Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

ΠΑΠΥΡΟΙ ΚΑΙ ΤΑΦΟΙ ΔΕΡΒΕΝΙΟΥ.......

Δυόμισι χιλιόμετρα νότια από ένα πέρασμα που ενώνει την κεντρική με την ανατολική Μακεδονία, και εννιάμισι χιλιόμετρα βόρεια από τη σημερινή Θεσσαλονίκη, κοντά στο Δερβένι, ανακαλύφθηκε τον Ιανουάριο του 1962 μια ομάδα εφτά τάφων που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Οι τάφοι, πέντε από τους οποίους ήταν ασύλητοι και περιείχαν κτερίσματα εξαιρετικής τέχνης, βρίσκονται αρκετά μακριά από το νεκροταφείο της αρχαίας Λητής (στα βόρεια του περάσματος), κοντά σε ένα ιερό της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Ο Πέτρος Θέμελης, ο αρχαιολόγος που επιστατούσε στις σωστικές ανασκαφές, αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι ένα από τα κάρβουνα της νεκρικής πυράς του τάφου Α΄ (εκεί όπου είχε καεί η σoρός ενός πλούσιου πολεμιστή που ίσως καταγόταν από τη Θεσσαλία) ήταν στην πραγματικότητα ο πρώτος παπύρινος κύλινδρος που ανακαλυπτόταν σε ελληνικό έδαφος. Αντίθετα με τη στεγνή άμμο της Αιγύπτου, το υγρό χώμα της Ελλάδας δεν προσφέρεται για τη διάσωση αντικειμένων από φυτικές ύλες, και ο πάπυρος διατηρήθηκε ανέπαφος για είκοσι τρεις αιώνες ακριβώς επειδή είχε μετατραπεί σε μια συμπαγή, απανθρακωμένη μάζα.
Ο κύλινδρος μεταφέρθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, όπου δέχτηκε την ειδική φροντίδα ενός αυστριακού συντηρητή, που κατάφερε να σταθεροποιήσει το εύθραυστο υλικό και να αποκολλήσει τα στρώματα του παπύρου. Σώθηκαν 266 κομμάτια, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από αυτό ενός μεγάλου γραμματοσήμου έως αυτό μιας φακής, τα οποία στη συνέχεια τοποθετήθηκαν ανάμεσα σε γυαλιά περιμένοντας την ανασύνθεσή τους. Η ανασύνταξη του βιβλίου υπήρξε επίπονη και χρονοβόρα: τα εύθρυπτα σπαράγματα δεν ήταν δυνατόν να αγγιχτούν και να τοποθετηθούν το ένα δίπλα στο άλλο, ενώ η τελική εικόνα που θα ερχόταν στο φως ήταν εντελώς άγνωστη. Τελικά, τα περισσότερα από αυτά τοποθετήθηκαν στη σωστή τους θέση, δημιουργώντας έναν κύλινδρο μήκους περίπου τριών μέτρων και μέγιστου ύψους 9,5 εκατοστών που περιείχε 26 στήλες κειμένου. Το επόμενο έργο των ερευνητών ήταν να διαβάσουν τα σωζόμενα σπαράγματα, να συμπληρώσουν τα χάσματα και να ερμηνεύσουν το κείμενο. Από τον κύλινδρο όμως έχει σωθεί μόνο το επάνω μισό, και έτσι το κείμενο προχωρεί με συνεχή άλματα, που συχνά προκαλούν αμηχανία στον αναγνώστη: από κάθε στήλη σώζονται περίπου 15 γραμμές (σπάνια πλήρεις), ενώ σχεδόν άλλες τόσες μοιάζει να περιλάμβανε το χαμένο κάτω τμήμα της.
Η γλώσσα του κειμένου (η ιωνική διάλεκτος με ισχυρές δόσεις της αττικής, ή το αντίστροφο), το ύφος και το περιεχόμενο χρονολογούν τον συγγραφέα του έργου στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., δηλαδή περίπου την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου και του ώριμου Σωκράτη. Η γραφή του παπύρου χρονολογεί τον γραφέα που το αντέγραψε στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ., δηλαδή περίπου την εποχή του θανάτου του Αριστοτέλη και του Μ. Αλεξάνδρου και πολύ κοντά στη χρονολογία της καύσης του βιβλίου στην πυρά του τάφου Α΄. Η παλαιογραφική χρονολόγηση του κυλίνδρου τον καθιστά τον αρχαιότερο πάπυρο με ελληνικό φιλολογικό κείμενο, πράγμα που σημαίνει ότι είναι και το αρχαιότερο σωζόμενο ευρωπαϊκό βιβλίο. Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι το περιεχόμενό του. Για τα νέα στοιχεία που μας παρέχει σχετικά με τον Ορφισμό και άγνωστες πτυχές της προσωκρατικής φιλοσοφίας, έχει χαρακτηριστεί «η σημαντικότερη νέα μαρτυρία για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και θρησκεία που εμφανίστηκε από την εποχή της Αναγέννησης», αλλά παράλληλα και «η πιο δύσκολη στην κατανόησή της».
Οι πρώτες εφτά στήλες, που δυστυχώς σώζονται πολύ αποσπασματικά, μας εισάγουν στον κόσμο των οπαδών μυστικιστικών δοξασιών και λατρειών (των μυστών) αλλά και του περσικού ιερατείου (των μάγων). Ο συγγραφέας αναφέρεται σε όσους δεν πιστεύουν στα δεινά που πρόκειται να αντιμετωπίσουν μετά τον θάνατό τους και περιγράφει θυσίες και σπονδές που γίνονται στις Ερινύες και τις Ευμενίδες, που γι’ αυτόν δεν είναι θεότητες αλλά οι αναρίθμητες ψυχές των νεκρών. Οι οντότητες αυτές δεν τιμωρούν μόνο τα ανομήματα των ανθρώπων αλλά και κάθε παράβαση των φυσικών νόμων του σύμπαντος. «Ο ήλιος», υποστηρίζει ο Ηράκλειτος, τον οποίο παραθέτει ο συγγραφέας, «έχει εύρος ενός ανθρώπινου ποδιού και δεν επιτρέπεται να το υπερβεί. Αν το κάνει, θα τον ανακαλύψουν οι Ερινύες, οι βοηθοί της Δίκης, και θα τιμωρήσουν την υπέρβασή του».
Όπως μας πληροφορεί στη συνέχεια το κείμενο, ο Ορφέας είχε συνθέσει ύμνους για να τους ψάλλουν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των θυσιών, ύμνους όμως που απευθύνονται στους μυημένους και είναι γραμμένοι με τέτοιον αινιγματικό τρόπο που γίνονται αντιληπτοί μόνο σε όσους διαθέτουν σύνεση και ικανότητα να αντιληφθούν το κρυμμένο νόημά τους. Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας αρχίζει την ερμηνεία ενός τέτοιου ορφικού ύμνου, μιας θεογονίας που αρχίζει με τη φράση «Απευθύνομαι σε όσους αντιλαμβάνονται, οι αμύητοι να βάλουν πόρτες στ’ αφτιά τους» και που διαφέρει σε πολλά σημεία από τη θεογονία του Ησιόδου, σαν να επρόκειτο για έναν μυστικό κώδικα που μόνο ο ίδιος μπορεί να αποκρυπτογραφήσει.
Από τους διάσπαρτους στίχους που παραθέτει ο συγγραφέας μπορούμε να αποκαταστήσουμε ένα μεγάλο μέρος αυτού του ορφικού ύμνου, που δεν μας ήταν γνωστός μέχρι τώρα παρά μόνο από μεταγενέστερες παραλλαγές του. Ο Δίας παίρνει τη βασιλεία από τον πατέρα του Κρόνο, που κι αυτός την είχε πάρει εξίσου βίαια από τον δικό του πατέρα, τον Ουρανό. Απόλυτος πλέον άρχοντας, ο Δίας καταπίνει το σύμπαν, συμπεριλαμβανομένων και των άλλων θεών, για να το εξεμέσει στη συνέχεια αναδημιουργώντας το στη μορφή που έχει σήμερα. Γεννά/δημιουργεί τους θεούς, τη γη, τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα, και τέλος επιθυμεί να σμίξει με την ίδια του τη μητέρα. Εδώ τελειώνει το κείμενο του παπύρου, αλλά ο ύμνος πρέπει να συνέχιζε με άλλα κατορθώματα του Δία (όπως τη γέννηση της Περσεφόνης και του Διόνυσου και τη δημιουργία του γένους των ανθρώπων) που τα γνωρίζουμε από υστερότερες πηγές. Για τον συγγραφέα όλα αυτά δεν είναι παρά αλληγορικές αλήθειες κρυμμένες πίσω από ένα παραπέτασμα λέξεων την πραγματική έννοια των οποίων μόνο ο ίδιος αντιλαμβάνεται και, με πλήρη αυτοπεποίθηση, ερμηνεύει και αποκαλύπτει προκειμένου να προφυλάξει τους μύστες από τσαρλατάνους και αγύρτες που κοροϊδεύουν τον κόσμο με ακατανόητες τελετές και μυστήρια. Επηρεασμένος από τη σκέψη διάφορων προσωκρατικών φιλοσόφων, όπως του Εμπεδοκλή και του Δημόκριτου, αλλά κυρίως του Αναξαγόρα και του Διογένη του Απολλωνιάτη, ερμηνεύει ευφάνταστα τον ορφικό ύμνο στον Δία, τον κυβερνήτη των πάντων, ως αλληγορία της εξέλιξης του σύμπαντος από μιαν αρχική υπέρθερμη και χαοτική κατάσταση σε έναν κόσμο, με την αρχαία σημασία της λέξης, δηλαδή σε ένα εύτακτο σύστημα. Όλα όσα υπάρχουν στο σύμπαν όπως το ξέρουμε σήμερα απαρτίζονται από μικροσκοπικά σωματίδια (τα όντα, δηλαδή «αυτά που υπάρχουν»), τα οποία δεν δημιουργήθηκαν σε κάποια δεδομένη στιγμή από κάποιον δημιουργό αλλά υπήρχαν πάντοτε. Αρχικά όλα αυτά τα όντα ήταν αναμεμειγμένα και αιωρούνταν μέσα στον αέρα που τα περιέκλειε, έναν αέρα όμως που διέθετε νόηση (γι’ αυτό και ο συγγραφέας τον ονομάζει Νουν) και που όρισε πώς πρέπει να δημιουργηθεί το παρόν σύμπαν. Αντιλαμβανόμενος ότι η θερμότητα είναι αυτή που δεν αφήνει τα όντα να συσταθούν και να συμπαγούν, ο νοήμων αήρ απομάκρυνε έναν μεγάλο αριθμό πύρινων σωματιδίων, δημιουργώντας έτσι τον ήλιο. Τότε τα υπόλοιπα σωματίδια άρχισαν να συγκρούονται το ένα με το άλλο, έως ότου οι συνεχείς συγκρούσεις έφεραν σε επαφή όμοια όντα και προκάλεσαν τη συνένωσή τους, δημιουργώντας έτσι τα νυν όντα, δηλαδή όλα όσα βλέπουμε στο τωρινό σύμπαν.
Ο συγγραφέας δεν έχει καμία αμφιβολία ότι αυτό ακριβώς διηγείται ο Ορφέας. Σε ένα κείμενο που αποτελεί την αρχαιότερη σωζόμενη αλληγορική ερμηνεία ενός ποιήματος, μας εξηγεί ότι οι διαδοχικές βασιλείες των θεών δεν είναι παρά τα διαδοχικά στάδια της δημιουργίας του παρόντος κόσμου. Έτσι, όταν ο Ορφέας αναφέρει τον Ουρανό, εννοεί τον Νου που ορίζει τη δημιουργία - Κρόνος είναι και πάλι ο Νους που κρούει τα όντα - Αφροδίτη και Αρμονία δεν είναι παρά ονόματα για τη συνεύρεση και τη συναρμογή των όντων - δεν υπάρχουν θεότητες όπως η Γη, η Μήτηρ, η Δήμητρα, η Ρέα, η Ήρα: όλα αυτά είναι ονόματα του αέρα, της μητέρας από την οποία έρευσαν τα πάντα, του Νου που οι άνθρωποι ονόμασαν Δία, και γι' αυτό νόμισαν ότι κάποτε γεννήθηκε. Ο αήρ/Νους όμως ποτέ δεν γεννήθηκε αλλά υπήρχε πάντοτε, όπως πάντοτε υπήρχαν, και θα υπάρχουν εσαεί, τα όντα που βρίσκονται μέσα του και των οποίων είναι ο απόλυτος κυρίαρχος. Αυτή την επιστημονική αλήθεια εκφράζει και ο Ορφέας όταν λέει, λόγου χάρη, ότι «ο Δίας είναι κεφαλή, ο Δίας είναι μέση, όλα δημιουργήθηκαν από τον Δία». Έτσι, ο Δίας που καταπίνει το σύμπαν δεν είναι παρά ο αέρας που περικλείει τα πάντα, ο ίδιος αέρας που με τη φρόνησή του προχώρησε στη δημιουργία του παρόντος κόσμου.
Ποιος είναι ο συγγραφέας αυτού του παράδοξου και εκπληκτικού κειμένου; Κάποιος αιρετικός Ορφικός που ανακάλυψε την «αλήθεια» στα κείμενα προσωκρατικών φιλοσόφων; Κάποιος περιθωριακός φυσικός φιλόσοφος που είδε στον ορφικό ύμνο την επιβεβαίωση της θεωρίας του; Μας είναι γνωστός από αλλού; Τα ερωτήματα είναι δυσαπάντητα και έχουν διχάσει τους ειδικούς, που έχουν ήδη αναπτύξει πολλές θεωρίες και έχουν προτείνει πολλά ονόματα (ανάμεσα στους συγγραφείς που έχουν προταθεί συγκαταλέγονται από τη μια ο «άθεος» Διαγόρας της Μήλου, που τον παρωδεί ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες, και από την άλλη ο θεολογίζων Ευθύφρων του ομώνυμου πλατωνικού διαλόγου). Το κείμενο πάντως τελειώνει απότομα, και δεν είναι απίθανο η πραγματεία του ανώνυμου συγγραφέα να εκτεινόταν σε περισσότερους κυλίνδρους, που είτε δεν κάηκαν στην πυρά ή κάηκαν τελείως και έγιναν στάχτη.
Η έκδοση περιλαμβάνει αναλυτική εισαγωγή, έκδοση και μετάφραση του αρχαίου κειμένου, εκτενή θρησκειολογικό και φιλοσοφικό σχολιασμό, και φωτογραφίες όλων των σπαραγμάτων. 
Οι συγγραφείς του βιβλίου είναι μέλη του Τμήματος Φιλολογίας του Α.Π.Θ.: ο Θεόκριτος Κουρεμένος είναι αναπληρωτής καθηγητής της κλασικής φιλολογίας, ο Γιώργος Παράσογλου είναι καθηγητής της παπυρολογίας, ο Κυριάκος Τσαντσάνογλου είναι ομότιμος καθηγητής της κλασικής φιλολογίας.
Πηγή: http://entertainment.flash.gr//book/books/2006/10/17/20740id/

Ο πάπυρος, ως προς το περιεχόμενο του, μπορεί να διαιρεθεί σε δύο μέρη. Το πρώτο αποτελούν οι στήλες 1-6, που είναι και οι περισσότερο αποσπασματικές. Περιέχουν αναφορές στις Ερινύες (1,4), σε δαίμονες που είναι «θεών υπηρέται» (2,3), σε μαντεία και χρησμούς (5), σε θυσίες (6), ενώ στη στήλη 4 μας σώζεται ένα άγνωστο απόσπασμα του Ηράκλειτου. Ο χαρακτήρας του κειμένου είναι προφανώς εσχατολογικός.
Πηγή: Εφημερίδα Καθημερινή, 18/10/2006, σ. 3


ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑΦΟΥΣ  ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ ΠΟΥ ΕΚΑΝΑΝ ΤΙΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ





Είναι γνωστή η δυστοκία που υπάρχει στη δημοσίευση ανασκαφών. Ετσι η εμφάνιση του βιβλίου αυτού, που αφορά μια ανασκαφή που έγινε πριν από 35 ολόκληρα χρόνια, δεν μπορεί παρά να χαροποιεί τους αρχαιολόγους και ιδιαίτερα αυτούς της Κλασικής Αρχαιολογίας. Πολύ περισσότερο που αυτή σχετίζεται με μια σημαντική περίοδο της ιστορίας της Μακεδονίας, στα χρόνια αμέσως μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν η Πέλλα ήταν η πρωτεύουσα μιας κοσμοκρατορίας. Στις αρχές του 1962 εργασίες διαπλάτυνσης της οδού Θεσσαλονίκης - Λαγκαδά, 9,5 χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, έφεραν στο φως επτά τάφους, πέντε κιβωτιόσχημους, έναν λακκοειδή και έναν μονοθάλαμο, μακεδονικού τύπου. Οι τάφοι αυτοί πρέπει να σχετίζονται με μια σημαντική αρχαία πόλη, τη Λητή, που βρισκόταν κοντά στο σημερινό Δερβένι και η οποία από τα αρχαϊκά χρόνια συγκαταλεγόταν ανάμεσα στους πιο σημαντικούς οικισμούς της περιοχής. Ορισμένοι από τους τάφους αυτούς ήταν πλουσιότατα κτερισμένοι ενώ δύο είχαν ήδη εντοπιστεί από αρχαιοκάπηλους, οι οποίοι και αφαίρεσαν τα πολυτιμότερα κτερίσματά τους. Τα πιο σημαντικά αντικείμενα από το εύρημα αυτό, όπως μεταλλικά αγγεία και σκεύη, εκτίθενται από καιρό στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, ωστόσο στην αρχαιολογική επιστήμη ήταν πλημμελώς γνωστά, κυρίως από καταλόγους εκθέσεων που έγιναν κατά καιρούς τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Μόνον ένας κατάκοσμος, με ανάγλυφες διονυσιακές παραστάσεις, μπρούντζινος κρατήρας, ένα πραγματικά αριστούργημα της αρχαίας ελληνικής τορευτικής, είχε δημοσιευτεί το 1978 από την Ε. Γιούρη. Στους περισσότερους από τους τάφους οι νεκροί είχαν καεί ενώ μόνον σε έναν είχαμε με βεβαιότητα ενταφιασμό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι νεκροί ανήκαν στην ανώτερη τάξη των ευπόρων γαιοκτημόνων, δηλαδή στη μακεδονική αριστοκρατία.
Τα κτερίσματα, σε ορισμένους τουλάχιστον από τους τάφους αυτούς, ήταν πάρα πολλά και μερικά ήταν κατασκευασμένα και από πολύτιμα υλικά, όπως π.χ. από χρυσό, ασήμι και ελεφαντοστό. Είχαμε και ένα σπάνιο για τον ελληνικό χώρο εύρημα, έναν πάπυρο, στον οποίο διασώζεται το παλιότερο ίσως δείγμα ελληνικής γραφής που γνωρίζουμε ως σήμερα πάνω σε ένα τέτοιο υλικό. Δικαίως λοιπόν η ανασκαφή αυτή απασχόλησε όχι μόνον τον ελληνικό αλλά και τον διεθνή Τύπο. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνούμε ότι η αρχαιολογική έρευνα του βορειοελλαδικού χώρου ήταν ως την ανακάλυψη των βασιλικών τάφων της Βεργίνας από τον αείμνηστο Μαν. Ανδρόνικο το 1977 εντελώς περιορισμένη και επομένως ευρήματα όπως τα παραπάνω ήταν για την εποχή τους εντελώς πρωτόγνωρα για τη μακεδονική γη.
Στην αρχή του βιβλίου, μετά από έναν σύντομο χαιρετισμό του υπουργού Πολιτισμού και έναν πρόλογο, έχουμε το ιστορικό της ανασκαφής. Μια ανασκαφή που χρωματίστηκε και από ένα δυσάρεστο γεγονός, όταν εργάτης έχασε τη ζωή του καθώς καταπλακώθηκε από τις ογκώδεις καλυπτήριες λιθόπλινθους ενός τάφου. Ακολουθεί η παρουσίαση των τάφων και του περιεχομένου τους με μορφή καταλόγων. Για τους καταλόγους αυτούς, όπου εκτός από τις περιγραφές των κτερισμάτων έχουμε παράθεση βιβλιογραφίας και αναφορών σε παράλληλα ευρήματα, εργάστηκαν η Δ. Ακτσελή (για τα αλάβαστρα), η Δ. Ιγνατιάδου (για τα γυάλινα), η Αικ. Ρωμιοπούλου (για τα ασημένια) και ο Γ. Τουράτσογλου (για την κεραμική, τον οπλισμό, την ιπποσκευή, τα κοσμήματα ενδυμασίας, τα έπιπλα, τις πήλινες προτομές, τα νομίσματα και τα διάφορα μικροαντικείμενα). Για τα χρυσά και τα χάλκινα συνεργάστηκαν οι Γ. Τουράτσογλου και Π. Θέμελης, οι οποίοι ανέλαβαν και τον συντονισμό της όλης προσπάθειας. Ακολουθεί η πραγμάτευση της αρχιτεκτονικής των τάφων, των ταφικών εθίμων, των ίδιων των κτερισμάτων, των εργαστηρίων της τορευτικής από τα οποία προήλθαν τα ευρεθέντα μεταλλικά αγγεία και σκεύη, της χρονολόγησης των τάφων και τέλος έχουμε ένα κεφάλαιο όπου επιχειρείται η ένταξη του όλου ευρήματος στην εποχή του. Το συνθετικό αυτό μέρος του βιβλίου, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, οφείλεται στον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης Π. Θέμελη. Μόνο το κεφάλαιο το σχετικό με τα ευρήματα και την εποχή τους το έχει γράψει ο Γ. Τουράτσογλου, διευθυντής του Νομισματικού Μουσείου, ο οποίος μαζί με τον Π. Θέμελη έχουν συνεργαστεί και στο κεφάλαιο της χρονολόγησης. Η περίληψη στα αγγλικά που ακολουθεί είναι στην πραγματικότητα η μετάφραση όλου του συνθετικού τμήματος του βιβλίου. Τέλος έχουμε τα ευρετήρια και μια πλούσια εικονογράφηση.
Είναι, θα έλεγα, αυτονόητο ότι η δημοσίευση μιας ανασκαφής, αν δεν γίνει από τον ανασκαφέα της, είναι ελλιπής και στερεί από την επιστήμη πολλές πληροφορίες. Στην προκειμένη περίπτωση τα πράγματα κάπως διορθώνονται καθώς ένας από τους συγγραφείς του βιβλίου αυτού, ο Π. Θέμελης, έτυχε να πάρει μέρος στη σημαντική αυτή ανασκαφή πριν από 35 χρόνια, ως έκτακτος επιστημονικός βοηθός. Σε δικά του ημερολόγια και σχέδια, όπως και σε ανάλογα των Γ. Μάντζιου και Ε. Μαυρομμάτη, που επίσης συμμετείχαν στην ανασκαφική έρευνα, βασίστηκε η δημοσίευση αυτή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με το βιβλίο αυτό οι πληροφορίες μας για τη Μακεδονία στους χρόνους αμέσως μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου έγιναν πιο πλούσιες. Ιδιαίτερα εμπλουτίστηκαν οι γνώσεις μας για τα εργαστήρια της τορευτικής που παρήγαγαν τα θαυμάσια μεταλλικά αγγεία και σκεύη των τάφων. Τα περισσότερα από τα εργαστήρια αυτά, κατά την άποψή μου, θα πρέπει να εργάζονταν στην ίδια την πρωτεύουσα των Μακεδόνων, την Πέλλα, της οποίας ο Γ. Οικονόμος, σχεδόν αμέσως μετά την ενσωμάτωση της Μακεδονίας στον εθνικό κορμό, άρχισε την ανασκαφική έρευνα.
Σίγουρα μεγάλη συζήτηση θα προκαλέσει η άποψη των συγγραφέων ότι η χρονολόγηση των τάφων του Δερβενίου στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 3ου αι. π.Χ., στα χρόνια δηλαδή του Κασσάνδρου, συμπαρασύρει και όλα τα ανάλογα ευρήματα που γνωρίζουμε από τον χώρο της Μακεδονίας ως προς τη χρονολόγησή τους. Και ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγουν και τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας, στις αρχαίες Αιγές. Πράγματι «ρευστό χρήμα (αλλά και πολύτιμα σκεύη, κοσμήματα και άλλα τιμαλφή) εισέρρευσε στη Μακεδονία από την ασιατική περιπέτεια μόνο στο διάστημα από τα μέσα της δεκαετίας του 330/20 π.Χ. ως το πολύ και το τέλος της πρώτης πενταετίας μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου». Ωστόσο η χρονολόγηση όλων των μακεδονικών τάφων στη μετά τον Αλέξανδρο εποχή, με βάση τις ως τώρα γνώσεις μας, είναι κάτι που ξαφνιάζει. Οπωσδήποτε στο σημείο αυτό απαιτείται μια πιο τεκμηριωμένη έρευνα.
Με το φροντισμένο, από εκδοτική άποψη, αυτό βιβλίο, το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων συμμετείχε στον εορτασμό της Θεσσαλονίκης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 1997. Οσοι συνέβαλαν ώστε αυτό να δει το φως της δημοσιότητας και κυρίως οι συγγραφείς πρέπει να αισθάνονται ικανοποιημένοι για το έργο που επετέλεσαν. Οι τελευταίοι ανέλαβαν να βγάλουν «τα κάστανα από τη φωτιά» και το έκαναν με επιτυχία. Εκαναν προσιτό στην αρχαιολογική επιστήμη ένα ιδιαίτερα σημαντικό, όσο και ξεχασμένο, υλικό και με σαφήνεια μας έδωσαν όλες σχεδόν τις πληροφορίες που μπορούσαν να μας δώσουν. Η δημοσίευση αυτή, χωρίς αμφιβολία, με τις συζητήσεις που θα προκαλέσει, θα συμβάλει σημαντικά στην προώθηση της αρχαιολογικής και γενικότερα ιστορικής έρευνας στον χώρο της Μακεδονίας των τελευταίων δεκαετιών του 4ου αι. π.Χ.

Μιχάλης Α. Τιβέριος
ΤΟ ΒΗΜΑ, 29-03-1998 ..................................ΚΑΙ ΜΙΑ ΕΜΜΕΤΡΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΕΝΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΡΕΑ ΤΣΑΚΑΛΗ

ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΔΕΡΒΕΝΙΟΥ : Απόδοση Ανδρεά Τσάκαλη


Υ

Για τους συνετούς θα τραγουδήσω -στους βέβηλους
κλείστε τις θύρες-
του παντοκράτορα Διός, του άνακτα, τα έξοχα έργα,
όσα με τις συμβουλές της μέλαινας Νυκτός εκτέλεσε,

και των νεώτερων μακάριων το γένος, θεών παντοτινών
που απ' τον Δία γεννήθηκαν τον ισχυρό βασιλέα.
Γιατί ο Δίας απ' τον πατέρα του έχοντας θεία εξουσία,
στα χέρια έμελλε να πάρει ένδοξο σκήπτρο.
Και τα εξήγησε πολύ καλά όλα όσα απ' το άδυτο η θεά του είπε,

η μάντισσα όλων. Νύκτα που με αμβροσία τρέφει τους θεούς.
Αυτή του τα φανέρωσε όλα όσα ήταν θεμιτό να γίνουν, καθώς
βασίλευε στο όμορφο παλάτι του χιονοσκέπαστου Ολύμπου.
Κι αφού ο Ζεύς απ' τη θεά άκουσε τους χρησμούς τους άρρητους,
έλαβε δύναμη στα χέρια και του θεού καταβρόχθισε το λαμπρό

φαλλό, του θεού που πρώτος στον αιθέρα πρόβαλε.
Εκείνος βέβαια γέννησε τη Γαία και τον πλατύ Ουρανό
ενώ η πελώρια Γαία τον Κρόνο έκανε που μεγάλο κακό έπραξε
στον Ουρανό Ευφρονίδη, που πρώτιστος βασίλευσε.
Απ' αυτόν έπειτα ο Κρόνος κι ύστερα ο συνετός Δίας,

κατέχοντας σοφία και βασιλική τιμή ανάμεσα στους μακάριους.
Και τότε λοιπόν του θεού καταβρόχθισε, όπως ήταν θεμιτό,
το φαλλό του Πρωτογόνου βασιλιά. Και εξαιτίας αυτού, όλοι
οι αθάνατοι γεννήθηκαν, θεοί μακάριοι και θεές και
ποταμοί κι όμορφες πηγές και όλα τα άλλα, όσα τότε έγιναν,

ενώ ο ίδιος είναι μονογενής. Βασιλέας των όλων είναι τώρα,
μα κι έπειτα θα είναι. Ο Ζεύς πρώτος γεννήθηκε, ο Ζεύς
ο ύστατος Αστραποβρόντης. Ο Ζεύς είναι η κεφαλή,
ο Ζεύς η μέση, απ' τον Δία όλα πλάστηκαν. Ο Δίας ο ίδιος
ορίζει το τέλος όλων η κραταιή μοίρα είναι ο Δίας. Ο Ζεύς

είναι βασιλιάς, ο αστραποβρόντης Δίας είναι ο άρχοντας όλων.
Γιατί αφού τα έκρυβε όλα, στο χαρωπό φως
πάλι απ' την ιερή καρδιά έβγαλε, εκπληρώνοντας δύσκολα έργα.
Και πρώτη βέβαια απ' τους θεούς στη χρυσή Αφροδίτη,
τη χαρωπή Ουρανία, έφτιαξε θρόνο

κι αμέσως έπειτα στην Αρμονία και στην εράσμια Πειθώ.
Τη γη έφτιαξε και τον πλατύ Ουρανό ψηλά
και τη δύναμη έδωσε του μεγάλου Ωκεανού που ρέει πλατιά
και βάθυνε τις ρίζες του αργυροστρόβιλου Αχελώου.
Έφτιαξε κι άλλη γη απέραντη, που Σελήνη

οι αθάνατοι ονομάζουν και Μήνη οι κάτοικοι της γης,
που πολλά βουνά έχει, πολλές πόλεις και πολλά μέλαθρα
και στη μέση είναι, σε ίση απόσταση από όλα,
που και ανθρώπους πολλούς φωτίζει στην απέραντη γη.
Μα και το μέγα ήλιο έφτιαξε, πολύ ωφέλιμο για τους θνητούς,

και τα λαμπρά άστρα με τα οποία ο ουρανός στεφανώνεται.
...........ΠΗΓΗ dsymeonidis.blogspot

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου