<...Αφιερώνεται στο Ελληνικό Πνεύμα το προ Πάντων των Αιώνων Κατασταθέν, γεννημένο κάτω από τον αστερισμό του Αιγόκερο και με ομάδα αίματος: 0-R αρνητικό, ελαιοπαραγωγό και Διαχειριστή των Επίγειων Ηλιακών Δικαιωμάτων, Μέγιστο Δανειστή και Τραπεζίτη Αίματος Ινδών, Αιγυπτίων, Εβραίων και λοιπόν οφειλετών…….>
...............
Αρχή σοφίας ή των ονομάτων έπίστασις
Σάν μια πρώτη επαφή γνωριμίας με το πνεύμα της σύνδεσης των εννοιών αριθμών καί ονομάτων, πού αποτελεί την ουσία του ανά χείρας Λεξικού, παρατίθενται τα ακόλουθα αποσπάσματα, κυρίως από ιερά κείμενα, πού δείχνουν ξεκάθαρα πώς οι αρχαίοι πολιτισμοί ήσαν εν πλήρει γνώσει της επιστήμης της γραμματαριθμικής - άριθμογραμματικής σχέσης.
Ερωτηθείς Πυθαγόρας, τί σοφώτατον των όντων, αριθμός έφη· τί δε δεύτερον εις σοφίαν, ό τα ονόματα τοις πράγμασι θέμενος.
Πρόκλος
Εγώ ειμί το Α καί το Ω, λέγει Κύριος ό Θεός, ό Ων καί ό Ην καί Ερχόμενος, ό Παντοκράτωρ.
Αποκ. Α, 8
Εγώ το Α καί το Ω, ή αρχή καί το τέλος. Άποκ. ΚΑ, 6
Εγώ το Α καί το Ω, ό πρώτος καί ό έσχατος, αρχή καί τέλος.
Άποκ. ΚΒ, 13
Πάντα μετρώ καί αριθμώ καί σταθμώ διέταξας.
Σοφ. Σολ. ΙΑ, 20
Καί έπλασεν ό θεός έτι εκ της γης πάντα τα θηρία του αγρού καί πάντα τα πετεινά του ουρανού καί ήγαγεν αυτά προς τον Αδάμ, ίδεϊν τί καλέσει αυτά. καί πάν ο εάν εκάλεσεν αυτό Αδάμ ψυχήν ζώσαν, τούτο όνομα αύτώ. καί εκαλεσεν Αδάμ ονόματα πάσι τοις κτήνεσι καί πάσι τοίς πετεινοίς του ουρανού καί πάσι τοις θηρίοις του αγρού.
Γεν. Β, 19-20
Καί ην πάσα ή γη χείλος εν, καί φωνή μία πάσι. καί έγένετο εν τω κινήσαι αυτούς από ανατολών, εύρον πεδίον εν γη Σενναάρ καί κατώκησαν έκεί, καί είπεν άνθρωπος τω πλησίν αυτού· δεύτε πλινθεύσωμεν πλίνθους καί όπτήσωμεν αύτάς πυρί. καί έγένετο αύτοίς ή πλίνθος εις λίθον, καί άσφαλτος ην αύτοίς ό πηλός, καί είπαν δεύτε οίκοδομήσωμεν έαυτοϊς πόλιν καί πύργον, ου έσται ή κεφαλή έως του ουρανού καί ποιήσωμεν έαυτοίς όνομα προ του διασπαρήναι ημάς επί προσώπου πάσης της γης. καί κατέβη Κύριος ίδείν την πόλιν καί τον πύργον, όν ώκοδόμησαν οι υιοί των ανθρώπων. καί είπε Κύριος· ιδού γένος εν καί χείλος εν πάντων, καί τούτο ήρξαντο ποιήσαι, καί νυν ουκ εκλείψει άπ' αυτών πάντα, όσα αν έπιθώνται ποιεΐν. δεύτε καί καταβάντες συγχέωμεν αυτών εκεί την γλώσσαν, ϊνα μη άκού-σωσιν έκαστος την φωνήν του πλησίον, καί διέσπειρεν αυτούς Κύριος εκείθεν επί πρόσωπον πάσης της γης, καί έπαύσαντο οίκοδομούντες την πόλιν καί τον πύργον. δια τούτο εκλήθη το όνομα αυτής Σύγχυσις, ότι εκεί συνέχεε Κύριος τα χείλη πάσης της γης, καί εκείθεν διέσπειρεν αυτούς Κύριος επί πρόσωπον πάσης της Γης.
Γένεσις, ΙΑ, όλον
Ταύτα γαρ ουκ εστί φωνήεντα ουδέ γράμματα άφωνα ϊνα ό αναγιγνώσκων αυτά ένθυμήται τα κενούντα, αλλά γράμματα εστί της αληθείας ά λαλοϋσι μόνοι οι επισταμένοι αυτά. Έκαστον γράμμα αλήθεια τελεία εστίν, ως βιβλίον τέλειον, δια το γεγράφθαι γράμματα υπό της ένότητος, του Πατρός γράψαντος αυτά, ϊνα οι Αιώνες δια των αύτοϋ γραμμάτων γνώσι τον Πατέρα.
[1. XII γ°, ρ. 23(3-17)]
Πορευθείς έζήτησε το πλανώμενον, έχάρη εύρων αυτό, ότι ένενήκοντα εννέα αριθμός εστί, ός ανήκει τη αριστερά χειρί, ή κρατεί αυτόν, όταν δ' εϋρωσι το εν, ό αριθμός όλος μετατίθεται εις την δεξιάν. ούτως ό υστερών του ενός, τουτέστι της δεξιάς όλης, ήτις έλκει τον υστερούντα καί λαμβάνει από της μερίδος αριστεράς μεθίστησι αυτόν εις την δεξιάν καί ούτως ό αριθμός γίγνεται (;ύ) εκατόν. [ί. XVI ν°, ρ. 32 (2-16)] Jacques E. Menard L’ Enangile de Verite
Διότι Ιδού εγώ στερεών βροντήν καί κτίζων πνεύμα καί άπαγγέλλων εις ανθρώπους τον Χριστόν (ενν. Μεσσίαν) αύτοϋ.
Άμώς 4, 13α κατά τους Ο'
(κατά το Μασωριτικόν, 13α): Διότι Ιδού ό ποιών τα όρη καί δημιουργών τον αέρα καί αγγέλων εις τον άνθρωπον την σκέψιν αύτοϋ. - (κατά Άκύλαν): . . .τίς ή ομιλία αυτού -(κατά Σύμμαχον): ... το φώνημα αυτού, -κατά Θε-οδοτίωνα): . . . τον λόγον αυτού, -(κατά την Ε'): . . . ή άδολεσχία αυτού. -(κατά Vulgata): quae sit colitatio ejus
Το δε σχήμα του κατά τον αστράγαλον πτώματος αριθμού δόξαν είχεν, καί το μεν μονάδα δηλούν καλείται κύων, το δε άντικείμενον χιάς, καί Χίος ούτος ό βόλος . . ..>
Πολυδ. 9, 100
===================
ΠΕΡΙ ΜΕΛΙΣΣΑΣ ΚΑΙ ΕΣΣΗΝΩΝ[http://intruder1901.blogspot.com/?zx=5e39e382e60fa05a]
Σύμφωνα με τον Ησύχιο, η λέξη “μέλισσα” σημαίνει “οβολός” κι έτσι τα πρώτα μετεπαναστατικά ελληνικά νομίσματα ονομάζονταν οβολοί (διώβολα, πεντόβολα κλπ.) από το ελληνικό ρα “βάλλω” (παράγωγα: βέλος, βαλλίστρα, οβολός κλπ.) κι έτσι βλέπουμε και σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο π.χ. Της Κορίνθου αρχαία νομίσματα σε μορφή αιχμής ξίφους, δηλ. οβολού (πρβλ. Οβελίσκους Αιγύπτου απ' το σχήμα του οβολού).
Βέβαια και η μέλισσα διαθέτει ένα οβολό, δηλ. πλήκτρον, που ονομάζεται “κεντρί της μέλισσας” κι ίσως από εκεί πήρε το συμβολισμό του το τάγμα των Ασσασίνων (=δολοφόνων) που έδρασε τον 11ο αιώνα στην περιοχή του Αλαμούτ της Περσίας. Σε συσχέτιση με όσα γράψαμε για τον “αποδιοπομπαίο τράγο” των Εβραίων, βλέποντας και το νόμισμα της Πάρου, για παράδειγμα, είχε σύμβολο την αίγα, παρατηρούμε ότι με την απομπομπή του εβραϊκού τράγου, στον οποίο φόρτωναν (ή έτσι νόμιζαν) τις αμαρτίες τους είχαμε μία μορφή οικονομικής δοσοληψίας, εφ' όσον αυτόι ξεπλήρωναν τις αμαρτίες τους στο Θεό με τον τράγο, τελετουργικό του οποίου ο εσωτερικός συμβολισμός αντικαταστάθηκε στο Χριστιανισμό με το αίμα του Εσταυρωμένου, εφ' όσον ρητώς αναφέρεται στα Ευαγγέλια ότι το αίμα Του δόθηκε “ως αντίλυτρον”, δηλ. πληρώθηκε το αντίτιμο των αμαρτιών των ανθρώπων με Θεϊκό αίμα. Ετσι και η μέλισσα σα σύμβολο και χάραγμα ελληνικού νομίσματος είναι ένας οβολός, δηλ. κέρμα με αγοραστική αξία.
Ξέροντας ότι το Θεϊκό αίμα λεγόταν στην αρχαία Ελλάδα “ιχώρ” και ότι η ίδια λέξη (ιχώρ) σήμαινε και το πετρέλαιο, την νάφθα, διότι η νάφθα εθεωρείτο το αίμα των εκπεσόντων Γιγάντων (ή αγγέλων στην Χριστιανική ορολογία), που και αυτοί διέθεταν Θεϊκό αίμα, αντιλαμβανόμαστε το πάιξιμο του διεθνούς νομίσματος με το πετρέλαιο και ιδιαίτερα με τα πετροδόλλαρα.
Η λέξη αίρεση (απ' το ρήμα αιρούμαι = προτιμώ) στη Θεολογία σημαίνει μια ιδιαίτερη προτίμηση ορισμένων ανθρώπων οργανομένων προς αυτήν, σηλ. Μια απόκλιση από το αυστηρώς διατυπωμένο δόγμα. Μια τέτοια περίπτωση είχαμε με την κοινότητα Εσσαίων στη Νεκρά Θάλασσα, κείμενα των οποίων βρέθηκαν το 1947 στο Κουμράν. Τα κείμενα αυτά δίνουν μια ιδιαίτερη ιστορική χροιά και κύρος στα όσα ξέρουμε μέχρι σήμερα για την εβραϊκή και χριστιανική θρησκεία και κατά συνέπειαν, σύμφωνα και με τις πρόσφατες δημοσιεύσεις μου οι Εσσαίοι αυτοί, που λέγονταν και Εσσήνες, έχουν ένα όνομα που σύμφωνα με τον Παυσανία (8,13,1) το συναντάμε και σαν τίτλο των ιερέων της Κυβέλης και της Εφέσιας Αρτέμιδος, στη Μ. Ασία, όπου ιδιαίτερα στη Λυδία, κόπηκαν τα αρχαιότερα γνωστά νομίσματα της Ευρώπης (κέρματα) τον 8ο αιώνα π.Χ. Οι ιερείςαυτοί λέγονταν Γάλλοι και ο αρχηγός τους Αρχέγαλλος, τους έλεγαν δε επίσης Μεγάβυζους ή Μεγαλόβυζους επειδή ήσαν νεωκόροι της Εφέσιας Αρτέμιδος, που την παρίσταναν με πολλούς μαστούς και που μαστιγωνονταν με φραγγέλια, ώστε να ανακαλήται πάλι στη μνήμη μας η έννοια του σκυταλισμού απ' τη λέξη σκυτάλη.
Οι εσσήνες είναι πληθυντικός του ουσιαστικού “εσσήν” που σημαίνει:
1. οικιστής (Ηρωδ. 17,6), άρα
2. ηγεμών, άρχων (Καλλ. Δια66), άρα
3. βασιλεύς των μελισσών (ΕΜ 383,31) επειδή στην αρχαιότητα νόμιζαν ότι η βασίλισσα ήταν αρσενικού γένους.
4. το ιμάτιο, που λέγεται λόγιον ή hosen (στα εβραϊκά, Ιώσ. ΑΙ,3,5,7) ή εσσόν ή έσθα (στον πληθυντικό καθ' Ησύχιον, βλ. και βεστιάριον από τη λατινική λέξη vesta). Οι Γάλλοι, αυτοί που λέγονταν Εσσήνες, δηλ. Εσσαίοι, απ' τη λέξη ίασις= θεραπεία, προφανώς είχαν μια κοινή θεολογική καταγωγή πάνω στον άξονα Παλαιστίνης-Συρίας-Λυδίας-Φρυγίας και κυρίως, όπως αναφέρεται και στην Καινή Διαθήκη, θεράπευαν με το χρίσμα, δηλ. λάδι ευλογημένο, με το οποίο αλείφανε τον ασθενή (χριστόν φάρμακον). Το λάδι, το οποίο χύνανε στον ασθενή, έβγαινε με την έκθλιψη του ελαίου από τις ελιές κι αυτή η έκχυση αποδίδεται, σαν ουσιαστικό, με το απαρέμφατο εκχέαι, του οποίου συνώνυμη λέξη είναι το απαρέμφατον “εσσήαι” απ' όπου εξάγω ετυμολογικά το ουσιαστικό “εσσήν”.
Είδαμε ότι η λέξη εσσήν, που σημαίνει τον οικιστή και κατά συνέπειαν τον ηγεμόνα, επιπλέον δείχνει τη βασίλισσα των μελισσών προωθώντας τη λογική εξίσωση μέλισσα = βασιλεύς. Πράγματι βλέπουμε ότι η έννοια “βασιλεύς” στα Αιγυπτιακά ιερογλυφικά παριστάνεται με μία μέλισσα, που στέκεται μπροστά σ' έναν κρίνο, και αυτό το ιερογλυφικό, που προφέρεται “σούτεν νετ”, δείχνει το βασιλιά της Αιγύπτου, δηλ. τον Φαραώ. Αυτός ο Φαραώ, πουφωνα με τους προφητικούς ορισμούς της Παλαιάς Διαθήκης (βλ. Εισ. Β.ς') λέγεται “Δράκων ο Μέγας”, σημαίνει φίδι (εφ' όσον δράκων = φίδι στα αρχαιοελληνικά) και είδαμε ότι σκυτάλη = είδος όφεος, ο Φαραώ κρατάει στο χέρι τη σκυτάλη και το μαστίγιο, χωρίς να ξεχνάμε ότι ο υιός στα Αιγυπτιακά παριστάνεται, με το ιερογλυφικό που δείχνει το μαστίγιο και προφέρεται μές, εκ του οποίου συνάγεται ότι και γι' αυτούς ίσχυε (βλ. Εισ. Β, η', σελ. 6 κλπ.) αναφορά της Παλαιάς διαθήκης, σύμφωνα με την οποία “Εγώ ον αγαπώ, ελέγχω και παιδεύω, μαστιγώ δε πάντα υιόν, ον παραδέχομαι”.
Επομένως ο βασιλεύς ή Φαραώ ή Εσσήν στα αρχαιοελληνικά λέγεται τιτήν (ή τιτάν στα Δωρικά), λέξη που αποδόθηκε σαν Τεϊτάν, πέρασε στα Αραβικά σαν Σεϊτάν και έμεινε στα Εβραϊκά σαν Σατάν, λέξη που χρησιμοποιεί και ο απόστολος Παύλος στις επιστολές του. Ομως η λέξη Σατάν στα τουρκικά σημαίνει “εκείνον που πωλεί” και εκείνος που πωλεί, δηλ. που διαθέτει χρήματα, είναι εκείνος ακριβώς που έχει το δικαίωμα και τη δύναμη της νομισματοκοπής, δηλ. ο βασιλεύς ή ηγεμών ενός κράτους, δηλ. ο Εσσήν. Ετσι το ουσιαστικό “τιτάν” προέρχεται απ' το ρήμα τίω= πληρώνω, απ' όπου βγαίνουν τα σημαντικά παράγωγα α) τίσις ή έκτισις ποινής (= εξαγορά της ποινής με χρήματα) β) τιμή (= μέτρηση υλικού ή πνευματικού αγαθού, πρβλ. “την τιμήν του τετιμημένου”) και γ) διατίμησις, εκτίμησις, αποτίμησις, απότιση φόρου τιμής κλπ.
Είδαμε ότι η σκυτάλη είναι κι ένας χάρακας για τη μέτρηση της ποσότητος του σίτου, το δε μέτρο χωρητικότητος του σίτου (βλ. Εισ. Β. ς' και ζ') είναι τα σάττα, κατά συνέπειαν το βασικό αγαθό, για το οποίο καταβαλλότανε το τίμημα, δηλ. το χρηματικό ποσό, ήταν ο σίτος. Συνυπολογίζοντας τις έννοιες της τίσεως= πληρωμής, του τιτάνος= βασιλέως, του τιτάνος= σατάν= πληρωτού, φθάνουμε στην πραγματικότητα της γιορτής, που οι Ρωμαίοι ονόμαζαν Saturnalia κατά τα τέλη Δεκεμβρίου, από τη λέξη Saturnuw= Κρόνος, που προέρχεται ετυμολογικά απ' τη λέξη sat ή satiw est= αρκετή, ικανοποιητική ποσότητα, (πρβλ. και τη λέξη satisfaction στα Αγγλικά), ιστορικά δε απ' την πεποίθηση που είχαν, ότι την εποχή της βασιλείας του Κρόνου “έτρωγαν με χρυσά κουτάλια”.
Επόμενως προκύπτει ότι ο Κρόνος= Saturnus αντιστοιχεί στους ελληνικούς Σατύρους, έννοια που αντιστοιχεί στους χριστιανικούς δαίμονες ή σατανάδες, οπότε προκύπτει πάλι ο τελικός συμβολισμός του γράμματος S, που βρήκαμε να συμβολίζει το δολλάριο, τη λίρα και το σκούδο, καταλήγοντας στο σημερινό εβραϊκό σεκέλ ή περσικό σίγλο ή ευρώ.
Επόμένως όλη η φιλολογία του 666, που είναι ο “αγαθοδότης” (βλ. Εισ.Β.β') περιστεφεται γύρω από τον σατάν ή πωλητή, εκείνον που πρέπει κάποιος να φέρη το χάραγμά του, για να μπορή να συναλλάσεται σύμφωνα με την Αποκάλυψη, (βλ. Εισ.Β.α',β' και ζ'), αυτό δε το χάραγμα είναι το έκτυπο ανάγλυφο, που φέρνει κάθε κέρμα στην πρόσοψή του, αυτό που είναι γνωστό σαν κορώνα ή σκυτάλη και το οποίο αναφέρει σαφώς ο Απόστολος Παύλος στην ομιλία του στους Αθηναίους στον Αρειο Πάγο, όταν τους λέει ότι τον Θεό “ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσώ ή αργύρω ή λίθω χαράγματι τέχνης ή ενθυμήσεως ανθρώπου είναι όμοιον”.
Επανερχόμενοι στους Γάλλους και στην ετυμολογική απαρχή της λέξεως σκυτάλη, που όπως είδαμε στο κεφάλαιο ΙΙ σημαίνει την κεφαλή, βλέπουμε τις λατινικές λέξεις galla (= κάρυον δρυός), galea (= κράνος) και galerum ή galerus (galericum= 1: πιλήκιον εκ μηλωτής και 2: φενάκη= περούκα) να αποδίδουν μια χαλαρή δηλ. ήδη απομακρυσμένη ή διωγμένη απ' τη φυλετική μνήμη μας συνδεσμολογία των συμβόλων του φρυγικού σκούφου (νυν συμβόλου της... Δημοκρατίας) και του ιερού κελτικού (δηλ. γαλατικού) δέντρου της δρυός (= βαλανιδιάς) δηλ. της ελληνικής αναφοράς στο Δωδωναίο Δία (δηλ. τον Νάϊον) και της εκεί ιεράς δρυός. Η ανωτέρω λατινική λέξη galea (= κράνος) συναπτομένη προς την επίσης λατινική λέξη pileus (= πίλος, πιλήκιον), που ήταν σύμβολο των απελεύθερων, οδηγεί στην ελληνική λέξη κορώνα ή στέμμα (= καρ + άνω = κράνος), σύμβολο της βασιλικής δυνάμεως, που αναφέρεται στο εβραϊκό καββαλιστικό “Δέντρον της Ζωής” με τον όρο Keter ή Kether, απ' την τροποποιημένη περσική (= ελληνική) λέξη “κύδαρις” ή “κίταρις” = “πίλος βασιλικός” = κυρβασίας (κύδος = δόξα και αίρω = σηκώνω ψηλά), που αντικαθίσταται επί της κεφαλής του Φαραώ (δηλ. του εσσήνος ή τιτάνος) του επίγειου θεού των Αιγυπτίων με το ουραίον, το οποίο κρατεί με τη μορφή της μίτρας ο Χριστιανός Επίσκοπος, συμβολίζοντας το κράτημα των δύο όφεων (ida και pingala) από τον Ηρακλή στο κηρύκειον του Ερμού (caduceus). Αλλά ακριβώς “οι Στήλες του Ηρακλέους” ή “Στήλες του Βριάρεω” είναι οι στήλες του Γιβραλτάρ, που παριστάνονται στο σκούδο σαν δύο κάθετες γραμμές και από εκεί στο δολλάριο, για να καταλήξουν σε δύο παράλληλες γραμμές στην απεικόνιση του ευρώ.
Η αίρεση (= προτίμηση) των Εβραίων προς το χρήμα φαίνεται από τις διάφορες επικρίσεις του Ιησού εναντίον τους στην Καινή Διαθήκη και από την έκχυση (εσσήαι) του κέρματος μέσα στο Ναό, όταν εξεδίωξε τους κολλυβιστάς (Ματθ.ΚΑ', 12) και Μαρκ. ΙΑ',15 και Ιω.Β',15) με το φραγγέλιον, κατηγορώντας του ότι είχαν μετατρέψει τον Οίκον του Πατρός σε Οίκον εμπορίου (δηλ. του Μαμωνά).
Το ότι όπως έχω σημειώσει οι κολλυβιστές είναι Αθηναίοι σαράφηδες, δηλ. αργυραμοιβοί που ανταλλάσσουν νομίσματα στο σαραφικο και κυρίως τον κόλλυβο, λέξη που σημαίνει γενικά α) μικρό βάρος χρυσού και β) καταλλαγή ή επικαταλλαγή ή άτζιο (στα λατινικά cambio) και ειδικά 1) το χάραγμα του βοδιού στο χάλκινο Αθηναϊκό νόμισμα, 2) κέρμα μικρής αξίας 1/4 ή 1/7 του χαλκού και 3) κάθε μικρής αξίας νόμισμα (πρβλ. δικόλλυβον, τρικόλλυβον κλπ.) είναι άξιον μνείας.
Ωστόσο όλα τα έσοδα των ναών, τόσο στη Βαβυλώνα, Παλαιστίνη, Μ. Ασία, όσο και αλλού, προέρχονταν είτε απ' την αρσενική πορνεία (εκμετάλλευση κυνών), είτε απ' τη θηλυκή πορνεία (εκμετάλλευση ιερόδουλων), χωρίς βέβαια να υποτιμάμε τον πακτωλό χρημάτων και πολύτιμων αναθημάτων, που κατευθυνόταν στους ναούς είτε για να υποστηριχθή μια αίτηση ή μαντεία είτε για να εκφρασθή μια ευχαριστία για θεραπεία ή επιτυχία, σε επίπεδο ατομικό ή συλλογικό. Ετσι βλέπουμε το ναό των Δελφών να είναι κατάφορτος από χρυσές και άλλες προσφορές και για το λόγο αυτό να είναι το επίκεντρο εχθρικών επιθέσεων για το σκοπό λαφυραγωγίας. Το κρίσιμο σημείο εν προκειμένω είναι, ότι ο ναός αυτός στην πρώτη μορφή του εθρυλείτο πως κτίστηκε από φτερά μελισσών κι έτσι προκύπτει πάλι η οικονομική σημασία της λέξεως “μέλισσα”, που όπως είδαμε ο Ησύχιος τη μεταφράζει “οβολό”.
Κατά συνέπειαν η φράση “μανή, θεκέλ, φαρές” στην οποία αναφερθήκαμε ανωτέρω επιπολαίως, εξετάζοντάς την τώρα επί πολύ, βλέπουμε ότι προέρχεται απ' την Παλαιά διαθήκη (Δανιήλ, Ε' 5) και μεταφράζεται ακριβώς: (26) μανή, εμέτρησεν ο θεός την βασιλείαν σου και επλήρωσεν αυτήν, (27) θεκέλ, εστη εν ζυγώ (ενν. Η βασιλεία σου) και ευρέθη υστερούσα, (28) φαρές, διηρήται η βασιλεία σου και εδόθη Μήδοις και Πέρσαις.
Είναι ακριβώς αυτός ο Δαρείος, μετέπειτα και Φαραώ της Αιγύπτου που έκοψε τους χρυσούς δαρεικούς, τους γνωστούς μας “τοξότες” απ' την Αρχαιοελληνική νομισματική ορολογία.....>>
=================
ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
<<.....Η λέξη “παραμύθι” που σημαίνει στην τρέχουσα γλώσσα παραμύθιασμα ή παραπληροφόρηση ή μια ψεύτικη ιστορία για διασκέδαση, προέρχεται απ' την αρχαιοελληνική παραμυθία, που σημαίνει παρηγοριά, απ' τις λέξεις παρά+μύθος, χωρίς να ξεχνάμε πως στην αρχαιότητα η λέξη “μύθος” σήμαινε την εξιστόρηση μιας πραγματικής ιστορίας, δηλ. Την αναφορά σ' ένα πραγματικό γεγονός. Η παραπληροφόρηση ή παραμύθιασμα (πρβλ. “μας πουλάει παραμύθι”) έχει αντικαταστήσει στις μέρες μας την αληθινή πληροφορία ή μύθον, με αποτέλεσμα να έχουμε καταντήσει κάτοικοι κάποιας χώρας, που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε Παραμυθία (καμμία σχέση με τη συνώνυμη συμπαθή ελληνική επαρχία). Ο “Φιλόσοφος της Μεσογείου”, ο κατ' επάγγελμα σκηνοποιός (Πράξ. ΙΔ',3) Παύλος έγραψε στη “Επιστολή του προς Εβραίους” (Κεφ. Η',Θ',ΙΑ' & ΙΓ') περί της σκηνής εκτενώς. Η λέξη “σκηνή” (στα δωρικά “σκανά”) δείχνει γενικά ένα μέρος, που μπορεί κάποιος να μείνη (συνώνυμα: σκιάς, καλύβη, τσαντήρι, τέντα), άρα και τη φωλιά (για τα πουλιά). Στον πληθυντικό η λέξη “σκηναί” σημαίνει στρατόπεδον (παρεμβολή στο κείμενο της Π.Δ. Και tabernaculum ή tentorium στα λατινικά) και σα ναός δείχνει την “ιερή κατοικία” (βλ. Και Εξοδ.κς',1 στην Π.Δ.). Η έννοια του “ναού” με τη σημασία “ναυς” (= καράβι, πλεούμενο γενικώς) μας οδηγεί σε μια πολύ ειδική ερμηνεία της λέξης “σκηνή”: είναι η επίσημη αίθουσα δεξιώσεων στην πρύμνη ή στο δεύτερο κατάστρωμα πλοίου, που λέγεται και σκηνίς. Είναι προφανές πως το διαμέρισμα αυτό του πλοίου αποτελεί θαλασσινή επέκταση της έννοιας της σκηνής σα συμποσίου (ευωχίας) μέσα σε σκηνή ή στεγασμένο χώρο (έτσι και στο Ξεν. Π.Κ. 2,3,1 & 4,2,34) κι έτσι έχουμε μια πρώτη επαφή με το (γερμανικό) ρήμα schenken (= χαρίζω, δωρίζω). Το σκηνικό του συμποσίου οδηγεί τελικά στην έννοια της παραστάσεως, που δίνουν οι ηθοποιοί μέσα σ' ένα τσαντήρι (στήσιμο), που λέγεται σκηνή ή scena στα λατινικά (εξ ου και η λ. Σενάριο απ' το ιταλικό scenario)ή scene (και stage = στεγη) στ' αγγλικά. Η λέξη “σκήνημα” (ή σκάνημα, στα δωρικά) σημαίνει επίσης τη σκηνή, την κατασκήνωση, το στρατόπεδο, τη φωλιά, όπου είδαμε να διαμένουν οι σκηνίτες = Εβραίοι. Στο κείμενο της Αποκαλύψεως γίνονται δύο αναφορές στο όνομα του Θηρίου (και όχι μια όπως κατά κόρον αναφέρεται). Η πρώτη, εισαγωγική ή υπαινιγματική, δίνεται με το 6ο Κεφάλαιο, ώστε ο αναγνώστης ν' αρχίση να κατανοή την λειτουργία της δονήσεως 6. Η δεύτερη, συνθετική ή καθοριστική, δίνεται με το 13ο Κεφάλαιο, όπου αναφέρεται ο αριθμός του Θηρίου (666). Στην πρώτη περίπτωση ο αριθμός 6 (του κεφαλαίου) φαίνεται να συνδυάζεται με τον αριθμό του στίχου 6 και τον αριθμό του χοίνικος 600 (εφ' όσον χ' = 600, όπως τονίζεται σαν κρυπτική σημασία και στα “Θεολογούμενα της Αριθμητικής” του Ιάμβλιχου), προκειμένου να συντεθή ο αριθμός 666, όπως φαίνεται και στον 18ο στίχο του 13ου κεφαλαίου (εφ' όσον 3Χ6 = 18, το δε στοιχείον με ΑΑ18 είναι το αργόν). Το γεγονός της αναφοράς του εδ. 6 του Κεφ. 6, που γίνεται στην 3η σφραγίδα με τον 3ο Ιππο, είναι ενδεικτικό της προθέσεως του συγγραφέως του κειμένου να υποδείξη τη σειρά 6-6-6 ή 666. Ο σίτος (=δήμητρα) και το κριθάρι (=δκαί) υποδεικνύουν τη Μητέρα Γη ή Δήμητρα (δηλ. τον αγαθοδότην), εφ' όσον ΑΓΑΘΟΔΟΤΗΣ = ΔΗΜΗΤΗΡ+ΚΟΡΗ=666, η δε λατινική λέξη triticum (=σιτάρι) ενισχύει την υπόδειξη της τριαδικότητος των εγκρυπτομένων μαθηματικών, δεδομένου ότι δίδεται η εξίσωση “τρεις χοίνικες κριθών δηναρίου” και προκύπτει, κατά συνέπειαν, ότι “χοίνιξ σίτου = τρεις χοίνικες κριθών ή 1 σίτος = 3 κριθαί (ή 1 κριθή = 1/3 σίτου). Ο “μέλας ίππος” δηλώνει το “μαύρο υλικό”, τον άνθρακα (διεθνώς C, απ' τη λατινική λ. Carbo, όπου C=Γ=γκιμέλ, δηλ. Το 3ο γράμμα του αλφαβήτου), που είναι το κύριο συστατικό των υδατανθράκων, απ' τους οποίους αποτελούνται οι τροφές μας, γι' αυτό και ετυμολογώ τη λέξη άνθρωπος απ' τη φράση “άνθρακος οπός” (δηλ. Υδατάνθραξ) και όχι απ' την ακαδημαϊκή γνώμη “άνω+θρώσκω”. Ο άνθραξ (C), στοιχείο του Περιοδικού Πίνακος (με Α.Β 12 και με Ατομικό Αριθμό 6) παρουσιάζει ακριβώς, από πλευράς Φυσικής, την τριαδική σειρά 6-6-6 (6 ηλεκτρόνια, 6 πρωτόνια, 6 ουδετερόνια). Η λ. Άνθραξ, απ' τη φράση “ανά+θράκα” (=αυτό, που είναι πάνω στη θράκα ή Θράκη), είναι επίσης το όνομα του ρουμπινιού (άνθραξ ή καρβούνι στη δημοτική, 4ο στει σειρά στο εφώδ). Είναι ενδιαφέρον να δούμε, πως ο C δίνει τα 4e της εξωτερικής στιβάδας του (σε σθένος), προκειμένου να σχηματίση με 4H το γνωστό μας μεθάνιο (CH4) με την μορφή κανονικού τετραέδρου (τριγωνική πυραμίδα). Το μεθάνιο, Grubengas (στα γερμανικά) και ελειογενές (ή ελώδες) άεριο, (σ' όλες τις γλώσσες), προϊόν των πετρελαιοπηγών, των ανθρακορυχείων και του εντερικού συστήματος, ως βάση (θεωρητικά τουλάχιστον) για όλες τις οργανικές ενώσεις της λιπαράς σειράς, ήδη έχει διεισδύσει μέσα απ' τη δικτύωση του ρωσικού αγωγού στις ελληνικές πόλεις και πρόκειται να χρησιμοποιηθή “για ενέργεια”. Εδώ μπορούμε να θεωρήσουμε αυτήν την ενεργειακή λύση σαν ένα πρόδρομο μολυσματικό μεταφορέα του Θηρίου (666), εφ' όσον και χώρος των εντέρων (βλ. ΔΗΜΗΤΗΡ+ΚΟΡΗ = 666), είναι η πατρίδα, μέσα στο ανθρώπινο σώμα, του αερίου αυτού, η δε χαρακτηριστική οσμή του (οσμή υπονόμου) είναι ενδεικτικό (και συστατικό) της παρουσίας διαμόνων (= ακαθάρτων πνευμάτων) στις τελετές επικλήσεώς τους. Η λέξις σανίς ή σανίδα (στη δημοτική) ή tabula (γεν. tabulae) και asser (γεν. asseris) και axis (γεν. axis) στα λατινικά, μας οδηγεί ξανά στην έννοια της σκηνής, μέσα απ' τη λέξη tabernaculum ή tentorium, που είδαμε πως σημαίνει “σκηνή στρατοπέδου” και που στ' αγγλικά γίνεται tabernacle = ιεροφυλάκιον, καταλήγοντάς μας στην τελική έννοια της “Σκηνής του Μαρτυρίου”: η Σκηνή είναι μια σκηνή (= ναός), που μέσα της φυλάσσονται τα ιερά, είναι δηλ. Ιεροφυλάκιον (tabernacle) και είναι μέσα στις σκηνές (δηλ. στρατόπεδο ή tentorium ή tabernaculum που την προφυλάσσουν και φρουρούν, αυτή δε φυλάσσει μέσα της κάτι πολύτιμο και σφραγισμένο: μια συγκεκριμένη συμφωνία ή συνθήκη, που στη γλώσσα της Π.Δ. Λέγεται “Συνθήκη της Σκηνής” και στα σύγχρονα ευρωπαϊκά μεταφράζεται, ακριβώς, “Συνθήκη Schengen”. Η πόλη Schengen στο Λουξεμβούργο παίρνει το όνομά της απ' τη γερμανική λέξη eSchenke = ταβέρνα (συνώνυμο: Weinstube, πρβλ. Στουβίτην), απ' το ρήμα schenken = χαρίζω, δωρίζω (πρβλ. 666=ΑΓΑΘΟΔΟΤΗΣ). Η έννοια της ταβέρνας, (στα λατινικά taberna), όπως δόθηκε παραπάνω σαν tabernacle = ιεροφυλάκιον (στ' αγγλικά) απ' την αρχική tabernaculum = στρατόπεδον (στα λατινικά) ή παρεμβολή, δηλ. κατασκήνωση στρατού, μας οδηγεί, ιστορικά, στο κατάλυμα (προφανώς χάνι) της Αππίας Οδού, που λεγόταν “Τρεις Ταβέρναι” και όπου συνάντησαν τον Παύλο (Πράξ. ΚΗ', 15) οι “αδελφοί” απ' τη Ρώμη. Ο βουδιστικός όρος Τριπτικάκα (= Τρία Καλάθια), με τον οποίο ονομάζονται οι πηγές της βουδιστικής θρησκείας, μέσα απ' τη μεταφορά των Δεικνυμένων στα Ελευσίνια Μυστήρια (απ' την κίστη στον κάλαθο και αντιστρόφως, όπου ΚΙΣΤΗ: ΚΑΛΑΘΟΣ = Φ), οδηγεί στον συμβολισμό, που περιέχεται στη μεταφορά των αρρήτων απ' τις Αρρηφόρες στα Αρρηφόρια (προς τιμήν της Αθηνάς = Minervae = εριουργίας). Η κάθοδος του σκηνοποιού Παύλου απ' τα τείχη της Δαμασκού (Πράξ. θ', 25) με το σκοινί της σπυρίδος (πλεκτού καλαθιού, πρβλ. Ελένην), προκειμένου ν' αποφύγη την μήνιν του άραβα Αρέτα, σημειώνει μια άρρητη αναφορά, μέσα απ' την υλοποίηση των ιστορικών δρωμένων, στη μεταφορά: 1) του συμβολισμού των Αρρηφορίων μέσα απ' το πρόσωπο του ομιλητή στον Αρειο Πάγο και 2) του κηρύγματος απ' τον Αρειο Πάγο στη περιοχή του Πάγου (=Κορίνθου, όπου “ου παντός πλειν”). Η σκηνή στη Σκηνή (Ναό), όπου ο Ιησούς εκδιώκει τους τραπεζίτες (Ματθ. ΚΑ',12 και Μάρκ.ΙΑ',15 και Ιω.Β',15) είναι σαφής: η σανίδα ή tabula είναι μια τάβλα ή ξύλον, και ξύλον ή άβαξ (και αβάκιον) ή τράπεζα ή mensa είναι η γνωστή σημερινή μας Bank ή Τράπεζα, Ναός του Χρήματος, ο Μαμμωνάς (= πλούτος γήϊνος, κατά Σουϊδα), το αιώνειο Ιερατείον, σαν Τράπεζα στου Εθνικούς της Εφεσίας Αρτέμιδος, σαν Ναός στου Εβραίους της Ιερουσαλήμ (Ματθ.ΚΓ', 16-17), σαν εθνική Τράπεζα στην Εκκλησία της Ελλάδος (μέτοχος). Και ο Ιησούς είναι σαφής εν προκειμένω: “'Η μ' εμένα θα είσθε ή με τη σκηνή Schengen”.[Λουκ. Ις', “δυσί Κυρίοις” προς Λουκ. ΙΑ', 23 “σκορπίζει” προς Λουκ. Ις', 13 “δουλεύειν” και Ματθ. Σ', 24 “μαμωνά”]. “Εάν τις αγαπά με τον λόγον μου τηρήσει και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν και προς αυτόν ελευσόμεθα μαι μονήν παρ' αυτώ ποιησόμεθα”. “16 Ουαί υμίν, οδηγοί τυφλοί οι λέγοντες. Ος αν ομόση εν τω ναώ ουδέν εστίν. Ος δ' αν ομόση εν τω χρυσώ του ναού οφείλει. 17 μωροί και τυφλοί, τις γαρ μείζων εστίν, ο χρυσός ή ο ναός ο αγιάσας τον χρυσόν; 18 και. Ος να ομόση εν τω θυσιαστηρίω, ουσέν εστίν. Ος δ' αν ομόση εν τω δώρω τω επάνω αυτού οφείλει. 19 τυφλοί, τι γαρ μείζον, το δώρον ή το θυσιαστήριον το αγιάζον το δώρον; 20 ο ουν ομόσας εν τω θυσιαστηρίω ομνύει εν αυτώ και εν πάσι τοις επάνω αυτού. 21 και ο ομόσας εν τω ναώ ομνύει εν αυτώ και εν τω κατοικούντι αυτόν. 22 και ο ομόσας εν τω ουρανώ ομνύει εν τω θρόνω του θεού και εν τω καθημένω επάνω αυτού. 23 Ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το άνηθον και το κύμινον και αφήκατε τα βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν και το έλεος και την πίστην. Ταύτα (δε) έδει ποιήσαι κάκείνα μη αφιέναι. 24 οδηγοί τυφλοι, οι διυλίζοντες τον κώνωπα την δε κάμηλον καταπίνοντες”. ..........>>
Η εγγραφη αφιερωμενη στό Κωστα Κυράγγελο και την Αταργάτιδα.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου