Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

ΛΟΓΟΙ[ΠΕΡΙ ΟΙΣΙΔΟΣ ΚΑΙ ΗΣΙΔΟΣ]..ΠΑΥΛΟΣ ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ

ΛΟΓΟΣ Γ'ΠΕΡΙ ΟΙΣΙΔΟΣ
ΤΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΙΑΝ ΥΦΑΝΣΙΝ Γ
[ΤΑ ΜΥΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΤΑΥΡΟΥ]
Τοϋ Παύλου Σπ. Κυράγγελου
Έπί δέ Λόγος έσχί Τογ (=373), ό έσχί Σειρήν, εν αρχή λέγεχαι όχι Σείρ ήν χό γάρ Σείρ (όνομα) χόν Ήλιον δηλοϊ, ού χόπος ή Αϊα, ένθα καί Ιάσονα χό χοΰ 'Αμνοΰ δέρας αίχοϋνχα μυθεύουσιν.
Ό δέ Λόγος Σαρξ έγένεχο, έσχί δέ Σαρξ Τξα' (=361), όχι εν χή Άρξει ή Τάξις. Τξα' δέ (ή χάξις) έσχί Αμνός, άφ' ου καί χους άσχέρας άρχεσθαι παραδέδοχαι, ό δέ Λόγος έσχί Αμνός & Αϊα. Τοΰ δέ Άμνοϋ (ή Κριού) Έσφαγμένου γεγονόχος, Ιάσων χό Χρυσόμαλον Δέρας αίχεϊχαι, όχι κρούσανχι χούχω ήνε-ώχθη αϋχφ καί ζηχήσανχος χούχου ευρεν χοϋχο, ό καί ήχήσαχο, ϊνα δοθή αϋχφ χοΰχο. Ίή δ' Τάσων ηχή-σαχο χό σώμα, όχι Οΐσιν αχΥχφ Πελίας έπέχαξεν, προσήνεγκαν δ' αϋχφ χό δέρας μόνον δώρον.
Ότι αϊα έσχί Κυρίου ιά, ήχοι Σειρίου ίή, «ήν» δ' ή Σείρ «Λόγος (γενέσθω)», όχι Τά σων (χρημάχων), Μηδέ Ίςι (έσχί) Ά Ίά (χρήχαι): όχι πάνχα δι' Αϋχοΰ (Λόγου) έγένονχο (ελέχθησαν), χωρίς δ' Αυχοϋ Μηδέ εν γέγονεν, ών γέγονεν.
Κυράγγελου: Κείμενα Εποπτείας




Σ
τό Λόγο Α' (Αέροπος τ. 9, σ. 6 καί 9, ύποσημ. 11) έγινε λόγος γιά τήν Κυ-νοφοντίδα έορτήν (ή Άρνίδα) σε συ­σχέτιση με τά λατινικά Κοοί§&1ία (τό μήνα Μάη) καί γιά τους σκύλους, πού σκοτώνανε τότε εκεί, κατά τή διάρκεια της. Ή σημερινή εργατική Πρωτομαγιά άλλωστε μπορεί νά θεωρηθή απόηχος της παληάς γιορτής των Κελτών, της Μπελτέν (= φωτιά τοϋ Μπελ), πού γιορταζόταν ακριβώς τήν 1 η Μαΐου (1). Ή κατασπάραξη τοϋ βρέφους της Ψαμά-θης (2) πού αύτη απέκτησε άπ' τόν Απόλλω­να, είχε σά συνέπεια τήν αποστολή της Ποινής, προς τιμωρίαν τών Άργείων. Στό Λόγο Β' (Αέροπος, τ. 11, σ. 9,1 η στήλη) έγι­νε αναφορά στό ευαγγελικό εδάφιο (Ματθ. Ζ, 6) δπου υπάρχει ή προειδοποίηση γιά τόν κίνδυνο έκ μέρους τώνκυνών ή χοίρων: οί κύνες (=κίναιδοι, κατά τό βιβλικό συμβολι­σμό, δηλ. τό Ιερατείο τών Γάλλων) καί οι χοίροι (=Τρώες *+ ϊγοϊ3, δηλ. Τούρκοι=του-ρανομογγόλοι) εκπροσωπούν τόν κίνδυνο άπ' τήν (εδώ καί τουλ. 2.000 χρόνια) επέκτα­ση τών Υ'ιών τοΰ Σκότους (Τουράν) εις βά­ρος τών Υιών τοΰ Φωτός (Ιράν -»Τρις). Ή αντιπαλότητα αυτή αναγγέλλεται καί στό βασικό χειρόγραφο τοΰ Κουμράν (τής Νε-κρας Θαλάσσης), πού επιγράφεται «Ό πό­λεμος τών Υιών τοΰ Φωτός καί τών Υιών τοΰ Σκότους».
Στον "Ομηρο, δπου ή (χαμένη) φράση «υιός τοΰ φωτός» σημαίνει καί «υιός τοϋ άνθρωπου» αναφέρεται ή ποινή τοΰ Απόλ­λωνος κατά τών "Αργείων, τους οποίους ό ΧρύσηςκαταράταιώςΔαναούς: «ούρήας μένπρώτον έπώχετο κοίκύνας αργούς» (Α', 50). Ή διαφωνία τών εγκατεστημένων φιλο­λόγων γιά τήν έννοια τής λ.«ούρήας»(άν σημαίνει φύλαξ ή ήμίονος) δέν είναι λει­τουργική, έφ' δσον αγνοούν τήν πολυεπίπε-δη (πολυώροφη) ερμηνεία τών μυητικών κειμένων: πράγματι ή λ. όρεύς ή ούρεύς (-» δρω, βλ. καί --»ωρός) σέ πρώτο επίπεδο ση-


μαίνει τόν φύλακα, σέ συνάρτηση καί με τά σκυλιά (τους), έφ' δσον τό Κακό, γιά νά μπή στό στρατόπεδο, πρέπει νά εξουδετέρωση τους Φρουρούς καί τά Σκυλιά τους. Έτσι ό στίχος α', 50 διαβάζεται: «έπεσεπάνω στους φρουρούς καί στά σκυλιά (τους)».
Πράγματι, επίσης ή λ. «ούρήας» σέ δεύτε­ρο επίπεδο σημαίνει τά μουλάρια, όφοΰ αυτά «φέρουν τήν οΐσιν», κουβαλάνε δηλ. τά φορτία τών ήμιονηγών (βλ. καί σχετικές απεικονίσεις ζωγράφων μας τοΰ αλβανικού έπους). Ή άνταπόδοσις (ποινή) τοϋ Απόλ­λωνος αναφέρεται στην μή αποδοχή τής Οισιδος (ή Οΐσεως): ό Χρύσης προσφέρει (οίσις) άποινα (βλ. «τά δ' άποινα δέχεσθαι») ό δέ Άγαμέμων δέν τά δέχεται, οπότε ή συ­γκοπή τοΰ στερητ. α μετατρέπει τά άποινα σέΠοινήν.
Τό αποτέλεσμα, τελικώς, είναι νά επιστρέ­φουν, μετά τελών, τήν Χρυσηϊδα «άπριάτην άνάποινον». Ή 1_.λ. (=δωρική) Ιεΐα (εξ ού καί τελάρο στή δημοτική) σημαίνει: 1) ύφα­σμα, ύφήν, ίστόν, 2) ίστόν (τό όργανον ύφάνσεως), 3) ίστόν αράχνης (δθενή αντιδι­κία Αθηνάς - Αράχνης, καί συνωνύμως Ρϊΐϊυιτι), 4) στήμονα, μΐτον,5)σκευωρίαν, μηχανορραφίαν.
Τό αποτέλεσμα αυτής τής λογικής πολυ-πλοκότητος επικεντρώνεται στην επεξεργα­σία τοΰ πόκου, όπως σημειώθηκε στό Λόγο Α' (Αέροπος, τ. 9, σελ. 6, στήλη α'), καί στην προέλευση του άπ' τό δέρας (ή άρνακίδα, πρβλ. 'Αρνακίς = Πηνελόπη). Προκύπτει έτσι ή μετάβαση στό τρίτο επίπεδο ερμηνεί­ας τής λ. «ούρήας».
Πράγματι, σέ τρίτο επίπεδο (εσωτερικό) ή λ. όρεύς ή ούρεύς (= πώλος), τόσο κοντά στή ί.λ. (= δωρική) υπ>$ (= ούρος, είδος αγρίου βοός), σημαίνει, ώς όρος ή όνος, αυτό πού αίρεται (όρ -* άρ) ή σηκώνεται (όν -»άνω), δηλ. τό "Υψωμα ή Π ρόσφορον (στή χριστια­νική τελετουργία), άπ' τό ρ. προσφέρω (στό μέλλοντα προσοίσω -* οΐσις = ή μέλλουσα


προσφορά). Ή βασική προσφορά (οΐσις) στό θεό εΐναι «πανπρωτότοκον, διανοϊγον μήτραν» κατά τήν σαφή διατύπωση τοΰ ελληνικού κειμένου (κατά τους Ο') τής Πα­λαιάς Διαθήκης (Έξοδος, ΙΓ', 2): «άγίασόν μοι πανπρωτότοκον πρωτογενές διανοϊγον πάσανμήτραν έν τοις υίοϊς Ισραήλ άπό άνθρωπου έως κτήνους- έμοί εστίν». Τό αΐνιγματικό κείμενο στό Ιδιο κεφάλαιο (στίχ. 13) είναι τό κλειδί διαφωτίσεως στά περί νΙσιδος καί Ιδίως στά κατά τήν οΐσιν αυτής: «πάν διανοίγονμήτραν όνου αλλά­ξεις προβάτφ».
Ή επανάληψη τοϋ 13 υπονοεί τόν (έκ Δε­κατριών) Μυστικόν Δειπνον, στον όποιο δ Ίησοΰς προσήλθε έπί «πώλουδνον». Ή έλλ. λ. πώλος (ή -πουλος, στίς καταλήξεις τών σύγχρονων ονομάτων) σημαίνει, κατ' αντί­στροφη λογική ακολουθία: 1) πουλάρι (= νε-ογνόν όνου), 2) νεογνόν ζώου γενικώς, 3) άρα νεογνόν (άνθρώπινον). Στή δωρική (= λατινική) διάλεκτο ή λ. πώλος έγινε ρυ11υ$ καί σημαίνει: 1) πώλος, πουλάρι, 2) νεοσ­σός, όρνίθιον, 3) ιερά δρνις, άλεκτορίς (βλ. δμως: άλεκτρίς = 666), 4) βρέφος.
Σάν επίθετο ή λ. ρυΐΐιΐδ (καί ριιΐΐα, ριιΐΐιιιη) σημαίνει γενικώς τό μικρό, τό νεαρό (έπί ζώων). Κατά συνέπειαν τών ανωτέρω, συν­δυάζοντας τις συνδεόμενες έννοιες: 1) Απόλλων = άπόλλων = καταστροφή, όλε­θρος, 2) Άπόλλων = "Ηλιος = κυβερνήτης 5ου Οίκου, δηλ. Τεκνοποιίας καί 3) ριι11ιι$ = πώλος, βρέφος, είμαστε πλέον σέ θέση νά κατανοήσουμε τήν Ιστορική πραγματικότη­τα τών τά «φαιά φορούντων» προς τή ί. λ. ριιΐΐυπι (= φαιά έσθής) ή ρυΐΐα ίο£& (φαιόν ίμάτιον) ή ριιΐΐιΐδ γενικώς (= φαιός, ύπομέ-λας, πένθιμος) καί τήν έλλ. λ. πελιδνός -*■ πελειός (3) καί τά βαθύτερον φερόμενα, μυητικώς, στην ιστορία τοΰ 'Απουληϊου όνου. Ή Λπουλία (στά Ι. Αριι1ί&, σημερινή Ριΐξΐϊα, πρβλ. καί δημώδη ονομασία Πούλια γιά τις Πλειάδες) δέν φαίνεται νά έχη σχέση

"Απλωσε τό σκελετωμένο χέρι της καί τό ακούμπησε στό χέρι τοΰ βασιλιά. Μέ στριγγή φωνή μίλησε:
-  "Άκουσε, βασιλιά, καί σεις πολεμιστές...
-  'Ακοΰστε, γιατί τό πνεϋμα της ζωής μιλάει μέσα μου καί προφητεύω, προφητεύω... Αίμα! Αίμα! Ποτάμι τρέχει τό αίμα... Τό βλέπω... τό μυρί­ζω... τό γεύομαι, κι εΐναι γλυφό, κι δλο απλώνεται στή γη!
-  Βήματα, βήματα! Ακούγονται τά πατήματα των λευκών ανθρώπων, πού έρχονται από μακρυά...
-  Ή γή τρέμει! Τρέμει μπροστά στον Αφέντη της. Καί παντού τρέχει τό αίμα...
-Ξέρω τί γυρεύουν οΐ λευκοί άνθρωποι. Είμαι γρηά, μά τά βουνά εΐναι πιό γέρικα από μένα. Υπήρχαν λευκοί άνθρωποι έδώ, προτοϋ Ερθετε εσείς, καί θά ξανάρθουν, όταν έσεΐς δέν θά είστε πιά.
- Ποιόν γυρεύετε σεις οί λευκοί;
- Καί σύ ποιος είσαι; τί ζητάς; Βγάλε τή ζώνη σου, ΒΓΑΛΕ ΤΗ ΖΩΝΗ ΣΟΥ...
Μέσα σέ φοβερούς σπασμούς ή Γκάγκουλα κυλίστηκε αφρίζοντας στό χώμα...
Άπ' «Τ' άδαμαντωρνχεϊα τοϋΣολομώντα» τοϋΧένρνΡίντερ Χάγκαρ


μέ τή Μαδαύρα (στά Ρ. Μ&ά&ϋΐβ.) της Αφρικής, δπου γεννήθηκε ό Μέγας Άπου-λήί'ος ό επιλεγόμενος Πλατωνικός καί Σο­φιστής, ό συγγραφέας των Μεταμορφώσε­ων (ή 3$ίηυ$ αιιτευχ = χρυσούς δνος). Τό ανώτατο δμως Ιερατικό αξίωμα τοΰ συγ­γραφέως (δ&οετάοδ ρΓονίπααε) πρέπει νά μας προβληματίση γιά τό βάθος της σοβαρό­τητας τοΰ «όνου» του.
Ή Οίσις, ή υπάτη προσφορά τοΰ Αίματος τοΰ Κυρίου (5) ως «άντιλύτρον» αποκρυ­πτογραφείται μέσα άπ' τήν έννοια της Ρ.λ. Κοοί£&1ΐα (δπως αναφέρθηκε στην 1η παρά­γραφο τοΰ παρόντος Λόγου). Ό Κοΐπ£θ ή Έρυσίβιος, θεός αποτρόπαιος της έρυσίβης στους Ρωμαίους, πήρε τ' δνομά του άπ' τό ομώνυμο τριτόκλιτο ουσιαστικό γοοι^ο, πού σημαίνει: 1) τόν ιό τοΰ σιδήρου ή τοΰ χαλκοΰ, 2) τήν έρυσίβη (τοΰ σίτου), 3) τόν εύρώτα (= μούχλα). Ό Κύριος, μέσα άπ' τήν κατάσταση τοΰ Χρίστου (=κεχρισμένου δι' ελαίου) εκδηλώνει τήν ενέργεια τοΰ Ιάσο­νος ή Ίησοΰ (= θεράποντος Λόγου) μέσα άπ' τήν ουσία Του, τό δνομα Εμμανουήλ = ό Θε­ός έν ήμΧν (οί Εβραίοι τό μεταφράζουν: ό Θεός μεθ' ημών). Τό έν ήμΐν θείον, δηλ. τό θέον, τό αίμα, είναι τό υγρό, πού μεταφέρει τόν σίδηρο (Ρε = ίειτιιιτι στά Ρ.) ώς παράγο­ντα ζωής στά σωματικά Οργανα. Ό σίδηρος, όστρολογικώς, είναι τό μέταλλο τοΰ "Αρε­ως, πού, προκειμένου νά κυκλοφορήση στό σώμα, λαμβάνει μία υγρή μορφή, γίνεται δηλ. οπός, καλούμενος, ώς έκ τούτου, άρέο-πος ή άέροπος, προερχόμενος άπ' τήν ένω­ση τοΰ νΑρεως μέ τήν Αερόπη, κόρη τοΰ Κη-φέως (= κατασκευαστοΰ της κεφαλής). Ό "Αρης, ώς κυβερνήτης τοΰ ζωδίου τοΰ Κριοΰ, συμβολίζει τόν Κύριον ύπό τήν μορ-φήν τοΰ Άρνίου τοΰ Έσφαγμένου, ό δε Αντίχριστος ή Χξς' (= 666), καταδηλούμε-νος άπ' τήν εξίσωση
666=1310-644 = = ΑΝΘΡΩΠΟΣ - ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
δείχνει τήν ίωση, δηλ. εξασθένηση ή σκου­ριά τοΰ σθένους τοΰ Άνθρωπου, κι έτσι έχουμε:
1)  γο6ϊ§ο=Ιός (ή σκουριά ή σκωρία Ρε ή Οι)
2)  Γθβϊ£ο=έρυσίβη (=φοινεύς, παράσιτο τοΰ σίτου)
3)  γο&ι£ο=εύρώς (= μούχλα)
Ό σίδηρος (σάν μέταλλο), ό σίτος (σάν φυτό), ό κριός (σάν ζώο) είναι τά εννοιολο­γικά σύμβολα τοΰ Κυρίου ώς νοητοΰ Ηλίου


ή Σειρίου, έφ' δσον ό "Ηλιος, ώς κυβερνή­της τοΰ Λέοντος (5ου ζωδίου) είναι έν έξάρ-σει στον Κριό, πού κυβερνά τήν κάρα ή κε­φαλή. Έπί κεφαλής τοΰ όστερισμοΰ τοΰ
Ή παράσταση χοϋ ζωδίου τον Ταύρου (στά λ. ΤαιΐΓυ$) μέ μυητικά καί εποπτικά σύμβολα -σύνεργα- σέ δλα τά επίπεδα, Ό Κεστόςκαί ή Λυχνία σέ αντιστοιχία μέ τήν Ασπίδα καί τόν Ταϋρο ('Άπις -Μνεϋις). Οί περιστερές (ϋοΐυιηοαβ) έν έγρηγόρσει χατ' αντίθεσιν προς τόν "Αρην έν Κνωσσφ (πρβλ. Τάλων). Ό Δεϊμοςκαίό Φόβοςσέ αντιστοιχία μέτό Λυρι­κό (πρβλ,, μήνονρος τό πτηνόν) άνοιγμα των κεράτων (ημισέληνος). Τό μονόγραμμα πα­ραστατικό, κατά πολλούς, των φάσεων της Σε-λήνης)έξ ου καί ή Ισλαμική ημισέληνος). Εισαγωγική εορτή: 20 Απριλίου, Ζσκχαίον (=σακαίον) αποστόλου, άρχιτελώνον σέ συν­δυασμό μέ τό δεύτερο Οίκο (Ταύρος). Στό έργο ΕΙ αίτευΐο άβ 13 οοεΙΙα α~ε ρζίοπια, δπως περιγράφεται στό μυθιστόρημα «Ή αδελφότητα της φωτιάς» αντικατοπτρίζεται ή γιρλάντα άπό ρόδα (=τριαντάφυλλα, δπου 30 =ΘΗΒΑΙ=ΙΔΕΑΙ). Σημείωση: Ή φράση «Αά-μαλις τόν μόσχον ή Τεκοϋσα» (Χριστιανική Υμνολογία) δέν είναι άμεσα υφαντική άλλ' άποτελική συμβολική αναγωγή στην Ίσιδα μέσρ τον "Απιος θεοποιηθέντοςκατά τήν είσοδο στην Εποχή τον Ταύρου (οιγοβ 4.500 π.Χ.).


Κριοΰ στον ουρανό είναι τό ζεύγος των αστερισμών "Ανδρομέδας καί Π ερσέως(= Ηλίου), άπό πάνω τους δέ τό ζεύγος των αστερισμών Κηφέως & Κασσιόπης, πού ή «κόρη» του, ή Αερόπη, παράγει έκ τοΰ Άρε­ως τόν Άέροπον ή χυμόν σιδήρου, κι έτσι έχουμε:
ΡείΓΟ=κριός πέπων=Πέτρος Πέτρος ή Κηφάς=Κηφεύς=Άρης "Αρης = 9 καί Κηφας=729=9'
Ό Κηφεύς, καλούμενος δωρικώς Καφεύς, Ιδρύει τό Καφέως άστυ, δηλ. τήν Τεγέαν, δπου καταλήγει βασιλεύς δ Έχεμος, γιος τοΰ Αερόπου. Στον Αέροπο (τ. 11, σ. 7,2η στήλη, Κείμενο Εποπτείας) δόθηκε ή έννοια τοΰ Τέγειν, πού είναι ή ενέργεια γιά νά γίνη ή τεγέα, τό σκήνωμα, κατάλληλο γιά τήν πραγμάτωση της επικλήσεως «έλθέ καί σκή-νωσονέν ήμϊν». Τό ρ. τέγειν (= 373), Ισάριθ­μο της λ. Λόγος, αναφέρεται σαφώς στό ρ. λέγειν (= συνουσιάζεσθαι προς τεκνο-ποιΐαν), δθεν ή λεχώ προκύπτει δτι υπήρξε μιά Οεδδίοδ ή Ένεγκοΰσα (βλ. συμβολισμούς τοΰ ΡγβπΚ Ηειΐιειΐ στό έργο τού ϋυηε): ή Φέ­ρουσα είναι μία κυοφορούσα (-*■ φέρειν = βαστάζειν, ύποφέρειν, κυοφορεϊν) ή μιά βεατ (στά ελληνικά της Βρετανίας): αυτή πού βαστάζει ή φέρει ή υποφέρει ή κυοφο­ρεί, μία άρκτος, δηλ. μιά σύντροφος της Αρτέμιδος, θέας τοΰ τοκετού, αδελφής τού Απόλλωνος, θεοΰ, ώς Θορίου των παιδιών.
Κι αύτη ή άρκτος, ή άεροπική άνδρομέδα, άε ρΓοίυηάίδκράζουσα, «βοήν αγαθή» χαί «ένδεδυμένη τόν ηλιον» φέρεται έπί πτερύ­γων άνεμων υπεράνω τών υδάτων τοΰ κα­τακλυσμού...
Επεξηγηματικά αγάλια
1.   Οί άλλες σημαντικές γιορτές τών Κελτών ήσαν: τήν 1 η Φεβρουαρίου (μέ πλούσιες προ­σφορές -»προσοίσουσινώς Οίσις) ή'Ιμπόλκ, τήν 1η Αυγούστου (μέ αγώνες, νομοθετήσεις κ.λπ) ή Λουγκνάσαντ καί τήν 1 η Νοεμβρίου ή Σαμαΐν (= Ανακεφαλαίωση).
2.   Κατά τόν Παυσανία (β, 16. α, 34) ό Κρότω-πος, γιος του 'Αγήνορος, έφόνευσε τήν κόρη του Ψαμάθη (βλ. καί β, 19), επειδή απέκτησε νόθο άπ' τόν Απόλλωνα, τό δέ βρέφος, εξέθεσε μ' αποτέλεσμα αυτό νά καταφαγωθή άπ' τους κύ-νας. Ή προς τιμωρίαν τών Άργείων άποστα-λεΐσα Ποινή έφονεύθη ύπό τοΰ Κορνίβου, ό οποίος μετέφερε τόν τρίποδα, μέχρι πού τοϋ έπεσε στά Γεράνεια.
Βλ. καί πέλεια = περιστερά, έναντι πρβλ. προς Πληγάδας Πέτρας (Συμπληγάδες) μέσα
τών όποιων ή περιστερά όφ' ενός (=1ωνάς) καί ό Ιάσων κατ' άκολουθίαν (Άλντεμπαράν = α Ταυ) οδεύουν προς τό Χρυσόμαλον Δέρας (ση­μείωσε, άλλωστε, δτι: 1061 = ΑΠΟΛΛΩΝ = ΙΑ­ΣΩΝ = ΙΩΝΑΣ=ΝΑΥΤΙΛΟΣ).
4. Ή λ. ΟΙΣΙΣ = 4 90 υπάγεται στην ακόλουθη άριθμονραμματική εξίσωση: 490 = υη' = ΑΓΑ-ΚΛΕΙΤΟΝ = ΑΖΟΥΔΗ = ΑΘΕΜΙΤΟΓΑΜΙΑ = ΑΙΓΟΕΣΣΑ = ΑΙΝ0ΛΑΜΠΗΣ = ΑΙΣΙΟΔΟ­ΞΕΙΣ ΑΚΑΤΑΒΟΛΕΙΝ = ΑΚΙΝΑΣΗΣ = Α-ΚΡΟΜΑΝΗΣ = ΑΚΤΙΝΕΡΓΑ=ΑΛΑΛΗΤΟΝ = ΑΛΑΝΤΟΛΗ = ΑΛΑΟΣΚΟΠΙΗ = ΑΜΥΓΔΑ-ΛΑΙ = ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ = ΑΝΑΒΑΛΛΑΓΟΡΑΣ = ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑ = ΑΝΑΞΙΟΠ ΑΘΗΣ = ΑΝΕΥ-ΛΑΒΑ = ΑΝΘΟΡΝΙΣ = ΑΝΤΙΚ ΑΜ1ΝΗ = Α-ΝΤΙΚΝΗΜΙΑ = ΑΝΤΙΜΙΛΗΜΑ = ΑΠΑΣΗΣ = ΑΡΙΟΜΑΛΛΗΣ = ΑΡΝΗΤΙΚΑ «ΑΡΟΛΙΘΟΣ = ΑΣΑΠΗΣ = ΑΣΑΠΡΟΛΗ = ΑΣΗΜΟΠΟΙΪΑ = ΑΣΚΛΗΠΙΑΚΟΝ = ΒΗΣΣΟΙ = ΒΛΗΤΙΚΟΝ = ΒΟΗΣΙΣ = ΓΑΙΕΤΑΝΟΝ = ΔΑΓΚΑΝΙΑΡΙ-ΚΟΣ = ΔΕΝΤΡΑΚΙ = ΔΙΑΚΛΕΙΣΙΣ = ΔΙΑΡ-ΜΕΝΙ0Σ = ΔΙΚΕΝΤΡΑ=ΔΙΠΛ0ΚΕΡΑΜ10Ν = ΔΟΛΟΕΡΓΗΣ = ΔΟΞΟΠΟΙΕΟΜΑΙ = ΔΟ-ΤΕΙΡΑ = ΔΡΟΣΕΡΑΙ =ΔΡΟΣΕΡΙΑ = ΕΓΔΟ-ΤΗΡ = ΕΙΡΕΡΟΣ = ΕΚΒΛΗΤΕΟΝ = ΕΚΛΕ­ΚΤΙΚΟΙ = ΕΛΒΕΖΙΡΙΑΝΟΣ = ΕΛΙΚ ΑΝΔΡΟΣ = ΕΛΚΟΜΕΝΟΣ = ΕΛΛΑΝΟΔΙΚΟΣ = ΕΝ-ΔΙΑΤΡΙΒΗ = ΕΝΔΟΣΑΡΞ = ΕΝΙΖΗΣΙΣ = Ε-ΝΟΙΔΙΣΚΟΜΑΙ = ΕΞΑΝΔΡΟΣ = ΕΞΑΠΟΔΟΣ = ΕΠΕΣΠΟΝ = ΕΠΕ Υ = ΕΠΙΠΡΕΜΝΟΝ = Ε-ΡΕΝΝΙΟΣ = ΕΥΟΔΙΑ = ΖΥΓΟΙ = ΗΘΙΚΟΛΟ-ΓΟΣ = ΗΘΟΛΟΠΚΟΣ = ΗΛΑΚΑΤΙΟΝ = Η-ΛΙΟΒΟΛΟΣ = ΗΡΑΓΟΡΗΣ= ΗΡΟΔΗΛΟΣ = ΗΡΟΠ ΕΙΘΗΣ = ΘΑΣΙΟΣ = ΘΗΡΟΛΕΞΗΣ = ΘΙΑΣΟΣ = ΙΕΡΑΚΟΠΟΔΙΟΝ = ΙΠΠΟΔΕΣΜΑ = ΙΠΠΟΠΟΡ = ΙΣΙΟΣ = ΙΣΣΟΙ = ΚΑΓΚΕΛΛΑ-ΡΙΟΣ = ΚΑΘΟΜΟΙΟΣ = ΚΑΛΑΙΣΘΗΣΙΑ = ΚΑΛΛΙΕΘΕΙΡΟΣ = ΚΑΛΛΙΠΕΔΙΛΟΣ = ΚΑ-ΜΠΙΑΤΙΚΗ = ΚΑΠΝΙΚ ΑΡΗΣ = ΚΑΣΣΙΑΝΗ = ΚΑΤΑΔΗΛΕΟΜΑΙ = ΚΑΤΑΛΗΘΟΜΑΙ
ΚΑΤΑΜΟΝΗ = ΚΑΤΑΝΟΜΗ = ΚΕΝΤΡΑΔΙ = ΚΗΡΟΠΑΓΗΣ = ΚΛΕ1ΝΑΓΟΡΑΣ = ΚΟΛΛΕ-ΚΤΙΔΑ = ΚΟΡΙΚΟΣ = ΚΟΣΚΙΝΟΝ = ΚΟΥ = ΚΡΙΘΟΠΟΜΠ ΙΑ = ΚΡΙΜΝΟΣ = ΚΡΟΚΙΟΣ = ΚΥΒΗ Ξ = ΚΥΙΞ = Κ ΥΝΘΙΑ = ΛΑΣΙΟΘΡ1Ξ = ΛΑΤΟΜΗΜΑ = ΛΕΠΕΡΟΣ = ΛΕΠΡΕΟΣ = ΛΕΥΚΑΓΚΑΘΑ = ΛΙΝΟΞΟΣ = ΛΟΚΡΟΣ = ΛΥΞ = ΜΑΓΕΥΜΑ = ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ = ΜΑΣΣΗΜΑ = ΜΕΛΑΝΔΟΚΟΣ = ΜΕΛΙ-ΣΠΟΝΔΑ = ΜΙΚΤΟΝ = ΜΙΝΚΡΟΣ = Μ1ΣΘΑ-ΡΙΟΝ = ΜΙΤΙΝΟΙ = ΜΟΛΠΟΣ = ΜΟΝΟΔΕ-ΣΜΙΑ = ΜΟΡΙΟΣ = ΝΑΣΑΡΗΝΟΙ = ΝΕΟΚΟ-ΜΕΙΣΘΑΙ = ΝΗΚΤΟΓΑΛΗ = ΝΟΜΙΣΟΝ = ΝΟΝΝΟΣ = ΞΕΝΑΓΟΡΑΣ = ΟΙΣΘΑΣ = ΟΙΣΙΣ = ΟΛΙΣΘΑΝΟΝ=ΟΜΑΔΕΡΟΣ = ΟΜΟΛΟίΣ = ΟΡΚΙΚΟΣ = ΟΡΜΑΘΟΣ = ΟΥΚ = ΠΑΝΕΝΔΙ-ΚΟΣ = ΠΑΡΑΛΗΞΙΣ = Π ΑΡΘΙΚΟΣ = Π ΑΡΟΡ-ΘΙΟΝ = ΠΕΝΘΗΤΙΚΗ = ΠΕΝΤΕΛΙΘΑ = Π Ε-ΡΙΟΙΚΟΔΟΜ1Α = ΠΕΡΙΠΑΘΕΣ = ΠΕΡΠΕ-ΡΟΝ = ΠΙΝΝΙΚΟΣ = ΠΛΟΜΟΣ = ΠΟΙΚΙΛΟΣ = Π0ΛΛΙ0Σ = ΠΡ0Α1ΘΡ0Ν = ΠΡ0ΒΛΗΣ = ΠΡΟΚΛΙΝΙΟΝ = ΠΡΟΝΟΟΝ = ΠΥΘΑ = ΡΑ-ΠΑΤΗ = ΡΙΝΑΝΘΟΣ = ΣΕΛΑΓΙΣΜΑ = ΣΙΡ-ΒΗΝΟΝ-ΣΚΕΠΕΙΝΟΝ = ΣΚΙΝΙΣ = ΣΚΟΣ = ΣΜΙΚΡΟΝ = ΣΜΙΛΙΣ = ΣΟΛΟΜΟΙ = ΤΑΡΑΚΙΝΗ = ΤΙΞΟΝ = ΤΟΜΟΙ = ΥΙΟΙ = ΥΜΜΙ.
Οι τύποι της Δημοτικής Κολλεκτίδα, Μπιρσί-μιήΜπρισίμι, Μπρος καί Προνόμιο δίνουν επίσης τόν αριθμό 4 90

.5.Βασικός λόγος ημών τών ορθοδόξων που κοινωνουν μόνο τήν όστια......

"——Γ*"*"*—■

ΛΟΓΟΣ Δ' 
ΠΕΡΙ ΗΣΙΔΟΣ.....[ΤΑ ΜΥΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ]

Τοϋ Παύλου Κυράγγελου
•Ή δέ Ήσις ηδονή έσχί, δπερ Εδέμ [=Εύεη] οί Ο' έγραψαν. Ή γάρ ηδονή ή Εδέμ έσχίν ήσις ή
χρυφή, εν κάπω (εϊχα δέ κήπω) χρυφής χρεφομένη καί χρεπομένη, δήλον δέ καί χερπομένη δαιχί
παρημένη.
«Καί έφύτευσε ό Θεός παράδεισον εν Εδέμ κατά ανατολάς» [Γεν. Β', 8], ό δέ παράδεισος χής
χρυφής γάνος καλείται, εν ώ ή γανά έποιήθη. Κάλλους δέ μέσχής γενομένη (εκ γάρ χου κάλου ή
κασχοΰ ώκοδομήθη), κάλλος ή γάνος εκλήθη, εις δ καχά κλίσιν (ή πλευράν) έκλείσθη, διά χήν
κλυσιν: ό γάρ «ποταμός εκπορεύεται έξ Εδέμ ποτίζειν τόν Παράδεισον» [Γεν.Β', 10], δτι ή πόσις
χόν πόσιν ποιεί, εστί δ' ή πόσις έν τή_ βύνη.
•Ή γάρ βύνη θάλασσαν δηλοϊ, ή δέ θάλασσα ή Τηθύς (ήν Όμόρκην Χαλδαΐοι καλοΰσιν) έσχη
Ύσις καί Δήμητρα, ής ή υς αφόρισμά εστί, Μά Γα έξ αρχής καί διά χάς άπαρχάς, δχι «χουν άπό
τΏζ Υ*ίς επΛασεν ό Θεός τόν άνθρωπον» [Γεν. Β', 7] καί ή βύνη (πόσις) εις βύνην τρέπεται, ο εστίν
γάνωμα (χανούμη ή γανά), ό καρπός του γάνου. Καλοϋσι δέ τόν μετάλλου γάνον ϊδην, άφ' ής
Ζήνα γενέσθαι μυθεύουσιν.
•Τόν γάρ τήν ϊδην ιδόνχα ϊσμεν πώς καί Τδακα καλοϋσι, δχι έξ Ίδάκης όρμηθέντα ές Τροίην
(=υν) Όδυσσέα κικλήσκουσι: δτι ό Τθαξ (ή Ίθάς), δν Προμηθέα έκάλεσαν διά τό τά πάντα δι'
αυχοΰ προμηθεύεσθαι, ές Σίικυώνα εκ τοϋ χοός ανθρώπους έποίει* καί ό ποχαμός ό τρίτος, ό Τί-
γρις, δ εστί Θεού Πύλη ή Βαβυλών, «προπορευόμενος κατένανχι Άσσυρίων», έπόχιζε χήν Πελο-
πόννησον, ήν ' Απίαν πρόχερον έκάλουν.
«Ό δέ όφις ίρν ψρονιμώτατος πάντων των θηρίων των επί τΐχς γή,ς»-
Κυράγγελου: Κείμενα Έποπχείας
Στον Λόγο Α' (Αέροπος, τ. 9ο, σ. 8η στ. β') έγινε μιά πρώτη αναφορά (διάβαζε νύξη - νύσσειν, πρβλ. Διόνυσον- Νύ-σαν=νϋσαν=δένδρον) γιά τά Πάθη τοΰ Λί­νου, προοιμιακώς προς τόν (ϋμνον) Αΐλι-νον. Ή γραμματαριθμική εξίσωση ΛΙΝΟΣ=360 υπονοεί τό σύνολον των μοιρών τοϋ Ζωδιακού (360=τξ καί 361 =τξα'=ΣΑΡΞ), πού διατρέχει ό Λίνος ή Λεί-νος (=365, σέ μέρες), ως συμβολισμός ηλιακής ενέργειας η θεότητος (όπου θεός -θέειν=τρέχειν), κατά τόν άποσυμβολισμό της γαμήλιας ιδιότητος τοϋ Ήλιου ή (Θορί-ου) Απόλλωνος, ως κυβερνήτου τοϋ 5 ου οίκου (σέ αντιστοιχία προς τό 5ο ζώδιο, δηλ. τοϋ Λέοντος, οίκίας τοΰ Ηλίου), κατά τήν περιγραφή (κυρίως) της συσχετίσεως τοΰ ζεύγους Σαμψών - Δαλιδά (βλ. σχετικές παρατηρήσεις μου στό Λόγο Α', στον Αέ­ροπο, τ.9, σ. 8, στήλη γ' καί στό Λόγο Β', στον Αέροπο, τ. 11, σ. 6, στήλη γ'). Στον αριθμό 360 (όπως μεταφράζεται τό όνομα τοΰ Λίνου) αναφέρονται (κατ1 αλφαβητική σειρά) ορισμένες λέξεις, πού επεξηγούν τήν έννοια τοΰ υφαντικού αύτοϋ ύλικοϋ, μέ λειτουργικό τρόπο, πού συλλαμβάνει τη «σκιά» ή πέρασμα της Θεί­ας Ύφάνσεως σέ τέτοιο βαθμό προσληψι-μότητας άπ' τόν ανθρώπινο εγκέφαλο, ώστε ή ις (=κλωστή) καί ή ις (=δύναμη) νά πιστοποιοϋν τήν παρουσία της (της θείας Ύφάνσεως) μέ τήν μορφή της "Ισιδος, ή οποίαώςύσις(βλ. Άέροπον,τ. 11,σ. 8 προς 9) παρέχει τήν οΐσιν (βλ. Αέροπος, τ.


14, σ. 28 & 30, στήλη α"). Ή λέξη αίολόθριξ (Ε. αείοιίιηχ = 360) ανα­φέρεται τυπικώς σέ συγκεκριμένο έντομο (πού ζή κυρίως στά άνθη), ουσιαστικώς όμως εΐναι μιά σύνθεση τών λέξεων αϊολος (=άνεμος) καί θρίξ (=τρίχα), πού σημαίνει «φτερό στον άνεμο» (κατά λέ ξη : τρίχα στον άνεμο) καί μας συνδέει αμέσως μέ τήν Άράχνην (άντίπαλον της - Εργάνης -Αθηνάς ή ΜίηείΎ&ε), όπως ήδη αναφέρθη­κε στον Λόγον Α' (βλ. Άέροπον, τ. 9ο, σ. 6 έπ) καί κατωτέρω αναλύεται σάν πέταγμα τών αραχνών μέ τήν ονομασία «Ιστός της Παρθένου».
Τά άεροβατικά φυτά στην έρημο, δπως τό 5&1501& Καΐί (είδος άγριου σπανακιοϋ), δί­νουν μιά συναρπαστική εικόνα (-άρπυια= έξαΐρονπνεϋμα=άνεμοστρόβιλος, βλ. & Ιεζεκιήλ Α' 1, έπ.) της αιολικής ενεργείας πάνω στην (φυτική) τρίχα, όπως φαίνεται καί στό Ρόδον τής Ίεριχοΰς (ή δη&δΐ&Ιΐο& ΗϊεΓοοΗυηϊΐίοα επιστημονικώς δηλαδή στά Ε.), είδος σιναπιοΰ (επίσης αεροβάτην). Προσέξτε τόν κόκκον σινάπεως έδώ (Ματθ. ΙΖ',20καί Λουκ. ΙΖ', 6): ήπίστις (στή συγκεκριμένη περίπτωση) δέν «μεθι-στάνει δρη»άλλά «μεθιστάνει (εις τά) δρη» τόν (πιστόν) κόκκον (&η&$ΐ&ίκ&). Ό Ιη­σούς, ώς Μέγας Ίήσων (=Ίητρός=Θερα-πευτής) αναφέρεται καί έδώ σέ ένα φάρμα­κο (=Ιαμα = 52=ΑΙΜΑ), γνωστό καί στην παλαιότερη εποχή μέ τή μορφή τών σιναπι-σμών, άλλα μέ μετάθεση τής χρίσεώς του (δηλ. απάλειψη τής χρήσεως του): τά φάρ-


μακα, πράγματι, διακρίνονται σέ χριστά, πιστά καί βρώσιμα καί έδώ (Ματθ. ΙΖ' 20 καί Λουκ. ΙΖ, 6) ό Ιησούς (=ό ιατρός), ό Μάρτυς ό Πιστός (=πόσιμος, έφ' όσονιαμα =52 = αίμα) μιλάει γιά τόν πιστόν (=πόσι-μον) κόκκον (=χαπάκι, καταπότιον), δηλ. τό σινάπι (ή νάπυ βλ. καί η&ρ3=σκορπιός), ένώ ό "Ιδιος (δηλ. ό Χριστός) είναι χριστόν (φάρμακον), δηλ. ελαιον έλαίας (βλ. έννοι­ας Ε 1 ρα1ΐ85 στον Λόγον Β', Αέροπον, τ. 11, σελ. 6, στ. β'), Ιδίως κατά τό Μυστήριον τοϋ Εύχελαίου (Ιακώβου Επιστολή, Ε', 14) Ή λ. άνθικός (=360=6 ανήκων ή αναφερό­μενος στην άνθη ή στά άνθη) αναφέρεται (μετά τήν άναλυθεΐσα έννοια «αίολόθριξ») στην άνθη (=πτεροφϋΐα) ή τουλ. στά άνθη, τόπον κατοικίας τοϋ εντόμου «αίολό-θριξ»,Έ διακλάδωσις τών ανθέων (άλλα καί κάθε «φυτικής» μορφής) μας δίνει τή λέξη «άρθροκλαδίδαι» πον αναφέρεται στή διακλάδωση τών γραμμών τοΰ Χάους (κατά τήν σταθερά τοϋ Ρεϊβεηο&υττι), Οπως τή συσχέτισα πρόσφατα μέ τή διπλή έννοια Γ&Π1115 - Ι3ΐτιιι1ιΐδ (κλάδος - κλαδίσκος στά V) προς τή Κειηιι$ - Κειτιιιΐιΐδ (=Ρώμος - Ρωμύ­λος στά Ι) ύπό τήν σκιά τής Κιιπιΐη&Ι (κε­ντρικής - πρό τοΰ Καπιτωλίου - συκής τής Ρώμης).
Ή μετά ταύτα λ.«βαμβακοειδές» (=εΙδος βάμβακος ή «αυτό πού μοιάζει μέβαμβά-κι»;μάς οδηγεί σέ μία άλλη φυτική Ινα, πα­ρά τίς επιφυλάξεις τής "Ιριδος Τζαχίλη γιά τίς «ελλείπουσες Ινες», (βλ. σελ. 34 έπ. στό βιβλίο της «Υφαντική καί υφάντρες στό
Παραθέτω τό παραμύθι (Κυριακίδου - Νέστορος 1965,9): «Τό λινάρι ήτανε καλούτσικο παιδάκι άμά πολύ άσίγιστο. Της μάνας του ή ψυχή έβγαινε ολημέρα νά τό φωνάζει, νά τό δρμηνέβει καί νά τό παρακαλεί νά κάτσει καλά, καί νά την άφήκει νά ξεζάλιστεϊ κομματάκι τό κεφάλι της. Μιά μέρα τήν έφερε πιά Ισαμ'έδώ, καί τό καταρίσκε: - "Ετσι πού ξεσήκωσες τήνκαρδιά μου, νά σέ ξεση­κώσει ό Θεγός άπ' τόν κόσμο, νά μη σέβλέπουνε τά μάτια μου. Νά σέ κάμει λουλούδι νάβουβαθεϊ τό στόμα σου, νά μη σ' άκούγω. "Οπως μέ ξέρανες τό λάρυγγα νά σέ φωνάζω, έτσι νά ξεραίνεσαι στό ποδάρι. "Οπως ξερίζωσες τά μαλ?αά μου, έτσι νά σέ ξεριζω­θούνε. "Οπωςβουτήχτηκα μεσ' τόν Ιδρο νά σέ κυνηγάω, ετς νά σέ βουτάνε στό νερό. "Οπωςβαροϋνε τά μελίγκια μου από τόν κομμό μου, έτσι νά σέ βαρούνε καί νά σέ μελιγκάνε. "Οπως μάλλιασε ή γλώσσα μου νά σέ λέγω, έτσι νά στουπιάσεις καί νά γίνεις κλωστές. Μόλις τό είπε καί έγινε. Γιατί της μάνας πιάνει ή ευκή, πιάνει καί ή κατάρα. Άπό τότε τό λινάρι τόβγάζουνε άπ'τό χωράφι καί τό βαρούνε, τό βγάζουνε άπό τό νερό καί τό βαρούνε, τό μελίγκράνε καί τό βαρούνε, τό λαναρίζουνε καί τό βαρούνε, ώσπου νά γίνει στουπί καταπώς τό καταρίσκε ή μάνα του».
(Άπό τό βιβλίο της νΙρις Τζαχίλη «Υφαντική καί υφάντρες στό προϊστορικό ΑίγαΙο. 2.000 -1.000π.Χ.» Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 1997).

προ ιστορικό Α Ιγαϊο», 1997 τοϋ Παν/μίου Κρήτης). Ή λ. βαμβακίς (=μάγισσα) μπο­ρεί νά μας δίνη μιά κάποια σύνδεση μέ τή Ε.λ. ρ&ΐεα (=άχυρα), τή γιορτή των Παλη-λίων καί τό ρ&ΙΙΐυιτι των ρωμαιοκαθολικών επισκόπων, δπως τά ανέλυσα, συνδυασμέ­να στό Λόγο Β' (βλ. Αέροπος, τ.11, σ. 6, στήλη α').
Οι λ. δέματι (δοτική τοϋ οργάνου) ή δεμάτι (στη δημοτική) καί δεσμιδοειδή (=360) δεί­χνουν τους ίούλους της Ούλίας Δήμητρας μέ τό Δρέπανον (γενέτειρα της 'Αγ. Ελέ­νης), δπως αποτυπώθηκαν στή σημαία της (πρώην) ϋδδΚ, μέσω τοϋ γάμου τοϋ "Ιλιτς Ούλιάνοβιτς Λένιν μέ τήν Κρουπσκάγια (=κόρη τοϋ Κρωπίου ή δρέπανου ή των Κηιρρ, άπ' τήν Βέρθα των Ναζί μέχρι τά ναυπηγεία Έλευσΐνος, δπου ή Δημήτηρ «έγέλασεν».). Αυτά τά (έν) δέματι (=360) δεσμιδοειδή (=360) συλλέγονται πράγματι μέ τό Δρέπανον (=360), όπως ήδη τό άνέφε-ρα παραπάνω, τόπον καταγωγής της Ωραίας Ελένης καί τοϋ Έλένου (=360) ή της Αγίας Ελένης καί τοϋ (Άγιου) Έλέ­νου ή Σέλμου (κατά τους Καθολικούς). Ή ίστοοία επαναλαμβάνεται "Αλλως, ή (πλαστή) επανάληψη ιιυθολο-γεΐται
Καί οί Λαοί, πάντα οδηγούνται στην Κου-ρά
ΟΙ δε Όδηνοί τους, πάντα, δένονται στην Πυρά,
Αυτό τό Δρέπανον, στην φυτική Ινα, ή ενέργεια δρέπειν, (254) γίνεται Κοΰρος (=860=κουρά) ή Τιλμός (=650) στή ζωϊκή ΐνα, στό κούρεμα τοϋ προβάτου, Έτσι ή Τς ή είς, σέ πληθυντικό («έν τή ενώσει ή Ιογύς») γίνεται Ις (=δύναμις), πού σήμαι-νε, βέβαια, τήν οικονομική δύναμη (=όγρο-τική οικονομία), κατ' αρχάς, στίς αρχαίες (=άρχικές) κοινωνίες. Ή γενική έννοια της αθροίσεως ή συλλογής, άπ' τό ρ. λέγειν (πρβλ. καί λογία =Ιρανος=μάζεμα χρημά­των, & λέσχη=μάζεμα ανδρών ή λόχος =μάζεμα στρατιωτών) μάς δίνει γρήγορα τήν ειδική έννοια τής συναθροίσεως ή συ-νευρέσεως (εοϊιιΐδ στα Υ) άπ' τό ρήμα λέ­γειν, κατά τήν ακόλουθη αλφαβητική (άλλα καί Ιστορική) λειτουργικότητα τοϋ Λέοντος ως θουρίου Απόλλωνος;
Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΙΣΩΣΙΣ ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ
1) λίκνον (=κρεβάτι) 2)άλοχος μνηστή (=σύζυγος) 3)λαγνεία (=έρωτική επιθυμία) 4) ληκώ ή Ι_ϊιΐβ&τη (=πέος) 5)λαγνεία(=ύσις)
6) λαγόνες (=περιέχουσαιτήν λεκάνην) 7)λεκάνη (=ή περιέχουσα τήν μήτραν) 8) λέγνον (=χείλη τής μήτρας) 9)λόγος(=τό τέκνον) 10) λεχώνα (=ή τεκοΰσα) αντίθετο ή χελώνη, είτα & Ι^υγ 11 )λαγωός (=πολύτοκον ζώον) πρβλ. κόνι-κλος ή κουνέλι - ουηηιΐδ = γυναικεϊον αΐδοϊον (Ε)
12) λίκνον (=κούνια τοϋπαιδιοϋ) Αυτή ή ωριμότητα, τό «πέπον» τοϋ πράγ­ματος ή τό «μέλαν»τοϋ λίθου τής άλχημι-στικής εργασίας (βλ. καί στην Ίλιάδα, Α', 47: «όδ'ήϊε νυκτί έοικώς») δείχνει τήν εργασία τοϋ άπόλλωνος Ηλίου, ό όποιος, κατά τήν τέλεσιν τοϋ έργου, δρέπει (ώς δρέπανον = 360) τόν καρπόν προς δόρπον (άπόλλυσι, κατάτό «νϋνάπολύοις>τοϋ Συμεών), εκπέμποντας ταυτοχρόνως, ώς (άγιος) Σέλμος (=Έλενος) τήν ακτινοβο­λία του μέχρι τοϋ Λυχναρίου τής Δωδώ­νης, δπου ή Μυρτάλη (=879=ΜΗ ΚΑΘΑΡΟΝ ΠΥΡ) μετατρέπεται σέ Όλυ-μπιάδα ή Όλυμπίας (γενική κτητική = ΚΑΘΑΡΟΝ Π ΥΡ=831), κατά τήν πυραμι­δική ανάλυση τής μυητικής διαδικασίας:
879=ΜΥΡΤΑΛΗ=ΜΗ ΚΑΘΑΡΟΝ ΠΥΡ
831=ΟΛΥΜΠ1ΑΣ=ΚΑΘΑΡΟΝ ΠΥΡ
931=Π ΥΡΑΜΙΣ=Π ΥΡ (ή Π ΥΡΟΣ) +άμ
Ή συγκέντρωση τοϋπυροΰ (=σίτου) ή τοϋ πυρός (=φωτιάς) γραμμικώς στό σχήμα

τής πυραμίδας καί ένεργειακώς στό χώρο τοϋ Λέοντος δείχνει τήν καθαρτική (άπό + λούω) ενέργεια τοϋ Άπόλλωνος στό χώρο δυνάμεως του (ή έξάρσεως, κατά τήν αστρολογική ορολογία -εχ&ΐΐ&ίίο στά Ε), στον Κριό, δπου, δπως είδαμε στό Λόγο Γ (βλ. Άέροπον, τ. 14, σ. 29) δ Έρυσίβιος ή ΚοΜβο αναφέρεται γενικά στον εύρώτα (=μούχλα) καί ειδικότερα στό παράσιτο τοϋ σταριού (=πυροΰ) καί στή σκουριά τοϋ χαλκού καί τοϋ σιδήρου. Ή μετατροπή τοϋ 879 σέ 831 (μέ τήν αφαίρεση τοϋ 48=ΜΗ) αναφέρεται στην παραβολή τοϋ σίτου καί τής ήρας (=ζιζάνιον) στό Ευαγγέλιο δπου ό Κύριος ζητά [Ματθ. ΙΓ, 30: «συλλέξατε πρώτον τά ζιζάνια...»] νά αφεθούν μαζί, μέχρι τό θερισμό (άρα τοϋ δρέπανου), οπό­τε καί θά διαχωρισθοϋν «ή ήρα άπ' τό στά­ρι». Ή αφαίρεση τής ήρας δείχνει τήν από­θεση (απόρριψη) των περιττών (ή περιττω­μάτων, κατά τή διαδικασία τοϋ έντερου), δηλ. τοϋ πλούτου πού άναφέρεταισάν κύ­ριο εμπόδιο εΙσόδου στή «Βασιλεία των Ουρανών» (ή Αιώνιον Βασιλείαν=χώρον τοϋ Παιδός ή Αιώνος καθ' Ήράκλειτον), κατά τήν ευαγγελική διατύπωση: «εύκο-πώτερον εστί κάμηλον διά τρυμαλιάς ρα-φίδος είσελθεΐνήπλούσιονείς τήν βασιλεί­αν των ουρανών είσελθεϊν»: ή διόρθωση τής λ. κάμηλος (=καμήλα) σέ κάμιλος (=χο-ντρό σκοινί άπό τρίχα καμήλας) δείχνει τό κρίσιμο σημείο τής θείας ύφάνσεως, πού είναι ή διέλευση άπ' τήν τρύπα τής βελόνας («τρυμαλιά ραφίδος»). Είναι σαφές έδώ δτι ή διέλευση {«είσελθεϊν» = 324) απαιτεί, πέρα άπ' τήν ύπαρξη τής κλωστής (=1νός=ΐς), τρία εΙσέτι στοιχεία:
1) τήν ύπαρξη τής Πύλης
2)τήν κίνηση προς τήν Πύλη
3) τό Οχημα (βελόνα) γιά τήν Πύλη
Ή Πύλη (πυλαία φλέψ στό σαρκικό φορέα) ΐσταται πρό τής κινήσεως τών μονοσακχα­ριτών (άπό τό έντερο προς τό ήπαρ), πού μέσα άπ' τήν συστατική επιστολή τών ένζυ­μων (πρωτεϊνών), πού δρουν σά βελόνες (ακρίδες), προκειμένου τό «μέλι άγριον», νά άπορροφηθή άπό τό ήπαρ καί ακολού­θως νά διανεμηθή στά «πεινώντα τήν δι-καιοσύνην» όργανα (άφοΰ Νέμεσις - νέ-μειν-νομή).
Ή έννοια τής καμήλας διευκρινίζεται άπ' τό «εβραϊκό»γράμμα (3ο) γκιμέλ πού ση­μαίνει κατ' άλλους τήν καμήλα απλώς, κατ'
άλλους τό φόρτωμα (φορτίον ή άχθος, βλ. λοιπόν ΑΧΘΟΗΣ = 888 = ΙΗΣΟΥΣ)τής καμή­λας, τό πλήρωμα (=γέμισμα) της «φορτώσεως», άρα καί, κατ' άλλους, τό σύνολο των υπηρετών τοϋ Ναοϋ, κατά την ακόλουθη αναλυτική ερμηνεία τοΰ Ορου «κάμηλος»:
Γ ή Γκίμελ ή κάμηλος: 1) Έξωτερικώς: καμήλα, ζώον μεταφοράς
2)Μεσωτερικώς: μεταφερόμε-νον φόρτωμα
3)Έσωτερικώς: τό πλήρωμα τοΰ Ναοϋ.
Ή γαμήλια, όπως προανέφε­ρα, έννοια τοϋ Ηλίου (ως κυ-βερνήτου καί τοΰ 5ου οίκου τεκνοποιίας) δείχνει τήν ετυ­μολογία της Τ.λ.οαιτπΙΙίτών παιδιών, πού βοηθοϋσαν στή Ρώμη τους Ιερείς (κυρίως στίς γαμήλιες τελετές), άλλα καί τήν ονομασία Αγγιε Τεταδίι ΟιτηΚ&ιτπ (=Ούρανός Λάμπων γιά δλα τά Κεατϋ) της Θεάς τοϋ "Ηλιου στους Ιάπωνες, οπού τά δημιουργικά πνεύματα (Κ&γτίϊ) είναι σαφές πώς εξέρ­χονται (σάν δρος) άπ' τήν Πα-λαιοελληνική (καί σύγχρονη) λ. Κάμινος (391), πού σημαίνει βέβαια καί τήν νυφική παστάδα (βλ. άλλωστε καί Καπια 5υΐΓ& = τοΰ Έρωτος τό βιβλίο, στά σανσκριτικά -καΰμα - καίειν).
Ό άγιος των σπυρίδων (πλεκτών καλα­θιών ή έλενών), ό Κύπρου Σπυρίδων (μετέ­πειτα Φαιάκων, δπου καί βασιλεύς ό Αλκί­νοος = δύναμις της φαιάς ουσίας) εΐναι ακριβώς ένας Τριμυθοϋντος (=δ Είς Μΰθος τών Τριών), δπως αναφέρεται στό Κείμενο Εποπτείας Ι (σ.ση. στό τ. 11 τοΰ Αέροπου) καί δπως συμβολίζεται στό Κεί­μενο Εποπτείας II (σ.7 στό τ. 11 τοΰ Αέρο­που): κρατώντας στό χέρι του τόν κέραμον (πρβλ. ΟεΓ£5 =Δήμητρα, Ε) τόν αναλύει σέ πηλό(γή), νερό καί πϋρ, μέ τήν επίκληση τοϋ Πνεύματος. Ή αναφερομένη συσχέτι­ση τοΰ Κειμένου Εποπτείας Ι καί II μετα­φέρεται, μέσω της Άραχνοειδοΰς Μήνιγ­γος, στην κατασκευαστική φόρμα τών 3 μη­νίγγων τοϋ εγκεφάλου καί στό φορμαλισμό σκέψεως, πού επιβάλλουν στό Τετράποδο, μέχρις δτουκατατροπωθή δ Άντίνοος (δ αρχηγός τών μνηστήρων της Πηνελόπης ή Αράχνης, της «ές πήν» γυναικός) καί άνορθωθή σέ δίποδο, κατά τό λογικό σχήμα τοΰ αρχαίου αινίγματος: Τί εστίν, δ μίαν έχον φωνήν, τετράπουνκαί δίπουνκαί τρίπουν γίνεται; [Ή απλή απάντηση, κατ' έμέ, δπως τήν έδω­σα παλιότερα στό περ. ΤΟ ΑΥΡΙΟ, είναι δ αριθμός 423. σέ αντιστοιχία μέ τόν αριθμό 666, στό ΙΓ καί ΙΖ' της Άποκαλύψεως]. Ό καλιφορνέζικος δρος «γκόσαμερ», άπό παληά γαλλική έκφραση, πού σημαίνει «πέ-


Ή παράσταση τοϋ ζωδίου τον Λέοντος (στά Ε. Εϋο) μέ μυητικά καί εποπτικά σύμβολα - σύνερ­γα σέ δλα τά επίπεδα. Τό ηλιοτρόπιο καί τό λιο­ντάρι σέ αντιστοιχία μέ τόν Λέοντα καί τόν Ηρακλή (πρίν απόκτηση τήν λεοντή). Τό καββα-λιστικό ΚβίΙιβΓ σέ αντιστοιχία μέ τό $3Λ2$ι*3Γ3 ΡΒάΐΏΒίίιβηΒ (=Χιλιοπέταλο Λωτό) στόΒρέγμα

ή "Αβραάμ (=144=122=ΘΕΙΟΝ) καί σέ αναλο­γία μέ τό ΜαΙΙίυΙΙ) (=Βασιλεία), σέ αντιστοιχία μέ τόν τροχό (εΙια&Γα) Σβαντισθάνα στην Ελευ­σίνα, επί τοϋ Κόκκν/ος ή 'ϊεροϋ Όστοϋ. Τό μο­νόγραμμα κατ'όπομίμησιν της καρικατούρας τοϋ λιονταριού, άλλως τής Λοξώσεως τής Εκλειπτικής, επί τής άσπίδος (7 δέρματα προς 7 σειρές τών μαλλιών τοϋΣαμ-ψών ή Σειρίου = Ήλιου) Πρβλ. καί Ν. 405 (ασπίδα πάντοτ' εΐσην) στον "Ομηρο. Εισαγωγική εορτή: 20 Ιουλίου τοϋ (προφήτου=μάντη) Ήλιου (Έλι-γιά στά έβρ. δηλ. «Άνθρωπου τοϋ θεοϋ Ηλίου» (γενική κτητική), έπί τοϋ όρους Καρμήλου (κε­φάλι τοΰ Κριοϋ, ή δύναμη · έξαρση τοϋ Ηλίου). Βλ. ξανά τη φράση (δπως στόΛόγον Α') «γυνή ένδεδνμένη τόν ήλιον» ('Αποκάλ. ΙΒ'έπ.) σέ ερμηνευτική συσχέτιση μέ τήν ονομασία «λέ­γων» (=σννουσιαζόμενος προς τεκνοποιΐαν), πού προτείνω αντί τον εξωτερικού δρον «λέων» καί τήν άριθμογραμματική εξίσωση ΛΕΓΩΝ= 888 = 1ΗΣΟΥΣ
Τό τρισήλιον (3 φοίνικες) δήλον Οπισθεν τοϋ Απόλλωνος μέ τήΛύρα (α Εγτ ή Άπηξ). Ή αντι­στοιχία τοϋ νέμους (=ϊλιον = Τγο]β) προς τήν Νέμεσιν (=δικαιοσύνην) μέσα άπό τόΝόμο (πε­ριεχόμενο τοϋ 5ου Οίκον - 5ου ΖωδίονΛέοντος), πού αναφέρεται στον όρο «δίπλακα θεσμόν» (καί όχι δύο πλάκες 10 εντολών) κρυπτογρα­φείται ως εξής στον "Ομηρο:
ή δέ μέγα Ίστόν ϋφαινεν δίπλακα πορφνρέην, πολέαςδ' ένέπασσεν άέθλους
Τρώων θ' Ίπποδάμωνκαί Αχαιών χαλκοχιτώ-
νων (Ίλ. Γ, 125, πρόςΠρωτεναγγέλιον Ιακώβου, Χ)

πλο τής Παναγίας» (ή καί «Ιστόν τής Παρθένου», βλ. καί περί αραχνών στό λεξικό Π. Δρανδάκη) σημαίνει τό σύνο­λο τών αραχνών, πού τήν άνοι-η καί τό φθινόπωρο, κάτω άπό μιά τεχνική ειδικής θέσε­ως σέ συνδυασμό μέ τό νήμα τους, 'ίπτανται (βεβαίως κατά βούλησιν, ως προς τό ΰψος καί, κατά τόν \ν&1$οη, ως προς τό χώρο), θυμίζοντας τό «άργόν» (=φωτεινόν καί τα­χύ), κατ' αντίθεσιν προς τό [δπωςαναφέραμε] «μέλαν»τ\ «πέπον»:
Εΐθ' ώφελ' Αργούς μή διαπτά-σθαισκάφος (Εύριπίδου: Μήδεια, 1) Ή «αιολική ζώνη» (κατά Λώρενς Σουέχ) ζωής έδωσε παρατήρηση αραχνών στά 6.700 μ. στό Έβερεστ, ώστε ό αρχικώς αναλυθείς δρος «αιο-λόθριξ» νά συσχετίζεται πλέον ευκρινώς μέ τόν 3 ί.γν, δπως αναλύθηκε στον Λόγο Α' (βλ. σ. 7, στήλη Β' στον Αέροπο τ. 9) καί δπως αναλώνεται στό αιώ­νιο υφαντό τής (Άρνακίδος ή Άμειράκης) Πηνελόπης, στον άξονα Περιστεράς - Χελώνης (ώς άντίθε-τον τής Λεχώνας, ώς φαίνεται στον προε-κτεθέντα Ετυμολογικό Πίνακα τοΰ Λέο­ντος).
Τέλος γιά νά βάλουμε μιά τελεία στην ιε1& τών υφαντικών συλλογισμών, άς αναφερ­θούμε συνοπτικά στην αρχή, άπό πλευράς εξελικτικής διαδικασίας, τής Δημιουργίας (=Κτίσεως=740), δηλ. στον ορυκτό κόσμο καί στίς 7 μορφές συμμετρίας τών Κρυ­στάλλων καί τίς «14 γενεές» τους (πλέγμα­τα κατά ΒΓαναίΠε), έφ' δσονκαί «πιστοΐα-σπις» (δηλ. αληθήςΙασπις) καλείται ή νΙσις, ώς ενέργεια (πιεζοηλεκτρισμός) θεραπευ­τική ένυπάρχουσα στή συγκεκριμένη (κρυ-πτοκρυσταλλική) καί σέ κάθε άλλη μορφή χαλαζία (α,υαηζ=διοξείδιον τοΰ πυριτίου 5ϊθ2): πράγματι ή διάταξη καί ό ιοντισμός (ή κίνηση μέσα στό πλέγμα) τών στοιχείων τοΰ Περιοδικοΰ Π ίνακα άπό τήν Δυτικήν Όχθην [5] στην Ανατολική [Ρ], άποτυπού-μενος καί στην δμοία κίνηση τής Γης, εξι­στορείται στην αποίκηση τών Σελλών ή Ελλήνων (=Έδραίων) άπό δυσμών (Ίό-νιον) προς ανατολάς (Τωνία), διά της γραμματικής επεκτάσεως τοΰ βραχέος Ο (δπου ΟΜΙΚΡΟΝ = 360 = ΛΙΝΟΣ) στό μα­κρόν Ω, κατά τήν ρηγματικήν διαμόρφωσιν τοϋ σεισμικοΰ τόξου τής Αίγηίδος, κατά τήν παραβολήν τής Δη - μητριακής (Τσι-δος) ενεργείας τών εντέρων εντός τοΰ ανθρωπίνου σώματος καί καθ' ύπερβολήν (πλεονασμόν) τής χάριτος, κατά τήν κάθοδο τοϋ Λόγου (ηϊδυδ) προς τήν άνοδο τοϋ Φωτός (ίησοϋς).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου