και μέσα από αυτή την κίνηση βλέπουμε την πολιτική των Βαρβάρων για αποκοπή των τοπικών εκκλησιών από το εθναρχικό κέντρο. Αντίθετα ο Ιωάννης ο Γ' υπηρετούσε την εκκλησία της Ρώμης αμέσως μετά την απελευθέρωσή της από τους Γότθους και προσπάθησε να επανασυνδέσει τις τοπικές εκκλησίες. Οι προσπάθειες συνεχίστηκαν από τον Άγιο Γρηγόριο τον Α' και ολοκληρώθηκαν από τον πάπα Ζαχαρία και την αποδοχή της μετάβασης από την Μεροβίγγια στην Καρολίγγια δυναστεία.
       Ο έβδομος αιώνας είναι ακόμη πιο σκοτεινός για τη ζωή στην Γαλατία καθώς οι πηγές είναι λίγες και υπηρετούν την βασιλική τάξη. Εκτός από το χρονικό του Fredegarius και των συνεχιστών του, στηριζόμαστε στα αγιολογικά κείμενα για ν' αντλήσουμε πληροφορίες. Αυτό που χαρακτηρίζει τον αιώνα αυτό είναι η αύξηση της εξουσίας των μαγιορδόμων, που αντιτίθεται φανερά στην ρωμαϊκή επιρροή στους διοικητικούς μηχανισμούς του κράτους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ιστορία του Αρχιεπισκόπου Λυών Ανεμμούνδου και η δολοφονία του, όπως καταγράφεται στον Βίο του αγίου Wilfrith (634-709), επισκόπου Υόρκης, από Aeddius Stephanus. Στο ΙΙΙ.4-6 πληροφορούμαστε, ότι ο Wilfrith ταξιδεύοντας στη Ρώμη, φιλοξενήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Λυών Dalphinus (Anemmundus)64 , ο οποίος του πρότεινε να τον παντρέψει με την ανιψιά του και να τον κάνει γιο του. Ο Wilfrith αρνείται, ταξιδεύει στη Ρώμη, επιστρέφει στην Λυών και λαμβάνει την κουρά (προφανώς χειροτονία) από τον μέντορά του Dalphinus (Anemmundus). H Βασίλισσα Balthild, χήρα του Χλωδοβίκου του Β' (638-656) και επίτροπος του ανήλικου Κλοθάριου Γ', κληρονόμου του βασιλείου, και άλλων δύο επίσης ανήλικων αγοριών, προκάλεσε διωγμό της εκκλησίας, δολοφονώντας εννέα επισκόπους μεταξύ των οποίων και ο Dalphinus (Anemmundus). Ο Wilfrith γλίτωσε λόγω της βρετανικής καταγωγής, απ' όπου καταγόταν και η Balthild. Αυτές οι πληροφορίες έχουν αμφισβητηθεί έντονα, κυρίως η συμμετοχή της βασίλισσας, εφόσον από τους Φράγκους θεωρείται αγία, και στον βίο65 της δεν έχει καταγραφεί κάτι τέτοιο66.  Ως ηθικός αυτουργός αυτής της δίωξης φέρεται ο Ebroin, mayor-domus της αυλής στην Νευστρία με δυο θητείες, την πρώτη 658-673 και την δεύτερη 675-680, αν και η Janet Nelson επιμένει (με επιχειρήματα)67 να βλέπει συμπαιγνία μεταξύ αυτού και της Balthild, την οποία, ακολουθώντας την εκκλησιαστική ορολογία των συναξαριστών, χαρακτηρίζει Ιεζαβέλ. Αυτή η ιστορία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η πολιτική συγκυρία έχει ως εξής: Η μεροβίγγια αυλή μεταφέρθηκε από την Αυστρασία στην Νευστρία, μετά τον κίνδυνο ανατροπής της από τους Πεπινίδες, το ενωμένο φράγκικο βασίλειο υπό τον Χλωδοβίκο Β', κινδύνευε μετά τον θάνατό του να διαλυθεί στα επιμέρους βασίλεια, η εκκλησία παραμένει σε ισχυρά ρωμαϊκά χέρια, την στιγμή που οι Φράγκοι επίσκοποι παραπαίουν μεταξύ μέθης και ασέλγειας, ο κληρονόμος είναι ανήλικος και επιτροπεύεται από την βρετανίδα μητέρα του, και Νοτιοδυτικά το «regnum francorum» είναι κενό γράμμα. Οι Φράγκοι αριστοκράτες προσπαθούν να κρατήσουν την δυναστεία ενωμένη και να μην διαλυθεί το βασίλειο, γι' αυτό επέλεξαν από τους τρεις αδελφούς (Κλοθάριο Γ', Χιλδέριχο, Θευδέριχο Γ') τον μεγαλύτερο Κλοθάριο, ως διάδοχο του θρόνου, επίσης ένωσαν τις εξουσίες των μαγιορδόμων στο πρόσωπο του Ebroin, o οποίος κυβερνά ουσιαστικά το βασίλειο. Η θητεία του χαρακτηρίστηκε ως ιδιαίτερα   βάναυση με διώξεις όλων των αντιπάλων του στον κρατικό μηχανισμό, βλέπε Ρωμαίων διοικητικών υπαλλήλων. Αυτό δεν μπορεί να ειδωθεί ανεξάρτητα απ' ότι συνέβαινε στις νοτιοδυτικές επαρχίες.
       Ο όρος «regnum francorum» είναι εντελώς συμβατικός, μια αντιγραφή του «Imperium Romanorum», την οποία έκαναν οι δυτικοί ιστορικοί, για να διατηρήσουν στα γραπτά τους την ενότητα του Μεροβίγγιου βασιλείου68. Εμείς δεν είμαστε υποχρεωμένοι να τον δεχθούμε, εφόσον τα γεγονότα αλλά και οι θεσμοί του βασιλείου αυτού δεν καθορίζουν επακριβώς την επικράτειά του. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, η εξέλιξη του δουκάτου της Ακουϊτανίας, πείθει για την συρρίκνωση του Φράγκικου βασιλείου στις βόρειοανατολικές του επαρχίες από το δεύτερο μισό του Ζ' αι. και για έναν αιώνα μέχρι την κατάληψή του από τον Κάρολο Μαρτέλο. Για τον Freeman η ιστορία της εν λόγω επαρχίας είναι σκοτεινή για 83 χρόνια (633-719). Ας την διαφωτίσουμε. Κατ' αρχάς η Ακουϊτανία αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου σχηματισμού που λέγεται Occitania (Οξιτανία), επεκτείνεται στις νότιες επαρχίες της Γαλλίας, στην Γασκονία στα Πυρηναία, και μέχρι την Λιγουρία στην Ιταλία. Στην περιοχή αυτή μιλούν ακόμη και σήμερα μια ρομανική διάλεκτο την Λαγκεντόκ (Lange d' òc), που πήρε το όνομά της από την χρήση του "òc" αντί του "oui". Μετά τον θάνατο του Χιλπέριχου Β' το 632 οι κάτοικοι της Ακουϊτανίας εξεγέρθηκαν και εξέλεξαν δούκα τον Boggis ή Bodogisil. Αυτός κυβέρνησε την Ακουϊτανία μέχρι τον θάνατό του το 660 και απέκτησε ημι-αυτονομία. Ακριβώς την ίδια εποχή εξεγέρθηκαν και οι κάτοικοι της Γασκωνίας, τους οποίους ξέρουμε σήμερα ως Βάσκους. Με τον Boggi ξεκίνησε μια ρωμαϊκή δυναστεία κυβερνητών της περιοχής. Ρωμαίοι δούκες προϋπήρχαν, όπως ο Desiderius (583-587) επί Χιλπέριχου Α' και Γκουντράμου, αλλά κυβερνούσαν στο όνομα κάποιου Μεροβίγγιου. Διάδοχος του Boggi ήταν ο Φήλιξ (Felix, 660-676), κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης του οποίου το δουκάτο επεκτάθηκε στο Μπορντώ, την Novepompulania και την Ναρβώνη (Σεπτιμανία), συμπεριλαμβανομένης της Τουλούζης. Την πόλη αυτή κατέστησε έδρα του. Επίσης την ίδια εποχή συνδέεται με το δουκάτο και η Γασκωνία. Δεν είναι ξεκάθαρο αν πρόκειται για συμμαχία και ομοσπονδιοποίηση ή προσάρτηση και υποτέλεια, αλλά αν λάβουμε υπόψη μας ότι η περιοχή έχει δικό της δούκα, τον Lupus A' (670-676), o οποίος στην συνέχεια διαδέχεται τον Φήλικα, τότε η πρώτη περίπτωση είναι η επικρατέστερη. Συμμάχησε με τον επίσης Ρωμαίο Flavius Paulus επαναστάτη κατά του Βησιγότθου βασιλιά της Ισπανίας Wamba το 673 μ.Χ. Μια επανάσταση με άδοξο τέλος πραγματικά69. Επιχείρησε να καταλάβει την Λιμόζ χωρίς να το καταφέρει. Η πτώση του ίσως να συνδέεται με αυτήν την αποτυχία. Στα Θαύματα του αγίου Μαρτιάλου70 η επικράτεια αναφέρεται ως βασίλειο, κάτι που μας επιτρέπει να υποθέσουμε, ότι Ακουϊτανία και Γασκωνία αυτή την περίοδο είναι πλήρως αυτόνομες. Διάδοχος του Lupus είναι ο Odo ο Μέγας, που σε μας είναι περισσότερο γνωστός με το ρωμαϊκό του όνομα Εύδος. Η ακριβής ημερομηνία διαδοχής δεν είναι γνωστή, πιθανότερες εκδοχές το 679 ή το 688. Αυτός κλήθηκε να αναμετρηθεί με τους μουσουλμάνους που κατέλυσαν το Βησιγοτθικό βασίλειο. Τους νίκησε στην μάχη της Τουλούζης στις 9 Ιουνίου του 721, έντεκα χρόνια πριν την πολυδιαφημισμένη μάχη του Poitiers, χρονολογικά δηλ. ήταν ο πρώτος που ανέκοψε την μωαμεθανική προέλαση στην Δύση. Προχώρησε σε συμμαχία μαζί τους παντρεύοντας την κόρη του με τον Βερβέρο Uthman ibn Naissa με σκοπό να εξασφαλίσει τα σύνορά του μαζί τους και ν' αντιμετωπίσουν σε συνεργασία την προέλαση των Φράγκων του Κάρολου Μαρτέλου, που απειλούσε την αυτονομία της περιοχής του. Ο γαμπρός του ανατράπηκε από τους Ομμαϋάδες και οι τελευταίοι με ενισχύσεις από όλο τον ισλαμικό κόσμο επανέλαβαν την επίθεσή τους με αρχηγό τον Abdoul Rahman al Ghafiqi και νίκησαν τον Εύδο στην μάχη του Μπορντώ (730) ή αλλιώς μάχη του ποταμού Garonne. Ο Εύδος αναγκάστηκε να γίνει υποτελής των Φράγκων και συμμετείχε στην συνέχεια στην μάχη του Poitiers (732).  Εκτός από την Ακουϊτανία τον Ζ' αι. αυτόνομες θεωρούνται και η περιοχές της Προβηγκίας και της Σεπτιμανίας (Ναρβόνη). Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι μέχρι την εποχή που αναλαμβάνουν την διοίκηση του φραγκικού κράτους οι Πεπινίδες, αυτό σπαράσσεται από εμφύλιες διαμάχες και συρρικνώνεται από τις επιτυχημένες επαναστάσεις Ρωμαίων που καταφέρνουν να αυτονομηθούν στην Νότια Γαλατία και στις βορειοανατολικές περιοχές της Ιβηρικής. 
       Το κύριο νομικό κείμενο που καθόριζε τις σχέσεις των μελών της κοινωνίας του φράγκικου κράτους ήταν ο Σαλικός Νόμος. Η πρώτη γραπτή κωδικοποίηση των παραδοσιακών νόμων των Φράγκων χρονολογείται την εποχή του Χλωδοβίκου του Α'. Η κωδικοποίηση αυτή περιλάμβανε εξήντα πέντε άρθρα που προϋπήρχαν του Χλωδοβίκου και δέκα άρθρα που αποδίδονται σ' αυτόν. Στη συνέχεια συμπληρώθηκαν με capitulariae (βασιλικά διατάγματα) των Χιλδεβέρτου (5 άρθρα), Κλοθάριου (22 άρθρα), Χιλπέριχου (11 άρθρα), Χιλδεβέρτου  (3 άρθρα), καθώς και άλλα 17 που δεν αποδίδονται σε κάποιον συγκεκριμένα71. Ο Σαλικός Νόμος είναι το ασφαλέστερο παράδειγμα ρωμαϊκής επιρροής στον Φραγκικό κόσμο. Είναι γραμμένος σε εκβαρβαρισμένη λατινική γλώσσα και περιέχει λέξεις της λεγομένης Malberg Gloss. Για κάποιους ιστορικούς η Malberg Gloss αποτελεί κελτική διάλεκτο, ενώ για άλλους (Jacob Grimm) απομεινάρια της αυθεντικής γερμανικής διαλέκτου στην οποία συντάχθηκε ο Νόμος. Τα μόνα στοιχεία που έχουμε για να υποθέσουμε τους συντάκτες ή τον τόπο σύνταξης είναι η εισαγωγή του Νόμου σε κάποια χειρόγραφα. Διαβάζουμε: «2. Γι' αυτό εκλέχθηκαν ανάμεσα από πολλούς τέσσερις που ονομάζονται Wisogast, Arogast, Salegast και Widogast από μέρη πέρα απ' τον Ρήνο που είναι Bodochem, και Salachem, και Widochem»72. Οι τοποθεσίες αυτές παραμένουν ανεξακρίβωτες, αλλά από εσωτερικές ενδείξεις του κειμένου, η θέση των Φράγκων στην προκειμένη περίπτωση τοποθετείται στο δάσος Sylva Carbonaria και τον ποταμό Ligere στο Βέλγιο (XLVII).
       Κυρίαρχο πνεύμα του Σαλικού Νόμου είναι η αποζημίωση ή για να είμαστε πιο ακριβείς η ικανοποίηση του παθόντος. Όπως είδαμε στο κεφάλαιο που αναφέρεται στους αρχαίους Γερμανούς, το ζητούμενο σε περίπτωση αδικίας εις βάρος κάποιου προσώπου ήταν η εκδίκηση, η βεντέτα το feud. Ο Σαλικός Νόμος προσπάθησε να δώσει μορφή στην ικανοποίηση που έπρεπε να λάβει ο παθών ή οι συγγενείς του, αυτοί που είχαν δικαίωμα επί της αποζημίωσης σε ευρύτερη έννοια, από τον δράστη, ώστε οι πράξεις αντεκδίκησης να μην είναι ανεξέλεγκτες στην πρώιμη γερμανική κοινωνία και αργότερα στο οργανωμένο φράγκικο κράτος73. Στα άρθρα, λοιπόν, καθορίζεται αυτή η αποζημίωση (Wergeld ή Leodis), η οποία αναφέρεται σε χρηματικά ποσά (δηνάρια, σόλιδοι) για να καθορίσει το αντίτιμο της αξιόποινης πράξης, αλλά μπορούσε να αποδοθεί σε είδος. Σε μερικές περιπτώσεις εκτός από την αποζημίωση καθορίζονταν και πρόστιμο, ποσό, δηλαδή, που εισπράττονταν από το κράτος.
       Δύο ήταν τα βασικά στοιχεία που καθόριζαν το ύψος της αποζημίωσης ή του προστίμου. Το πρώτο ήταν το είδος της αξιόποινης πράξης (φόνος, ληστεία, απαγωγή κ.τ.λ.) με τις διάφορες αποχρώσεις της. Το δεύτερο και πλέον αξιοπρόσεκτο ήταν τα στοιχεία που καθόριζαν την ταυτότητα του δράστη ή του θύματος (εθνικότητα, φύλο, κοινωνική θέση). Αυτό το τελευταίο είναι που μας επιτρέπει να πούμε, ότι ο Σαλικός Νόμος ήταν ο νόμος των διακρίσεων. Τρείς είναι οι μορφές των διακρίσεων του νομικού συστήματος των Φράγκων: εθνικές, κοινωνικές, φυλετικές. Οι μεν εθνικές διακρίσεις έχουν να κάνουν με την εθνική καταγωγή του δράστη ή του θύματος. Κατά κανόνα, όταν το θύμα ήταν Φράγκος τότε η αποζημίωσή του ήταν διπλάσια απ' ότι όταν ήταν Ρωμαίος. Να το θέσουμε διαφορετικά. Η ζωή ενός Ρωμαίου είχε την μισή αξία από την ζωή ενός Φράγκου. Και πιο συγκεκριμένα, η ζωή ενός ελεύθερου Φράγκου (άνδρα ή γυναίκας) χρεώνονταν 200 σόλιδους (αρθ.XV, παρ.1), ενώ η ζωή ενός Ρωμαίου κατόχου γης (το αντίστοιχο με τον ελεύθερο Φράγκο) 100 σόλιδους (XLI,9)74. Σο μισό επίσης ήταν και το πρόστιμο, όταν ο Ρωμαίος δολοφονούνταν από ομάδα δραστών (contubernium) σε σχέση με το αντίστοιχο ενός Φράγκου (XLII,4). Ομοίως, και στην περίπτωση που το θύμα ήταν Ρωμαία γυναίκα (CIV,9).
       Οι κοινωνικές διακρίσεις γινόταν, όχι σε σχέση με την καταγωγή, αλλά με την θέση που κατείχε το άτομο στην κοινωνία. Δημιουργήθηκε έτσι μια κοινωνική αριστοκρατία, ή οποία σε πρώτο χρόνο δεν ήταν κληρονομική. Στη συνέχεια διακρίνουμε τα «ανώτερα άτομα»(meliores) και τα «κατώτερα άτομα»(minofledis) στο Καπιτουλάριο ΙΙΙ (CII) και από την εποχή του Χιλπέριχου για τους ανώτερης καταγωγής optimates & antrustiones, οι οποίοι τον βοήθησαν να συντάξει το Καπιτουλάριο ΙV. Πρώτος στην κοινωνική ιεραρχία είναι ο βασιλιάς. Αυτό σήμαινε ότι εκτός από το υψηλότερο wergeld, ότι βρίσκονταν στην υπηρεσία του είχε μεγαλύτερη αξία, άνθρωποι και κτήματα. Σε γενικές γραμμές η αξία αυτή ήταν τριπλάσια, αλλά επενέβαινε κι εδώ η εθνική διάκριση. Για παράδειγμα η αξία ενός Grafio (βασιλικός γραφιάς) ήταν 600 σόλιδοι (LIV,1), ενός Antrustiones (άτομο στην υπηρεσία του βασιλιά, βασιλικού υπηρέτη) επίσης 600 σόλιδοι (XLI,5), και ενός Sacebarone (δικαστικό αξίωμα) πάλι 600 σόλιδοι (LIV,3). Εάν στις αντίστοιχες θέσεις βρισκόταν Ρωμαίος, αποκαλούνταν «ομοτράπεζος του Βασιλιά» και η αξία του ήταν 200 σόλιδοι (XLI,8). Ο Σαλικός Νόμος χώριζε τους Ρωμαίους σε δυο βασικές κατηγορίες: στους Possessor Romanus, τους κατόχους γης και τους Tributarius Romanus, αυτούς  που υπόκεινται φορολόγηση.  Κάτω από τις παραπάνω ιδιαίτερες τάξεις βρισκόταν ο ελεύθερος Φράγκος. Κάτω από αυτόν ήταν ο litus, ο υποτελής. Οι litii δεν θεωρούνταν σκλάβοι αλλά ήταν δεμένοι κυρίως με την γη την οποία καλλιεργούσαν πληρώνοντας ενοίκιο στον ιδιοκτήτη και μπορούσαν να πωληθούν. Ισάξιοί τους ήταν οι Tributarii Romani, οι οποίοι όταν υπηρετούσαν τον βασιλιά καλούνταν Convivae Regis και ήταν ισάξιοι των Antrustiones. Η αμέσως επόμενη τάξη ήταν οι Pueri Regis, σκλάβοι στην ουσία, αλλά σε καλύτερη θέση λόγω υπηρεσίας στην βασιλική αυλή. Αυτοί είχαν υψηλότερο wergeld από τους απλούς σκλάβους, που ξεκινούσε από 72 σόλιδους (Χ,6) στην απλούστερη περίπτωση κι έφτανε τους 300 (LIV,2) στις περιπτώσεις που υπηρετούσαν σε υψηλή θέση. Τελευταίοι οι σκλάβοι με αξία 15-25 σόλιδους (Χ,6-7). Στην περίπτωση των σκλάβων δικαιούχος της αποζημίωσης ήταν ο ιδιοκτήτης, διότι η απώλειά του θεωρούνταν ζημιά της περιουσίας του.
       Για τις διακρίσεις των δύο φύλων δεν υπάρχει λόγος να μιλήσουμε εδώ. Να αναφέρουμε μόνο, ότι ο Σαλικός Νόμος καθόριζε την «ανδρογενή διαδοχή», βάσει της οποίας κληρονόμοι θεωρούνταν μόνο τα άρρενα τέκνα. Πολύ αργότερα επιτράπηκε σε γυναίκες να κληρονομούν τον πατέρα τους, όταν δεν υπήρχαν άρρενες απόγονοι. Βάσει αυτών το βασίλειο δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να κληροδοτηθεί σε πριγκίπισσα. Από όλα τα παραπάνω καταλαβαίνουμε, ότι στο Φράγκικο κράτος δεν υπήρχε ισονομία. Και επειδή οι σχέσεις των υποτελών λαών μεταξύ τους καθορίζονταν από τους εθνικούς τους νόμους (που στην περίπτωση των Ρωμαίων ήταν ο Θεοδοσιανός Κώδικας)  συμπεραίνουμε ότι δεν υπήρχε ούτε ισοπολιτεία.
       Η αιτία των παραπάνω είναι προφανής. Οι μειοψηφούντες βάρβαροι, διασκορπισμένοι σε όλη την επικράτεια του βασιλείου κατά μικρές ομάδες, προσπαθούσαν να κρατήσουν τα έθιμα και τις παραδόσεις τους. Κινδύνευαν να απορροφηθούν από τον συντριπτικά ανώτερο ρωμαϊκό πολιτισμό, τον οποίον όμως ήθελαν να οικειοποιηθούν, χωρίς να χάσουν την εθνική τους ιδιαιτερότητα. Απέφευγαν τις μεγάλες πόλεις, όπου οι πολιτιστικές επιρροές ήταν εντονότερες και «προτιμούσαν να κατοικούν στις μεγάλες τους επαύλεις, στις villae που τους ανήκαν, παρά στα αστικά τους παλάτια75. Απότρεψαν με αυτόν τον τρόπο την ώσμωση με τους Ρωμαίους, αλλά ταυτόχρονα δεν κατάφεραν ποτέ να τους κάνουν πολίτες του Φράγκικου κράτους. Οι Ρωμαίοι παρέμειναν για πάντα Ρωμαίοι, και οι ανισότητες αυτές εντάθηκαν με τις μεταρρυθμίσεις του Καρλομάγνου και την επιβολή του φεουδαρχικού συστήματος... 
 
                                                        
  • 54) Χαρακτηριστικό παράδειγμα στον Jaques le Goff, O Πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1993, σελ.26-30.
  • 55) Το κείμενο στο Πρίσκος Πανίτης, Τα κατά Αττίλαν , εν Fragmenta Historicorum Graecorum,vol. IV, ο συγκεκριμένος διάλογος σελ. 86-88 του C. Μüller, και αγγλική μετάφραση στον J.B.Bury, The History of the later Roman Empire, vol.1, σελ.279-288.
  • 56) Fragmenta Historicorum Graecorum,vol. IV, σελ.88.
  • 57) Αγαθίας, Ιστορίαι, Ι.2.3 «αλλά και το πολίτευμά τους είναι ως επί το πλείστον Ρωμαϊκό και οι νόμοι τους το ίδιο και έχουν τις ίδιες πεποιθήσεις με τους Ρωμαίους όσον αφορά και άλλα ζητήματα, όπως είναι οι συμβάσεις, οι γάμοι και η λατρεία του θείου», (μετ. Αλέξανδρος Αλεξάκης). 
  • 58) Perry, Walter C., The Franks, σελ.371-2.
  • 59) Αγαθίας, Ιστορίαι, Ι.4.4-5.: «Διότι» έλεγαν οι πρέσβεις «εάν εξαφανίσουν ολόκληρο το Γοτθικό γένος, δεν θα αργήσουν να φθάσουν και σε σας τους ίδιους και να ανανεώσουν τους παλιούς πολέμους. Και δεν πρόκειται να τους λείψει η οποιαδήποτε ευπρόσωπη δικαιολογία για να καλύψουν την πλεονεξία τους. Εύκολα θα δώσουν την εντύπωση ότι δίκαια σας εξολοθρεύουν, επικαλούμενοι στη σειρά κάποιους Μάριους, κάποιους Καμίλλους και τους περισσότερους από τους Καίσαρες, οι οποίοι δήθεν από παλιά πολέμησαν τους κατοίκους της άνω Γερμανίας και κατέκτησαν τις περιοχές γύρω από τον Ρήνο. Μ' αυτόν τον τρόπο θα εμφανισθούν όχι ως ωμοί κατακτητές, αλλά ως δίκαιοι μαχητές, που δεν εκστρατεύουν για να αρπάξουν την ξένη γη, αλλά για να ανακτήσουν την προγονική περιουσία»(μετ. Αλέξανδρος Αλεξάκης).
  • 60) Αγαθίας, Ιστορίαι, Ι.20.2: «Καθώς ζύγιζε την τότε κατάσταση (ο Τεΐας), ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι οι Φράγκοι χρησιμοποιούν ως ευπρόσωπη πρόφαση και κάλυμμα τον τίτλο των συμμάχων,..., αλλά αφού πρώτα υποδούλωναν στην πράξη αυτούς που στα λόγια είχαν έλθει να υπερασπιστούν, στο τέλος θα τους επέβαλλαν Φράγγους άρχοντες και θα τους στερούσαν τις πατροπαράδοτες συνήθειες»(μετ. Αλέξανδρος Αλεξάκης).
  • 61) Gregory, Historia Francorum, ΙΙΙ.32: «Theudobertus vero in Italia abiit et exinde multum adquisivit. Sed quia loca illa, ut fertur, morbida sunt, exercitus eius in diversis vebribus corruens vexabatur; multi enim ex his in illis locis morui sunt».
  • 62) Scott Holmes, The Origin and Development of the Cristian Church n Gaul, Caimbridge 1911, σελ.350. Οι κανόνες έχουν ως εξής: Κανών Γ'. Και τούτο αναγκαίον, ίνα μηδείς των επισκόπων από της εαυτού επαρχίας εις ετέραν επαρχίαν, εν ή τυγχάνουσιν όντες επίσκοποι, διαβαίνη, ει μη τις παρά των αδελφών των εαυτού κληθείη˙ διά το μη δοκείν ημάς τας της αγάπης αποκλείειν πύλας. Και τούτο δε ωσαύτως προνοητέον, ώστε εάν εν τινι επαρχία επισκόπων τις άντικρυς αδελφού εαυτού και συνεπισκόπου πράγμα σχοίη, μηδένα έτερον εκ τούτων από ετέρας επαρχίας επισκόπους επιγνώμονας επικαλείσθαι. Ει δε άρα τις επισκόπων εν τινι πράγματι δόξη κατακρίνεσθαι, και υπολαμβάνει εαυτόν μη σαθρόν, αλλά καλόν έχει το πράγμα, ίνα και αύθις η κρίσις ανανεωθή, ει δοκεί υμίν τη αγάπη Πέτρου του Αποστόλου την μνήμην τιμήσωμεν, και γραφήναι παρά τούτων των κρινάντων Ιουλίω τω επισκόπω Ρώμης, ώστε δια των γειτνιώντων τη επαρχία επισκόπων, ει δέοι, ανανεωθήναι το δικαστήριον και επιγνώμονας αυτός παράσχοι. Ει δε μη συστήναι δύνανται τοιούτον αυτού είναι το πράγμα ως παλινδικίας χρήζειν, τα άπαξ κεκριμένα μη αναλύεσθαι, τα δε όντα, βέβαια τυγχάνειν.
    Κανών Δ'. Εάν τις επίσκοπος καθαιρεθή τη κρίσει των επισκόπων των εν γειτνία τυγχανόντων, και φάσκη πάλιν εαυτώ απολογίας πράγμα επιβαλλείν, μη πρότερον εις την καθέδραν αυτού έτερον αποκαταστήναι, εάν μη ο της Ρώμης επίσκοπος επιγνούς, περί τούτου όρον εξενέγκη.
    Κανών Ε'. Ήρεσε, ίνα ει τις επίσκοπος καταγγελθείη, και συναθροισθέντες οι επίσκοποι της ενορίας της αυτής, του βαθμού αυτόν αποκινήσωσι, και ώσπερ εκκααλεσάμενος καταφύγη επί τον μακαριώτατον της Ρωμαίων Εκκλησίας επίσκοπον, και βουληθείς αυτού διακούσαι, δίκαιόν τε είναι νομίση ανανεούσθαι αυτού την εξέτασιν του πράγματος, γράφειν τούτοις τοις επισκόποις καταξιώση τοις αγχιστεύουσι τη επαρχία ίνα αυτοί επιμελώς και μετ' ακριβείας έκαστα διερευνήσωσι, και κατά την της αληθείας πίστιν, ψήφον περί του πράγματος εξενέγκωσιν. Ει δε τις αξιών και πάλιν αυτού το πράγμα ακουσθήναι, και τη δεήσει τη εαυτού τον Ρωμαίων επίσκοπον κρίνειν δόξη από του ιδίου πλευρού πρεσβυτέρους αποστείλαι, ίνα ή εν τη εξουσία αυτού του επισκόπου, όπερ αν καλώς έχειν δοκιμάσει και ορίση δειν, αποσταλήναι τους μετά των επισκόπων κρινούντας έχοντάς τε την αυθεντίαν τούτου, παρ' ου απεστάλησαν, και τούτο θετέον. ΕΙ δε εξαρκείν νομίση προς την του πράγματος επίγνωσιν και απόφασιν του επισκόπου, ποιήσει όπερ αν τη εμφρονεστάτη αυτού βουλή καλώς έχειν δόξη.

    (Πηγή: Αγίου Νεκταρίου Πεντπόλεως, Μελέτη ιστορική περί των αιτιών του σχίσματος, εκδ. Παναγόπουλος, Αθήναι 21998, τ.Α' σς. 123-124.)
  • 63) Scott Holmes, The Origin..., σελ.371.
  • 64) Γίνεται σύγχυση με τον αδελφό του δούκα της Λυών Dalphinus. Anemmundus είναι το πραγματικό όνομα του αρχιεπισκόπου. Freeman,E.A., The Western Europe in the Eighth Century, Λονδίνο 1904, σελ.13.
  • 65) Vita Sanctae Balthildis, γραμμένος από κάποια από τις μοναχές της μονής στην Chelles, όπου αποσύρθηκε ή εγκλείστηκε η Balthild.
  • 66) H επιχειρηματολογία της αμφισβήτησης στον Freeman,E.A., The Western Europe..., σελ.16-18.
  • 67) Nelson, Janet, Queens as Jezebel: the Carrers of Brunhild and Barthild in Merovingian History, στο συλλογικό Debating the Middle Ages, Οξφόρδη 1998, σελ. 219-254.
  • 68) Lewis, Archibald, The Dukes in the Regnum Francorum, εν Speculum 51 (1976), σελ.381-401.
  • 69) Γι' αυτήν Oman, Charles,Sir, The Dark Ages, σελ.229-230.
  • 70) Miracula Sancti Martilis Lemovicensis, Monumenta Germaniae Historiae, Scriptores (in Folio,SS) XV "sedem regam se adstare".
  • 71) Drew, Kathrine Fisher, The Laws of the Salian Franks, University of Pensylvania Press 1991, σελ. 59-64. Περιλαμβάνει όλα τα άρθρα σε αγγλική μετάφραση.
  • 72) «Extiterunt igitur inter eos electi de pluribus viri quatuor his nominibus Wisogastus, Arogastus, Salegastus, et Widogastus que (ultra Renum) sunt in Bodochem et Salachem, et Widochem».
  • 73)  Perry, Walter C., The Franks, σελ.431.
  • 74) Drew, Kathrine Fisher, The Laws..., σελ.46. Όλα τα παραδείγματα λαμβάνονται από το κεφάλαιο The social Classes, σελ.45-49, αυτού του βιβλίου.
  • 75) Jaques Le Goff, Ο Πολιτισμός..., σελ.51.
  πηγή impantokratoros.gr
Συνεχίζεται...........

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου